Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 138/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός:     138 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 1.10.2017 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2017 και Ε.Α.Κ. …./2017) έφεση κατά της 3342/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που δίκασε την από 21.12.2015 (με Γ.Α.Κ. ../2015 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου …./2015) αγωγή του νυν εκκαλούντος κατά της νυν εφεσίβλητης αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε αυτή εν μέρει ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας και εν μέρει ως μη νόμιμη έχει ασκηθεί νομότυπα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου της έφεσης στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κι εμπρόθεσμα στις 6.10.2017, εφόσον δεν προκύπτει από κάποιο έγγραφο, ούτε γίνεται επίκληση ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε από τον έναν διάδικο στον άλλο, ενώ από τον χρόνο δημοσίευσης αυτής στις 11.7.2017 μέχρι την άσκηση της ένδικης έφεσης στις 6.10.2017, δεν παρήλθε διετία κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ. Επομένως, η έφεση η οποία αρμοδίως φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια διαδικασία που εφάρμοσε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εφόσον για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα παράβολο, συνολικού ποσού εκατό (100) ευρώ, όπως προβλέπεται από την παράγραφο 3 στοιχ.Α’ περ.β του άρθρου 495 του Κ.Πολ.Δ (βλ. υπ’ αριθμ. κωδικού ……..  e-παράβολο Υπουργείου Οικονομικών και την από 20.9.2017 εξοφλητική απόδειξη της ALPHA BANK).

Με την ως άνω αγωγή του ο ενάγων υποστήριζε ότι η θετή του μητέρα …….. δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/18.12.2007 συμβολαίου της Συμ/φου Αθήνας ………. νομίμως μεταγεγραμμένου πώλησε και μεταβίβασε την ψιλή κυριότητα του αναλυτικά περιγραφόμενου στην αγωγή διαμερίσματος στην Αίγινα, σημερινής αξίας 53.000 ευρώ, στην εναγόμενη ανεψιά της (κόρη του αδελφού της). Ότι η εν λόγω πώληση, ωστόσο, ήταν εικονική καθώς οι δηλώσεις πώλησης και αγοράς της ψιλής κυριότητας, αντίστοιχα της μητέρας του-πωλήτριας και της εναγόμενης-αγοράστριας που περιέχονται στο προαναφερόμενο αγοραπωλητήριο δεν έγιναν σοβαρά, αλλά φαινομενικά, αμφότερες δε ήθελαν να ισχύσει η υποκρυπτόμενη στη σύμβαση πώλησης δωρεά εν ζωή υπό τρόπο, κατά τα οριζόμενα στο από 19.12.2007 μεταξύ τους ιδιωτικό συμφωνητικό, κατά το οποίο η καταρτισθείσα δωρεά εν ζωή τελούσε υπό τη διαλυτική αίρεση ότι η δωρεοδόχος θα φρόντιζε τη δωρήτρια, θα τη διέτρεφε, δεν θα επεδείκνυε αντικοινωνική-προσβλητική-υβριστική συμπεριφορά ή περιφρονητική διαγωγή απέναντί της, δεν θα παραμελούσε την περίθαλψή της (ιατροφαρμακευτική ή μη), δεν θα αδιαφορούσε για την ενδεχόμενη ασθένειά της ή ενδεχόμενες ασθένειές της, δεν θα επιβουλευόταν τη ζωή της, ήτοι δεν θα επεδείκνυε σοβαρή πρόθεση θανατώσεώς της ή πρόκληση σωματικών κακώσεων σε βάρος της, ούτε θα διατάρασσε με οποιονδήποτε τρόπο την ψυχική της γαλήνη έως το θάνατό της και ότι η δωρήτρια θα είχε το δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά εάν η δωρεοδόχος δεν συμμορφωνόταν με την παραπάνω διαλυτική αίρεση. Ότι η δωρήτρια από τις αρχές του 2007 έπασχε από προϊουσα πάθηση τύπου αλτσχάιμερ και από το Νοέμβριο 2009 διαπιστώθηκε ότι έπασχε από οργανικό ψυχοσύνδρομο- άνοια τύπου αλτσχάιμερ, εξαιτίας της οποίας εμφάνιζε μέχρι το θάνατό της σοβαρές διαταραχές, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να επιμεληθεί του εαυτού της και της περιουσίας της, να έχει μειωμένη αντίληψη για τα πράγματα και το περιβάλλον, απώλεια μνήμης και να μην αναγνωρίζει κανένα συγγενικό ή φιλικό της πρόσωπο, εκδηλώθηκε δε και εγκεφαλικό επεισόδιο τον Οκτώβριο του 2010, που χειροτέρευσε την ήδη άσχημη κατάσταση της υγείας της. Ότι ειδικότερα η δωρήτρια δεν μπορούσε να ντυθεί, να γευματίσει, να πάρει τα φάρμακά της και γενικά ήταν ανίκανη να εκτελέσει όλες τις απλές λειτουργίες της καθημερινής ζωής, με αποτέλεσμα να χρειάζεται βοήθεια για όλες τις προαναφερόμενες ανάγκες της αλλά και συνεχή επιτήρηση, προκειμένου να αποφευχθεί οιοσδήποτε κίνδυνος για τη σωματική της ακεραιότητα και τη ζωή της. Ότι η εναγόμενη δωρεοδόχος, αντί να εκτελέσει τον τρόπο με βάση τον οποίο της δωρήθηκε η ψιλή κυριότητα του ως άνω ακινήτου, δηλαδή να περιποιείται και να φροντίζει τη δωρήτρια, έδειξε ολιγωρία και αμέλεια και μάλιστα δεν ενδιαφερόταν για τη φαρμακευτική της αγωγή, για το καθημερινό της φαγητό και την ένδυσή της, με αποτέλεσμα να αναλάβει τα βάρη αυτά ο ενάγων, ο οποίος δεν γνώριζε ότι υπήρχε το παραπάνω συμφωνητικό και έτσι η δωρεοδόχος εκμεταλλευόμενη το γεγονός αυτό, αδιαφόρησε πλήρως, μέχρι που ο ενάγων ανέλαβε με την 2765/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την προσωρινή δικαστική συμπαράσταση της θετής μητέρας του και στη συνέχεια με την 3799/2014 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου την επιμέλειά της, καλύπτοντας αυτός όλες τις ανάγκες της έως τον θάνατό της στις 5.5.2015. Ότι δεδομένου ότι η εναγόμενη με αποκλειστική της υπαιτιότητα δεν τήρησε τους όρους του παραπάνω συμφωνητικού, η δωρεά έχει καταστεί πλέον ανίσχυρη, ο δε ενάγων ως μοναδικός μεριδούχος και εξ αδιαθέτου κληρονόμος της δωρήτριας, ασκεί δικό του δικαίωμα και ανακαλεί με την αγωγή του τη δωρεά. Κατόπιν των ανωτέρω, ζητούσε: 1. Να αναγνωρισθεί ότι η σύμβαση πώλησης της ψιλής κυριότητας του ακινήτου που περιέχεται στο υπ’ αριθμ. …../18-12-2007 συμβόλαιο της Συμβ/φου Αθήνας ……… είναι άκυρη ως εικονική και ότι κάτω από αυτή καλύπτεται έγκυρη δωρεά, με τη διαλυτική αίρεση που περιγράφεται στο με ημερομηνία 19.12.2007 ιδιωτικό συμφωνητικό, την οποία ήθελαν τα μέρη και ότι επομένως η παραπάνω δωρεά είναι ανίσχυρη, αφού δεν πληρώθηκε ο όρος της διαλυτικής αίρεσης που συμφωνήθηκε κατά τα ανωτέρω εξαιτίας της υπαίτιας συμπεριφοράς της εναγόμενης, λόγος για τον οποίο ο ενάγων ανακαλεί τη δωρεά με την αγωγή του, 2. Να υποχρεωθεί η εναγόμενη να αναμεταβιβάσει με συμβολαιογραφικό έγγραφο στον ενάγοντα την ψιλή κυριότητα καθώς και την επικαρπία (δηλαδή την πλήρη κυριότητα του ακινήτου ως ενιαίο πλέον εμπράγματο δικαίωμα ύστερα από τον θάνατο της επικαρπώτριας) του παραπάνω ακινήτου και σε περίπτωση που αρνηθεί η εναγόμενη, να καταδικαστεί σε δήλωση βουλήσεως για να αναμεταβιβάσει συμβολαιογραφικά στον ενάγοντα την ψιλή κυριότητα και την επικαρπία του ακινήτου, 3. Να αναγνωρισθεί ότι ο ενάγων είναι αποκλειστικός κύριος, νομέας και κάτοχος του προαναφερόμενου ακινήτου ως μοναδικός νόμιμος μεριδούχος και εξ αδιαθέτου κληρονόμος της …………, που πέθανε στις 5.5.2015 και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του το αποδώσει και σε περίπτωση που αρνηθεί, να διαταχθεί η αποβολή της με τη βία, όπως και οποιουδήποτε τρίτου έχει δικαίωμα στο επίδικο ακίνητο, καθώς και η νόμιμη εγκατάσταση του ενάγοντος σε αυτό.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την αγωγή εν μέρει ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας και εν μέρει ως μη νόμιμη. Συγκεκριμένα απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημα του ενάγοντος να υποχρεωθεί η εναγόμενη να αναμεταβιβάσει με συμβολαιογραφικό έγγραφο προς αυτόν την ψιλή κυριότητα καθώς και την επικαρπία (ήτοι την πλήρη κυριότητα) του επίδικου ακινήτου, δεδομένου ότι σε περίπτωση ανάκλησης δωρεάς υπό τρόπο επί ακινήτου, λαμβάνει χώρα μόνο καταδίκη σε δήλωση βούλησης και μεταγραφή της τελεσίδικης απόφασης και της δήλωσης του δωρητή ενώπιον συμβολαιογράφου περί αποδοχής της απόφασης αυτής, όπως τούτο ζητείται με την επικουρική βάση του ίδιου αιτήματος της αγωγής, αφού ανατρέπεται δικονομικώς με την απόφαση του Δικαστηρίου μόνο η ενοχική δικαιοπραξία και όχι η αντίστοιχη εμπράγματη, όπως η μεταβίβαση της κυριότητας και δεν επιστρέφει αυτοδικαίως η κυριότητα. Κατά τα λοιπά η αγωγή απορρίφθηκε λόγω αοριστίας ως απαράδεκτη, γιατί δεν αναφέρονται στο αγωγικό δικόγραφο, ειδικά πραγματικά γεγονότα που συνιστούν ως ενιαίο σύνολο εξακολουθητικής συμπεριφοράς το επικαλούμενο παράπτωμα της εναγόμενης ως δωρεοδόχου, ενώ θα έπρεπε ειδικά και συγκεκριμένα να αναφέρονται εκείνα τα περιστατικά από τα οποία συνάγεται η υπαίτια συμπεριφορά της δωρεοδόχου και μάλιστα να προσδιορίζονται περιγραφικά και χρονικά και όχι μόνο εν γένει ποιοτικώς, υπό τη μορφή ενός ουσιαστικού εν γένει συμπεράσματος από την επικαλούμενη εξακολουθητική συμπεριφορά της εναγόμενης. Ότι θα έπρεπε να αναφέρονται στην αγωγή ειδικά πραγματικά γεγονότα (κατά συγκεκριμένο τόπο, χρόνο, τρόπο, όπως και λοιπές περιστάσεις) που συνιστούν ως ενιαίο σύνολο εξακολουθητικής συμπεριφοράς το επικαλούμενο με την αγωγή παράπτωμα της εναγόμενης, ως δωρεοδόχου, ώστε να συντρέχει στο πρόσωπό της αποκλειστική ή συντρέχουσα υπαιτιότητα περί την εκτέλεση του επικαλούμενου από τον ενάγοντα τρόπου προς διαμόρφωση σαφούς κατάστασης μεταξύ δωρητή και δωρεοδόχου. Ότι ακόμη θα έπρεπε να αναφέρεται στην αγωγή προς υλοποίηση του περιεχομένου του επικαλούμενου ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού: α) με ποιο τρόπο θα έπρεπε η εναγόμενη ως δωρεοδόχος υπό τρόπο και κατά την επικαλούμενη από τον ενάγοντα υλοποίηση της συμφωνίας αυτής με τη δωρήτρια, σωρευτικά ή διαζευκτικά να περιθάλπτει/ διατρέφει/ περιποιείται την τελευταία, εάν έπρεπε να συγκατοικεί ή απλώς να συνοικεί μαζί της σε σταθερή ή σε περιοδική βάση, σε ποια κατοικία και με λειτουργικά έξοδα ποίου, με ποιον τρόπο και με ποιους οικονομικούς όρους θα φρόντιζε αποκλειστικά ή επιβοηθητικά για τη διατροφή της ή τη λήψη των φαρμάκων της (λ.χ. με ατομικά έξοδα της δωρεοδόχου ή με λήψη χρημάτων από κοινούς ή μη λογαριασμούς της δωρήτριας), καθώς και εάν εν γένει η ίδια διατηρούσε το αποκλειστικό δικαίωμα και υποχρέωση περί συνδρομής και παροχής συνδρομής βοήθειας και ως προς την ανωτέρω δωρήτρια ή η εναγόμενη στην εκτέλεση του τρόπου αυτού θα έπρεπε να συνεπικουρείτο και από έτερο συγγενικό της πρόσωπο λ.χ. από τον ίδιο τον ενάγοντα, ως θετό τέκνο, καθώς και σωρευτικά β) σε ποιο βαθμό και μέτρο η εναγόμενη δεν τήρησε τις ανωτέρω επιμέρους υποχρεώσεις της, όπως ειδικότερα οριοθετούνται ανωτέρω, ενόψει και της ειδικής άρνησης της υπό κρίση αγωγής στο σύνολό της από την πλευρά της τελευταίας με τις έγγραφες προτάσεις της, και μάλιστα με αναλυτική παράθεση συγκεκριμένων χρονικά και ποιοτικά πραγματικών περιστατικών από τα οποία και να συνάγεται τοιαύτη επίδειξη αδιαφορίας ή αχαριστίας, γ) εάν η εναγόμενη οχλήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο προς τούτο από την πλευρά του ενάγοντος καθ’ ο χρόνο εισέτι ζούσε η δωρήτρια, ενόψει της επικαλούμενης από τον τελευταίο ασθένειας-κλιμακουμένης κατ’ επιδείνωση έκπτωσης των νοητικών λειτουργιών- της δωρήτριας και του διορισμού του ιδίου ως οριστικού της δικαστικού συμπαραστάτη από τις 15.5.2013,  δεδομένου ότι το δικαίωμα ανάκλησης της δωρεάς είναι κατά το άρθρο 506 ΑΚ προσωποπαγές και συνεπώς αμεταβίβαστο και ενόψει της ρητής δήλωσης του ενάγοντος δια της υπό κρίση αγωγής και δη στη σελίδα 5 τελ. παρ/φος όπου ο ίδιος αναφέρει ότι «…για το λόγο αυτό, αφού διαπίστωσα την ολιγωρία και αμέλεια της εναγομένης κατέθεσα εγώ στο αρμόδιο Δικαστήριο αίτηση επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 3799/2014 απόφαση…που ανέθεσε σε εμένα την επιμέλεια». Επίσης, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο διέλαβε στην εκκαλουμένη, κρίση ότι υφίσταται αοριστία της αγωγής λόγω των αντιφατικών ισχυρισμών του ενάγοντος, υπό την ιδιότητά του ως κληρονόμου της δωρήτριας, σχετικά με τον ακριβή χρόνο γνώσης της επικαλούμενης από τον ίδιο αχαριστίας της εναγόμενης, ενόψει της υποβολής της ένστασης από την εναγόμενη περί συμπλήρωσης της ενιαύσιας προθεσμίας του άρθρου 510 ΑΚ. Ότι τέλος από την ελλιπή παράθεση πραγματικών περιστατικών δεν μπορεί να προκύψουν τα κριτήρια του επικαλούμενου ως προς την εναγόμενη παραπτώματος από αντικειμενικής άποψης, ούτε και ο δεσμός μεταξύ αυτής και της δωρήτριας, τα ελατήρια της δωρεάς, όπως και ο τρόπος ενέργειας και ο χαρακτήρας της εναγόμενης ως δωρεοδόχου, ώστε να κριθεί ενδεικτικώς η έλλειψη ευγνωμοσύνης από την εναγόμενη ως προς τη αφιλοκερδή χειρονομία ευπρέπειας της δωρήτριας.

Από την επισκόπηση του αγωγικού δικογράφου, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, προκύπτει ότι η ένδικη αγωγή δεν πάσχει από αοριστία. Ο ενάγων δωρητής κατά την άσκηση της αξιώσεως προς απόδοση του δωρηθέντος στην περίπτωση ανακλήσεως της δωρεάς, οφείλει να αναφέρει στο δικόγραφο της αγωγής του, πλην των οριζομένων στα άρθρα 118, 119 παρ. 1 και 216 του ΚΠολΔ, τη σύμβαση συστάσεως της δωρεάς, την εκ μέρους του εκπλήρωση της υποχρεώσεώς του δια της παραδόσεως του δωρηθέντος πράγματος στον εναγόμενο, ο οποίος κατέστη κατά τούτο αδικαιολογήτως πλουσιότερος, την δήλωση ανακλήσεως της δωρεάς και την αιτία της ανακλήσεως, καθώς και αίτημα αποδόσεως σε αυτόν του δωρηθέντος, συνεπεία της ανακλήσεως της δωρεάς (άρθρα 505, 509, 904, 908 του ΑΚ, ΕφΘεσ 1490/2011, στη Νόμος). Ο δε κληρονόμος του δωρητή που ασκεί εξ ιδίων το δικαίωμα ανάκλησης της δωρεάς που του παρέχει το άρθρο 507 του ΑΚ οφείλει επιπλέον να επικαλεσθεί την ιδιότητά του ως κληρονόμου εξ αδιαθέτου ή εκ διαθήκης. Όλα τα παραπάνω στοιχεία διαλαμβάνονται στην από 21.12.2015 αγωγή του εκκαλούντος. Ειδικά πρέπει να τονισθεί ότι δεν ήταν αναγκαία στην παραπάνω αγωγή η παράθεση πραγματικών περιστατικών για τη θεμελίωση της αχαριστίας ως λόγου ανάκλησης της δωρεάς, γιατί η ανάκληση της επιδιώκεται με αιτία την υπαίτια παράλειψη εκτέλεσης του τρόπου από τον εναγόμενη (ΑΠ 291/2018, στη Νόμος), ο δε τρόπος που δεν εκπληρώθηκε εν προκειμένω συνίσταται, όπως διαλαμβάνεται στην αγωγή, στο ότι η εναγόμενη δεν ενδιαφερόταν για τη φαρμακευτική αγωγή της δωρήτριας, δηλαδή να της δίνει φάρμακα, να φροντίζει για το καθημερινό φαγητό της και για την ένδυσή της (βλ. σελίδα 5 της αγωγής), καίτοι η δωρήτρια από το Νοέμβριο του 2009 μέχρι το θάνατό της στις 5.5.2015 έπασχε από άνοια τύπου αλτσχάιμερ και αδυνατούσε να επιμεληθεί του εαυτού της, η δε μη εκπλήρωση του τρόπου κατ’ εκτίμηση του αγωγικού δικογράφου αποτέλεσε εξακολουθητική συμπεριφορά μέχρι τον θάνατο της δωρήτριας. Τα όσα δε επιπλέον στοιχεία έκρινε απαραίτητα για το ορισμένο της αγωγής, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο στην εκκαλουμένη απόφαση αποτελούν το περιεχόμενο σχετικής ενστάσεως της εναγόμενης και όχι αναγκαία στοιχεία προς θεμελίωση της αγωγής για ανάκληση της δωρεάς υπό τρόπο από τον κληρονόμο. Συγκεκριμένα, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 496, 503, 507 του ΑΚ, 335, 338 παρ. 1 του ΚΠολΔ συνάγεται, ότι επί ανακλήσεως δωρεάς υπό τρόπον, λόγω μη εκπληρώσεως του τρόπου, ο οποίος μπορεί να συνίσταται και στην παροχή από τον δωρεοδόχο στον δωρητή διατροφής ή και άλλης φροντίδας και περιποιήσεως και εν γένει περιθάλψεως (ΑΠ 1275/1994 ΕλλΔνη 37.641, ΑΠ 44/1989 ΕλλΔνη 31.767), εναπόκειται στον εναγόμενο δωρεοδόχο να ισχυρισθεί και να αποδείξει, προκειμένου να αποτρέψει την ανάκληση της δωρεάς, είτε ότι εξεπλήρωσε τον τρόπο είτε ότι η µη εκπλήρωση αυτού οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν ευθύνεται ο ίδιος. Και τούτο, κατά τα άρθρα 336, 342 του ΑΚ, σύμφωνα µε τα οποία, λόγω του συμβατικού χαρακτήρα της ενοχής εκ του τρόπου, το πταίσμα της µη εκπληρώσεώς του τεκμαίρεται και γι’ αυτό το βάρος της ανυπαίτιας µη εκπληρώσεώς του φέρει ο δωρεοδόχος (ΑΠ 1438/1995 ΕλλΔνη 39.555, ΕφΙωαν 307/2004, Καράκωστας, στον ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, άρθρο 507, αρ. 2, στους οποίους παραπέμπει η ΕφΠειρ 544/2015 δημοσιευμένη στη Νόμος). Επιπλέον, το αναφερόμενο στην εκκαλούμενη γεγονός ότι θα μπορούσε ο ενάγων, ως έχων εκτός από την ιδιότητα οριστικού δικαστικού συμπαραστάτη της δωρήτριας μετά την τελεσιδικία της 2765/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και την επιμέλεια αυτής με την 3799/2014 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου και από τον χρόνο δημοσίευσής της στις 22.8.2014 και εφεξής να οχλήσει ο ίδιος την εναγόμενη, εξωδίκως, να εκπληρώσει τον τρόπο της δωρεάς αποτελεί ομοίως ισχυρισμό που οφείλει να προτείνει η τελευταία προς απόδειξη ανυπαίτιας εκ μέρους της μη εκπλήρωσης του τρόπου. Σημειωτέον ότι στην αγωγή του ο ενάγων σε άλλα σημεία αναφέρει ότι η δωρεά προς την εναγόμενη έγινε βάσει του από 19.12.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού υπό τη διαλυτική αίρεση της φροντίδας και της περιποίησης της δωρήτριας έως τον θάνατό της και σε άλλα σημεία ότι η δωρεά αυτή έγινε υπό τρόπο με το ίδιο περιεχόμενο, δηλαδή επικαλείται νομικούς χαρακτηρισμούς που έχουν διαφορετικές έννομες συνέπειες ως προς τη δωρεά, πλην όμως το γεγονός αυτό δεν προκαλεί αοριστία του αγωγικού δικογράφου, καθώς από την εκτίμηση του συνόλου του περιεχομένου του προκύπτει ότι εντέλει πρόκειται για δωρεά υπό τρόπο, την οποία ανακαλεί ο κληρονόμος του δωρητή (βλ. 4η σειρά στη σελίδα 4 της αγωγής «Η εναγόμενη δεν τήρησε τους όρους του προαναφερόμενου Ιδιωτικού Συμφωνητικού, δείχνοντας υπαίτια συμπεριφορά απέναντι στη θετή μητέρα μου-δωρήτρια με αποτέλεσμα η προαναφερόμενη-καλυπτόμενη έγκυρη δωρεά- να είναι ανίσχυρη λόγω ανάκλησης, όπως θα αναφέρω παρακάτω…»). Το δε ορισμένο ή όχι του δικογράφου της αγωγής, ως προς την έκθεση πραγματικών περιστατικών, που συγκροτούν την ιστορική βάση της, εκτιμάται κυριαρχικώς από το δικαστήριο της ουσίας, με τη νομική παραδοχή ότι, κατά την έννοια του άρθρου 216 παρ.1 ΚΠολΔικ, ο νομικός χαρακτηρισμός των επικαλούμενων περιστατικών, στα οποία θεμελιώνεται το αγωγικό αίτημα, δεν είναι δεσμευτικός για το δικαστήριο, το οποίο οφείλει αυτεπαγγέλτως να προβεί στην ορθή νομική υπαγωγή των εκτιθέμενων, κατά τρόπο σαφή πραγματικών περιστατικών, έστω και διαφορετική από εκείνη στην οποία προβαίνει ο ενάγων, χωρίς τούτο να αποτελεί ανεπίτρεπτη μεταβολή της βάσης της αγωγής, αφού η βάση της αγωγής συγκροτείται από τα πραγματικά περιστατικά, που θεμελιώνουν το αίτημα, ενώ δεν υπόκειται, κατά τούτο, η απόφαση τον δικαστηρίου της ουσίας σε αναιρετικό έλεγχο. (Ολ. ΑΠ 7/2006, 4/2005 στις οποίες παραπέμπει η ΑΠ 291/2018 στη Νόμος). Κατά συνέπεια το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε ότι η ως άνω αγωγή τυγχάνει απαράδεκτη λόγω αοριστίας έσφαλε ως προς την κρίση του αυτή. Αντίθετα, ως προς το αίτημα που απορρίφθηκε ως νόμω αβάσιμο από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, τούτο έγινε με ορθό νομικό συλλογισμό, καθώς πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Η ανάκληση της δωρεάς, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 509 ΑΚ, γίνεται με άτυπη (ακόμη και όταν το αντικείμενο της δωρεάς είναι ακίνητο) δήλωση του δωρητή ή του κληρονόμου του προς το δωρεοδόχο, που επιφέρει τα έννομα αποτελέσματα της από την περιέλευσή της στο δωρεοδόχο, και υπό την προϋπόθεση ότι ο λόγος της ανάκλησης είναι αληθινός και μπορεί να δικαιολογήσει την ανάκληση (ΕφΑθ 298/2008, ΕφΑθ 7893/2006, ΕφΙωαν 307/2004 δημ. Νόμος). Από την περιέλευση στο δωρεοδόχο της δήλωσης του δωρητή για ανάκληση της δωρεάς, η εμπράγματη κατάσταση που υπάρχει στο αντικείμενο της δωρεάς δεν μεταβάλλεται, δηλαδή ο δωρητής δεν αποκτά την κυριότητα του, αλλά ανατρέπονται αυτοδικαίως τα αποτελέσματα της ενοχικής συμβάσεως της δωρεάς για το μέλλον, και ο δωρητής δικαιούται να αναζητήσει το αντικείμενο αυτής κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού και ειδικότερα λόγω λήξεως της αιτίας για την οποία δόθηκε το πράγμα (ΑΠ 840/1994 στη Νόμος). Η αγωγή αυτή είναι προσωπική, ενοχική και όχι εμπράγματη και στηρίζεται στην ενοχική υποχρέωση του δωρεοδόχου προς απόδοση του, μετά την ανάκληση της δωρεάς, χωρίς αιτία κατεχομένου εκ μέρους του πράγματος. Έτσι, αν το αντικείμενο της δωρεάς είναι ακίνητο και μεταβιβάστηκε στο δωρεοδόχο κατά κυριότητα, η αναμεταβίβαση της κυριότητας, μετά τη νόμιμη ανάκληση της δωρεάς, που αποτελεί προδικαστικό ζήτημα στη σχετική δίκη (ΕφΑθ 298/2008 ό.π.), εφόσον αρνείται αυτήν ο δωρεοδόχος, επιτυγχάνεται με την καταδίκη του τελευταίου σε δήλωση βούλησης, μεταγραφή της σχετικής τελεσίδικης απόφασης και της δήλωσης του δωρητή ενώπιον συμβολαιογράφου για αποδοχή της απόφασης αυτής (ΕφΑθ 298/2008, ΕφΔωδ 340/2005, ΕφΠειρ 678/2005, ΕφΛαρ 361/2001στη Νόμος, στις οποίες παραπέμπει η ΕφΠατρ 867/2007 ΑχΝομ 2008.45). Ωστόσο, η κρίση του Δικαστηρίου περί του ορισμένου της αγωγής προηγείται δικονομικά της κρίσης περί του νόμω βάσιμου αυτής. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έσφαλε προτάσσοντας την απόρριψη του παραπάνω αιτήματος της αγωγής ως μη νόμιμου, αφ’ης στιγμής είχε ήδη κρίνει ότι η αγωγή έπασχε από αοριστία. Συνακόλουθα, πρέπει η εκκαλούμενη να εξαφανισθεί στο σύνολό της, ακολούθως δε το Δικαστήριο αυτό να κρατήσει την υπόθεση και να δικάσει την αγωγή κατ’ άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ, κατά την τακτική διαδικασία. Η αγωγή, λοιπόν, τυγχάνει παραδεκτή και νόμιμη, με εξαίρεση το αίτημα του ενάγοντος να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του αναμεταβιβάσει λόγω ανάκλησης δωρεάς με συμβολαιογραφικό έγγραφο την ψιλή κυριότητα και την επικαρπία του επίδικου ακινήτου που τυγχάνει απορριπτέο ως μη νόμιμο, για τους λόγους που εκτέθηκαν παραπάνω στην παρούσα απόφαση και του αιτήματος να διαταχθεί η αποβολή της εναγόμενης από το ένδικο ακίνητο με τη βία σε περίπτωση που αρνηθεί να το αποδώσει στον ενάγοντα, καθώς και οποιουδήποτε τρίτου έχει δικαίωμα στο επίδικο ακίνητο, διατασσομένης της νόμιμης εγκατάστασης του ενάγοντος. Το τελευταίο, καθώς η αποβολή της εναγόμενης από το παραπάνω ακίνητο απλώς αποτελεί μέσον παρεχόμενο στον δικαστικό επιμελητή σύμφωνα με το άρθρο 943 § 1 Κ.Πολ.Δ. για την αναγκαστική εκτέλεση της αποφάσεως και δεν σωρεύεται νόμιμα σε μια τέτοια αγωγή (έτσι η ΑΠ 419/2016, στη Νόμος). Η αγωγή στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 496, 498, 503, 507, 509, 904, 908, 1033, 1094, 1584, 1710, 1813 παρ.1 ΑΚ, και 949, 176 ΚΠολΔικ και πρέπει να εξετασθεί στην ουσία της. Επισημαίνεται ότι ειδικά ως προς τα σωρευόμενα αιτήματα του άρθρου 1094 ΑΚ δεν απαιτείται εγγραφή της αγωγής στα βιβλία διεκδικήσεων, καθώς εάν στην ενοχική αγωγή, η οποία αφορά την εκπλήρωση της παροχής σε ακίνητο και έχει ως αντικείμενο την υποχρέωση του εναγομένου για τη μεταβίβαση στον ενάγοντα ακινήτου με βάση ενοχική σχέση, ενωθεί και αίτημα για την αναγνώριση και την προστασία εμπράγματου δικαιώματος στο ίδιο ακίνητο, που θα αποκτηθεί από τον ενάγοντα, μετά από την εκπλήρωση της παροχής αυτής από τον εναγόμενο, δεν μεταβάλλεται ο χαρακτήρας της αγωγής ως ενοχικής και για το λόγο αυτό δεν απαιτείται η εγγραφή της στα βιβλία διεκδικήσεων, δεδομένου ότι το σωρευόμενο αυτό αίτημα δεν είναι εμπράγματο, στο μέτρο που δεν αναφέρεται σε εμπράγματο δικαίωμα, το οποίο υφίσταται κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής και του οποίου ζητείται η προστασία με την αγωγή, αλλά σε εμπράγματο δικαίωμα που θα αποκτηθεί στο μέλλον και με την αίρεση της ευδοκίμησης του αιτήματος της αγωγής για την εκπλήρωση της παροχής από τον εναγόμενο (έτσι ΜονΕφΠειρ 701/2015, στη Νόμος). Ακολούθως, η αγωγή πρέπει να εξετασθεί στην ουσία της.

Η εναγόμενη με τις προτάσεις της τόσο στον πρώτο βαθμό, όσο και στον δεύτερο, αρνήθηκε την αγωγή και δη ότι δεν περιποιήθηκε και δεν φρόντισε τη δωρήτρια κατά τα προεκτεθέντα, μάλιστα δε υποστηρίζει ότι συνοικούσε μαζί της στην Αίγινα μέχρι τις 15.4.2011, οπότε, αφού εισήχθη η δωρήτρια στο νοσοκομείο “METROPOLITAN” για εξετάσεις και ενδεχόμενη νοσηλεία, έχοντας ήδη υποστεί από τον Οκτώβριο του 2010 εγκεφαλικό επεισόδιο και εμφανίζουσα ευρήματα εγκεφαλικής ατροφίας (έναρξη νόσου αλτσχάιμερ), ο ενάγων που είχε ειδοποιηθεί από τη δωρεοδόχο, απήγαγε παρά τη θέλησή της τη δωρήτρια και έκτοτε την παρακρατούσε στον πρώτο όροφο της οικίας του, όπου αυτός διαμένει, μη επιτρέποντας στην εναγόμενη να την επισκέπτεται χωρίς την έγκρισή του και προσλαμβάνοντας για τις ανάγκες της αλλοδαπή οικιακή βοηθό. Περαιτέρω, η εναγόμενη προέβαλε με τις προτάσεις της στον πρώτο βαθμό και επαναφέρει με τις προτάσεις της στον δεύτερο, τον ισχυρισμό περί παραγραφής, και δη κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό περί παρέλευσης της ενιαύσιας αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 510 ΑΚ που άρχισε από τότε που ο ενάγων έλαβε γνώση του λόγου της ανακλήσεως της δωρεάς, ήτοι από το έτος 2007 που κατά την αγωγή υπήρχε προϊούσα πάθηση αλτσχάιμερ της δωρήτριας, άλλως από την 20.10.2010 που η τελευταία πήρε εξιτήριο από το Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας «Άγιος Παντελεήμων» λόγω σοβαρού εγκεφαλικού επεισοδίου, άλλως από της απαγωγής της από τον ενάγοντα στις 15.4.2011 από το νοσοκομείο “METROPOLITAN”, άλλως από του διορισμού του ενάγοντος ως προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη της δωρήτριας στις 26.4.2011, άλλως από του διορισμού του ως οριστικού δικαστικού συμπαραστάτη στις 15.5.2013, οπότε αυτός μπορούσε να ασκήσει το δικαίωμα της ανάκλησης της δωρεάς, διότι κατά την άποψή του η εναγόμενη δεν τήρησε τους όρους του από 19.12.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού σύμφωνα με το οποίο εκείνη είχε αναλάβει την υποχρέωση να φροντίζει, να διατρέφει και να περιποιείται τη δωρήτρια. Ωστόσο, ο παραπάνω ισχυρισμός τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθώς ο ενάγων ασκεί το δικαίωμα ανακλήσεως ως κληρονόμος της δωρήτριας, ιδιότητα την οποία απέκτησε με το θάνατό της στις 5.5.2015 και όχι νωρίτερα, για να μπορεί να ασκήσει το σχετικό δικαίωμα κατ’ άρθρο 507 του ΑΚ,  τη δε αγωγή του την οποία κατέθεσε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 21.12.2015, επέδωσε στην εναγόμενη στις 8.1.2016 σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. ……./8.1.2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….., ήτοι εντός έτους από το θάνατο της δωρήτριας, χωρίς να χάσει την αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 510 παρ.1 του ΑΚ.

Παρακάτω και πριν το Δικαστήριο αυτό προχωρήσει στην εκτίμηση των αποδείξεων πρέπει να σημειωθεί ότι η εναγόμενη τόσο στον πρώτο βαθμό, όσο και στον δεύτερο βαθμό ως εφεσίβλητη, με εξαίρεση την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως  2765/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, δεν προσκομίζει χωριστά τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία επικαλείται, αλλά όλα αυτά υπάρχουν ενσωματωμένα ως ενιαίο κείμενο στις προτάσεις της και στην προσθήκη-αντίκρουση αυτών, αποτελώντας οργανικό τους μέρος. Εντούτοις, ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και πριν την τροποποίησή του με το ν. 4335/2015 δεν προέβλεπε τη δυνατότητα των διαδίκων να εντάξουν τα αποδεικτικά τους μέσα, οργανικά, μέσα στις προτάσεις τους, ώστε οι προτάσεις να αποτελούν συγχρόνως και απόδειξη. Προτάσεις είναι οι γραπτά διατυπωμένες απόψεις των διαδίκων, όπου αναπτύσσονται, συμπληρώνονται, ενισχύονται ή αποκρούονται θέσεις, ισχυρισμοί, επιχειρήματα κ.λπ, ως προς το παραδεκτό των διαδικαστικών πράξεων και ενεργειών, ως προς το πραγματικό και νομικό μέρος της διαφοράς και ως προς την αξιολόγηση των εκατέρωθεν προσκομιζόμενων αποδεικτικών μέσων (βλ. Νικόλαο Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, έκδοση 2005, σελ. 253, όπου παραπέμπουν οι Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ Ι, έκδοση 2018, σελ. 419, παρ.6). Με τις προτάσεις γίνεται και η επίκληση των προσκομιζόμενων αποδεικτικών μέσων, αυτές όμως διακρίνονται, σαφώς, των προσκομιζόμενων αποδεικτικών εγγράφων και ενόρκων βεβαιώσεων. Οι προτάσεις αποτελούν διαδικαστικά έγγραφα της δίκης και όπως γίνεται δεκτό από τον Άρειο Πάγο ακόμη και αν το δικαστήριο παραμορφώσει το περιεχόμενό τους δεν ιδρύεται λόγος αναίρεσης κατ’ άρθρο 559 αρ.20 ΚΠολΔ, γιατί αυτές δεν αποτελούν αποδεικτικά έγγραφα (βλ. ΑΠ 523/2016, 1672/2013 στη Νόμος). Η μόνη περίπτωση που οι προτάσεις καθίστανται αποδεικτικά έγγραφα είναι όταν πρόκειται για διαδικαστικά έγγραφα άλλης δίκης, είτε μεταξύ των διαδίκων, είτε άλλης συναφούς, που προσκομίζονται για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1509/2013 στη Νόμος). Επομένως, στην προκειμένη περίπτωση που η εφεσίβλητη-εναγόμενη έχει ενσωματώσει τα αποδεικτικά μέσα που επικαλείται ως ενιαίο κείμενο στις προτάσεις της, αυτά καθίστανται ισχυρισμοί και επιχειρήματα προς αντίκρουση της αγωγής και της έφεσης του ενάγοντος-εκκαλούντος, ο μόνος δε τρόπος να ληφθούν υπόψη θα ήταν να προσκομισθούν και χωριστά σε φωτοαντίγραφα ή στο πρωτότυπο. Μη γενομένου τούτου, αυτά δεν θα ληφθούν υπόψη από το παρόν Δικαστήριο ως προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα.

Έτσι, από την εκτίμηση των εγγράφων που προσκομίζει ο εκκαλών-ενάγων, συμπεριλαμβανομένων των φωτογραφιών και ένορκων βεβαιώσεων που δόθηκαν στα πλαίσια προηγούμενης δίκης, μη λαμβανομένου όμως υπόψη του από 28.2.17 ιατρικού σημειώματος του καρδιολόγου ………. ως ανυπόστατου αφού αυτό δόθηκε για δικαστική χρήση και δη για να χρησιμοποιηθεί στην παρούσα δίκη ενώ τέτοια μαρτυρία μπορούσε να δοθεί μόνο με εξέτασή του ως μάρτυρα στο ακροατήριο ή με ένορκη βεβαίωση, περαιτέρω από την 2765/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που προσκομίζει η εναγόμενη, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, από τις ομολογίες των διαδίκων ως προς το ότι η πώληση που συντελέσθηκε με το υπ’ αριθμ. …../18-12-2007 συμβόλαιο της Συμβ/φου Αθηνών …….. μεταξύ της θετής μητέρας του ενάγοντος και της εναγόμενης για τη μεταβίβαση της ψιλής κυριότητας του προαναφερόμενου ακινήτου ήταν εικονική και υπέκρυπτε κατά τη θέληση των συμβαλλομένων σύμβαση δωρεάς υπό τρόπο, με βάση το από 19.12.2007 ιδιωτικό συμφωνητικό που εκείνες υπέγραψαν, καθώς και το ότι από τις 15.4.2011 η παραπάνω δωρήτρια στεγαζόταν στην οικία του ενάγοντος αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η θανούσα στις 5.5.2015, θετή μητέρα του ενάγοντος ………., το γένος ………. γεννήθηκε το έτος 1929 και ήταν παντρεμένη με τον ………, ο οποίος πέθανε στις 4.11.1997. Επειδή από τον γάμο τους δεν απέκτησαν παιδιά, οι ανωτέρω υιοθέτησαν τον ενάγοντα με την 86/1986 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, όταν αυτός ήταν δεκαεννέα ετών, πλην όμως διέμενε μαζί τους από την ηλικία των έξι ετών. Μετά τον θάνατο του θετού πατέρα του, η θετή μητέρα του κατοικούσε στο ισόγειο διαμέρισμα της οδού ……… στην πόλη της Αίγινας, το οποίο κληρονόμησε από τον σύζυγό της ………, ενώ ο ενάγων με την οικογένειά του διέμενε και διαμένει στον πρώτο όροφο του ίδιου ακινήτου, την ψιλή κυριότητα του οποίου κληρονόμησε από τον θετό πατέρα του και την επικαρπία είχε η θετή μητέρα του. Οι σχέσεις του ενάγοντος, της συζύγου και των δύο παιδιών τους με την ως άνω μητέρα του ήταν αρμονικές όσο ζούσε ο θετός πατέρας του, παρέμειναν δε καλές και μετά τον θάνατο του τελευταίου, πλην όμως από το έτος 2007 διαταράχθηκαν οι σχέσεις αυτές, καθώς η ως άνω …. … άρχισε να υποστηρίζει, κατόπιν διαβολής της εναγόμενης ανεψιάς της ότι ο ενάγων και η σύζυγός του της έκαναν μάγια (βλ. προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα AT-4027, 4385/2017 Πρακτικά και Απόφαση του Α’  Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά όπου ο ίδιος καταθέτοντας ως πολιτικώς ενάγων αναφέρει ότι «…Από το 2007 μας έλεγε η μητέρα μου ότι της κάναμε μάγια, κυρίως η σύζυγός μου. Διαταράχθηκαν οι σχέσεις μας…»). Περαιτέρω, η θετή μητέρα του ενάγοντος δυνάμει του με αριθμό …./18-12-2017 συμβολαίου της Συμβ/φου Αθήνας ……., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Αιγινητών στις 28.1.2008, στον τόμο .. και με αύξοντα αριθμό …, φερόταν ότι πώλησε και μεταβίβασε έναντι του ποσού των 47.356,52 ευρώ, την ψιλή κυριότητα του ακινήτου, που περιγράφεται παρακάτω, στην εναγόμενη που είναι κόρη του αδελφού της, δηλαδή ανιψιά της και του οποίου εκείνη ήταν αποκλειστική κυρία, νομέας και κάτοχος. Συγκεκριμένα, της πώλησε: Μία οριζόντια ιδιοκτησία, ήτοι το με αριθμό 1 διαμέρισμα του ισογείου ορόφου μιας διώροφης οικοδομής, κτισμένης σε οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο το οποίο βρίσκεται στην Αίγινα, στην οδό … και … αρ…., εντός του εγκεκριμένου σχεδίου και της περιφέρειας της πόλεως του Δήμου Αίγινας Αττικής στη συνοικία «.. . …» και έχει έκταση 252,23 τ.μ., φαίνεται δε με τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία ΑΒΓΔΑ στο από Ιουνίου 1998 τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……, που προσαρτάται στη με αριθμό …../1999 πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της Συμ/φου Αίγινας ……. και συνορεύει ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ: σε πρόσωπο ΑΔ μήκους 18μ. με την οδό …, ΔΥΤΙΚΑ: σε πλευρά ΒΓ μήκους 18,10 μ. εν μέρει με ιδιοκτησία .. .. και εν μέρει με ιδιοκτησία ….., ΒΟΡΕΙΑ: σε πλευρά ΓΔ μήκους 13,80 μ. με ιδιοκτησία …… και ΝΟΤΙΑ: σε πρόσωπο ΑΒ μήκους 14,15 μ. με την οδό …, διεπομένης δε της όλης οικοδομής από τις διατάξεις του ν. 3741/1929 «περί της κατ’ όροφο ιδιοκτησίας», των άρθρων 1002 και 1117 του ΑΚ και της με αριθμό 17195/99 πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της Συμ/φου Αίγινας ………, που έχει νόμιμα μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Αίγινας. Το εν λόγω με αριθμό 1 διαμέρισμα του ισογείου ορόφου της άνω οικοδομής φαίνεται σε κάτοψη με το με αριθμό 1 και τα μικρά αλφαβητικά γράμματα α β γ δ φ ρ σ τ α στο από Ιουνίου 1998 σχεδιάγραμμα κατόψεως ισογείου ορόφου και στον από Ιουνίου 1998 πίνακα κατανομής ποσοστών που είναι ενσωματωμένος στο παραπάνω τοπογραφικό διάγραμμα, αμφότερα του τοπογράφου μηχανικού ……που προσαρτώνται στη με αριθμό …/99 πράξη αποδοχής κληρονομίας της Συμβ/φου Αίγινας ……., αποτελείται δε από τρία (3) κύρια δωμάτια, χωλ, κουζίνα και λουτρό, έχει επιφάνεια 99,43 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου επιφάνειας 252,23 τ.μ., 22,93/100 εξ αδιαιρέτου, στα οποία αναλογούν 57,84 τ.μ. επί του οικοπέδου και συνορεύει ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ: εν μέρει με την οδό …, εν μέρει με το κλιμακοστάσιο, εν μέρει με το με αριθμό 2 διαμέρισμα του ισογείου ορόφου, ΔΥΤΙΚΑ: εν μέρει με όριο του οικοπέδου, ΒΟΡΕΙΑ: εν μέρει με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου, εν μέρει με κλιμακοστάσιο και εν μέρει με το με αριθμό 2 διαμέρισμα του ισογείου ορόφου και ΝΟΤΙΑ: με την οδό …… Ωστόσο, η πιο πάνω πώληση ήταν εικονική, καθώς οι δηλώσεις βουλήσεως των συμβαλλομένων περί πώλησης της ψιλής κυριότητας του προαναφερόμενου ακινήτου από τη θετή μητέρα του ενάγοντος στην εναγόμενη ανιψιά της που περιέχονται στο προαναφερόμενο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο δεν έγιναν σοβαρά, αλλά φαινομενικά, αφού οι παραπάνω συμβαλλόμενες ήθελαν να ισχύσει η υποκρυπτόμενη στη σύμβαση πώλησης, δωρεά υπό τρόπο, όπως ο τρόπος ορίζεται στο από 19.12.2007 Ιδιωτικό Συμφωνητικό που υπέγραψαν αυτές. Ειδικότερα, η δωρεά εν ζωή της ψιλής κυριότητας του παραπάνω ακινήτου τελούσε «υπό την διαλυτική αίρεση» ότι η εναγόμενη θα φρόντιζε τη θετή μητέρα του ενάγοντος, θα τη διέτρεφε, δεν θα επεδείκνυε αντικοινωνική-προσβλητική-υβριστική συμπεριφορά ή περιφρονητική διαγωγή απέναντί της, δεν θα παραμελούσε την περίθαλψή της (ιατροφαρμακευτική ή μη), δεν θα αδιαφορούσε για την ενδεχόμενη ασθένειά της ή ενδεχόμενες ασθένειές της, δεν θα επιβουλευόταν τη ζωή της, ήτοι δεν θα επιδείκνυε σοβαρή πρόθεση θανατώσεώς της ή πρόκληση σωματικών κακώσεων σε βάρος της, ούτε θα διατάρασσε με οποιονδήποτε τρόπο την ψυχική της γαλήνη έως το θάνατό της και ότι η δωρήτρια θα είχε το δικαίωμα να ανακαλέσει την εν λόγω δωρεά εάν η εναγόμενη δεν συμμορφωνόταν «με την ως άνω διαλυτική αίρεση».

Ο ενάγων υποστηρίζει ότι η εναγόμενη δεν τήρησε τους όρους του προαναφερόμενου Ιδιωτικού Συμφωνητικού, δείχνοντας ολιγωρία και αμέλεια έναντι της δωρήτριας θείας της μέχρι τον θάνατό της. Ότι στην τελευταία είχε εμφανισθεί ήδη από τις αρχές του έτους 2007, προϊούσα πάθηση τύπου αλτσχάιμερ και ότι από το Νοέμβριο του 2009 διαπιστώθηκε ότι έπασχε από οργανικό ψυχοσύνδρομο-άνοια τύπου αλτσχάιμερ, εξαιτίας της οποίας εκείνη εμφάνιζε μέχρι και το θάνατό της σοβαρές διαταραχές και αδυνατούσε να επιμεληθεί του εαυτού της, πλην όμως ότι μόνο ο ενάγων και η σύζυγός του ήταν δίπλα της, ενώ η εναγόμενη αδιαφόρησε και δεν τήρησε τον τρόπο της ως άνω δωρεάς, με αποτέλεσμα να αναλάβει ο ίδιος με την 2765/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αρχικά, καθήκοντα προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη και στη συνέχεια οριστικού. Ωστόσο, από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αποδεικνύεται ότι η δωρήτρια πριν από το Νοέμβριο του 2009 είχε εκδηλώσει άνοια τύπου αλτσχάιμερ, αλλά μπορούσε να αυτοεξυπηρετείται διαμένουσα στο ισόγειο της οικίας, στον πρώτο όροφο της οποίας διέμενε ο ενάγων με την οικογένειά του. Άλλωστε, η ίδια στις 21.3.2009 εμφανίσθηκε ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αίγινας ……….. και δήλωσε ότι διορίζει ειδική πληρεξουσία, αντιπρόσωπο και αντίκλητό της την εναγόμενη να εισπράττει τη σύνταξή της από το Τ.Ε.Β.Ε. και να διαχειρίζεται την κινητή και ακίνητη περιουσία της, η δε συμβολαιογράφος συνέταξε και συνυπέγραψε με την εντολέα το υπ’ αριθμ. ………/22.3.2009 πληρεξούσιο, ενέργεια στην οποία η συμβολαιογράφος δεν θα προέβαινε αν διαπίστωνε ότι η παραπάνω θετή μητέρα του ενάγοντος παρουσίαζε άνοια τύπου αλτσχάιμερ και ότι αδυνατούσε να αντιληφθεί το περιεχόμενο του πληρεξουσίου. Ο ίδιος ο ενάγων στην κατάθεσή του ως πολιτικώς ενάγων στις 20.10.2017 ενώπιον του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά που δίκαζε κατ’ έφεση την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση με κατηγορούμενη τη νυν εναγόμενη παραδέχεται για τη μητέρα του ότι «…Μπορούσε να αυτοεξυπηρετείται. Από το 2009 και μετά, η μητέρα μου χειροτέρεψε…» (βλ. 7η σελίδα, 12η σειρά της προσκομιζόμενης από τον ενάγοντα ΑΤ-4027, 4385/2017 απόφασης του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά, την οποία στις προτάσεις του επικαλείται). Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι παρότι ο ενάγων είχε υποβάλει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων μη μεταβολής της περιουσιακής κατάστασης κατά της θετής μητέρας του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά το έτος 2007, εμφανίζοντας ότι η τελευταία του όφειλε κάποιο χρηματικό ποσό, οι σχέσεις τους παρέμειναν καλές και αυτός εξακολουθούσε να τη φροντίζει και να τη συνοδεύει σε ιατρούς και σε εξετάσεις σε νοσοκομεία, όποτε εκείνη του το ζητούσε. Παράλληλα, όμως, τέτοιες υπηρεσίες της προσέφερε και η εναγόμενη, η οποία ενημέρωνε τον ενάγοντα, όταν ανέκυπτε κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας της μητέρας του, ώστε να έχει αυτός τον πρώτο λόγο σχετικά με το τι έπρεπε να γίνει. Χαρακτηριστικά, στην ίδια ως άνω κατάθεσή του που περιέχεται στα ΑΤ-4027, 4385/2017 πρακτικά και απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά με κατηγορούμενη την εναγόμενη, ο ενάγων ως πολιτικώς ενάγων αναφερόμενος στο συμβάν της 15.4.2011, οπότε επιδεινώθηκε η κατάσταση της υγείας της μητέρας του κατέθεσε: «…Μία μέρα ανέβασε πίεση η μητέρα μου και η κατηγορούμενη την πήγε στο Κέντρο Υγείας και με φώναξε. Την πήγαμε στο ΑΤΤΙΚΟ Νοσοκομείο και μετά την πήγα στο νοσοκομείο ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΤΑΝ…» (8η σελίδα της απόφασης, 18η σειρά). Παρακάτω, στην ίδια κατάθεσή του ο νυν ενάγων, αναφερόμενος σε προηγούμενο συμβάν, παραδέχθηκε ότι «…Η κατηγορούμενη είχε ήδη πάρει το 2010 κάποιες μέρες τη μητέρα μου και επειδή έπαθε ακράτεια ούρων και κοπράνων την πήγε στο νοσοκομείο της Νίκαιας «Άγιος Παντελεήμων». Μετά την έξοδό της, ο σύζυγος της κατηγορουμένης την πήγε στο σπίτι της μητέρας μου στην Αίγινα και την άφησε εκεί και εμείς αναλάβαμε τη φροντίδα της…» (11η σελίδα, 12η σειρά της ως άνω απόφασης). Άλλωστε, το ότι δεν μπορούσε κατά το χρονικό διάστημα μέχρι την 15.4.2011, να φροντίζει μόνος του ο ενάγων τη θετή μητέρα του προκύπτει από την παραδοχή του στα πρακτικά της ίδιας πάντα ποινικής απόφασης ότι «…Μέχρι το 2011 δούλευα και 20 ώρες την ημέρα. Η σύζυγός μου δούλευε λιγότερες ώρες. Γι’ αυτό πήραμε γυναίκα το 2011 για τη μητέρα μου…». Σημειωτέον ότι αναφορικά με το ότι η εναγόμενη κατά το χρονικό διάστημα από τη γενομένη προς αυτή δωρεά μέχρι την 15.4.2011 που ο ενάγων ανέλαβε εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά τη φροντίδα της μητέρας του δεν είχε επιδείξει ολιγωρία και αμέλεια στο να περιποιείται τη δωρήτρια θεία της καταθέτουν και άλλοι μάρτυρες, όπως ο γείτονας …….. που στην ίδια δικάσιμο ενώπιον του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά κατέθεσε: «Είμαστε γείτονες με την κατηγορουμένη. Έχουμε φιλική σχέση. Τη θανούσα τη γνώριζα. Μένουμε ακριβώς απέναντι…Η κατηγορουμένη ερχόταν και έμενε μαζί της στο σπίτι, είχε τη φροντίδα της…Κάνανε περιπάτους, τα φάρμακά της, τη διατροφή της…» (14η σελίδα της ΑΤ-4027, 4385/2017 απόφασης και πρακτικών). Επίσης ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά (μεταβατική έδρα Αίγινας) στις 28.9.2016, που ο ενάγων δικαζόταν ως κατηγορούμενος για παράνομη βία και παράνομη κατακράτηση της μητέρας του με φερόμενο χρόνο τέλεσης της πρώτης πράξης στις 15.4.11 και της δεύτερης από 15.4.11 έως 29.4.11, εκδοθείσας της προσκομιζόμενης μετ’ επικλήσεως 216/2016 απόφασης που έπαυσε υφ’ όρον τη δίωξη για την πρώτη πράξη κατ’ άρθρο 8 του ν. 4411/2016 και αθώωσε τον κατηγορούμενο για τη δεύτερη, η μάρτυρας …….., της οποίας ήταν νονά και θεία η δωρήτρια ανέφερε μεταξύ άλλων για την εναγόμενη: «…Η κ. …… πήγε μαζί της να τη βοηθάει, μέχρι το 2008-2009 πηγαινοερχόταν, μετά το 2010 έμενε μαζί της…» (βλ. σελίδα 10 των πρακτικών, 21η σειρά της 216/2016 απόφασης). Στην ίδια δίκη, η μάρτυρας …….. κατέθεσε μεταξύ άλλων: «Ήμουν φίλη με τη μητέρα του κ. …., μένω Αθήνα αλλά Χριστούγεννα, Πάσχα και καλοκαίρι ερχόμουν εδώ, η κ. …… είναι φίλη της μητέρας μου, όπως και η κ. …..…Το 2010 είχα έρθει τα Χριστούγεννα. Ενώ την περιποιόταν η κ. …. μου είπε δεν θέλω να πάω εκεί μαζί του ακόμα και τα παιδιά του τα έχει στρέψει εναντίον μου. Μου είπε ότι δεν θέλω να μείνω με την κ. …… Είχα επικοινωνήσει με την κυρία …. όταν την είχε αναλάβει ο γιος της, δεν καταλάβαινε ήταν ζόμπι τον 4/2011…Δεν ξέρω αν έκανε προσπάθειες να την πάρει η κ. ….. αν και νομίζω ότι η κ. ….. έκανε κάποιες…»  (σελίδα 12 της 216/2016 απόφασης). Κυρίως όμως επισημαίνεται ότι στην ίδια δίκη, ο νυν ενάγων απολογούμενος μεταξύ άλλων παραδέχθηκε τα εξής ως προς την παρουσία της εναγόμενης στο σπίτι της μητέρας του στην Αίγινα: «…Η κ. ….. είχε εγκατασταθεί μετά το 2011 δεν έβγαινε από το σπίτι. Δεν έβγαινε από το σπίτι αλλάξαμε τις κλειδαριές…Τον Απρίλιο του 2011 την πήραμε επειδή ήθελε περισσότερη φροντίδα αλλά και επειδή το 2010 εγκαταστάθηκαν οι ………Η κ. …. ήταν μέλος για το εποπτικό συμβούλιο και της επέτρεψα να τη δει. Με το που άνοιγες την πόρτα και μπαίνανε μέσα την αγκαλιάζανε και τη σοκάρανε. Ποτέ δεν εξέφρασε την επιθυμία να τη δει. Η κυρία δεν άφηνε κανέναν να τη δει γιατί είναι σπίτι μου δεν μπορούσε όποιος θέλει…» (βλ. σελίδα 14 της 216/2016 απόφασης). Από τις παραπάνω μαρτυρίες συνάγεται ότι καίτοι πάντα ο ενάγων ενδιαφερόταν πρωτίστως και περιποιείτο τη θετή μητέρα του, και η εναγόμενη έδειχνε ενδιαφέρον και φρόντιζε τη θεία της από τον χρόνο της επίδικης δωρεάς μέχρι την 15.4.2011 (όταν ο ενάγων μετέφερε τη θετή μητέρα του στην οικία του λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης της υγείας της), έστω και αν μέχρι το έτος 2010 θεία και ανιψιά δεν διέμεναν στο ίδιο σπίτι, καθώς η δωρεοδόχος μετέβαινε συχνά από την οικία της στο Αιγάλεω στο σπίτι της θείας της στην Αίγινα, ενώ το έτος 2010, μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο της δωρήτριας τον Οκτώβριο του 2010, εγκαταστάθηκε και αυτή στην οικία της δωρήτριας στην Αίγινα. Απόδειξη για το ενδιαφέρον της δωρεοδόχου για την υγεία της δωρήτριας είναι ότι όταν το έτος 2010, η …….. υπέστη αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ισχαιμικού τύπου και νοσηλεύθηκε στο Γ.Ν. Νίκαιας από την 14.10.2010 έως την 20.10.2010, η εναγόμενη ήταν μαζί της, όπως έχει παραδεχθεί στο παρελθόν ο ενάγων. Το ίδιο δε και όταν ανέβασε πίεση η δωρήτρια στις 15.4.2011, η εναγόμενη ήταν δίπλα της και τη μετέφερε στο Κέντρο Υγείας στην Αίγινα, ειδοποιώντας συγχρόνως τον ενάγοντα, τον οποίο και ακολούθησε στη συνέχεια στο νοσοκομείο “METROPOLITAN” μαζί με την ασθενή. Τα όσα αντίθετα κατέθεσε η μάρτυρας και κουμπάρα του ενάγοντος, …… ότι στο διάστημα 2007-2011, ενώ «μπαινόβγαινε στο σπίτι και στο κάτω και στο πάνω» και εξυπηρετούσε τη ……. πολλές φορές όταν είχε κάποια δουλειά και μπορούσε να τη βοηθήσει, δεν είχε ωστόσο δει καθόλου την εναγόμενη δεν κρίνονται πειστικά και έρχονται σε αντίθεση με την παραδοχή του ίδιου του ενάγοντος ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά (μεταβατική έδρα Αίγινας) στις 28.9.2016, ότι ένας λόγος που άλλαξε κλειδαριά στην ισόγεια κατοικία της μητέρας του ήταν ότι εκεί από «το 2010 εγκαταστάθηκαν οι …..» (βλ. 216/2016 απόφαση και πρακτικά). Επίσης μη αξιόπιστη κρίνεται και η κατάθεση της μάρτυρος ανταπόδειξης ………….. στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η οποία ενώ, όταν εξετάσθηκε ως μάρτυρας ενώπιον του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά στις 20.10.2017 με κατηγορούμενη την εναγόμενη κατά τα ανωτέρω για συκοφαντική δυσφήμηση κατ’ εξακολούθηση, κατέθεσε μεταξύ άλλων «…Το 2010, έπαθε ένα εγκεφαλικό στο σπίτι της η κατηγορούμενη και την πήγε στο νοσοκομείο και επανήλθε. Μετά από μέρες, η κατηγορουμένη ειδοποίησε το γιο της. Μετά την πήγε στο σπίτι της στην Αίγινα και έμεινε μαζί της. Την πήγε στο νοσοκομείο Μετροπόλιταν. Πήγε και ο γιος της…» (βλ. 12η σελίδα της ΑΤ-4027, 4385/2017 απόφασης και πρακτικών) στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου πολιτικού δικαστηρίου, εξεταζόμενη για την ένδικη υπόθεση, σε ερώτηση για το εάν η εναγόμενη ερχόταν σε συνεννόηση με τον κ. ….. (τον ενάγοντα) εννοείται για την κατάσταση της υγείας της θετής μητέρας του, η μάρτυρας απαντά «Όχι. Δεν μιλούσαν καθόλου» (βλ. σελίδα 10 των ταυτάριθμων με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικών). Εντέλει, από την συνεκτίμηση όλων των προαναφερόμενων αποδεικτικών μέσων δεν αποδεικνύεται μη εκπλήρωση του τρόπου εκ μέρους της εναγόμενης δωρεοδόχου προς τη δωρήτρια στο διάστημα από την υπογραφή του από 19.12.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού μέχρι την 15.4.2011. Την ημέρα εκείνη, κατά την έξοδο της δωρήτριας από το νοσοκομείο “METROPOLITAN”, ο ενάγων ως θετό τέκνο της, την πήρε μαζί του με σκοπό να αναλάβει αποκλειστικά τη φροντίδα της και έκτοτε μέχρι και τον χρόνο του θανάτου της, τη φιλοξένησε στην οικία του στον πρώτο όροφο της οδού ……… στην Αίγινα. Η εναγόμενη κατά την έξοδο της θείας της από το νοσοκομείο “METROPOLITAN” στις 15.4.2011, αντέδρασε στην απόφαση του ενάγοντος να πάρει τη θετή μητέρα του μαζί του, θεωρώντας ότι δεν είχε τέτοιο δικαίωμα και υπέβαλε μήνυση εναντίον του, κατηγορώντας τον για παράνομη βία και παράνομη κατακράτηση της δωρήτριας στο διαμέρισμά του, πράξεις ως προς τις οποίες για τη μεν πρώτη έπαυσε υφ’ όρον η ποινική δίωξη κατ’ άρθρο 8 παρ.1 του ν. 4411/2016, για τη δε δεύτερη ο ενάγων κηρύχθηκε αθώος, με την προαναφερόμενη απόφαση 216/2016 του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς (μεταβατική έδρα Αίγινας). Επιπλέον, ο ενάγων, λίγες μέρες αφότου πήρε τη θετή μητέρα του στην οικία του, υπέβαλε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 20.4.11 υπ’ αριθμ. κατ. ……/2011 αίτηση για να τεθεί αυτή σε στερητική δικαστική συμπαράσταση λόγω ανοϊκής συνδρομής και να ορισθεί εκείνος προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης, ενώ ζήτησε και έλαβε στις 26.4.2011 από την Πρόεδρο Υπηρεσίας του παραπάνω Δικαστηρίου προσωρινή διαταγή με την οποία διορίσθηκε προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης της ……….. ….. «προκειμένου να ενεργεί πράξεις επείγουσας φύσεως ήτοι λήψη συντάξεως, καταβολή νοσηλίων και είσπραξη μισθώματος μέχρι τη συζήτηση της ένδικης αίτησης και υπό τον όρο συζήτησής της κατά την ορισθείσα δικάσιμο». Ωστόσο και η εναγόμενη επιδίωξε να ορισθεί η ίδια δικαστική συμπαραστάτης της ως άνω θείας της, προκαλώντας την από 16.5.2011 και με αριθμό κατάθεσης …/2011 αίτηση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά, με την οποία αυτός ζήτησε να τεθεί υπό πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση η …………, ως πάσχουσα από οργανικό ψυχοσύνδρομο-άνοια τύπου αλτσχάιμερ, να ανακληθεί ο διορισμός του ενάγοντος ως προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη λόγω ακαταλληλότητάς του προς την άσκηση του ανωτέρω λειτουργήματος και να ορισθεί η εναγόμενη δικαστική συμπαραστάτης, οριστική αλλά και προσωρινή για τον χρόνο έως την τελεσιδικία της απόφασης. Μάλιστα η εναγόμενη άσκησε και την από 29.11.2011 και με αριθμό κατάθεσης ……/2011 παρέμβασή της ενώπιον του πιο πάνω δικαστηρίου, ως ανιψιά της συμπαραστατέας, ζητώντας να γίνει δεκτή η αίτηση του Εισαγγελέα, να διορισθεί η ίδια δικαστική συμπαραστάτης και να απορριφθεί η αντίθετη αίτηση του ενάγοντος. Το ως άνω δικαστήριο με την 2551/2012 απόφασή του, συνεκδίκασε τις παραπάνω αιτήσεις και την παρέμβαση, την οποία και απέρριψε ως απαράδεκτη ελλείψει ενεργητικής νομιμοποίησης της εναγόμενης, ενώ απέρριψε και το αίτημα ανάκλησης του ενάγοντος ως προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη, διατάσσοντας κατά τα λοιπά τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης για να κριθεί η κατάσταση της υγείας της συμπαραστατέας. Εντέλει, το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την 2765/2013 απόφασή του δέχθηκε την αίτηση του ενάγοντος και αφού έθεσε σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση τη θετή μητέρα του, τον διόρισε ως προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη της έως την τελεσιδικία της απόφασης και οριστικό δικαστικό συμπαραστάτη της για το χρόνο μετά την τελεσιδικία. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι η εναγόμενη δεν έδειξε απροθυμία και αδιαφορία ούτε ως προς το να αναλάβει τα καθήκοντα της δικαστικής συμπαραστάτριας της δωρήτριας θείας της, όταν αυτή λόγω ανοϊκής συνδρομής κατέστη ανίκανη να επιμεληθεί του εαυτού της. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων γνώριζε ήδη από το έτος 2011, την ύπαρξη του από 19.12.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού μεταξύ της δωρήτριας και της δωρεοδόχου, με το οποίο η ως άνω δωρεά της ψιλής κυριότητας του προπεριγραφέντος ακινήτου προς την τελευταία εξαρτήθηκε από την εκπλήρωση του τρόπου η δωρεοδόχος να περιποιείται και να φροντίζει τη δωρήτρια μέχρι το θάνατό της. Ο ενάγων καταθέτοντας ως πολιτικώς ενάγων κατά την εκδίκαση ποινικής υπόθεσης σε βάρος της εναγόμενης με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση στον πρώτο βαθμό, ενώπιον του Α’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς στις 9.1.2017, ανέφερε σχετικά με τη γνώση του για το παραπάνω ιδιωτικό συμφωνητικό: «Υπέγραψαν το ιδιωτικό συμφωνητικό η κατηγορούμενη και η μητέρα μου ότι θα την περιποιούνταν τη μητέρα μου. Σχετικά με τη δέσμευση, γιατί ήταν ιδιόχειρο, όμως, υποχρεώθηκε το 2011 να το εμφανίσει σε δικαστήριο για να δείξει την εμπιστοσύνη της μητέρας μου…» (βλ. σελίδα 16 των υπ’  αριθμ. ΑΜ: 40/2017 πρακτικών και απόφασης του Α’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά). Περαιτέρω, ο ενάγων, αφού ανέλαβε τη φροντίδα της μητέρας του από τις 15.4.2011 και μετά, έδειξε ότι δεν επιθυμούσε την παρουσία της εναγόμενης πλησίον της μητέρας του. Χαρακτηριστικά ανέφερε ενώπιον του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά στις 20.10.2017, ως πολιτικώς ενάγων στην κατ’ έφεση δίκη για την ίδια ως άνω υπόθεση με κατηγορούμενη την εναγόμενη, οπότε αυτή καταδικάσθηκε για συκοφαντική δυσφήμηση κατ’ εξακολούθηση με την ΑΤ4027,4385/2017 απόφαση: «…Εγώ ήθελα να περιποιούμαι την μητέρα μου μόνος μου. Δεν ήθελα τρίτο άνθρωπο στο σπίτι μου. Η κατηγορούμενη έπεφτε στην αγκαλιά της μητέρας μου και της έλεγε «εγώ είμαι το ζαφειράκι σου». Την αναστάτωνε…» (βλ. 7η σελίδα των ανωτέρω ΑΤ 4027, 4385/2017 πρακτικών και απόφασης, 16η σειρά). Μάλιστα, με την 3799/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, στον ενάγοντα ανατέθηκε και η επιμέλεια της συμπαραστατούμενης θετής μητέρας του. Δεδομένου ότι η τελευταία απεβίωσε στις 5.5.2015, ο δε ενάγων γνώριζε από το έτος 2011 ότι η θετή μητέρα του είχε μεταβιβάσει λόγω δωρεάς την ψιλή κυριότητα του επίδικου ακινήτου στην εναγόμενη και μάλιστα υπό τρόπο, προκειμένου να εκπληρωθεί ο τρόπος αυτός, έπρεπε ο ίδιος ο ενάγων, λαμβανομένης υπόψη και της σφοδρής αντιδικίας του με την εναγόμενη, να οχλήσει αυτή να εκπληρώσει τον τρόπο, επιτρέποντάς της να επισκέπτεται στο σπίτι του καθημερινά τη δωρήτρια, να της δίνει τα φάρμακά της, να την ταϊζει και να τη ντύνει, πολλώ δε μάλλον που ο ενάγων από τότε που εγκατέστησε τη μητέρα του στην οικία του, προσέλαβε αλλοδαπή οικιακή βοηθό που φρόντιζε τη δωρήτρια επί 24ωρης βάσης. Εφόσον δεν έπραξε κάτι τέτοιο ο ενάγων, αλλά αντιθέτως μετά από τρεις επισκέψεις απαγόρευσε στην εναγόμενη να επισκέπτεται τη δωρήτρια, την εμπόδισε να εκπληρώσει τον τρόπο της επίδικης δωρεάς και ως εκ τούτου δεν μπορεί να καταλογισθεί στη δωρεοδόχο η μη εκπλήρωση του τρόπου, ο δε ενάγων δεν δικαιούται να προβεί σε ανάκληση της δωρεάς. Ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, πρέπει να απορριφθεί στην ουσία της η υπό κρίση αγωγή.

Περαιτέρω, η εναγόμενη ζητεί να εφαρμοσθεί το άρθρο 38 του ΚΠοινΔ σύμφωνα με το οποίο όταν κατά τη διάρκεια πολιτικής ή ποινικής δίκης ανακύπτει γεγονός που μπορεί να χαρακτηριστεί έγκλημα διωκόμενο αυτεπαγγέλτως, ο δικαστής, αν σύμφωνα με το νόμο δεν μπορεί να το δικάσει ο ίδιος αμέσως, οφείλει να συντάξει έκθεση και να τη διαβιβάσει στον αρμόδιο εισαγγελέα με κάθε πληροφορία και με τα σχετικά έγγραφα, ενώ το ίδιο υποχρεούται να κάνει και όταν πρόκειται για έγκλημα μη διωκόμενο αυτεπαγγέλτως, αν υποβλήθηκε η απαιτούμενη έγκληση στην αρμόδια αρχή. Ότι εν προκειμένω ο εκκαλών, στην προσπάθειά του να ανακαλέσει την προς την εναγόμενη γενομένη δυνάμει του υπ’ αριθμ. …./18.12.2007 συμβολαίου της Συμβ/φου Αθηνών ……… δωρεά του διαμερίσματος της μητέρας του στην Αίγινα προσκόμισε πρωτοδίκως και επικαλέσθηκε στις προτάσεις του, στη σελίδα 6 ως σχετικά 21, δύο βεβαιώσεις ιατρών Αιγίνης των κ.κ. ………, με τις οποίες αποπειράται να παραπλανήσει το παρόν Δικαστήριο, με έκδοση ευνοϊκής γι’ αυτόν αποφάσεως, η οποία και θα προκαλέσει σε περίπτωση αποδοχής των ψευδών και παραπλανητικών ισχυρισμών του περιουσιακή ζημία στην εναγόμενη (ανάκληση δωρεάς). Ότι επειδή ο ένας εκ των δύο ιατρών, ………., κατόπιν αίτησης της εναγόμενης της παρείχε το από 24.3.2017 ιατρικό σημείωμα για δικαστική χρήση με το οποίο διευκρινίζοντας το προγενέστερο από 28.2.17 σημείωμά του ουσιαστικά αναιρεί τη δόλια απόπειρα του αντιδίκου της να εμφανίσει εαυτόν ως φροντίζων δήθεν τη θετή μητέρα του, αφού ο ως άνω ιατρός διευκρινίζει ότι επισκέφθηκε μία ή δύο φορές τη θεία της στο ισόγειο διαμέρισμά της και ήταν παρούσα η εναγόμενη και όχι ο ενάγων, ο δε έτερος ιατρός ………, παρά το γεγονός ότι συνομίλησε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της εναγόμενης και του υποσχέθηκε να διευκρινίσει με νεότερο σημείωμά του τον χρόνο των επισκέψεών του προς τη θεία της, τελικά αρνήθηκε να δώσει σχετικό σημείωμα, συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 38 ΚΠοινΔ. Ότι εκτός των δύο ως άνω ιατρικών βεβαιώσεων, ο ενάγων αποπειρώμενος να εξαπατήσει και το παρόν Δικαστήριο, κατά πιθανολόγηση θα προσκομίσει και θα επικαλεσθεί μικροβιολογικές εξετάσεις, οι οποίες έγιναν στο μικροβιολογικό εργαστήριο του ιατρού …………, υπό ημερομηνίες 21.12.2007, 26.6.2008, 24.7.2009 και 21.3.2011, αποπειρώμενος και εδώ να εμφανίσει ότι δήθεν αυτός κατά τις παραπάνω ημερομηνίες, ήταν εκείνος, ο οποίος έθαλπτε και φρόντιζε τη μητέρα του, όπως έπραξε και κατά την έκδοση της 2765/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου, που τον διόρισε δικαστικό συμπαραστάτη, παρασύροντας το δικαστήριο στη σχετική κρίση ως προς τα από 20.20.2010 πιστοποιητικά του Γ.Κ.Ν. Νίκαιας «Ο Άγιος Παντελεήμων» ότι αυτός μετέφερε τη μητέρα του στο ανωτέρω νοσοκομείο στις 15.10.10 και ότι αυτός την παρέλαβε την 20.10.10, γεγονότα που αποδεικνύονται ψευδή εγγράφως. Ότι την ως άνω δόλια απόπειρά του, όσον αφορά την έκδοση των παραπάνω εξετάσεων του ιατρού κ. ….., αποδεικνύει επιπροσθέτως το από 24.3.17 ιατρικό σημείωμα του ίδιου ιατρού, ο οποίος κατόπιν αιτήματος της εναγόμενης της παρέσχε νεότερο ιατρικό σημείωμα όπου αναφέρει ότι ο εκκαλών προ τινών ημερών και συγκεκριμένα την 21.3.17, δηλαδή παραμονές της πρωτόδικης παρούσης δίκης, του ζήτησε αντίγραφα των εξετάσεων των ετών 2007, 2008 και 2009 με την ψευδή δικαιολογία ότι στερείτο αυτών και τις οποίες χρησιμοποίησε στο πρωτόδικο δικαστήριο, προκειμένου να το παραπλανήσει στην κρίση ότι δήθεν αυτός ήταν ο θάλπων ιατρικώς τη θετή μητέρα του, κατά τις παραπάνω ημερομηνίες. Εντούτοις, κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου, εν προκειμένω δεν ανακύπτει γεγονός που μπορεί να χαρακτηρισθεί έγκλημα και μάλιστα απόπειρα απάτης στο δικαστήριο, όπως διατείνεται η εναγόμενη. Η ίδια απολογούμενη, ενώπιον του Α’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς ως κατηγορούμενη για συκοφαντική δυσφήμηση κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του ενάγοντος στις 9.1.2017, όπως η απολογία της περιέχεται στις σελίδες 19 και 20 της προσκομιζόμενης από τον ενάγοντα ΑΜ 40/2017 απόφασης του ως άνω δικαστηρίου παραδέχθηκε τόσο ότι ο ενάγων στο παρελθόν πήγαινε τη μητέρα του στο γιατρό, όσο και ότι αυτός ειδοποιήθηκε από την ίδια την εναγόμενη και έσπευσε στο πλευρό της μητέρας του όταν η τελευταία υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο τον Οκτώβριο του 2010. Αναφέρει η εναγόμενη σχετικά: «…Ο μηνυτής, ο ….., την πήγαινε στο γιατρό μετά την πήγαινα εγώ. Εγώ φρόντιζα το σπίτι. Ήθελε να πάει στον Πειραιά να πάρει αέρα. Στις δέκα με δέκα και μισή τον Οκτώβριο του 2010 έπαθε ένα παραλήρημα και μου έκανε αυτά, λερώθηκε, και όλα. Εγώ την ξενύχτησα. Εγώ τον ειδοποίησα, γιατί ήταν σε άσχημη κατάσταση. Εφόσον είχε τέτοια συμπεριφορά. Τέτοια είμαι εγώ το είδα ανθρωπινά, αφού οι γιατροί μου είπαν άλλο ένα εγκεφαλικό είναι και το τέλος και ήθελα να τη δει». Αποδεικνύεται λοιπόν ότι η εναγόμενη μετέφερε στο νοσοκομείο τη δωρήτρια στις 15.10.10, αλλά στη συνέχεια κάλεσε τον ενάγοντα και αυτός φρόντισε να λάβει εξιτήριο η μητέρα του στις 20.10.10 και τη μετέφερε στην Αίγινα, καθώς διέμεναν αμφότεροι στην ίδια οικοδομή (η δωρήτρια στο ισόγειο, ο θετός υιός στον πρώτο όροφο). Κανένας λόγος λοιπόν δεν συντρέχει να εφαρμοσθεί σε βάρος του ενάγοντος το άρθρο 38 του ΚΠοινΔ, ούτε βέβαια στην πολιτική δίκη η οποία διεξάγεται στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία κατ’ αντιδικία, η νίκη του ενός διαδίκου σημαίνει ότι ο αντίδικός του έχει τελέσει απόπειρα απάτης στο δικαστήριο.

Επίσης, η εφεσίβλητη-εναγόμενη με τις προτάσεις της υποστηρίζει ότι ο υπό του εκκαλούντος-ενάγοντος προβαλλόμενος συνεχώς και κατ’ επανάληψη ισχυρισμός ότι δήθεν εκείνη δεν τήρησε τους όρους του από 18.12.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού και ότι ως εκ τούτου υφίσταται βάσιμος λόγος ανακλήσεως της προς εκείνη γενομένη δωρεά της ψιλής κυριότητας του ένδικου ακινήτου από τη θεία της έρχεται σε πλήρη, κατάφωρη και αυταπόδεικτη αντίθεση με τις διατάξεις του άρθρου 116 του ΚΠολΔ που καθιερώνει την υποχρέωση των διαδίκων να τηρούν στην πολιτική δίκη το καθήκον αληθείας και τις αρχές της καλής πίστης. Ότι το ίδιο ισχύει και ως προς την καθ’όλη επί μία πενταετία συμπεριφορά του εκκαλούντος, ο οποίος  προσπάθησε και πέτυχε να εξαπατήσει το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, που εξέδωσε την 2551/2012 απόφαση διορισμού του ως δικαστικού συμπαραστάτη της δωρήτριας, προβάλλοντας τον ψευδέστατο ισχυρισμό ότι αυτός είναι ο περιθάλπων και φροντίζων τη θετή μητέρα του και μάλιστα ότι αυτός την εισήγαγε στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας «Ο Άγιος Παντελεήμων» την 10.10.2010 και ότι αυτός την παρέλαβε την 20.10.2010, ενώ αυτά εγγράφως αποδεικνύονται ότι είναι ψευδή. Ζητεί, λοιπόν, να του επιβληθούν ποινές τάξης του άρθρου 205 του ΚΠολΔ.

Εντούτοις, από την όλη αποδεικτική διαδικασία δεν προέκυψε ότι ο εκκαλών δεν τήρησε στην παρούσα δίκη το καθήκον ειλικρίνειας και  τους κανόνες των χρηστών ηθών και της καλής πίστης, όπως του προσάπτει η εφεσίβλητη-εναγόμενη, καθώς αυτός θεώρησε ότι η μη παροχή υπηρεσιών εκ μέρους της δωρεοδόχου προς τη θεία της, κατά τον τρόπο που είχε συμφωνηθεί με το ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό και μάλιστα όταν πια η δωρήτρια κατέστη ανίκανη να επιμελείται του εαυτού της εξαιτίας παθήσεως άνοιας τύπου αλτσχάιμερ, με αποτέλεσμα να αναλάβει αποκλειστικά τη φροντίδα της ο εκκαλών-ενάγων του έδινε το δικαίωμα να ανακαλέσει αυτός ως κληρονόμος την προς την εφεσίβλητη δωρεά της θετής μητέρας του και θείας της, λόγω μη εκπλήρωσης του τρόπου υπό τον οποίο έγινε η δωρεά. Το Δικαστήριο προβαίνοντας σε υπαγωγή των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών στους εφαρμοστέους νομικούς κανόνες, απέρριψε την αγωγή. Τούτο, δεν σημαίνει ότι ο εκκαλών-ενάγων παραβίασε το καθήκον αληθείας, όπως τούτο δεν συμβαίνει αναγκαίως κατά την έκβαση κάθε πολιτικής δίκης, οπότε πάντα αναδεικνύεται κάποιος από τους διαδίκους νικητής και κάποιος ηττημένος. Επιπλέον, αντικείμενο της παρούσας δίκης δεν αποτελεί η ορθότητα ή μη της απόφασης που έθεσε υπό στερητική δικαστική συμπαράσταση τη δωρήτρια και διόρισε δικαστικό συμπαραστάτη της τον ενάγοντα, το δε άρθρο 205 του ΚΠολΔ επιβάλλει χρηματικές ποινές σε βάρος διαδίκου, νομίμου αντιπροσώπου του ή δικαστικού του πληρεξουσίου «αν προκύψει από τη δίκη που έγινε, ότι, αν και το γνώριζαν: 1) άσκησαν προφανώς αβάσιμη αγωγή, ανταγωγή ή παρέμβαση ή προφανώς αβάσιμο ένδικο μέσο ή 2) διεξήγαγαν τη δίκη παρελκυστικά ή δεν τήρησαν τους κανόνες των χρηστών ηθών ή της καλής πίστης ή το καθήκον της αλήθειας». Τέτοια περίπτωση δεν αποδείχθηκε εν προκειμένω, για τον ενάγοντα που κατά τα ανωτέρω ήταν αυτός που και πριν αναλάβει αποκλειστικά τη φροντίδα της μητέρας του την 15.4.2011 ήταν αυτός που πρωτευόντως την περιποιείτο και δευτερευόντως έπραττε τούτο η εναγόμενη. Συνακόλουθα, πρέπει να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο το σχετικό αίτημα της εφεσίβλητης-εναγόμενης.

Ακολούθως κι επειδή απορρίφθηκε στην ουσία της η από 21.12.2015 αγωγή, πρέπει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης-εναγόμενης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος- ενάγοντος, λόγω της ήττας του κατά την έκβαση της δίκης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183 και 176 του ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, το με κωδικό . … e-παράβολο που πληρώθηκε από τον εκκαλούντα για την άσκηση της κριθείσας εφέσεώς του πρέπει να επιστραφεί σε αυτόν κατ’ άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ, που προβλέπει ότι επί ολικής ή μερικής νίκης του καταθέσαντος το δικαστήριο διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου σε αυτόν, καθώς ως «νίκη» σε αυτή την περίπτωση νοείται το εάν το ένδικο μέσο έγινε δεκτό και εξαφανίσθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, χωρίς να ενδιαφέρει εάν η τελική κρίση του δικάσαντος το ένδικο μέσο για την ένδικη υπόθεση είναι ή όχι ευνοϊκότερη για τον ασκήσαντα αυτό, όπως εν προκειμένω που απορρίφθηκε στην ουσία της η αγωγή (έτσι Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ Ι, έκδοση 2018, άρθρο 495, σελ. 765, παρ.21).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 1.10.2017 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ….. και Ε.Α.Κ. ……) έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη 3342/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του με κωδικό ………. e-παράβολου αξίας εκατό (100) ευρώ.

Κρατεί και δικάζει την από 21.12.2015 (με Γ.Α.Κ. ……… και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……) αγωγή.

Απορρίπτει αυτή.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης-εναγόμενης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος-ενάγοντος και ορίζει αυτά στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 15.3.2019.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ