Αριθμός 144 /2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή, Ελένη Τοπούζη, Εφέτη και από τη Γραμματέα, Κ.Δ..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Αρμοδίως φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 19, 495, 511, 513 παρ. 1, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ) οι Α) από 19.12.2016 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2017 και Β) από 15.12.2016 και με αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2017 εφέσεις κατά της με αριθμό 2282/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε κατ΄αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, οι οποίες πρέπει να συνεκδικασθούν λόγω της προφανούς μεταξύ τους συνάφειας, ως πλήττουσες την ίδια πρωτόδικη απόφαση (άρθρο 31, 246 και 524 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ. α, 287, 291 και 292 του ΚΠολΔ που εφαρμόζονται κατά το άρθρο 524 του ίδιου Κώδικα και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης, προκύπτει ότι η δίκη διακόπτεται, αν μετά την άσκηση της έφεσης και μέχρι να τελειώσει η προφορική συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση, αποβιώσει κάποιος διάδικος. Ο θάνατος του διαδίκου, που επιφέρει τη βίαιη διακοπή της δίκης, καθώς και η εκούσια επανάληψη αυτής από τους κληρονόμους του, μπορούν να γνωστοποιηθούν διαδοχικά με ενιαία δήλωση στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης προς συζήτηση, εφόσον δεν υπάρξει αμφισβήτηση της ιδιότητάς τους ως κληρονόμων, οπότε ακολουθεί η άμεση συζήτηση της υπόθεσης (ΑΠ 211/2010, δημοσιευμένη στη Νόμος).
Στην προκειμένη περίπτωση κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, νόμιμα γνωστοποιήθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου (βλ. τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου) ο θάνατος του αρχικού εναγομένου – αρχικώς πρώτου εφεσίβλητου και στις δύο ως άνω αναφερόμενες εφέσεις, … ……, κατοίκου εν ζωή Αυστραλίας, που επισυνέβη στις 2.2.2018(βλ.σχ. απόσπασμα της με αριθμ. ../2018 ληξιαρχικής πράξης θανάτου), δηλαδή μετά την κατάθεση των κρινόμενων εφέσεων. Ο ανωτέρω αποβιώσας δεν άφησε διαθήκη και κληρονομήθηκε από τους υπ.αριθμ.1,2 και 3 των εφεσιβλήτων και στις δύο εφέσεις (βλ.σχ. υπ΄αριθμ. πρωτ. …/2018 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δήμου Κυθήρων σε συνδ.με το με αριθμό …/2018 πιστοποιητικό περί μη δημοσιεύσεως διαθήκης του Πρωτοδικείου Αθηνών ), οι οποίοι δεν αποποιήθηκαν την κληρονομιά αυτού εντός της νόμιμης προθεσμίας, και δήλωσαν, δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, ότι συνεχίζουν την παρούσα δίκη υπεισερχόμενοι στη θέση του αρχικού εναγομένου – εφεσίβλητου ως καθολικοί του διάδοχοι.
ΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 516 παρ. 1-2 του ΚΠολΔ σαφώς προκύπτει ότι για την άσκηση εφέσεως απαιτείται να έχει ο εκκαλών έννομο συμφέρον προς τούτο, που κρίνεται από το διατακτικό της εκκαλουμένης αποφάσεως και υπάρχει όταν με αυτό απορρίπτονται αιτήσεις ή προτάσεις του εκκαλούντος ή γίνονται δεκτές αιτήσεις ή προτάσεις του αντιδίκου του. Οι εσφαλμένες αιτιολογίες της εκκαλουμένης αποφάσεως, οι οποίες δεν καταλήγουν σε βλάβη του εκκαλούντος με αντίστοιχες προς αυτές διατάξεις που περιέχονται στο διατακτικό της, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της εφέσεως, με την αιτιολογία ότι είναι ασύμφοροι σ` αυτόν ή μη ορθές νομικώς, καθόσον το κρίσιμο της αποφάσεως είναι όχι οι αιτιολογίες, αλλά οι διατάξεις αυτής (ΕφΠειρ 280/2015, ΕφΠατρ 160/2011, ΕφΠατρ 101/2007, ΕφΔωδ 342/2006, ΕφΔωδ 86/2002, δημοσιευμένες στη Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση, η ένδικη υπόθεση ξεκίνησε με την, εκτιθέμενη εκτενέστερα κατωτέρω, από 8.5.1998 και με αριθμό καταθέσεως ……./11.5. 1998 διεκδικητική αγωγή για εδαφικό τμήμα, εμβαδού 580,50 τμ των 1) αρχικού ενάγοντος-αρχικού πρώτου των εφεσιβλήτων, …… …. 2) αρχικής ενάγουσας, …, στη θέση στης οποίας ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της υπεισήλθαν οι 5ος έως και 7ος των εφεσιβλήτων και 3) …., το γένος ….-ενάγουσας-4ης εφεσίβλητης η οποία κατατέθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και στρεφόταν κατά των εναγόμενων 1) ….., ήδη αποβιώσαντα αδιάθετου στις 31.8.1999, κληρονομηθείς εξ αδιαθέτου από τους εκκαλούντες της υπό στοιχ.Α εφέσεως καθώς και από την εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β έφεση και 2) …, το γένος ……, εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β έφεση, οι οποίοι (ως άνω εναγόμενοι) άσκησαν με τις κατατεθείσες ξεχωριστές προτάσεις τους χωριστές ανταγωγές κατά των ως άνω εναγόντων, ο μεν 1ος εναγόμενος για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης η δε 2η για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, λόγω της σε βάρος τους αδικοπραξίας των ως άνω εναγόντων, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ αυτές. Το πρωτοβάθμιο ως άνω Δικαστήριο, συνεκδικάζοντας αγωγή και ανταγωγές αντιμωλία των ως άνω διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, εξέδωσε την με αριθμό 4057/30.6.1999 μη οριστική απόφασή του, με την οποία έκρινε καθ όλα ορισμένες και νόμιμες την αγωγή και τις ανταγωγές, ως προς το σκέλος τους για χρηματική ικανοποίηση των αντεναγόντων λόγω ηθικής βλάβης και μη νόμιμη την ανταγωγή της δεύτερης εναγόμενης, ως προς το σκέλος της για αποζημίωση και ακολούθως διέταξε την επανάληψη της συζήτησης για να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη ως προς το επίδικο ακίνητο. Επακολούθησε, στις 2.11.1999, ο θάνατος της ανωτέρω αρχικής δεύτερης ενάγουσας, …….., η οποία κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου, κατά τα προαναφερόμενα, από τους 5ο έως και 7ο των εφεσιβλήτων, σύζυγο και τέκνα της αντίστοιχα, που συνέχισαν την ανοιγείσα δίκη και ακολούθως με πρωτοβουλία των ως άνω διαδίκων-εναγόντων και αφού είχε ήδη αποβιώσει στις 31.8.1999 αδιάθετος ο αρχικώς εναγόμενος-αντενάγων, …, κληνονομηθείς, κατά τους κανόνες της εξ αδιαθέτου διαδοχής, από τη σύζυγό του ……..-εκκαλούντες στην υπό στοιχ.Α έφεση καθώς και από την …..-εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β έφεση, εξεδόθη η με αριθμ.4483/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ( διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία αντικαταστάθηκε ο διορισθείς με την προαναφερόμενη μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πραγματογνώμονας πολιτικός μηχανικός, …. από την ……, τοπογράφο μηχανικό. Μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης από την προαναφερόμενη πραγματογνώμονα, οι ως άνω ενάγοντες επέσπευσαν τη συζήτηση της αγωγής με την από 4.2.2014 και με αριθμ.έκθ.καταθ…../2014 κλήση τους και εξεδόθη η με αριθμ.3713/2015 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που κήρυξε την συζήτηση της υπόθεσης απαράδεκτη, διότι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα σ αυτή, απαραδέκτως με την ως άνω κλήση οι ενάγοντες επέσπευσαν την επανάληψη της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης προς έκδοση οριστικής απόφασης μόνο για την αγωγή τους και όχι για τις συνεκδικασθείσες με αυτήν ανταγωγές της αρχικώς δεύτερης ως άνω εναγόμενης-πρώτης των καθ ων η ως άνω κλήση και του αρχικώς εναγόμενου και ήδη αποβιώσαντος ……-κληρονομηθέντος, μεταξύ άλλων, και από τους και τους 2η έως και 4ο των καθ ων η ως άνω κλήση (εκκαλούντων στην υπό στοιχ.Α έφεση). Μετά δε την από 28.6.2016 και με αριθμ.έκθ.καταθ. …/1.7.2016 κλήση με την οποία οι ενάγοντες εισήγηγαν εκ νέου προς συζήτηση την ένδικη αγωγή και ανταγωγές τους εκδόθηκε η με αριθμό 2282/2016 οριστική απόφαση του ως άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο συνεκδικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, την ένδικη αγωγή και ανταγωγές, απέρριψε τις ανταγωγές ενώ δέχτηκε την αγωγή, αναγνωρίζοντας τους αρχικώς ενάγοντες αυτής συγκυρίους του επιδίκου ακινήτου, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου τον καθένα και υποχρέωσε την εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β έφεση να αποδώσει τη νομή του ενδίκου ακινήτου στους συγκυρίους αυτού, κατά το ως άνω ποσοστό συγκυριότητας εκάστου. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκαν οι προαναφερόμενες εφέσεις και δη η υπό στοιχ.Α και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2017 έφεση καθώς και η υπό στοιχ.Β και με αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2017 έφεση. Συγκεκριμένα η εναγόμενη-εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β έφεση, κατ ορθή εκτίμηση αυτής, παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ζητά την εξαφάνιση της εκκαλούμενης, ώστε να απορριφθεί η σε βάρος της αγωγή και να γίνει δεκτή η ασκηθείσα απ αυτήν ανταγωγή της, καθ ο μέρος κρίθηκε νόμιμη, ενώ οι εκκαλούντες στην υπό στοιχ. Α έφεση με το μοναδικό λόγο αυτής παραπονούνται κατά της εκκαλούμενης, για τις αιτιολογίες και τις παραδοχές της, και ειδικότερα για την παραδοχή αυτής, ότι στο αιτιολογικό της ενώ δέχεται ότι ο αρχικώς εναγόμενος, ……., σύζυγος της πρώτης εκκαλούσας και πατέρας των λοιπών εκκαλούντων, μεταβίβασε δυνάμει γονικής παροχής τη ψιλή κυριότητα του επιδίκου ακινήτου, στην κόρη της πρώτης και αδελφή των λοιπών εκκαλούντων, ………-εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β ως άνω έφεση, παρακρατώντας για τον εαυτό του την επικαρπία και ως εκ τούτου μετά το θάνατό του συνενώθηκε αυτή (ψιλή κυριότητα) με την επικαρπία και η προαναφερόμενη … . κατέστη αποκλειστική κυρία του επιδίκου ακινήτου στη συνέχεια εντούτοις δέχεται κατά τα αναγραφόμενα επί λέξει στην έφεση «Ωστόσο, ο εναγόμενος αρχικός διάδικος . .. και ήδη αποβιώσας (αδιάθετος κληρονομηθείς κατ ισομοιρία από τους καθ ων η κλήση-τέκνα του», ενώ αυτοί (εκκαλούντες) ουδέν δικαίωμα έχουν επί του επιδίκου ακινήτου και ως εκ τούτου δε νομιμοποιούνται στην παρούσα δίκη. Με βάση, όμως, τα προαναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας (υπό στοιχ.ΙΙ), κρίσιμο της αποφάσεως είναι όχι οι αιτιολογίες, αλλά οι διατάξεις αυτής, εφόσον δε οι αιτιολογίες αυτές, ανεξαρτήτως της ορθότητας ή μη αυτών, που σημειωτέον εν προκειμένω είναι πράγματι ορθές αφού, κατά τα ομολογηθέντα από τους εκκαλούντες της ως άνω έφεσης, αυτοί είναι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αρχικώς εναγόμενου-αντενάγοντος, . .. και ως εκ τούτου, λόγω της ως άνω ιδιότητάς τους, ορθώς οι ενάγοντες συνέχισαν την ανοιγείσα με την ως άνω αγωγή τους που συνεκδικάστηκε με την ανταγωγή του ανωτέρω δίκη και εναντίον τους, δεν καταλήγουν σε βλάβη των εκκαλούντων με αντίστοιχες προς αυτές διατάξεις περιεχόμενες στο διατακτικό της (η εκκαλουμένη δεν έχει διάταξη στο διατακτικό της που αφορά και αυτούς) και ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται έννομο συμφέρον για την άσκηση της προκείμενης από 19.12.2016 και με αριθμ.καταθ……./2017 έφεσής τους και συνεπώς αυτή είναι απορριπτέα, ως απαράδεκτη (άρθρο 532 ΚΠολΔ). Θέμα επιβολής δικαστικών εξόδων σε βάρος των ως άνω εκκαλούντων και υπέρ των εφεσιβλήτων, λόγω της αντίστοιχης εκατέρωθεν ήττας και νίκης δε τίθεται, καθότι οι εφεσίβλητοι με τις προτάσεις τους, κατ ορθή εκτίμηση αυτών, δεν ζητούν την καταδίκη των εκκαλούντων στην δικαστική τους δαπάνη (άρθρο 106 ΚΠολΔ), ενώ λόγω της μη παραδοχής του ενδίκου μέσου, πρέπει να διαταχθεί, κατ΄άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ, η εισαγωγή του προκατατεθέντος από τους ως άνω εκκαλούντες παραβόλου, συνολικού ποσού 200 ευρώ, στο Δημόσιο Ταμείο. Αντίθετα η αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ …./2017 έφεση είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ` ουσίαν , για τα παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία που εκδικάστηκε πρωτοδίκως η υπόθεση. ΙΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 527, 529, 532, 533 και 535 ΚΠολΔ προκύπτει ότι το Εφετείο δεν κωλύεται για την, κατά την κρίση του, ολοκλήρωση της έρευνας περί της βασιμότητας των λόγων εφέσεως και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, χωρίς να εξαφανίσει προηγουμένως την εκκαλουμένη απόφαση, να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις με τα αναφερόμενα στο άρθρο 339 ΚΠολΔ αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και η πραγματογνωμοσύνη, ώστε μετά τη συνεκτίμηση των νέων αυτών αποδείξεων που διατάχθηκαν και εκείνων που εκτιμήθηκαν από την εκκαλουμένη απόφαση να κρίνει αν είναι εσφαλμένη η απόφαση που προβλήθηκε με την έφεση και σε καταφατική περίπτωση να αποφανθεί για τη βασιμότητα των λόγων εφέσεως και εξαφανίσει, κατ` εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 535 παρ. 1 ΚΠολΔ την εκκαλουμένη απόφαση . Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 368, 387 και 388 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι η διάταξη πραγματογνωμοσύνης επί συγκεκριμένου ζητήματος ή η διάταξη νέας ή επαναλήψεως ή συμπληρώσεως της αρχικής από τους ίδιους ή άλλους πραγματογνώμονες εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου της ουσίας. Η επανάληψη διατάσσεται όταν η αρχική πραγματογνωμοσύνη έχει ατέλειες ή ασάφειες, που δεν μπορούν να θεραπευθούν με την παροχή διευκρινήσεων κατά το άρθρο 384 του ίδιου κώδικα. Η νέα πραγματογνωμοσύνη διατάσσεται ως προς τα ίδια θέματα, για τα οποία έχει διαταχθεί η αρχική, αλλά από καινούργιους πραγματογνώμονες, όταν το δικαστήριο δεν έχει τις αναγκαίες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις για να ελέγξει το περιεχόμενο της αρχικής γνωμοδοτήσεως, η ορθότητα της οποίας αμφισβητείται κατά τρόπο που κλονίζει το δικαστήριο (ΑΠ 187/2018, ΑΠ 1601/2013, ΑΠ 297/2011, ΑΠ 858/2008, ΕφΠειρ 277/2014, ΕφΠατρ 399/2009, ΕΑ 3671/2007, ΕΑ 363/1992, δημοσιευμένες στη Νόμος).
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας, η ένδικη υπόθεση ξεκίνησε με την από 8.5.1998 και με αριθμό καταθέσεως 4951/11.5. 1998 διεκδικητική αγωγή για εδαφικό τμήμα, εμβαδού 580,50 τμ των 1) αρχικού ενάγοντος-αρχικού πρώτου των εφεσιβλήτων, .. …… .. 2) αρχικής ενάγουσας, Θεοδώρας ……, στη θέση στης οποίας ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της υπεισήλθαν οι 5ος έως και 7ος των εφεσιβλήτων και 3) …….. ……-ενάγουσας-4ης εφεσίβλητης, η οποία ( αγωγή) κατατέθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και στρεφόταν κατά των εναγόμενων 1) . .., ήδη αποβιώσαντα αδιάθετου στις 31.8.1999, κληρονομηθείς εξ αδιαθέτου από τους εκκαλούντες της υπό στοιχ.Α εφέσεως καθώς και από την εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β έφεση και 2) ……, εκκαλούσα στην υπό στοιχ.Β έφεση. Με την ως άνω αγωγή τους, οι προαναφερόμενοι ενάγοντες εξέθεταν ότι κατέστησαν συγκύριοι κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου ο καθένας του λεπτομερώς περιγραφομένου σ αυτήν ακινήτου, στο οποίο περιλαμβάνεται το επίδικο, εκτάσεως (του μείζονος ακινήτου) 4.249,50 τμ, κειμένου στον ποταμό Κυθήρων και ειδικότερα στη θέση «Βρυσούλες» του οικισμού «Αγία Πελαγία» κατά τον ακόλουθο τρόπο: Δυνάμει του υπ’.αριθμ. ……/17.1.1987 συμβολαίου διανομής κληρονομιαίων ακινήτων της συμβ/φου Αθηνών …., που έχει νόμιμα μεταγραφεί, το οποίο (ακίνητο) προ της διανομής αυτής ανήκε κατά ποσοστά εξ αδιαιρέτου στους αληθινούς συγκυρίους αυτού και δη στην ….κατά 12,50 ο/ο, στη … . κατά 43,75 ο/ο και στους ενάγοντες και στον αδελφό τους (…..) κατά 43, 75 ο/ο, εν τέλει περιήλθε στους ενάγοντες και στον προαναφερόμενο αδελφό τους, κατά ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου στον καθένα τους. Ότι στις 14.8.1998 απεβίωσε ο ως άνω …στην Αυστραλία, χωρίς να αφήσει διαθήκη, κατέλιπε δε μόνους πλησιεστέρους συγγενείς του και εξ αδιαθέτου κληρονόμους του τη σύζυγό του, … και τα τέκνα του, …… Ότι οι τελευταίοι-νόμιμοι κληρονόμοι του …..- με την από 12.4.1989 δήλωσή τους ενώπιον του Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιώς, αποποιήθηκαν την επαχθείσα σ’αυτούς ως άνω κληρονομία (1/4- εξ αδιαιρέτου του επιδίκου). Τοιουτοτρόπως, η κληρονομιά αυτή περιήλθε κατ’ισομοιρίαν σ όλους τους ως άνω ενάγοντες, αμφιθαλείς αδελφούς του και νομίμους κληρονόμους του ως μοναδικούς αμέσως πλησιέστερους συγγενείς του, την οποία (κληρονομιά) και αποδέχθηκαν οι ενάγοντες με την υπ’αριθμ. ../ 22.8.1989 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβ/φου Κυθήρων …… νομίμως μεταγεγραμμένη. Ότι έτσι κατέστησαν οι ενάγοντες κύριοι του επιδίκου κατά ποσοστόν 1/3 εξ αδιαιρέτου ο καθένας. Ότι περιήλθε το ανωτέρω ακίνητο στους συμβληθέντες στο με αριθμό 9.675/1987 συμβόλαιο διανομής της συμβολαιογράφου Αθηνών, ……. κατά τον ακόλουθο τρόπο: Στον απώτατο δικαιοπάροχο όλων των ως άνω συμβληθέντων, ……. περιήλθε από αγορά παρά του …. και δυνάμει του υπ’αριθμ. …/1863 συμβολαίου που έχει μεταγραφεί νόμιμα, ως τμήμα μείζονος ακινήτου εκτάσεως 38.500 γυαρδών. Ότι ο … απεβίωσε αδιάθετος, το έτος 1910, στα Κύθηρα και κληρονομήθηκε , σύμφωνα με τις διατάξεις του Ιονίου Κώδικα, από τα άρρενα τέκνα του, και δη τους ………., τα οποία διένειμαν ατύπως την ανωτέρω έκταση των 38.500 γυαρδών, περιήλθε δε στον πάππο των εναγόντων, ….., το επίδικο, στη μείζονα αυτού ως άνω έκταση των 4.249,50 τμ. Ότι στις 10.4.1939 απεβίωσε αδιάθετος στα Κύθηρα ο ….., ο οποίος ως προς το ακίνητο αυτό , κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από την σύζυγό του, …, κατά ποσοστό 25% εκ αδιαιρέτου και από τα έξι τέκνα του και δη 1) τους ……, κατά ποσοστό 12,50 ο/ο εξ αδιαιρέτου από τον καθένα. Ότι την 27.5.1943 απεβίωσε στην Αθήνα χωρίς να αφήσει διαθήκη για το μερίδιό της στο παραπάνω ακίνητο η ., η οποία άγαμη ούσα, κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τα πέντε αδέλφια της, ……., κατά ποσοστό 2,08% εξ αδιαιρέτου από τον καθένα. Ότι έτσι τα μερίδια των κληρονόμων του …. διαμορφώθηκαν ως εξής: … 27,08%, .. .. 14,508%, .. … 14,508%, ….. 14,508%, …. 14,508%, . 14,508%. Ότι τις παραπάνω κληρονομικές διαδοχές αποδέχτηκαν για λογαριασμό των παραπάνω η ……, με την με αριθμό ……./17.1.1987 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών, -…., που μεταγράφηκε νόμιμα και οι ενάγοντες, καθώς και ο ….. με την με αριθμό ../17.1.1987 πράξη της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, νόμιμα μεταγεγραμμένη. Ότι στις 22.10.1949 απεβίωσε στα Κύθηρα η ……, χωρίς να αφήσει διαθήκη, κατά το ποσοστό της δε επί του παραπάνω ακινήτου από 27,08% εξ αδιαιρέτου κληρονομήθηκε συμμέτρως από τα πέντε τέκνα της, ….. και μάλιστα κατά ποσοστό 5,416% εξ αδιαιρέτου από τον καθένα. Ότι έτσι το ποσοστό καθενός από τους επιζώντες πλέον κληρονόμους του … διαμορφώθηκε ως ακολούθως α) …… 19,996%, .. …. 19,996%, . 19,996% και …. 19,996%. Ότι την κληρονομία αυτής της ως αποβιωσάσης αποδέχτηκαν η .. και οι ενάγοντες, καθώς και ο …. και για λογαριασμό των λοιπών συγκληρονόμων τους με τις προαναφερόμενες υπ’αριθμ. …./17.1.1987 πράξεις αποδοχής κληρονομιάς της συμβ/φου Αθηνών, ….., νομίμως μεταγραμμένες. Ότι την 3-11-1968 απεβίωσε στην Αυστραλία χωρίς να αφήσει διαθήκη και άγαμος ο ., ο οποίος κατά το ποσοστό του επί του παραπάνω ακινήτου εκ 19.996% εξ αδιαιρέτου κληρονομήθηκε κατ’ισομοιρία από τα τέσσερα αδέλφια του, …… κατά ποσοστό 4,999% εξ αδιαιρέτου από το καθένα. ‘Ετσι η κληρονομική μερίδα του καθένα επιζώντος κληρονόμου του … διαμορφώθηκε ως ακολούθως: ….., 24,995%, ….. 24, ,995 %, .. 24, ,995%, και .. .. 24,995% εξ αδιαιρέτου. Ότι την κληρονομιά του .. .. για λογαριασμό των κληρονόμων του αποδέχθηκαν η …, οι ενάγοντες και ο ….. με τις προαναφερόμενες υπ’αριθμ…. και …/1987 πράξεις της προαναφερόμενης συμβ/φου Αθηνών που έχουν μεταγραφεί νόμιμα. Ότι στις 14.3.1970 απεβίωσε στην Αυστραλία η ……, μητέρα των αρχικώς εναγόντων, η οποία δεν άφησε διαθήκη και κατά το ποσοστό της 24,995% εξ αδιαιρέτου επί του επιδίκου κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τον σύζυγό της, ….., κατά ποσοστό 6,249 ο/ο εξ αδιαιρέτου και κατ’ισομοιρία από τα τέσσερα τέκνα της, …….. και μάλιστα κατά ποσοστό 4,686,5 ο/ο εξ αδιαιρέτου από το καθένα. Ότι έτσι το μερίδιο επί του όλου επιδίκου των εναπομεινάντων συγκυριών του διαμορφώθηκε ως ακολούθως:
.. ., ποσοστό 24, 995 %, ……, ποσοστό 24.995%, ….., ποσοστό 24,995% , …… 6,249 %, ……, 4.686,5 %, …. 4.686,5 %, …. 4.686,5 % και . 4.686,5 %. Ότι την κληρονομία της …. και για λογαριασμό της τις κληρονομίες των δικαιοπαρόχων της αποδέχτηκαν οι….. ., οι ενάγοντες και ο ……… με τις προαναφερόμενες … και …/1987 πράξεις αποδοχής κληρονομίας της προαναφερόμενης συμβολαιογράφου Αθηνών ., που μεταγράφηκαν νόμιμα. Ότι την 3.5.1980 απεβίωσε στα Κύθηρα η …. χωρίς να αφήση διαθήκη και τέκνα και το ποσοστό της επί του επιδίκου εξ 24,995 % κληρονομήθη εξ αδιαθέτου, κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου ή 12,498% από το σύζυγό της, ….., κατά το υπόλοιπο δε 1/2 εξ αδιαιρέτου συμμέτρως από τις αδελφές της, …. και από τους ενάγοντες και τον …., ως τέκνα της προαποβιώσασας αδελφής της, .. και μάλιστα κατά ποσοστό 4,166% από καθεμία από τις αδελφές της, . και κατά ποσοστό 1,041,5% από καθένα από τους αρχικώς ενάγοντες και τον . … Ότι έτσι η συνιδιοκτησία στο παραπάνω ακίνητο διαμορφώθηκε ως εξής: .., ποσοστό 12,498%, . ποσοστό 29,180%, ., ποσοστό 29,180%, …., ποσοστό 6,249 %, .. 5,728%, …. 5,728 %, ….. 5,728 % και … 5,728 %. Ότι την κληρονομιά της …. και για λογαριασμό της τις κληρονομιές των δικαιοπαρόχων της και των λοιπών συγκληρονόμων των αρχικώς εναγόντων οι τελευταίοι, η … και ο …με τις υπ’αριθμ. … και …./1987 προαναφερόμενες πράξεις αποδοχής κληρονομίας, για λογαριασμό δε του συζύγου της τα αδέλφια αυτού, …. με την ../1987 πράξη της αυτής συμβολαιογράφου, όλες νόμιμα μεταγεγραμμένες. Ότι στις 4.7.1985 απεβίωσε στα Κύθηρα ο πατέρας των εναγόντων, ….., χωρίς να αφήσει διαθήκη, κατά το ποσοστό του δε 6,249% εξ αδιαιρέτου επί του επιδίκου κληρονομήθηκε κατ ισομοιρία από τα τέκνα του, ……… και μάλιστα κατά ποσοστό 1,562,25 ο/ο εξ αδιαιρέτου από τον καθένα. Ότι την κληρονομιά του πατέρα των εναγόντων και για λογαριασμό των δικαιοπαρόχων του αποδέχθηκαν με την υπ’αρ. ../1987 πράξη της συμβ/φου Αθηνών ……, που μεταγράφηκε νόμιμα. ‘Ετσι το ποσοστό των συνιδιοκτητών του παραπάνω ακινήτου διαμορφώθηκε ως εξής:
……. 12,498 %, … …… 29,180%, ….., 29,180%, .. ……-.. 7,290 %, …. 7,290 %, …. 7, 290 % και …… 7,290%. Ότι στις 29.9.1985 απεβίωσε στην Αθήνα η ………… χωρίς να αφήσει διαθήκη και άγαμη και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου κατά το ποσοστό της επί του επιδίκου εξ 29,180% από την αδελφή της, …., κατά το ½ εξ αδιαιρέτου ή ποσοστό 14,950% εξ αδιαιρέτου και από τα τέκνα της προαποβιωσάσης αδελφής της, .. δηλ.τους αρχικώς ενάγοντες και τον .. ……, κατά το λοιπό ½ εξ αδιαιρέτου ή κατά ποσοστό 3,647,5 % ο καθένας. Ετσι τα ποσοστά επί του κληρονομιαίου παραπάνω ακινήτου των συνιδιοκτητών του διαμορφώθηκαν ως ακολούθως: …… 12,498%, ……., ποσοστό 43,770%, …..-…… 10,937,5%, …..-…… 10,937,75%, …. 10,937,75% και . …….. 10,937,75%. Συνολικά δε οι κληρονόμοι της … δηλαδή οι ενάγοντες και ο .. είχαν ποσοστό συνιδιοκτησίας 43,751% στο επίδικο. Ότι τη κληρονομία της κατά τα άνω αποβιωσάσης και για και για λογαριασμό της και των δικαιοπαρόχων της αποδέχθηκαν οι …., οι ενάγοντες και ο . ……, με τις προαναφερόμενες .. και 9..674/1987 αποδοχές κληρονομίας της ως άνω συμβολαιογράφου. Ότι το έτος 1985 απεβίωσε στα Κύθηρα ο …. χωρίς να αφήση διαθήκη και τέκνα, κατά το ποσοστό του δε 12,498 % εξ αδιαιρέτου επί του παραπάνω ακινήτου, κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου και συμμέτρως από τα αδέλφια του, ……., την κληρονομιά τούτου δε οι ως άνω αποδέχθηκαν με την υπ’αριθμ. 95..91 /1987 πράξη της αυτής ανωτέρω συμβ/φου, νόμιμα μεταγεγραμμένη. Ότι ακολούθως οι …. και ….. το συνολικό ποσοστό τους επί του παραπάνω ακινήτου εκ 12,498 % με το με αριθμό ……/17.1.1987 συμβόλαιο της συμβ/φου, νόμιμα μεταγεγραμμένο, το μεταβίβασαν στην …… Ότι έτσι δε, όπως παραπάνω αναλυτικά εκτίθεται, προέκυψε το ποσοστό των συμβληθέντων αληθινών συγκυρίων στο με αριθμ. …./1987 συμβόλαιο διανομής της συμβ/φου Αθηνών ……. Ότι ενώ το ως άνω επίδικο , στη μείζονα αυτού ως άνω έκταση, οι ενάγοντες και ως άνω δικαιοπάροχοί τους σταθερά και αδιάλειπτα νέμονταν με καλή πίστη και σαν κύριοι, ειδικότερα δε και από του θανάτου του .. …… το έτος 1968 εγκαταστάθηκαν σ’αυτό ο πατέρας των εναγόντων, ……. και η θεία τους … ……, εκμεταλλευόμενοι τη βοσκή του, επιτηρούντες αυτό και αποψιλώνοντάς το, συνέχισαν δε νεμόμενοι ανενόχλητα τούτο και οι κληρονόμοι τους, τοιουτοτρόπως δε κατέστησαν οι ενάγοντες κύριοι του επιδίκου δια χρησικτησίας, ο εκ των αρχικώς εναγομένων ……, ο οποίος είναι κύριος εξ αγοράς όμορου ακινήτου αλλά σε απόσταση άνω των 30 μέτρων από το δικό τους, επειδή το αγορασθέν από αυτόν ακίνητο καταλαμβάνονταν από την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου του οικισμού Αγίας Πελαγίας Κυθήρων, αιφνιδίως τον μήνα Μάρτιο του 1986 και αυθαιρέτως μετακίνησε το ακίνητό του και το οριοθέτησε εντός του ακινήτου των εναγόντων, καταλαμβάνοντας τμήμα του, εκτάσεως 580,50 τμ, όπως περιγράφεται αναλυτικά στην αγωγή. Ότι αυτός στη συνέχεια, δυνάμει του με αριθμ……/2.2.1988 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Κρωπίας ……, που μεταγράφηκε νόμιμα μεταβίβασε το επίδικο τμήμα του ακινήτου των αρχικώς εναγόντων στην θυγατέρα του και δεύτερη εναγόμενη-ήδη εκκαλούσα, το οποίο έκτοτε κατέχουν αμφότεροι αντιποιούμενοι την νομή τους επ αυτού. Με βάση δε το ως άνω ιστορικό, επικαλούμενοι κυρίως τον ως άνω παράγωγο τρόπο κτήσεως της κυριότητάς τους επί του επιδίκου, με βάση τους προαναφερόμενους τίτλους, επικουρικά δε τις διατάξεις περί χρησικτησίας (τακτικής και έκτακτης) ζητούσαν την αναγνώριση της συγκυριότητάς τους επί του επιδίκου καταληφθέντος τμήματος και την απόδοσή του σ αυτούς..
Επί της αγωγής αυτής, συζητήσεως γενομένης αντιμωλία των ως άνω αρχικώς διαδίκων συνεκδικαζομένης αυτής με τις ανταγωγές των ως άνω αρχικώς εναγόμενων, κατά τα προαναφερόμενα, οι οποίοι αμφισβήτησαν ότι το επίδικο περιλαμβάνεται στους εκτιθέμενους στην αγωγή τίτλους κτήσεως των εναγόντων και των δικαιοπαρόχων τους αλλά ότι ανήκει σ αυτούς, ισχυριζόμενοι ειδικότερα ότι ο πρώτος εξ αυτών, ….. ότι νομίμως κατέστη κύριος αυτού από την αληθινή κυρία του ……., δυνάμει του με αριθμό …./30.10.1968 αγοραπωλητήριου συμβολαίου του συμβ/φου Πειραιώς, …., που μεταγράφηκε νόμιμα, την ψιλή κυριότητα του οποίου με το ως άνω αναφερόμενο στην αγωγή συμβόλαιο γονικής παροχής (με αριθμό ……/2.2.1998) μεταβίβασε νομότυπα στην δεύτερη των εναγόμενων και κατόπιν αιτήματος όλων των ως άνω διαδίκων περί διενέργειας πραγματογνωμοσύνης, εκδόθηκε η με αριθμό 4057/1999 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με την οποία διατάχθηκε η διενέργεια αυτής (πραγματογνωμοσύνης) περί του εάν αυτό ( επίδικο), εκτάσεως 580,50 τμ περιλαμβάνεται στους αναλυτικά αναφερόμενους στην αγωγή τίτλους κτήσεως των εναγόντων ή στον από τους ενάγοντες επικαλούμενο αντίστοιχο τίτλο κυριότητας και σ αυτούς των δικαιοπαρόχων τους. Η πραγματογνωμοσύνη πράγματι διενεργήθηκε από την αγρονόμο-τοπογράφο Μηχανικό, . .., που διορίσθηκε νομότυπα, κατόπιν αντικατάστασης του αρχικά ορισθέντος με την προαναφερόμενη απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, πολιτικού μηχανικού, ……., με την αναφερόμενη ως άνω με αριθμό 4483/2004 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου ( διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων). Η πραγματογνώμονας αυτή με την από Οκτώβριο 2013 έκθεση πραγματογνωμοσύνης και τα συνοδεύοντα αυτή υπομνήματα (αριθμ.σχεδίου 1 και 2) γνωμοδοτεί ότι το επίδικο, εκτάσεως, κατ αυτήν 583,61 τμ , περιλαμβάνεται στους προαναφερόμενους τίτλους των αρχικώς εναγόντων. Ομως στην έκθεση αυτή: α) παρά το γεγονός ότι γίνεται ρητή αναφορά αφ ενός μεν στην νομίμως δημοσιευθείσα με αριθμό ../19.11.1939 δημόσια διαθήκη του φερόμενου ως απώτερου δικαιοπαρόχου των εναγόντων ….., ο οποίος ως εκ τούτου δεν απεβίωσε αδιάθετος, ως κατά τα προαναφερόμενα ανέφεραν οι αρχικώς ενάγοντες στην αγωγή τους (την ύπαρξη της ως άνω διαθήκης σημειωτέον δεν αμφισβητούν, παρά τα ως άνω αναγραφόμενα στην αγωγή τους οι εφεσίβλητοι), σύμφωνα με την οποία (διαθήκη) ο προαναφερόμενος διαθέτης στη θυγατέρα του ……, μία εκ των συμβληθέντων στο προαναφερόμενο με αριθμό …../1987 συμβόλαιο διανομής της συμβολαιογράφου Αθηνών, ……, αφήνει μόνο 30.000 δραχμές και ουδέν ακίνητο και ενώ επίσης γίνεται ρητή αναφορά στο ότι η ……, φερόμενη επίσης στην αγωγή ως δικαιοπάροχος των εναγόντων, κληρονόμος του προαναφερόμενου απώτερου δικαιοπαρόχου αυτών, δεν απεβίωσε αδιάθετη, ως αναφέρουν οι ενάγοντες στην αγωγή τους αλλά κατέλιπε διαθήκη και δη την από 24.5.1943 δημόσια διαθήκη της, που δημοσιεύθηκε νόμιμα με το με αριθμό 4563 πρακτικό του Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία το 1/3 του επιδίκου ακινήτου το διέθεσε στην αδελφή της …. (βλ.σελ. 18 της πραγματογνωμοσύνης), στη συνέχεια αναφέρει ( βλ.σελ.19 της πραγματογνωμοσύνης ότι αυτή « στις 27.5.1943 πέθανε και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου και κατ ισομοιρία από τους λοιπούς έξι» ήτοι τους αναφερόμενους στην αγωγή, …….., για να καταλήξει στη συνέχεια ( άγνωστο πως), παρά την αποδεχθείσα απ αυτήν ύπαρξη των ως άνω διαθηκών, ότι οι πραγματικοί συνιδιοκτήτες που «προσήλθαν στην σύναψη του 9675/1987 συμβολαίου (προαναφερόμενου ως άνω τίτλου ιδιοκτησίας των αρχικώς εναγόντων), είχαν τα επικαλούμενα στην αγωγή ποσοστά, ήτοι η ως άνω ……. 43,74975%, ……. 12,50% και οι ενάγοντες μαζί με τον δικαιοπάροχο αδελφό της, .. …… από 10,93755% έκαστος, ήτοι συνολικά 43,74% β) ενώ οι ίδιοι οι αρχικώς ενάγοντες στην αγωγή τους αναφέρουν ότι ο αρχικώς πρώτος εναγόμενος, κύριος εξ αγοράς όμορου οικοπέδου, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση άνω των 30 μέτρων από το επίδικο ακίνητο αιφνιδίως το Μάρτιο του έτους 1986 το «μετακίνησε» και το οριοθέτησε εντός του επιδίκου, περιφράσσοντάς το η ως άνω πραγματογνώμονας αναφέρει στην ως άνω πραγματογνωμοσύνη της ότι το μεγαλύτερο τμήμα του αγορασθέντος απ αυτόν από την ….., δικαιοπάροχό του, εμβαδού 431,11 τμ έχει κοινό τμήμα με το επίδικο. Λόγω δε α) των παραπάνω προαναφερομένων μη επαρκών αιτιολογιών, ασαφειών και ελλείψεων της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης ως προς την οποία η εκκαλούσα-εναγόμενη στην υπό στοιχ.Β έφεση προβάλλει σχετικές αιτιάσεις με τον υπό στοιχ.2 λόγο της εφέσεώς της, παραπονούμενη για την πληρότητα, εγκυρότητα και ορθότητά της και β) των αντιθέτων καταθέσεων των διαδίκων τόσο αυτών που εξετάσθηκαν πρωτόδικα ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου όσο και αυτών που περιλαμβάνονται στις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους ένορκες βεβαιώσεις, το Δικαστήριο δεν μπορεί να σχηματίσει ασφαλή δικανική πεποίθηση, για το εριζόμενο ως άνω κρίσιμο θέμα που απαιτεί ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης και ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η διεξαγωγή νέας πραγματογνωμοσύνης, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας ( υπό στοιχ.ΙΙΙ) , πριν από κάθε εκτίμηση των υπολοίπων αποδεικτικών μέσων και χωρίς προηγούμενη εξαφάνιση της εκκαλουμένης. Ως εκ τούτου, πρέπει να διαταχθεί η νέα αυτή πραγματογνωμοσύνη από νέο πραγματογνώμονα, που ορίζεται στο διατακτικό, περί του κρίσιμου αυτού θέματος, αναβαλλόμενης της έκδοσης της οριστικής του απόφασης κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τις Α) από 19.12.2016 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ././2017 και Β) από 15.12.2016 και με αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ ././2017 εφέσεις κατά της με αριθμό 2282/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ././2017 έφεση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του προκατατεθέντος από τους εκκαλούντες της ως άνω έφεσης παραβόλου, συνολικού ποσού 200 ευρώ, στο Δημόσιο Ταμείο.ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την με αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ ././2017 έφεση.ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την οριστική του απόφαση επί της ουσίας της διαφοράς ως προς την ως άνω έφεση.ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, η οποία θα διεξαχθεί με την φροντίδα του επιμελέστερου διαδίκου.ΔΙΟΡΙΖΕΙ την , περιλαμβανόμενη στον τηρούμενο στο Πρωτοδικείο Πειραιώς κατάλογο, πραγματογνώμονα, ……, Αγρονόμο-Τοπογράφο-Μηχανικό του Ε.Μ.Π, κάτοχο πτυχίου μελετητή του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Γ.Γ.Δ.Ε, κάτοικο …. Αττικής, οδός …….., Τ.Κ 14572, τηλ………, κιν…., η οποία, αφού δώσει το νόμιμο όρκο, μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη νόμιμη επίδοση σε αυτήν της παρούσας αποφάσεως, στο κατάστημα του Δικαστηρίου τούτου, ενώπιον της Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού, …….., Εφέτη ή του νομίμου αναπληρωτή της, σε ημέρα και ώρα που αρμοδίως θα ορισθεί, πρέπει, αφού προηγουμένως λάβει γνώση όλων των στοιχείων της δικογραφίας και συγκεντρώσει από τους διαδίκους όσες πληροφορίες κρίνει απαραίτητες καθώς και αυτές που θα συγκεντρώσει η ίδια, έχοντας δικαίωμα να ζητήσει πληροφορίες και έγγραφα τόσο από τους διαδίκους όσο και από τις αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και από τρίτους, μετά από επιτόπια θεώρηση και καταμέτρηση του επιδίκου, κατ εφαρμογή επί του εδάφους των τίτλων και σχεδιαγραμμάτων των διαδίκων μερών Α) γνωμοδοτήσει αιτιολογημένα κατά πόσο το επίδικο ακίνητο (τμήμα μείζονος ακινήτου, συνολικής επιφάνειας, 4.249,50 τμ) επιφανείας, κατά την αγωγή, 580,50 τετραγωνικών μέτρων, κείμενο μέσα στο ως άνω μεγαλύτερο τμήμα του ανατολικά της επαρχιακής οδού Αγίας Πελαγίας-Ποταμού Κυθήρων, οριοθετούμενο μεταξύ των στο από Σεπτεμβρίου 1986 τοπογραφικό διάγραμμα του Τοπογράφου … …, προσηρτημένο στο υπ’αριθμ.. ../1986 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ……., εμφαινομένων στοιχείων και σημείων 2-4-23-14-15-20-2 οριζομένου δι’ερυθρών διαγραμμίσεων, συνορεύει δε βορειοανατολικά επί πλευράς 27 μέτρων με ρυμοτομούμενο και προσκυρούμενο υπόλοιπο τμήμα του οικοπέδου των εναγόντων, νοτιοδυτικά επί πλευράς 27 μ. με υπόλοιπο τμήμα του οικοπέδου των τελευταίων, νοτιανατολικά επί προσώπου μέτρων 20 μέτρων με τσιμεντοστρωμένο δρόμο που οδηγεί από την επαρχιακή οδό Αγίας Πελαγίας-Ποταμού Κυθήρων στην Παραλία Αγίας Πελαγίας/ Ν.Κόσμος και βορειοδυτικά επί πλευράς 23 μέτρων με υπόλοιπο τμήμα οικοπέδου των εναγόντων και πέραν αυτού με ρέμα και ιδιοκτησία ….., κείμενο στη θέση … εντός του οικισμού Αγ.Πελαγία της κοινότητας Ποταμού Κυθήρων, το μεγαλύτερο δε τμήμα, στο οποίο ανήκει το ανωτέρω επίδικο, εμφαινόμενο στο από Σεπτεμβρίου 1986 τοπογραφικό διάγραμμα
του τοπογράφου μηχανικού ….., προσηρτημένο στο υπ’αριθμ. ……/1986 συμβόλαιο της αυτής συμβ/φου, με τα στοιχεία1-2-3-4–5-6-7-8-9-10-11-12-13-14-15-16-17-18-1, συνορεύει δε βόρεια (το μείζον ακίνητο) με ρέμα /λαγκάδι/ και πέραν αυτού με ιδιοκτησία ……., με επαρχιακή οδό Αγίας Πελαγίας-Ποταμού Κυθήρων και με ιδιοκτησία αγνώστων, νότια με οδό τσιμεντοστρωμένη, που οδηγεί από την κεντρική επαρχιακή οδό Αγίας Πελαγίας-Ποταμού προς την παραλία Αγίας Πελαγίας, με την επαρχιακή οδό Αγίας Πελαγίας-Ποταμού Κυθήρων και με ιδιοκτησία …….., ανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων …… και άλλων αγνώστων ιδιοκτητών και δυτικά με ιδιοκτησίες … .. και ….., καταλαμβάνει δε το μεγαλύτερο αυτό οικόπεδο των εναγόντων μέρος του 86 οικοδομικού τετραγώνου και μέρος του 85Α οικοδομικού τετραγώνου του ρυμοτομικού σχεδίου Αγ.Πελαγίας Κυθήρων και τέμνεται από την επαρχιακή οδό Αγίας Πελαγίας- Ποταμού Κυθήριων σε δύο τεμάχια, περιλαμβάνεται (το επίδικο ακίνητο) στους από τους αρχικώς ενάγοντες επικαλούμενους τίτλους κυριότητας ή στον από τους αρχικώς εναγόμενους επικαλούμενο αντίστοιχο τίτλο και σ αυτούς των δικαιοπαρόχων τους Β) να συντάξει τοπογραφικά διαγράμματα στα οποία να αποτυπώνονται οι ιδιοκτησίες των διαδίκων μερών (αρχικώς εναγόντων και εναγομένων) , εμφανίζοντας την ακριβή θέση του επιδίκου ακινήτου. Η άνω έκθεσή της (γνωμοδότηση μετά των τοπογραφικών διαγραμμάτων) πρέπει να κατατεθεί εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την όρκισή της στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου. Η νέα δε συζήτηση της υποθέσεως να προσδιοριστεί με την κλήση του επιμελεστέρου των διαδίκων μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, με την τήρηση των διατυπώσεων και της προθεσμίας του άρθρου 254 § 2 ΚΠολΔ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 19 Mαρτίου 2019 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ