ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 538/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
2ο ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Νικολέττα Λαμπρίδου, Εφέτη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της εκκαλούσας : Της Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρίας με την επωνυμία «…………….» και το διακριτικό τίτλο «………….», που εδρεύει στο ………. Αττικής, οδός ………. όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ΑΦΜ : ………, η οποία εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Ακρίβο (ΑΜΔΣΑ : ………..).
Του εφεσίβλητου : …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Θεοδωρόπουλο (ΑΜΔΣΠ : ………).
Επί της από 29-6-2020 με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2020 και ειδικό …../2020 αγωγής της ενάγουσας κατά του εναγόμενου εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία η με αριθμό 3908/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή (απόφαση).
Την απόφαση αυτή προσβάλλει η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 24-1-2023 έφεσή της, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/2023 και ειδικό …./2023 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2023 και ειδικό …/2023 για τη δικάσιμο της 21ης Σεπτεμβρίου 2023. Στη δικάσιμο αυτή (21-9-2023), λόγω συμμετοχής των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος, η έφεση δεν εισήχθη προς συζήτηση και επαναπροσδιορίστηκε οίκοθεν με τη με αριθμό 75/27-9-2023 Πράξη του Πρόεδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Ιωάννη Αποστολόπουλου, Προέδρου Εφετών, για τη δικάσιμο της 15ης Φεβρουαρίου 2024, οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο (9-1-2025) η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν δηλώσεις κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, αντίστοιχα.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η υπό κρίση έφεση της ηττηθείσας ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας κατά του εναγόμενου και ήδη εφεσίβλητου και κατά της με αριθμό 3908/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ), ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του ένδικου δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 25-1-2023, ήτοι εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στην ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, που έλαβε χώρα με παραγγελία του εναγόμενου την 29-12-2022, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ………….. στο κοινοποιηθέν στην εκκαλούσα και από την τελευταία προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως αντίγραφο της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ). Επίσης, έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα, για το παραδεκτό της εφέσεως, το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (β) ΚΠολΔ παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./25-1-2023 έκθεση κατάθεσης του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αναφορά στο με αριθμό ……………../2023 e-παράβολο ποσού 100,00 ευρώ). Πρέπει επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω από το παρόν Δικαστήριο, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλόμενων λόγων της, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν (άρθρα 522, 524 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΙΙ. Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την από 29-6-2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../2020 αγωγή της, όπως παραδεκτά διορθώθηκε, η ενάγουσα, που αποτελεί εταιρία παροχής υπηρεσιών Κέντρου Τεχνικού Ελέγχου Οχημάτων, ισχυριζόταν ότι στον αναφερόμενο στο δικόγραφο τόπο και χρόνο και υπό τις περιγραφόμενες ειδικότερα περιστάσεις ο εναγόμενος πρόβαλε αναληθείς ισχυρισμούς και προέβη σε δυσφημιστικές διαδόσεις, υποβάλλοντας στην Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή» την από 4-2-2020 εν γνώσει του ψευδή αναφορά του κατά της ενάγουσας αναφορικά με τη δήθεν μη τήρηση εκ μέρους της τελευταίας (ενάγουσας) όρων διαφημιστικής και προωθητικής ενέργειας συναρτώμενης με την έκδοση στο όνομα του εναγόμενου και παραλαβή από τον ίδιο της επικαλούμενης «Κάρτας Υγείας» ως δώρου προς τον εναγόμενο – πελάτη της ενάγουσας, με αποτέλεσμα την προσβολή της φήμης, της επαγγελματικής πίστης και του εμπορικού μέλλοντος του νομικού προσώπου της ενάγουσας. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το χρηματικό ποσό των 25.000,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που της προξένησε με την προπεριγραφόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά του, η οποία σε κάθε περίπτωση είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη και επιπλέον με τις αναληθείς ειδήσεις που υποστήριξε και διέδωσε, εξέθεσε σε σοβαρό κίνδυνο τη φήμη και το επαγγελματικό μέλλον της διατηρούσας από την ενάγουσα επιχείρησης, επίσης να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί, καθώς και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην εν γένει δικαστική της δαπάνη. Επί της εν λόγω αγωγής το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξέδωσε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία την προσβαλλόμενη με αριθμό 3908/2022 οριστική απόφασή του, δυνάμει της οποίας, αφού κρίθηκε η αγωγή νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 297, 299, 345, 346, 914, 919, 920 και 932 ΑΚ, απορρίφθηκε αυτή (αγωγή) ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και καταδικάστηκε η ενάγουσα στα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου ύψους 500,00 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής (3908/2022) η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα άσκησε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου την κρινόμενη έφεσή της, ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με σκοπό να γίνει δεκτή καθ’ ολοκληρίαν η ένδικη αγωγή της.
III. Κατά τη διάταξη του άρθρου 57 του ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε το άρθρο 59 ΑΚ και στην περίπτωση του άρθρου 57 ΑΚ, το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού έχει λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα και σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις διατάξεις αυτές καθιερώνεται αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος ως προς την άρση της προσβολής, ενώ για την αξίωση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης απαιτείται η παράνομη προσβολή να είναι και υπαίτια. Τέτοιο προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι και η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, ενώ κατά το άρθρο 932 ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 920 ΑΚ, όποιος γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας, υποστηρίζει ή διαδίδει αναληθείς ειδήσεις που εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον άλλου, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της είναι: α) υποστήριξη ή διάδοση αναληθών ειδήσεων. Ως «υποστήριξη» νοείται ο ισχυρισμός των ειδήσεων ενώπιον τρίτων με επιχειρηματολογία υπέρ της αλήθειας τούτων, ενώ ως «διάδοση» νοείται η απλή ανακοίνωση των ισχυρισμών. Η υποστήριξη ή η διάδοση των ειδήσεων μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο, δηλαδή γραπτώς ή προφορικώς, προς ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Ως ειδήσεις νοούνται οι πληροφορίες που αναφέρονται σε οποιαδήποτε περιστατικά, σχέσεις ή καταστάσεις, οι οποίες, κατά το χρόνο της υποστήριξης ή διάδοσης, εκθέτουν σε κίνδυνο ένα από τα περιοριστικώς αναφερόμενα στη διάταξη αγαθά, δηλαδή την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του θιγομένου. Οι υποστηριζόμενες ή διαδιδόμενες ειδήσεις πρέπει να είναι σαφείς και συγκεκριμένες και να αναφέρονται σε ορισμένα γεγονότα, επιπλέον δε να αποδεικνύονται και αναληθείς, με την έννοια να μην αληθεύει εξ ολοκλήρου το σχετικό γεγονός ή να παρουσιάζεται αυτό παραποιημένο. Αν το σχετικό γεγονός αληθεύει, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της ως άνω διάταξης. β) Γνώση ή υπαίτια άγνοια της αναλήθειας. Δηλαδή, αυτός που υποστηρίζει ή διαδίδει τις αναληθείς ειδήσεις πρέπει να γνωρίζει ή υπαιτίως (από αμέλεια) να αγνοεί την αναλήθεια αυτών. Το στοιχείο αυτό ανταποκρίνεται στην έννοια του πταίσματος και με τις δύο γνωστές μορφές (330 ΑΚ), δηλαδή του δόλου (γνώση της αναλήθειας) και της αμέλειας (άγνοια της αναλήθειας, επειδή δεν καταβλήθηκε η απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια). Πρόθεση του διαδίδοντος να προξενήσει βλάβη στον θιγόμενο δεν απαιτείται. Η ζημία του βλαπτομένου πρέπει να προήλθε αιτιωδώς από τη διάδοση ή την υποστήριξη των αναληθών ειδήσεων. γ) Κίνδυνος για την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του προσώπου. Οι διαδιδόμενες αναληθείς ειδήσεις πρέπει επιπλέον να εκθέτουν αιτιωδώς και πραγματικώς σε κίνδυνο ένα από τα περιοριστικώς διαλαμβανόμενα στο πιο πάνω άρθρο αγαθά του φυσικού ή νομικού προσώπου. Δεν αρκεί η διαπίστωση ότι αφηρημένως είναι ικανές να εκθέσουν σε κίνδυνο τα εν λόγω αγαθά. Ως πίστη του προσώπου νοείται η καλή γνώμη και υπόληψη την οποία έχουν τρίτοι σχετικά με την οικονομική και επαγγελματική κατάσταση του φυσικού ή νομικού προσώπου. Ως μέλλον αυτού νοείται η οικονομική και επαγγελματική βελτίωση. Η πίστη, το μέλλον ή το επάγγελμα ενός προσώπου θεωρείται ότι βρίσκονται σε κίνδυνο, όταν δημιουργούνται δυσμενείς παραστάσεις σε τρίτους και ειδικότερα σε εκείνους με τους οποίους σχετίζεται κοινωνικά, οικονομικά ή επαγγελματικά και δ) Ζημία. Τελευταία, λοιπόν, προϋπόθεση για την ύπαρξη αξιώσεως από το άρθρο 920 ΑΚ, είναι η απόδειξη ζημίας, η οποία προκαλείται αιτιωδώς από την έκθεση σε κίνδυνο ενός από τα πιο πάνω αγαθά. Με βάση το άρθρο 920 ΑΚ ο θιγόμενος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) μπορεί να ζητήσει χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπραξία κατ’ άρθρο 932 ΑΚ. Ειδικότερα τα νομικά πρόσωπα μπορούν να ζητήσουν αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, αν με την εις βάρος τους αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον. Για να γεννηθεί η αξίωση από την προσβολή της προσωπικότητας κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 920 και 932 του ΑΚ, θα πρέπει η προσβολή να είναι παράνομη, να αντίκειται, δηλαδή, σε διάταξη που απαγόρευε συγκεκριμένη έκφανση αυτής, είναι δε αδιάφορο, σε ποιο τμήμα του δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την προσβολή. Έτσι, η προσβολή μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη (ΑΠ 1558/2021 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), όπως αυτές προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 ΠΚ. Από τις τελευταίες διατάξεις, με τις οποίες προβλέπονται και τιμωρούνται τα κατά της τιμής διαπραττόμενα αδικήματα, με τη βασική τριπλή διάκριση της εξύβρισης, δυσφήμησης και συκοφαντικής δυσφήμησης, συνάγεται ότι με αυτές προστατεύονται μόνο τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία είναι φορείς του εννόμου αγαθού της τιμής, που θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας αυτού, καθώς και της υπόληψης, που θεμελιώνεται επί της κοινωνικής αξίας αυτού, σε αντίθεση με τα νομικά πρόσωπα, που δεν είναι φορείς αυτών των εννόμων αγαθών και συνεπώς δεν μπορούν να προσβληθούν κατά την τιμή και την υπόληψή τους. Ειδικά, όμως, προκειμένου περί εταιριών, που έχουν αποκτήσει νομική προσωπικότητα, ο Ποινικός Κώδικας με το άρθρο 364 (καταργηθέν ήδη με το Ν. 4619/2019) έκρινε άξιες προστασίας μόνο τις ανώνυμες εταιρίες, αλλά και η προστασία αυτή είναι περιορισμένη, αφού παρέχεται μόνο όταν προσβάλλεται η οικονομική και επιχειρηματική οντότητά της και η εμπιστοσύνη του κοινού προς αυτή. Για τις λοιπές εταιρίες δεν γίνεται λόγος. Επομένως απομένει η προστασία που παρέχουν οι ως άνω διατάξεις των άρθρων, του αστικού δικαίου (57, 59, 914, 920, 932 ΑΚ) και με βάση αυτές οι άνω εταιρίες μπορούν να ζητήσουν χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αν με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικώς το εμπορικό τους μέλλον (ΑΠ 1483/2021, ΑΠ 718/2017 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης αυτής τα προσβαλλόμενα νομικά πρόσωπα πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ, να αναφέρουν ορισμένως ότι με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον, προσβολές από τις οποίες τους προκλήθηκε συγκεκριμένη υλική ζημία, την οποία πρέπει να επικαλούνται και να αποδεικνύουν με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο αίσθημα, αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής χωρίς αποδείξεις, αλλά σε μια συγκεκριμένη βλάβη που έχει υλική υπόσταση (ΑΠ 932/2019, ΑΠ 730/2015, ΑΠ 382/2011 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ, Α. Γεωργιάδη – Μ. Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, Κατ’ άρθρο ερμηνεία, τόμος IV, υπό άρθρο 932, κεφάλαιο ΙΙΙ, παρ. 13, σελ. 817). Θα πρέπει δηλαδή, το νομικό πρόσωπο για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης να επικαλείται και να αποδεικνύει συγκεκριμένη υλική ζημία (Γ. Γεωργιάδης, ΣΕΑΚ, τόμος Ι, άρθρο 932, αριθμ. 22) [ΤριμΕφΑθ 966/2022, ΤριμΕφΠειρ 327/2022, ΤριμΕφΠειρ 33/2021, ΤριμΕφΛαρ 85/2016, ΕφΘεσσαλ 604/2008, ΜονΕφΠειρ 352/2021 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ].
IV. Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αγωγή ζητείται χρηματική ικανοποίηση λόγω προσβολής της φήμης της ενάγουσας ως νομικού προσώπου. Σε αυτήν (αγωγή) αναφέρεται ότι από την επικαλούμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγόμενου επλήγη αορίστως η εμπορική της πίστη, η επαγγελματική της υπόληψη και γενικά το εμπορικό της μέλλον, χωρίς ωστόσο καμία αναφορά στο ότι η συμπεριφορά αυτή (του εναγόμενου) είχε ως αποτέλεσμα να υποστεί συγκεκριμένη βλάβη, που έχει υλική υπόσταση και κατά τον τρόπο αυτό ουδόλως αναφέρονται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν τη θετική και αποθετική ζημία της, έτσι ώστε να παρέχεται στον εναγόμενο η ευχέρεια της άμυνας και στο δικαστήριο η δυνατότητα ελέγχου του βάσιμου κατά νόμο αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ. 2, 118 εδ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ. Τα περιστατικά αυτά όμως, ήταν αναγκαία για το ορισμένο του αιτούμενου κονδυλίου της χρηματικής ικανοποίησης, όπως άλλωστε βάσιμα υποστήριζε πρωτοδίκως ο εναγόμενος (σελ. 21-22 των προτάσεών του), αφού, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην ως άνω μείζονα σκέψη, στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται η ηθική βλάβη, όπως στα φυσικά (πρόσωπα), σε ενδιάθετο συναίσθημα που ανάγεται στον εσωτερικό κόσμο και κρίνεται με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής, αλλά απαιτείται να έχει υλική υπόσταση. Συνεπώς, με βάση τις προδιαληφθείσες παραδοχές, απορριπτέα τυγχάνει η αγωγή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας (ad hoc ΤριμΕφΠειρ 327/2022, ΜονΕφΑθ 595/2024, ΜονΕφΠειρ 352/2021 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Το δε πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του (3908/2022) έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή και στη συνέχεια απέρριψε αυτήν ως ουσία αβάσιμη, ενώ ήταν απαράδεκτη λόγω αοριστίας, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου. Πρέπει επομένως, το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 522 ΚΠολΔ, εφόσον η εκκαλούσα (ενάγουσα) παραπονείται για την κατ’ ουσία απόρριψη της αγωγής, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως χωρίς ειδικό προς τούτο παράπονο το παραδεκτό και τη νομιμότητα αυτής, να την απορρίψει ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, αφού πρώτα εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, διότι δεν επιτρέπεται αντικατάσταση αιτιολογίας, δεδομένου ότι άγει σε διάφορο κατ’ αποτέλεσμα διατακτικό και στη συνέχεια, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, κατ’ άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ και δικαστεί, πρέπει η ένδικη αγωγή να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, γιατί η απόφαση αυτή είναι επωφελέστερη από την εκκαλουμένη και οι συνέπειες από την απόρριψη της αγωγής για το λόγο αυτό είναι διαφορετικές. Και τούτο διότι η απόρριψη της αγωγής ως ουσιαστικά αβάσιμης σε σχέση με την απόρριψή της ως απαράδεκτης ή μη νόμιμης, δημιουργεί διαφορά ως προς την εμβέλεια των αντικειμενικών ορίων του παραγόμενου δεδικασμένου και επιπλέον πρόκειται για επιτρεπτή εντός των ορίων των λόγων της έφεσης έρευνα του παραδεκτού και της νομιμότητας της αγωγής, χωρίς να χειροτερεύει η θέση του εκκαλούντος (ΑΠ 12/1992 ΕλλΔνη 34. 347, ΜονΕφΑθ 5209/2022 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Τέλος, πρέπει τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, διότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου, που εφαρμόστηκαν, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 179 εδ. α, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από την εκκαλούσα για την άσκηση της έφεσης (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../25-1-2023 έκθεση κατάθεσης του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στην τελευταία, καθότι η έφεσή της αυτή έγινε δεκτή, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της με αριθμό 3908/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη με αριθμό 3908/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 29-6-2020 με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2020 και ειδικό ……./2020 αγωγή.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του αναφερόμενου στο σκεπτικό παραβόλου στην εκκαλούσα.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 27 Αυγούστου 2025, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ