ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 370/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή – Εφέτη και Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη – Εισηγήτρια, και από την Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του καλούντος – δεύτερου εκκαλούντος – δεύτερου εναγόμενου: …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Λαμπράκη (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς).
Του καθ’ ου η κλήση – εφεσίβλητου – ενάγοντος: …………….. ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Κοινοποιούμενη προς την πρώτη εκκαλούσα – πρώτη εναγόμενη: ………………….
Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 28.05.2008 και με αριθμό κατάθεσης ……/2008 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 4164/2010 οριστική απόφασή του, κήρυξε εαυτό καθ’ ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της αγωγής και παρέπεμψε αυτή προς συζήτηση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 459/2015 οριστική απόφασή του, αφού δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, έκανε δεκτή την αγωγή. Οι εκκαλούντες – εναγόμενοι προσέβαλαν την απόφαση αυτή με την από 22.05.2015 έφεσή τους που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό ../22.05.2015, προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό ……/10.07.2015 και ειδικό …./10.07.2015, για τη δικάσιμο της 17.03.2016 και μετά από αναβολή για τη δικάσιμο της 02.02.2017, κατά την οποία συζητήθηκε και εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 576/2017 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης. Η συζήτηση της έφεσης επαναφέρθηκε με την από 14.10.2020 κλήση του δεύτερου εκκαλούντος – δεύτερου εναγόμενου που κατατέθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/14.10.2020 και ειδικό ……./14.10.2020 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 17.03.2022, κατά την οποία συζητήθηκε και εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 347/2022 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης. Ήδη η έφεση νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 06.02.2024 κλήση του δεύτερου εκκαλούντος – δεύτερου εναγόμενου που κατατέθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./07.02.2024 και ειδικό ……/07.02.2024, προσδιορίστηκε για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος του καλούντος – δεύτερου εκκαλούντος – δεύτερου εναγόμενου δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Το άρθρο 76 παρ. 1 του ΚΠολΔ ορίζει: ότι «Όταν η διαφορά επιδέχεται ενιαία μόνο ρύθμιση ή η ισχύς της απόφασης που θα εκδοθεί εκτείνεται σε όλους τους ομοδίκους ή όταν οι ομόδικοι μόνο από κοινού μπορούν να ασκήσουν αγωγή ή να εναχθούν ή, εξαιτίας των περιστάσεων που συνοδεύουν την υπόθεση, δεν μπορούν να υπάρξουν αντίθετες αποφάσεις απέναντι στους ομοδίκους, οι πράξεις του καθενός ωφελούν και βλάπτουν τους άλλους. Οι ομόδικοι που μετέχουν νόμιμα στη δίκη ή έχουν προσεπικληθεί, αν δεν παραστούν, θεωρούνται ότι αντιπροσωπεύονται από εκείνους που παρίστανται». Περίπτωση αναγκαστικής ομοδικίας υφίσταται, πλην των άλλων, και μεταξύ των καταδολιευτικών συναλλαγέντων, απαλλοτριώσαντος και αποκτήσαντος, όταν ενάγονται από κοινού, διότι στην περίπτωση αυτή δεν είναι νοητή η έκδοση αντίθετων αποφάσεων απέναντι στους ομοδίκους αυτούς, δηλαδή του οφειλέτη του δανειστή και του τρίτου με τον οποίο αυτός συμβλήθηκε (ΑΠ 197/2020 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1300/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 39/2021 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 4/2020 ΝΟΜΟΣ). Η δε έφεση του ενός εκ των ομοδίκων θεωρείται ότι ασκήθηκε και από τους ομόδικους του εκκαλούντος που αδράνησαν και σε περίπτωση ευδοκίμησής της ωφελεί και τους λοιπούς, οι οποίοι πρέπει να καλούνται κατά τη συζήτηση της έφεσης που ασκήθηκε (ΑΠ 1824/2012 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2763/2024 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 193/2022 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 466/2020 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση η υπό κρίση από 22.05.2015 έφεση ασκήθηκε από τους εκκαλούντες – εναγόμενους, οι οποίοι είναι αναγκαίοι ομόδικοι ως καταδολιευτικά συναλλαγέντες, η πρώτη εκκαλούσα – εναγόμενη ως μεταβιβάσασα αιτία πώλησης τα επίδικα ακίνητα στον δεύτερο εκκαλούντα – εναγόμενο ως αποκτήσαντα τρίτο. Σύμφωνα δε με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη, η πρώτη εκκαλούσα – εναγόμενη παραδεκτά κλήθηκε από τον δεύτερο εκκαλούντα – εναγόμενο, ο οποίος νομίμως επαναφέρει τη συζήτηση της υπό κρίση έφεσης, με την από 06.02.2024 κλήση του, μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 347/2022 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. …../28.03.2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ……………….). Η τελευταία, όμως, δεν εμφανίσθηκε κατά τη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, ούτε μετείχε με οποιονδήποτε τρόπο στην δίκη που ανοίχθηκε με την άσκηση της ένδικης έφεσης.
Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 459/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία έγινε δεκτή η από 28.05.2008 και με αριθμό κατάθεσης ……/2008 αγωγή, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ο εφεσίβλητος – ενάγων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο με την υπ’ αριθ. 4164/2010 οριστική απόφασή του, κήρυξε εαυτό καθ’ ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της αγωγής και παρέπεμψε αυτή προς συζήτηση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η έφεση ασκήθηκε πριν την 01.01.2016), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στους εκκαλούντες – εναγόμενους την 24.04.2015 (βλ. τη σχετική από 24.04.2015 επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ………… επί του προσκομιζόμενου αντιγράφου της υπ’ αριθ. 459/2015 απόφασης), η δε κρινόμενη από 22.05.2015 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ήτοι την 22.05.2015, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό ……/22.05.2015 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση. Επομένως, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες – εναγόμενους το παράβολο των 200,00 ευρώ, που προβλεπόταν από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να εξετασθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ), ερήμην του εφεσίβλητου – ενάγοντος, ο οποίος, αν και κλήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα να παρασταθεί κατά την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. …/29.03.2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …………..), δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου, και συνεπώς πρέπει ο εφεσίβλητος – ενάγων να δικαστεί ερήμην, πλην όμως η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτός παρών (άρθρο 524 παρ. 4 εδ. α’ του ΚΠολΔ).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 4 του ΚΠολΔ «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσίβλητου ως προς την έφεση η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος ως προς την αντέφεση. Ο παριστάμενος διάδικος υποχρεούται μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τη συζήτηση να προσκομίσει αντίγραφα του εισαγωγικού δικογράφου και των προτάσεων του αντιδίκου του, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά και τις εκθέσεις που λήφθηκαν κατ’ αυτήν. Διαφορετικά κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση». Από την παραπάνω διάταξη συνάγεται ότι επί ερημοδικίας του εφεσίβλητου, ως προς την έφεση, η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών, αλλά το δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να λάβει υπόψη του το εισαγωγικό δικόγραφο της δίκης, τις προτάσεις που κατατέθηκαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, καθώς και τα πρακτικά και τις εκθέσεις που συντάχθηκαν κατ’ αυτήν, τα οποία είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει μέσα σε πέντε μέρες από τη συζήτηση ο παριστάμενος διάδικος, δηλαδή ο παριστάμενος εκκαλών. Η υποχρέωση αυτή, άλλωστε, γινόταν δεκτό ότι ίσχυε και πριν από το Ν. 3944/2011 και παρά την τότε κατάργηση των άρθρων 531 παρ. 2 και 279 παρ. 1 του ΚΠολΔ (άρθρα 16 παρ. 6 και 13 παρ. 2, αντίστοιχα, του Ν. 2915/2001), τα οποία θεμελίωναν την υποχρέωση του εκκαλούντος να προσκομίσει τις προτάσεις που είχε καταθέσει πρωτόδικα ο απολειπόμενος εφεσίβλητος (ΑΠ 1103/2014 ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση που ο παριστάμενος εκκαλών δεν προσκομίζει τις προτάσεις που υποβλήθηκαν στον πρώτο βαθμό, καθώς και τα αντίγραφα των εκθέσεων για την εξέταση των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, πραγματογνωμοσύνης ή αυτοψίας που έχουν συνταχθεί, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης, λόγω της αδυναμίας του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου να κρίνει επί της διαφοράς από την έλλειψη αυτή (ΑΠ 548/2018 ΝΟΜΟΣ). Το απαράδεκτο δε αυτό επιβάλλεται από το νόμο (άρθρο 110 παρ. 2 του ΚΠολΔ) προς κατοχύρωση του θεμελιώδους δικονομικού δικαιώματος της υπεράσπισης (ΑΠ 122/2003 ΕλλΔνη 44. 1326, ΕφΔωδ 39/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 271/2015 Τ.Ν.Π. ΔΣΑ, ΕφΑθ 4804/2006 ΕλλΔνη 48. 1510). Η μη προσκομιδή των πρωτόδικων προτάσεων αποτελεί παράλειψη που δεν μπορεί να συμπληρωθεί, κατ’ άρθρο 227 του ΚΠολΔ, μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, λόγω του ότι παρήλθε η προθεσμία που με ποινή απαράδεκτου τάσσει ο νόμος για την προσκομιδή τους (ΕφΛαρ 7/2022 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 139/2012 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 459/2015 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου συζήτηση της από 28.05.2008 και με αριθμό κατάθεσης ……./2008 αγωγής του εφεσίβλητου – ενάγοντος, ο τελευταίος κατέθεσε έγγραφες προτάσεις, τις οποίες έλαβε υπόψη του το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Ήδη, ενόψει της ερημοδικίας του εφεσίβλητου – ενάγοντος, ο παριστάμενος δεύτερος εκκαλών – εναγόμενος, με τις από 06.05.2025 προτάσεις του που υπέβαλε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, για το παραδεκτό της γενομένης συζήτησης προσάγει με επίκληση, κατ’ άρθρο 524 παρ. 4 του ΚΠολΔ, αντίγραφο της από 28.05.2008 και με αριθμό κατάθεσης ……./2008 αγωγής του εφεσίβλητου – ενάγοντος, ενώ δεν προσκομίζει αντίγραφο των ταυτάριθμων με την εκκαλουμένη πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ούτε τις προαναφερόμενες έγγραφες προτάσεις του εφεσίβλητου – ενάγοντος που κατατέθηκαν από αυτόν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου. Κατ’ ακολουθία των όσων εκτέθηκαν στη νομική σκέψη, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της κρινόμενης έφεσης, καθόσον αυτή δεν χωρεί με απόντα τον εφεσίβλητο – ενάγοντα, χωρίς την τήρηση της διατύπωσης της προσκομιδής από τον παρισταμένο δεύτερο εκκαλούντα – εναγόμενο, των κατατιθέμενων ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου εγγράφων προτάσεων του εφεσίβλητου – ενάγοντος, καθώς και αντιγράφου των ταυτάριθμων με την εκκαλουμένη πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Κατά της απόφασης αυτής ο ερημοδικών εφεσίβλητος – ενάγων δεν έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας, και ως εκ τούτου δεν θα οριστεί παράβολο ερημοδικίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην του εφεσίβλητου – ενάγοντος την από 22.05.2015 έφεση, κατά της υπ’ αριθ. 459/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.
Δέχεται τυπικά την από 22.05.2015 έφεση.
Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση επί της από 22.05.2015 έφεσης.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 05.06.2025 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 06.06.2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ