ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός Αποφάσεως 492/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή Εφέτη και Ελένη Μοτσοβολέα Εφέτη- Εισηγήτρια και από την Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, την …………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των εκκαλούντων : 1) ……….. και 2) …………. αμφότεροι ως ασκούντες την γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας τους …………., 3) …….., 4) …………. και 5) …………., αμφότεροι ατομικά και ως ασκούντες την γονική μέριμνα των ανήλικων τέκνων τους ….. και ………….., 6) ………… οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο Αικατερίνη Δ. Σταμένη, βάσει δηλώσεως.
Της εφεσιβλητης: …………., η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ιωάννη Φωκά, βάσει δηλώσεως.
Οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 10-2-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./11-2-2022 αγωγή κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, και ζήτησαν να γίνει δεκτή. Επί της ανωτέρω αγωγής, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 2403/2023 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι εκκαλούντες με την από 10-8-2023 και με αριθμ. εκθ. καταθ. ……../2023 έφεσή τους, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης …………/2023 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά κατέθεσαν μονομερή δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσαν προτάσεις.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση των εναγοντων και ήδη εκκαλούντων κατά της υπ’ αριθ. 2403/2023 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 ΚΠολΔ), αφού δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης ενώ εξάλλου δεν έχει παρέλθει η καταχρηστική προθεσμία των δύο ετών από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό της έχει καταβληθει και το νόμιμο παράβολο σύμφωνα με την παράγραφο 3 εδ. 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ. Επομένως, είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθει περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των κατ’ ιδίαν λόγων της κατά την αυτή ως άνω διαδικασία (533 παρ. 1 ΚΠολΔ). Με το ν. 2472/1997 “Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” (Α` 50) ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο η Οδηγία 95/46/ΕΚ, με την οποία επιχειρήθηκε η εναρμόνιση των κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν στην ΕΕ τα της προστασίας των φυσικών προσώπων από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ακολούθως, θεσπίσθηκε ο Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 “για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ” (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων – ΓΚΠΔ/GDPR), που έχει βάσει των αρχών του ενωσιακού δικαίου άμεση εφαρμογή, και τέθηκε σε ισχύ στις 25-5-2018. Στη συνέχεια εκδόθηκε ο ν. 4624/2019, ο οποίος ισχύει από 29-8-2019 (ΦΕΚ 137/29-8-2019) και εφαρμόζεται εν προκειμένω, σκοπός του οποίου είναι, σύμφωνα με το άρθρο 1 αυτού, α) η αντικατάσταση του νομοθετικού πλαισίου που ρυθμίζει τη συγκρότηση και λειτουργία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, β) η λήψη μέτρων εφαρμογής του ως άνω Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016, και γ) η ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης – πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου. Με το άρθρο 84 του ως άνω νόμου 4624/2019, καταργήθηκε ο ν. 2472/1997, πλην των ρητά αναφερομένων στο άρθρο αυτό διατάξεών του, μεταξύ των οποίων και το άρθρο 2 του ν. 2472/1997, στο οποίο δίνεται η έννοια των κρίσιμων ορισμών που έχουν σχέση με τις ειδικές ρυθμίσεις για τη συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ειδικότερα, με το ως άνω άρθρο ορίζονται τα ακόλουθα: “Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως: α) “Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα”, κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων………, γ) “Υποκείμενο των δεδομένων”, το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, δηλαδή μπορεί να προσδιορισθεί αμέσως ή εμμέσως, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του από άποψη φυσική, βιολογική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική, πολιτική ή κοινωνική, δ) “Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” (“επεξεργασία”), κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται από το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζεται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση, η δέσμευση (κλείδωμα), η διαγραφή, η καταστροφή, ε) “Αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (“αρχείο”) κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είναι προσιτά με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια”….. ια) “Συγκατάθεση” του υποκειμένου των δεδομένων, κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει και με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο “επεξεργασίας” τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει πληροφόρηση τουλάχιστον για το σκοπό της επεξεργασίας, τα δεδομένα ή τις κατηγορίες δεδομένων που αφορά η επεξεργασία, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το όνομα, την επωνυμία και τη διεύθυνση του υπευθύνου επεξεργασίας και του τυχόν εκπροσώπου του. Η συγκατάθεση μπορεί να ανακληθεί, οποτεδήποτε, χωρίς αναδρομικό αποτέλεσμα (αρθρ. 2 ν 2472/1997). “Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης από: α) δημόσιους φορείς ή β) ιδιωτικούς φορείς, εκτός και εάν η επεξεργασία πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας (αρθρ. 2 του ν 4624/2019). Στο άρθρο 25 του ν. 4624/2019 ορίζεται, όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ιδιώτες: “1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεχθεί, επιτρέπεται, εφόσον είναι απαραίτητη: α) για την αποτροπή απειλών κατά της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας ασφάλειας κατόπιν αιτήματος δημόσιου φορέα, ή β) για τη δίωξη ποινικών αδικημάτων, ή γ) για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων, εκτός και εάν υπερτερεί το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων να μην τύχουν επεξεργασίας τα δεδομένα αυτά”. Στο άρθρο 38 του ως άνω νόμου προβλέπονται οι ποινικές κυρώσεις για όποιον χωρίς δικαίωμα, 1) επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και με την πράξη τους αυτή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών, τα αντιγράφει, αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, συλλέγει, καταχωρεί, οργανώνει, διαρθρώνει, αποθηκεύει, προσαρμόζει, μεταβάλλει, ανακτά, αναζητεί πληροφορίες, συσχετίζει, συνδυάζει, περιορίζει, διαγράφει, καταστρέφει και 2) χρησιμοποιεί, μεταδίδει, διαδίδει, κοινολογεί με διαβίβαση, διαθέτει, ανακοινώνει ή καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα πρόσωπα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία απέκτησε σύμφωνα με την περίπτωση α` της παραγράφου 1 ή επιτρέπει σε μη δικαιούμενα πρόσωπα να λάβουν γνώση των δεδομένων αυτών. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 9Α του Συντάγματος, που προστέθηκε κατά την αναθεώρηση του 2001, προς εναρμόνιση προς το Ευρωπαϊκό δίκαιο, “Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει”. Με το άρθρο αυτό κατοχυρώνεται το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων, ήτοι το δικαίωμα του λεγόμενου “πληροφοριακού αυτοκαθορισμού” ή “αυτοδιάθεσης των πληροφοριών”. Ως τέτοια δε δεδομένα θεωρούνται όχι μόνον εκείνα που αναφέρονται στην ιδιωτική ζωή, αλλά και εκείνα που προορίζονται για εξωτερίκευση στη δημόσια σφαίρα, ενώ, εξάλλου, η προστασία αναφέρεται όχι μόνο στην επεξεργασία των στοιχείων αυτών από κρατικά όργανα, αλλά και από ιδιώτες. Ειδικότερα δε, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι το ονοματεπώνυμο ενός προσώπου και τα οικονομικά του δεδομένα, ακόμη δε και οι πληροφορίες που αφορούν μέλη μιας εταιρείας και αφορούν τη συμμετοχή τους σ` αυτή (ΣτΕ 1616/2012). Το άτομο δικαιούται να ελέγχει και να καθορίζει τον τρόπο συλλογής και επεξεργασίας των πληροφοριών που το αφορούν, και τούτο, με την εγγύηση και συνδρομή μιας ανεξάρτητης αρχής επιφορτισμένης με αυτήν ακριβώς την αρμοδιότητα, της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού χαρακτήρα, η οποία περιλαμβάνεται στις πέντε ανεξάρτητες αρχές που κατοχυρώνει ρητά το Σύνταγμα (ΑΠ Oλ ΑΠ 1/2017, ΑΠ 714/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες με την από 10-2-2022 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../11-2-2022) αγωγή εξέθεταν ότι η εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη προέβη σε παράνομη αποτύπωση της εικόνας τους (φωτογραφίες), που προβαλλόταν κατά την διάρκεια διαδικτυακών συνομιλιών ήχου και εικόνας (μέσω της εφαρμογής Skype) και με τη χρήση συνδεδεμένης σε κάθε υπολογιστή κάμερας, ήτοι του …….. και της εναγομένης πρώην συζύγου του, κατά την ασκηση του δικαιώματος διαδικτυακής επικοινωνίας του ανωτέρω με το ανήλικο τέκνο τους, ………, η αποκλειστική επιμέλεια του οποίου έχει αντεθεί στην εναγομένη μητέρα του. Ότι η ως άνω αποτύπωση έγινε σε φωτογραφίες, εν αγνοία των εναγόντων και χωρίς την συγκατάθεσή τους, στις οποίες εμφανιζόταν ο …………., η ανήλικη θυγατέρα του πρώτου και δεύτερης εξ ατών, η τρίτη εξ αυτών οι τέταρτη και πέμπτος εξ αυτών και οι ανήλικες θυγατέρες τους, αλλά και η έκτη εξ αυτών και η ανήλικη θυγατέρα της. Ότι η εναγομένη προσκόμισε τις παραπάνω φωτογραφίες και το σχετικό οπτικοακουστικό υλικό, αρχικά με το από 10-11-2020 σημείωμά της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, για την αντίκρουση αίτησης και παρεμπίπτουσας αίτησης ασφαλιστικών μέτρων του …….., οι οποίες συζητήθηκαν στις 13-4-2021, με την αναφορά ότι πρόκειται για τρίτα άγνωστα άτομα, υποτιμώντας τις ιδιότητές τους ότι ανήκουν στο στενό συγγενικό και φιλικό περιβάλλον του ………., στην συνέχεια δε με τις από 10-11-2021 προτάσεις της ενώπιον του ως άνω Δικαστηριου για την αντίκρουση της αγωγής του ………… εναντίον της, με τις ειδικότερες στην αγωγή διακρίσεις. Οτι είναι πολύ πιθανό, λόγω της μακρας αντιδικίας τους, η εναγομένη να προσκομίσει εκ νέου τις ως άνω φωτογραφίες αλλά και νέες φωτογρφίες ή και οπτικοακουστικό υλικό και να προσβάλει εκ νέου την προσωπικότητά τους. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούσαν να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ανήλικη θυγατέρα του πρώτου και δεύτερης εξ αυτών το ποσό των 5.000 ευρώ, στην τρίτη εξ αυτών το ποσό των 4.000 ευρώ, στους τέταρτη και πέμπτο εξ αυτών ατομικά και σε έκαστο εξ αυτών το ποσό των 4.000 ευρώ και στις ανήλικες θυγατέρες τους, …. και . ……., σε έκαστη εξ αυτών το ποσό των 5.000 ευρώ και στην έκτη εξ αυτών το ποσό των 10.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη έκαστος από την παράνομη προσβολή της προσωπικότητάς του, νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως, να υποχρεωθεί η εναγομένη να παραλείπει ανάλογες και πασης φύσεως προσβολές της προσωπικότητάς τους στο μέλλον με απειλή σε βάρος της προσωπικής κράτησης ενός έτους και χρηματικής ποινής ύψους 5.000 ευρώ για κάθε παραβίαση της αυτής, ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί, καθώς και να καταδικασθεί στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων.Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθ. 2403/2023 απόφασή του διά της οποίας αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, πλην του αιτηματος να υποχρεωθει η εναγομένη να παραλείπει πάσης φύσεως προσβολές της προσωπικότητας των εναγόντων στο μέλλον, το οποίο έκρινε απαράδεκτο λόγω αοριστίας, περαιτέρω μετ’ εκτίμηση αποδείξεων απέρριψε αυτήν κατ’ ουσίαν. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες, με την υπό κρίση έφεσή τους για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και κακή εφαρμογή του νόμου και διώκουν την εξαφάνισή της εκκαλουμένης , ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή. Η ως άνω αγωγή με το προπαρατιθέμενο περιεχόμενο και αίτημα, είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, κατά τρόπο που και το Δικαστήριο να δύναται να εκτιμήσει τη νομική και εν συνεχεία ουσιαστική βασιμότητά της και η εναγομενη να αμυνθεί κατ’ αυτής, διότι περιέχει όλα τα στοιχεία, τα οποία απαιτούνται κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, προς θεμελίωση αυτής στις προεκτεθείσες διατάξεις καθώς και σε εκείνες των άρθρων 57, 59, 330, 346, 914, 932 του ΑΚ, πλην του αιτήματος να παραλειφθεί κάθε μελλοντική προσβολή της προσωπικότητας των εναγόντων στο μέλλον, το οποίο είναι αόριστο διότι, απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία του δικαιώματος στην προσωπικότητα σε περίπτωση προσβολής του, με τη μορφή της παράλειψης της προσβολής στο μέλλον, είναι η επίκληση από μέρους του θιγόμενου της ύπαρξης βάσιμης απειλής και πραγματικού κινδύνου είτε επικείμενης προσβολής είτε επανάληψης της προσβολής της προσωπικότητας του προσβληθέντος στο μέλλον, περιστατικά τα οποία ουδόλως επικαλούνται οι ενάγοντες στην προκειμένη περίπτωση, διότι, πέραν της προσκόμισης των ως άνω φωτογραφιών και του σχετικού οπτικοακουστικού υλικού στις ως άνω δίκες, δεν εκτίθεται ότι η εναγομένη έχει προβεί και σε άλλες πράξεις προσβολής της προσωπικότητάς τους. Επομένως όσα περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με τον τρίτο λόγο εφέσεως είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Από την εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των μετ’ επικλήσεως νομίμως προσκομιζομένων υπό των διαδίκων εγγράφων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη (άρθρα 432 επ. ΚΠολΔ) είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 3, 339, 395 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εναγομένη είναι πρώην σύζυγος του ……….., με τον οποίον τέλεσε νόμιμο γάμο και έχουν αποκτήσει ένα άρρεν τέκνο, που γεννήθηκε το έτος 2018 και που ονομάζεται …………… Η αποκλειστική επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου τους ανατέθηκε στην εναγομένη αρχικά με την υπ’ αριθ. 3003/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Κατά της ως άνω αποφάσεως άσκησαν εφέσεις αμφότεροι οι διάδικοι, επί των οποίων εξεδόθη η υπ’ αριθ. 520/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, η οποία έκρινε ότι ορθώς ανατέθηκε η επιμέλεια αυτού στην εναγομένη, ενώ ρύθμισε το δικαίωμα επικοινωνίας του .. …… με το ανήλικο τέκνο του διά ζώσης όσο και με διαδικτυακή εξ αποστάσεως επικοινωνία μαζί του. Ακολούθως, ο …… . άσκησε την από 1-9-2020 κύρια αίτηση και την από 11-12-2020 παρεμπίπτουσα αίτηση σε βάρος της εναγομένης περί προσωρινής ρύθμισης κατάστασης και συγκεκριμένα περί αποκλειστικής ανάθεσης της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου τους σε εκείνον, άλλως των τομέων της υγείας και της εκπαίδευσής του, άλλως διευρυμένης επικοινωνίας μαζί του, ισχυριζόμενος ότι μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 520/2020 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς προέκυψαν νέα πραγματικά περιστατικά που καθιστούσαν επιβεβλημένη την μεταρρύθμιση της. Επί των άνω αιτήσεων εξεδόθη η υπ’ αριθ. 1400/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) η οποία έκανε εν μερει δεκτές τις αιτήσεις του και υποχρέωσε την εναγομενη να τον ενημερώνει δύο φορές την εβδομάδα, τηλεφωνικά ή με γραπτά μηνύματα ή με μήνυμα ηλεκτκρονικού ταχυδρομείου για την κατάσταση της υγείας του ανηλίκου τέκνου τους, ενώ ρύθμισε το δικαίωμα της δια ζώσης προσωπικής και εξ αποστάσεως επικοινωνίας του με αυτό. Στην συνέχεια ο …………… άσκησε την από 3-8-2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2021) τακτική αγωγή σε βάρος της εναγομένης αιτούμενος την μεταρρύθμιση της υπ’ αριθ. 520/2020 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς και την από κοινού και εξ ίσου ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου τους σε εκείνον και την εναγομένη, άλλως την διευρυμένη επικοινωνία του με αυτό, ισχυριζόμενος μεταβολή των συνθηκων και των περιστάσεων υπό τις οποίες το Μονομελές Εφετείο Πειραιώς έκρινε και εξέδωσε την ως άνω απόφασή του. Στα πλαίσια της ως άνω αντιδικίας του …………… με την εναγομένη, κατά την συζήτηση της από 1-9-2020 (αρ. κατ. …………/2020) αίτησης και της από 11-12-2020 (αρ. κατ. ………/2021) παρεμπίπτουσας αίτησης του ………… σε βάρος της στις 13-4-2021, η τελευταία για την αντίκρουση των ως άνω αιτήσεων κατέθεσε το από 10-11-2020 (εκ παραδρομης ετέθη λανθασμένη ημερομηνία) σημείωμά της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, μαζί με το οποίο (σημείωμα) προσκομισε, με αύξοντα αριθμό σχετικού 21 εξήντα τρεις (63) φωτογραφίες από την διαδικτυακή επικοινωνία του ………… με το ανήλικο τέκνο του με την παρουσία τρίτων ατόμων, στις οποίες εμφανίζονταν εκτός του τελευταίου οι ενάγοντες και συγκεκριμένα η ανήλικη θυγατέρα του πρώτου και δεύτερης εξ αυτών, …………. σε δύο από αυτές (τις φωτογραφίες), η τρίτη εξ αυτών σε δύο από αυτές, οι τέταρτη και πέμπτος εξ αυτών σε δύο από αυτές και οι ανήλικες θυγατέρες τους, ….. και ………. (σε δύο από αυτές), η έκτη εξ αυτών σε δέκα επτά από αυτές και η ανήλικη θυγατέρα της, ………. σε εννέα από αυτές, οι οποίοι ηταν παροντες κατά την διάρκεια της διαδικτυακής επικοινωνίας και συμμετείχαν σε αυτήν. Για τις ως άνω προσκομισθείσες φωτογραφίες με αύξοντα αριθμό σχετικου 21,η εφεσίβλητη ανέγραφε στο σημείωμά της «Φωτογραφίες από την επικοινωνία του αιτούντος με την παρουσία τρίτων αγνώστων ατόμων». Πλέον των ως άνω φωτογραφιών η εναγομένη προσκόμισε με το άνω σημείωμά της και το σχετικό οπτικοακουστικό υλικό με αυξοντα αριθμό σχετικού 20, για το οποίο ανέγραφε στο σημείωμά της «Οπτικοακουστικό υλικό (βίντεο) από τις στιγμές επικοινωνίας του αιτούντα με το ανήλικο τέκνο μας, από τα οποία προκύπτουν οι απειλές του, οι ύβρεις του, οι προσβολές του και τα ψέμματά του πως δήθεν δεν έχει εικόνα και ήχο κατά την διάρκεια της επικοινωνίας του, όπως επίσης και ότι δεν είναι κανένας άλλος κατά την διάρκεια της επικοινωνίας, πέραν εμού και τέκνου μας. Επίσης σε ένα βίντεο εξ αυτών παραδέχεται εμμέσως ότι τα συνεχή δικαστήρια εναντίον μου, έχουν ως αποκλειστικό σκοπό να με γονατίσουν οικονομικά και να μην μπορώ πλέον να ανταπεξέλθω ώστε να μου αφαιρέσει την επιμέλεια του τέκνου μας». Στη συνέχεια η εναγομένη κατέθεσε τις από 10-11-2021 προτάσεις της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς για την αντίκρουση της από 3-8-2021 (αρ. κατ. ………./2021) αγωγής του …………… σε βάρος της, με τις οποίες (προτάσεις) η ανωτέρω προσκομισε με αύξοντα αριθμό σχετικού 15, εξήντα (64) φωτογραφίες από την διαδικτυακή επικοινωνία του …………. με το ανήλικο τέκνο του με την παρουσια τρίτων ατόμων, στις οποίες εμφανίζονταν εκτός του τελευταίου από τους ενάγοντες η έκτη εξ αυτών σε έντεκα από αυτές (τις φωτογραφίες) και η ανήλικη θυγατέρα της, …………. σε τρείς από αυτές, οι οποίες ήταν παρούσες κατά την διάρκεια της ως άνω διαδικτυακής επικοινωνίας και συμμετείχαν σε αυτήν. Για τις ως άνω προσκομισθείσες φωτογραφίες με αύξοντα αριθμό σχετικού 15 η εφεσίβλητη ανέγραφε στις προτάσεις της «..Επισης προσκομίζονται φωτογραφίες στις οποίες διακρίνονται μεταξύ άλλων και η συντροφος του αντιδίκου μου την οποία κατά τις ημέρες της δια ζώσης επικονωνίας την έχει μαζί του στο σπίτι που μένει στα Γιαννιτσά». Πλέον των ως άνω φωτογραφιών προσκόμισε με αριθμό σχετικού 21 το ίδιο ως άνω οπτικοακουστικο υλικό που είχε προσκομίσει με το ως άνω σημείωμά της στην δίκη των ασφαλιστικών μέτρων, για το οποίο ανέγραφε στις προτάσεις της ό,τι και στο σημείωμά της «Οπτικοακουστικό υλικό (βίντεο) από τις στιγμές επικοινωνίας του αιτούντα με το ανήλικο τέκνο μας, από τα οποία προκύπτουν οι απειλές του, οι ύβρεις του, οι προσβολές του και τα ψέμματά του πως δήθεν δεν έχει εικόνα και ήχο κατά την διάρκεια της επικοινωνίας του, όπως επίσης και ότι δεν είναι κανένας άλλος κατά την διάρκεια της επικοινωνίας, πέραν εμού και τέκνου μας….». Δυνάμει των ανωτέρω δικαστικών αποφάσεων ο …………….. είχε δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο του μέσω διαδικτυακής εφαρμογής (skype, viber). Όπως οι ίδιοι οι ενάγοντες συνομολογούν με την ένδικη αγωγή, ο …………. κατά την ασκηση του δικαιώματος διαδικτυακής επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του χρησιμοποιούσε την εφαρμογή Skype και ο ίδιος κατέγραφε μέσω της ως άνω εφαρμογής (record) την εκάστοτε βιντεοκλήση με το τέκνο του, ωστόσο κατά τη χρήση της εφαρμογής αυτής, όταν κάποιος επιλέγει να γίνει καταγραφή της βιντεοκλήσης, το αντίστοιχο αρχείο, δηλαδη το αντίγραφο της βιντεοκλήσης που κατεγράφη, αποθηκεύεται στα αρχεία εκείνου που το επέλεξε, αλλά αυτόματα καταγράφεται και από την εφαρμογή “SKYPE”και αποστέλλεται από αυτή στον παραλήπτη της βιντεοκλήσης σύνδεσμος διαθεσιμότητας της καταγραφής προς ανάκτηση και εν προκειμένω στην εναγομένη με την οποία διέμενε το ανήλικο τέκνο τους. Όπως οι εκκαλούντες συνομολογούν με τις προτάσεις τους η εφαρμογή «SKYPE» κοινοποιεί αυτόματα το αντίγραφο της βιντεοκλήσης μετά την λήξης της σε όλα τα συμμετέχοντα μέρη. Σημειούται ότι η εναγομένη δεν προέβη σε παράνομη αποθηκευση των αντιγράφων των βιντεοκλήσεων, όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες, αλλα απεδείχθη ότι αυτή τα απέκτησε διότι της απεστάλη από την άνω εφαρμογή σύνδεσμος διαθεσιμότητας της καταγραφής προς ανακτηση ο οποίος ίσχυε για 30 ημέρες. Από αυτά τα αντίγραφα των βιντεοκλήσεων, τα οποία, ως προεκτέθη αυτομάτως αποθηκεύθηκαν από την εφαρμογή “SKYPE”, η τελευταία προέβη σε επεξεργασία του βίντεο με την λήψη φωτογραφιών (σε μορφη φωτογραφικών στιγμιότυπων) και αποθήκευση των φωτογραφιών σε αρχείο, τις οποίες προσκόμισε, ως ανωτέρω εκτέθηκε, στην δικη των ασφαλιστικών μέτρων (13-4-2021) και στην δίκη της τακτικής αγωγής (10-11-2021), ενώ επιπλέον προσκόμισε και το αντίστοιχο οπτικοακουστικό υλικό. Οι ενάγοντες, όμως, οι οποίοι εκουσίως ήταν παρόντες (και με την θέλησή αυτών αντιστοίχως οι άνω τελούντες υπό την γονική τους μέριμνα ανήλικοι) κατά την διάρκεια της ως άνω διαδικτυακής επικοινωνίας του ……….. με το ανήλικο τέκνο του και συμμετείχαν σε αυτήν, γνώριζαν ότι ο ανωτέρω κατέγραφε μέσω της ως άνω εφαρμογής (skype) την εκάστοτε βιντεοκλήση με το τέκνο του και συναινούσαν στην καταγραφή τους αυτή, δεδομένου ότι στο πάνω μέρος της οθόνης του Η/Υ που χρησιμοποιούσαν υπήρχε σαφής ένδειξη ότι ο χρήστης ………. κατέγραφε την εκάστοτε βιντεοκλήση, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομισθείσες μετ’ επικλήσεως φωτογραφίες, που αποτελούν εκτυπώσεις στιγμιότυπου οθόνης (printscreen). Συνεπώς οι ενάγοντες συνήνεσαν εκ του πράγματος. Εκουσίως κι άνευ υποχρεώσεως παρευρίσκοντο στην διάρκεια της ως άνω διαδικτυακής επικοινωνίας του …….. με το ανήλικο τέκνο του. Με την παρουσία τους δε εκεί δεν είναι σύννομον κατ’ αποτέλεσμα με την επίκληση των προσωπικών τους δεδομένων να στερήσουν από την εφεσίβλητη το δικαίωμα να το χρησιμοποιήσει ως αποδεικτικό μέσο. Εξάλλου, ο ………. στην αυτή ως άνω δίκη των ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικειου Πειραιώς,που έλαβε χώρα στις 13.4.2021, προσκόμισε και ο ίδιος με το από 16-4-2021 σημείωμά του, με αύξοντα αριθμό σχετικού 11, εξωτερική κάρτα μνήμης με οπτικοακουστικο υλικό, στο οποίο αποτυπώνονταν όλες οι επικοινωνίες του με βιντεοκλήση που είχε με το ανήλικο τέκνο του μετά την έκδοση της από 6-10-2020 προσωρινής διαταγής μέχρι και την 16-4-2021, γεγονός για το οποίο είχε την ρητή συναίνεση των εναγόντων, όπως οι ίδιοι συνομολογούν με τις προτάσεις τους. Αφου εδόθη η συναινεση για τον πατερα, αναγκαίως εδόθη και για την μητέρα, διότι η συναίνεση για αυτό το αποδεικτικό μέσο δεν δυναται να ισχυσει μονον υπερ του πατρος, ακομη περισσότερο αφού με τον τρόπο αυτό αρνήθηκαν στην μητέρα το να χρησμοποποιήσει τα στοιχεία αυτά ως αποδεικτικά μεσα υπερ της, ενώ το επέτρεψαν στον πατέρα, με αποτέλεσμα με την παρουσία τους αυτην να επιχειρουν κατ’ αποτέλεσμα να εμποδίσουν την μητέρα να ασκησει δικαιώματα για τα οποία αυτοι συνήνεσαν στο να αποκτήσει και να ασκήσει ο πατερας. Κατά την αληθή έννοια των προαναφερομένων διατάξεων η παραχώρηση συναίνεσης για την χρήση των προσωπικών δεδομένων από έναν εκ των εμπλεκομένων σε μία έννομη σχέση δίκης, ισχύει ως συναίνεση για όλους τους μετέχοντες στην δίκη αυτή, ακόμη περισσότερο αφού τα αποδεικτικά μέσα που προσκομιζει ο ένας διάδικος καθίστανται κοινά (άρθρο 346 ΚΠολΔ) και δεν νοείται απαγόρευση χρήσεως από τον αντίδικο του προσκομίζοντος και επικαλούμενου τα αποδεικτικά αυτά μέσα. Ο ισχυρισμός των εκκαλούντων ότι η εφεσίβλητη θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ηπιότερα μέσα όπως είναι οι ένορκες βεβαιώσεις, κρίνεται απορριπτέος, διότι η προσκόμιση των φωτογραφιών ως μηχανικών αποεικονίσεων είναι εφ’ όσον αποδειχθεί η γνησιότητα (άρθρ. 441 παρ.1 ΚΠολΔ, ΑΠ 1304/2013) ισχυρό αποδεικτικό μέσο, ενώ οι ένορκες βεβαιώσεις μπορούν να αμφισβητηθούν με αντίμαχα αποδεικτικά μέσα. Ωσαύτως απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός των εκκαλούντων ότι η εφεσίβλητη δεν ανέφερε τον νόμιμο λόγο που προσκομισε τις ως άνω φωτογραφίες, καθόσον σαφώς συνάγεται τόσο από το σημείωμά της όσο και από τις από 10-11-2021 προτάσεις της στα προαναφερθέντα χωρία των σχετικων 21 και 20 του σημειώματος και των αντίστοιχων σχετικών 15 και 21 των από 10-11-2021 προτάσεων, ότι η εναγομένη προσκόμισε τις φωτογραφίες και το οπτικοακουστικο υλικό για να αποδείξει ότι κατά την διάρκεια της επικοινωνίας παρίσταντο και άλλοι τρίτοι και ειδικώς για το οπτικοακουστικο υλικό όπως αναγράφει στο σημείωμα και τις άνω προτάσεις «Οπτικοακουστικό υλικό (βίντεο) από τις στιγμές επικοινωνίας του αιτούντα με το ανήλικο τέκνο μας, από τα οποία προκύπτουν οι απειλές του, οι ύβρεις του, οι προσβολές του και τα ψέμματά του πως δήθεν δεν έχει εικόνα και ήχο κατά την διάρκεια της επικοινωνίας του, όπως επίσης και ότι δεν είναι κανένας άλλος κατά την διάρκεια της επικοινωνίας, πέραν εμού και τέκνου μας», για να αποδείξει ότι ο …………. ψευδόταν ισχυριζόμενος ότι δεν υπήρχε ήχος και εικόνα κατά την διάρκεια της επικοινωνίας και ότι δεν υπήρχαν άλλοι τρίτοι. Συνεπώς, η προσκόμιση από την εναγομένη του ίδιου οπτικοακουστικού υλικού που προσκομισε και ο ……… και η εκτύπωση φωτογραφιών από αυτό τόσο στη δίκη της 13-4-2021 των ασφαλιστικών μέτρων, όσο και στην μεταγενέστερη δίκη της 10-11-2021 της τακτικής αγωγής, ενόψει της ρητής συναίνεσης των εναγόντων αρχικά μεν στην καταγραφή της εικόνας τους και στη συνέχεια στην χρήση του ως άνω αποδεικτικού μέσου από τον ……… στην δίκη της 13-4-2021 των ασφαλιστικών μέτρων, ήταν απολύτως αναγκαία για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της εφεσίβλητης, και, ενόψει, επιπροσθέτως, του γεγονότος ότι τα αποδεικτικά μέσα που έχει προσκομίσει ένας διάδικος λαμβάνονται υποψη από το Δικαστήριο και για την απόδειξη των ισχυρισμών του άλλου διαδίκου (άρθρο 346 ΚΠολΔ), η προσκόμιση αυτή από την εναγομένη του ίδιου οπτικοακουστικού υλικού και η εκτύπωση φωτογραφιών από αυτό δεν επέφερε προσβολή της προσωπικότητας των εναγόντων. Επομενως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ομοίως δεν έσφαλε, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με τους συναφείς πρώτο και τέταρτο λόγους εφέσεως είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Περαιτέρω η αναφορά στο σημείωμα της εναγομενης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο κατατέθηκε στη δίκη της 13-4-2021 των ασφαλιστικών μέτρων, « … τρίτων αγνώστων ατόμων», δεν προσβάλλει την προσωπικότητά τους, διότι πράγματι οι ενάγοντες είναι τρίτα πρόσωπα, ενώ εξάλλου απεδείχθη ότι μεταξύ των εναγόντων υπήρχαν και άγνωστα άτομα και δεν υπήρχε υποχρέωση εξειδικεύσεως ποία εξ αυτών ήσαν γνωστά και ποία άγνωστα. Ειδικότερα πλην της τετάρτης και του πέμπτου εξ αυτών, τους οποίους η ιδία η εναγομένη συνομολογεί ότι τους γνωριζε και της τρίτης εξ αυτών, για την οποία προσκομίσθηκε φωτογραφία από κοινή έξοδο του …………… και της εναγομένης με φίλους τους, μεταξυ των οποίων και η τρίτη εξ αυτών, οι λοιποί ενάγοντες ήταν άγνωστα στην ενάγουσα άτομα κατά το χρόνο κατάθεσης του σημειώματος, ενώ η έκτη εξ αυτών, όπως η ίδια συνομολογεί με την ένδικη αγωγή, γνωρίσθηκε προσωπικά και συνομίλησε με την εναγομένη στις 18-7-2021 κατά την νοσηλεία του ανηλίκου τέκνου των ανωτέρω στο Νοσοκομείο Γιαννιτσών, ήτοι σε χρόνο μετά την κατάθεση του ως άνω σημειώματος που κατατέθηκε για τη δικη των ασφαλιστικών μέτρων της 13-4-2021. Επομένως όσα περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με τον συναφή δεύτερο λόγο εφέσεως είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η αγωγή πρέπει να απορριφθεί κατ’ ουσίαν. Με τον πέμπτο λόγο εφέσεως οι εκκαλούντες παραπονούνται ότι το ότι η εκκαλουμένη επεδίκασε στην εφεσίβλητη δικαστική δαπάνη ύψους 1.060 ευρώ που υπερβαίνει τα ελάχιστα όρια αμοιβής που προβλέπονται στον Κώδικα Δικηγόρων και που για την παράσταση και κατάθεση προτάσεων στην πρωτοδικη διαδικασια ανέρχεται στο ποσό των 566,00 ευρώ, καθιστά την δαπάνη αυτή μη νομιμη και υπερβολική. Κατά τη διάταξη του άρθρου 193 ΚΠολΔ, εφόσον ο διάδικος προσβάλλει με ένδικο μέσο την απόφαση ως προς την ουσία της υπόθεσης, μπορεί να την προσβάλλει και ως προς τη διάταξη της σχετικά με τα δικαστικά έξοδα, παραπονουμένος για τον σε βάρος του καταλογισμό τους. Για το ορισμένο, όμως, του σχετικού λόγου, πρέπει να αναφέρεται στο δικόγραφο της εφέσεως το αποδιδόμενο στην πληττόμενη απόφαση νομικό σφάλμα ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων περί δικαστικής δαπάνης και δη αν ο καθορισμός του σε βάρος του εκκαλούντος ποσού για δικαστικά έξοδα οφείλεται σε μη νόμιμο υπολογισμό ή σε κάποια άλλη αιτία, ώστε να είναι δυνατό να ελεγχθεί η παραβίαση ή μη των σχετικών διατάξεων και να αποκλεισθεί η περίπτωση του λογιστικού σφάλματος (ΕφΑΘ 3808/2014, ΕφΠειρ 24/2016, ΕφΠατρ 160/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος προεχοντως ως αόριστος διότι δεν εκθέτει κατά τίνα τρόπο παραβιάσθηκε το αναφερόμενο στον λόγο αυτόν άρθρο 189 ΚΠολΔ, καθόσον στον λόγο αυτόν εφέσεως οι εκκαλούντες δεν συνυπολόγισαν ως ελάχιστη αμοιβή την εκ 2% αμοιβή του συντάξαντος τις προτάσεις του πρώτου βαθμού δικηγόρου της εφεσίβλητης ( άρθρα 63 και 68 του Κώδικος Δικηγόρων) που ανέρχεται στο ποσό των 740 ευρω (37.000 Χ 2%). Επιπλέον δεν συνυπολογίσθηκε και η αμοιβή του δικηγόρου ως παραστάντος στο ακροατήριο, η οποία εμπεριέχεται ως κονδύλιο στο ποσό των 566 ευρω, που οι εκκαλούντες θεωρούν ως προσήκουσα αμοιβή. Σε κάθε περίπτωση είναι ουσία αβάσιμος, διότι το ανωτέρω ποσό των 740 ευρώ της ελαχίστης αμοιβής του συντάξαντος τις προτάσεις του πρώτου βαθμού δικηγόρου της εφεσίβλητης, η οποία είναι ανεξάρτητη από το αθροιζόμενο ποσό των 256 ευρώ της αμοιβής του παραστάντος στο ακροατήριο δικηγόρου για την παράστασή του στο ακροατήριο και την υποστήριξη των προτάσεων αυτών, για αντικείμενο δίκης αποτιμώμενο σε ποσό κάτω των 200.000 ευρώ, συμποσούμενο σε (740+256=) 996 ευρώ, μετά δε από συνεκτίμηση και του επιστημονικού έργου το οποίο κατέβαλε ο συντάξας τις προτάσεις δικηγόρος, το ποσό μόνον της δικηγορικής αμοιβής υπερκαλύπτει το επιδικασθέν ποσό των 1.060 ευρώ. Σημειούται ότι μετά την με το άρθρ. 26 παρ.1 β του ν 4745/2020 νομοθετική τροποποίηση του εν τέλει του Κώδικος Δικηγόρων Παραρτήματος Ι επιγραφομένου «Πίνακας αμοιβών Δικηγόρων για παράσταση σε Δικαστήρια» των σε Ευρώ οριζομένων αμοιβών των δικηγόρων, ερυθμίσθη ενιαίως η αμοιβή του παραστάντος και υποστηρίζοντος τις προτάσεις στο ακροατήριο δικηγόρου και δεν κατηργήθη ο κύριος υπολογισμός βάσει ποσοστών επί του αντικειμένου της δίκης των άρθρων 63 και 68 του Κώδικος Δικηγόρων υπέρ του συντάξαντος τις προτάσεις δικηγόρου, ο οποίος κατέβαλε και την επιστημονική προσπάθεια, ώστε να δικαιολογείται ακόμη και μεγαλύτερη αμοιβή, είναι δε αδιάφορο εάν ο συντάξας τις προτάσεις δικηγόρος είναι αυτός που παρέστη στο ακροατήριο.Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθώς κατ`αποτέλεσμα με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την αγωγή κατ’ ουσίαν με αιτιολογίες που αντικαθίστανται και συμπληρώνονται εν μέρει κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα ανωτέρω με τις αιτιολογίες της παρούσας απόφασης, και ορθώς επιδίκασε την ως άνω επιβληθείσα δικαστική δαπάνη, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με τους επί μέρους λόγους της υπό κρίση εφέσεως, είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Επομένως, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, μετά μερική αντικατάσταση και συμπλήρωση των αιτιολογιών της εκκαλουμένης. Τέλος, πρέπει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού νομίμου αιτήματος της, να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους (άρθρα 106, 176, 182 189 και 191 παρ. 2ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό, μετά δε την απόρριψη της εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (495 παρ. 3 εδ. 3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την έφεση αντιμωλίαν των διαδίκων.
Δέχεται τύποις και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την υπό κρίση έφεση.
Επιβάλλει εις βάρος των εκκαλούντων την δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποίαν καθορίζει σε εννιακόσια πενήντα (950) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 8.5.2025.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε την 22α.7.2025 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσιων δικηγόρων τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ