Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 463/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός  Αποφάσεως  463 /2025

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή  Εφέτη και Ελένη Μοτσοβολέα  Εφέτη- Εισηγήτρια  και από την Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στoν Πειραιά, την  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α)Του εκκαλούντος :…………..  ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο  διά του πληρεξουσιου δικηγόρου Λίβα Σωτηρίου, βασει δηλώσεως.

Του εφεσιβλήτου : …………, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο  αυτοπροσώπως, βάσει δηλώσεως.

Β) Του εκκαλούντος:      ………………, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο  αυτοπροσώπως, βάσει δηλώσεως.

Του εφεσιβλήτου : ………………. ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο  διά του πληρεξουσιου δικηγόρου Λίβα Σωτηρίου, βασει δηλώσεως.

Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 22.07.2019 και με αριθμό κατάθεσης  …………./2019 αγωγή του,  την οποία άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 3222/2020 απόφασή του, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) ο ενάγων  με την από 2/12/2020  (αριθ. εκθ. κατ.  …………/2021) έφεσή του, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 219/102/2021 και β) ο εναγόμενος  με την  από 28-4-2021(αριθμ. εκθ. καταθ. …………../2021 έφεσή του,   αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης ……………../2021 και προσδιορίσθηκαν για τη δικάσιμο της 22-9 -2022, οπότε αναβλήθηκαν για την δικάσιμο της 15-2-2024  και μετ’ αναβολή για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, οι   πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά κατέθεσαν μονομερή δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσαν προτάσεις .

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η  από 2/12/2020  (αριθ. εκθ. κατ.  ……………/2021) έφεση  του ενάγοντος  και η   από 28-4-2021 (αριθ.εκθ. καταθ. ………../2021) έφεση του εναγομένου κατά της υπ’ αριθ. 3222/2020 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που  εκδόθηκε  αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική   διαδικασία    και δέχθηκε εν μέρει από 22.07.2019 (αριθ.κατ.  …………/2019) αγωγή του ενάγοντος,  έχει ασκηθεί νομοτύπως   και εμπροθέσμως (άρθρα   495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517,  518  ΚΠολΔ), αφού η εκκαλουμένη επιδόθηκε στις 10-11-2020  και η έφεση του εναγομένου κατατέθηκε στις 28-4-2021,  η δε έφεση του ενάγοντος στις 19-4-2021 και σύμφωνα με τις  διατάξεις των άρθρων 74 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4690/2020 και 83 παρ.1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021 ασκήθηκε εντός της προθεσμίας  του άρθρου 518 παρ.1 του ΚΠολΔ,  δεδομένου ότι, από την επομένη της επιδόσεως της εκκαλουμένης, άρχισε να τρέχει η ως άνω  προθεσμία, η οποία, χωρίς την,  προσωρινή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας, θα έληγε 10-12-2020, λόγω, όμως, της ως άνω αναστολής και του, εξ αυτής, μη υπολογισμού των χρονικών διαστημάτων   από 7-11-2020 έως 6-4-2021 (5 μήνες), σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις των άρθρων 74 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4690/2020 και 83 παρ.1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021, δεν είχε συμπληρωθεί η προθεσμία αυτή  κατά την άσκηση των ένδικων εφέσεων με την  κατάθεσή τους ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιώς   στις 28-4-2021 και 19-4-2021  (ΑΠ 987/2022, ΑΠ 1130/2022 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»). Αρμοδίως δε  φέρονται  προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό τους  έχουν καταβληθει  και τα νόμιμα παράβολα  σύμφωνα με την παράγραφο 3 εδ. 3 του άρθρου  495  του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, οι ως άνω εφέσεις  να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας,  συνακόλουθα δε δια της συνεκδικάσεως διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επέρχεται μείωση των εξόδων και αποφεύγεται η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων (άρθρα 31, 246, 524 ΚπολΔ)  και να ερευνηθούν κατά την αυτή ως άνω διαδικασία.

Ο ενάγων με  την από 22.07.2019 (αριθ. κατ.  ………../2019) αγωγή του   εξέθετε ότι ο εναγόμενος με την ιδιότητά του ως δικηγόρος Πειραιώς εκπροσωπούσε  σε πληθώρα υποθέσεων τον επίσης δικηγόρο …………. και την σύζυγό του, …………, οι οποιοι είχαν δικαστικές αντιδικίες με τον ίδιο (ενάγοντα).  Ότι στο πλαίσιο της δικαστικής αυτής  διαμάχης μεταξύ τους ο εναγόμενος συνέταξε και κατάθεσε  στην Εισαγγελία  Πρωτοδικών Πειραιώς την από 17-2-2014 (ΑΒΜ Α-…………..) έγκλησή του εναντίον του  ενάγοντος, στην οποία ανέφερε για τον ενάγοντα τα λεπτομερώς αναφερόμενα στην αγωγή  ψευδή   γεγονότα εν γνώσει της αναληθείας τους.  Ότι οι διαλαμβανόμενες στην ως άνω έγκλησή του  ψευδείς αναφορές σε βάρος του  αποτελούν αδικοπραξία που συνίσταται στην τέλεση σε βάρος του αξιόποινης πράξης της  εξυβρίσεως, της συκοφαντικής δυσφήμισης, η δε ένορκη βεβαίωση τους, κατά τις αναφερομενες εξειδικεύσεις αποτελούν ψευδή καταμήνυση και ψευδορκία. Ότι με τις ψευδείς καταγγελίες του, ο εναγόμενος απέβλεπε στην προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος και της τιμής του καθώς της επαγγελματικής του οντότητας.  Ότι εξαιτίας της ανωτέρω παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του εναγομένου υπέστη ηθική βλάβη λόγω της προσβολής της προσωπικότητάς του. Με βάση αυτό το ιστορικό  κατόπιν νομοτύπου παραιτήσεως  από το αίτημα περί άρσης της προσβολής με τις ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προκατατεθείσες προτάσεις του    (άρθρα 294, 295 παρ. 1 εδ β ΚΠολΔ)  ζήτησε   να αναγνωρισθεί ότι ο  εναγόμενος  οφείλει να του καταβάλει το ποσό των 40.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προαναφερόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά του, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς  με την υπ’ αριθ. 3222/2020 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της απόφασης  αυτής παραπονείται ο μεν ενάγων  με την υπό κρίση από 2/12/2020 έφεσή του  για τους αναφερόμενους  σε αυτήν λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και διώκει την εξαφάνισή της εκκαλουμένης, ώστε να γίνει εν όλω δεκτή  η   αγωγή  του, ο δε εναγόμενος  με την υπό κρίση από 28/4/2021 έφεσή του  για τους αναφερόμενους  σε αυτήν λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και  πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και διώκει   την εξαφάνισή της εκκαλουμένης, ώστε να απορριφθεί  η   αγωγή  του ενάγοντος.

Από την εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ’ επικλήσεως  προσκομιζομένων υπό των διαδίκων εγγράφων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη (άρθρα 432 επ. ΚΠολΔ) είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 3, 339, 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα στη συνέχεια, χωρίς να έχει παραλειφθεί οποιοδήποτε από αυτά (έγγραφα) για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, μεταξύ των οποίων και οι προσκομιζόμενες μετ’  επικλήσεως από τούς διαδίκους ποινικές και πολιτικές αποφάσεις, βουλεύματα, που επίσης λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων,   σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα  ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εναγόμενος με την ιδιότητά του ως δικηγόρος Πειραιώς από το έτος 2010 εκπροσωπούσε  σε πληθώρα υποθέσεων τον επίσης δικηγόρο ………….  και την σύζυγό του …………, οι οποίοι είχαν  δικαστικές αντιδικίες με τον ενάγοντα και είχαν κατατεθεί εκατέρωθεν πολλές αγωγές και μηνύσεις. Στο πλαίσιο της δικαστικής αυτής  διαμάχης μεταξύ τους, ο εναγόμενος  κατέθεσε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Πειραιώς την από 17-2-2014 έγκλησή του κατά του ενάγοντος, στην οποία ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής : «α)Η Εισαγγελία Πρωτοδικών  αλλά και Εφετών Πειραιά  δεν έχει «άλλη δουλειά» να κάνει αλλά να ασχολείται  σχεδόν μονο με τις μηνύσεις του εγκαλουμένου εναντίον του ………. και της συζύγου του …………..», β) «μπήκα στο μάτι του «κυκλώνα» κατά το κοινώς λεγόμενο δηλαδή του εναγομένου» (νυν εναγοντος), γ) «επεδιωκε να βει ευκαιρίες  προκειμένου να με αναγκασει με κάθε τρόπο  να αποσυρθω από την υπεράσπιση του συναδέλφου μου προκειμένου να μην έχει την δικη μου συμπαράσταση. Έτσι λοιπόν άρχισε με χτυπήματα «κάτω από την μέση» και με ψευδείς καταγγελείς σε βάρος μου μέχρι και τον Εισαγγελέα του ΑΠ, με ψευδείς μηνύσεις, αγωγή και αναφορές ενώπιον πάσης αρχής, να προσπαθεί να μου κάμψει το αγωνιστικό  φρόνημα. Το ίδιο είχε κάνει  και σε βάρος ενός άλλου συναδέλφου του ………….… και κατέθεσε σε βάρος του ψευδή μήνυση και έτσι τον ανάγκασε να παραιτηθεί από την υπεράσπιση του συναδέλφου του», δ)  «Ασκησε σε  βάρος … μου ψευδή μήνυση για δήθεν συκοφαντική δυσφήμιση ότι δήθεν  τον αποκάλεσα «ο χαφιές της ασφάλειας» ενώ αυτός ουδέποτε υπήρξε, όπως ο ίδιος αναφέρει στην μήνυση του, πληροφοριοδότης της ασφάλειας αλλά είναι οικονομολόγος. Και μάλιστα στο ακροατήριο του πενταμελούς Εφετείου  Πειραιώς  κατά  τη δικάσιμο αυτού στις 24-11-2010, με αποτέλεσμα να ασκηθεί σε βάρος μου  ποινική δίωξη. Βέβαια εγώ ουδεποτε  είπα κάτι τέτοιο αλλά και δεν ήμουνα  και στο συγκεκριμένο Δικαστήριο εκείνη την ημέρα αφού δίκαζε αλλού ως δικηγόρος σε άλλη υπόθεση… Εάν πράγματι είχε συμβεί κάτι τέτοιο, δεν είχε  παρά να ζητησει να γραφτει στα πρακτικά, διότι μοναδικός τρόπος  απόδειξης των όσων λέγονται  στα ακροατήρια είναι να γράφονται στα πρακτικά» ε) Η μοναδική  μαρτυρία που επικαλείται είναι ενός  ψευδομάρτυρα με την επωνυμία ……… τον οποιον χρησιμοποίησε στις αντιδικίες του με τον ……….», στ) «Βέβαια την λέξη ‘’χαφιε’’  την  θεωρεί επάγγελμα και προφανώς εγώ   του άλλαξα το επάγγελμα αφού ισχυρίζεται πως δεν υπήρξε πληροφοριοδότης  (χαφιές) αλλά οικονομολόγος, γιατρός… ζ) «για το ίδιο ως άνω  ζήτημα… προέβη και σε ψευδή αναφορά στις 7-9-2012 και στον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά. ζ1) Ομοίως με την ίδια ως άνω αναφορά του στον ΔΣΠ στρεφομενος  κυρίως εναντίον μου με σωρεία  ψευδολογιών και συκοφαντικών δυσφημίσεων ως επαγγελματία, καταγγέλει  εμένα για τα κάτωθι  και επί λέξει δήθεν γεγονότα «ο …………. και η σύζυγός του  ……….. χρησιμοποιούν  εκάστοτε ως δικηγόρο τους, τον ως άνω ………….., ο οποίος τους εκπροσωπεί χωρίς να καταβάλει, ως οφείλει, τα τέλη, τους φόρους, τις εισφορές που ορίζει ο νόμος για τους  κοινούς θνητούς. Απορεί  κανείς με ποιον τρόπο ο …………. και οι ως άνω πελάτες του καταφέρνουν να τυγχάνουν τέτοιας  προνομιακής μεταχείρισης και γίνονται δεκτές αιτήσεις και δικόγραφά  των, τα οποία δεν πληρούν  τους όρους του παραδεκτού (από τους γραμματείς των δικαστηρίων) που κατατίθεται ενώπιόν των ή με ευθύνη των. Με δεδομένες, όμως,  πρακτικές  (ποιες άραγε), που μετέρχονται ο ………… και οι πελάτες του, πέραν  από την παράβαση των όρων του παραδεκτού στην κατάθεση  δικογράφων, επί πλέον χρήζει  ελέγχου σε ποιο βαθμό παρακάμπτουν  παράνομα,  λ.χ. τις χρεώσεις που ορίζει ο νόμος για ΦΠΑ, κρατήσεις υπέρ τρίτων, εισφορές  στο Ταμείο Νομικών εισφορές στο Ταμείο Προνοίας, διευρύνοντας, βέβαια, έτσι  το  συγκριτικό πλεονέκτημά των απέναντί μου, αφού ελίσσονται ανεμπόδιστα  και ανέξοδα στο δικαστηριακό χώρο,  όπως τους αρέσει. Περαιτέρω, τίθεται ενδεχομένως και θέμα μη αποτύπωσης, ως ο νόμος προβλέπει, εισοδημάτων του    ………….., άρα και φοροδιαφυγής του. Όλα τα παραπάνω που αναφέρει υπό μορφήν καταγγελίας για εμένα ο εγκαλούμενος είναι ψευδή και συκοφαντικά αφού δεν έχουν καμία σχέση  με την πραγματικότητα… ….οι κατά συρροήν καταγγελιες του εγκαλούμενου σε βάρος μου απέβλεπαν στην ψευδή καταμήνυσή μου αλλά και κατασυκοφάντησή μου  ενώπιον αρχικά του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά, προκειμένου  να επιτύχει την πειθαρχική μου δίωξη ενώ γνώριζε ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει  αφού εγώ πάντοτε τηρούσα όλα όσα ορίζουν οι νόμοι ορίζουν κατά την ενάσκηση των καθηκόντων μου, πράξεις που στρέφονταν δολίως εναντίον μου και μάλιστα με υπερχειλή δολο». η) «Σε ό,τι αφορά δε τις υπόλοιπες  αναφερόμενες παραστάσεις μου που αφορούσαν τον συνάδελφό μου ……….. μαζί με την σύζυγό του …………, την σύζυγό του εκπροσωπούσε και υπερασπιζόταν, όπως ήταν φυσικό, πάντοτε ο ίδιος ο ……….. ως δικηγόρος», θ) «Όλα αυτά τα ψευδή περιήλθαν σε γνώση μου στις 16-12-2013 από τον Πρόεδρο του ΔΣΠ και με πηροφόρησε σχετικά». ι) «Στις 17-12-2012 συνέταξε εξώδικη πρόσκληση – δήλωση την οποία την 20-12-2012 κοινοποίησε… στον Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά… της οποίας το περιεχόμενο έλαβα γνώση στις 16-12-2013».   ια)  «στην οποία αναφέρει – καταγγέλει τα εξης  ψευδή  και συκοφαντικά σε  βάρος μου προκειμένου να επιτύχει  εκ νέου την οποιασδήποτε μορφής  ποινική ή πειθαρχική μου δίωξη αλλά και ηθική και επαγγελματική μου εξόντωση. Ήτοι αναφέρει  εν γνώσει του ψεύδους τους ότι :   «με την κοινοποίηση προς εμένα, την 29-10-2012 της ως άνω από 22-10-2012 εγγράφου επιστολής της …………… προς τον συμβολαιογράφικό Σύλλογο Αθηνών – Πειραιώς, έλαβα γνωση για πρώτη φορά την 29-10-2012 και των περιεχομενων σε αυτήν εγγράφων εξηγήσεων του ………. που συνέταξε  ο πληρεξούσιος δικηγόρος του …………. στις οποίες κατά παράβαση της υποχρέωσής τους να τηρούν  ευπρέπεια και σεβασμο στην δικαιοσύνη και τα πρόσωπα των δικαστών, εκφράζονται με  απάδουσα ιταμότητα και χλεύη εναντίον  εκείνων (δικαστών, δικαιοσύνης) αλλα και με ξενίζουσα υβριστική διάθεση προς εμένα». Πλην όμως  κ. Εισαγγελεα όλα τα παραπάνω σε ότι αφορούν το πρόσωπό μου είναι ψευδή και συκοφαντικά  αποβλέπουν δε στην επαγγελματική μου και ηθική μου εξόντωση, αφού κατ’ αρχήν εγώ συντάσσω μόνο ό,τι υπογράφω ως δικηγόρος, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει στην συγκεκριμένη περίπτωση που αυτός αναφέρει για μένα, αφού ο ……………., δικηγόρος και αυτός, συντάσσει και υπογράφει ο ίδιος ότι τον αφορά και δεν του τα συντάσσει άλλος, κατά δεύτερον εγώ πάντοτε στα 32 χρόνια της επαγγελματικής μου καριερας τηρούσα και συνεχίζω να τηρώ ευπρέπεια και σεβασμό προς την δικαιοσύνη  την οποία υπηρετώ διαρκώς και ουδέποτε εκφράζομαι ούτε εκφράστηκα ποτέ με ιταμότητα και χλεύη εναντίον δικαστών».  Ιβ)  «Στις 22-10-2012  συνέταξε και κοινοποίησε  προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά… εξώδικη δήλωση…η οποία στην συνέχεια έλαβε και στοιχεία εγκλήσεως με ΑΒΜ ……/2-12-2012 στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει για το πρόσωπό μου:..γ) πως δεν προσκόμισα γραμμάτια προείσπραξης  διαφεύγοντας  πάλι από την καταβολή ΦΠΑ και των λοιπών νομιμων… Ενώ πράγματι γνώριζε ότι… το Εφετείο Πειραιώς το οποίο εκδίκασε την υπόθεση με την υπ’ αριθ.  669/2012 απόφασή του…αφενός εγώ εκπροσωπώντας  πάλι συνάδελφο δεν υποχρεούμαι στην έκδοση γραμματίου προεισπραξης». ιγ)Eιναι πλεον γνωστή  σε ολους η δικομανία αυτου του ανθρώπου… οι ενέργειες του εγκαλούμενου σε βάρος μου  συνιστουν αδικήματα ιδιαζόντως ειδεχθή με άμεση και υπερχειλή  δόλο αφού αποβλέπουν  αφενός στην  επαγγελματική και φυσική μου εξόντωση, παράλληλα δε στην ηθική μου  απαξίωση… ο εγκαλούμενος  προέβη με τις ενέργειές του σε κατά συρροήν δόλιες  εγκληματικές  πράξεις κατ’ επάγγελμα  και κατά συρροή  και ιδιαίτερα της ψευδούς καταμηνύσεως, ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως και συκοφαντικής δυφήμισης, είναι δε ιδιαίτερα επικίνδυνος αφού έχει ροπή για  διαπραξη νεων εγκλημάτων στο μέλλον… οι ενέργειές του αποτελούν ιδιαίτερα επιβαρυντικές  περιστάσεις και θα πρέπει να τιμωρηθούν με την ανώτερη προβλεπομενη ποινή».

Ο ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του υπό τα  στοιχεία  δ – ζ ότι ο εναγόμενος  με την επίμαχη έγκληση του τον καταμήνυσε ψευδως ότι «ο εναγων άσκησε σε βάρος του (εναγομένου) ψευδή μήνυση (με την από 17-12-2012 εξώδικη – δήλωση) για δήθεν συκοφαντική δυσφήμιση ότι δήθεν (ο εναγόμενος)  τον αποκάλεσε «ο χαφιές της ασφάλειας» στο ακροατήριο του  πενταμελούς Εφετείου  Πειραιώς  κατά  τη δικάσιμο αυτού στις 24-11-2010, και ότι ουδεποτε αυτός (εναγόμενος) είπε κάτι τέτοιο, ούτε ήταν  στο συγκεκριμένο Δικαστήριο εκεινη την ημέρα  και ότι ο ενάγων χρησιμοποίησε έναν   ψευδομάρτυρα ονόματι, ……………..». Ισχυρίζεται επίσης  ο ενάγων ότι με την επίμαχη έγκλησή του   ο εναγόμενος τον καταμήνυσε ψευδώς ότι  για το ίδιο ως άνω ζήτημα ο ενάγων προέβη και σε ψευδή αναφορά  στις 7-9-2012 και στον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά». Από τα αυτά ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικτικά μέσα απεδείχθη ότι πράγματι ο εναγόμενος κατά τη δικάσιμο της 24-11-2010 ενωπιον του   πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς  αποκάλεσε ενωπιον του ακροατηριου τον εναγοντα «χαφιέ της ασφάλειας». Ειδικότερα  στα πλαίσια της ως άνω δικασίμου και ενώ δικαζόταν  υπόθεση με μηνυτή τον ενάγοντα και κατηγορούμενο τον …………………..,  ζητήθηκε από την αρχή της διαδικασίας να κρατηθεί η υπόθεση λογω απουσίας αμφοτέρων των  κατηγορουμένου και πληρεξουσίου δικηγόρου του, οπότε περι ώρα έντεκα ο ενάγων, αναζητώντας τους αντιδίκους του, εξήλθε της αίθουσας του Δικαστηρίου και όταν επέστρεψε, ενημέρωσε το Δικαστήριο  ότι αυτοί βρίσκονταν σε παρακείμενη καφετέρια,  στην συνέχεια δε, όταν προσήλθε ο εναγόμενος  στην αίθουσα απηύθυνε ενώπιον όλων των παρισταμένων εντός  αυτής  την φράση «χαφιές της ασφάλειας». Κατά την δικάσιμο εκείνη παρευρισκοταν ως μάρτυς του ενάγοντος, ο  ………, ο οποιος, ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς, επιβεβαίωσε τον ισχυρισμό του ενάγοντος για την ως άνω απαξιωτική συμπεριφορά του  εναγομένου, όπως αποδεικνύεται από  αμφότερες τις καταθέσεις του, τόσο ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. απόφαση 4612/2017 του Β Τριμελους Πλημμελειοδικείου Πειραιώς  όσο και ενώπιον  του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου όπως προκύπτει από την  απόφαση αριθ. 742/2019 απόφαση του Τριμελούς Εφετειου Πλημμελημάτων Πειραιώς. Σημειούται ότι με την υπ’ αριθ. 742/2019 απόφαση του Τριμελούς Εφετειου Πλημμελημάτων Πειραιώς κατά το αθωωτικό της μέρος,  ο ενάγων αθωωθηκε αμετακλητως για το αδίκημα της ψευδούς καταμηνύσεως με την από 7-9-2012 αναφορα του προς τον Προεδρο του  Δικηγορικου Συλλογου Πειραιως σε βάρος του εναγομένου,  διότι εδέχθη  ως προς το αντίστοιχο σκέλος  της  σε βάρος του ενάγοντος κατηγορίας ότι πράγματι το ως άνω καταγγελθέν  από τον ενάγοντα με την από 7-9-2012 αναφορά του, περιστατικό έλαβε χώρα και ότι συνεπως η σχετική καταγγελία του εναγοντος αφορούσε αληθές γεγονός.  Ομοίως έκρινε και η υπ’αριθ. 832/2021 του Τριμελούς Εφετειου Πλημμελημάτων Πειραιώς με την οποία ο εναγόμενος καταδικάσθηκε για ψευδή καταμήνυση, κρίνοντας    ότι  η καταγγελια του εναγοντος για το ως ανω περιστατικο με την από 7-9-2012 αναφορα του αφορουσε αληθές γεγονος και ότι ψευδώς με την επίμαχη εγκληση κατήγγειλε ο εναγομενος τον εναγοντα ότι ο τελευταίος ψευδώς τον καταμήνυσε (τον εναγόμενο) για το άνω περιστατικό. Σημειουται περαιτερω ότι   με την υπ’ αριθ. 284/2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς ο εναγόμενος απηλλάγη της συκοφαντικής δυσφημίσεως ελλείψει δόλου αναφορικά με το ανωτερω περιστατικό, η απόφαση αυτή, όμως, έκρινε επί διαφορετικού αδικήματος στο πλαίσιο μάλιστα  μιας προσπάθειας συμβιβασμού των μερών στηρίζοντας την κρίση της στην ελλειψη δόλου του   εναγομένου – τότε κατηγορουμένου η οποία συναρτάτο ευθέως  και με την ευνοϊκή για τον  εναγόμενο δήλωση του  ενάγοντος- τότε εγκαλουντος  στο ακροατήριο στα πλαίσια της τότε επιχειρηθείσας λήξεως της αντιδικίας του  ενάγοντος με το ζεύγος ………………. και τον πρώτο κατηγορούμενο, παρεκτός του ότι  το δεδικασμένο, της ποινικής αποφάσεως δεν δεσμεύει την πολιτική δίκη,  εάν το πολιτικό Δικαστήριο από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα καταλήξει σε διαφορετική κρίση. Επομένως,  οι ισχυρισμοί του εναγομένου με την επίμαχη έγκληση ότι ο ενάγων τον καταμήνυσε ψευδώς για συκοφαντική δυσφήμιση για το ως άνω περιστατικό καθώς και ότι προέβη σε ψευδή αναφορά στο Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά είναι ψευδείς.  Ο εναγόμενος, εγνώριζε ότι ο εναγων δεν  τον καταμήνυσε ψευδώς καθώς και ότι δεν προέβη (ο εναγων) σε ψευδή αναφορά σε βάρος του στον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιώς, διότι  απεδείχθη ότι πράγματι το ως άνω περιστατικό κατά την δικάσιμο της 24-11-2010 ελαβε χώρα. Εγνώριζε δηλαδή ο εναγομενος ότι όσα ανωτέρω ανέφερε με την επίμαχη έγκληση και για τα οποία καταμήνυσε  τον ενάγοντα  ήταν ψευδή και το αληθές ήταν ότι πράγματι  εντός της αίθουσας του Δικαστηρίου  του Εφετείου Πειραιά  απηύθυνε εναντίον του την φράση «Ο χαφιες της ασφάλειας». Επομένως ως προς το ανωτέρω περιστατικο που αναφερεται στην επίμαχη έγκληση αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος  ψευδώς καταμήνυσε τον ενάγοντα ότι ο ενάγων ψευδώς τον καταμηνυσε και υπέβαλε σε βάρος του ψευδή αναφορά  και συνεπώς προσεβλήθη η προσωπικότητα του ενάγοντος λόγω της ως άνω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγομένου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι δεν προσεβλήθη η προσωπικότητα του ενάγοντος, έσφαλε, και πρέπει να εξαφανισθεί κατά τούτο.

Περαιτέρω  ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του υπό τα     στοιχεία  ζ1) – θ  και ιβ)   ότι ο εναγόμενος  με την επίμαχη έγκληση  τον καταμήνυσε ψευδώς «α) ότι ο ενάγων ψευδώς τον κατήγγειλε με  την από 7-9-2012 αναφορά του στον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά προκειμένου να πετύχει την πειθαρχική του δίωξη, στρεφομενος   εναντίον του (εναγομένου) με σωρεία  ψευδολογιών και συκοφαντικών δυσφημίσεων ως επαγγελματία  καταγγέλοντας ότι  αυτός (εναγόμενος) εκπροσωπεί τον ………… και την σύζυγό του  χωρίς να καταβάλει,  τα τέλη, τους φόρους, τις εισφορές που ορίζει ο νόμος» και  β) ότι «στις 22-10-2012 κοινοποίησε  προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά εξώδικη δήλωση-αναφορα  η  οποία στην συνέχεια έλαβε και στοιχεία εγκλήσεως με ΑΒΜ -……./2-12-2012 στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει για το πρόσωπό του (εναγομένου)  πως δεν προσκόμισε γραμμάτια προείσπραξης για την δικάσιμο ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 669/2012 απόφασή του, ενώ γνώριζε ότι εκπροσωπώντας συνάδελφο  δεν υποχρεούτο στην έκδοση γραμματίου προεισπραξης». Από τα αυτά ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι  με την από  7-9-2012 αναφορά προς τον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιώς, ο ενάγων  κατήγγειλε ότι   εναγόμενος εκπροσωπεί τον ………………. και την σύζυγό του  χωρίς να καταβάλει,  τα τέλη, τους φόρους, τις εισφορές που ορίζει ο νόμος. Επί της ως άνω αναφοράς  εξεδόθη η υπ’ αριθ.  41/2014 απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου Πειραιώς  με την οποία κρίθηκε ότι πράγματι ο εναγόμενος κατά τις κάτωθι αναφερόμενες δικασίμους  πραγματοποίησε  παραστάσεις ενώπιων Δικαστηρίων, χωρίς να εκδώσει τις απαιτούμενες σύμφωνα με τον Κώδικα Περί Δικηγόρων προεισπράξεις δικηγορικής αμοιβής και ειδικότερα : α)Δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά την δικάσιμο της 25/4/2012 για την εκπροσώπηση της ………….. ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξεδόθη η υπ’ αριθ. 276/2012 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, β) Δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά την δικάσιμο της 3/11/2012 για την εκπροσώπηση της ……………. ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξδόθη η υπ’ αριθ. 684/2011 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, γ) Δεν έξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά την δικάσιμο της 6/7/2012 για την εκπροσώπηση της . …….. και ………. ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξεδόθη η υπ’ αριθ. 541/2012 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, δ) Δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά την δικάσιμο της 14/12/2010 και 1/12/2010 για την εκπροσώπηση της …… ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξδόθη η υπ’ αριθ. 579/2010 απόφαση του άνω Δικαστηρίου,  ε) Δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά τις δικασίμους 12/7/2011,  11/7/2011, 30/6/2011,  16/6/2011, 2/6/2011, 18/5/2011, 3/5/2011, 18/4/2011, 15/4/2011, 11/4/2011 ενώπιον  του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξεδόθη η υπ’ αριθ. 1222/2011 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, στ) Δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά  τις δικασίμους  20/4/2011, 14/4/2011, 31/3/2011, 29/3/2011 για την εκπροσώπηση της …………. και της  ………. ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξεδόθη η υπ’ αριθ. 684/2011 απόφαση του άνω Δικαστηρίου ,ζ) Δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά κατά την δικασιμο  3/3/2011 για την εκπροσώπηση της …………  ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξεδόθη η υπ’ αριθ. 351/2011 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, η) Δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά κατά την δικασιμο της  27/5/2010 για την εκπροσώπηση της …………….  ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου εξεδόθη η υπ’ αριθ. 964/2010 απόφαση του άνω Δικαστηρίου. Με την ως άνω υπ’ αριθ. 41/2014 απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου επεβλήθη ομόφωνα στον εναγόμενο η πειθαρχική ποινή της σύστασης. Τα αυτα έκρινε και το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Δικηγόρων σε δεύτερο βαθμό,  το οποίο με την υπ’ αριθ. 10/2018 απόφασή του απέρριψε κατά πλειοψηφία κατ’ ουσίαν την ασκηθείσα υπό του εναγομένου  από 18.9.2014 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 41/2014 αποφάσεως και επικύρωσε την υπ’ αριθ. 41/2014 απόφαση, κρίνοντας ότι ο εναγόμενος κατά τις προαναφερθείσες δικασίμους δεν εξέδωσε τα σχετικά γραμμάτια προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής κατά παράβαση των άρθρων 96, 175 παρ. 1 και 2, Ν.Δ. 3026/1954 σε συνδ. με το άρθρο 165 Ν. 4194/2013. Αποδειχθη  δε  ότι στις ανωτέρω δίκες ο εναγόμενος εκπροσωπούσε όχι μονον τον συναδελφο του  …… αλλά και την σύζυγό του ………… Επομένως,  η καταγγελία του εναγομένου με την επιμαχη εγκληση, σε βάρος του ενάγοντος, ότι ο ενάγων  με την από 7-9-2012 αναφορά στο Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά ψευδως τον κατηγγειλε οτι τέλεσε τις προαναφερόμενες πειθαρχικές παραβάσεις  ενώπιον του Εισαγγελέως,  είναι ψευδης και ο εναγόμενος το εγνώριζε.     Ο εναγόμενος,  εγνώριζε ότι ο εναγων  δεν προέβη σε ψευδή αναφορά σε βάρος του, διότι  απεδείχθη   κατά τα ως άνω  ότι ο εναγόμενος επανειλλημένως δεν είχε εκδώσει  τα σχετικά γραμμάτια  προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής.  Σημειούται ότι με την   υπ’ αριθ. 832/2021 απόφαση  του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς είχε κριθεί ότι πράγματι ο εναγόμενος δεν εξέδωσε τα προαναφερόμενα γραμμάτια και ότι ως εκ τούτου η από 17-2-2014 καταγγελία του σε βάρος του ενάγοντος ότι ο ενάγων  με την από 7-9-2012 αναφορά του προς τον ΔΣΠ και με την από 17-12-2012  εξώδικη δήλωση – αναφορά  προς τον Εισαγγελέα ψευδώς  τον κατήγγειλε ότι τέλεσε πειθαρχική παράβαση, ήταν ψευδής και αυτος το εγνωριζε και προέβη σε αυτήν προκειμένου να προκαλέσει την  ποινική διωξη του εναγοντος και κηρύχθηκε ένοχος για ψευδή καταμήνυση. Επομένως ως προς τα ανωτέρω περιστατικά που αναφερονται στην επίμαχη έγκληση αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος με την επίμαχη έγκληση ψευδώς καταμήνυσε τον ενάγοντα ότι ο τελευταίος προέβη σε ψευδή αναφορά στον Δικηγορικό Σύλλογο  και το εγνωριζε.  Εγνώριζε δηλαδή  ότι όσα ανωτέρω ανέφερε με την επίμαχη έγκληση και για τα οποία καταμήνυσε  τον ενάγοντα  ήταν ψευδή και το αληθές ήταν ότι ο ενάγων δεν τον κατήγγειλε  ψευδώς ότι τέλεσε πειθαρχική παράβαση, καθόσον πράγματι είχε επανειλημμένα εκπροσωπήσει την …….. καθώς επίσης και την υπάλληλό της, ………., ενωπιον των Δικαστηρίων χωρις να εκδώσει τα προβλεπόμενα γραμμάτια προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής. Ακολούθως  όσον αφορά τον  ισχυρισμό του ενάγοντος υπό στοιχείο ιβ, ότι με την  επίμαχη έγκληση του ο εναγομένος ψευδώς τον καταμήνυσε  ότι ψευδώς  τον κατήγγειλε ο ενάγων με την από 22-10-2012 αναφορά του  ότι «δεν προσκόμισε γραμμάτια προείσπραξης  ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς, μετά την ακροαματική διαδικασία του οποίου  εξεδόθη η υπ’ αριθ. 669/2012 απόφαση ενώ  γνώριζε (ο ενάγων) ότι εκπροσωπώντας συνάδελφο  δεν υποχρεούτο στην έκδοση γραμματίου προεισπραξης», από τα αυτά ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος δεν εκπροσώπησε σε εκείνη την δίκη  μόνον  τον ……….., αλλά και την συζυγό αυτού (………….)  και πράγματι  δεν εξέδωσε γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβης όπως αποδεικνύεται και από το υπ’ αριθ. ………/17-9-2013 έγγραφό της Γραμματείας του Εφετείου Πειραιώς, από δε την υπ’ αριθ. δε 57/2014 απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς  αποδεικνύεται ότι το σχετικό  γραμμάτιο εκδόθηκε εκ των υστέρων και δεν τιμωρήθηκε πειθαρχικώς. Επομένως ο εναγόμενος ψευδώς καταμήνυσε τον ενάγοντα ότι ο τελευταίος ψευδώς τον κατήγγειλε για το άνω περιστατικό. Εξάλλου όσον αφορά τον διαλαμβανόμενο ισχυρισμό στην επίμαχη έγκληση του εναγομένου ότι «Όλα αυτά τα ψευδή (της αναφοράς του ενάγοντος) περιήλθαν σε γνώση μου στις 16-12-2013 από τον Πρόεδρο του ΔΣΠ και με πληροφόρησε σχετικά», δεν αποδεικνύεται η αλήθειά του, διότι,  από την υπ’ αριθ. 75/27-9-2013 απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς  στην οποια μνημονεύεται ότι ο εναγόμενος υπεβαλε  το υπ’ αριθ. πρωτ. ……/26-9-2012 υπόμνημά του στις 26-9-2012, αποδεικνυεται  ότι ο εναγόμενος είχε λάβει  γνώση της από 7-9-2012 αναφοράς  του εναγοντος ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2012 και μάλιστα όπως αποδεικνύεται από την  υπ’ αριθ. 332/26-11-2015 απαντηση του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς προς το Πταισματοδικειο Πειραιώς είχε λάβει γνώση απο 10-9-2012. Σημειούται ότι με την υπ’ αριθ. 832/2021 απόφαση του Τριμελούς Εφετειου Πλημμεληματων ο εναγόμενος καταδικάσθηκε για ψευδή καταθεση όσον αφορά το τελευταίο αυτό περιστατικό  στα πλαίσια της ενόρκου βεβαιώσεως του περιεχομενου της επίμαχης από 17-2-2014 εγκλήσεως, κρινοντας ότι τα όσα ο εναγομενος κατέθεσε με την επίμαχη έγκληση αναφορικά με το άνω περιστατικο ήταν ψευδή, ενώ το αληθές ήταν ότι δεν έλαβε γνώση των περιστατικών που διαλαμβάνονται στην  ως άνω από 7-9-2012 αναφορά στις 16-12-2013, ημεροχρονολογία που επιλέχθηκε από αυτόν  εν γνώσει της αναληθείας της προκειμένου να θεωρηθει εμπρόθεσμη η επίμαχη από 17-2-2014  έγκλησή του, αλλά ότι είχε λάβει γνώση   της από 7-9-2012 αναφορας του εναγοντος   ήδη από τον Σεπτέμβριο 2012 (από 26-9-2012 κατά την ως άνω απόφαση). Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι  δεν προσεβλήθη η προσωπικότητα του ενάγοντος, έσφαλε, και πρέπει να εξαφανισθεί κατά τούτο.

Ακολούθως ο ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του υπό τα στοιχεία  ι– ια, ότι ο εναγόμενος  με την επίμαχη έγκληση του, ψευδώς καταμήνυσε τον ενάγοντα ότι ψευδως ο ενάγων με την από 17-12-2012 εξωδικη δηλωση-αναφορά του κατήγγειλε τον εναγόμενο ενώπιον του Εισαγγελέα ότι «με την κοινοποίηση προς εμένα, την 29-10-2012 της ως άνω από 22-10-2012 εγγράφου επιστολής της   …….. προς τον συμβολαιογραφικό Σύλλογο Αθηνών – Πειραιώς, έλαβα γνωση για πρώτη φορά  την 29-10-2012 και των περιεχομενων σε αυτήν εγγράφων εξηγήσεων του …………….. που συνέταξε  ο πληρεξούσιος δικηγόρος του …………… στις οποίες κατά παράβαση της υποχρέωσής τους να τηρούν  ευπρέπεια και σεβασμο στην δικαιοσύνη και τα πρόσωπα των δικαστών, εκφράζονται με  απάδουσα ιταμότητα και χλεύη εναντίον  εκείνων (δικαστών, δικαιοσύνης) αλλα και με ξενίζουσα υβριστική διάθεση προς εμένα»,  ητοι ότι ψευδώς (ο ενάγων) τον κατήγγειλε ότι αυτός (εναγόμενος) συνεταξε και υπεγραψε τις από 27-1-2012 εγγράφες εξηγήσεις του …………. και της συζυγου του,   στις οποίες διαλαμβάνονται  διατυπώσεις, που υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο ευπρεπείας και μετριότητος  στην δικαιοσύνη και τα πρόσωπα των δικαστών, και είναι υβριστικές προς το πρόσωπο του ενάγοντος,  ενώ αυτός (ο εναγόμενος), όπως ισχυρίζεται στην επίμαχη έγκλησή του δεν συνέταξε ούτε  υπέγραψε τις εν λόγω έγγραφες εξηγήσεις αλλά ο ………. Αναφέρει ειδικότερα στην επίμαχη έγκλησή του ο εναγόμενος  «αφού κατ’ αρχήν εγώ συντάσσω μόνο ό,τι υπογράφω ως δικηγόρος,  κατι το οποίο  δεν συμβαίνει στην συγκεκριμενη περιπτωση που αυτός αναφέρει για μένα, αφού ο   …….., δικηγόρος και αυτός, συντάσσει και υπογράφει ο ίδιος ότι τον αφορά και δεν του τα συντάσσει άλλος». Από τα αυτά ως άνω αποδεικτικά μεσα αποδεικνύεται ότι τις από 27-1-2012 έγγραφες εξηγήσεις του ………….. συνέταξε και υπέγραψε ο ίδιος ο εναγόμενος ως δικηγόρος του ……….., όπως αποδεικνύεται από το ίδιο το κείμενο των εγγράφων εξηγήσεων, όπου  στην επικεφαλίδα της πρώτης σελίδας των εγγραφων εξηγήσεων  έχει τεθεί ο λογότυπος  του δικηγορικού του γραφείου, ενώ στο τέλος του κειμένου των εγγράφων εξηγήσεων  έχει τεθεί η υπογραφή του και η επαγγελματική του σφραγίδα. Επομένως δεν ήταν ψευδής η καταγγελία του ενάγοντος ότι ο εναγόμενος συνέταξε και υπέγραψε τις έγγραφες εξηγήσεις. Επομένως ψευδώς καταμήνυσε ο εναγόμενος τον ενάγοντα ότι ψευδώς ο ενάγων τον κατήγγειλε με την ως άνω  εξώδικη δήλωσή- αναφορά του ότι ο εναγόμενος συνέταξε τις από 27-1-2012 έγγραφες εξηγήσεις, αφού αποδεικνύεται ότι πράγματι ο εναγόμενος τις συνέταξε και υπέγραψε. Εξάλλου όσον αφορά τον διαλαμβανόμενο στην επίμαχη έγκληση ισχυρισμό ότι ο εναγόμενος έλαβε γνώση της από 17-12-2012 εξωδικης δηλωσης -αναφορας στις 16-12-2013 δεν αποδεικνύεται αληθής, διότι από τα αυτά ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι  ο εναγόμενος είχε λάβει γνώση της ως άνω εξωδικης δηλωσης από τις 12-11-2013, οπότε και εξετάσθηκε χωρίς όρκο στα πλαίσια της σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας και  έλαβε αντίγραφα της δικογραφίας που σχηματίσθηκε σε βάρος του μεταξύ των οποιων και  της ως ανω εξωδίκου δηλώσεως-αναφορας. Με την υπ’ αριθ. 832/2021 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς  ο εναγόμενος καταδικάσθηκε για ψευδή καταθεση όσον αφορά το τελευταίο αυτό περιστατικό στα πλαίσια της ενόρκου βεβαιώσεως του περιεχομενου της επίμαχης από 17-2-2014 εγκλήσεως, κρίνοντας ότι τα όσα κατέθεσε ο εναγομενος  με την επίμαχη έγκληση αναφορικά με το άνω περιστατικο ήταν ψευδή και ότι ο εναγομενος   δεν έλαβε γνώση  των περιστατικών που διαλαμβάνονται στην ως άνω από 17-12-2012 εξωδικη δηλωση-αναφορά στις 16-12-2013, ημεροχρονολογία που επιλέχθηκε από αυτόν  εν γνώσει της αναληθείας της προκειμένου να θεωρηθει εμπρόθεσμη η επίμαχη από 17-2-2014  έγκλησή του, αλλά ότι είχε λάβει γνώση της προαναφερόμενης εξώδικης δήλωσης-αναφορας  σε προγενέστερο χρόνο.

Τέλος όσα περαιτέρω εκθέτει ο εναγόμενος  στην επίμαχη έγκλησή του,  υπό στοιχεία  α, και β, γ και ιγ της αγωγής, πέραν του ότι καποια από αυτά  δεν αποτελούν γεγονότα αλλά αξιολογικές κρίσεις του εναγομένου εντασσόμενες στο γενικότερο κλίμα της σφοδρής αντιδικίας μεταξύ των διαδίκων, όπως οι αναφορές περί του επικινδύνου της προσωπικότητας του εναγοντος  και της επικαλούμενης ροπής για διάπραξη  νέων εγκλημάτων (υπό στοιχεία ιγ της αγωγής)  η αναφορά ότι «μπήκε στο μάτι του κυκλώνα» του ενάγοντος (υπό στοιχεία β της αγωγής), λαμβανομένων  υπόψη των  πολυάριθμων εγκλήσεων και μηνύσεων του εναγοντος ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, των επαναλαμβανόμενων επί σειρά πλεον των είκοσι ετών αντιδικιών του ενάγοντος με τους ………….., …………… και τον εναγόμενο,  δεν αποδείχθηκε ότι  ο εναγόμενος γνώριζε ότι οι εν λόγω αναφορές ήταν ψευδείς, αλλά αντίθετα πίστευε ότι ανταποκρίνονταν στην αλήθεια.

Περαιτέρω ο εναγόμενος επαναφέρει με  λόγο έφεσης ότι  η αξίωση του ενάγοντος έχει υποκύψει στην πενταετή παραγραφή  ισχυριζόμενος ότι από την κατάθεση της εγκλήσεως του εναγομενου στις 17-2-2014 έως και την επίδοση της αγωγής σε αυτόν στις 23-7-2019 παρήλθε χρονικό διάστημα  άνω των πέντε ετών. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος διότι αποδεικνύεται ότι ο ενάγων κατέθεσε αίτηση ενώπιον της Πταισματοδίκη Χανίων, προκειμένου να λάβει γνώση και να του χορηγηθεί αντίγραφο από την ποινική δικογραφία που σχηματίσθηκε  στα πλαίσια της επίμαχης εγκλήσεως καθώς και προθεσμία για την κατάθεση υπομνήματος, στις 24-7-2014. Αυτός  θεωρείται και ο χρόνος που ο ενάγων έλαβε γνώση της πράξης του εναγομένου και της ζημίας του. Επομενως από 24-7- 2014 μέχρι και την άσκηση της αγωγής, η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο  στις 23-7-2019 δεν παρήλθε  χρονικό διάστημα  ανω των πέντε ετών κι ως εκ τούτου η αξίωσή του δεν έχει υποπέσει στην παραγραφή του 937 ΑΚ. Επίσης ο εναγόμενος επαναφέρει με λόγο έφεσης την ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως  δικαιώματος ισχυριζόμενος ότι η αγωγή ασκήθηκε μετά την παροδο πέντε ετών από την φερόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά του, και ο ενάγων δεν εμποδίσθηκε προς τούτο, χωρίς παράλληλα να συντρέχει αναστολή της παραγραφής κατά το άρθρο 255 ΑΚ. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, διότι τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά κι αληθη υποτιθέμενα δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος κατά την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω συνεπεία των ανωτέρω διαλαμβανόμενων στην επίμαχη έγκληση αναφορών οι οποίες συνιστουν ψευδή καταμήνυση του ενάγοντος και ψευδορκία σε βάρος του ο  ενάγων δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης, η οποία ανέρχεται, λαμβανομένων υπόψη του είδους της προσβολής, της έκτασης της βλάβης,  των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας, της βαρύτητας του πταίσματος του εναγομένου, του είδους και της φύσης της προσβολής του ενάγοντος και   της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των διαδίκων μερών, στο ποσό των 9.000 ευρώ, που κρίνεται εύλογο και σύμφωνα και με την αρχή της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 9/2015, ΑΠ 491/2015, ΑΠ 531/2014 ΝΟΜΟΣ), η οποία εφαρμόζεται και κατά τον καθορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης, την οποία δικαιούται ο παθών από αδικοπραξία, δεδομένου ότι το άνω ποσό βρίσκεται εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.  Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε  εν μέρει    την αγωγή και επιδίκασε στον ενάγοντα   το  ποσό των  3.000 ευρώ, έσφαλε  και πρέπει,  αφού γίνουν δεκτοί οι συναφείς λόγοι εφέσεως  του ενάγοντος ως και η από 2-12- 2020  έφεση στο σύνολό της, απορριπτομένης της από 28-4-2021 εφέσεως του εναγομένου στο συνολό της, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, να διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο για  να δικασθεί,  κατά τη διάταξη του άρθρου 535 ΚΠολΔ, και κατ’ ουσίαν,  και να  γίνει δεκτή, κατά ένα μέρος, η υπό κρίση αγωγή και ως κατ` ουσίαν βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι υποχρεούται ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα, το συνολικό ποσό των 9.000,00 ευρώ  με τον νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής  και μέχρις εξοφλήσεως, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Τέλος, ο εναγόμενος, ενόψει της εν μέρει ήττας του, πρέπει να καταδικαστεί σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2, 591 παρ. 1ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό,  μετά δε την αποδοχή της εφέσεως  του ενάγοντος πρέπει να διαταχθεί η απόδοση  του κατατεθέντος παραβόλου στον  εκκαλούντα -ενάγοντα  (495  παρ. 3 εδ. 3 ΚΠολΔ), ενώ μετά την απόρριψη της εφέσεως του εναγομένου πρέπει να διαταχθεί η  εισαγωγή του κατατεθέντος από αυτόν παραβόλου στο δημόσιο ταμείο και να καταδικασθεί αυτός στην εξ αυτής δικαστική δαπάνη του ενάγοντος του παρόντος βαθμού κατά το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει  αντιμωλία των διαδίκων τις υπό κρίση εφέσεις.

Δεχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 28-4-2021 έφεση του εναγομένου.

Επιβάλλει σε βάρος του εναγομένου -εκκαλούντος την εξ αυτής δικαστική δαπάνη του ενάγοντος για τον παρόντα βαθμό την οποία ορίζει στο ποσό των  τετρακοσίων (400) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του καταβληθέντος από τον εναγόμενο  παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Δεχεται  τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 2-12-2020 έφεση του ενάγοντος.

Εξαφανίζει  την υπ’ αριθ. 3222/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί την υπόθεση και Δικάζει   την από 22.07.2019 και με αριθμό κατάθεσης  ……………./2019 αγωγή.

Δέχεται  εν μέρει την αγωγή αυτή.

Αναγνωρίζει ότι ο εναγόμενος υποχρεούται  να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των  εννέα  χιλιάδων  (9.000,00) ευρώ νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως.

Διατάσσει την επιστροφή στον ενάγοντα -εκκαλούντα του καταβληθέντος παραβόλου.

-Καταδικάζει τον  εναγόμενο στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά  στις   5.6.2025.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε     την     10η/7/2025    σε έκτακτη  δημόσια συνεδρίαση,  απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσιων δικηγόρων τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ