ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 533 /2025
TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ………………., η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αγγελική Τσιρώνη, και
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ελληνικού Δημοσίου, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τους Προϊστάμενους της Α-Γ ΔΟΥ Πειραιά, που εδρεύουν στον Πειραιά, επί της οδού ……………, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Δικαστική Πληρεξουσία Ν.Σ.Κ. Χρυσάνθη Τέλιου, 2) ………….. και 3) ………….,οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Ευαγγελία Αποστολίδη με δήλωση, κατ΄άρθρο 242 παρ.2 Κ.Πολ.Δ.
Η ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 3.5.2019 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2019 ανακοπή κατά του καθού η ανακοπή-πρώτου εφεσίβλητου. Η ανακοπή συνεκδικάστηκε με α) την από 25.7.2019 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2019 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση που άσκησε το καθού η ανακοπή και απευθύνεται στους δεύτερο και τρίτο των εφεσίβλητων και γ) την από 3.1.2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2020 πρόσθετη παρέμβαση που άσκησαν οι δεύτερος και τρίτη εφεσίβλητοι, υπέρ του πρώτου εφεσίβλητου και κατά της εκκαλούσας, αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και επ’ αυτών, εκδόθηκε η με αριθμό 3380/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που απέρριψε την ανακοπή και έκανε δεκτή την πρόσθετη παρέμβαση. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η εκκαλούσα με την από 4.11.2022 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………./2022 έφεση. Για την συζήτηση της έφεσης ορίστηκε δικάσιμος η 7.12.2023 και μετά από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, οπότε η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο με αριθμό …… και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της εκκαλούσας και του πρώτου των εφεσίβλητων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Δικαστή αναφέρθηκαν στους ισχυρισμούς που ανάπτυξαν με τις προτάσεις που κατέθεσαν ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος των δεύτερου και τρίτης των εφεσίβλητων ανάπτυξε τους ισχυρισμούς της με τις προτάσεις που προκατέθεσε .
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
H υπό κρίση από 4.11.2022 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ΕΑΚ/……/2022 έφεση κατά της με αριθμό 3380/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία αφού συνεκδίκασε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, α) την από 3.5.2019 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2019 ανακοπή β) την από 25.7.2019 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2019 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση και γ) την από 3.1.2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/2020 πρόσθετη παρέμβαση, απέρριψε την προσεπίκληση και την ανακοπή και δέχθηκε την πρόσθετη παρέμβαση, ασκήθηκε παραδεκτά, νομότυπα [άρθρα 495 παρ. 1,511,513 παρ 1β, 514, 517, 520 παρ.1 ΚΠολΔ] και εμπρόθεσμα, εντός της κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ τασσομένης προθεσμίας, δεδομένου ότι από την επομένη της δημοσίευσης της με αριθμό 3380/6.11.2020 απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (7.11.2020) άρχισε να τρέχει η ως άνω διετής καταχρηστική προθεσμία, η οποία, θα έληγε την 7.11.2022, οπότε κατατέθηκε η ένδικη έφεση, ανεξαρτήτως του ότι από 7.11.2020 έως 6.4.2021 (5 μήνες) σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 83 παρ.1 εδ.α του Ν. 4790/2021, οι νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπαλλήλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων, είχαν τεθεί σε αναστολή. Περαιτέρω, κατά την άσκηση της έφεσης κατατέθηκε το με κωδικό ……………… ηλεκτρονικό παράβολο Δημοσίου. Πρέπει επομένως, λόγω της παραδεκτής άσκησής της, η κρινόμενη έφεση να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής (άρθρο 533 KΠολΔ).
Με την από 3.5.2019 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2019, ανακοπή της, η ανακόπτουσα, ζήτησε κατ΄ ορθή εκτίμηση του δικογράφου αυτού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, να ακυρωθεί ο από 27.6.2014 πίνακας χρεών της ΔΟΥ Α Πειραιά, κατά το μέρος που προσβάλλεται καθώς και οι με αριθμό …/5.2.2013, …/16.4.2013 και …./30.10.2013 πράξεις ταμειακών βεβαιώσεων του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Α Πειραιά, με τις οποίες βεβαιώθηκε σε βάρος της το συνολικό απαιτητό ποσό των 16.875 ευρώ, πλέον προσαυξήσεων 1.991,25 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 18.866,25 ευρώ, οφειλή προερχόμενη από οφειλόμενα μισθώματα προς τους ιδιοκτήτες του μισθίου ….. και …………., οι οποίοι εκχώρησαν την σχετική απαίτησή τους κατά της ανακόπτουσας προς το καθού, επειδή δυνάμει ιδιωτικού συμφωνητικού που καταρτίστηκε μεταξύ της ανακόπτουσας και των εκμισθωτών την 23.1.2018 παραιτήθηκαν των εκατέρωθεν εκκρεμών απαιτήσεων μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και τα εκχωρηθέντα μισθώματα. Το καθού η ανακοπή άσκησε ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, την από 25.7.2019 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2019 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση, ανακοίνωσε τη δίκη στους εκχωρητές ….. και …………… και τους προσεπικάλεσε να παρέμβουν σε αυτή, διότι, σε περίπτωση ήττας του, εφόσον η ανακόπτουσα δεν οφείλει τα εκχωρηθέντα μισθώματα, το Ελληνικό Δημόσιο δικαιούται να βεβαιώσει σε βάρος τους τον αναλογούντα φόρο. Επίσης οι εκχωρητές ……. και …………., άσκησαν την από 3.1.2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2020 πρόσθετη παρέμβαση, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και κατά της ανακόπτουσας με την οποία ζήτησαν να απορριφθεί η κρινόμενη ανακοπή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, συνεκδίκασε τα δικόγραφα αυτά και αφού απέρριψε την ασκηθείσα προσεπίκληση ως απαράδεκτη, απέρριψε την ανακοπή ως ουσία αβάσιμη και έκανε δεκτή την πρόσθετη παρέμβαση. Επίσης επέβαλε σε βάρος της ανακόπτουσας τα δικαστικά έξοδα των προσθέτως παρεμβαινόντων, τα οποία όρισε στο ποσό των 220 ευρώ και τα δικαστικά έξοδα του καθού η ανακοπή ποσού 200 ευρώ. Ήδη με την υπό κρίση έφεση, η ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, να γίνει δεκτή η ανακοπή της και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις εκτέλεσης, καταδικαζόμενων των εφεσίβλητων στα δικαστικά της έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.
Κατά το άρθρο 91 παρ. 1 K.Πολ.Δ, όποιος έχει έννομο συμφέρον δικαιούται να ανακοινώσει τη δίκη, που έχει αρχίσει μεταξύ αυτού και άλλων, σε τρίτους μέχρι την έκδοση οριστικής για την ουσία της υπόθεσης, απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Η ανακοίνωση, η οποία αποτελεί δικαίωμα του διαδίκου, ασκείται κατά τις διατυπώσεις του άρθρου 91 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, δηλαδή με δικόγραφο σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, το οποίο κοινοποιείται στον τρίτο, ενώ χωρίς την επίδοση αυτή δεν ολοκληρώνεται η ανακοίνωση και δεν επέρχονται τα έννομα αποτελέσματα του άρθρου 92 K.Πολ.Δ., σύμφωνα με το οποίο “Ο τρίτος προς τον οποίο έγινε η ανακοίνωση έχει δικαίωμα να συμμετάσχει στη δίκη, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την παρέμβαση. Αν εκείνος προς τον οποίο έγινε η ανακοίνωση δεν συμμετάσχει στη δίκη, και η ανακοίνωση έγινε πριν από την συζήτηση στο ακροατήριο, δεν έχει το δικαίωμα να ασκήσει τριτανακοπή εναντίον της απόφασης που θα εκδοθεί”. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι, εφόσον ο τρίτος προς τον οποίο ανακοινώθηκε η δίκη, δεν μετάσχει στη διαδικασία, ασκώντας παρέμβαση, όπως ορίζει το άρθρο 92 KΠολΔ, το δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να ασχοληθεί με την ανακοίνωση, ούτε αυτός (ο προς ον η ανακοίνωση) έχει υποχρέωση να απαντήσει στην ιστορική της βάση, δεδομένου ότι η δυσμενής δικονομική συνέπεια για τον τελευταίο, ο οποίος, ενώ του ανακοινώθηκε η δίκη, δεν ενδιαφέρθηκε να λάβει μέρος σ` αυτήν, δηλαδή η απώλεια του δικαιώματος της άσκησης τριτανακοπής κατά της απόφασης -υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η ανακοίνωση έγινε πριν από την συζήτηση στο ακροατήριο- επέρχεται ευθέως από το νόμο (άρθρο 92 εδ. β` KΠολΔ), χωρίς να απαιτείται σχετική πρόβλεψη στο διατακτικό της εκδοθησόμενης απόφασης (ΑΠ 1730/2012, ΑΠ 1012/1991). Κατά το άρθρο 583 KΠολΔ, “Αν κάποιος δεν έλαβε μέρος ή δεν προσκλήθηκε σε δικαστική ή εξώδικη πράξη που του προκαλεί βλάβη ή θέτει σε κίνδυνο τα έννομα συμφέροντά του, μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της πράξης αυτής”. Επίσης, κατά το άρθρο 586 του ιδίου Κώδικα, “1. Με τις προϋποθέσεις του άρθρου 583 μπορεί να ασκηθεί τριτανακοπή κατά της οριστικής απόφασης που εκδόθηκε μεταξύ άλλων. 2. Τριτανακοπή μπορεί να ασκήσει και ο τρίτος που δεσμεύεται από το δεδικασμένο, εφόσον επικαλείται δόλο ή συμπαιγνία των διαδίκων (παρ. 2)”. Με τις διατάξεις του άρθρου 586 KΠολΔ ρυθμίζεται η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της τριτανακοπής, ως προστατευτικού βοηθήματος των εννόμων συμφερόντων του τρίτου, με το οποίο πραγματώνεται το συνταγματικό δικαίωμα ακρόασης και προστασίας του τρίτου. Έτσι, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη του “τρίτου” και τέτοιος θεωρείται, στο πλαίσιο της τριτανακοπής, αυτός που δεν υπήρξε διάδικος, ως υποκείμενο της διαδικασίας, αφού δεν έλαβε μέρος στην δίκη, δηλαδή δεν συμμετείχε σ` αυτήν ή δεν προσκλήθηκε σ` αυτήν ή δεν ανακοινώθηκε η δίκη σ` αυτόν πριν από την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο. Επίσης, με την τριτανακοπή, η οποία δεν είναι ένδικο μέσο, αλλά ένδικο βοήθημα, που δεν υπόκειται σε ορισμένη προθεσμία, δεν ασκείται κάποιο ουσιαστικό δικαίωμα, ούτε επιδιώκεται η διάγνωσή του, αλλά η ενέργειά της εξαντλείται στην ανενέργεια ή ακύρωση της απόφασης απέναντι στον τριτανακόπτοντα. Για την άσκηση δε της τριτανακοπής, όπως και για όλες τις διαδικαστικές πράξεις, απαιτείται έννομο προς τούτο συμφέρον του τριτανακόπτοντος, η έννοια του οποίου είναι γενική και βρίσκει νομοθετικό έρεισμα στο άρθρο 68 KΠολΔ. Εξάλλου, η τριτανακοπή ασκείται ανεξάρτητα από το αν η οριστική απόφαση που έκρινε επί της ουσίας την υπόθεση, είναι ήδη (κατά την άσκηση της τριτανακοπής) τελεσίδικη ή αμετάκλητη (ΑΠ 52/2023, ΑΠ 583/2023, ΑΠ 1029/2020, ΑΠ 95/2014). (ΑΠ 1304/2024 Νομος)
Με τον δεύτερο λόγο της έφεσής της η εκκαλούσα ζητεί να απορριφθεί η προσεπίκληση- ανακοίνωση δίκης που άσκησε το πρώτο εφεσίβλητο. Τούτο διότι αφενός είναι εκπρόθεσμη, αφετέρου επειδή σε περίπτωση ευδοκίμησης της ανακοπής οι προσεπικαλούμενοι δεν θα κληθούν να καταβάλουν τον αναλογούντα στα εισπραχθέντα μισθώματα φόρο, κατά τρίτο δε λόγο επειδή με την άσκηση της το πρώτο εφεσίβλητο παραβιάζει το δικονομικό και ουσιαστικό καθήκον αληθείας, επειδή οι εκχωρούμενες απαιτήσεις ουδέποτε υπήρξαν και η εκχώρηση οφείλει να ματαιωθεί. Ο ως άνω λόγος έφεσης ως προς το σκέλος του με το οποίο ζητείται η απόρριψη του από 25.7.2019 με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2019 δικογράφου, ως προσεπίκλησης αλυσιτελώς προβάλλεται και τυγχάνει απορριπτέος ως απαράδεκτος επειδή με την εκκαλουμένη απόφαση η προσεπίκληση ήδη έχει απορριφθεί ως απαράδεκτη, ως μη υπαγόμενη σε καμία από τις περιοριστικά αναφερόμενες στα άρθρα 86-88 ΚΠολΔ περιπτώσεις. Σε ότι αφορά την ανακοίνωση δίκης που σωρεύεται στο ως άνω δικόγραφο, την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε παραδεκτή, κατ΄ άρθρο 91 ΚΠολΔ, (εκ προφανούς παραδρομής έχει γραφεί στην εκκαλουμένη άρθρο 90ΚΠολΔ), λεκτέα είναι τα ακόλουθα. Το από 25.7.2019 με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………./2019 δικόγραφο ανακοίνωσης δίκης-προσεπίκλησης που άσκησε το καθού η ανακοπή και απευθύνεται στους δεύτερο και τρίτο των εφεσίβλητων, επιδόθηκε σε αυτούς και την εκκαλούσα την 28,29 και 30 Αυγούστου 2019 αντίστοιχα, όπως προκύπτει από τις με αριθμούς ……./28.8.2019, …../29.8.2019 και …./30.8.2019 εκθέσεις επίδοσης που συνέταξε ο Δικαστικός Επιμελητής του Πρωτοδικείου Πειραιά ……….., επομένως και με δεδομένο ότι η συζήτηση της ασκηθείσας από την νυν εκκαλούσα ανακοπής είχε προσδιοριστεί για την δικάσιμο της 22.11.2019, η εν λόγω ανακοίνωση δίκης έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 591 παρ.1β ΚΠολΔ, πριν την τροποποίησή του με το νόμο 4842/2021, ήτοι με δικόγραφο που κατατέθηκε στην Γραμματεία του Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η κύρια δίκη και επιδόθηκε στους διαδίκους 10 ημέρες πριν την συζήτηση της ανακοπής. Ορίστηκε δε η συζήτησή της κατά την ίδια δικάσιμο με την ανακοπή. Περαιτέρω, συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις παραδεκτής άσκησης της ανακοίνωσης δίκης, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην μείζονα σκέψη της παρούσας, ήτοι εκκρεμής δίκη, οι προς ων η ανακοίνωση είναι τρίτοι υπό την έννοια που ανωτέρω στην ίδια μείζονα σκέψη εκτέθηκε και το ανακοινούν τη δίκη έχει έννομο συμφέρον προς τούτο, καθόσον σε περίπτωση ευδοκίμησης της ανακοπής και επιδίωξης είσπραξης των αναλογουντων στα μισθώματα φόρων από τους προς ως η ανακοίνωση δίκης, οι τελευταίοι θα μπορούσαν να προβούν σε άσκηση τριτανακοπής κατά της εκδοθησσομένης από το παρόν Δικαστήριο απόφασης, εμπλεκόμενο με τον τρόπο αυτό σε περισσότερους δικαστικούς αγώνες. Ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι οι προς ων η ανακοίνωση δίκης δεν θα οφείλουν σε κάθε περίπτωση αναλογούντα φόρο για μη εισπραχθέντα μισθώματα, επειδή η σχετική δυνατότητα καταργήθηκε κατ΄ άρθρο 11 παρ.4 του ν.4346/2015, τυγχάνει απορριπτέος εδραζόμενος σε εσφαλμένη προυπόθεση, επειδή η σχετική διάταξη έχει εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 2015 και μετά. Με το τελευταίο σκέλος του ίδιου λόγου έφεσης, κατ΄ εκτίμηση αυτού, η εκκαλούσα βάλει κατά της ουσιαστικής βασιμότητας της ανακοίνωσης δίκης, ισχυρισμός που τυγχάνει απορριπτέος καθώς με την ανακοίνωση δεν διατυπώνεται αίτημα κατά του λήπτη αυτής (ΑΠ 1667/1980 ΝοΒ 1981), ούτε υπάρχει υποχρέωση του λήπτη να απαντήσει στην ιστορική βάση της ανακοίνωσης (ΑΠ 1012/1991 ΕλλΔνη 1993, 571, επιπλέον δε ούτε το δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να αποφανθεί επί της ανακοίνωσης με έκδοση απόφασης (ΑΠ 1012/1991 ΕλλΔνη 1993, 571 [Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Νίκας), ΚΠολΔ Ι, άρθρο 91 αρ. 1, 207, Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, τ. Α΄, άρθρο 91, σημ. 17, σελ. 622, τ. Γ΄, άρθρο 516, σημ. 31, σελ. 201, ΑΠ 1012/1991 ΕλλΔνη 1993, 571, ΕφΑθ 3472/1994 ΕΔΠ 1995, 48, ΕφΑθ 2225/2000 ΕΔΠ 2001, 195, ΠΠρΑθ 3811/2014 ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑθ 391/2018 ΔΕΝ 2018, 288, ΕιρΑθ 5539/2014 ΝΟΜΟΣ).
Από τις διατάξεις των άρθρων 455 επ. Α.Κ. σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 1 παρ. 2 και 2 του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) και 4 παρ. 7 του ν. 2238/1994 “Κύρωση του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος”, προκύπτει ότι ο υπόχρεος έναντι του Δημοσίου προς καταβολή φόρου για εισόδημα που αποκτά από την εκμίσθωση ακινήτου, όπως είναι και ο εκμισθωτής αυτού, σύμφωνα με το άρθρο 20 του άνω ν. 2238/1994, μπορεί να εκχωρήσει προς το Δημόσιο τα μη εισπραχθέντα από αυτόν μισθώματα, στην καταβολή των οποίων υποχρεούται ο μισθωτής, με σχετική δήλωσή του, που υποβάλλεται στον αρμόδιο για τη φορολογία του προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., παραδίδοντας συγχρόνως σ` αυτόν τα αποδεικτικά της εκχωρούμενης απαιτήσεως έγγραφα. Από την δήλωση αυτή του εκχωρητη, συνοδευόμενη με βεβαίωση του ιδίου, ότι δεν κατέχει άλλα αποδεικτικά της εκχωρούμενης απαιτήσεως έγγραφα, το Δημόσιο ως εκδοχέας της εκχωρούμενης απαίτησης υποκαθίσταται ως προς την απαίτηση αυτή στα δικαιώματα του εκχωρητή, ως ειδικός διάδοχος αυτού, μη απαιτουμένης, κατά την ειδικώς ρυθμίζουσα την εκχώρηση αυτή διάταξη του άνω άρθρου 4 παρ. 7 του ν. 2238/94, αναγγελίας της εκχώρησης προς τον εκχωρούμενο οφειλέτη, η δε εκχωρούμενη απαίτηση αποτελεί δημόσιο έσοδο που εισπράττεται από τον εκχωρούμενο οφειλέτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.. Στον εκχωρούμενο οφειλέτη, εναντίον του οποίου επισπεύδεται διοικητική εκτέλεση προς είσπραξη της ως άνω ιδιωτικής φύσεως εκχωρηθείσας απαιτήσεως, παρέχεται το δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή κατά τα άρθρα 73 επ. του Κ.Ε.Δ.Ε., η οποία δικάζεται από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο, σύμφωνα με τα άρθρα 583-585 ΚΠολΔ. Με την ανακοπή αυτή επιτρέπεται η προβολή κάθε αντίρρησης, ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, κατά του νομίμου τίτλου και της απαίτησης, στην απόδειξη της οποίας υποχρεούται το καθού η ανακοπή Δημόσιο (ΑΠ 39/2022 Νομος ΑΠ 1074/2019, ΑΠ 645/2017, ΑΠ 750/2017, ΑΠ 1245/2010)
Με τον μοναδικό λόγο της ανακοπής της η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι δεν υφίσταται χρέος της από τα εκχωρηθέντα στο καθού η ανακοπή μισθώματα διότι, με το από 23-01-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό που συνήφθη μεταξύ των προσθέτως παρεμβαινόντων και της ίδιας, προέβησαν σε εξωδικαστική επίλυση των μεταξύ τους διαφορών, με αμοιβαίες παραιτήσεις από τις αξιώσεις που διατηρούσαν εκατέρωθεν στις οποίες περιλαμβάνονται και τα εκχωρηθέντα προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. Γ’ Πειραιά μισθώματα, και ότι αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανυπαρξία νόμιμης αιτίας των απαιτήσεων του Δημοσίου με ΑΤΒ:…../5-2-2013, με ποσό αρχικής βεβαίωσης: 8.100,00 ευρώ, ΑΤΒ: …./16-04-2013, με ποσό αρχικής βεβαίωσης: 2.700,00 ευρώ, και ΑΤΒ: …./30-10-2013 ποσό αρχικής βεβαίωσης: 6.075,00 ευρώ, σε βάρος της.
Ο ως άνω λόγος ανακοπής απορρίφθηκε ως νόμω αβάσιμος με την εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία έγινε δεκτό ότι με τις από 18-07-2012 και υπ’ αριθμ. πρωτ. …./18-7-2012 και από 30-10-2013 και υπ’ αριθμ. πρωτ. …./30-10-2013 έγγραφες δηλώσεις εκχώρησης μη εισπραχθέντων μισθωμάτων, ο εκμισθωτής
……………… εκχώρησε προς το Ελληνικό Δημόσιο μισθώματα της περιόδου από 1-1-2011 έως 31-12-2011 και από 1-1-12 30-9-2012, συνολικού ποσού 16.875,00 ευρώ (8.100,00+2.700,00+6.075) Έτσι, το Ελληνικό Δημόσιο κατέστη μόνος δικαιούχος των απαιτήσεων από τα μισθώματα που του εκχωρήθηκαν ήδη από το έτος 2012 και 2013) αντίστοιχα, χωρίς κατά νόμο να απαιτείται αναγγελία της εκχώρησης στην ανακύπτουσα μισθώτρια. Εν συνεχεία δε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι το από 23-1-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό που συνήφθη μεταξύ των ………. και ……….. και της ανακόπτουσας δεν επάγεται απόσβεση της εκχωρηθείσας απαίτησης, η οποία εξακολουθεί να οφείλεται στο Ελληνικό Δημόσιο επειδή οι εκμισθωτές δεν ήταν πλέον κύριοι (υποκείμενα) της ανωτέρω αξίωσης και δεν νομιμοποιούνταν ενεργητικά στις 21-01-2018 να προβούν σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών τους με την ανακόπτουσα, κατά το μέρος που η μεταξύ τους σύμβαση αφορούσε τα εκχωρηθέντα ανείσπρακτα μισθώματα, που έχουν ήδη από τα έτη 2014 και 2013 καταστεί απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου. Κρίνοντας κατά τον τρόπο αυτό το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά ερμήνευσε τον νόμο απορρίπτοντας τον σχετικό λόγο ανακοπής και σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω μείζονα σκέψη της παρούσας. και ο περί του αντιθέτου λόγος έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος.
Με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι οι προσθέτως παρεμβαίνοντες δόλια της απέκρυψαν ότι είχαν προβεί σε εκχώρηση των δήθεν απαιτήσεών τους προς τη ΔΟΥ, αν και γνώριζαν ότι είχε ασκήσει την …./2012 ανακοπή, τις ……./2013 και …/2013 αγωγές της, με αιτήματα συμψηφισμού, οι οποίες συμπεριλήφθηκαν στο από 23.1.2018 ιδιωτικό συμφωνητικό. Ότι ομοίως οι προσθέτως παρεμβαίνοντες δεν κοινοποίησαν τις μεταξύ τους διαμάχες στη ΔΟΥ, που με τον τρόπο αυτό θα αντιλαμβανόταν ότι οι εκχωρηθείσες απαιτήσεις δεν είναι βέβαιες και εκκαθαρισμένες. Ο ως άνω λόγος έφεσης απαραδέκτως προβάλλεται λόγω έλλειψης προδικασίας, γιατί αυτός, μη περιλαμβανόμενος στην έννοια των νέων πραγματικών ισχυρισμών του άρθρου 527 του KΠολΔ (ΑΠ 1390/2006, ΑΠ 659/2005, ΑΠ 660/2005 δημ NOMOS), δεν προβλήθηκε με την υπό κρίση ανακοπή ούτε με πρόσθετο λόγο ανακοπής στον πρώτο βαθμό, αλλά για πρώτη φορά υποβάλλεται ενώπιον του εφετείου απαραδέκτως KΠολΔ 525 παρ. 2, ΟλΑΠ 12/1989, ΑΠ 467/2021, ΑΠ 749/2020 δημ NOMOS Εφ.Πειρ. 25/2025 ΤΝΠ Νομος). Σημειώνεται δε ότι το παρόν Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την με αριθμό 1222/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, και ανέστειλε την εκτελεστική διαδικασία σε βάρος της εκκαλούσας, δεχόμενο ότι η εκχωρηθείσα απαίτηση δεν είναι εκκαθαρισμένη ως προς το ύψος των μισθωμάτων, καθώς αυτή παράγει προσωρινό και μόνο δεδικασμένο. Ούτε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απορρίπτοντας τον λόγο της ανακοπής ως μη νόμιμο, όφειλε να προβεί σε εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων, η οποία λαμβάνει χώρα κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας, νόμιμου λόγου ανακοπής.
Ο ισχυρισμός της εκκαλούσας τον οποίο επαναφέρει με την έφεσή της, ότι στο από 23.1.2018 ιδιωτικό συμφωνητικό περιλαμβάνεται και η με αριθμό ……./2012 διαταγή πληρωμής, η οποία αφορά μεταξύ άλλων και οφειλόμενα μισθώματα για τα έτη 2010, 2011, και ομοίως αναφέρεται ως νομιμοποιητικό έγγραφο στις δηλώσεις εκχώρησης μισθωμάτων προς το Δημόσιο αν και οι προσθέτως παρεμβαίνοντες παραιτήθηκαν από αυτή, με το ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό με αποτέλεσμα να έχει καταστεί ανενεργή και να μην δύναται να στηρίξει νόμιμο τίτλο εκτέλεσης, τυγχάνει απορριπτέος πρωτίστως επειδή σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν το ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό δεν παράγει έννομα αποτελέσματα ως προς τις ήδη εκχωρηθείσες στη Δ.Ο.Υ. απαιτήσεις, επιπλέον δε όπως προκύπτει από την με αριθμό …../4.9.2012 έκθεση επίδοσης που συνέταξε ο Δικαστικός Επιμελητής στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ……………, με την οποία βεβαιώνεται η επίδοση στην ανακόπτουσα της με αριθμό …../2012 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την από 3.9.2012 επιταγή προς πληρωμή, η ανακόπτουσα δεν επιτάχθηκε να καταβάλει τα μισθώματα και το τέλος χαρτοσήμου του έτους 2011 καθόσον αυτά είχαν ήδη εκχωρηθεί στην αρμόδια ΔΟΥ, όπως ρητά αναγράφεται στην εντολή προς πληρωμή. Συνάγεται επομένως ότι αφενός η ανακόπτουσα γνώριζε για την εκχώρηση των μισθωμάτων του έτους 2011 στην αρμόδια ΔΟΥ, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της και αφετέρου ότι τα μισθώματα αυτά δεν αποτέλεσαν μέρος του ιδιωτικού συμφωνητικού, σκέψεις οι οποίες εκτίθενται παρεμπιπτόντως για την πληρότητα της απόφασης σε σχέση με τους ισχυρισμούς της εκκαλούσας, καθώς μετά την εκχώρηση στη ΔΟΥ των ανείσπρακτων μισθωμάτων, η σύνταξη του από 23.1.2018 ιδιωτικού συμφωνητικού δεν παράγει έννομα αποτελέσματα ως προς αυτά.
Σημειώνεται ότι ο περιλαμβανόμενος στην ανακοπή ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι δεν της κοινοποιήθηκε από την αρμόδια ΔΟΥ ατομική ειδοποίηση χρεών που να αφορά αποκλειστικά τα εκχωρούμενα μισθώματα με περαιτέρω ανάλυση του χρόνου οφειλής και του ακριβούς για κάθε χρονικό διάστημα αναλογούντος ποσού, ο οποίος απερρίφθη σιγή από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεν επαναφέρεται με λόγο έφεσης, και επομένως λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος αυτής το παρόν Δικαστήριο δεν δύναται να προβεί στην εξέτασή του. Μη υπάρχοντος δε έτερου λόγου έφεσης, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση στο σύνολό της, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο και να καταδικαστεί η εκκαλούσα στην δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω της απόρριψης του ένδικου μέσου (183ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση αντιμωλία των διαδίκων
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του με κωδικό ……………… ηλεκτρονικού παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας την δικαστική δαπάνη για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ για το πρώτο εφεσίβλητο και στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ για τους δεύτερο και τρίτη των εφεσίβλητων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 26.8.2025.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ