ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός αποφάσεως 567/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Βασίλειο Πορτοκάλλη, Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς και από την Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας …………. η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου της Παναγιώτας Νοχού – Γρίβα (Α.Μ. Δ.Σ.Θ ………), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….», με ΑΦΜ ….., που εδρεύει στον ………. Αττικής, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου της Γρηγορίας Αναστασοπούλου – Κρανιά (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ……..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, άσκησε σε βάρος της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 17/9/2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2020 αγωγή, με την οποία ζητούσε τα αναφερόμενα σε αυτήν. Το ως άνω Δικαστήριο, συζήτησε την ως άνω αγωγή στις 11/11/2021, αντιμωλία των διαδίκων και με την υπ’ αριθ. 1956/2022 οριστική απόφασή του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως, η ενάγουσα άσκησε την από 12/9/2023 έφεση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……../2023 και β) δικογράφου ………./2023, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τις 15/2/2024 και κατόπιν αναβολής για την ανωτέρω δικάσιμο. Εν συνεχεία, η ενάγουσα άσκησε τους από 12/1/2024 πρόσθετους λόγους εφέσεως, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2024, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, οι οποίοι προσδιορίσθηκαν προς συζήτηση για τις 15/2/2024 και κατόπιν αναβολής για την ανωτέρω δικάσιμο.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 12/9/2023 έφεση της ενάγουσας, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……../2023 και β) δικογράφου ……../2023, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 1956/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 17/9/2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2020 αγωγής της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας, κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, η οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), έχει, δε, ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, στις 14/9/2023, ήτοι προ πάσης επιδόσεως της απόφασης στην ενάγουσα και εντός δύο (2) ετών από της δημοσιεύσεως της, που έλαβε χώρα στις 16/6/2022 (άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Ομοίως και οι από 12/1/2024 πρόσθετοι λόγοι έφεσης, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …………./2024, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρο 520 παρ.2 ΚΠολΔ), εφόσον ασκήθηκαν και κοινοποιήθηκαν στην εφεσίβλητη στις 15/1/2024 (βλ. την υπ’ αριθ. …./2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …………..), ήτοι τουλάχιστον 30 ημέρες πριν την συζήτηση της εφέσεως. Επομένως πρέπει η έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής να γίνουν τυπικά δεκτοί (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστούν ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή της η ενάγουσα εκθέτει ότι εκμεταλλεύεται, έναντι ανταλλάγματος, τον υπαίθριο σταθμό αυτοκινήτων, που βρίσκεται στο ……………., χωρητικότητας τουλάχιστον 320 θέσεων στάθμευσης αυτοκινήτων και τουλάχιστον 30 θέσεων δικύκλων, ο οποίος λειτουργεί με χρονοχρέωση και είναι απολύτως αυτοματοποιημένος. Ότι, ειδικότερα, κατά την είσοδο εκάστου οχήματος εκδίδεται από μηχάνημα εισιτήριο, όπου αποτυπώνεται η ακριβής ώρα εισόδου, το οποίο, κατά την έξοδο του οχήματος, ο κάτοχος αυτού είτε τα επιδεικνύει σε υπάλληλο της επιχείρησής της είτε το εισάγει στο αυτόματο μηχάνημα πληρωμής, προκειμένου να προκύψει η συνολική διάρκεια παραμονής του οχήματος στο χώρο στάθμευσης και συνακόλουθα η τελική χρέωση για τη στάθμευση. Ότι για την έκδοση των εισιτηρίων υπάρχει εγκατεστημένο στο χώρο στάθμευσης τερματικό εισόδου του συστήματος Autopark 2502, μέρος του οποίου αποτελεί ο εκτυπωτής με τα αναφερόμενα στοιχεία, που αγόρασε η ίδια έναντι τιμήματος 3.120 ευρώ. Ότι στις 2-6-2020 διαπιστώθηκε δυσλειτουργία στην εκτύπωση των εισιτηρίων εισόδου, γι’ αυτό και αποφάσισε να αποστείλει τον εκτυπωτή για τεχνικό έλεγχο. Ότι στις 12-6-2020 υπάλληλος της επιχείρησής της, ως προστηθείς της, κατ’ εντολή της, μετέβη στο υποκατάστημα ταχυμεταφορών της εναγομένης στο …….. και απέστειλε προς αυτή ως παραλήπτρια, στην αναφερόμενη διεύθυνση στο ………… Αττικής, κλειστό δέμα, που περιείχε τόσο τον ως άνω εκτυπωτή, προκειμένου να τον προωθήσει η ίδια (ενάγουσα) για τεχνικό έλεγχο, όσα και πρωτότυπα έγγραφα σχετικά με την επιδότηση της επιχείρησής της τελευταίας από τον ΟΑΕΔ. Ότι ο ως άνω υπάλληλός της δεν έθεσε επί του Συνοδευτικού Δελτίου Ταχυμεταφοράς (ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ) την υπογραφή του, με αποτέλεσμα αυτός και συνακόλουθα η ενάγουσα, να μην αποδεχθεί τους Γενικούς Όρους Ανάληψης Μεταφοράς – Όρους Μεταφοράς Εγγράφων και Μικροδεμάτων της εναγομένης, που αποτυπώνονται στην οπίσθια όψη τον ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ. Ότι παρά τη δέσμευση της εναγομένης για παράδοση του δέματος έως τις 15-6-2020, αυτό δεν παραδόθηκε, αλλά στις 17-6-2020 η τελευταία την ενημέρωσε ότι το δέμα είχε απωλεσθεί. Ότι μέχρι σήμερα το δέμα δεν έχει εντοπισθεί, ώστε είναι βέβαιο ότι αυτό, καθ’ ο χρόνο βρισκόταν στη σφαίρα κατοχής της εναγομένης, αφαιρέθηκε από υπάλληλο (ή υπαλλήλους) της εναγομένης, ο οποίος αντιλαμβανόμενος, από το μέγεθος του δέματος και την αφή του, την αξία του περιεχομένου του, το ιδιοποιήθηκε παράνομα και με δόλο. Ότι στις 23-7-2020, δηλαδή εντός έξι μηνών από την επίδικη αποστολή, απέστειλε προς την εναγομένη έγγραφο αίτημα αποζημίωσης για το απολεσθέν δέμα, με αποτέλεσμα να μην συντρέχει περίπτωση απαλλαγής της από την ευθύνη της. Ότι έκτοτε, εξαιτίας της εν λόγω παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του υπαλλήλου (ή των υπαλλήλων) της εναγομένης, η επιχείρησή της λειτουργούσε χωρίς τερματικό εισόδου, ήτοι χωρίς να εκδίδονται εισιτήρια με την ακριβή ώρα εισόδου των οχημάτων και η χρέωση των πελατών γινόταν με βάση την ώρα εισόδου που αυτοί δήλωναν, όπως δε ήταν εύλογο αυτοί ανέφεραν την ελάχιστη διάρκεια παραμονής τους στο χώρο στάθμευσης και είχαν έτσι την ελάχιστη χρέωση. Ότι την 1-7-2020, προκειμένου να λειτουργήσει ορθά η επιχείρησή της, εξαναγκάστηκε να αγοράσει νέο εκτυπωτή, σε αντικατάσταση του απολεσθέντος, έναντι τιμήματος 3.348 ευρώ, ο οποίος εγκαταστάθηκε τελικά στο τερματικό εισόδου στις 13-7-2020. Ότι αν δεν είχε μεσολαβήσει η παράνομη και δόλια συμπεριφορά ενός ή περισσότερων υπαλλήλων της εναγομένης, ο απωλεσθείς εκτυπωτής, μετά τον τεχνικό του έλεγχο από την αρμόδια εταιρία, θα είχε επανεγκατασταθεί στο τερματικό εισόδου στις 17-6-2020, οπότε και η επιχείρησή της θα λειτουργούσε κανονικά χωρίς να χάνει έσοδα. Ότι, αντίθετα, εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του ή των προστηθέντων της εναγομένης, η επιχείρησή της δεν λειτούργησε κανονικά από 17-6-2020 έως 13-7-2020 και απώλεσε έσοδα, δοθέντος ότι οι πελάτες, μην έχοντας εκτυπωμένο εισιτήριο με την πραγματική ώρα εισόδου στο χώρο στάθμευσης, ελλείψει του κλαπέντος εκτυπωτή, δήλωναν την ελάχιστη δυνατή διάρκεια παραμονής και πετύχαιναν την ελάχιστη χρέωση, με αποτέλεσμα την απώλεια εσόδων της επιχείρησής της. Ότι, κατά το χρονικό διάστημα από 17-6-2020 έως 13-7-2020, που δεν λειτούργησε κανονικά η επιχείρησή της εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των προστηθέντων της εναγομένης, το κέρδος πού θα αποκόμιζε κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ανέρχεται στο ποσό των 29.366 ευρώ, το οποίο συνιστά τα έσοδα του υπαίθριού χώρου στάθμευσης του αντίστοιχου χρονικού διαστήματος του έτους 2018, από το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 15.671 ευρώ, πού πράγματι εισπράχθηκε και επομένως το διαφυγόν κέρδος της ανέρχεται σε ποσό 13.695 ευρώ. Ότι από το ποσό αυτό αφαιρείται το ποσό των 2.739 ευρώ, πού αντιστοιχεί στη μείωση των εσόδων της επιχείρησής της κατά ποσοστό 20°/ο εξαιτίας της επέλευσης της πανδημίας COVID-19, ώστε το διαφυγόν κέρδος της ανέρχεται τελικά σε ποσό 10.956 ευρώ (29.366 ευρώ συνολικά αναμενόμενα έσοδα – 15.671 ευρώ εισπραχθέντα έσοδα βάσει πλασματικής διάρκειας στάθμευσης = 13.695 ευρώ – 2.739 ευρώ λόγω μείωσης εσόδων εξαιτίας πανδημίας = 10.956 ευρώ). Με βάση τα περιστατικά αυτά, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του καταψηφιστικού της αιτήματος σε εν μέρει αναγνωριστικό ως προς το κονδύλιο της ηθικής βλάβης, ζητεί: α) να υποχρεωθεί η εναγομένη, ως προστήσασα, να της καταβάλει το συνολικό χρηματικό ποσό των 20.304 ευρώ, αναλυόμενο ως εξής: 1) 3.348 ευρώ, που αντιστοιχεί στο τίμημα που αναγκάστηκε να καταβάλει για την αγορά νέου εκτυπωτή, ως αποζημίωση για τη θετική της ζημία, 2) 10.956 ευρώ ως αποζημίωση για την αποθετική της ζημία (διαφυγόν κέρδος) και 3) 3.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης, όπως επαρκώς την εξειδικεύει στην αγωγή, καθώς και β) να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να της καταβάλει επιπλέον το ποσό των 3.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης (συνολικά δηλαδή 6.000 ευρώ ως ηθική βλάβη), τα ποσά δε αυτά με το νόμιμο τόκο από την επομένη της παραλαβής τον εγγράφου αιτήματος αποζημίωσης, ήτοι από τις 25-7-2020, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση και να καταδικαστεί η αντίδικός της στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με την υπ’ αριθ. 1956/2022 απόφαση του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλλει στην ενάγουσα ποσό 400 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τις 25/7/2020. Ήδη, με την κρινόμενη έφεση της, η ενάγουσα προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση, κατά το μέρος που απέρριψε την αγωγή της, παραπονούμενη για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, κατά το μέρος που απέρριψε την αγωγή της και να γίνει η τελευταία δεκτή εν όλω.
Κατά τα άρθρα 297, 298 ΑΚ, ο υπόχρεος σε αποζημίωση οφείλει να την παράσχει σε χρήμα. Η αποζημίωση περιλαμβάνει τη μείωση της περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), καθώς και το διαφυγόν κέρδος, δηλαδή εκείνο που προσδοκά κανείς με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι τα περιστατικά που προσδιορίζουν την προσδοκία ορισμένου κέρδους, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα, καθώς επίσης οι ειδικές περιστάσεις και τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα, πρέπει, κατά το άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ να εκτίθενται στην αγωγή. Δεν αρκεί δηλαδή η αφηρημένη επανάληψη των εκφράσεων του άρθρου 298 ΑΚ, ούτε του κέρδους που φέρεται συνολικά ως διαφυγόν, αλλά απαιτείται η εξειδικευμένη και λεπτομερής, κατά περίπτωση, μνεία των συγκεκριμένων περιστατικών, περιστάσεων και μέτρων, που καθιστούν πιθανό το κέρδος ως προς τα επί μέρους κονδύλια και ιδιαίτερη επίκληση των κονδυλίων αυτών (ΟλΑΠ 20/1992, ΕλλΔνη 1992/1453, ΑΠ 390/2004, ΝοΒ 2005/664). Ειδικότερα, κατά την έννοια των άρθρων 298 ΑΚ και 216 ΚΠολΔ, ο αιτούμενος την επιδίκαση αποζημιώσεως λόγω διαφυγόντος κέρδους πρέπει (και αρκεί) να προσδιορίζει αυτή βάσει ενός ή περισσοτέρων αριθμητικών μεγεθών (όπως είναι και η αμοιβή μιας υπηρεσίας σε ορισμένο τόπο και χρόνο), τα οποία, κατά την κοινή περί τούτου αντίληψη και το συνήθως συμβαίνον, είναι ή δύνανται να γίνουν γνωστά στους συναλλασσόμενούς του επαγγελματικού χώρου των διαδίκων και κυρίως εκείνου του εναγομένου, και, έτσι, να είναι περαιτέρω δυνατό να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικής εκτίμησης και απόδειξης (ΑΠ 1403/2010, ΑΠ 1379/2010, ΑΠ 940/2010, ΑΠ 886/2010, ΑΠ 601/2010, ΕφΠειρ 9/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) . Η παράλειψη δε των παραπάνω στοιχείων στην αγωγή καθιστά την τελευταία αόριστη, χωρίς δυνατότητα συμπλήρωσης της αοριστίας της με τις προτάσεις της συζήτησής της (ΑΠ 615/2016, ΕφΘεσ 1241/2021 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Τούτο διότι από τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ.2, 118 παρ.4 και 216 παρ. 1α ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που απαιτούνται για τη νομική της θεμελίωση, η έλλειψη δε ή η ανεπαρκής ή ασαφής αναφορά κάποιου από τα γεγονότα αυτά, δηλαδή η αοριστία της αγωγής, συνιστά έλλειψη της με ποινή απαραδέκτού επιβαλλόμενης προδικασίας, η οποία, ως αναγόμενη στη δημόσια τάξη, εξετάζεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως. Η αοριστία δεν μπορεί να συμπληρωθεί με τις προτάσεις, ούτε με παραπομπή σε άλλα έγγραφα της δίκης, ούτε από την εκτίμηση των αποδείξεων. Η ακριβής περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς πρέπει να γίνεται στο δικόγραφο κατά τρόπο ώστε να παρέχεται στον εναγόμενο η ευχέρεια της άμυνας και στο δικαστήριο η δυνατότητα ελέγχου της νομικής βασιμότητας της αγωγής (ΑΠ 491/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η διάταξη του άρθρου 224 εδ. β1 ΚΠολΔ παρέχει την ευχέρεια στον ενάγοντα να συμπληρώσει, να διευκρινίσει και να διορθώσει τούς περιεχόμενους στην αγωγή ισχυρισμούς, όχι όμως και να αναπληρώσει τους ελλείποντες και μάλιστα εκείνους που αποτελούν στοιχεία του αγωγικού δικαιώματος. Μπορεί, δηλαδή, ο ενάγων, βάσει της πιο πάνω διατάξεως (σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 236 ΚΠολΔ), να συμπληρώσει με τις προτάσεις του κατά τη συζήτηση της υποθέσεως την ατελή έκθεση των πραγματικών ισχυρισμών του, θεραπεύοντας έτσι την ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής, πού αναφέρεται στην εξειδίκευση των θεμελιωτικών της αγωγής γεγονότων, δεν μπορεί όμως να αναπληρώσει τη νομική αοριστία της αγωγής, η οποία συνίσταται στη μη έκθεση αυτού τούτου του περιστατικού πού απαιτείται κατά το νόμο για την παραγωγή του αγωγικού δικαιώματος (ΑΠ 449/2014, ΑΠ 1764/2006, ΕφΘεσ 2910/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Με τον πρώτο πρόσθετο λόγο εφέσεως η εκκαλούσα παραπονείται ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε το αιτούμενο κονδύλιο των διαφυγόντων κερδών ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας ενώ θα έπρεπε να το κάνει δεκτό ως ορισμένο. Περαιτέρω προέκυψε ότι κατά τον προσδιορισμό του ως άνω κονδυλίου, η ενάγουσα ανέφερε απλώς το κέρδος που φέρεται ως διαφυγόν, παραλείποντας να προβεί σε εξειδικευμένη και λεπτομερή μνεία των συγκεκριμένων περιστατικών, περιστάσεων και μέτρων, που καθιστούν πιθανό το κέρδος ως προς τα επιμέρους κονδύλια καθώς και σε ιδιαίτερη επίκληση των κονδυλίων αυτών. Ειδικότερα παραλείπει να εκθέσει τον κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων αριθμό των οχημάτων που θα εισέρχονταν ημερησίως στο χώρο στάθμευσης κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα πού αιτείται διαφυγόντα κέρδη, το ποσό της ωριαίας ή κατ’ άλλο τρόπο (λ.χ. μηνιαίας, μέγιστης ανά ημέρα) χρέωσης και τη διάρκεια στάθμευσης κάθε οχήματος, στοιχεία που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικής εκτίμησης και απόδειξης. Επιπλέον, επειδή θέτει ως βάση των εσόδων της για το επίδικο χρονικό διάστημα τα έσοδα του αντίστοιχου χρονικού διαστήματός. τον έτους 2018, όφειλε να αναφέρει τουλάχιστον τις αντίστοιχες χρονοχρεώσεις του έτους εκείνου, καθώς και τον αριθμό οχημάτων που εισήλθαν τότε, ώστε από τη σύγκριση των μεγεθών των δύο χρονικών περιόδων (2018 και επίδικης) να μπορεί να ελεγχθεί η βασιμότητα τον αιτούμενού κονδυλίου. Η παράλειψη, δε, των παραπάνω στοιχείων καθιστά την αγωγή αόριστη, ενώ απαραδέκτως η ενάγουσα επιχειρεί να συμπληρώσει την αοριστία με τις προτάσεις της για τους λόγους που προεκτέθηκαν στην ως άνω νομική σκέψη. Επομένως ορθά το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε το ως άνω κονδύλιο ως αόριστο, απορριπτομένου παράλληλα και του πρώτου πρόσθετου λόγου εφέσεως ως ουσία αβάσιμου.
Περαιτέρω, με τον δεύτερο πρόσθετο λόγο εφέσεως η εκκαλούσα παραπονείται ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε το αιτούμενο κονδύλιο για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας, κατά το σκέλος του που αφορά την απώλεια των πρωτότυπων εγγράφων πού προορίζονταν να κατατεθούν στον ΟΑΕΔ για τη λήψη επιδότησης της επιχείρησης της ενάγουσας ενώ θα έπρεπε να το κάνει δεκτό ως ορισμένο. Περαιτέρω προέκυψε ότι κατά τον προσδιορισμό του ως άνω κονδυλίου, η ενάγουσα δεν εκθέτει ούτε το χρονικό σημείο λήξης της προθεσμίας κατάθεσης των εγγράφων, ώστε να μπορεί να εκτιμηθεί εάν η απώλεια της προθεσμίας οφείλεται στην αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης (αιτιώδης συνάφεια ζημιογόνας πράξης και ζημίας) ούτε το ύψος της επιδότησης που απωλέσθηκε και το βαθμό πιθανότητας χορήγησής της στην ενάγουσα, προκειμένου να εκτιμηθεί και να αποτελέσει αντικείμενο απόδειξης η ζημία της ενάγουσας και η προκληθείσα ηθική της βλάβη. Επομένως ορθά το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε το ως άνω κονδύλιο ως αόριστο, απορριπτομένου παράλληλα και του δεύτερου πρόσθετου λόγου εφέσεως ως ουσία αβάσιμου.
Στη συνέχεια, με τον τέταρτο πρόσθετο λόγο εφέσεως η εκκαλούσα παραπονείται ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη απόφαση, έλαβε υπόψη της την από 22/3/2021 προσθήκη – αντίκρουση – αξιολόγηση αποδείξεων της εναγομένης – εφεσίβλητης, παρότι αυτή είχε κατατεθεί εκπρόθεσμα. Ειδικότερα εκθέτει ότι η επίδικη αγωγή κατατέθηκε στις 23/10/2020, ότι η προθεσμία των 100 ημερών του άρθρου 237 παρ.1 ΚΠολΔ, ως ίσχυε, σε συνδυασμό με το άρθρο 144 παρ.1 ΚΠολΔ, έληγε την 1/2/2021 και η προθεσμία 15 ημερών του άρθρου 237 παρ.2 ΚΠολΔ για κατάθεση προσθήκης έληγε στις 16/2/2021 και επομένως η από 22/3/2021 προσθήκη – αντίκρουση – αξιολόγηση αποδείξεων της εναγομένης – εφεσίβλητης, κατατέθηκε εκπρόθεσμα. Περαιτέρω κατ’ άρθρο 83 Ν. 4790/2021 «Διατάξεις για την επαναλειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων και της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης 1. α) Το χρονικό διάστημα από τις 7.11.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, δυνάμει της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 11 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α’ 76), δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπαλλήλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων, καθώς και στις προθεσμίες παραγραφής των συναφών αξιώσεων. Μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. Οι προθεσμίες που ανεστάλησαν κατά τα προηγούμενα εδάφια, δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους, β) Τα χρονικά διαστήματα ολικής αναστολής λειτουργίας κατά τόπους δικαστικών σχηματισμών, δυνάμει των κοινών υπουργικών αποφάσεων που εκδόθηκαν για τη λήψη έκτακτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID – 19 και αφορούν το χρονικό διάστημα από τις 16.10.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, δεν υπολογίζονται στις προθεσμίες των άρθρων 215, 237 και 238 ΚΠολΔ, καθώς και στις προθεσμίες που ορίζονται στις διατάξεις του ν. 2915/2001 (Α’ 109), όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4055/2012 (Α’ 51). Η λήξη της ως άνω αναστολής των προθεσμιών του άρθρου 237 ΚΠολΔ επήλθε στις 5/4/2021, δυνάμει της υπ’ αριθ. Δ1α/ΓΠ.οικ.18877 Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΦΕΚβ/1194/27.3.2021). Επομένως η από 22/3/2021 προσθήκη – αντίκρουση – αξιολόγηση αποδείξεων της εναγομένης – εφεσίβλητης, κατατέθηκε εμπροθέσμως, διαρκούσης της ως άνω αναστολής, άρα ορθά το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έλαβε αυτήν υπόψιν, απορριπτομένου παράλληλα και του τέταρτου πρόσθετου λόγου εφέσεως ως ουσία αβάσιμου.
Στο άρθρο 2 του Ν. 4053/2012 “Ταχυδρομικές – Ηλεκτρονικές υπηρεσίες – απευθείας ανάθεση δημοσίων έργων ΟΣΕ και άλλες διατάξεις” αναφέρονται οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στην Οδηγία 2008/6/ΕΚ και έχουν την ακόλουθη έννοια: “1. Ταχυδρομικές υπηρεσίες: Οι υπηρεσίες που συνίστανται στην περισυλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή των ταχυδρομικών αντικειμένων. 2. Φορέας παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών: Επιχείρηση η οποία παρέχει μία ή περισσότερες ταχυδρομικές υπηρεσίες. 3. Φορέας παροχής καθολικής υπηρεσίας: Ο δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας παροχής ταχυδρομικής υπηρεσίας, ο οποίος έχει οριστεί να παρέχει την καθολική υπηρεσία σε όλη την Επικράτεια. … 10. Συστημένη αποστολή: Υπηρεσία που συνίσταται στην αποστολή, με κατ’ αποκοπήν εγγύηση έναντι των κινδύνων απώλειας, κλοπής ή καταστροφής και η οποία παρέχει στον αποστολέα, ενδεχομένως εφόσον το ζητήσει, απόδειξη της κατάθεσης του ταχυδρομικού αντικειμένου και/ή της παράδοσης του στον παραλήπτη. 11. Αποστολή με δηλωμένη αξία: Η υπηρεσία που συνίσταται στην ασφάλιση του ταχυδρομικού αντικειμένου για την αξία που δηλώνεται από τον αποστολέα, σε περίπτωση απώλειας, κλοπής ή καταστροφής. …”. Κατά δε τα οριζόμενα στο άρθρο 16 με τίτλο “Αποζημιώσεις” του ίδιου ως άνω νόμου “1. Η πλημμελής παροχή υπηρεσιών γεννά δικαίωμα κατ’ αποκοπή αποζημίωσης των χρηστών. Ειδικά η απώλεια ή καθυστερημένη επίδοση απλών ταχυδρομικών αντικειμένων δεν γεννά δικαίωμα αποζημίωσης. 2. Με απόφαση της Ε.Ε.Τ.Τ. καθορίζεται το μέγιστο ύψος της κατ’ αποκοπήν αποζημίωσης, με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων. 3. Ο φορέας παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών μπορεί να συμφωνήσει με τούς χρήστες μεγαλύτερο ποσό κατ’ αποκοπήν αποζημίωσης. 4. Ο κατά τα ανωτέρω περιορισμός της αποζημίωσης με την χορήγηση κατ’ αποκοπήν αποζημίωσης καταλαμβάνει κάθε απαίτηση του χρήστη που απορρέει από την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών, είτε από σύμβαση είτε από αδικοπραξία, και δεν ισχύει, εάν η παράβαση της συμβατικής υποχρέωσης ή η αδικοπραξία ανάγεται σε δόλο του φορέα παροχής Ταχυδρομικών υπηρεσιών ή των προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό του. Ο φορέας παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών απαλλάσσεται σε κάθε περίπτωση από οποιαδήποτε ευθύνη εξ οιασδήποτε αιτίας σχετικά με πλημμελή εκπλήρωση ταχυδρομικών υπηρεσιών, εφόσον δεν οχληθεί γραπτώς εντός έξι (6) μηνών από την κατάρτιση της ταχυδρομικής σύμβασης. Περαιτερω, με την με αριθμό 688/52 Απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) (ΦΕΚ Β/1412/10-6-2013) καθορίστηκαν οι περιπτώσεις που επιβάλλεται κατ‘ αποκοπή αποζημίωση για πλημμελή παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών. Ειδικότερα, τέτοια αποζημίωση καταβάλλεται προς τον χρήστη στις εξής περιπτώσεις: α. Για αποδεδειγμένη απώλεια ή ολική κλοπή ή ολική καταστροφή του περιεχομένου ενός φακέλου, το οποίο φέρει μονοσήμαντα ορισμένο αριθμό αποστολής, καταβάλλεται ελάχιστη αποζημίωση 50 ευρώ και μέγιστη αποζημίωση 70 ευρώ και επιστροφή του ταχυδρομικού τέλους για τη συγκεκριμένη αποστολή. β. Για αποδεδειγμένη απώλεια ή ολική κλοπή ή ολική καταστροφή του περιεχομένου δέματος καταβάλλεται ελάχιστη αποζημίωση 100 ευρώ και μέγιστη αποζημίωση 400 ευρώ και επιστροφή του καταβληθέντος ταχυδρομικού τέλους για τη συγκεκριμένη αποστολή. γ. Για αποδεδειγμένη απώλεια ή ολική κλοπή ή ολική καταστροφή του περιεχομένου φακέλου ή δέματος με δηλωμένη αξία/ασφαλισμένου καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το ποσό της δηλωθείσας αξίας και επιστρέφεται το καταβληθέν ταχυδρομικό τέλος για τη συγκεκριμένη αποστολή. δ. Για αποδεδειγμένη μερική απώλεια ή μερική κλοπή ή μερική καταστροφή περιεχομένου φακέλου με μονοσήμαντα ορισμένο αριθμό αποστολής και δέματος καταβάλλεται αποζημίωση ίση με την πραγματική αξία της απώλειας ή κλοπής ή καταστροφής με την προϋπόθεση ότι δεν υπερβαίνει το ποσό της αποζημίωσης για απώλεια ή ολική κλοπή ή ολική καταστροφή. ε. Για αποδεδειγμένη μερική απώλεια ή μερική κλοπή ή μερική καταστροφή περιεχομένου φακέλου ή δέματος με δηλωμένη αξία/ασφαλισμένου καταβάλλεται αποζημίωση ίση με την πραγματική αξία της απώλειας ή κλοπής ή καταστροφής, με την προϋπόθεση ότι δεν υπερβαίνει το ποσό της δηλωθείσας αξίας. στ. Εάν ένα δέμα ή ένα ταχυδρομικό αντικείμενο ταχυμεταφορών επιστραφεί και η αιτία της μη επίδοσής του είναι άγνωστη, ο αποστολέας δικαιούται επιστροφή των ταχυδρομικών εξόδων. ζ. Για αποδεδειγμένη καθυστέρηση επίδοσης ταχυδρομικών αντικειμένων ταχυμεταφορών, πέραν τον συμφωνημένου χρονικού διαστήματος, καταβάλλεται αποζημίωση ίση με 6 ευρώ για κάθε μέρα καθυστέρησης και για την περίπτωση που η καθυστέρηση υπερβαίνει το πενταπλάσιο του συμφωνημένου χρόνου επίδοσης, επιπλέον επιστροφή του καταβληθέντος ταχυδρομικού τέλους για τη συγκεκριμένη αποστολή, με την προϋπόθεση ότι το συνολικό ποσό της αποζημίωσης δεν υπερβαίνει τα 100 ευρώ. η. Η αποζημίωση για ηθική βλάβη συμπεριλαμβάνεται στα προαναφερθέντα ποσά, ενώ η συνεπαγόμενη απώλεια κέρδους δεν αποζημιώνεται. Οι πάροχοι ταχυδρομικών υπηρεσιών μπορούν να συμφωνήσουν με τους χρήστες μεγαλύτερο ποσό κατ’ αποκοπή αποζημίωσης. Οι αποζημιώσεις των ανωτέρω περιπτώσεων καταβάλλονται στον αποστολέα ή αν αυτός παραιτηθεί των δικαιωμάτων τον, στον παραλήπτη του ταχυδρομικού αντικειμένου. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι σε περίπτωση πλημμελούς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, όπως λ.χ. απώλεια ή (ολική ή μερική) κλοπή ή (ολική ή μερική) καταστροφή του περιεχομένου ενός φακέλου ή ενός δέματος και ανάλογα για το αν πρόκειται για αποστολή με δηλωμένη αξία/ ασφαλισμένη ή όχι, ο χρήστης των υπηρεσιών δικαιούται την κατά τα ανωτέρω οριζόμενη κατ’ αποκοπή αποζημίωση, η οποία καταλαμβάνει κάθε απαίτηση του χρήστη που απορρέει από την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών, είτε από σύμβαση είτε από αδικοπραξία. Οι παραπάνω περιορισμοί στην (κατ’ αποκοπή) αποζημίωση δεν ισχύουν, εάν ο χρήστης επικαλείται και αποδεικνύει παράβαση της συμβατικής υποχρέωσης ή αδικοπραξία που ανάγεται σε δόλο του φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών ή των προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό του.
Από την εκτίμηση της υπ’ αριθ. …./2021 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ……….., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Παγγαίου Καβάλας, την οποία προσκομίζει η ενάγουσα και ελήφθη κατόπιν εμπρόθεσμης και νομοτύπου κλητεύσεως της εναγομένης (βλ. την με αριθμό ………./19.1.2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, …………), της υπ’ αριθ. …../2021 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …………., ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών …… ., την οποία προσκομίζει η εναγομένη και ελήφθη κατόπιν εμπρόθεσμης και νομοτύπου κλητεύσεως της ενάγουσας (βλ. την με αριθμό …../26.1.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Θράκης, ………..), καθώς και από όλα τα έγγραφα, που επικαλούνται και νομίμως προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και έγγραφα που παραδεκτώς προσκομίσθηκαν το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 529 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ), εφόσον δεν προέκυψε ότι δεν προσκομίσθηκαν πρωτοδίκως από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς, όμως, να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004/723), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, πλήρως, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα εκμεταλλεύεται, κατόπιν παραχώρησης του σχετικού δικαιώματος από το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο ……. και έναντι ανταλλάγματος, τoν υπαίθριο σταθμό αυτοκινήτων ……………, εμβαδού 7.755 τ.μ., χωρητικότητας τουλάχιστον 320 θέσεων στάθμευσης αυτοκινήτων και τουλάχιστον 30 θέσεων δικύκλων, στο ανατολικό τμήμα τον λιμανιού (μαρίνα). Στον εν λόγω υπαίθριο σταθμό αυτοκινήτων έχει εγκατασταθεί, κατόπιν αγοράς από την ενάγουσα στις 9-8-2019, τερματικό εισόδου του συστήματος Autopark 2502, ανταλλακτικό του οποίου αποτελεί ο εκτυπωτής με ονομασία μοντέλου ΚΡΜ150Η της κατασκευάστριας ιταλικής εταιρίας με την επωνυμία “………….”, της οποίας προμηθευτής στην ελληνική αγορά τυγχάνει η μονοπρόσωπη εταιρία με την επωνυμία “…………….”. Ο υπαίθριος χώρος στάθμευσης λειτουργεί με χρονοχρέωση ως εξής: Ο εκάστοτε πελάτης, κατά την είσοδό του με το όχημα σ’ αυτόν, εκδίδει, μέσω εκτύπωσης από το τερματικό εισόδου, εισιτήριο εισόδου, στο οποίο αποτυπώνεται η ακριβής ώρα εισόδου του οχήματός του. Στη συνέχεια, πριν από την έξοδό του με το όχημά του από το χώρο στάθμευσης είτε εισάγει το εισιτήριο εισόδου στο αυτόματο μηχάνημα πληρωμής, που υπολογίζει αυτόματα τη διάρκεια και τη χρέωση της στάθμευσης, είτε επιδεικνύει το εισιτήριο εισόδου στον εκάστοτε υπάλληλο της επιχείρησης της ενάγουσας, που προβαίνει στον υπολογισμό της συνολικής διάρκειας και της χρέωσης της στάθμευσης. Στις 2-6-2020 διαπιστώθηκε ότι τα εισιτήρια εισόδου που εκδίδονταν από το τερματικό εισόδου δεν εκτυπώνονταν ορθά, αλλά έφεραν λευκές γραμμές με αποτέλεσμα να είναι δυσανάγνωστα. Στις 11-6-2020 έγινε απεγκατάσταση του εκτυπωτή από το τερματικό εισόδου, προκειμένου να αποσταλεί αυτός για τεχνικό έλεγχο στην ως άνω προμηθεύτρια εταιρία και να αποκατασταθεί το πρόβλημα. Προς το σκοπό αυτό, στις 12-6-2020, ο ………, υπάλληλος της επιχείρησης της ενάγουσας, κατόπιν εντολής της τελευταίας και με την ιδιότητα του προστηθέντος της, μετέβη στο υποκατάστημα της εναγομένης στο …., επί της οδού ……………., προκειμένου να αποστείλει, μέσω των υπηρεσιών ταχυμεταφοράς της εναγομένης, με τη μορφή δέματος, τον ως άνω εκτυπωτή στην Αθήνα, όπου βρισκόταν η ενάγουσα και θα τον παραλάμβανε για να τον προωθήσει για τεχνικό έλεγχο. Ο υπάλληλος της εναγομένης παρέλαβε το δέμα προς αποστολή και εξέδωσε το σχετικό Συνοδευτικό Δελτίο Ταχυμεταφοράς (ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ) με μοναδικό αριθμό αποστολής ………., ημερομηνία αποστολής τις 12-6-2020, αναγραφόμενο αποστολέα τον …………, τόπο αποστολής το ….., τόπο παράδοσης την Αθήνα, επί της οδού ……………. και παραλήπτρια την ενάγουσα. Ως ημέρα παράδοσης τον δέματος ορίστηκε η Δευτέρα 15-6-2020, ως βασική παρεχόμενη υπηρεσία της εναγομένης έναντι βασικής χρέωσης για την εν λόγω αποστολή, δεδομένου ότι αυτή παραδόθηκε προς διεκπεραίωση ημέρα Παρασκευή και δεν επιλέχθηκε από τον αποστολέα η παράδοση κατά το Σάββατο, που συνιστά πρόσθετη υπηρεσία με επιπλέον χρέωση. Αποδείχθηκε, ακόμη, ότι, παρά την μεγάλη αξία του αντικειμένου που απεστάλη, που υπερέβαινε το ποσό των 3.000 ευρώ, δεν επιλέχθηκε η πρόσθετη υπηρεσία αποστολής με δηλωμένη αξία, που συνίσταται στην ασφάλιση του ταχυδρομικού αντικειμένου για την αξία που δηλώνεται από τον αποστολέα, σε περίπτωση απώλειας, κλοπής ή καταστροφής, οπότε και καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το ποσό της δηλωθείσας αξίας. Κατά την ως άνω συμφωνημένη ημερομηνία η ενάγουσα δεν παρέλαβε το δέμα. Για το λόγο αυτό αναζήτησε την πορεία της αποστολής μέσω της ιστοσελίδας της εναγομένης με βάση τον ως άνω αριθμό αποστολής. Από τα καταχωρημένα από την εναγομένη στοιχεία προέκυψε ότι αυτή δεν είχε δρομολογηθεί για τον προορισμό παράδοσης, καθόσον αναγραφόταν ότι την Παρασκευή 12-6-2020 και ώρα 13:54 έγινε καταχώριση των στοιχείων της αποστολής στο Ρέθυμνο και ότι την ίδια ημέρα στις 14:55 πραγματοποιήθηκε αναχώρηση της αποστολής από το σημείο εξυπηρέτησης στο …… χωρίς να υφίσταται άλλο στοιχείο για την εξέλιξή της. Στις 17-6-2020 η ενάγουσα επικοινώνησε τηλεφωνικά με την εναγομένη, προκειμένου να ενημερωθεί για την πορεία της αποστολής, οπότε και ο υπάλληλος της εναγομένης, την ενημέρωσε ότι δεν ήταν εφικτό να εντοπιστεί και θεωρήθηκε ότι είχε απωλεσθεί. Μέχρι και τα τέλη Ιουνίου του έτους 2020 η ενάγουσα επικοινωνούσε συνεχώς τηλεφωνικά με την εναγομένη, προκειμένου να ενημερωθεί για την τύχη του δέματος, το οποίο, κατά τα λεγόμενα των υπαλλήλων της εναγομένης, παρέμενε απωλεσθέν. Επισημαίνεται ότι ο ως άνω εκτυπωτής, την παραλαβή του οποίου ανέμενε η ενάγουσα, ήταν απολύτως απαραίτητος για τη λειτουργία τον χώρου στάθμευσης που εκμεταλλεύεται αυτή, αφού από την ημέρα απεγκατάστασης του από το τερματικό εισόδου προς αποκατάσταση της βλάβης τον και μέχρι την επαναφορά του, δεν εκτυπώνονταν εισιτήρια εισόδου για τους πελάτες και επομένως δεν υπήρχε βεβαιότητα ως προς την ακριβή ώρα εισόδου κάθε οχήματος και εν τέλει δεν υπολογιζόταν η πραγματική διάρκεια στάθμευσης ούτε και η αντίστοιχη χρέωσή της. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που επέδειξε η ενάγουσα για την τύχη της επίδικης αποστολής και τις συνεχείς οχλήσεις της προς την εναγομένη. Μάλιστα, κατόπιν υπόδειξης της εναγομένης, στις 23-7-2020, η ενάγουσα απέστειλε, μέσω των υπηρεσιών ταχυμεταφοράς της αντιδίκου της, έγγραφο αίτημα αποζημίωσής της για το απωλεσθέν δέμα, το οποίο παρελήφθη από την εναγομένη στις 24-7-2020, όπως αποδεικνύεται από το με αριθ. ……… . ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ., πλην όμως εκείνη δεν έδωσε καμία απάντηση στο ως άνω αίτημα. Περαιτέρω, από το προσκομιζόμενο μ’ επίκληση έγγραφο της εναγομένης που αφορά εκτύπωση από το Ειδικό Σύστημα Παρακολούθησης και Εντοπισμού Ταχυδρομικών Αντικειμένων (ΕΣΠΕΤΑ), που τηρεί η εταιρία βάσει νόμου, αποδείχθηκε ότι το επίδικο δέμα με αριθ. αποστολής …………. εντοπίστηκε τελικά στις 23-7-2020 στο κατάστημα …. της εναγομένης και προωθήθηκε με νέο αριθμό …… στο Κέντρο Διαλογής Αθηνών αυτής, όπου πράγματι επιβεβαιώθηκε ότι επρόκειτο για την επίδικη αποστολή, που θεωρούνταν απωλεσθείσα και στη συνέχεια, στις 5-8-2020, προωθήθηκε στο κατάστημα της εναγομένης στο ….. Πλην όμως, ο ισχυρισμός της τελευταίας ότι το επίδικο δέμα παραδόθηκε στον μη διάδικο …………. ως αναγραφόμενο στο ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ. αποστολέα δεν αποδείχθηκε, αφού καμία παράδοση δεν αποδεικνύεται ότι έλαβε χώρα από το ίδιο ως άνω έγγραφο εκτυπωμένο από το Ειδικό Σύστημα Παρακολούθησης και Εντοπισμού Ταχυδρομικών Αντικειμένων (ΕΣΠΕΤΑ). Αντιθέτως, από το έγγραφο αυτό αποδεικνύεται η μη παράδοση τον δέματος. Το παραπάνω συμπέρασμα δεν αναιρείται ούτε από όσα κατέθεσε ο μάρτυρας της εναγομένης ………. στην προσκομιζόμενη με επίκληση υπ’ αριθ. …../2021 ένορκη βεβαίωση, αφού η γνώση του στηρίζεται στα καταχωρημένα στο ως άνω Σύστημα στοιχεία, χωρίς να εισφέρει κανένα πρόσθετο στοιχείο σχετικά με την επικαλούμενη παράδοση του επίμαχου δέματος στον ……………, αρκούμενος σε απλή αναφορά ότι αυτό του παραδόθηκε στις 18-8-2020. Ούτε, άλλωστε, προσκομίζει η εναγομένη άλλο έγγραφο και συγκεκριμένα αποδεικτικό επίδοσης της επίδικης αποστολής, που να φέρει την υπογραφή τον ανωτέρω προσώπου αναφορικά με το γεγονός της παραλαβής. Πλην όμως, στο άρθρο 12 των Γενικών Όρων Ανάληψης Μεταφοράς της εναγομένης, που η ίδια επικαλείται, ορίζονται τα εξής: “Στην περίπτωση που ταχυδρομικό αντικείμενο δεν κατέστη δυνατό να επιδοθεί στον
παραλήπτη για οποιαδήποτε αιτία, ενημερώνεται ο παραλήπτης με έγγραφη ειδοποίηση και προγραμματίζεται δεύτερη ή και περισσότερες προσπάθειες επίδοσης κατόπιν συνεννόησης με τον παραλήπτη ή τον αποστολέα. Εφόσον δεν καταστεί δυνατή οριστικά η επίδοση του αντικειμένου στον παραλήπτη για οποιαδήποτε αίτια, ακόμα και σε περίπτωση άρνησης του παραλήπτη να παραλάβει, ενημερώνεται ο αποστολέας άμεσα και η αποστολή επιστρέφεται σ’ αυτόν με δική του χρέωση ανάλογη του κόστους επιστροφής, με την επιφύλαξη της εταιρίας….”. Επομένως, με βάση τα ανωτέρω και με δεδομένο ότι ποτέ δεν είχε επιχειρηθεί παράδοση στον παραλήπτη και εν προκειμένω στην ενάγουσα, αφού μέχρι τότε το δέμα θεωρείτο απωλεσθέν, η εναγομένη, αφ’ ης στιγμής εντόπισε το δέμα, όφειλε να ενημερώσει την παραλήπτρια, δηλαδή την ενάγουσα και να επιχειρήσει την παράδοση προς αυτήν, όχι μόνο μία φορά αλλά περισσότερες και όχι προς τον ………….. ως αναγραφόμενο αποστολέα. Η παραπάνω ενέργεια, πέραν του ότι προβλέπεται από τους ανωτέρω Γενικούς Όρους Ανάληψης Μεταφοράς της εναγομένης, υποδεικνυόταν ως ορθότερη και από τις περιστάσεις, αφού η μεν ενάγουσα είχε ήδη προβεί σε επανειλημμένες οχλήσεις προς την εναγομένη, επιδεικνύοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αναζήτηση της αποστολής, αιτούμενη επιπλέον αποζημίωσης λόγω της απώλειάς της, ο δε αναγραφόμενος στο ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ. ως αποστολέας, …………….., επέδειξε, κατά τους ισχυρισμούς της εναγομένης, πλήρη αδιαφορία για την αποστολή. Με βάση τα παραπάνω, αφού το επίδικο δέμα βρέθηκε στη σφαίρα κατοχής της εναγομένης, αποδεικνύεται ως ουσιαστικά αβάσιμος ο αγωγικός ισχυρισμός ότι κάποιος από τους προστηθέντες της εναγομένης ιδιοποιήθηκε παράνομα το δέμα που περιείχε τον επίμαχο εκτυπωτή κυριότητας της ενάγουσας, από κανένα δε στοιχείο πλην των υποθέσεων της ενάγουσας, δεν αποδείχθηκε αδικοπραξία αναγόμενη σε δόλο των προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό της εναγομένης ως φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών και επομένως ισχύουν οι προβλεπόμενοι περιορισμοί στην αποζημίωση. Ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι δεν δεσμεύεται από τους Γενικούς ‘Ορούς Ανάληψης Μεταφοράς – Όρους Μεταφοράς Εγγράφων και Μικροδεμάτων της εναγομένης, που αποτυπώνονται στην οπίσθια όψη του ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ και άρα από τους περιορισμούς της αποζημίωσης, επειδή αυτοί δεν υπογράφηκαν από τον προστηθέντα υπάλληλό της, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Τούτο κυρίως διότι, ανεξάρτητα από την δεσμευτικότητα ή μη των ως άνω όρων, οι περιορισμοί στην αποζημίωση σε περίπτωση πλημμελούς εκπλήρωσης ταχυδρομικών υπηρεσιών προβλέπονται από το Ν. 4053/2012. Επιπροσθέτως, η παράδοση της αποστολής στην εταιρία ταχυμεταφορών δηλώνει ότι ο χρήστης αποδέχεται τους όρους αυτούς, ανεξάρτητα από τη θέση ή μη της υπογραφής του. Ο δε καινοφανής ισχυρισμός της ενάγουσας ότι οι εν λόγω όροι είναι καταχρηστικοί ΓΟΣ, πρέπει πρωτίστως να απορριφθεί ως μη νόμιμος κατ’ άρθρο 526 ΚΠολΔ διότι εισφέρεται το πρώτον στην κατ’ έφεση δίκη και επομένως συνιστά απαράδεκτη μεταβολή της βάσης της αγωγής. Με δεδομένο, δε, ότι η επίδικη αποστολή δεν έχει παραδοθεί ούτε στον αναγραφόμενο ως αποστολέα ούτε στην αναγραφόμενη ως παραλήπτρια, θεωρείται απωλεσθείσα και τυγχάνει περίπτωση πλημμελούς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών εκ μέρους της εναγομένης, για την οποία η ενάγουσα, ως πραγματική αποστολέας, δικαιούται την προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 4053/2012 κατ’ αποκοπή αποζημίωση, αφού έχει προηγηθεί όχλησή της προς την εναγομένη εντός 6 μηνών από την κατάρτιση της ταχυδρομικής σύμβασης. Σύμφωνα δε με την με αριθμό 688/52 Απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) (περίπτωση β’) και το άρθρο 8 των Γενικών Όρων Ανάληψης Μεταφοράς από την εναγομένη, λαμβανομένου υπόψη ότι πρόκειται για αποδεδειγμένη απώλεια του περιεχομένου δέματος, για το οποίο δεν συντρέχει περίπτωση δηλωμένης αξίας αυτού, η αποζημίωση αυτή ανέρχεται έως το ποσό των 400 ευρώ. Τούτο διότι, κατά τα οριζόμενα στο προρρηθέν άρθρο 8 το ύψος της αποζημίωσης καθορίζεται με βάση την πραγματική αξία ου περιεχομένου του δέματος, ως τέτοια δε νοείται το κόστος (καθαρή αξία προ Φ.Π.Α.) αντικατάστασης ή αγοράς του αντικειμένου, που αποδεικνύεται από παραστατικά. Στην προκείμενη περίπτωση, το προ Φ.Π.Α. κόστος του επίδικου εκτυπωτή (μοντέλου KPM 150H) ανέρχεται στο ποσό των 2.700 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο με αριθ. ……./2020 τιμολόγιο της πωλήτριας εταιρίας και του με αριθ. …../2020 Δελτίου Αποστολής της ίδιας ως άνω εταιρίας, που εξέδωσε προς την ενάγουσα ως αγοράστρια. Επομένως, κρίνεται ότι η ενάγουσα δικαιούται το ανώτατο προβλεπόμενο ποσό της κατ’ αποκοπής αποζημίωσης ύψους 400 ευρώ, στο οποίο περιλαμβάνεται και η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ορθά το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκανε μόνο εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των τετρακοσίων ευρώ (400), απορριπτομένων παράλληλα του μοναδικού λόγου της εφέσεως και του τρίτου πρόσθετου λόγου εφέσεως.
Κατόπιν αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς εξέταση στην έφεση της ενάγουσας και τους πρόσθετους λόγους αυτής, αυτοί πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους, ως αβάσιμοι στην ουσία και να καταδικασθεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατέβαλε η εκκαλούσα, στο δημόσιο ταμείο, λόγω της ήττας της (άρθρο 495 παρ.3 εδαφ.τελευτ. ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση και τους πρόσθετους λόγους.
Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου για την άσκηση της εφέσεως στο Δημόσιο Ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 8 Σεπτεμβρίου 2025.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Β. ΠΟΡΤΟΚΑΛΛΗΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΣΚΟΥΡΤΗ