Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 560/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 560/2025

TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α) ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «………….), που εδρεύει στη ….. Αττικής, επί της ……….. με ΑΦΜ ………, νομίμως αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος υπό την ιδιότητά της ως εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων της ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…………”, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ………….., η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», που εδρεύει στη …… Αττικής, οδός ……… με ΑΦΜ ………., όπως εκπροσωπείται νόμιμα 2) ………, κατοίκου ………., οδός ……… με ΑΦΜ ……….. και 3) ………., κατοίκου ……. Αττικής, οδός …………με ΑΦΜ …………., οι οποίοι ήταν απόντες και δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

 Β) Της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας:  Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «…………….), που εδρεύει στη ………… Αττικής, επί της ………. με ΑΦΜ ………., νομίμως αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος ( απόφαση αριθμός 207/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος,  υπό την ιδιότητά της ως εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων της εταιρείας με την επωνυμία «……………..» που εδρεύει στη ……….., η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της  ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “……………..”, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ………., η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ελένη Ζαννιά, μέλους της Δικηγορικής Εταιρείας Νικόλαος Ανδρικόπουλος και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία.

ΥΠΕΡ: Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «…………….), που εδρεύει στη Νέα Σμύρνη Αττικής, επί της …….. με ΑΦΜ ………., νομίμως αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος υπό την ιδιότητά της ως εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων της ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…………”, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ……….., η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και

ΚΑΤΑ: 1) Της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……………..», που εδρεύει στη ……… Αττικής, οδός ………., με ΑΦΜ …….., 2) …………., κατοίκου …….., οδός ……… με ΑΦΜ ……. και 3) ………., κατοίκου ……… Αττικής, οδός ………με ΑΦΜ ………., οι οποίοι ήταν απόντες και δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Οι ανακόπτοντες και νυν εφεσίβλητοι- καθ΄ ων η πρόσθετη παρέμβαση άσκησαν ενώπιον του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  25.9.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2018) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ  3265/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η  καθ΄ ης η ανακοπή και ήδη  υπό στοιχ Α εκκαλούσα-υπό στοιχ Β υπερ ης η πρόσθετη παρέμβαση με την από 23.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………/2019- ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ …………./2021) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά αυτή της 6.10.2022,οπότε η συζήτησή της αναβλήθηκε για την δικάσιμο της 5.10.2023, κατά την οποία η υπόθεση δεν εισήχθη προς συζήτηση λόγω ανωτέρας βίας, συνιστάμενης στη διενέργεια των δημοτικών εκλογών της 8.10.2023. Εν συνεχεία η συζήτηση της  υπόθεσης επαναπροσδιορίστηκε αυτεπαγγέλτως βάσει της με αρ. 81/2023 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Δικαστηρίου αυτού, κατ΄εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 260 παρ.4 ΚΠολΔ, για την δικάσιμο της 7.3.2024 οπότε η συζήτησή της αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, δικάσιμο. Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η ήδη υπό στοιχ Β προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία κατέθεσε την από  20.3.2024 με (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2024) πρόσθετη παρέμβαση, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε επίσης η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο με αριθμούς 16 και 13 και συζητήθηκαν.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της προσθέτως παρεμβαίνουσας αφού έλαβε τον λόγο από την Δικαστή, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγονται για συζήτηση: α) μετ’ αναβολή από το πινάκιο κατά τις διατάξεις των άρθρων 226 παρ.4 και 498 παρ.2 ΚΠολΔ από την αρχικά  ορισθείσα δικάσιμο της 6.10.2022, για την δικάσιμο της 5..10.2023, κατά την οποία η υπόθεση δεν εισήχθη προς συζήτηση λόγω ανωτέρας βίας, συνιστάμενης στη διενέργεια των δημοτικών εκλογών της 8.10.2023. Εν συνεχεία η συζήτηση της  υπόθεσης επαναπροσδιορίστηκε αυτεπαγγέλτως βάσει της με αρ. 81/2023 του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Δικαστηρίου αυτού, κατ΄εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 260 παρ.4 ΚΠολΔ, για την δικάσιμο της 7.3.2024 και μετά από αναβολή για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η από 23.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………./2019- ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………./2021) έφεση της εταιρείας …………… υπό την ιδιότητά της ως εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων της ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…………..” προς εξαφάνιση της 3265/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), που δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την από 25.9.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2018) ανακοπή, των ανακοπτόντων και ήδη εφεσίβλητων, δέχθηκε αυτή και ακύρωσε την με αριθμό ……/2018 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και β) η από 20.3.2024 με (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2024) αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της ανώνυμης εταιρείας Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «………..,  υπό την ιδιότητά της ως εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων της εταιρείας με την επωνυμία «…………..)» που εδρεύει στη ……….., ειδικής διαδόχου της παραπάνω εκκαλούσας σε απαιτήσεις για τις οποίες η ανωτέρω τράπεζα προέβη στην έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής προκειμένου να γίνει δεκτή η παραπάνω έφεση.  Η ως άνω έφεση και η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να συνεκδικασθούν σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 παρ.1, 80, 31 ΚΠολΔ κατά την ίδια ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, ως πρωτοδίκως κατ’ άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ από το παρόν αρμόδιο κατ’ άρθρο 19 περ.α’ ΚΠολΔ Δικαστήριο. Κατά την εκφώνηση της πρόσθετης παρέμβασης και της έφεσης από τη σειρά τους στο οικείο πινάκιο ως προς την πρόσθετη παρέμβαση παρέστη μόνο η προσθέτως παρεμβαίνουσα ενώ οι λοιποί διάδικοι δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.  Από τις προσκομιζόμενες από την προσθέτως παρεμβαίνουσα υπ’ αρ. …………. /26.3.2024 εκθέσεις  επίδοσης της δικ. επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………. και υπ’ αρ…………../26.3.2024  έκθεση επίδοσης της δικ. επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……….., αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της ως άνω πρόσθετης παρέμβασης με πράξη ορισμού της δικασίμου που στην αρχή της παρούσας αναφέρεται (3.4.2025) και κλήση σε αυτούς για συζήτηση επιδόθηκε με επιμέλεια της προσθέτως παρεμβαίνουσας αντίστοιχα στην υπέρ ης και στους καθ’ων η πρόσθετη παρέμβαση νόμιμα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 126 παρ.1γ, 129 παρ.1 ΚΠολΔ (για την υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση) και 124 παρ.2, 128 παρ.1 και 4 ΚΠολΔ (με θυροκόλληση για τους καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση) κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 591 παρ.1β και 7 ΚΠολΔ. Επίσης η προσθέτως παρεμβαίνουσα προσκομίζει σε ακριβές φωτοτυπικό αντίγραφο τις με αριθμούς …., …. και …../29.6.2021 εκθέσεις επίδοσης της δικ. Επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………….., από τις οποίες προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση εφέσεως με πράξη ορισμού της αρχικής δικασίμου (6.10.2022) και κλήση σε αυτούς για συζήτηση επιδόθηκε με επιμέλεια της εκκαλούσας τράπεζας στους εφεσίβλητους νόμιμα κατ’ άρθρο 124 παρ.2 και 128 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 ίδιου Κώδικα, οπότε με τις εκ του πινακίου αναβολές της υπόθεσης στις δικασίμους της 6.10.22 και 7.3.2024 και τον επαναπροσδιορισμό της υπόθεσης μετά την απόσυρσή της, θεωρείται πλασματικά ότι υπάρχει κλήτευση των διαδίκων να παραστούν στη συζήτηση της έφεσης.

Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, συνεπώς για πρώτη φορά και ενώπιον του εφετείου, περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων έφεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1, 215 παρ. 1  και 591 παρ.1β’ ΚΠολΔ, προκύπτει, ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την επίδοση αυτής στους διαδίκους, χωρίς την οποία (επίδοση σε όλους τους διαδίκους) δεν ολοκληρώνεται η άσκησή της, με συνέπεια την απόρριψη της ως απαράδεκτης (ΟλΑΠ 28/2007 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 267/2021 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 555/2019 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 86/2018 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 502/2011 στην ΤΝΠ Νόμος). Η επίδοση της πρόσθετης παρέμβασης, στην περίπτωση που ασκείται για πρώτη φορά στο εφετείο, στο πλαίσιο εκδίκασης έφεσης, πρέπει να γίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 524 παρ.1 και 591 παρ. 1 περ. β` ΚΠολΔ, σε όλους τους μέχρι την άσκησή της διαδίκους, τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από τη συζήτηση, η οποία ορίζεται υποχρεωτικά κατά την ημερομηνία συζήτησης της κύριας υπόθεσης. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με αυτήν μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που, είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της (ΟλΑΠ 28/2007, ο.α., ΑΠ 1143/2019 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 396/2018 στην ΤΝΠ Νόμος), ως τρίτος δε, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υπόθεσης. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, «Αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78». Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος, με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται, κατά πλάσμα δικαίου, ως αναγκαίος ομόδικος, με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 1078/2022 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1102/2022 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1553/2022 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 883/2021 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1188/2021 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 267/2021, ο.α.). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθμό 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 1078/2022, ο.α., ΑΠ 1102/2022, ο.α., ΑΠ 1553/2022, ο.α., ΑΠ 783/2021, ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 784/2021, ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1088/2020, ΤΝΠ Νόμος). Για το χαρακτηρισμό της παρέμβασης ως αυτοτελούς αρκεί καταρχήν ο ισχυρισμός του παρεμβαίνοντος περί διαδοχής, ο οποίος βασίζεται σε κατάλληλο, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, πραγματικό γεγονός, το οποίο όμως σε περίπτωση αμφισβήτησης πρέπει να αποδεικνύεται (ΜονΕφΑΘ 121/2022, ο.α., ΕφΑΘ 481/2022 στην ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 128/2021 στην ΤΝΠ Νόμος). Επίσης, από την συνδυασμένη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 1, 5-6, 8-9, 14 και 16 του ν. 3156/2003 «Ομολογιακά δάνεια, Τιτλοποίηση απαιτήσεων από ακίνητα και άλλες διατάξεις» και 1 παρ. 1 περ. α`-δ`, 2 παρ. 1-3 και 4 και 3 του ν. 4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κλπ», όπως ισχύουν, συνάγεται, ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π.) έχουν την κατ` εξαίρεση νομιμοποίηση του άρθρου 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015, προς άσκηση κάθε ένδικου βοηθήματος και κάθε άλλης δικαστικής ενέργειας προς είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, ανεξάρτητα από το ειδικότερο νομικό πλαίσιο, με βάση το οποίο συντελείται η μεταβίβαση των υπό διαχείριση απαιτήσεων, δηλαδή ακόμη και όταν η μεταβίβαση των απαιτήσεων και η ανάθεση της διαχείρισής τους στις εν λόγω εταιρείες συντελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3156/2003 για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων (ΟλΑΠ 1/2023, ΤΝΠ Νόμος). Οι συνέπειες της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ως προς την διαδικαστική θέση του αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνοντα είναι, μεταξύ άλλων, η εκπροσώπησή του κατά την απουσία του από τον υπέρ ου η παρέμβαση και αντίστροφα, εφόσον υφίσταται νόμιμη κλήτευση συμμετοχής στη δίκη ή προσεπίκλησή του ή μετέχει νόμιμα στη δίκη (ΜονΕφΑΘ 2962/2022, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΑΘ 121/2022, ο.α., ΜονΕφΑΘ 349/2021, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΑΘ 3214/2021, ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 168/2020, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΘεσ 982/2021, ΤΝΠ Νόμος, Β. Βαθρακοκοίλης, ΕρμΚΠολΔ, Τόμος Α’, άρθρο 76, αριθμ. 13 και 79, σελ. 516 και 536, Μ. Μαργαρίτης – Αντ. Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, έκδοση 2η, άρθρο 76, αριθμ. 16 και 19, σελ. 164). Επομένως, λόγω της δημιουργούμενης αναγκαστικής ομοδικίας, για τους ομοδίκους που απουσιάζουν, δεν επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας, αλλά αυτοί, σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 1 εδ. τελ ΚΠολΔ, αντιπροσωπεύονται από τους παριστάμενους ομοδίκους τους, για αυτό και η απόφαση που εκδίδεται είναι κατ’ αντιμωλία απόφαση ως προς όλους τους ομοδίκους και η διαδικασία διεξάγεται σαν να ήταν παρών και ο απών αναγκαίος ομόδικος (ΑΠ 1343/2022, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΑΘ 2962/2022, ο.α., ΜονΕφΑΘ 3572/2021, ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑΘ 4499/2021, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΘεσ 49/2022, ο.α., ΜονΕφΛαρ 187/2022, ΤΝΠ Νόμος). Η αντικειμενική όμως ενέργεια των διαδικαστικών πράξεων των αναγκαίων ομοδίκων, που καθιερώνεται κατά βάση από τη διάταξη του άρθρου 76 ΚΠολΔ, αφορά μόνο εκείνους που κατέστησαν πράγματι ομόδικοι (Ν. Νικάς στην ΕρμΚΠολΔ, Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, Τόμος I, άρθρο 76, αριθμ. 6, σελ. 177) και προϋποθέτει, όπως προαναφέρθηκε, νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση όλων των ομοδίκων σε κάθε συζήτηση επί ποινή απαραδέκτου της τελευταίας ως προς όλους (ΕφΑΘ 6399/2006, ΕλλΔνη 2008.551, ΕφΑΘ 12016/1995, ΕλλΔνη 1997.686, ΜονΕφΠειρ 173/2023, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ 172/2015, ΤΝΠ Νόμος, ΕφΛαρ 56/2019, Δικ/φία 2019.280, ΕφΛαρ 166/2019, ΤΝΠ Νόμος). Ο προσθέτως παρεμβαίνων δικαιούται, σύμφωνα με το άρθρο 82 ΚΠολΔ, να επιχειρεί κάθε διαδικαστική πράξη προς το συμφέρον του υπέρ ου παρενέβη. Συγκεκριμένα, έχει δικαίωμα, μεταξύ άλλων, να επισπεύδει τη δίκη, να καταθέτει προτάσεις, να χρησιμοποιεί μέσα επίθεσης και άμυνας προς υποστήριξη των αιτήσεων του υπέρ ου, προτείνοντας στο πλαίσιο αυτό ενστάσεις, να επικαλείται και να προσάγει μέσα απόδειξης, να υποβάλει αιτήσεις, να ασκεί ένδικα μέσα και για τις διατάξεις που αφορούν την κύρια υπόθεση, να αναπληρώνει παραλείψεις του υπέρ ου η παρέμβαση προς αποτροπή δυσμενών συνεπειών (προερχόμενων π.χ. από την ερημοδικία του τελευταίου) και να αναλαμβάνει τη δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 85 ΚΠολΔ. Επίσης, οι διαδικαστικές πράξεις του αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνοντος έχουν αντικειμενική ενέργεια και δεσμεύουν τον αδρανούντα υπέρ ου η παρέμβαση (Ν. Νικάς στην ΕρμΚΠολΔ, Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, Τόμος I, άρθρο 82, αριθμ. 1, σελ. 191-192 και άρθρο 83, αριθμ. 3, σελ. 194, Β. Βαθρακοκοίλης, ΕρμΚΠολΔ, Τόμος Α`, άρθρο 82, αριθμ. 3, 6, 9 και 18, σελ. 580-583). Εξάλλου, κατά το άρθρο 274 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ.1 ΚΠολΔ και στην επί της εφέσεως δίκη «Αν εκείνος που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση λάβει μέρος κανονικά στη δίκη, τότε: α) αν δεν λάβουν μέρος κανονικά στη δίκη και οι δύο αρχικοί διάδικοι ή ο αντίδικος εκείνου, υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του αντιδίκου εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 271 και 272…». Ως μη κανονική συμμετοχή των διαδίκων ενώπιον του εφετείου νοείται, μεταξύ άλλων, είτε η μη εκπροσώπησή τους στη δίκη από ή με δικηγόρο είτε η μη κατάθεση προτάσεων (άρθρα 94 παρ 1 και 2, 115 παρ. 3 ΚΠολΔ), στην περίπτωση δε αυτή θεωρούνται δικονομικά απόντες και δικάζονται ερήμην (ΑΠ 1735/2010, ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑΘ 407/2012, ΕλλΔνη 2012.1074, ΕφΑΘ 5267/2007, ΕλλΔνη 2008.564, ΜονΕφΠειρ 173/2023, ο.α., ΕφΠειρ 381/2013, ΤΝΠ Νόμος). Σύμφωνα, επομένως, με τη διάταξη του άρθρου 274 παρ. 2 περ. β` ΚΠολΔ, σε περίπτωση που παρίσταται ο προσθέτως παρεμβαίνων, αλλά απουσιάζει ο υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση, η συζήτηση της υπόθεσης γίνεται ερήμην του μεταξύ του προσθέτως παρεμβαίνοντος και του αντιδίκου του υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση, εκτός εάν έχει ασκηθεί αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, κατά την έννοια του άρθρου 83 ΚΠολΔ, οπότε, λόγω της επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, ο τελευταίος, σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 1 εδ. τελ ΚΠολΔ, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από τον παριστάμενο παρεμβαίνοντα – ομόδικο του. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι η εφαρμογή του άρθρου 274 παρ. 2 ΚΠολΔ προϋποθέτει εγγραφή στο πινάκιο τόσο της κύριας υπόθεσης, όσο και της πρόσθετης παρέμβασης και συνεκφώνησης αυτών, ώστε τελικά να συνεκδικαστούν (ΤριμΕφΑθ 3663/2024 στην ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ 193/2023, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ 160/2022, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ 673/2022, ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ.4 ΚΠολΔ, σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσίβλητου ως προς την έφεση, η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών.

Στην προκειμένη περίπτωση, η προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη εταιρεία ασκεί την υπό κρίση πρόσθετη παρέμβαση, όπως διαλαμβάνει στο σχετικό δικόγραφο, με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία “……….”, η οποία φέρεται ότι κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» ως προς την επίδικη απαίτηση, μετά την άσκηση της ένδικης ανακοπής και την επελθούσα εκκρεμοδικία. Όπως προκύπτει από τα προσαγόμενα και επικαλούμενα από την προσθέτως παρεμβαίνουσα έγγραφα η ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία με την επωνυμία «…………….» δυνάμει της από 21.12.2018 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, αντίγραφο της οποίας έχει νόμιμα καταχωρηθεί στο Δημόσιο βιβλίο του Ν.2844/2000, στο Ενεχυροφυλάκειο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …./21.12.2018  μεταβίβασε στην εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…….», μεταξύ άλλων και την απαίτηση που αφορούσε την πρώτη εφεσίβλητη, με αριθμό λογαριασμού …………….., όπως προκύπτει από απόσπασμα του παραρτήματος της ως άνω σύμβασης μεταβίβασης που έχει καταχωρηθεί με αριθμό πρωτοκόλλου …. στον τόμο …. με α.α. ….. στο Ενεχυροφυλάκειο Αθηνών. Ο ως άνω λογαριασμός όπως προκύπτει από την συγκριτική επισκόπηση του αποσπάσματος του παραρτήματος και την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής τηρούνταν για τις απαιτήσεις της Τράπεζας  που απορρέουν από την υπ’ αρ. …./30.8.2010 σύμβαση πίστωσης με ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό και την …./26.3.2009 σύμβαση ανοιχτού επιχειρηματικού δανείου «….. ανοικτό»/24.7.2009 σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου, που αποτελεί αντικείμενο της εκκρεμούς δίκης. Περαιτέρω η διαχείριση των απαιτήσεων που μεταβιβάσθηκαν στην εταιρεία ειδικού σκοπού ανατέθηκε αρχικά δυνάμει της από 29.11.2018 μεταβατικής σύμβασης διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, και εν συνεχεία δυνάμει της από 21.12.2018 ιδιωτικής σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων, στην προσθέτως παρεμβαίνουσα, η οποία ανέλαβε την διαχείριση των απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν στην ως άνω αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού δυνάμει της από 21.12.2021 σύμβασης που καταχωρήθηκε στο Ενεχυροφυλάκειο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου ……/21.12.2018. Συνεπεία των ανωτέρω η εταιρεία αυτή ως μη δικαιούχος διάδικος και διαχειρίστρια των προαναφερόμενων απαιτήσεων, έχει έννομο συμφέρον και παρεμβαίνει αυτοτελώς υπέρ της αρχικής διαδίκου τράπεζας. Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, πρόκειται για αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, η οποία δημιουργεί επιγενόμενη αναγκαστική ομοδικία μεταξύ της αρχικής δικαιούχου των απαιτήσεων εκκαλούσας τράπεζας και της προσθέτως παρεμβαίνουσας, με αποτέλεσμα, παριστάμενη η τελευταία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου να αντιπροσωπεύει και την απολιπόμενη εκκαλούσα τράπεζα κατ’ άρθρο 76 παρ. 1 εδ. τελ ΚΠολΔ, η οποία έτσι δεν δικάζεται ερήμην και δεν εφαρμόζεται ως προς την έφεση λόγω και της ερημοδικίας της εφεσίβλητης το άρθρο 260 ΚΠολΔ.

Η εκκαλούσα, που εκπροσωπείται στην παρούσα δίκη, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, από την προσθέτως παρεμβαίνουσα,  με την έφεσή της για τον αναφερόμενο σ’ αυτήν λόγο, που ανάγεται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων ζητεί την εξαφάνισή της εκκαλουμένης και την απόρριψη της ανακοπής των εφεσίβλητων. Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 3265/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έχει ασκηθεί νόμιμα (άρθρα 495 παρ·1 και 2, 499, 511, 513 παρ- 1 περ.β, 516 παρ.1, 517 και 520 παρ. 2 KΠολΔ) από την πρωτοδίκως ηττηθείσα καθής η ανακοπή και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 518 παρ. 2,καθώς ούτε από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει, ούτε η παριστάμενη διάδικος επικαλείται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, που δημοσιεύθηκε την 18.9.2019 ενώ η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε με την κατάθεσή της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 24.10.2019. Εισάγεται δε αρμόδια προς συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό (άρθρο 19 KΠολΔ). Επιπλέον με την κατάθεση της έφεσης έχει καταβληθεί το κατ’ άρθρο 495 παρ· 3 KΠολΔ ηλεκτρονικό παράβολο Δημοσίου με κωδικό ………….., σε συνδυασμό με την αυθημερόν απόδειξη εξόφλησης της ………….. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και  να εξεταστεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ώστε να κριθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 532, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επομένως, οι εφεσίβλητοι, πρέπει να δικασθούν ερήμην αλλά η διαδικασία προχωρά σαν να ήταν και αυτοί παρόντες (άρθρο 524 παρ. 4 εδάφ. α` του KΠολΔ), οριζομένου παράβολου ερημοδικίας για την περίπτωση που ασκήσουν ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης. Σημειώνεται ότι η προσθέτως παρεμβαίνουσα  προσκομίζει σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 4 KΠολΔ αντίγραφο των προτάσεων που κατέθεσαν πρωτόδικα οι εφεσίβλητοι και η εκκαλούσα .

Με τον τρίτο λόγο της ανακοπής τους, οι ανακόπτοντες και ήδη εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ότι η νομιμοποίηση της εκκαλούσας-αιτούσας την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, βασίστηκε στο από 2.10.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό που συνήφθη μεταξύ της εκκαλούσας και της δανείστριάς τους Τράπεζας, με το οποίο η τελευταία ανέθεσε την διαχείριση των τραπεζικών συμβάσεων που αναφέρονται στο παράρτημα του παραπάνω συμφωνητικού στην εκκαλούσα. Ότι από την επισκόπηση του ως άνω παραρτήματος προκύπτει ότι δεν περιλαμβάνεται σε αυτό η με αριθμό ……/2010 επίδικη σύμβαση πίστωσης , με αποτέλεσμα να μην έχει ανατεθεί η διαχείριση της συγκεκριμένης απαίτησης στην εκκαλούσα και η τελευταία να μην νομιμοποιείται στην αίτηση για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε σε σχέση με τον ως άνω λόγο ανακοπής τα ακόλουθα: Δυνάμει της υπ’αριθ. ……/30-8-2010 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, η οποία συμπληρώθηκε με το από 30-8-2010 υπ’ αριθ. …. πρόσθετο σύμφωνο σύμβασης επιχειρηματικού δανείου κεφαλαίου κίνησης μονιμότερου χαρακτήρα «…… ρευστότητα» σε συνδυασμό με το από 30-8-2010 πρόσθετο σύμφωνο με το οποίο εντάσσεται στον ως άνω αλληλόχρεο λογαριασμό οποιαδήποτε απαίτηση εκ της προγενέστερης υπ’ αριθμ. …./26-3-2009 σύμβασης επιχειρηματικού ανοικτού δανείου και την από 19-11-2009 πράξη μεταβολής ύψους πίστωσης συνήφθη στην Νίκαια Αττικής, μεταξύ της τότε δανείστριας τράπεζας με την επωνυμία «……..» και της πρώτης των ανακοπτόντων ως δανειολήπτριας σύμβαση με την οποία χορηγήθηκε σ’ αυτήν δάνειο για τις ανάγκες της εμπορικής της δραστηριότητας, ποσού 180.000 ευρώ, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και συμφωνίες, που περιέχονται στην σύμβαση, ενώ οι δεύτερος και τρίτος των αιτούντων εγγυήθηκαν ανεπιφύλακτα προς την τράπεζα την εμπρόθεσμη εξόφληση του δανείου. Στη συνέχεια η ανωτέρω τραπεζική εταιρία συγχωνεύθηκε δι’ απορροφήσεως από την «………………», η οποία κατέστη έτσι καθολική διάδοχος της ……… κατ’ αρ. 75 του ν. 2190/1920. Στη συνέχεια κατόπιν της από 7-1-2016 εξώδικης καταγγελίας της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας «……….», που επιδόθηκε στους ανακόπτοντες, λόγω μη κανονικής εξυπηρέτησης του δανείου, καταγγέλθηκε η πάνω σύμβαση και έκλεισαν οι λογαριασμοί εξυπηρέτησής της. Ακολούθως κατόπιν αιτήσεως της καθ’ ης εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ……./2018, διαταγή πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία υποχρεώθηκαν οι ανακόπτοντες να καταβάλλουν εις ολόκληρον ο καθένας στην καθ’ ης το ποσό των 225.039,63 ευρώ,
εντόκως με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από 1-1-2016 μέχρις εξοφλήσεως, των τόκων κεφαλαιοποιούμενων και ανατοκιζόμενων ανά εξάμηνο καθώς και 4,797,60
ευρώ ως δικαστική δαπάνη. Σύμφωνα με το περιεχόμενο του προσκομιζόμενου από 2-10-2017 ιδιωτικού συμφωνητικού που μνημονεύεται στην υπ’ αριθ. ……../2018 προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, μετά τη λήξη της επίδικης σύμβασης, η δικαιούχος της απαίτησης …………… μεταβίβασε στην καθ’ ής την
διαχείριση απαιτήσεών της από ορισμένα δάνεια και πιστώσεις. Όπως συνάγεται ωστόσο από το περιεχόμενο της κρινόμενης διαταγής πληρωμής, προκειμένου η καθ’ ης να αποδείξει την νομιμοποίησή της ως διαδίκου μη δικαιούχου της απαίτησης προσκόμισε το από 2-10-2017 ιδιωτικό συμφωνητικό που αφορά στη διαβίβαση των προσωπικών δεδομένων των δανείων των δανειοληπτών, που αναφέρονται στο παράρτημα της σύμβασης, ώστε να μπορεί τούτη να παράσχει τις υπηρεσίες της μνημονευόμενης από 22-3-2017 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, που θα ανατίθενται εκάστοτε από την δικαιούχο της απαίτησης ………………. στην καθ ής διαχειρίστρια, χωρίς ωστόσο να προκύπτει από το εν λόγω παράρτημα ότι ανέλαβε τούτη την διαχείριση και της επίδικης σύμβασης που αφορά την πρώτη των ανακοπτόντων δανειολήπτρια, εκ του οποίου και μόνο αποδεικνύεται ότι η καθ΄ής ανέλαβε την διαχείριση των απαιτήσεων της δικαιούχου τράπεζας από το συγκεκριμένο δάνειο. Από την κρινόμενη διαταγή πληρωμής δεν προκύπτει εγγράφως ότι μεταβιβάστηκε και η διαχείριση του συγκεκριμένου δανείου της πρώτης των ανακοπτόντων στην καθής, ώστε να δύναται η τελευταία νόμιμα να αιτηθεί ως μη δικαιούχος της απαίτησης διάδικος την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Ωστόσο τόσο η απαίτηση, όσο και η νομιμοποίηση του μη δικαιούχου της απαίτησης διαδίκου, που ζητεί την έκδοση της διαταγής πληρωμής, ως διαχειριστής αυτής εκ της από 2-10-2017 συμβάσεως δυνάμει του άρθρου 2 παρ. 4 του ν. 4354/2015 πρέπει να αποδεικνύονται εγγράφως, διαφορετικά παραμένει αμφιβολία ως προς την ενεργητική νομιμοποίηση της καθ’ ης, για την υποβολή της αίτησης προς έκδοση της διαταγής πληρωμής, χωρίς τούτο να συνιστά ανεπίτρεπτη αμφισβήτηση της εγκυρότητας της έννομης σχέσης της καθ ής με τη δικαιούχο της απαίτησης ………. ως εσφαλμένα διαλαμβάνεται στις προτάσεις της. Εξάλλου το ότι η καθ’ ής προσκόμισε το υπ’ αριθμ. ………./2-10-2017 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………….. με το οποίο η δικαιούχος της απαίτησης ………. διόρισε εντολοδόχο της την αιτούσα την διαταγή πληρωμής, ώστε να δύναται να αιτηθεί την έκδοση διαταγών πληρωμής για τα δάνεια που εξειδικεύονται εκάστοτε με έγγραφο συμφωνητικό, δεν σημαίνει ότι εκλείπει η απαίτηση του νόμου για την έγγραφη απόδειξη ότι η αιτούσα διαχειρίζεται και το συγκεκριμένο δάνειο, που της ανατέθηκε προκειμένου να δύναται να αιτηθεί νόμιμα την έκδοση διαταγής πληρωμής και συνεπώς απαιτείται να προκύπτει τούτο από το προσκομιζόμενο παράρτημα του από 2-10-2017 ιδιωτικού συμφωνητικού, γεγονός που όπως αναφέρθηκε δεν προέκυψε. Με τις σκέψεις αυτές η εκκαλουμένη απόφαση έκανε δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε την  υπ’ αριθ………./2018 διαταγή πληρωμής του Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου. Με την κρινόμενη έφεσή της η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι κατά εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, έγινε δεκτός ο ως άνω λόγος ανακοπής επειδή δυνάμει των προαναφερθέντων εγγράφων ήτοι του από 2.10.2017 ιδιωτικού συμφωνητικού, του παραρτήματος αυτού και του υπ’ αριθμ. …../2-10-2017 συμβολαιογραφικού πληρεξούσιου ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., της έχει ανατεθεί από την Τραπεζική Εταιρεία με την επωνυμία «…………….», μεταξύ άλλων και η διαχείριση της επίδικης απαίτησης. Σημειώνεται ότι η εκκαλουμένη απόφαση δεν βάσισε την έλλειψη νομιμοποίησης της εκκαλούσας στην ακαταλληλότητα ή την ανεπάρκεια των νομιμοποιητικών της εγγράφων εν γένει, καθώς η σύμβαση διαχείρισης νόμιμα καταχωρημένη επαρκεί για την νομιμοποίηση αυτής, αλλά στο ότι η επίδικη σύμβαση πίστωσης δεν συμπεριλαμβάνεται στο παράρτημα που αναφέρει τις συμβάσεις των οποίων η διαχείριση ανατέθηκε στην εκκαλούσα. Επί της κρίσης αυτής η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι με την επίδικη σύμβαση της ανατέθηκε η διαχείριση και της επίδικης απαίτησης, χωρίς όμως να παραθέτει τα στοιχεία με τα οποία αυτή αναφέρεται στο παράρτημα του από 2.10.2017 ιδιωτικού συμφωνητικού, αριθμό σύμβασης, αριθμό λογαριασμού, ούτε σε ποιο σημείο του παραρτήματος που αποτελείται από 40 φύλλα βρίσκεται η καταγραφή αυτής. Σημειώνεται ότι στο παράρτημα που προσκομίζεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου δεν περιλαμβάνονται τα ονόματα των οφειλετών τους οποίους αφορούν οι συμβάσεις η διαχείριση των οποίων ανατέθηκε στην εκκαλούσα. Επομένως η τελευταία δεν αμφισβητεί αιτιολογημένα την κρίση της εκκαλουμένης απόφασης, περί του ότι η διαχείριση της επίδικης σύμβασης δεν έχει ανατεθεί στην εκκαλούσα. Σε αντίθετο συμπέρασμα δεν μπορεί να οδηγηθεί το παρόν Δικαστήριο από το προσκομιζόμενο ενώπιόν του παράρτημα, το οποίο αποτελείται από 40 φύλλα με εγγραφές και στις δυο όψεις, που έχουν κατανεμηθεί σε 13 στήλες, χωρίς να προσδιορίζεται σε τι αναφέρεται έκαστη εξ αυτών, στις οποίες αποτυπώνονται σειρές αριθμών, οι οποίοι δεν δύνανται να αναγνωστούν λόγω της έντονης εγγραφής τους και της αδυναμίας διαχωρισμού εκάστου, με αποτέλεσμα το ως άνω έγγραφο να μην έχει αποδεικτική δύναμη. (άρθρο 432 ΚΠολΔ). Επομένως, εφόσον η εκκαλούσα δεν ανταποκρίθηκε στο αποδεικτικό βάρος της ενεργητικής νομιμοποίησής της πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση ως ουσία αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκησή της παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.  Όσον αφορά στην υπό κρίση πρόσθετη παρέμβαση δεν θα περιληφθεί διάταξη στο διατακτικό, καθόσον αυτή δεν περιέχει ίδιο αίτημα, το οποίο να πρέπει να δεχθεί ή να απορρίψει (ούτε καν σιωπηρά) το Δικαστήριο τούτο, αλλά απλώς διευρύνει τα όρια της εκκρεμούς διαδικασίας, αποτέλεσμα το οποίο επέρχεται αμέσως μετά την άσκησή της (βλ. ΑΠ 715/1998 ΕλλΔνη 40.630, ΕφΑθ 409/2022 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 58/2021 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 111/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5722/2011 ΕλλΔνη 53. 822, ΕφΑθ 6524/1996 ΕλλΔνη 38. 929). Τέλος δεν θα επιδικαστούν δικαστικά έξοδα λόγω της απουσίας των διαδίκων της κύριας δίκης και της απόρριψης της έφεσης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 23.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………./2019- ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ …………/2021) έφεση και  την από  20.3.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2024) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση με απόντες την εκκαλούσα και τους εφεσίβλητους και με παρούσα την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ για έκαστο.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και απορρίπτει αυτήν κατ ουσίαν

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του με κωδικό …………….,ηλεκτρονικού παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και η πληρεξούσια δικηγόρος της προσθέτως παρεμβαίνουσας, στις  5.9.2025.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ