ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης: 126 /2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Γ.Λ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 4486/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο (άρθρο 681Α του ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 2, 520 του ΚΠολΔ), πριν από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο των εφεσίβλητων την 3/11/2016 (υπ’ αριθμ. ……. έκθεση επίδοσης της αρμόδιας δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……..), η δε έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 11/10/2016 και αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ), ενώ κατατέθηκαν τα νόμιμα παράβολα με αριθμούς ……… συνολικού ποσού 200 ευρώ, τα οποία επισυνάπτονται στην από 11/10/2016 έκθεση που συνέταξε η Γραμματέας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρα 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).
Ο ενάγων, ήδη εκκαλών, στην από 31/5/2013 αγωγή του ισχυρίστηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος, ήδη πρώτος εφεσίβλητος, την 17/5/2011 οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της δεύτερης εναγόμενης, ήδη δεύτερης εφεσίβλητης, του οποίου η αστική ευθύνη για τις έναντι τρίτων ζημιές ήταν ασφαλισμένη κατά το χρόνο εκείνο στην τρίτη εναγόμενη, ήδη τρίτη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία, του προκάλεσε από αποκλειστική υπαιτιότητά του σωματικές βλάβες και υλικές φθορές στην υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……. δίκυκλη μοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του που οδηγούσε, στο τροχαίο ατύχημα που έγινε υπό τις συνθήκες που αναφέρει στην αγωγή του. Ζητούσε, όπως παραδεκτά περιόρισε το αίτημα της αγωγής του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων να του καταβάλουν, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο κάθε ένας, το συνολικό ποσό των 208.341,14 ευρώ ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, με το νόμιμο τόκο, όπως παραδεκτά συμπλήρωσε με τις προτάσεις του, από την επίδοση της από 26/4/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2013 όμοιας καταψηφιστικής αγωγής του, από το δικόγραφο της οποίας παραιτήθηκε με το δικόγραφο της ένδικης αγωγής και να καταδικαστούν στην εν γένει δικαστική του δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αρχικά με την υπ’ αριθμ. 249/2014 μη οριστική απόφασή του ανέβαλε τη συζήτηση της αγωγής προκειμένου ο ενάγων να προσκομίσει βεβαίωση από το ΙΚΑ ως ασφαλιστικό του φορέα για τις ασφαλιστικές παροχές που δικαιούται να λάβει και στη συνέχεια με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε την υποχρέωση των εναγομένων να καταβάλουν στον ενάγοντα, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο κάθε ένας, το ποσό των 34.401,75 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ήδη ο εκκαλών με την υπό κρίση έφεση του παραπονείται για κακή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του ώστε να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να γίνει δεκτή η αγωγή του στο σύνολό της.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μαρτύρα απόδειξης που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά, οι εναγόμενοι δεν εξέτασαν μάρτυρα και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, συμπεριλαμβανομένων των φωτογραφιών που ο ενάγων προσκομίζει και επικαλείται, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αριθμ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 17/5/2011 στην οδό Μπελογιάννη 79 στον Πειραιά συνέβη τροχαίο ατύχημα με την εμπλοκή του ενάγοντος, ο οποίος οδηγούσε την υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …… δίκυκλη μοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του και του πρώτου εναγομένου, ο οποίος οδηγούσε το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της δεύτερης εναγόμενης, του οποίου η αστική ευθύνη για τις έναντι τρίτων ζημίες ήταν ασφαλισμένη στην τρίτη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, κατά το οποίο ο ενάγων τραυματίστηκε και υπέστη υλικές φθορές η δίκυκλη μοτοσικλέτα του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι αποκλειστικός υπαίτιος της πρόκλησης του ατυχήματος ήταν ο εναγόμενος οδηγός καθώς κατ’ αυτό αποδείχθηκε, χωρίς η κρίση του να πλήττεται με ειδικό λόγο έφεσης, ότι την 17/5/2011 και περί ώρα 01:00 ο ενάγων οδηγούσε την υπ’ αριθµ. κυκλοφορίας ……. δίκυκλη μοτοσυκλέτα, επί της οδού Μπελογιάννη, η οποία είναι οδός διπλής κατεύθυνσης και όπου υπάρχει οριζόντια σήμανση διπλής διαχωριστικής γραμμής, µε κατεύθυνση από το Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας προς την οδό 7ης Μαρτίου, ότι όταν η μοτοσυκλέτα που οδηγούσε έφθασε στο ύψος της εν λόγω οδού, που σηµαίνεται µε τον αριθµό 79, ο πρώτος εναγόµενος, οδηγός του µε αριθµ. κυκλοφορίας ……. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου που µέχρι τη στιγµή εκείνη ήταν ακινητοποιηµένο σε θέση στάθµευσης, στο ίδιο ρεύµα πορείας, µε αυτό στο οποίο κινείτο η προαναφερθείσα µοτοσυκλέτα, απροειδοποίητα οδήγησε αυτό (αυτοκίνητο) εκτός της προπεριγραφείσας θέσης στάθμευσης, πραγματοποιώντας αριστερή αναστροφή πάνω δηλαδή από τη διπλή, συνεχόμενη διαχωριστική γραµµή προκειμένου να εισέλθει µε αυτό (αυτοκίνητο) στο αντίθετο ρεύµα πορείας, µε κατεύθυνση δηλαδή από την οδό 7ης Μαρτίου προς το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας, ότι ο παράνοµος αυτός ελιγµός του πρώτου εναγοµένου, ο οποίος, προτού ξεκινήσει την αριστερή αναστροφή του οχήµατός του, δεν είχε ελέγξει για την όπισθεν του αυτοκινήτου που οδηγούσε, τυχόν κίνηση έτερων οχημάτων που έρχονταν προς τα νώτα αυτού (αυτοκινήτου) και η αµέλειά του ν’ αντιληφθεί εγκαίρως ότι από πίσω ερχόταν η δίκυκλη µοτοσυκλέτα του ενάγοντος, είχε ως αποτέλεσµα το αυτοκίνητο να παρεμβληθεί κάθετα στην πορεία αυτής (µοτοσυκλέτας), µε συνέπεια, από τη σφοδρή πρόσκρουσή της στην αριστερή πλευρά του επιβατικού αυτοκινήτου και την ακόλουθη πτώση του ενάγοντος, αναβάτη, στο οδόστρωµα, να υποστούν ο µεν τελευταίος (ενάγων) σοβαρές σωµατικές κακώσεις, η δε µοτοσυκλέτα, περιµετρικά, σε όλα τα µέρη της, φθορές και βλάβες, ότι όσον αφορά τις σωµατικές κακώσεις του ενάγοντος, παθόντος οδηγού, αυτός υπέστη συντριπτικό κάταγµα αριστερού µηριαίου οστού και κάκωση λεκάνης, µε αιµάτωµα εξαιτίας των οποίων αρχικά εισήχθη στο Ορθοπαιδικό τµήµα του «Τζάνειου» Γενικού Νοσοκοµείου Πειραιά, απ’ όπου αφού νοσηλεύτηκε µέχρι τις 18-5-2011, µε δική του θέληση και ευθύνη εξήλθε, δίχως να έχει υποβληθεί σε χειρουργική επέµβαση, ενώ την ίδια ηµέρα (στις 18-5-2011) ο ενάγων εισήλθε στο ιδιωτικό θεραπευτήριο µε την ονοµασία «Κεντρική Κλινική Αθηνών», όπου διαπιστώθηκε ότι είχε πάθει συντριπτικό ενδαρθρικό κάταγµα αριστερού µηριαίου οστού που αντιµετωπίστηκε χειρουργικά µε ενδοµυελική ήλωση, κάταγµα λεκάνης, επιπλέον δε, είχε µεγάλο αιµάτωµα αριστερού ηµιοσχέου, το οποίο ανοίχθηκε χειρουργικά. Κατά τη διάνοιξή του διαπιστώθηκε αιµατοκήλη αριστερά, µε πήγµατα λόγω ρήξεως της αριστερής επιδιδυµίδας, και προς αντιµετώπισή της πραγµατοποιήθηκε αφαίρεση του αποκοµµένου περιφερικού τµήµατος αυτής, αφαίρεση των χιτώνων του όρχεως, αιµόσταση και συρραφή. Νοσηλεύτηκε στο εν λόγω θεραπευτήριο µέχρι τις 31-5-2011, οπότε εξήλθε απ’ αυτό, µε οδηγίες για φαρµακευτική αγωγή και πρόγραµµα φυσικοθεραπείας. Μέχρι τις 21-9-2012, ο ενάγων επανεξεταζόταν τακτικά στα εξωτερικά ιατρεία του θεραπευτηρίου από τον Ορθοπεδικό Χειρουργό, …….., ο οποίος διαπίστωνε ότι η κατάσταση της υγείας του έβαινε ικανοποιητικά, δίχως, όµως, ακόµη, να είναι σε θέση να εργαστεί. Προς τούτο, ο ενάγων, για το χρονικό διάστηµα από τις 20-5-2011 µέχρι τις 14-9-2012, λόγω της ανικανότητάς του να εργαστεί, επιδοτήθηκε από τον ασφαλιστικό του φορέα, Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. µε το χρηµατικό ποσό των 15.010,48 ευρώ (βλ. τη µε αριθµ. πρωτ. …….. απόφαση του Διοικητή του Ι.Κ.Α.). Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως αποζημίωση για την ως άνω ζημία του, του επιδίκασε και αντίστοιχα αναγνώρισε την υποχρέωση των εναγόμενων να του καταβάλουν, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον έκαστος, χωρίς η κρίση του να πλήττεται με ειδικό λόγο έφεσης και επομένως δεν απαιτείται να παρατεθεί ιδιαίτερη ανάλυση, α) για την εν γένει νοσηλεία του (αμοιβές θεραπόντων ιατρών, αγορά του απαραίτητου ορθοπεδικού υλικού, κλινικές και εργαστηριακές εξετάσεις, αμοιβή κλινικής) το συνολικό ποσό των 11.431,75 ευρώ, αφαιρώντας από το συνολικό ποσό των 13.895 που δαπάνησε για τις ανωτέρω αιτίες, το ποσό των 2.463,25 ευρώ, που του κατέβαλε ο ασφαλιστικός του φορέας ΙΚΑ – ΕΤΑΜ σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. πρωτ. ……. απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ, β) για τις υπηρεσίες που του προσέφερε η σύντροφός του ………για το χρονικό διάστημα από την 17/5/2011 έως την 31/8/2011 δηλ. για 106 ημέρες λόγω του κλινοστατισμού του και της αδυναμίας του να αυτοεξυπηρετηθεί εξαιτίας της σοβαρότητας και του είδους των καταγμάτων του τόσο κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του όσο και κατά την έξοδο του από την κλινική, το ποσό των 2.120 ευρώ, γ) για τη φθορά της μοτοσικλέτας του, το ποσό των 700 ευρώ και δ) για την καταστροφή του παντελονιού και του τζάκετ που φορούσε κατά το χρόνο του ατυχήματος το ποσό των 150 ευρώ. Πέραν τούτων ο ενάγων στην αγωγή του ισχυρίστηκε ότι την 1/6/2011 επρόκειτο να αρχίσει να εργάζεται ως υπάλληλος γενικών καθηκόντων στην εταιρεία ……. στο Μόντρεαλ Καναδά, για την οποία εργασία του θα αμειβόταν με το ποσό των 40 δολαρίων Καναδά κάθε ώρα, εργαζόμενος επί 40 ώρες εβδομαδιαίως και επιπλέον η εργοδότρια εταιρία θα του παρείχε δωρεάν κατοικία, η μηνιαία μισθωτική αξία της οποίας ανερχόταν στο ποσό των 1.000 δολ. Καναδά και ότι εξαιτίας της αδυναμίας του να εργαστεί λόγω του τραυματισμού του απώλεσε τα εισοδήματα που με βεβαιότητα θα αποκόμιζε από την ανωτέρω εργασία κατά το χρονικό διάστημα από την 1/6/2011 έως την 1/11/2012, όποτε άρχισε να εργάζεται στην εταιρία αυτή, ανερχόμενα, σύμφωνα με την αγωγή, στο ποσό των 62.261,14 ευρώ. Για την απόδειξη του ισχυρισμού του προσκόμισε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την από 15/11/2013 επιτολή του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της πιο πάνω εταιρίας, ….., στην οποία διατυπώνεται η προσφορά της εταιρίας να προσλάβει τον ενάγοντα από την 1/6/2011 ως υπάλληλο γενικών καθηκόντων με αμοιβή 24 δολ. Καναδά την ώρα, απασχολούμενος 40 ώρες εβδομαδιαίως και την παραχώρηση διαμερίσματος, τις από 2/12/2011 και 21/9/2012 ιατρικές γνωματεύσεις του θεράποντος ιατρού ……. από τις οποίες προκύπτει ότι την 21/9/2012 αδυνατούσε να εργαστεί και την από 6/6/2012 βεβαίωση ετήσιας επιδότησης ασθενείας και τις από 13/2/2012, 13/3/2012, 5/4/2012, 11/4/2012 και 20/9/2012 αποφάσεις του Διευθυντή του υποκαταστήματος ΙΚΑ Κορυδαλλού, σύμφωνα με τις οποίες ο ενάγων έλαβε επίδομα ανικανότητας για εργασία έως την 20/9/2012 και το υπ’ αριθμ. …….. διαβατήριο καναδικών Αρχών. Πλέον αυτών ενώπιον του Εφετείου αυτού προσκόμισε και επικαλέστηκε παραδεκτά πρώτη φορά (άρθρο 529 παρ. 1 του ΚΠολΔ) την από 31/1/2016 επιστολή της Διευθύντριας του τομέα διαχείρισης ακινήτων της πιο πάνω καναδικής εταιρίας, …….., στην οποία βεβαιώνεται ότι ο ενάγων εργάζεται ως υπάλληλος στην εταιρεία από την 7/11/2012 με ετήσιο μισθό ανερχόμενο στο ποσό των 35.000 δολαρίων Καναδά και τέλος αντίγραφο της φορολογικής υπηρεσίας Καναδά και έγγραφο της εταιρίας παροχής υπηρεσιών λογισμικού ADP, στα οποία εμφαίνεται ότι οι απολαβές του από τη εργασία του ανήλθε το έτος 2015 στο ποσό των 31.490 δολ. Καναδά. Από τα πιο πάνω έγγραφα σε συνδυασμό με την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αποδεικνύεται μεν ότι πράγματι από την 7/11/2012 έως και σήμερα ο ενάγων εργάζεται στην πιο πάνω καναδική εταιρεία ως υπάλληλος γενικών καθηκόντων με τις πιο πάνω απολαβές, δεν αποδεικνύεται όμως ότι η εργασιακή του σχέση με την εταιρία θα ξεκινούσε την 1/6/2011 και πάντως πριν από την 7/11/2012. Τούτο διότι, αν και κατά τον ισχυρισμό του όφειλε να ήταν στο Μόντρεαλ Καναδά 14 μόλις ημέρες μετά το ατύχημα, δεν προσκόμισε ούτε επικαλέστηκε τα αεροπορικά εισιτήρια που οπωσδήποτε θα είχε εκδώσει για τη μετάβαση του εκεί, δεν προσκόμισε κάποιο αποδεικτικό στοιχείο με το οποίο να αποδεικνύονται οι συνομιλίες του με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και Πρόεδρο της καναδικής εταιρίας, οι οποίες κατέληξαν σε συμφωνία για την κατάρτιση εργασιακής σύμβασης ούτε και διαβατήριο ελληνικών ή καναδικών Αρχών προγενέστερο της 1/6/2011, αφού το πιο πάνω προσκομιζόμενο διαβατήριο εκδόθηκε την ημέρα που πράγματι ξεκίνησε να εργάζεται στην καναδική εταιρία. Επομένως το σχετικό αγωγικό αίτημα είναι απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ίδια έκρινε δεν έσφαλε. Με τον πρώτο λόγο της έφεσης ο ενάγων ισχυρίζεται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα απόρριψε το σχετικό αίτημά του διότι έπρεπε να κρίνει ότι, εφόσον αποδείχθηκε η ως άνω αδυναμία του να εργαστεί έως το Σεπτέμβριο του έτους 2019, εκ των πραγμάτων απώλεσε εισόδημα από την εργασία του, αφού έως το χρόνο του ατυχήματος εργαζόταν ως ειδικευμένος τεχνίτης – σιδεράς και θα συνέχιζε να εργάζεται αν δεν είχε μεσολαβήσει το τροχαίο ατύχημα. Ο ισχυρισμός του αυτός, με το οποίο αποσυνδέει σαφώς το αίτημα για διαφυγόντα κέρδη από την αδυναμία του να εργαστεί στην πιο πάνω συγκεκριμένη καναδική εταιρία με τα συγκεκριμένα καθήκοντα, δικονομικά απαράδεκτα προβάλλεται πρώτη φορά ενώπιον του Εφετείου, διότι ανεπίτρεπτα ο ενάγων μεταβάλει την ιστορική βάση της αγωγής, κατά τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 224, 526 και 527 παρ. 1 του ΚΠολΔ, καθώς εδράζει το σχετικό του αίτημα σε πραγματικά περιστατικά που δεν είχε προβάλει στο πρώτο βαθμό και δεν είχαν τύχει του ελέγχου και της δικανικής κρίσης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο απέρριψε το σχετικό αίτημα στηριζόμενο σε άλλα πραγματικά περιστατικά (ΑΠ 893/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 839/2017 ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς ο πρώτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί.
Σύμφωνα με το άρθρο 932 του ΑΚ, «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης». Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι’ αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται, κατ’ αρχήν, σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσης. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, πράγμα που, αν συμβαίνει, ελέγχεται ως παραβίαση της πιο πάνω γενικής νομικής αρχής, ήτοι ως πλημμέλειες του άρθρου 559 αριθμ. 1 και 19 ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 10/2017, 9/2015 ΝΟΜΟΣ). Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά τον δικαιούχο – παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΑΠ 845/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 747/2017 ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω εξαιτίας του πιο πάνω ατυχήματος ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη, για την οποία λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό του πταίσματος του αδικοπραγήσαντος υποχρέου, πρώτου των εναγομένων (αποκλειστική υπαιτιότητα), την ηλικία του παθόντος, τη σημαντική διάρκεια της κατάστασης ακινησίας στην οποία περιήλθε, μέχρι ν’ αποκατασταθεί η υγεία του αριστερού άκρου του και να καταστεί εκ νέου ικανός για εργασία, τις συνθήκες πρόκλησης του τραυματισμού του, την ψυχική και σωματική δοκιμασία που έχει υποστεί από τις χειρουργικές επεμβάσεις, στις οποίες υποβλήθηκε, αλλά και το γεγονός ότι πλέον εργάζεται κανονικά με πλήρες ωράριο, καθώς και την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των μερών (με εξαίρεση εκείνη της ασφαλιστικής εταιρείας, την οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική), πρέπει να του επιδικαστεί το ποσό των 20.000 ευρώ, το οποίο είναι δίκαιο και εύλογο σύμφωνα και με όσα στη μείζονα σκέψη εκτέθηκαν. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που τα ίδια έκρινε ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο δεύτερος λόγος της έφεσης με τον οποίο ο ενάγων παραπονείται ότι το πρωτοδίκως επιδικασθέν ποσό της χρηματικής ικανοποίησης είναι μικρό και δεν αντιστοιχεί στη ηθική βλάβη που υπέστη να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 340, 345, 346 του ΑΚ, 215 παρ. 1 εδ. α και 221 παρ. 1 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι η επίδοση στον εναγόμενο αγωγής για επιδίκαση χρηματικής απαιτήσεως είναι όχι μόνο διαδικαστική πράξη, αλλά και οιονεί δικαιοπραξία οχλήσεως, ενέχουσα πρόσκληση από το δανειστή προς τον οφειλέτη για την εκπλήρωση της παροχής. Έτσι, η επίδοση της αγωγής, ανεξάρτητα από το ότι αποτελεί διαδικαστική πράξη, συνεπαγόμενη την τοκογονία του ληξιπροθέσμου χρέους, χωρίς υπερημερία του εναγομένου οφειλέτη (άρθρο 346 του ΑΚ), είναι και όχληση, καθιστώσα τον οφειλέτη υπερήμερο και υπόχρεο να πληρώσει το νόμιμο τόκο υπερημερίας (ΑΚ 340). Η υποχρέωση αυτή δεν είναι συνέπεια της ασκήσεως της αγωγής, αλλά της οχλήσεως, η οποία και όταν ασκείται με την αγωγή δεν αποβάλει την αυτοτέλειά της. Η κατά το άρθρο 294, 295 παρ. 1 και 297 του ΚΠολΔ παραίτηση του ενάγοντος από το δικόγραφο της αγωγής, καθώς και ο κατά τα άρθρα 223 και 224 ΚΠολΔ γενόμενος με τις προτάσεις του περιορισμός του καταψηφιστικού αιτήματός της σε αναγνωριστικό επιφέρουν την ανατροπή εξ υπαρχής μόνον των αποτελεσμάτων που επήλθαν με και από την άσκηση της αγωγής, χωρίς να επηρεάζουν το χαρακτήρα της επιδόσεώς της ως οχλήσεως δημιουργικής υπερημερίας του οφειλέτη και οφειλής των αντιστοίχων τόκων, σύμφωνα με το άρθρο 345 του ΑΚ (ΑΠ 106/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1520/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1126/2010 ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω ο ενάγων ζήτησε να υπολογιστούν οι τόκοι υπερημερίας του αιτούμενου με την αγωγή ποσού από την επόμενη της επίδοσης της από 26/4/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ../2013 όμοιου περιεχόμενου καταψηφιστικής αγωγής (υπ’ αριθμ. ……. αντίστοιχα εκθέσεις επίδοσης των αρμόδιων δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……., οι δυο πρώτες και Θεσσαλονίκης ……..), από το δικόγραφο της οποίας παραιτήθηκε παραδεκτά με το δικόγραφο της ένδικης αγωγής. Το αίτημα αυτό, το οποίο ο ενάγων παραδεκτά προέβαλε με τις προτάσεις του ως παρεπόμενο το κυρίου αντικειμένου της αγωγής (ΕφΘεσ 1345/2018 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 87/2013 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2013, 496, ΕφΑθ 5015/2012 ΔΙΜΕΕ 2013, 205) είναι νόμιμο, στηριζόμενο στις ως άνω διατάξεις και αποδεικνύεται από το δικόγραφο της αγωγής από το οποίο παραιτήθηκε και το οποίο προσκομίζει και επικαλείται και από τις πιο πάνω εκθέσεις επίδοσης και πρέπει να γίνει δεκτό ως ουσιαστικά βάσιμο. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφαση του υπολόγισε τους τόκους υπερημερίας από την επόμενη της ένδικης από 31/5/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2013 αγωγής έσφαλε και πρέπει ο σχετικός τρίτος λόγος της έφεσης να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος.
Πρέπει επομένως εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος για εξέταση η έφεση να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26, 642, ΕφΘεσ 1469/2018 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔυτΜακ 7/2018 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 108/2018 ΝΟΜΟΣ, Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2009, σελ. 447), μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση αυτή (άρθρο 522 του ΚΠολΔ). Ακολούθως, πρέπει, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), να ερευνηθεί η αγωγή, να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων να καταβάλουν στον ενάγοντα, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον εκαστος, το ποσό των τριάντα τεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων ενός ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (34.401,75) ευρώ με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της από 26/4/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2013 αγωγής έως την εξόφληση. Ένα μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντα και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εναγόμενων λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρα 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα – ενάγοντα, λόγω της εν μέρει νίκης του, του παράβολου άσκησης έφεσης, ποσού 200 ευρώ, που κατέθεσε, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ΄ του ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και κατ’ ουσία.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 4486/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα (άρθρο 681Α του ΚΠολΔ).
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει επί της από 31/5/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2013 αγωγής.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση των εναγόμενων να καταβάλουν στον ενάγοντα, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο κάθε ένας, το ποσό των τριάντα τεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων ενός ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (34.401,75) ευρώ με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της από 26/4/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2013 αγωγής έως την εξόφληση του.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγόμενων ένα μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων επτακοσίων είκοσι (1.720) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στον εκκαλούντα του παράβολου άσκησης της έφεσης ποσού διακοσίων (200) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 7 Μαρτίου 2019.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ