ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 597/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
3° Τμήμα
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χριστίνα Λίμουρα Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των εκκαλούντων: 1) ………… 2) …………οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Εμμανουέλας Δεπούντη, με δήλωση άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης: …………… η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Ειρηναίου Σαρρή, με δήλωση άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά άσκησαν οι εκκαλούντες την με αριθμό εκθ. καταθ. ……/2023 αγωγή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 3365/2024 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, η οποία απέρριψε την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου οι εκκαλούντες με την με
αριθμ. εκθ. καταθ. ……./2024 έφεση, δικάσιμος επί της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις τους ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση των εκκαλούντων κατά της 3365/2024 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ), αντιμωλία των διαδίκων, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ). Επομένως, εφόσον φέρεται παραδεκτά προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου (άρθρα 19, 511 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτήν, κατά την ίδια ανωτέρω ειδική διαδικασία, για το παραδεκτό και βάσιμο των προβαλλομένων λόγων της (άρθρα 522, 533 σε συνδ. με 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή ισχυρίζονται οι ενάγοντες ότι είναι κύριοι των περιγραφόμενων οριζόντιων ιδιοκτησιών (διαμερισμάτων) κείμενων επί οικοδομής ευρισκόμενης εντός του εγκεκριμένου σχεδίου του δήμου Πειραιά και ότι η εναγομένη διαθέτει στην ίδια οικοδομή ιδιόκτητο διαμέρισμα. Ότι ενώ από την εγκατάστασή τους στην ανωτέρω οικοδομή προέβησαν σε δαπάνες για την επισκευή των εσωτερικών και εξωτερικών κοινόχρηστων χώρων της, όπως αναλυτικά παραθέτουν στην αγωγή, συνολικού ποσού 14.352,50 ευρώ, η εναγομένη δεν ανέλαβε το αναλογούν στην ιδιοκτησία της κόστος, ήτοι δεν κατέβαλε τη δαπάνη για τις εργασίες αποκατάστασης ως συγκυρία της οικοδομής και ειδικότερα το ποσό των 4.736,16 ευρώ, που αναλογεί στην ιδία ενώ δεν προέβη στην αποκατάσταση της ζημίας στους εξωτερικούς χώρους του διαμερίσματος κυριότητάς της από το οποίο έχουν αποκολληθεί τμήματα σοβάδων και σκυροδέματος, τα οποία πέφτουν στο πεζοδρόμιο και σε σταθμευμένα αυτοκίνητα καθώς και σε διερχόμενους πεζούς, χωρίς όμως να προκληθεί ανεπανόρθωτη βλάβη. Ότι οι ενάγοντες είχαν ενημερώσει την εναγομένη για την ανωτέρω κατάσταση, η οποία αφού τους διαβεβαίωνε ότι θα επιληφθεί του ζητήματος δεν προέβη ωστόσο σε οποιαδήποτε ενέργεια με συνέπεια να εκδοθεί κατόπιν αιτήσεων των εναγόντων η από 21.6.2023 προσωρινή διαταγή με την οποία υποχρεώθηκε η εναγομένη να τοποθετήσει δίχτυ ασφαλείας στην οροφή του διαμερίσματος της, το οποίο υποχρεώθηκε προσωρινά να διατηρήσει με την υπ’ αριθμ. 1536/2023 απόφαση λήψης ασφαλιστικών μέτρων του παρόντος δικαστηρίου και να απομακρύνει τα αποκολλημένα τμήματα σοβά μαζί με σκυρόδεμα από το διαμέρισμά της. Ότι η εναγομένη ισχυριζόμενη ότι η έκδοση άδειας εργασιών καθυστερεί να εκδοθεί δεν προέβη σε αποκατάσταση της ζημίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω απόφαση ασφαλιστικών μέτρων με αποτέλεσμα από τους αποκολλημένους σοβάδες από το διαμέρισμά της να κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητα των ιδίων των εναγόντων και των μελών των οικογενειών τους καθώς και των ανηλίκων τέκνων τους, των διερχόμενων πεζών και περαιτέρω των σταθμευμένων οχημάτων. Ότι από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης, η οποία συνίσταται σε παράλειψη να ενεργήσει πράξεις για τις οποίες έχει ηθική και νομική υποχρέωση, ήτοι αφενός ενόψει της παρελκυστικής συμπεριφοράς της δεν κατέβαλε το ανωτέρω ποσό της δαπάνης για τις εργασίες αποκατάστασης των κοινόχρηστων και κοινόκτητων μερών της επίδικης οικοδομής, που αναλογεί στην ιδία ως συγκυρία αυτής και αφετέρου δεν προέβη στην αποκατάσταση της προερχόμενης από την ιδιοκτησία της ζημίας, όπως προκύπτει εκ της μη συμμόρφωσής της προς το διατακτικό της ανωτέρω απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, εξαιτίας της οποίας προκλήθηκε στους ενάγοντες ζημία αφενός υλική προσδιοριζόμενη στο ανωτέρω μη καταβληθέν από την εναγομένη ποσό, αλλά και ηθική βλάβη, που συνίσταται στο καθημερινό τους άγχος από τον κίνδυνο να πέσουν σοβάδες από το διαμέρισμα της εναγομένης όταν εξέρχονται από την οικία τους καθώς και να προκληθεί ζημία σε τρίτο. Ζητούν περαιτέρω οι ενάγοντες να υποχρεωθεί η εναγομένη να τους καταβάλει το ποσό των 4.736,16 ευρώ και να υποχρεωθεί να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων το ποσό των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από την ανωτέρω αδικοπρακτική συμπεριφορά της, με το νόμιμο τόκο τα ανωτέρω αναφερόμενα ποσά από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφλησή τους.
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες με την υπό κρίση έφεση, επικαλούμενοι εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων.
Κατά το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημίωσε άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στα αρθρ. 297,298 ΑΚ. Από τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων συνάγεται ότι προϋποθέσεις της αδικοπρακτικής ευθύνης προς καταβολή αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης είναι η ύπαρξη παράνομης συμπεριφοράς, οφειλόμενης σε υπαιτιότητα του δράστη, η πρόκληση ζημίας ή αναλόγως ηθικής βλάβης και η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας ή της ηθικής βλάβης που προκλήθηκαν. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που προσβάλλει τα προστατευόμενα από το νόμο δικαιώματα ή συμφέροντα άλλου και μπορεί να συνίσταται σε θετική πράξη ή παράλειψη, εφόσον στην τελευταία περίπτωση υπήρχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προφύλαξης του προσβληθέντος δικαιώματος ή συμφέροντος και αποτροπής του ζημιογόνου αποτελέσματος. Υπαίτια είναι η συμπεριφορά που επιτρέπει να αποδοθεί στο δράστη προσωπική μομφή, δηλαδή η υπαιτιότητα βασίζεται στον ψυχικό δεσμό του δράστη με την αδικοπραξία. Έτσι αν η ζημία οφείλεται σε υπαιτιότητα του ίδιου του παθόντος δεν δικαιούται αποζημίωσης. Εξάλλου, πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας που προκλήθηκε, υπάρχει, όταν η συμπεριφορά αυτή, κατά το χρόνο και τις συνθήκες που έλαβε χώρα, ήταν ικανή, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει τη συγκεκριμένη ζημία ή αναλόγως την αντίστοιχη ηθική βλάβη. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ως αποδειχθέντα επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το δικαστήριο της ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. (Ολ.ΑΠ 15/2006, ΑΠ 377/2018).
Από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 του Ν. 3741/1929, όπου ορίζονται οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών από την αποκλειστική ιδιοκτησία συνάγεται ότι ο κύριος χωριστής ιδιοκτησίας έχει την υποχρέωση να τη διατηρεί σε τέτοια κατάσταση που να μην μπορεί να προκύψει από αυτή βλάβη στη χρήση των λοιπών διαιρετών ιδιοκτησιών. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής γεννάει ενοχική αξίωση των λοιπών ή του βλαπτόμενου να ζητήσουν αποζημίωση. Αν η πιο πάνω παράλειψη του συνιδιοκτήτη είναι και υπαίτια, δικαιούται ο ιδιοκτήτης της βλαπτόμενης ιδιοκτησίας να ζητήσει με βάση τις διατάξεις για την αδικοπραξία πλήρη ικανοποίηση. Στην περίπτωση που το ίδιο συμβάν συνιστά το πραγματικό τόσο της αθετήσεως του κανονισμού, όσο και της αδικοπραξίας, τότε η υπαίτια ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη με την οποία παραβιάζεται ο κανονισμός της πολυκατοικίας, επιστηρίζει και αξίωση από αδικοπραξία, όπως είναι και η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά το άρθρο 932 ΑΚ, η οποία προκαλείται από την προσβολή μη περιουσιακών αγαθών (ζωή, σωματική ακεραιότητα), δεν αποκλείεται όμως να προκαλείται και από την προσβολή περιουσιακών αγαθών, όπως η κυριότητα ή συγκυριότητα. Ουσιαστική προϋπόθεση για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης είναι ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση ο βλαπτόμενος υπέστη πράγματι τέτοια, η οποία μπορεί να προέρχεται και από την καταστροφή ή φθορά πράγματος (ΑΠ 462/2017, ΑΠ 655/2011). Σε περίπτωση όμως αθετήσεως συμβατικής υποχρεώσεως, η οποία συνιστά άδικη πράξη αλλά όχι αδικοπραξία, όπως σε περίπτωση παραβιάσεως των διατάξεων του κανονισμού ή έτερης ειδικής συμφωνίας μεταξύ ιδιοκτητών σε οριζόντια ιδιοκτησία, οι έννομες συνέπειες ρυθμίζονται από τις διατάξεις για τη μη εκπλήρωση της ενοχής (αδυναμία παροχής, πλημμελή εκπλήρωση) σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και όχι από τις διατάξεις περί αδικοπραξιών. Επομένως μόνη η αθέτηση προυφιστάμενης ενοχής δεν συνιστά αδικοπραξία (ΑΠ 655/2011, Εφ. Αθ. 175/2010).
Η αγωγή επομένως σχετικά με το αίτημα των εναγόντων να υποχρεωθεί η εναγομένη να τους καταβάλει το ποσό των 4.736,16 ευρώ, που αντιστοιχεί στην εκ της συνιδιοκτησίας αναλογία της εναγομένης για τις δαπάνες που έχουν προβεί στην επίδικη οικοδομή, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι η μη καταβολή του ανωτέρω ποσού δεν δύναται να επιστηρίξει αξίωση από αδικοπραξία καθώς η μη καταβολή χρημάτων ως ενοχική υποχρέωση που προέρχεται είτε από το νόμο είτε από τη μεταξύ των μερών συμφωνία δεν αποτελεί ταυτόχρονα και αδικοπραξία, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, ενώ επιπροσθέτως δεν υφίσταται στην προκειμένη περίπτωση προσβολή της προσωπικότητας των εναγόντων εκ της μη καταβολής του ανωτέρω ποσού, που να επιστηρίζει αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγόμενης.
Περαιτέρω η αγωγή αναφορικά με το αίτημα για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που επικαλούνται ότι υφίστανται οι ενάγοντες, οι οποίοι καθημερινά αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να πέσουν σοβάδες από το διαμέρισμα της εναγόμενης και να προκληθεί σωματική βλάβη σε διερχόμενους πεζούς και σε σταθμευμένα αυτοκίνητα, ισχυριζόμενοι ότι οι θιγόμενοι θα στραφούν εναντίον τους δικαστικά, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, αφού δεν υφίσταται υπαιτιότητα των εναγόντων στην προκειμένη περίπτωση για να εγερθεί σε βάρος τους οποιαδήποτε αξίωση, αλλά της ιδίας της εναγομένης στην κυριότητα της οποίας ανήκει η επίδικη οριζόντια ιδιοκτησία.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα των εναγόντων και την ανωμοτί κατάθεση της εναγομένης, που εξετάστηκαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και από όλα τα έγγραφα, τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι είτε για να ληφθούν υπόψη ως αποδεικτικά στοιχεία, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, τους εν γένει ισχυρισμούς των διαδίκων που περιέχονται στις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και παραδεκτά επαναφέρονται ενώπιον του παρόντος, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι ενάγοντες είναι κύριοι οριζόντιων ιδιοκτησιών (διαμερισμάτων) κείμενων επί της ευρισκόμενης στον Πειραιά Αττικής και επί της οδού ………….. οικοδομής, στην οποία η εναγομένη διαθέτει ιδιόκτητο διαμέρισμα. Ειδικότερα ο πρώτος ενάγων είναι κύριος οριζόντιας ιδιοκτησίας ισογείου ορόφου, την οποία απέκτησε δυνάμει του υπ’ αριθμ. …../2020 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Πειραιά ……………, ο δεύτερος ενάγων είναι κύριος οριζόντιας ιδιοκτησίας του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου, την οποία απέκτησε δυνάμει του υπ’ αριθμ. …./2018 συμβολαίου αγοραπωλησίας της ιδίας συμβολαιογράφου, ενώ η εναγομένη έχει στην κυριότητά της το ευρισκόμενο επί του δευτέρου ορόφου διαμέρισμα, έχοντας αποκτήσει αρχικά δυνάμει του υπ’ αριθμ. …../1993 συμβολαίου γονικής παροχής την ψιλή κυριότητα από τον επικαρπωτή πατέρα της και εν συνεχεία πλήρη κυριότητα μετά τον επισυμβάντα το έτος 2022 θάνατο αυτού, με την συνένωση της ψιλής κυριότητας με την επικαρπία του θανόντος πατέρα της. Περαιτέρω, όπως αποδείχθηκε στο διαμέρισμα της εναγομένης, το οποίο δεν έχει ανακαινιστεί ποτέ, υφίστανται αποκόλληση σοβάδων μαζί με σκυρόδεμα, γεγονός που οφείλεται στην έλλειψη συντήρησης και οι οποίοι πέφτουν στο κοινόχρηστο πεζοδρόμιο, όπως προκύπτει από την από 15.4.2023 τεχνική έκθεση της πολιτικής μηχανικού …………., στην οποία αναφέρονται αναλυτικά οι φθορές του διαμερίσματος της εναγομένης, τις οποίες η ιδία δεν αρνείται, οφείλοντας να επισκευάσει το διαμέρισμά της και να αποκαταστήσει τις υφιστάμενες φθορές προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος οιουδήποτε βαθμού σωματικής βλάβης των εναγόντων και των μελών των οικογενειών τους. Περαιτέρω κατόπιν αιτήσεως των εναγόντων ενώπιον του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων εκδόθηκε αρχικά η από 24.6.2023 προσωρινή διαταγή δεκτού γενομένου εν μέρει του σχετικού αιτήματος των εναγόντων με την οποία υποχρεώθηκε η εναγομένη να τοποθετήσει δίχτυα ασφαλείας στη οροφή του διαμερίσματος της μέχρι τη συζήτηση της κύριας αίτησης, ενώ με την υπ’ αριθμ. 1536/2023 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του ανωτέρω δικαστηρίου υποχρεώθηκε προσωρινά να διατηρήσει το δίχτυ ασφαλείας και να απομακρύνει με συνεργείο τα αποκολλημένα τμήματα σοβά μαζί με σκυρόδεμα από την οροφή του διαμερίσματος της. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η εναγομένη, η οποία συμμορφώθηκε στα επιτασσόμενα με την ανωτέρω προσωρινή διαταγή τοποθέτησε το δίχτυ ασφαλείας, όπως προκύπτει και από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, ενώ αναφορικά με τις εργασίες επισκευής της οροφής του διαμερίσματος της ανέθεσε στην πολιτική μηχανικό …………….. να προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες για την έκδοση της σχετικής άδειας από την Πολεοδομία Πειραιά. Περαιτέρω όμως από τα προσκομιζόμενα από την εναγομένη αντίγραφα από την ηλεκτρονική αλληλογραφία μεταξύ της πολιτικής μηχανικού και της Πολεοδομίας Πειραιά, η οποία από τις 24.6.2023 αναζητούσε τον αριθμό της οικοδομικής άδειας της ιδιοκτησίας της εναγομένης, προέκυψε ότι δεν είχε εκδοθεί οικοδομική άδεια για την ανωτέρω ιδιοκτησία, γεγονός που καθιστούσε και αδύνατη την έκδοση άδειας για τις προαναφερόμενες εργασίες. Ενόψει των ανωτέρω η εναγομένη υπέβαλε αίτηση ένταξης στο Ν. 4495/2017 για τη νομιμοποίηση του ακινήτου της, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο αντίγραφο της δήλωσης, ενώ προέβη και στην έκδοση της σχετικής άδειας …………./14.12.2023 έγκρισης εργασιών της υπηρεσίας δόμησης του δήμου Πειραιά, για την αποκατάσταση των ανωτέρω φθορών του διαμερίσματος της, την οποία προσκομίζει. Επομένως ενόψει των όσων προαναφέρθηκαν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη, συμμορφούμενη αρχικά με το διατακτικό της ανωτέρω εκδοθείσας απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων εν συνεχεία προέβη σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την επισκευή της ιδιοκτησίας της με την υποβολή αφενός αίτησής της για τη νομιμοποίηση του διαμερίσματος της και με έκδοση αφετέρου της σχετικής άδειας έγκρισης εργασιών για την αποκατάσταση των αναφερόμενων από τους ενάγοντες φθορών του διαμερίσματος της, γεγονός που καταδεικνύει ότι ελλείπει το στοιχείο του δόλου και η τέλεση από αυτήν της ένδικης αδικοπραξίας, απορριπτομένων ως αβάσιμων των σχετικών ισχυρισμών των εναγομένων.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγοντας και η εκκαλουμένη απόφαση ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της έφεσης των εκκαλούντων με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης (άρθρα 176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την υπό κρίση έφεση.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.
Καταδικάζει τους εκκαλούντες στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600 ) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2.10.2025 χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ