Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 555/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 555/2025

TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: …………….., ο οποίος απεβίωσε και η δίκη συνεχίζεται από τους καθολικούς διαδόχους του, σύζυγος και τέκνα και εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αυτού, 1) ………….., 2) ……….. και 3) ………….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Δήμητρα Περέογλου.

ΤΟΥ ΚΑΘΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: Δήμου Σαλαμίνας, νομίμως εκπροσωπούμενου με έδρα τη Σαλαμίνα επί ………., με ΑΦΜ …….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ματθαίο Χαλκιαδάκη

Ο αιτών με την από 6.2.2024 και με αριθμό ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2024 αίτησή του ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, ζητεί να οριστεί προσωρινή τιμή μονάδας και να αναγνωριστεί δικαιούχος της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση ακινήτου ιδιοκτησίας του. Στο μεταξύ η δίκη διακόπηκε λόγω θανάτου αυτού την 22.9.2024 και συνεχίζεται από την χήρα και τα τέκνα αυτού ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του. Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίστηκε για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οπότε η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο με αριθμό 23 και συζητήθηκε, αφού παραστάθηκαν οι διάδικοι, όπως παραπάνω αναφέρεται.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 35 ΑΚ και 62 ΚΠολΔ συνάγεται ότι ικανός να είναι διάδικος είναι αυτός που μπορεί να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, η ικανότητα δε αυτή, προκειμένου για φυσικό πρόσωπο, παύει να υπάρχει με το θάνατό του. Όπως δε προκύπτει και από την διάταξη του άρθρου 73 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο υποχρεούται και αυτεπάγγελτα να εξετάσει την συνδρομή της παραπάνω διαδικαστικής προϋποθέσεως. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 18 παρ. 5 ΚΑΑΑ-Ν. 2882/2001, στις δίκες των απαλλοτριώσεων «Διακοπή της δίκης δεν επιτρέπεται, μη εφαρμοζομένων των άρθρων 286 έως 292 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας». Διάφορο είναι το ζήτημα ότι οι κληρονόμοι ως ενδιαφερόμενοι και έχοντες εμπράγματα δικαιώματα δικαιούνται να ασκήσουν παρέμβαση σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας χωρίς καμία προδικασία σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 19 παρ.5 ΚΑΑΑ-Ν. 2882/2001 (ΕφΠειρ 711/2020 και ΕφΠειρ 600/2018 Ιστοσελίδα ΕφΠειρ).Ειδικότερα, κατά την ως άνω διάταξη, κάθε ενδιαφερόμενος (κατά την έννοια του άρθρ. 14§1 του ιδίου ως άνω νόμου) που δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή καθόλου να παραστεί κατά τη συζήτηση της αίτησης έχει δικαίωμα να παρέμβει στη δίκη και να γίνει διάδικος, χωρίς καμία προδικασία και κατάθεση προτάσεων, απλώς με δήλωσή του ενώπιον του δικαστηρίου, δηλαδή κατά τη συζήτηση της αίτησης, η οποία να περιέχει το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο και την κατοικία του ή, προκειμένου περί νομικού προσώπου, την επωνυμία και την έδρα του. Κατά την προαναφερόμενη διάταξη, η οποία ως ειδική, υπερισχύει των κοινών διατάξεων περί παρέμβασης του ΚΠολΔ (άρθρ. 79 επ. ΚΠολΔ), τίθενται δύο βασικές προϋποθέσεις, για να έχει κάποιος το δικαίωμα να παρέμβει σε κάθε στάδιο της διαδικασίας προσδιορισμού της αποζημίωσης, λόγω απαλλοτρίωσης, και δη: α) να είναι «ενδιαφερόμενος» και β) να μην έχει κλητευθεί νομίμως ή καθόλου να παραστεί κατά τη συζήτηση της αίτησης. Η έννοια του ενδιαφερομένου στην διαδικασία της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης προσδιορίζεται επακριβώς με το άρθρ. 14§1 του ως άνω Ν. 2882/2001, το οποίο ορίζει ότι διάδικοι στη δίκη προσδιορισμού αποζημίωσης δύνανται να είναι: α) ο υπόχρεος στην πληρωμή της αποζημίωσης, β) εκείνος υπέρ του οποίου κηρύχτηκε η απαλλοτρίωση και γ) εκείνος που αξιώνει κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο. Συνεπώς, όποιος συγκεντρώνει τις πιο πάνω προϋποθέσεις μπορεί να καταστεί διάδικος τόσο στη δίκη του προσδιορισμού της προσωρινής τιμής μονάδος αποζημίωσης (άρθρ. 19§1 Ν. 2882/2001) όσο και στη δίκη του οριστικού προσδιορισμού (άρθρ. 20 αυτού) και μάλιστα χωρίς καμία προδικασία, δηλαδή σύνταξη και κατάθεση δικογράφου, κοινοποίηση αυτού, χαρακτηρισμό του δικογράφου (ως αίτησης, παρέμβασης κ.λπ.), παρά μόνο με δήλωσή του, καταχωριζόμενη στα πρακτικά του δικαστηρίου και περιέχουσα τα προαναφερόμενα στοιχεία (άρθρ. 19§5). Με τη φράση «δικαιούται να παρέμβει» του άρθρ. 19§5 του Ν. 2882/2001 δεν χρησιμοποιείται ο όρος «παρέμβαση» με την αυστηρή δικονομική έννοια των κοινών διατάξεων των άρθρ. 79 επ. ΚΠολΔ, αλλά υποδηλώνει τον τρόπο με τον οποίο κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να καταστεί διάδικος στη διαδικασία του προσδιορισμού της αποζημίωσης, λόγω αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, γι’ αυτό και οι ως άνω διατάξεις ορίζουν όχι μόνο τους όρους και τις προϋποθέσεις της συμμετοχής στις εν λόγω δίκες, αλλά και τον τρόπο συμμετοχής σε αυτές, δηλαδή τη «δήλωση» του ενδιαφερομένου ενώπιον του δικαστηρίου, καταχωριζόμενη στα πρακτικά, χωρίς να αποκλείεται και η χρήση δικογράφου, ο χαρακτηρισμός του οποίου ως αίτησης, παρέμβασης ή δήλωσης δεν μεταβάλλει τους πιο πάνω όρους και προϋποθέσεις άσκησης, καθόσον πρόκειται για ένα ιδιαίτερο ένδικο βοήθημα, με το οποίο επιδιώκεται να εξασφαλισθεί η ευχερέστερη παρουσία των ενδιαφερομένων στη δίκη προσδιορισμού της αποζημίωσης, χωρίς τους όρους και προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρ. 79 επ. ΚΠολΔ για την κύρια και πρόσθετη παρέμβαση, στις οποίες ο ανωτέρω νόμος, καίτοι μεταγενέστερος του ΚΠολΔ, δεν παρέπεμψε. Συνεπώς για το παραδεκτό και νόμιμο της άσκησης της εν λόγω δήλωσης στις δίκες προσδιορισμού αποζημίωσης, λόγω απαλλοτρίωσης δεν απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων κατά τον ΚΠολΔ (άρθρ. 79§1), δηλαδή ο παρεμβαίνων να αντιποιείται ολόκληρο ή μέρος από το αντικείμενο της δίκης που εκκρεμεί ανάμεσα σε άλλους, ούτε να ασκείται με χωριστό δικόγραφο, ο δε παρεμβαίνων, ως ενδιαφερόμενος, κατά την έννοια του άρθρ. 14 Ν. 2882/2001, γίνεται κύριος διάδικος στη σχετική δίκη και δεν δημιουργείται μεταξύ αυτού και των αρχικών διαδίκων σχέση απλής ή αναγκαστικής ομοδικίας (βλ. ΑΠ 1178/2010, ΑΠ 478/2001 δημοσίευση Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ» επί των ομοίου περιεχομένου διατάξεων του ν.δ/τος 797/1971).
Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρ. 68 ΚΠολΔ, «δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον», δηλαδή ο ΚΠολΔ συνδέει τη νομιμοποίηση του διαδίκου προς το έννομο συμφέρον, το οποίο πρέπει να είναι άμεσο, δηλαδή να αναφέρεται σε υπαρκτές έννομες σχέσεις και όχι σε υποθετικές, και επιπλέον η ανάγκη δικαστικής προστασίας να είναι ενεστώσα. Τα πρόσωπα τα οποία έχουν άμεσο έννομο συμφέρον στη διαδικασία προσδιορισμού της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης, λόγω αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, και μπορούν να είναι διάδικοι, δηλαδή έχουν την εξουσία να διεξάγουν τη δίκη ενεργητικά ή παθητικά ή με άλλο τρόπο, όπως προαναφέρθηκε, ορίζονται στη διάταξη του άρθρ. 14§1 του Ν. 2882/2001, σύμφωνα με την οποία «ενδιαφερόμενοι, οι οποίοι δύνανται να ζητήσουν δικαστικώς τον προσωρινό ή οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως είναι α) ο υπόχρεος να καταβάλει την αποζημίωση, β) ο υπέρ ου κηρύχθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση και γ) όποιος αξιώνει κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο». Η κατά τα ανωτέρω νομιμοποίηση των διαδίκων στη δίκη προσδιορισμού της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης, η οποία ρυθμίζεται ειδικά από την ως άνω διάταξη, εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, κατά το άρθρ. 73 ΚΠολΔ, αν δε από την έρευνα αυτήν προκύψει ότι λείπει η προϋπόθεση της νομιμοποίησης, η αίτηση απορρίπτεται. Το δικαστήριο, ερευνώντας τη νομιμοποίηση του διαδίκου που αξιώνει (προβάλλει) κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο, θα ερευνήσει παρεμπιπτόντως, εκτιμώντας ελεύθερα τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία, το προβαλλόμενο εμπράγματο δικαίωμά του, που του παρέχει το δικαίωμα αποζημίωσης και το οποίο θεμελιώνει τη νομιμοποίησή του και δικαιολογεί το έννομο συμφέρον του για την κίνηση της διαδικασίας προσδιορισμού της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης, αλλά και της αναγνώρισης δικαιούχων (βλ. ΑΠ 1247/2007, ΑΠ 528/2005 δημοσίευση Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»). Κατά τη διάταξη του άρθρ. 254§1 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ. 2 του άρθρ. 1 του Ν. 4335/2015), το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση, με απόφαση, που μνημονεύει απαραιτήτως τα ειδικά θέματα, που αποτελούν αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης, η οποία θεωρείται συνέχεια της προηγούμενης. Κατά την έννοια της προαναφερθείσας διάταξης, η οποία εφαρμόζεται και στο Εφετείο [βλ. ΟλΑΠ 1285/1982 ΝοΒ 31 (1983). 219, ΑΠ 527/1985 ΝοΒ 34 (1986). 196, ΕφΘεσ 925/2000 Αρμ. 54. 1132, ΕφΑθ 9839/1995 ΕλλΔνη 37. 1099], η εξουσία του δικαστηρίου να διατάξει επανάληψη συζήτησης δεν υπόκειται σε περιορισμούς και, επομένως, έχει την εξουσία να διατάσσει την επανάληψη συζήτησης και προς προσκομιδή των αναγκαίων αποδεικτικών μέσων. Σημειωτέον ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρ. 254 του ΚΠολΔ εφαρμόζονται και στις ειδικές διαδικασίες (άρθρ. 591§1 ΚΠολΔ), αφού διαφορετικά θα ήταν αδύνατη η διάγνωση της ουσιαστικής αλήθειας, που είναι σημαντικότερη από την αρχή της οικονομίας της δίκης (πρβλ. ΜονΕφΠειρ 78/2020 και ΜονΕφΠειρ 291/2016 α’ δημοσίευση Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ» και -ειδικά για τη διαδικασία των απαλλοτριώσεων- πρβλ. ΕφΑθ 10092/1999 ΕλλΔνη 41. 1378 – 1379, ΕφΑθ 12925/1988 ΕλλΔνη 31. 881, ΕφΑθ 6806/1982 ΕλλΔνη 23. 360, ΕφΑθ 8116/1979 ΝοΒ 27. 1348, ΕφΑθ 2781/1978 ΑρχΝ 29. 348, καθώς επίσης Κ. Χορομίδη, «Αναγκαστική Απαλλοτρίωση”, έκδ. 2008, παρ. 129, αριθ. IIΙ, σελ. 968). (Εφ.Κερκ. 14/2022  ΤΝΠ Qualex)

Με την κρινόμενη αίτησή του ο αιτών ζητεί να καθορισθεί από το Δικαστήριο τούτο προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης στο ποσό των 220 ευρώ ανά τ.μ. για εδαφική έκταση ιδιοκτησίας του, που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Σαλαμίνας Αττικής στη θέση «…………» και απαλλοτριώθηκε αναγκαστικά, για την πράξη εφαρμογής του πολεοδομικού σχεδίου της περιοχής «…………» του Δήμου Σαλαμίνας Αττικής και να αναγνωριστεί δικαιούχος της προσδιορισθείσας αποζημίωσης. Περαιτέρω, με δήλωση που καταχωρήθηκε στα πρακτικά της δίκης κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο της σημερινής δικασίμου στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, καθώς και με τις κατατεθείσες προτάσεις τους, οι ……………….. διά της πληρεξούσιας δικηγόρου τους δήλωσαν ότι είναι νόμιμοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της απολειπόμενου αιτούντος ……………….., κάτοικου εν ζωή Σαλαμίνας Αττικής, συζύγου της πρώτης και πατέρα των λοιπών, ο οποίος απεβίωσε την 22-9-2024, μετά την άσκηση της υπό κρίσης αίτησης και πριν τη συζήτηση αυτής στο ακροατήριο κατά την εις την αρχή της αποφάσεως αναφερομένης δικάσιμο  και συνεχίζουν τη βιαίως διακοπείσα δίκη λόγω του θανάτου του, ως έχοντες σχετικό δικαίωμα με την ως άνω ιδιότητα τους, προσκομίζοντας, α) απόσπασμα της με αριθμό 39 τόμος 2 έτους 2024  ληξιαρχικής πράξης θανάτου του που έχει συντάξει ο Ληξίαρχος του Δήμου Σαλαμίνας  β) το υπ` αριθμ. πρωτ. ……/30-9-2024 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δήμου Σαλαμίνας του εν λόγω αποβιώσαντος, γ) το υπ’ αριθμ. …../2025 πιστοποιητικό περί μη δημοσιεύσεως διαθήκης του εν λόγω αποβιώσαντος του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών, δ) τα υπ` αριθμ. …./29.1.2025 2025 και ……/29.1.2025 πιστοποιητικά πιστοποιητικά περί μη αποποίησης της επαχθείσας κληρονομιάς από τους παρεμβαίνοντες. Όπως αναφέρθηκε ανώτερω, δεν εφαρμόζονται στη δίκη της απαλλοτρίωσης οι διατάξεις των άρθρων 286 έως 292 ΚΠολΔ για τη διακοπή της δίκης και τη συνέχιση αυτής από τους καθολικούς διαδόχους του αποβιώσαντος διαδίκου, η δε δήλωση αυτή των ως άνω εξ αδιαθέτου κληρονόμων, ενόψει και των εκτιθέμενων στις προτάσεις τους, εκτιμάται ως άσκηση κύριας παρέμβασης στη δίκη με αίτημα όμοιο με το αίτημα της (κύριας) αίτησης, δηλαδή τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης από την απαλλοτρίωση του επιδίκου ακινήτου και την αναγνώρισή τους ως δικαιούχων της αποζημίωσης, καθόσον οι κυρίως παρεμβαίνοντες είναι «ενδιαφερόμενοι» κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 1 περ. γ` του ως άνω κώδικα (Ν. 2882/2001), αφού ως νόμιμοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της αιτούντος, αξιώνουν δικαίωμα συγκυριότητας επί του επίδικου απαλλοτριούμενου ακινήτου και κατά νομική ακολουθία νομιμοποιούνται (ενεργητικώς) να παρέμβουν στη δίκη για τον απευθείας οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης από την απαλλοτρίωση και την αναγνώρισή τους ως δικαιούχων αυτής (αποζημίωσης) αντί του κληρονομούμενου.

Σε σχέση με την παρέμβαση αυτή, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, μεταξύ των διαδίκων στη δίκη για τον καθορισμό τιμής μονάδος είναι και αυτοί που αξιώνουν κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο, ισχυρισμός που αρκεί κατ’ αρχάς για τη νομιμοποίησή τους. Ωστόσο το Δικαστήριο ερευνά παρεμπιπτόντως τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται για το προβαλλόμενο εμπράγματο δικαίωμά τους, που τους παρέχει το δικαίωμα αποζημίωσης και το οποίο θεμελιώνει τη νομιμοποίησή τους και δικαιολογεί το έννομο συμφέρον τους για την κίνηση της διαδικασίας προσδιορισμού της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης αλλά και της αναγνώρισης δικαιούχου επ αυτής (βλ. ΕφΘεσ 439/2008 Αρμ. 2009. 671), δοθέντος ότι στη δίκη με το ανωτέρω αντικείμενο προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης με την οποία ζητείται η παροχή έννομης προστασίας είναι η ενεργητική νομιμοποίηση και το έννομο συμφέρον του διαδίκου, ζήτημα που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, κατ’ άρθρ. 73 ΚΠολΔ. Εν προκειμένω, μολονότι οι παρεμβαίνοντες επικαλούνται συγκυριότητα επί του επιδίκου με αιτία κληρονομική διαδοχή, και ζητού να  αναγνωριστούν δικαιούχοι της αποζημίωσης κατά το ποοστό συγκυριότητάς τους έκαστος, δεν προσκομίζουν το έγγραφο που αποδεικνύει εκτός από την κληρονομική τους ιδιότητα και την συγκυριότητά τους επί του επιδίκου, λόγω της κληρονομικής διαδοχής. Σημειώνεται δε σε σχέση με την αμέσως ανωτέρω σκέψη, ότι από τον συνδυασμό των άρθρων 1193, 1195 1198, 1199, 1710, 1846 και 1847 του ΑΚ σαφώς συνάγεται ότι: α) η ιδιότητα του κληρονόμου αποκτάται αυτοδικαίως μόλις γίνει η επαγωγή, στον καλούμενο όμως παρέχεται η ευχέρεια να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, η οποία αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της, και β) η ενώπιον συμβολαιογράφου αποδοχή της κληρονομίας και η μεταγραφή αυτής είναι αναγκαία μόνο προκειμένου ο κληρονόμος να αποκτήσει την κυριότητα των κληρονομιαίων ακινήτων. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 9 παρ.4 του ΚΑΑΑ, μετά τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης κατά το άρθρο 7 του ιδίου Κώδικα με βάση την τιμή, που καθορίσθηκε έπειτα από κλήτευση, κάθε εμπράγματο δικαίωμα επί του ακινήτου οποιουδήποτε τρίτου, είτε αυτός έλαβε μέρος είτε όχι, ακόμη και αν δεν κλητεύθηκε στη δίκη για τον καθορισμό της αποζημίωσης, μετατρέπεται σε ενοχική αξίωση επί της αποζημίωσης, που παρακατατέθηκε, ή κατά εκείνου, που εισέπραξε την αποζημίωση, ή κατά εκείνου, υπέρ του οποίου εκδόθηκε το χρηματικό ένταλμα πληρωμής. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων σαφώς προκύπτει ότι σε περίπτωση, κατά την οποία η αίτηση του κληρονόμου, με την οποία επιδιώκεται η αναγνώρισή του ως δικαιούχου της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση κληρονομιαίου ακινήτου, ασκείται μετά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης και την οριστική απώλεια της επ’ αυτού (ακινήτου) κυριότητας, δεν απαιτείται, για την ενεργητική νομιμοποίηση προς άσκησή της, συμβολαιογραφική δήλωση αποδοχής της κληρονομίας εκ μέρους του κληρονόμου και μεταγραφή της, καθόσον αυτή στερείται πλέον αντικειμένου, αλλά αρκεί η απόδειξη της ρητής ή σιωπηρής αποδοχής της κληρονομίας ή η παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης (ΑΠ 225/2000 ΕλΔνη 2000,975). Αντίθετα, εάν με την αίτηση του κληρονόμου επιδιώκεται η αναγνώριση αυτού ως δικαιούχου της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση κληρονομιαίου ακινήτου και δεν έχει συντελεστεί, η απαλλοτρίωση μέχρι το θάνατο του κυρίου του υπό απαλλοτρίωση ακινήτου, ο τελευταίος δεν απώλεσε, όσο ζούσε, την επ’ αυτού (ακινήτου) κυριότητα, η οποία μεταβαίνει στους εκ του νόμου ή εκ διαθήκης κληρονόμους του (άρθρο 1710 ΑΚ). Επομένως, στην περίπτωση αυτή, αντικείμενο της κληρονομίας τυγχάνει το υπό απαλλοτρίωση ακίνητο και όχι η περί τούτου αποζημίωση (ΕφΑθ 4201/1979 ΝοΒ 1980,1501), με συνέπεια για την ενεργητική νομιμοποίηση προς άσκηση της ανωτέρω αίτησης να πρέπει ο αιτών να επικαλεστεί πως έχει καταστεί κύριος του ως άνω ακινήτου, μετά από αποδοχή της κληρονομίας του δικαιοπαρόχου του και μεταγραφή αυτής (βλ. ΑΠ 171/2017 ΝΟΜΟΣ), ή την έκδοση κληρονομητηρίου και την μεταγραφή αυτού (ΑΠ887/2021 ΤΝΠ Νομος). Επισημαίνεται δε ότι, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ.1 και 3 του ΚΑΑΑ, η αναγκαστική απαλλοτρίωση συντελείται είτε με την καταβολή στον δικαστικώς αναγνωρισθέντα ή στον αληθινό δικαιούχο της αποζημίωσης, που προσδιορίστηκε προσωρινά ή οριστικά, είτε με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως γνωστοποίησης ότι η αποζημίωση, η δικαστική δαπάνη, καθώς και η αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων κατατέθηκε στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κατά το άρθρο 8 του ιδίου Κώδικα, είτε με την καταβολή της αποζημίωσης σε είδος, εφόσον ο δικαιούχος συναινεί σε αυτό με ειδική έγγραφη δήλωσή του. Εξάλλου, εάν υπόχρεος για την καταβολή της αποζημίωσης είναι Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α` ή Β` βαθμού, η αναγκαστική απαλλοτρίωση συντελείται και με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως γνωστοποίησης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ότι, κατ` εντολή και για λογαριασμό του υπόχρεου, παρακατέθεσε το ίδιο την αποζημίωση, την επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, καθώς και την αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων κατά τους όρους και τα αποτελέσματα, που ορίζονται στο ως άνω άρθρο 8. Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, μόνο από τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ο υπέρ ου η απαλλοτρίωση αποκτά την κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του ακινήτου, ενώ πριν καταβληθεί η οριστική ή η προσωρινή αποζημίωση διατηρούνται ακέραια όλα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και δεν επιτρέπεται η κατάληψη (άρθρο 7 παρ. 4 του ΚΑΑΑ). Για τους ανωτέρω λόγους, σε συνδυασμό με την υποχρέωση του Δικαστηρίου να ερευνά αυτεπάγγελτα την ενεργητική νομιμοποίηση και το έννομο συμφέρον κάθε διαδίκου, ώστε να καταστεί δυνατή η εκφορά κρίσης αναφορικά με το παραδεκτό του ενδίκου βοηθήματος που αυτός ασκεί, με όλες τις δικονομικές συνέπειες που αυτό συνεπάγεται, κρίνεται αναγκαία η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο, κατ’ εφαρμογή του άρθρ. 254 ΚΠολΔ, προκειμένου κατά τη νέα συζήτησή της να προσκομισθεί με επιμέλεια των παρεμβαινόντων η νομίμως μεταγεγραμμένη δήλωση περί αποδοχής από της επαχθείσας σε αυτούς κληρονομίας του ………………, κάτοικου εν ζωή Σαλαμίνας Αττικής, συζύγου της πρώτης και πατέρα των λοιπών, ο οποίος απεβίωσε την 22-9-2024, ή κληρονομητήριο, επίσης νομίμως μεταγεγραμμένο, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ με απόντα τον αιτούντα και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων την αίτηση και την προφορικά ασκηθείσα παρέμβαση

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση οριστικής απόφασης

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού σε μεταγενέστερη δικάσιμο, που θα ορισθεί με επιμέλεια οποιουδήποτε από τους διαδίκους, προκειμένου κατά τη νέα συζήτησή της να προσκομισθεί με επιμέλεια των παρεμβαινόντων, η νομίμως μεταγεγραμμένη δήλωση περί αποδοχής από της επαχθείσας σε αυτούς κληρονομίας του ………………., κάτοικου εν ζωή Σαλαμίνας Αττικής, συζύγου της πρώτης και πατέρα των λοιπών, ο οποίος απεβίωσε την 22-9-2024, ή κληρονομητήριο, επίσης νομίμως μεταγεγραμμένο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις ,  5/9/2025   χωρίς την παρουσία των διαδίκων, και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ