Αριθμός 236/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Σοφία Καλούδη, Εφέτη και Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΔΗΛΟΥΝΤΩΝ-ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) …………., 2) …………, 3) …………….4) …………, 5) ………… 6) ……….., 7) ……….., 8)……….., 9) ………………….., ο οποίος απεβίωσε και έτσι επήλθε βίαια διακοπή της δίκης, 10)……………, 11) ………….., 12) ……….., 13) ………… 14) …………. και 15) …………….., οι οποίοι άπαντες (1-15) δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο.
ΚΑΘ’ΩΝ Η ΔΗΛΩΣΗ-ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ: 1) ……………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο, Σάββα Μαγουλά (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.) και 2) ……………. η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο, η οποία απεβίωσε την 21.1.2022 και την βιαίως διακοπείσα δίκη συνεχίζει η πρώτη καθ΄ης η δήλωση-κλήση.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ
τους κληρονόμους του αρχικώς ενάγοντος …………….., ήτοι:
Α) τους κληρονόμους του ………………, οι οποίοι είναι ι) …………. ii) ………….. και iii) η ………..
Β) τους κληρονόμους του ………….., οι οποίοι είναι ι) η ……………., ii) η …………….,
Γ) τους κληρονόμους της ……………, οι οποίοι είναι ι) ο ………………, ii) ο ……….., και iii) η ………… Άπαντες οι κοινοποιούμενοι δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Οι …………. και …………….., κάτοικοι αμφότεροι Σαλαμίνας (αρχικοί ενάγοντες) άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 23.12.1970 (ΑΚ …………./1970) αγωγή κατά του …………….., κατοίκου Αθηνών, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ 444/1972 προδικαστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία διέταξε αποδείξεις.
Οι 1) ………., 2) ……….., 3) …………, 4) …………….., 5) ………….. 6) ………….., 7) ……….., 8) …………….., 9) ………….. 10) …………….., 11) …………. και 12) …………., με την ιδιότητά τους ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων των αρχικώς ως άνω εναγόντων …….. και …………, με την από 21.10.2013 (ΑΚ ………./2013) κλήση επανέφεραν την συζήτηση της ως άνω αγωγής σε βάρος των ……… και …………, ως κληρονόμων του αρχικώς εναγομένου, ………….., ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Συζητήσεως γενομένης εξεδόθη η υπ΄ αριθμ 1082/2016 απόφαση του προαναφερόμενου Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι 1) ……………, 2) ………….., 3) ……….., 4) ………, 5) …………..6) ……….., 7) ………., 8) ………., 9) …………., 10) …….., 11) ………, 12) ………… με την από 19.4.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……./2018-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………/2018) έφεσή τους κατά των ……… και ………… Δικάσιμος της ως άνω εφέσεως ορίσθηκε η 9η.5.2019, κατά την οποία δηλώθηκε η βίαια διακοπή της δίκης λόγω θανάτου της …….., του ……… και του ……… (2ης, 3ου και 6ου των αρχικώς εκκαλούντων) και έλαβε αριθμό πρακτικού 211/9.5.2019. Στη συνέχεια και κατόπιν της από 9/12/2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2020) δηλώσεως-κλήσεως των 1) ………, 2) ………….., 3) ……….., 4) …………, 5) ………. 6) …………, 7) …………, 8) ………., 9) ………….., 10) ……….., 11) ……….., 12) …………… 13) …………., 14) ……….., 15) …………. και 16 …………… κατά της ……….. και ……………, η προαναφερόμενη έφεση προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 11ης.11.2021, οπότε δηλώθηκε η βίαια διακοπή της δίκης λόγω του θανάτου της ……….και της …………. και έλαβε αριθμό πρακτικού 28/11-11-2021.
Με την από 15.12.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2021) δήλωση-κλήση οι κληρονόμοι των αρχικών εναγόντων και εκκαλούντων επαναλαμβάνουν την βιαίως διακοπείσα δίκη και προσκαλούν όπως επαναλάβουν αυτήν άπαντες οι λοιποί κληρονόμοι του αρχικώς ενάγοντος ………, ήτοι στους στην αρχή της παρούσας απόφασης αναφερόμενους προς ους η κοινοποίηση, καθώς και οι λοιποί κληρονόμοι του ……. … Δικάσιμος για την εν λόγω υπόθεση ορίσθηκε η 19η.5.2022.
Ήδη, δυνάμει της υπ΄ αριθμ 33/12.4.2024 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς με την οποία λήφθηκαν υπόψιν οι διατάξεις του άρθρου 307 ΚΠολΔ και η υπ΄ αριθμ 23/2024 Πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, δυνάμει της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης και ο ορισμός νέας δικασίμου της υποθέσεως, που συζητήθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς στη δικάσιμο της 1ης.6.2023 και η οποία αφορά την υπόθεση με ΓΑΚ/ΕΑΚ …/16.12.2021-…./16.12.2021, ενόψει του ότι η σχετικώς ορισθείσα ως Εισηγήτρια Εφέτης Χριστίνα Λίμουρα εξακολουθεί να τελεί σε αναρρωτική άδεια από την 1η.12.2023. ορίστηκε δικάσιμος για νέα συζήτηση της υποθέσεως, -η οποία αφορά την ως άνω επιστραφεισα δικογραφία, που αρχικώς συζητήθηκε στη δικάσιμο της 1ης.6.2023 ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (υπόθεση προσδιορισθείσα με ΓΑΚ/ΕΑΚ …/16.12.2021-……./16.12.2021)- η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της πρώτης εκ των καθών η δήλωση -καθών η κλήση, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 294 § 1, 295 § 1, 296 και 297 ΚΠολΔ, που κατ’ άρθρο 299 του ιδίου Κώδικα έχουν εφαρμογή και στα πλαίσια της κατ’ έφεση δίκης, συνάγεται ότι η νομότυπη παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής ή και από το δικαίωμα που ασκήθηκε με αυτήν επιφέρει κατάργηση της δίκης. Η παραίτηση από το δικόγραφο έχει την έννοια της ανάκλησης της αιτήσεως του ενάγοντος να του παρασχεθεί δικαστική προστασία και, χωρίς να θίγει το επίδικο ουσιαστικό δικαίωμα, το οποίο δεν αποδικάζεται, υποδηλώνει παραίτησή του από την έναντι της πολιτείας δημοσίου χαρακτήρα αξίωσή του για έκδοση αποφάσεως στη συγκεκριμένη δίκη που άνοιξε με την άσκηση της αγωγής από το δικόγραφο της οποίας δηλώνεται η παραίτηση (ΑΠ 138/2014, ΤριμΕφΘεσ. 979/2016, πρώτη δημοσίευση αμφοτέρων σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ), το δικονομικό αποτέλεσμα της οποίας είναι να θεωρείται η αγωγή ως μη ασκηθείσα (ΑΠ 673/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αντίθετα, η παραίτηση από το αγωγικό δικαίωμα αναιρεί το ίδιο το υπόβαθρο του δικαστικού αγώνα (Κ. Κεραμέας, Αστικό Δικονομικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, 1986, αρ. 142, σελ. 362), αφού υποδηλώνει εγκατάλειψη τόσο του προβληθέντος νομικού ισχυρισμού όσον και της υπό διάγνωση έννομης συνέπειας ως αβασίμων (Ν. Νίκας, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, 2005, § 90, αρ. 15, σελ. 605) και επιφέρει απόσβεση του επιδίκου δικαιώματος, που δεν μπορεί πλέον να προταθεί στο μέλλον με άλλη αγωγή (ΑΠ 1586/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η παραίτηση και από το δικόγραφο της αγωγής και από το υποκείμενο ουσιαστικό δικαίωμα μπορεί να πραγματοποιηθεί το πρώτον ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (ΑΠ 69/1996, Δνη 1996/1316 = ΕΕΝ 1997/449 = ΝοΒ 1998/331). Στην περίπτωση αυτή, πριν ακόμα κριθεί η ουσιαστική βασιμότητα της έφεσης και χωρίς να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη (ΑΠ 201/2006, ΜονΕφΠειρ. 136/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), επέρχεται, αφενός, κατάργηση της δίκης απαρχής (ΑΠ 1922/2005, Δνη 2006/818), δηλαδή όχι μόνον της έκκλητης αλλά της δίκης και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (ΑΠ 118/1998, Δνη 1998/536, ΑΠ 1481/1995, ΔΕΕ 1996/296 = ΔΕΝ 1996/74 = ΕΕΔ 1997/307) και, αφετέρου, έμμεση άρση της ισχύος της πρωτόδικης απόφασης (ΜονΕφΛαρ. 356/2015, Δικογραφία 2016/602, ΕφΑθ. 78/2008, Δνη 2008/1459, ΕφΑθ. 505/2007, Δνη 2008/227, Δ. Κονδύλης, Το δικασμένο κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, 2007, § 9, σελ. 139, σημ. 27), εκτός αν ο εναγόμενος προβάλλει αντίρρηση και πιθανολογηθεί το έννομο συμφέρον του να περατωθεί η δίκη με την έκδοση οριστικής αποφάσεως (ΑΠ 1517/2010, Δνη 2011/416, ΑΠ 398/1997, Δνη 1997/1782) στο δεύτερο βαθμό. Η παραίτηση στο εφετείο είναι δυνατή μόνο μετά την, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος, αναβίωση της εκκρεμοδικίας που δημιουργήθηκε με την έγερση της αγωγής και περατώθηκε με την έκδοση της πρωτοβάθμιας απόφασης, η οποία επέρχεται με την άσκηση παραδεκτής εφέσεως κατ’ αυτής, το νομότυπο και εμπρόθεσμο της ασκήσεως της οποίας ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, διότι, σε αντίθετη περίπτωση, η πρωτόδικη απόφαση έχει τελεσιδικήσει και, συνεπώς, επειδή δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη για να καταργηθεί, δε χωρεί πλέον παραίτηση ούτε από το δικόγραφο ούτε από το δικαίωμα της αγωγής (ΑΠ 436/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 472/2009, ΕφΑΔ 2009/821 = ΧρΙΔ 2010/55, ΕφΑθ. 3644/2007, ΕφΑΔ 2008/817, ΕφΑθ. 4729/2002, Δνη 2005/1719, ΕφΑθ. 9976/2000, ΕΔΠ 2002/264). Η παραίτηση μπορεί να γίνει από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ενάγοντος, ο οποίος, αν η δήλωσή του αφορά το δικόγραφο, αρκεί να έχει γενική πληρεξουσιότητα κατ’ άρθρο 96 § 1 ΚΠολΔ (ΜονΕφΠειρ. 115/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ενώ αν αφορά το δικαίωμα της αγωγής, απαιτείται, αντιθέτως, να είναι εφοδιασμένος με ειδικό πληρεξούσιο κατ’ άρθρο 98 περ. β αυτού (ΑΠ 736/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και παράγει τα έννομα αποτελέσματά της μόνον εφόσον συντρέχουν οι, κατά τα λοιπά κοινές για αμφότερα τα είδη της, προϋποθέσεις του τυπικού της κύρους, εφόσον δηλαδή γίνεται είτε με δήλωση του ενάγοντος ή του πληρεξουσίου δικηγόρου του στο ακροατήριο καταχωρούμενη στα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης του εφετείου είτε με δικόγραφο επιδιδόμενο στον αντίδικο του παραιτούμενου. Οι τρόποι της παραιτήσεως είναι αποκλειστικοί (ΟλΑΠ 1187/1981, Δνη 1989/377, ΑΠ 368/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η περιοριστική αναφορά τους στο νόμο αποσκοπεί στον ασφαλή καθορισμό με αντικειμενικά δεδομένα του ακριβούς χρονικού σημείου καταργήσεως της εκκρεμοδικίας (ΤριμΕφΘεσ. 2000/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), γεγονός νομικά σημαντικό ιδίως για τη διαπίστωση της συμπλήρωσης ή μη της παραγραφής της αξίωσης που ασκήθηκε με την αγωγή, ενόψει και της διατάξεως του άρθρου 263 § 2 ΑΚ, κατά την οποία η επανέγερση της αγωγής από την οποία χώρησε παραίτηση εντός έξι μηνών από αυτήν έχει ως αποτέλεσμα να θεωρείται ότι η παραγραφή διακόπηκε με την άσκηση της πρώτης αγωγής (ΑΠ 577/2016, Ε7 2017/427).
Στην προκειμένη περίπτωση οι : Α) ……………….. . ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι του δέκατου των εκκαλούντων, ………., β) η ……………, ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι του ………………., ενδέκατου των εκκαλούντων, Γ) ………………., ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι της δωδέκατης των εκκαλούντων ……………., οι οποίοι υπεισήλθαν στη δικονομική θέση των αρχικώς ως άνω εκκαλούντων – προς ων η κοινοποίηση της από 05.12.2021 δήλωσης – κλήσης με ΓΑΚ………/2021 / ΕΑΚ ………./2021 προς συζήτηση της από 19.04.2018 με (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. ………/2018 και αρ. εκ . κατ. Εφ. …………../04.10.2018) έφεσης, οι οποίοι αρχικώς εκκαλούντες υπεισήλθαν ως συγκληρονόμοι στη δικονομική θέση του ……….., πρώτου των αρχικώς εναγόντων της από 23.12.1970 με ΑΔΚ : …../1970 αγωγής, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης κατά τη δικάσιμο της 6.3.2023 από το οικείο πινάκιο, οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 1.6.2023, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους …………., που δήλωσε προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και καταχωρήθηκε στα πρακτικά, που έλαβαν τον αριθμό …../2023, ότι οι ως άνω εκκαλούντες παραιτούνται από το δικόγραφο της από 19.04.2018 (αρ. εκθ. κατ.πρωτ. ………/2018 και αρ. εκ. κατ. εφ. ………./04.10.2018) έφεσης καθώς και από το δικαίωμα που ασκήθηκε με την ως άνω έφεση, προσκόμισε δε στο ακροατήριο την από 5-4-2023 «δήλωση παραίτησης από δικόγραφο έφεσης και παραίτησης από δικαίωμα», την οποία υπογράφει η Δικηγόρος ………. που απευθύνεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Για την, ως άνω, δήλωση παραίτησης οι εκκαλούντες χορήγησαν ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα, στην ως άνω δικηγόρο, δυνάμει του υπ’ αριθ. …../05.04.2023 πληρεξουσίου του Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …………… Κατόπιν των ανωτέρω, η δήλωση των ως άνω εκκαλούντων για παραίτηση από το δικόγραφο της έφεσης και από το δικαίωμα που ασκήθηκε με αυτήν, στην οποία, όπως προκύπτει από τα υπ’ αριθ. …/2023 πρακτικά, δεν αντιλέγει η εφεσίβλητη, είναι νομότυπη. Επομένως λόγω της παραίτησης των ως άνω εκκαλούντων από το δικόγραφο της από 19.04.2018 με (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. ……/2018 και αρ. εκ. κατ. Εφ. …./04.10.2018) έφεσης και από το σχετικό δικαίωμα πρέπει να κηρυχθεί στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, καταργημένη η δίκη που ανοίχθηκε με την ανωτέρω έφεση. Θέμα επιβολής δικαστικών εξόδων δεν τίθεται, καθόσον δεν υποβλήθηκε σχετικό αίτημα από την εφεσίβλητη.
Με τις διατάξεις του άρθρου 307 εδάφια α’ και β’ του ΚΠολΔ ορίζεται ότι “Αν για οποιοδήποτε λόγο, που παρουσιάστηκε μετά το τέλος της συζήτησης, είναι αδύνατο να εκδοθεί η απόφαση, η συζήτηση επαναλαμβάνεται, αφού οριστεί νέα δικάσιμος και κοινοποιηθεί κλήση. Ο ορισμός της δικασίμου μπορεί να γίνει και η κλήση για συζήτηση μπορεί να κοινοποιηθεί με την επιμέλεια είτε κάποιου διαδίκου, είτε της γραμματείας του δικαστηρίου” (ΑΠ 582/2016, ΑΠ 642/2016). Εξάλλου, η επαναλαμβανόμενη, κατ’ άρθρο 307 ΚΠολΔ, συζήτηση, αποτελεί, όπως και η από το άρθρο 254 ΚΠολΔ συζήτηση, συνέχεια της προηγούμενης και όχι νέα συζήτηση. Και ναι μεν στο άρθρο 307 ΚΠολΔ δεν αναφέρεται ρητώς, όπως στο άρθρο 254 ΚΠολΔ, ότι η επαναλαμβανόμενη συζήτηση αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης, όμως δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος να αντιμετωπιστούν κατά διαφορετικό τρόπο οι δύο περιπτώσεις, γιατί οι ως άνω διατάξεις διαφέρουν μόνον ως προς το λόγο της επανάληψης, ο οποίος, στην περίπτωση του άρθρου 307 ΚΠολΔ, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα κάποιου διαδίκου και, συνεπώς, δεν δικαιολογείται να υφίσταται, αν αυτός δεν εμφανιστεί ή δεν εμφανιστεί προσηκόντως, δυσμενέστερη μεταχείριση, δηλαδή να δικαστεί ερήμην και να υποστεί τις σχετικές συνέπειες. Συνακόλουθα, η αρχική και η επαναλαμβανόμενη συζήτηση συνθέτουν μία συζήτηση και ο διάδικος, ο οποίος δεν παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, είχε, όμως, παραστεί στην αρχική, δικάζεται αντιμωλία, ο διάδικος δε, που παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, δεν χρειάζεται να καταθέσει εκ νέου προτάσεις (ΑΠ 17/2023, ΑΠ 32/2023, ΑΠ 936/2018). Αυτό έχει, ως συνέπεια, ότι όσα ο διάδικος επικαλέστηκε και πρόβαλε με τις έγγραφες προτάσεις της προηγούμενης συζητήσεως, θεωρούνται ως επικληθέντα και προβληθέντα και κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, έστω και αν κατ’ αυτή δεν κατέθεσε προτάσεις ο διάδικος ή αν κατά την επαναλαμβανόμενη αυτή συζήτηση κατέθεσε προτάσεις, στις οποίες απλώς ενσωμάτωσε και εκείνες της προηγούμενης συζητήσεως (ΟλΑΠ 30/1997 δημ.ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ο δε διάδικος που δεν παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, είχε όμως παρασταθεί, κατά τη συζήτηση, της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη, δικάζεται αντιμωλία (ΕφΑθ 541/2020 δημ. «Νόμος», ΕφΠειρ 488/2016 δημ. «Νόμος», ΕφΑθ 720/2012 ΕλΔνη 2013, 1097, ΕφΘεσ 151/2012 ΕΠολΔ 2012, 377, ΕφΑθ 3334/2011 ΕλΔνη 2013, 1096, ΕφΑθ 1503/2010 Αρμ. 2010, 1197, ΕφΑθ 961/2009 ΕλΔνη 2010, 1058, ΕφΑθ 2145/2009 αδημ., ΕφΠατρ 463/2009 ΑχΝομ 26, 358, ΕφΑθ 7196/2007 δημ. «Νόμος», ΕφΑθ 1849/2001 ΕλΔνη 44, 208). Ν.4335/2015)].
Στην προκείμενη περίπτωση, νομίμως φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (10.10.2024), η από 05.12.2021 δήλωση – κλήση με ΓΑΚ …/2021/ΕΑΚ …/2021 προς συζήτηση της από 19.04.2018 με (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. …./2018 και αρ. εκ. κατ. Εφ. ……/04.10.2018) έφεσης των συγκληρονόμων του …………….., δεύτερου των αρχικώς εναγόντων της από 23.12.1970 με ΑΔΚ : ………../1970 αγωγής, κατά της υπ’ αριθ. 1082/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Εφετείου Πειραιά, κατόπιν της από 12.4.2024 με αριθμό …../12.04.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2024 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, λόγω επανασυζήτησης της υπόθεσης, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 307 ΚΠολΔ, γιατί, μετά τη συζήτηση αυτής στη δικάσιμο της 01.06.2023 ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, δεν κατέστη δυνατή η έκδοση απόφασης για τον αναφερόμενο στην ως άνω Πράξη λόγο (η ορισθείσα Εισηγήτρια τελούσε σε αναρρωτική άδεια από την 11η του μηνός Δεκεμβρίου 2023 μέχρι και το χρόνο έκδοσης της ως άνω πράξης).
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου και τη συζήτηση αυτής, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας (10.10.2024) επαναλαμβανόμενη, κατ’ άρθρο 307 ΚΠολΔ, συζήτηση, η οποία αποτελεί, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, συνέχεια της προηγούμενης και όχι νέα συζήτηση, οι 1ος έως και 8ος και 10η έως και 15η των εκκαλούντων δεν εμφανίσθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε κατέθεσαν έγγραφη δήλωση, κατ` άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ότι επιθυμούν να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την εμφάνισή τους στο ακροατήριο, αν και κλήθηκαν νομότυπα με επιμέλεια του Δικαστηρίου για να παραστούν στη συζήτηση της άνω κλήσης για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, όπως προκύπτει από την από 14.6.2024 έκθεση επίδοσης της Αρχιφύλακα ………. (Α.Τ Αγίου Παντελεήμονα), από την οποία προκύπτει ότι επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον πρώτο καλούντα – εκκαλούντα αντίγραφο της με αριθμό …../12.04.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ …/…./2024 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, τις από 03.09.2024 εκθέσεις επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας, ………., από την οποία προκύπτει ότι επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα αντίγραφο της με αριθμό ……/12.04.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2024 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, στους δεύτερο, τρίτη, τέταρτο, πέμπτη, έκτο, έβδομη, όγδοο και ενδέκατο των εκκαλούντων και την από 2.9.2024 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας, …………. από την οποία προκύπτει ότι επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα αντίγραφο της με αριθμό …./12.04.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2024 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας στη δέκατη των εκκαλούντων, την από 30.9.2024 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας, …….. από την οποία προκύπτει ότι επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα αντίγραφο της με αριθμό …../12.04.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2024 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας στη δωδέκατη, δέκατο τρίτο, δέκατη τέταρτη και δέκατη πέμπτη των εκκαλούντων. Κατά την αρχική συζήτηση της υπόθεσης (την 01.06.2023) οι 1ος έως 8ος και 10η έως και 15η των εκκαλούντων παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου εκπροσωπούμενοι από τον πληρεξούσιο δικηγόρο …….. και κατέθεσαν τις από 1.6.2023 προτάσεις μετά των σχετικών εγγράφων και την από 7.6.2023 προσθήκη – αντίκρουση, ενώ η ……….., πρώτη καθ΄ης η κλήση – εναγομένη – πρώτη εφεσίβλητη παραστάθηκε εκπροσωπούμενη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ………… και κατέθεσε τις από 1.6.2023 προτάσεις μετά των σχετικών εγγράφων, άνευ προσθήκης – αντίκρουσης. Επομένως, δεν απαιτείται να κατατεθούν νέες ιδιαίτερες προτάσεις για την ουσία της υπόθεσης, οι δε, ως άνω, προτάσεις των διαδίκων, που είχαν υποβληθεί εκ μέρους τους στα πλαίσια της προηγούμενης συζητήσεως, που επαναλαμβάνεται και θεωρείται συνέχειά της, ως ενιαία συζήτηση και οι οποίες επαναπροσκομίζονται, αρκούν και ισχύουν και για την επαναλαμβανόμενη παρούσα συζήτηση, λαμβανομένων υπόψη όσων είχαν επικαλεστεί και προβάλει. Ενόψει τούτων, οι ως άνω καλούντες – ενάγοντες – εκκαλούντες θεωρούνται προσηκόντως παραστάντες και πρέπει να δικαστούν αντιμωλία, εφόσον είχαν παρασταθεί κανονικά στην αρχική υπό επανάληψη συζήτηση της υπόθεσης [άρθρο 254 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 του Ν.4335/2015) που εφαρμόζεται στην διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 524 παρ.1 ΚΠολΔ (όπως ισχύει). Στην προκειμένη περίπτωση από τα επικαλούμενα και νομίμως προσκομιζόμενα έγγραφα και ειδικότερα το από με αριθμό πρωτ. Δ.Υ 03/09/2024 και με χαρακτηριστικό ασφαλείας ………… απόσπασμα της με στοιχεία 64/1/2023 Ληξιαρχικής πράξης θανάτου του ………, (ένατου των εκκαλούντων) που έχει συντάξει ο Ληξίαρχος του Δήμου Σαλαμίνας, ως προς τον οποίο, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, κατά τη δικάσιμο της 1.6.2023, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ως άνω αποβιώσαντος δήλωσε στο ακροατήριο, ότι απεβίωσε και συνεπώς επήλθε βίαιη διακοπή της δίκης, μετά την άσκηση της υπό κρίση έφεσης, λόγω του θανάτου αυτού. Στην προκειμένη περίπτωση από τα επικαλούμενα και νομίμως προσκομιζόμενα έγγραφα και ειδικότερα: 1) το από 21.10.2022 και με χαρακτηριστικό ασφαλείας ………. απόσπασμα της με στοιχεία 13.3.2022 Ληξιαρχικής πράξης θανάτου της ………., δεύτερης των εναγομένων – καθ΄ων η δήλωση – κλήση -εφεσιβλήτων, που έχει συντάξει ο Ληξίαρχος του Δήμου Αθηναίων, 2) το με αριθμό πρωτ. …../2022 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του άνω Δήμου, από το οποίο προκύπτει ότι η δεύτερη εναγομένη – εφεσίβλητη, γεννηθείσα στις 23-02-1945, απεβίωσε την 21.01.2022 και κατέλιπε ως μοναδική συγγενή της την αδελφή της ………….. 3) το με αριθ. ………./17.05.2023 πρακτικό περί δημοσίευσης ιδιόγραφης διαθήκης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, 4) το με αριθμό …../21.7.2022 πρακτικό δημοσίευσης της από 25.9.2021 ιδιόγραφης διαθήκης που καταχωρίστηκε στο γενικό βιβλίο διαθηκών του Ειρηνοδικείου Αθηνών στον τόμο … με αύξοντα αριθμό ….. με την οποία εγκαθιστά την αδελφή της, πρώτη των καθ΄ων η κλήση – εναγομένη – εφεσίβλητη στο υπόλοιπο της κινητής και ακίνητης περιουσίας της, πλην δυο διαμερισμάτων, έκαστο των οποίων καταλείπει σε έκαστο των δυο ανιψιών της, 5) την με αριθμό …./21.07.2022 πράξη κήρυξης κυρίας της ως άνω διαθήκης, 6) το με αριθμό …./17.03.2023 πιστοποιητικό του γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αθηνών με το οποίο πιστοποιεί ότι δεν έχει καταχωριστεί δήλωση για την αποποίηση της κληρονομίας μέχρι την 7.4.2023, 7) το με αριθμό ……/2023 πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης αγωγής αμφισβήτησης του κληρονομικού δικαιώματος των τετιμημένων με την ως άνω διαθήκη. Επομένως, νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις, που προαναφέρθηκαν, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, κατά τη δικάσιμο της 1.6.2023, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ως άνω αποβιωσάσης δήλωσε στο ακροατήριο, ότι η ………….., δεύτερη των εναγομένων – εφεσιβλήτων απεβίωσε και ότι επήλθε βίαιη διακοπή της δίκης, μετά την άσκηση της υπό κρίση έφεσης, η δε αδελφή της που είναι εκ διαθήκης συγκληρονόμος της, δήλωσε την εκούσια, στο όνομά της , επανάληψη της δίκης, που βιαίως διακόπηκε, λόγω του θανάτου αυτής. Ενόψει τούτων και αφού δεν αμφισβητείται από τους καλούντες – ενάγοντες – εκκαλούντες η ιδιότητα της ανωτέρω συγκληρονόμου της αποβιωσάσης δεύτερης αρχικής εναγομένης – εφεσίβλητης, η διακοπείσα δίκη νόμιμα και παραδεκτά συνεχίζεται από την άνω συγκληρονόμο της.
Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 05.12.2021 με ΓΑΚ …/2021/ΕΑΚ …/2021 δήλωση – κλήση των καλούντων – εκκαλούντων προς συζήτηση της από 19.04.2018 με (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. …../2018 και αρ. εκ. κατ. Εφ. ……/04.10.2018) έφεσης των καλούντων – εκκαλούντων συγκληρονόμων του ηττηθέντος πρωτοδίκως πρώτου των αρχικώς εναγόντων της από 23.12.1970 με ΑΔΚ : ……./1970 αγωγής, ……….., προς εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της με αριθμό 1082/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε την από 23.12.1970 (Α.Δ.Κ …./1970) αγωγή των αρχικώς εναγόντων ……… . και ……….., για να γίνει δεκτή η από 21.10.2013 με ΑΚΔ : …../2013 αίτηση – κλήση και να χορηγηθεί νέα προθεσμία διεξαγωγής των αναφερομένων στο ιστορικό της με αριθμό μη οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ταχθέντων θεμάτων αποδείξεως, άλλως να γίνει δεκτή η από 23.12.1970 αγωγή των αρχικώς εναγόντων. Η υπό κρίση έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 στις 19.04.2018 και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ, καθότι δεν γίνεται επίκληση, ούτε από στοιχεία του φακέλου προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης στους εκκαλούντες, ενώ δεν παρήλθε διετία από τη δημοσίευση αυτής στις 20.04.2016 μέχρι την κατάθεσή της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 19.04.2018, άρθρα 495 επ. 511, 513 παρ. 1 β, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο άρθρο ισχύει. Επομένως, η έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 περ.1 ΚΠολΔ εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για να δικαστεί με την ίδια τακτική διαδικασία ως πρωτοδίκως κατ’ άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό του ένδικου μέσου έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες κατ’ άρθρο 495 παρ.3Α στοιχ.β’ του ΚΠολΔ το με κωδικό ………../2018 e- Παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού 150 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στο εφετήριο αντίγραφα του e- Παράβολου και της από 19.4.2018 βεβαίωσης της Γραμματέως περί εξόφλησης αυτού).
Με την ως άνω από 23-12-1970 ( Α.Δ.Κ …/1970) αγωγή, οι αρχικώς ενάγοντες …………. και ………., εξέθεταν ότι με το με αριθμό …./31-12-1950 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας, ………, πώλησαν ο καθένας εξ αυτών στον εναγόμενο, ……………., αρχικό εναγόμενο δικαιοπάροχο των νυν εναγομένων την ψιλή κυριότητα του 1/5 των 26/90 εξ΄ αδιαιρέτου ενός αγροκτήματος, έκτασης περίπου 3.500 στρεμμάτων, ευρισκόμενου στη θέση «…….» Σαλαμίνας. Ότι, η προαναφερόμενη δικαιοπραξία είναι άκυρη, γιατί αντιβαίνει σε απαγορευτική διάταξη νόμου, ήτοι του άρθρου 2 παρ. 1 ν. 3250/1924, όπως ίσχυε πριν την αντικατάσταση του με τον νόμο 2148/1952, που όριζε ότι «απαγορεύεται επί ποινή απολύτου ακυρότητος πάσα δικαιοπραξία εν ζωή, δι΄ ης μεταβιβάζεται η κυριότης ή συνιστάται εμπράγματον δικαίωμα επί αγροτικών ακινήτων, εκτάσεως ανωτέρας των 500 στρεμμάτων, πλην των κειμένων εις την Επτάνησον, Πελοπόννησον, Κρήτην και τας νήσους του Αιγαίου», άλλως σε αυτήν του άρθρου 216 ν. 4173/1929 (Δασικός Κώδικας) και, επικαλούμενοι το έννομο συμφέρον τους, ζητούσαν να αναγνωρισθεί, αφενός πως η δικαιοπραξία είναι άκυρη για την παραπάνω αιτία, αφετέρου πως οι ίδιοι ήταν κύριοι των ως άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστών του ακινήτου. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 444/1972 μη οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία έκρινε ότι η ως άνω αγωγή ήταν νόμιμη κατά την κύρια βάση της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 174, 180 Α.Κ. και 2 παρ. 1 ν. 3250/1924, ενώ η επικουρική αγωγική βάση, που επιχειρήθηκε να στηριχθεί στη διάταξη του άρθρου 216 ν. 4173/1929, απορρίφθηκε ως μη νόμιμη. Επίσης, κρίθηκε πως η ιστορική βάση της αγωγής ήταν πλήρως αποδεδειγμένη και δεν απαιτούνταν να ταχθούν αποδείξεις ως προς αυτήν. Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση, κρίθηκαν νόμιμες οι ενστάσεις της κτητικής και της αποσβεστικής παραγραφής, που προέβαλε ο αρχικός εναγόμενος, κατ’ άρθρα 1041 επ., 1045, 249, 279 Α.Κ., καθώς και της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 Α.Κ. και διατάχθηκαν αποδείξεις, ως προς αυτές. Μετά τη διεξαγωγή των αποδείξεων που διατάχθηκαν με την ως άνω απόφαση οι τότε καλούντες – ενάγοντες που είναι συγκληρονόμοι των αρχικώς εναγόντων και με την ιδιότητα τους αυτή υπεισήλθαν στη δικονομική θέση των αρχικώς εναγόντων, μετά την άσκηση της ως άνω αγωγής και περιέχονται (αποδείξεις) στην με αριθμό 2/2012 εισηγητική έκθεση, επανέφεραν προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με την από 21.10.2013 κλήση αριθμ. κατ. ……/2013 την από 23.12.1970 με Α.Κ …../1970 αγωγή με την ιδιότητα τους ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι των ως άνω αρχικών εναγόντων κατά των καθ΄ων η κλήση – εναγομένων ως συγκληρονόμων του αρχικού εναγομένου …………., που υπεισήλθαν στη δικονομική θέση του αρχικού εναγομένου, μετά την άσκηση της ως άνω αγωγής. Επί της ως άνω κλήσης, με την οποία επαναφέρθηκε προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου η ως άνω αγωγή, εκδόθηκε η εκκαλουμένη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που αφού δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, αφού απέρριψε την αίτηση που οι τότε καλούντες υπέβαλαν προς παράταση της προθεσμίας διεξαγωγής των αποδείξεων, στη συνέχεια απέρριψε την ως άνω αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη. Ήδη οι καλούντες – εκκαλούντες με την κρινόμενη έφεση τους παραπονούνται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της με αριθμό 1082/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε την από 23.12.1970 Α.Κ ……../1970 αγωγή των αρχικώς εναγόντων ………… και ………….., για να γίνει δεκτή η από 21.10.2013 με ΑΚΔ : …../2013 αίτηση – κλήση και να χορηγηθεί νέα προθεσμία διεξαγωγής των αναφερομένων στο ιστορικό της με αριθμό μη οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ταχθέντων θεμάτων αποδείξεως, άλλως να γίνει δεκτή η από 23.12.1970 με Α.Κ ……/1970 αγωγή των δικαιοπαρόχων τους , αρχικώς εναγόντων.
Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης, που εξετάστηκε ενώπιον του Εισηγητή Δικαστή και περιέχεται στην με αριθμό …../2012 Εισηγητική Έκθεση και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, χωρίς να παραλείπεται κανένα από αυτά έστω και εάν δεν μνημονεύεται ειδικά, άλλα από τα οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ) και τους ισχυρισμούς των διαδίκων που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει του με αριθμό …./17-12-1948 προσυμφώνου του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας, ………., ο ………., ο ……………., ο …………….και οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος ………., προσυμφώνησαν να πωλήσουν ο καθένας στο ……….. την ψιλή κυριότητα του 1/5 των 26/90 εξ αδιαιρέτου ενός αγροκτήματος, ευρισκόμενου στη θέση «……» Σαλαμίνας. Στο εν λόγω προσύμφωνο συμφωνήθηκε, μεταξύ άλλων, πως από τη σύνταξη αυτού η νομή των προς πώληση ιδανικών μεριδίων μεταβιβαζόταν στον μέλλοντα αγοραστή, ο οποίος έκτοτε δικαιούνταν να καρπούται τις σχετικές προσόδους. Με το με αριθμό …/31- 12-1950 συμβόλαιο αγοραπωλησίας του ίδιου πιο πάνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα και προς εκτέλεση του προσυμφώνου καταρτίστηκε η οριστική σύμβαση, δυνάμει της οποίας ο ………., ο ………., ο ……………. και οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος …….. ………., πώλησαν αντί του, αναγραφόμενου στο συμβόλαιο, τιμήματος των 17.000.000 δρχ στο ………. την ψιλή κυριότητα των 4/5 των 26/90 εξ αδιαιρέτου του ανωτέρω ακινήτου. Η σύμβαση αυτή είναι άκυρη, διότι αντιβαίνει στην απαγορευτική διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 ν. 3250/1924, όπως ίσχυε πριν την αντικατάσταση του με τον νόμο 2148/1952. Εξάλλου, το άκυρο αυτό συμβόλαιο δε δύναται να αποτελέσει ούτε νομιζόμενο τίτλο, γιατί ο …………., έχοντας την ιδιότητα του δικηγόρου, γνώριζε ή ήταν σε θέση να γνωρίζει την ακυρότητα που επέρχεται από την παραβίαση της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 1 ν. 3250/1924 και δεν δύναται να θεωρούσε τον τίτλο δικαιολογημένα έγκυρο (ΑΠ 1092/2007, ΝοΒ 2008, 83). Περαιτέρω , με το με αριθμό ……../1950 συμβόλαιο αγοραπωλησίας του ίδιου συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα, ο ……….. αγόρασε από τον …….. την ψιλή κυριότητα του 1/5 των 26/90 εξ αδιαιρέτου του παραπάνω ακινήτου. Το ακίνητο αυτό ήταν συνεχόμενο με έκταση 1.130 στρεμμάτων περίπου, ανήκουσα στο ………. κατά πλήρη κυριότητα σε ποσοστό ½ εξ΄ αδιαιρέτου και είχε περιέλθει σ’ αυτόν από την κληρονομιά του πατέρα του, ……… Ακολούθως, από την 17-12-1948, ο ………. είχε αποκτήσει την νομή του επίδικου ακινήτου και έκτοτε, μέχρι το θάνατο του, το εκμίσθωνε αρχικά στον …….. και από το έτος 1961, στον υιό του τελευταίου, ………., ως βοσκότοπο για τα ζώα τους, καθόσον αμφότεροι τύγχαναν κατ’ επάγγελμα κτηνοτρόφοι. Ο μάρτυρας αυτός (…. ….) που κατέθεσε κατά τη διαδικασία διεξαγωγής των αποδείξεων, ο οποίος έχει γεννηθεί το έτος 1926 και ασχολούνταν επαγγελματικά καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του, ως κτηνοτρόφος στην ευρύτερη περιοχή, που βρίσκεται το επίδικο ακίνητο, επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, περί του ότι η οικογένεια ………., μετά το έτος 1945 είχε αποξενωθεί πλήρως από την εκμετάλλευση του κτήματος, την οποία ασκούσε ο εναγόμενος ………… Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο …….., επισκεπτόταν πολύ συχνά το ακίνητο και το επέβλεπε, συνεχώς και αδιαλείπτως. Ο τελευταίος απεβίωσε στις 09-04-1977, ενώ ο πρώτος ενάγων, …………, απεβίωσε στις 26-02-1972 και ο δεύτερος ενάγων, ………., απεβίωσε στις 14-10-1972, ήδη δε νομίμως η δίκη συνεχίζεται από τους καλούντες και την καθ΄ης, αντίστοιχα, ως κληρονόμους των προαναφερόμενων αρχικών διαδίκων. Εκ των ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι ο αρχικός εναγόμενος ………, απέκτησε την κυριότητα του επίδικου ακινήτου με πρωτότυπο τρόπο κτήσης κυριότητας και δη με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, καθόσον, από την 17-12-1948 και μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής (28-12-1970), το είχε στην νομή του συνεχώς και αδιαλείπτως για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 20 ετών, συγκεκριμένα για είκοσι δυο (22) έτη, ασκώντας όλες τις προσιδιάζουσες στην φύση και τον προορισμό του πράξεις και εκδηλώνοντας έτσι την βούληση του να το εξουσιάζει. Περαιτέρω, οι καλούντες – εκκαλούντες, κατά τη διαδικασία των διεξαγωγών, γνωστοποίησαν, πλην όμως, δεν εξέτασαν κανέναν μάρτυρα και με την ως άνω κλήση ζητούν να παραταθεί η προθεσμία διεξαγωγής των αποδείξεων, για να εξετάσουν μάρτυρα. Επί του αιτήματος, λεκτέα είναι τα εξής : Κατά την μετ’ απόδειξη συζήτηση είναι δυνατή από το Δικαστήριο, που εκδικάζει κατ’ ουσία την υπόθεση και μετά από αίτηση διαδίκου, η παράταση της ορισθείσας προθεσμίας αποδείξεων μέχρι έξι (6) μήνες, κατ’ άρθρο 149 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ., όπως ίσχυε πριν την κατάργηση του με το άρθρο 1 ΠΙ ν.2915/2001. Η αίτηση προϋποθέτει στάση της δίκης (εκτίμηση αποδείξεων), μη εισαγόμενη αυτοτελώς επί ποινή απαράδεκτου και η χορήγηση της προθεσμίας επιτρέπεται, ανεξάρτητα από ανώτερη βία, αρκεί να ενδείκνυται προς πληρέστερη διαφώτιση της υπόθεσης και να μη συνεπάγεται παρέλκυση της δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση το υποβληθέν αίτημα παράτασης πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμο, γιατί αποδείχθηκαν πλήρως από τα υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά και δεν κρίνεται σκόπιμη και αναγκαία η παράταση της προθεσμίας προς διεξαγωγή περαιτέρω αποδείξεων, αφού αυτή θα οδηγούσε σε παρέλκυση της δίκης, που διεξάγεται από το έτος 1970. Ειδικότερα, η με αριθμό 444/1972 προδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου δημοσιεύθηκε στις 28-04- 1972 και οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες, που συνεχίζουν την διακοπείσα δίκη από το έτος 1992, αν και ζήτησαν με την από 30-11-2010 αίτηση τους, τη διεξαγωγή των αποδείξεων, που περατώθηκαν την 05η-06-2012, εντούτοις δεν εξέτασαν οι ίδιοι μάρτυρα, παρά μόνο οι εναγόμενοι, δίχως τούτο να κρίνεται δικαιολογημένο (AΠ 70/1996, ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 123/1983). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια πραγματικά περιστατικά και δέχθηκε την ως άνω αγωγή ως βάσιμη κατ΄ουσίαν, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από τους εκκαλούντες με την υπό κρίση έφεσή τους κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της, καθώς δεν απομένει προς εξέταση άλλος λόγος έφεσης. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματός της, να επιβληθούν σε βάρος των ηττηθέντων εκκαλούντων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο διατακτικό και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο, κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Κηρύσσει καταργημένη τη δίκη, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας , που ανοίχθηκε με την από 19.04.2018 με ( αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. ………./2018 και αρ. εκ . κατ. Εφ. ………../04.10.2018) έφεση ως προς τους : Α) ……………. …… ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι του δέκατου των εκκαλούντων, ……………, β) ……………, ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι του ………….. ενδέκατου των εκκαλούντων, Γ) ………………….., ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμων της δωδέκατης των εκκαλούντων ……………, οι οποίοι υπεισήλθαν στη δικονομική θέση των αρχικώς εκκαλούντων οι οποίοι (αρχικώς εκκαλούντες) υπεισήλθαν ως συγκληρονόμοι στη δικονομική θέση του ………….., πρώτου των αρχικώς εναγόντων της από 23.12.1970 με ΑΔΚ : ………/1970 αγωγής .
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 05.12.2021 με ΓΑΚ…./2021 / ΕΑΚ ……/2021 δήλωση – κλήση των καλούντων – εκκαλούντων προς συζήτηση της από 19.04.2018 με ( αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. ……../2018 και αρ. εκ. κατ. Εφ. ……../04.10.2018) έφεσης κατά της με αριθμό 1082/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία .
Δέχεται τυπικά και Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των χιλίων (1.000,00 ) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του αναφερομένου στο σκεπτικό παραβόλου, ποσού εκατό πενήντα (150,00 ) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την …………………………… και δημοσιεύθηκε στις 15 Απριλίου 2025 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της πρώτης εκ των καθ΄ ων η δήλωση-καθ΄ ων η κλήση.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ