Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 488/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός αποφάσεως  488/2025

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, Βασίλειο Πορτοκάλλη, Εφέτη – Εισηγητή και από την Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της καλούσας – ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», με ΑΦΜ ………, που εδρεύει στα …., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ελένη Τσιλιγιάννη (Α.Μ Δ.Σ.Α …………).

Της καθ’ ης η κλήση – εναγομένης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», με ΑΦΜ ………., που εδρεύει στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένης, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Λαμπρινή Παπαδούδη (Α.Μ Δ.Σ.Α ……………).

Η ενάγουσα άσκησε σε βάρος της εναγομένης, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από 2/5/2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2017 αγωγή, με την οποία ζητούσε τα αναφερόμενα σε αυτήν. Το ως άνω Δικαστήριο, συζήτησε την ως άνω αγωγή στις 10/12/2020, αντιμωλία των διαδίκων και με την υπ’ αριθ. 1790/2021 οριστική απόφασή του, αποφάνθηκε ότι είναι αναρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπο και παρέπεμψε την αγωγή προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Ήδη η ενάγουσα επαναφέρει την ως άνω αγωγή προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με την από 29/3/2022 κλήση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2022, για την δικάσιμο στις 21/9/2023. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο ματαιώθηκε η συζήτηση της αγωγής, λόγω απεργίας των δικαστικών υπαλλήλων και εισήχθη εκ νέου οίκοθεν για συζήτηση, δυνάμει της υπ’ αριθ. 75/2023 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, για την δικάσιμο στις 15/2/2024 και κατόπιν αναβολής για την ανωτέρω δικάσιμο.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

A. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 Ν.1418/1984, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2 Ν.2229/1994, ο νόμος αυτός εφαρμόζεται σε όλα τα έργα που προγραμματίζονται και εκτελούνται από τους φορείς που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 14 Ν. 2190/1994. Στους φορείς αυτούς συγκαταλέγονται κατά την παρ. ε του τελευταίου άρθρου τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή το κράτος κατέχει το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου. Περαιτέρω, με το τέταρτο άρθρο του Ν.1398/1983 ιδρύθηκε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία “……………. (……)” η οποία σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 αυτού, αποτελεί Δημόσια Επιχείρηση που ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο, λειτουργεί για χάρη του δημόσιου συμφέροντος, διέπεται από τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Κατά το άρθρο 3 του νόμου αυτού (άρθρο τέταρτο), έχει ως σκοπό, εκτός των άλλων, την κατ’ εντολή του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ολική ή μερική μελέτη, κατασκευή, επέκταση, συντήρηση, οργάνωση και εξοπλισμό κάθε είδους νοσηλευτικής μονάδας, καθώς και την ολική ή μερική μελέτη και κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων των τμημάτων ιατρικής των πανεπιστημίων. Ειδικότερα, στην παρ. 2 του άρθρου 3 του ανωτέρω τέταρτου άρθρου ορίζεται, ότι ” Η εκπόνηση των μελετών και η εκτέλεση των έργων της ……. καθώς και οι συναφείς προμήθειες και εργασίες γίνονται κατ’ εξαίρεση από κάθε κείμενη διάταξη σχετική με την ανάθεση μελετών και εκτέλεση δημόσιων έργων και τη διενέργεια κρατικών προμηθειών. Τα πλαίσια των διαδικασιών καθορίζονται σε κανονισμούς που εγκρίνονται από τους εποπτεύοντες Υπουργούς και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”. Σύμφωνα με το άρθρο 4 του άνω νόμου, η διοίκηση και διαχείριση των υποθέσεών της ασκούνται από 5μελές Διοικητικό Συμβούλιο με πενταετή θητεία που διορίζεται με Προεδρικό Διάταγμα ύστερα από πρόταση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας. Το Δ.Σ της σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1ζ του αυτού νόμου αποφασίζει (μεταξύ άλλων) για όλα τα θέματα αρμοδιότητας της ……., (επέχοντας θέση της κατά νόμο Προϊσταμένης Αρχής σύμφωνα με το άρθρο πέμπτο παρ. 1 Ν. 1398/1983), ενώ ο Πρόεδρος του (άρθρο 5 παρ. 3 του ίδιου νόμου) εκπροσωπεί τη …… σε οποιοδήποτε δικαστήριο ή Αρχή, καθώς και έναντι τρίτων δεσμεύοντας τη ….. με την υπογραφή του. Επίσης διορίζει πληρεξουσίους με εντολή να τον εκπροσωπούν. Τον πρόεδρο κωλυόμενο αναπληρώνει σε όλα τα καθήκοντά του ο Γενικός Διευθυντής στον οποίο ο Πρόεδρος και το Δ.Σ μπορούν να εκχωρούν την ενάσκηση μέρους των αρμοδιοτήτων τους (άρθρο 4 παρ.5 Ν.1398/1983). Σε εκτέλεση της εξουσιοδότησης, που παρέχεται με το ανωτέρω άρθρο 3.2 εδ. β’, εκδόθηκε ο κανονισμός εκπόνησης των μελετών, εκτέλεσης των έργων και συναφών προμηθειών και εργασιών της ….., ο οποίος εγκρίθηκε (σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 1 του άνω τέταρτου άρθρου) με την κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών ΠΕΧΩΔΕ και Υγείας και Πρόνοιας υπό στοιχεία ΕΔ2α/04/62/Φ.13/1984 (ΦΕΚ 359 Β). Σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού, ο τελευταίος προσδιορίζει “τα πλαίσια μέσα στα οποία θα εκπονούνται οι μελέτες, θα γίνεται η κατασκευή των έργων … και θα καταρτίζονται όλες οι σχετικές συμβάσεις ή θα αναλαμβάνονται όλες οι απαιτούμενες δραστηριότητες ώστε να επιτυγχάνεται ο αντικειμενικός στόχος της …….”. Κατά το άρθρο 2 παρ.3 “το περιεχόμενο της σχετικής σύμβασης σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση προσδιορίζεται ελεύθερα με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Επίσης προσδιορίζεται και κάθε διαδικαστική λεπτομέρεια, όπως η προθεσμία και ο τρόπος για την εκδήλωση ενδιαφέροντος, για την ανάληψη της μελέτης, οι εγγυήσεις και προθεσμίες για την κατάρτιση της σύμβασης και γενικά κάθε θέμα που αναφέρεται στην εκπόνηση και την αποδοχή της μελέτης ύστερα από συμπλήρωσή της ή όχι”. Κατά το άρθρο 3 παρ.1 του ίδιου Κανονισμού τα έργα της …… κατασκευάζονται (και τούτο αποτελεί την κύρια διαδικασία): α) με εργολαβικές συμβάσεις β)… γ)… που καταρτίζονται ύστερα από δημοπρασία, τους όρους της οποίας κανονίζει …το Διοικητικό Συμβούλιο με σχετική διακήρυξη…(άρθ.3 παρ.2 ). Κατά την παρ. 5 του αυτού άρθρου “οι συμβάσεις που καταρτίζονται για την κατασκευή των έργων ρυθμίζουν κάθε θέμα που αναφέρεται στην κατασκευή αυτή και στην εκπλήρωση της σύμβασης γενικά και ιδιαίτερα στις προδιαγραφές που εφαρμόζονται στον τρόπο προσδιορισμού και καταβολής του εργολαβικού ανταλλάγματος (τιμές μονάδος, κατ’ αποκοπήν αντάλλαγμα κ.λ.π), στην τυχόν καταβολή προκαταβολής, στην έκπτωση του αναδόχου και τη λήψη μέτρων, στις εγγυήσεις, στις ποινικές ρήτρες, τις προθεσμίες, στα όρια τυχόν προσθέτων εργασιών που υποχρεούται ο ανάδοχος να εκτελέσει με τους συμβατικούς όρους, στην ασφάλεια έργων και εργαζομένων, στη συνεργασία αναδόχων με διαφορετικό μεταξύ τους αντικείμενο”. Επίσης κατά την παρ. 6 του ίδιου παραπάνω άρθρου “οποιαδήποτε τροποποίηση της σύμβασης κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της αποφασίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο η τα εξουσιοδοτημένα από αυτό όργανα ύστερα από εισήγηση της διευθύνουσας υπηρεσίας (άρθ.4 παρ.1) και καταρτίζεται για την τροποποίηση αυτή τροποποιητική σύμβαση εκτός από τις περιπτώσεις που η σύμβαση ορίζει ως υποχρεωτικές για τον ανάδοχο τις τροποποιήσεις”. Η παρακολούθηση, ο έλεγχος και η διοίκηση της κατασκευής των έργων ανήκει στο αρμόδιο τοπικό γραφείο ή στη Διεύθυνση της …… που ορίζει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ο Γενικός Διευθυντής της (Διευθύνουσα Υπηρεσία). Η εποπτεία στο έργο της διευθύνουσας υπηρεσίας ανήκει στο Διοικητικό Συμβούλιο (προϊσταμένη αρχή) που μπορεί να τη μεταβιβάσει στο Γενικό Διευθυντή ή άλλα όργανα της ….. Ενεργεί ότι απαιτείται για την καλή και έγκαιρη εκτέλεση των έργων… ορίζει τους τεχνικούς υπαλλήλους που θα ασχοληθούν ειδικότερα με την επίβλεψη, προσδιορίζει τα καθήκοντά τους παρακολουθεί το έργο… προβαίνει σε κάθε νόμιμη ενέργεια για την ολοκλήρωσή του, αξιολογεί τις προσφορές… διαπραγματεύεται συμβόλαια, αναθέτει εργολαβίες…” (άρθρο 4 παρ. 1,2 του άνω Κανονισμού). Στο άρθρο 5 παρ. 1 αυτού ορίζεται ότι “η παραλαβή των έργων που κατασκευάζονται με εργολαβίες γίνεται σύμφωνα με ό,τι ορίζεται στη σύμβαση”, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 3 αυτού προβλέπεται ότι “με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να προταθεί οποιαδήποτε παρέκκλιση από τις διατάξεις των προηγουμένων άρθρων του Κανονισμού αυτού που εγκρίνεται με απόφαση των Υπουργείων Δημοσίων Έργων και Υγείας και Πρόνοιας”. Με το άρθρο 28 παρ. 2γ του Ν. 1418/1984 “Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων”, κατ’ εξαίρεση του γενικού κανόνα της παρ. 1 περ. ια’, ότι καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που αντίκειται στις διατάξεις του νόμου αυτού ή αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται από το νόμο αυτό, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, διατηρήθηκε σε ισχύ το άρθρο 3.2 του τέταρτου άρθρου Ν. 1398/1983, που ορίζει τον τρόπο εκπόνησης μελετών και εκτέλεσης των έργων της …….. Περαιτέρω, στην παρ. 8 του ιδίου άρθρου 2 Ν. 1418/1984, όπως παρακάτω ισχύει, ορίζεται, ότι με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, ΠΕΧΩΔΕ και του εκάστοτε αρμοδίου Υπουργού, είναι δυνατό έργα που προγραμματίζονται και εκτελούνται από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου των ανωτέρω φορέων (της παρ. 1 του άρθρου 14 Ν. 2190/1994) να εξαιρούνται διατάξεων του νόμου αυτού (Ν. 1418/1984). Σε εφαρμογή της τελευταίας αυτής διάταξης εκδόθηκε η υπό στοιχεία Υ4α/9467/Φ 22/7-10-1994 (ΦΕΚ Β’ 774/1994) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Υγείας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ΠΕΧΩΔΕ, σύμφωνα με την παρ. 6 της οποίας “εκ του γεγονότος ότι απαιτείται η άμεση προώθηση των διαδικασιών, εκπόνηση μελετών, εκτέλεση έργων και προμηθειών που ανατίθενται στη …………… (…….), για την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου”, αποφασίστηκε ότι: (άρθρο μόνο παρ.1) ” εξαιρείται η …… από τις διατάξεις του Ν. 1418/1984″ (επομένως και από τις διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του νόμου αυτού, που προβλέπουν τη διοικητική και δικαστική επίλυση των διαφορών, οι οποίες ανακύπτουν από την εκτέλεση δημόσιων έργων), κατά δε την παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου ότι: “η εκπόνηση των μελετών και η εκτέλεση των έργων της ……… γίνονται με τον ισχύοντα Κανονισμό της που εγκρίθηκε με την προμνημονευθείσα, υπό στοιχεία ΕΔ2α/04/62/Φ1.3/1984 απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημ. Έργων (ΦΕΚ 359 Β)”. Ακολούθως με το Π.Δ. 312/1999 η …. υπήχθη στις διατάξεις του Ν. 2414/1996 “Εκσυγχρονισμός δημοσίων επιχειρήσεων – οργανισμών κλπ”, μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρία και ορίστηκε το καταστατικό της. Στο ως άνω Π.Δ. ορίζεται ότι “Η εταιρία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και για κοινή ωφέλεια κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και τελεί υπό την εποπτεία του κράτους, ασκούμενη από τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας και τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ. Επ’ αυτής έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 2414/1996, του τέταρτου άρθρου του Ν. 1398/1983, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει και συμπληρωματικά οι διατάξεις του κωδ. Ν. 2190/1920″. Στο άρθρο 11ζ και ια) του ως άνω Π.Δ μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι: ” το Δ.Σ της …………..: …ζ) προτείνει την κατάρτιση κανονισμών ή τροποποιήσεων των υπαρχόντων στον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας, ο οποίος τους εγκρίνει με την επιφύλαξη του κανονισμού μελετών και έργων που εγκρίνεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν.1398/1983 και ια) παρακολουθεί την όλη λειτουργία της ……….”, ενώ κατά το άρθρο 15 του ίδιου Π.Δ μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: ” Ο Πρόεδρος του Δ.Σ … β) εκπροσωπεί την εταιρεία ενώπιον κάθε δικαστικής ή διοικητικής Αρχής οποιουδήποτε βαθμού και δικαιοδοσίας δεσμεύοντας τη ………….. με την υπογραφή του…”. Η εξαίρεση αυτή της ….. από τις διατάξεις του Ν.1418/1984 δεν ρυθμίσθηκε διαφορετικά με το Ν. 2940/2001 “Αναπτυξιακά, φορολογικά και θεσμικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις του κατασκευαστικού τομέα και άλλες διατάξεις”, αφού οι διατάξεις αυτού δεν αναφέρονται στην παραπάνω ρύθμιση του άρθρου 2 παρ. 1 Ν. 1418/1984 και επομένως εξακολουθεί και μετά το νόμο αυτόν να ισχύει. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι η …… εξαιρέθηκε ρητώς των διατάξεων του Ν. 1418/1984 (περί δημοσίων έργων), ότι κάθε θέμα που αφορά την εκτέλεση των έργων της ρυθμίζεται αποκλειστικά από τον Κανονισμό της που έχει ισχύ νόμου και τους όρους της εκάστοτε σύμβασης, που ρυθμίζουν (κατ’ επιταγή του Κανονισμού) κάθε διαδικαστική λεπτομέρεια. Στο πεδίο αυτό συμπεριλαμβάνονται, όπως προκύπτει από τις προπαρατεθείσες διατάξεις και οι πρόσθετες εργασίες (άρθρο 3 παρ. 5 του Κανονισμού), οποιαδήποτε όμως τροποποίηση της σύμβασης κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του έργου αποφασίζεται από το Δ.Σ της ή τα εξουσιοδοτημένα από αυτό όργανα μετά από εισήγηση της διευθύνουσας υπηρεσίας και καταρτίζεται για την τροποποίηση αυτή τροποποιητική σύμβαση με εξαίρεση τις περιπτώσεις που η ίδια η σύμβαση ορίζει (εκ προοιμίου) τις τροποποιήσεις ως υποχρεωτικές για τον ανάδοχο (παρ. 6 του ίδιου ως άνω άρθρου). Επομένως κάθε διαφορά που ανακύπτει κατά την εκτέλεση των έργων της …… υπόκειται στην διαδικασία των πολιτικών δικαστηρίων ως διαφορά ιδιωτικού δικαίου (ΑΕΔ 10/1987), ενώ δεν υφίσταται η δυνατότητα εφαρμογής, εκτός των άλλων, και των διατάξεων των άρθρων 12 και 13 του Ν. 1418/1984, με τις οποίες προβλέπεται, η ενδικοφανής προσφυγή σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ του εργοδότη και του αναδόχου του έργου (άρθρο 12) και η προσφυγή προς ακύρωση των αποφάσεων του Δ.Σ. της ….. εφόσον είναι επιβλαβείς για τον ανάδοχο του έργου, ή της άρνησης απαντήσεως του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής επί αιτήσεων του αναδόχου (άρθρο 13). Εφόσον δε από την ισχύουσα νομοθεσία της …. και τις διατάξεις του καταστατικού της (Π.Δ. 312/1999) δεν προβλέπεται κάποια ακυρότητα των αποφάσεων του Δ.Σ. αυτής, προκειμένου να συντρέξει λόγος ακύρωσης μιας τέτοιας αποφάσεως, πρέπει να υφίστανται οι προϋποθέσεις του κωδ. Ν. 2190/1920 και ήδη του Ν. 4548/2018, ως προς την ακυρότητα αποφάσεως του διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρίας, οι διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται συμπληρωματικά, προς τις διατάξεις από τις οποίες διέπεται η ….., κατά τα οριζόμενα στο νόμο 2414/1996 (ΑΠ 357/2012, ΑΠ 289/2021, ΤΝΠ Νόμος).

B. Από τις διατάξεις περί εγγύησης των άρθρων 847, 851 και 853 ΑΚ, που εφαρμόζονται και επί των δι’ εγγυητικών επιστολών παρεχομένων εγγυήσεων προκύπτει ότι η εγγύηση αποτελεί σύμβαση ετεροβαρή κατ’ αρχήν καταρτιζόμενη μεταξύ δανειστή και εγγυητή, με την οποία ο εγγυητής αναλαμβάνει έναντι τον δανειστή την υποχρέωση πληρωμής προς αυτόν οφειλής άλλου που πηγάζει από έγκυρη σχέση, στη δε σχέση αυτή ο οφειλέτης – τρίτος παραμένει νομικά ξένος. Οι παρά των τραπεζών συνήθως εκδιδόμενες εγγυητικές επιστολές αποτελούν ιδιαίτερο είδος και τρόπο εγγύησης, δημιούργημα της συναλλακτικής πρακτικής των τελευταίων ετών (άρθρο 361 ΑΚ), που διέπεται από τις διατάξεις περί παραγγελίας του ΕμπΝ και εντολής του ΑΚ και χαρακτηριστικό της οποίας είναι ότι με αυτήν οι συναλλασσόμενοι δεν αποβλέπουν κυρίως στην απόκτηση πρόσθετης φερεγγυότητας, αλλά στην άμεση καταβολή του καλυπτόμενου με αυτήν ποσού με απλή ειδοποίηση του δανειστή, χωρίς προσφυγή στα δικαστήρια και στη μακρόχρονη διαδικασία αυτών. Με τη μεσολάβηση δηλαδή της τράπεζας ή άλλου εκδότη της εγγυητικής επιστολής με ρήτρα πληρωμής “σε πρώτη ζήτηση ή με απλή ειδοποίηση” σκοπείται η άμεση μετάθεση του χρηματικού ποσού, για το οποίο παρασχέθηκε η εγγυητική επιστολή, σ` αυτόν προς τον οποίον αυτή απευθύνεται, με την επέλευση ορισμένου τυπικά διαπιστούμενου γεγονότος ή με την πάροδο προθεσμίας ή με απλή δήλωση εκείνου προς τον οποίο η επιστολή απευθύνεται ως δικαιούχου, ότι επήλθε ο λόγος της κατάπτωσης αυτής, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη τυχόν αντίρρηση τον υπέρ ου εκδόθηκε η εγγυητική επιστολή. Ο όρος αυτός στη σύμβαση εγγύησης με εγγυητική επιστολή, ότι η τράπεζα θα καταβάλει χωρίς έλεγχο της νομιμότητας και βασιμότητας του χρέους και της κατάπτωσης ή μη, είναι νόμιμος και ισχυρός. Έτσι εξασφαλίζεται εκείνος προς τον οποίο απευθύνεται η επιστολή στην απόλαυση του ποσού αυτής, χωρίς να αποκλείεται μεταγενέστερα, κατά τις περιστάσεις, η εκ μέρους του υπέρ ου αυτή η επιστολή αναζήτηση του καταβληθέντος ποσού με τη δικαστική οδό, όπου και θα κριθεί αν συντρέχουν ή όχι οι όροι κατάπτωσης της εγγύησης. Πάντως η εγγυητική επιστολή δεν παύει να είναι εξασφαλιστική της βασικής σχέσης, που συνδέει τον οφειλέτη και τον δανειστή και συνεπώς, όταν η κύρια οφειλή αποσβεσθεί, ελευθερώνεται ο εγγυητής. Έτσι, στην περίπτωση κατά την οποία περιελήφθη τέτοια ρήτρα στη σύμβαση χορήγησης εγγυητικής επιστολής, που συνήθως διατυπώνεται στο κείμενο της επιστολής με τη φράση ότι το εγγυημένο ποσό θα καταβληθεί “σε πρώτη ζήτηση” ή “μετά από απλή ειδοποίηση” ή ότι η Τράπεζα υπόσχεται ανεπιφύλακτα να πληρώσει “χωρίς αντίρρηση και απροφάσιστα”, επέρχεται μεν ευρεία αποσύνδεση της εγγυητικής επιστολής και της εξ αυτής υποχρεώσεως από τη βασική σχέση, δεν μεταπίπτει όμως η εγγυητική επιστολή σε αφηρημένη υπόσχεση χρέους, ούτε αποβάλλει τον παραπάνω χαρακτήρα της ως συμβάσεως εξασφαλιστικής των δικαιωμάτων του δανειστή από τη βασική σχέση, η δε εγγυήτρια Τράπεζα δεν υποχρεούται να καταβάλει στο δανειστή για απαίτηση που δεν καλύπτεται από την εγγυητική επιστολή (ΑΠ 751/2017, areiospagos.gr).

Με την υπό κρίση αγωγή της η ενάγουσα εκθέτει ότι μετά τη διενέργεια δημόσιου μειοδοτικού διαγωνισμού για την ανάθεση του έργου «Αναδιαρρύθμιση – ανακαίνιση χώρων Β ορόφου κεντρικού κτιρίου, για την εγκατάσταση καρδιολογικού τμήματος, αιμοδυναμικής μονάδας και εργαστηρίων κόπωσης και υπερήχων στο Γ.Ν. Πειραιά Τζάνειο», που προκήρυξε η εταιρεία ………….., καθολική διάδοχος της οποίας είναι η εναγομένη, σύμφωνα με το άρθρο 132 Ν. 4199/2013 περί συγχώνευσης των ανωνύμων εταιρειών ………. και …….., ανακηρύχθηκε μειοδότρια η ίδια και σύναψε με την ………. την από 31/1/2013 σύμβαση για την εκτέλεση του εν λόγω έργου αντί συμβατικού τιμήματος 989.000 ευρώ και με συνολική προθεσμία περαίωσης αυτού τους 24 μήνες από την υπογραφή της συμβάσεως και μετά την χορήγηση παρατάσεων, την 31/8/2016.  Ότι εν συνεχεία η εναγομένη με την με αρ. πρωτ. ………../29-7-2016 επιστολή της προς την εναγομένη, ζήτησε, για τους λόγους που αναλυτικά αναφέρονται σε αυτήν, παράταση της προθεσμίας παράτασης του έργου με αναθεώρηση τιμών έως 31/12/2016. Ότι επί της ανωτέρω αίτησης εκδόθηκε το με αρ. πρωτ. …………./20-12-2016 έγγραφο της Διευθύντριας Κατασκευών της εναγομένης, με το οποίο της γνωστοποίησε ότι με την υπ’ αριθ. …………./30-11-2016 απόφαση του ΔΣ της εναγομένης, εγκρίθηκε η χορήγηση παράτασης της συνολικής προθεσμίας περαίωσης του έργου μέχρι τις 31/12/2016, με την επιβολή, όμως, της μέγιστης προβλεπόμενης ποινικής ρήτρας, ποσοστού 10% του συμβατικού τιμήματος ήτοι ποσού 98.800 ευρώ. Εν συνεχεία εκδόθηκε η υπ’ αριθ. πρωτ. …………/20-12-2016 ειδική πρόσκληση της προϊσταμένης της διευθύνουσας υπηρεσίας/Διευθύντριας κατασκευών της εναγομένης με την οποία εντέλλονταν η ενάγουσα να εκτελέσει τις αναφερόμενες στο ως άνω έγγραφο εργασίες, εντός 10 ημερών από την παραλαβή του. Ότι ακολούθως, με την υπ’ αριθ. πρωτ. 654/20-1-2017 απόφαση της Διευθύντριας κατασκευών της εναγομένης, η ενάγουσα κηρύχθηκε έκπτωτη από την επίμαχη εργολαβία λόγω μη εμπρόθεσμης ολοκλήρωσης των αναφερόμενων στην ως άνω απόφαση εργασιών. Κατά της ως άνω απόφασης έκπτωσης καθώς και κατά της από 20/12/2016 ειδικής πρόσκλησης, η ενάγουσα άσκησε την με αριθ. πρωτ. ΚτΥπ 1555/10-2-2017 ένσταση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ………/4-4-2017 απόφαση του ΔΣ της εναγομένης, με την οποία απορρίφθηκε η ως άνω ένσταση της ενάγουσας και οριστικοποιήθηκε η έκπτωση της ενάγουσας από το επίδικο έργο. Εκθέτει περαιτέρω η ενάγουσα ότι η ανωτέρω απόφαση του ΔΣ της εναγομένης δεν είναι νόμιμη και πάσχει ακυρότητας για τους λόγους που αναφέρει στο δικόγραφο και ειδικότερα λόγω παράβασης των όρων της από 31/1/2013 επίδικης συμβάσεως, του εγκεκριμένου με την με αριθ. ΕΔ17γ/05/108/ΦΝ439/30-6-2010 ΚΥΑ κανονισμού εκπόνησης μελετών, εκτέλεσης έργων, προμηθειών και εργασιών (ΦΕΚ Β 1043/7-7-2010) που αποτελεί το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την εν λόγω σύμβαση και του συμπληρωματικά εφαρμοζόμενου Ν. 3669/2008. Ότι λόγω της έκπτωσης της, θα καταπέσουν εις βάρος της οι εγγυητικές επιστολές που έχει στα χέρια της η εναγομένη για το ως άνω έργο, οι οποίες ανέρχονται συνολικά στο ποσό των 184.790 ευρώ και αναλυτικά: 1) η υπ’ αριθ. …/25-1-2013 εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης ποσού 108.790 ευρώ της τράπεζας Πειραιώς, 2) η υπ’ αριθ. …./15-2-2013 εγγυητική επιστολή για τη λήψη προκαταβολής ποσού 52.000 ευρώ της τράπεζας Πειραιώς, 3) η υπ’ αριθ. …./9-12-2014 εγγυητική επιστολή αντικατάστασης δεκάτων ποσού 12.000 ευρώ της τράπεζας Πειραιώς και 4) η υπ’ αριθ. …./28-9-2015 εγγυητική επιστολή αντικατάστασης δεκάτων ποσού 12.000 ευρώ της τράπεζας Πειραιώς. Με το ιστορικό αυτό ζητά: α) την αναγνώριση της ακυρότητας της υπ’ αριθ. …………/4-4-2017 απόφασης του ΔΣ της εναγομένης και συνακόλουθα της μη νόμιμης έκπτωσης της από το επίδικο έργο, β) την αναγνώριση της ακυρότητας κατάπτωσης και είσπραξης από την εναγομένη των ως άνω εγγυητικών επιστολών καθώς και την καταδίκη της εναγομένης στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης.

Έχοντας αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατά την τακτική διαδικασία, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην υπ’ αριθ. 1790/2021 παραπεμπτική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (άρθρο 46 εδ.β ΚΠολΔ), εφόσον η παραπεμπτική απόφαση, όταν τελεσιδικήσει, είναι υποχρεωτική, τόσο για την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου που παρέπεμψε, όσο και για την αρμοδιότητα του δικαστηρίου στο οποίο γίνεται η παραπομπή. Σύμφωνα όμως με τα εκτεθέντα στην ως άνω μείζονα σκέψη, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη, καθώς όσον αφορά το αίτημα περί ακυρώσεως της άνω αποφάσεως του ΔΣ της εναγομένης, οι διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του Ν. 1418/1984 “Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων”, δεν έχουν εφαρμογή και για τα δημόσια έργα η ανάθεση των οποίων γίνεται από την εταιρεία «…………….» και πλέον την διάδοχο αυτής εναγομένη, ούτε και μπορούν να έχουν ανάλογη εφαρμογή, αφού, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, ρητώς εξαιρέθηκε η εταιρεία «…………..» και πλέον η διάδοχος της εναγομένη, από όλες τις διατάξεις του Ν. 1418/1984. Περαιτέρω, υπό την εκδοχή, ότι με την αίτηση ζητείται η αναγνώριση της ακυρότητας της ανωτέρω απόφασης της εναγομένης, αυτή είναι ομοίως μη νόμιμη, καθόσον δεν εκτίθενται στην αγωγή περιστατικά που να θεμελιώνουν παραβάσεις με ποινή την ακυρότητα των αποφάσεων του ΔΣ της εναγομένης, από τους νόμους 1398/1983 και 2190/1920 (και ήδη 4548/2018), ούτε και από το καταστατικό της (Π.Δ 312/1999), ενώ υπό τα εκτιθέμενα σε αυτήν περιστατικά, περί αποκλειστικής υπαιτιότητας της εναγομένης στην καθυστέρηση παράδοσης του έργου, δεν θεμελιώνεται αντίθεση της άνω απόφασης στις διατάξεις των άρθρων 180, 147 επ., 154 και 174 ΑΚ, αλλά αθέτηση συμβατικής υποχρεώσεως, λόγω της οποίας παρέχονται στον εργολάβο τα δικαιώματα από τις διατάξεις των άρθρων 681 επ. ΑΚ. Τέλος, υπό τα ίδια ως άνω πραγματικά περιστατικά, δεν θεμελιώνεται κατάχρηση δικαιώματος, κατά την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ. Ομοίως ως μη νόμιμο πρέπει να απορριφθεί το αίτημα περί αναγνώρισης της ακυρότητας κατάπτωσης και είσπραξης από την εναγομένη των ως άνω εγγυητικών επιστολών, σύμφωνα με τα όσα εκτέθηκαν στην μείζονα σκέψη της παρούσας, καθώς οι αναφερόμενοι λόγοι ακυρότητας της απόφασης του ΔΣ της εναγομένης, συνδεόμενοι άμεσα με τη βασική σχέση μεταξύ της προαναφερόμενης οφειλέτριας και αναδόχου του έργου ενάγουσας και της εναγομένης και αφού κατά τα εκτιθέμενα οι επίδικες εγγυητικές επιστολές περιέχουν τη ρήτρα «μετά από απλή ειδοποίηση», δεν μπορούν να οδηγήσουν στην αναστολή της υποχρέωσης της τράπεζας να καταβάλει τα χρηματικά ποσά των επίδικων εγγυητικών επιστολών. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η ενάγουσα στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της εναγομένης λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την αγωγή.

Επιβάλλει σε βάρος της ενάγουσας, τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 8/5/2025.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΣ                              ΕΛΕΝΗ ΔΟΥΚΑ

Δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους στις 22 Ιουλίου 2025.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΣ                                   ΕΛΕΝΗ ΔΟΥΚΑ