ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
τμήμα 4ο
Αριθμός απόφασης : 551/ 2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(4ο τμήμα)
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ : ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Μιχαήλ Μεσσαριτάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Ανάργυρο Δήμιζα (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την από 5.11.2021 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2021 αγωγή του, με την ειδική διαδικασία των διαφορών από οικογένεια το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση. Επ’ αυτής, εκδόθηκε η με αριθμό 816/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έκανε αυτή δεκτή. Κατά της απόφασης αυτής η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα άσκησε την από 15-9-2023 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ /ΕΑΚ ………/2023 έφεσή της, η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που είχαν προκαταθέσει .
AΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 15-9-2023 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2023 έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας κατά της με αριθμό 816/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από οικογένεια το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση, έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα, καθώς δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρο 518 ΚΠολΔ). Είναι, συνεπώς, παραδεκτή και πρέπει να ακολουθήσει η ουσιαστική έρευνα των λόγων της κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία (άρθρα 592 επ. ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 1, άρθρο ένατο του ν.4335/2015). Για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί το με αρ. …………… e – παράβολο, ποσού 100 € (άρθρο 495, σε συνδυασμό με το άρθρο 592 αρ.2 ΚΠολΔ).
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, με την από 5.11.2021 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../2021 αγωγή του ζήτησε να αναγνωρισθεί είναι ο φυσικός πατέρας του ανηλίκου θήλεος τέκνου, που γέννησε η εναγόμενη εκτός γάμου στις 24-9-2013, το οποίο ήταν καρπός των σαρκικών σχέσεών του με αυτή, κατά τον κρίσιμο χρόνο της σύλληψης του τέκνου και καθώς η εναγόμενη με την από 18-10-2021 εξώδικη απάντηση-δήλωσή της, αρνήθηκε να προσέλθει σε συμβολαιογράφο της επιλογής της για να παράσχει τη συναίνεσή της στην εκούσια από αυτόν αναγνώριση, όπως της ζήτησε με την από 11-10-2021 εξώδικη δήλωσή του. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση που έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε ότι το ενάγων είναι ο φυσικός πατέρας του άνω τέκνου. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα, παραπονούμενη για εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.
Κατά το άρθρο 1479 ΑΚ, η μητέρα έχει δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της που γεννήθηκε χωρίς γάμο της με τον πατέρα του. Το ίδιο δικαίωμα έχει και το τέκνο. Όταν η μητέρα αρνείται την προβλεπόμενη από την πρώτη παράγραφο του άρθρου 1475 συναίνεσή της, δικαίωμα δικαστικής αναγνώρισης έχουν επίσης ο πατέρας και, στην περίπτωση της τρίτης παραγράφου του άρθρου 1475, ο παππούς ή η γιαγιά της πατρικής γραμμής. Περαιτέρω κατά το άρθρο 1480 ΑΚ, ………… Η αγωγή του πατέρα ή των γονέων του ασκείται κατά της μητέρας ή των κληρονόμων της. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η αγωγή αναγνώρισης πατρότητας τέκνου εκτός γάμου των γονέων του κι εν προκειμένω, όταν ασκείται από τον πατέρα λόγω άρνησης της μητέρας να συναινέσει στην εκούσια αναγνώριση αυτού διέπεται αποκλειστικά ως προς την ενεργητική νομιμοποίηση από το άρθρο 1479§1 ΑΚ και ως προς την παθητική από το άρθρο 1480 ΑΚ, που δεν έχει καταργηθεί και ως ειδικότερη ρυθμίζει κατ’ αποκλειστικό τρόπο, σύμφωνα με τα παραπάνω, το ζήτημα αυτό, όπως άλλωστε και υπό την ισχύ των προηγουμένων διατάξεων του ΚΠολΔ, όπου, παρότι η παραπάνω αγωγή προβλεπόταν στο άρθρο 614 ως ξεχωριστή περίπτωση, δεν υπήρχε ειδική πρόβλεψη για την παθητική νομιμοποίησή της στο άρθρο 619 ΚΠολΔ. Τα ανωτέρω εξακολουθούν να ισχύουν και μετά τις τροποποιήσεις που επέφερε ο ν. 4335/2015 στον ΚΠολΔ, όπου, στις διαφορές από τις σχέσεις γονέων και τέκνων που σύμφωνα με το νέο άρθρο 592 αρ. 2 ΚΠολΔ δικάζονται κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών, δεν αναφέρεται ως ξεχωριστή περίπτωση η αναγνώριση της πατρότητας τέκνου που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του, όπως στο αντίστοιχο προηγούμενο άρθρο 614§1γ`, παρά μόνον η αναγνώριση ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει σχέση γονέα και τέκνου ή γονική μέριμνα, στην οποία η ανωτέρω αγωγή προσιδιάζει και μπορεί να υπαχθεί. Η μη αναφορά της αναγνώρισης πατρότητας ως ξεχωριστής περίπτωσης στο νέο άρθρο 592 αρ. 2 δεν επέφερε καμία διαφοροποίηση στην παθητική νομιμοποίηση της εν λόγω αγωγής, η οποία και υπό τις νέες διατάξεις δεν έχει μεταβληθεί και δεν ρυθμίζεται από τη διάταξη του νέου άρθρου 609§3 ΚΠολΔ, (ταυτόσημου κατά περιεχόμενο με το αντίστοιχο παλαιό 619§3 αλλά στη διάταξη του άρθρου 1480 ΑΚ (ΕφΘεσ 1019/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση η εκκαλούσα με τον πρώτο λόγο έφεσής της ισχυρίζεται ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί, διότι δεν στράφηκε κατά του τέκνου. ¨Όπως όμως εκτέθηκε η αγωγή δεν ήταν απαραίτητο να απευθυνθεί και κατά του τέκνου, ώστε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την ένστασή της περί απαραδέκτου της αγωγής, ορθά εφάρμοσε το νόμο.
Η δικαστική αναγνώριση της πατρότητας προβλέπεται από το άρθρο 1479 § 1 επ. ΑΚ. Η μητέρα έχει δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της που γεννήθηκε χωρίς γάμο της με τον πατέρα του. Το ίδιο, δικαίωμα έχει και το τέκνο. Όταν η μητέρα δεν συναινεί, δικαίωμα δικαστικής αναγνώρισης έχουν επίσης ο πατέρας, ο παππούς ή η γιαγιά της πατρικής γραμμής. Παθητικά νομιμοποιούνται, στην αγωγή της μητέρας, ο φερόμενος ως πατέρας ή οι κληρονόμοι του (1480 ΑΚ), στην αγωγή του τέκνου ο γονέας που αρνείται να προβεί στην αναγκαία δήλωση για την εκούσια αναγνώριση ή οι κληρονόμοι τους (1480 ΑΚ), στην αγωγή του πατέρα ή των γονέων του, η μητέρα ή οι κληρονόμοι της (1480 ΑΚ). Το τεκμήριο πατρότητας που συνάγεται (άρθρο 1481 ΑΚ) από τη σαρκική συνάφεια της μητέρας του με τον φερόμενο ως πατέρα, κατά τον κρίσιμο χρόνο της σύλληψης, ο οποίος θεωρείται το χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή (300η) και την εκατοστή ογδοηκοστή (180η) ημέρα πριν τον τοκετό (άρθρο 1468 ΑΚ) ανατρέπεται με την παραδοχή της ένστασης των σοβαρών αμφιβολιών (1482 ΑΚ). Η συναίνεση της μητέρας, σύμφωνα με το άρθρο 1476 εδ. 2, παρέχεται με δήλωση στο συμβολαιογράφο και μπορεί να περιληφθεί και στο ίδιο συμβολαιογραφικό έγγραφο, στο οποίο περιέχεται και η δήλωση του πατέρα. Αν η μητέρα αρνείται να συναινέσει, ο πατέρας ή οι κληρονόμοι έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν την αγωγή αναγνώρισης της πατρότητας του τέκνου που προεκτέθηκε. Κατά την ορθότερη άποψη, όπως προκύπτει και από το άρθρο 4 του ν. 1702/1987 με τον οποίο κυρώθηκε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το νομικό καθεστώς των παιδιών που γεννιούνται χωρίς γάμο των γονέων τους, η μητέρα μπορεί να αρνηθεί τη συναίνεση της προβάλλοντας ένα και μόνο ισχυρισμό: ότι δεν πρόκειται για τον αληθινό πατέρα του παιδιού, οπότε και υπάρχει η ανάγκη της προσφυγής στη δίκη για την αναγνώριση της πατρότητας, ώστε να αποδειχθεί, στο Δικαστήριο ποιός είναι ο πραγματικός πατέρας του τέκνου (ΕφΠατρ 132/2019, ΕφΑθ 4665/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη: ΟικογΔ, 2024 σ.607 και πιο αναλυτικά της ιδίας ΟικογΔ 2003 τόμος ΙΙ Σ. 117 σελ. 154, 155, όπου και παραπομπές, , Κουμάντου Οικογενειακό Δίκαιο 1989, σελ. 62, Παπαχρίστου: Εγχειρίδιο ΟικογΔ, σελ. 282, Αγαλλοπούλου: Το δικαίωμα εκούσιας αναγνώρισης της πατρότητας ΝοΒ 37 (1989) σελ. 241). Η άρνηση της μητέρας μπορεί να αποδειχθεί με κάθε αποδεικτικό μέσο και προς άρση κάθε αμφιβολίας, για την περίπτωση αναβλητικότητας που δεν αποτελεί συναίνεση, αλλά δε συνιστά και άρνηση, μπορεί ο ενάγων πατέρας να την καλέσει σε συμβολαιογράφο ορισμένη ημέρα και ώρα για να δηλώσει τη συναίνεσή της, οπότε αν δεν εμφανιστεί ή δεν δηλώσει, θα θεωρηθεί ότι έχει αρνηθεί (Κουμάντος Οικογενειακό Δίκαιο 1989 τόμος ΙΙ σελ. 74). Τέλος κατά τη διάταξη του άρθρου 1483 παρ. 1 ΑΚ ορίζεται ότι «Το δικαίωμα της μητέρας να ζητήσει την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της αποσβήνεται όταν περάσουν πέντε χρόνια από τον τοκετό. Το δικαίωμα του τέκνου αποσβήνεται, ένα έτος μετά την ενηλικίωσή του, και το δικαίωμα του πατέρα ή των γονέων του δυο έτη αφότου αρνήθηκε τη συναίνεσή της η μητέρα». Με τη διάταξη αυτή τάσσεται αποσβεστική προθεσμία με σκοπό την ταχεία άρση της εκκρεμότητας-αβεβαιότητας περί την πατρότητα του εκτός γάμου τέκνου και την ύπαρξη του αντίστοιχου δικαιώματος, αναγόμενου στην οικογενειακή τάξη. Η τασσόμενη από το νόμο για τον πατέρα διετή προθεσμία, αφότου αρνήθηκε την συναίνεση της η μητέρα, για την άσκηση του δικαιώματός του αναγνώρισης του τέκνου είναι αποσβεστική του δικαιώματός του, λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η τυχόν παραίτηση από αυτήν είναι άκυρη (άρθρα 279, 280 ΑΚ) και με αυτή καθιερώνεται ουσιαστικό απαράδεκτο, το οποίο κατά κύριο λόγο πλήττει το δικαίωμα της επίκλησης της αναγνώρισης της πατρότητας. Για να είναι δε εμπρόθεσμη η άσκηση του ως άνω δικαιώματος, δεν αρκεί να κατατεθεί αλλά πρέπει και να επιδοθεί η σχετική αγωγή μέσα σε δύο έτη από την άρνηση της μητέρας, ώστε αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, το δικαίωμα αποσβήνεται και η σχετική αγωγή απορρίπτεται ως ουσιαστικά απαράδεκτη (ΑΠ 1688/2005, ΕφΠειρ 237/2023, ΕφΘεσ 817/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (βλ. απομαγνητοφωνημένα πρακτικά συνεδρίασης αυτού), από τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από τα οποία άλλα έχουν πλήρη αποδεικτική δύναμη και άλλα εκτιμώνται ως δικαστικά τεκμήρια, κατά το άρθρο 395 ΚΠολΔ, των με αρ. …/2022 και …./2022 ενόρκων βεβαιώσεων των ………….. και ………. αντίστοιχα, που λήφθηκαν με την επιμέλεια του ενάγοντος, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Μάσσητος, κατόπιν νομότυπης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγόμενης (βλ. την υπ’ αριθμ. …./20-1-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……..) των με αριθμ. ../2022 και …/2022 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ……. και ……….. αντίστοιχα που λήφθηκαν με την επιμέλεια της εναγόμενης, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Μάσσητος, κατόπιν νομότυπης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ. την με αρ, …./12.1.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Ναυπλίου, ……….), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Οι διάδικοι μετά από γνωριμία τους το έτος 2011 στο Κρανίδι Αργολίδας, όπου διαμένει μόνιμα ο ενάγων και παραθέριζε η εναγόμενη, ανέπτυξαν ολοκληρωμένες σχέσεις και αρραβωνιάστηκαν στις 13.9.2012, με σκοπό το γάμο. Ο αρραβώνας τους διαλύθηκε οριστικά στις αρχές του 2013, όμως πριν το χωρισμό τους η εναγόμενη είχε μείνει έγκυος και στις 24-9-2013 γέννησε στο Μαρούσι Αττικής, ένα θήλυ τέκνο, το οποίο έλαβε αργότερα το όνομα ……… (βλ. το προσκομιζόμενο απόσπασμα της υπ’αριθμ. …………/2013 ληξιαρχικής πράξης γέννησης του ληξιαρχείου Αμαρουσίου Αττικής). Το κρίσιμο χρονικό διάστημα της σύλληψης του εν λόγω τέκνου, το οποίο περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή (300η) και την εκατοστή ογδοηκοστή (180η) ημέρα πριν τον τοκετό (άρθρο 1468 ΑΚ) η εναγόμενη διατηρούσε ερωτική σχέση, με σαρκική συνάφεια με τον ενάγοντα, με τον οποίο ήταν μάλιστα αρραβωνιασμένη, χωρίς να έχει παράλληλα, το ίδιο διάστημα, σχέση με άλλον άνδρα, ώστε το τέκνο που γέννησε, τεκμαίρεται ότι έχει ως πατέρα τον ενάγοντα (ΑΚ 1481). Τη γέννηση του τέκνου μάλιστα γνωστοποίησε η ίδια η εναγόμενη στον ενάγοντα με την από 24.1.2014 εξώδικη δήλωσή της, με την οποία τον κάλεσε να προσέλθει εντός 15 ημερών σε ειδικό εργαστήριο της Αττικής της επιλογής του, ώστε να διαπιστωθεί ότι είναι ο φυσικός πατέρα του τέκνου. Συνεπώς από την άνω εξώδικη δήλωση της εναγόμενης συνάγεται εξώδικη ομολογία αυτής που εκτιμάται ελεύθερα (άρθρο 352 παρ.2 ΚΠολΔ). Σε κάθε περίπτωση η εναγόμενη δεν αμφισβήτησε ότι το τέκνο που γέννησε, προήλθε από τις σχέσεις της με τον ενάγοντα, το οποίο προκύπτει και από το λοιπό αποδεικτικό υλικό της υπόθεσης, ήτοι τις καταθέσεις των μαρτύρων, τόσο του ενάγοντος όσο και της εναγόμενης (βλ. πρακτικά συνεδρίασης και ένορκες βεβαιώσεις). Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ο ενάγων δεν απάντησε (εγγράφως) στην άνω εξώδικη δήλωση της εναγόμενης, μη επιδεικνύοντας ενδιαφέρον και αμφισβητώντας εμμέσως ότι αυτός είναι ο πατέρας του τέκνου (βλ. ηλεκτρονικά μηνύματα από το κινητό του sms που αντάλλαξε με την εναγόμενη), καθώς το μόνο που τον απασχολούσε την δεδομένη χρονική στιγμή ήταν να χωρίσει με την εναγόμενη. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα προσέγγισε την εναγόμενη μέσω τρίτων, προκειμένου να έρθει σε επαφή και να αναγνωρίσει το τέκνο του, αρχικά μέσω του Δικηγόρου του (2016) και κατόπιν μέσω του εφημερίου του Ιερού ναού Κοιμήσεως ……………… (2017), με αρνητική απάντηση της εναγόμενης, η οποία εξέφρασε στον τελευταίο ότι ήθελε να συνάψουν γάμο με τον ενάγοντα. Όπως όμως καταθέτει η αδελφή του ενάγοντος (βλ. πρακτικά συνεδρίασης) η ίδια επικοινώνησε τηλεφωνικά με την εναγόμενη το έτος 2021 (ένα χρόνο πριν από τη συνεδρίαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που έλαβε χώρα στις 1.4.2022 όπως κατέθεσε) και η τελευταία έδειξε να έχει μεταστραφεί, εκφραζόμενη θετικά να μάθει το τέκνο για τον πατέρα του με τη βοήθεια ψυχολόγου και να αναγνωρίσει αυτό ο ενάγων, χωρίς παρεμβολή Δικαστηρίων. Όμως σε νεότερη επικοινωνία τους η εναγόμενη απαίτησε από την αδελφή του ενάγοντος να μην την ξαναενοχλήσει για θέματα που δεν την αφορούν. Ο ενάγων κατόπιν, με την από 11.10.2021 εξώδική δήλωσή του, που επιδόθηκε στην εναγόμενη στις 12.10.2021 (βλ. επισημείωση της δικ. επιμελήτριας …………..) κάλεσε αυτήν να δηλώσει την συναίνεσή της σε συμβολαιογράφο της επιλογής της, εντός 15 ημερών από την επίδοση αυτής. Η εναγόμενη με την από 18.10.2021 εξώδικη δήλωσή της απάντησε αρνητικά, επικαλούμενη ότι είχε αρνηθεί τις προτάσεις αναγνώρισης αυτού το έτος 2016 και 2017 και αναφέροντας ότι δεν υπάρχει πλέον λόγος ο ενάγων να αναγνωρίσει το τέκνο του, οχτώ χρόνια από την γέννηση του παιδιού και τέσσερα χρόνια από την οριστική της άρνηση. Ωστόσο, με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, η οριστική άρνηση της εναγόμενης να συναινέσει στην αναγνώριση του τέκνου έλαβε χώρα το έτος 2021, όταν στην τελευταία της επικοινωνία με την αδελφή του ενάγοντος, ζήτησε αυτή μην την ξαναενοχλήσει, αφού είχε προηγηθεί θετική της διάθεση κι επιπλέον με την ρητή αρνητική απάντηση στην εξώδικη δήλωση του ιδίου του ενάγοντος (που για πρώτη φορά υπέβαλε ο ίδιος ευθέως σ΄αυτή σχετικό αίτημα) να δηλώσει την έγγραφη συναίνεσή της σε συμβολαιογράφο (βλ. και Κουμάντος, ο.π.). Σημειώνεται ότι την επικοινωνία της αδελφής του με την εναγόμενη (ότι μέσω αυτής είχε βρεθεί πεδίο συνεννόησης) επικαλέσθηκε και ο ενάγων στην άνω εξώδικη δήλωσή του και αυτή δεν αναιρείται ότι έλαβε αυτή χώρα από το λοιπό αποδεικτικό υλικό της υπόθεσης. Η αγωγή του ενάγοντος εξάλλου κατατέθηκε στις 9.11.2021 κι επιδόθηκε στην εναγόμενη στις 29.11.2021 (βλ. την με αρ. ……/29.11.2021 έκθεση επιδόσεως της δικ. επιμελήτριας ……………., ώστε αυτή έχει ασκηθεί πριν παρέλθει η αποσβεστική προθεσμία των δύο ετών από την (οριστική) άρνηση της εναγόμενης, κατά τη διάταξη του άρθρου 1483 παρ. 1 ΑΚ. Κατόπιν αυτών ο δεύτερος λόγος της έφεσης, ότι δηλαδή η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη, γιατί ασκήθηκε μετά την παρέλευση της άνω αποσβεστικής προθεσμίας, το οποίο ελέγχει το Δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως, είναι αβάσιμος. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, με αιτιολογία που συμπληρώνεται από την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς, τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Προφανής υπέρβαση των ορίων που τίθενται με την άνω διάταξη υπάρχει όταν η άσκηση του δικαιώματος συνιστά μεταβολή συμπεριφοράς αδικαιολόγητη και μη αναμενόμενη, με την οποία να προκαλείται τέτοια έντονη εντύπωση αδικίας, ώστε να καθίσταται αναγκαία η θυσία του δικαιώματος. Αναγκαία όμως παρίσταται η συνδρομή και άλλων περιστατικών, αναγομένων στον ίδιο χρόνο και στην όλη συμπεριφορά του δικαιούχου, από τα οποία να προκύπτει ότι η ικανοποίηση του δανειστή θα επιφέρει δυσμενείς για τα συμφέροντα του οφειλέτη επιπτώσεις. Δεν είναι αρκετή μόνη η αδράνεια του δικαιούχου, ακόμα και αν αυτή είναι μακροχρόνια (ΑΠ 334/2016, ΑΠ 741/2015, ΑΠ 1314/2007 www.areiospagos.gr). Στην προκείμενη περίπτωση η εκκαλούσα με το δεύτερο λόγο της έφεσής της επαναφέρει την ένσταση κατάχρησης δικαιώματος που είχε υποβάλλει στον πρώτο βαθμό επικαλούμενη ότι ο ενάγων εκκίνησε τη διαδικασία αναγνώρισης του τέκνου του οχτώ χρόνια από τη γέννησή του, χωρίς να υπολογίσει τον ψυχικό του κόσμο κι ενώ αρχικά δεν είχε δείξει ενδιαφέρον για το τέκνο του και είχε αμφισβητήσει την πατρότητα αυτού με χυδαίο τρόπο. Επί του ισχυρισμού αυτού πρέπει αρχικά να σημειωθεί ότι για την αγωγή δικαστικής αναγνώρισης του πατέρα τίθεται αποσβεστική προθεσμία, με αφετηρία όχι την χρονολογία του τοκετού, αλλά την άρνηση της μητέρας κι ενώ μπορεί να γίνει χωρίς χρονικό περιορισμό, με τη συναίνεση αυτής, εκούσια αναγνώριση του τέκνου, ώστε να μην είναι καταχρηστική η άσκηση της αγωγής αναγνώρισης πατρότητας σε χρονικό διάστημα οχτώ χρόνων μετά τη γέννηση του τέκνου. Η αρχική συμπεριφορά του δικαιούχου ενάγοντος (αδιαφορία, έμμεση αμφισβήτηση της πατρότητας), καίτοι αντιφατική με την προγενέστερη, δεν οδηγεί χωρίς άλλο σε αποκλεισμό του δικαιώματός του, αφού η άσκηση αυτού δεν οδηγεί σε δυσμενή αποτελέσματα για την εναγόμενη και το τέκνο της (που δεν είναι διάδικος), με την έννοια της ανατροπής υφιστάμενης τετελεσμένης κατάστασης και δημιουργίας έντονης αδικίας. Επομένως ο σχετικός ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος, ώστε το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που τον απέρριψε ομοίως ορθώς εφάρμοσε το νόμο (με αιτιολογία που συμπληρώνεται κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ). Εξάλλου με την εκκαλούμενη απόφαση έγινε δεκτή η αγωγή και αναγνωρίστηκε ότι το τέκνο που γέννησε η εναγόμενη στις 24.9.2013 είναι γνήσιο τέκνο του ενάγοντος, ώστε το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά εκτίμησε το νόμο και τις αποδείξεις. Κατόπιν αυτών, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος της έφεσης προς έρευνα, πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που κατατέθηκε από την εκκαλούσα στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ.ε΄ Κ.Πολ.Δ). Τα δικαστικά έξοδα θα πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 παρ.2 Κ.Πολ.Δ),
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης, που αναφέρθηκε στο σκεπτικό, στο Δημόσιο Ταμείο.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 3.9.2005.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ