Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 578/2025

Αριθμός    578/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  2ο  

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Ευστάθιο Κωσνταντόπουλο  (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  ………………. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Χριστίνα Κυρπόγλου  (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  9.7.2013 (αριθ εκθ καταθ …………./2013) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1831/2022 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από  28.12.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ  ……./2022- ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ …………../2024) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η  με  αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του  Εφετείου Πειραιώς   ……………./2022  έφεση  κατά της υπ΄αριθμόν  1831/2022  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  που εκδόθηκε   κατά την   τακτική   διαδικασία,  αντιμωλία των διαδίκων,  έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  3-6-2022, επιδόθηκε στις 12-12-2022 (βλ επισημείωση επί του σώματος της εκκαλουμένης  του δικαστικού επιμελητή  ……………….) και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  29-12-2022 (άρθρα  495,  511,  513,  516  παρ 1, 517 εδαφ  α,  518  παρ 1  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής  κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με κωδικό  ………………… /2022 e- παράβολο).

Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση η ενάγουσα ιστορούσε ότι  δυνάμει συμβάσεως δανείου που συνήψε με τον εναγόμενο μεταβίβασε κατά κυριότητα σ΄αυτόν αρχικά το ποσό των 5.278,34 ευρώ, ακολούθως το ποσό των 20.000 ευρώ  και στη συνέχεια το ποσό 19.221,66 ευρώ  και συνολικά   το ποσό των 44.500 ευρώ με την συμφωνία ν΄αποδοθεί  σ΄αυτήν εντός προθεσμίας πέντε μηνών. Ωστόσο παρά την παρέλευση  της συμφωνηθείσας προθεσμίας  ο εναγόμενος  δεν  προέβη στην εκπλήρωση της υποχρέωσής  του αρνούμενος  την απόδοση του δανείσματος   στην  ενάγουσα. Ζήτησε δε, ν΄αναγνωρισθεί, κατόπιν περιορισμού του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό και καταβολής του ποσού των 1000 ευρώ ότι  ο εναγόμενος υποχρεούται  να  καταβάλει σ΄αυτήν  το  ποσό των 43.500 ευρώ  με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής  μέχρις εξοφλήσεως καθώς επίσης και να καταδικαστεί ο εναγόμενος  στα δικαστικά έξοδα αυτής. Επί της αγωγής αυτής εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση με την οποία υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 42.700 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής  λόγω επιπρόσθετης μερικής καταβολής από μέρους του εναγόμενου. Ήδη, κατά της απόφασης αυτής βάλλει ο εναγόμενος παραπονούμενος για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση  της εκκαλουμένης  και την καθ ΄ολοκληρίαν  απόρριψη  της  αγωγής της  αντιδίκου  του.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 806 του ΑΚ “Με τη σύμβαση του δανείου ο ένας από τους συμβαλλομένους μεταβιβάζει στον άλλον κατά κυριότητα χρήματα ή άλλα αντικαταστατά πράγματα και αυτός έχει υποχρέωση να αποδώσει άλλα πράγματα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι προϋπόθεση για τη σύσταση εντόκου δανείου, που είναι σύμβαση ενοχική, αμφοτεροβαρής και άτυπη, αποτελεί η μεταβίβαση της κυριότητας του αποτελούντος το αντικείμενο του δανείου χρηματικού ποσού από το δανειστή στον δανειολήπτη, ο οποίος ακολούθως καθίσταται υπόχρεος για την απόδοση του ίδιου χρηματικού ποσού μετά των συμφωνηθέντων τόκων. Αντιθέτως, το άτοκο δάνειο είναι ετεροβαρής δικαιοπραξία (ΑΠ 663/2020, ΑΠ 123/2017, ΑΠ 1365/2017, ΑΠ 1960/2013). Με βάση τον παραδοτικό χαρακτήρα της σύμβασης δανείου, η μεταβίβαση του δανείσματος κατά κυριότητα στον δανειολήπτη αποτελεί στοιχείο για την τελείωση του δανείου (AΠ 698/2022). Η κατά τα άνω μεταβίβαση της κυριότητας του δανείσματος, δεν αποτελεί τύπο της δανειστικής σύμβασης, εις τρόπο ώστε, αν αυτή ελλείπει να θεωρείται ότι η σύμβαση δεν καταρτίστηκε, αλλά αποτελεί προϋπόθεση αυτής, επιβαλλόμενη μάλιστα από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 806 ΑΚ, η οποία δεν είναι αναγκαστικού δικαίου (ΑΠ 1234/2018, ΑΠ 629/2012, ΑΠ 1802/2007, ΑΠ 609/2005). Περαιτέρω, ουσιώδη στοιχεία της συμβάσεως δανείου είναι: α) χρήματα ή άλλα αντικαταστατά πράγματα, β) μεταβίβαση της κυριότητος αυτών από τον δανειστή στον οφειλέτη, γ) συμφωνία των μερών περί αποδόσεως άλλων πραγμάτων της ιδίας ποιότητος και ποσότητος, δ) η μεταβίβαση της κυριότητος των αντικαταστατών πραγμάτων να γίνεται με τον αποκλειστικό σκοπό της χρησιμοποίησής τους από τον δανειζόμενο και δη της ανάλωσής τους από αυτόν. Ο σκοπός χρησιμοποίησης του δανείσματος και δη με εξουσία ανάλωσής του από τον δανειζόμενο αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της έννοιας του δανείου, νοείται όμως γενικά και αφηρημένα και όχι ως ο σκοπός (αιτία) για τον οποίο ο δανειζόμενος στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται να χρησιμοποιήσει το δάνεισμα. Ο τελευταίος αυτός σκοπός, όχι μόνον δεν είναι ουσιώδες στοιχείο του δανείου, αλλά κατά κανόνα, δεν έχει καμία νομική σημασία (ΑΠ 1802/2007). Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 και 117, πρέπει να περιέχει: α)σαφή έκθεση των γεγονότων, που τη θεμελιώνουν, σύμφωνα με το νόμο, και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β)ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ)ορισμένο αίτημα. Διαφορετικά η αγωγή είναι αόριστη. Η αοριστία δε αυτή, με την έννοια της ποιοτικής ή ποσοτικής αοριστίας, δεν μπορεί να θεραπευτεί, ούτε με τις προτάσεις, ούτε με παραπομπή στο περιεχόμενο άλλου εγγράφου (ΑΠ 1038/2024 ΤΝΠ Νομος).

Με τον πρώτο λόγο της έφεσης ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι κατ΄εσφαλμενη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου  το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση αοριστίας της αγωγής  συνιστάμενη στο ότι ενώ στο δικόγραφο  αναφέρεται ότι  η σύμβαση δανείου συνήφθη  τον μήνα Μάρτιο 2008  ωστόσο δεν αναφέρεται ότι κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης μεταβιβάστηκε και η κυριότητα του ποσού του δανείου, στη συνέχεια  δε, αναφέρεται ότι το ποσό των 5.278,34 ευρώ μεταβιβάστηκε στις 26-3-2008, το ποσό των 20.000 ευρώ στις 24-4-2008 και το ποσό των 19.221,66 ευρώ σταδιακά  σε διάφορα χρονικά διαστήματα χωρίς να προσδιορίζεται επακριβώς  ο χρόνος και τα επί μέρους ποσά ούτε  αναφέρεται στο δικόγραφο ότι το ποσό των 19.221,66 ευρώ  μεταβιβάστηκε στον εναγόμενο με σκοπό την ανάλωσή του απ΄αυτόν.

Από την   επισκόπηση του δικογράφου της ένδικης αγωγής   προκύπτει, ότι περιγράφονται λεπτομερώς τα ουσιώδη στοιχεία της συμβάσεως ατόκου δανείου και συγκεκριμένα ότι  καταρτίστηκε  προφορικά αρχές Μαρτίου 2008  μεταξύ της ενάγουσας και του εναγόμενου, ότι μεταβιβάστηκε κατά κυριότητα  το συνολικο ποσό του δανείου στον εναγόμενο, αναφέρονται επίσης τα επιμέρους ποσά  του δανείου τα οποία παραδόθηκαν στον εναγόμενο καθώς και ο  συμφωνηθείς  χρόνος απόδοσης  των ποσών αυτών στην ενάγουσα. Τα στοιχεία αυτά αρκούν για το ορισμένο της αγωγής, ενώ δεν είναι αναγκαία η παράθεση του λόγου – αιτίας για την οποία μεταβιβάστηκε στον εναγόμενο το ποσό των 19.221,66 ευρώ και συγκεκριμένα ότι μεταβιβάστηκε με  σκοπό την ανάλωσή του απ΄αυτόν καθώς ο σκοπός χρησιμοποίησης του δανείσματος και δη με εξουσία ανάλωσής του από τον δανειζόμενο αποτελεί ουσιώδες μεν  στοιχείο της έννοιας του δανείου, νοείται όμως γενικά και αφηρημένα και όχι ως ο σκοπός (αιτία) για τον οποίο ο δανειζόμενος στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται να χρησιμοποιήσει το δάνεισμα. Ο τελευταίος αυτός σκοπός, όχι μόνον δεν είναι ουσιώδες στοιχείο του δανείου, αλλά κατά κανόνα, δεν έχει καμία νομική σημασία κατά τα αναφερόμενα στην προεκτιθέμενη  μείζονα σκέψη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που απέρριψε σιγή την ένσταση αυτή ορθά κατ΄αποτέλεσμα έκρινε. Πρέπει, συνακόλουθα να συμπληρωθεί η απόφαση  με τις αιτιολογίες της απόφασης αυτής και ν΄απορριφθεί ο σχετικός λόγος έφεσης ως αβάσιμος.

Από την  ανωμοτί εξέταση της εφεσίβλητης ενάγουσας,  την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, την υπ΄αριθμόν πρωτ. ΔΣΠ _………….. /18-3-2025 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του δικηγόρου ……. . με ΑΜ …… του δικηγορικού συλλόγου Πειραιά η οποία δόθηκε επιμελεία του εκκαλούντος – εναγόμενου  κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της αντιδίκου του (βλ υπ΄αριθμόν …./12-3-2025 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………….)    και όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων δανείου που συνήφθησαν  προφορικά  από τον Μάρτιο 2008 μέχρι και  30-4-2008  του αυτού έτους  μεταξύ της ενάγουσας και του εναγόμενου στα πλαίσια στενής φιλικής σχέσης τους  η πρώτη  μεταβίβασε κατά κυριότητα στον  δεύτερο  τα παρακάτω ποσά, όπως συνομολόγησε με τις έγγραφες προτάσεις του ο εναγόμενος: α) στις 26-3-2008  το ποσό των 5.278,34 ευρώ το οποίο  παρέδωσε σ΄αυτόν με πληρωμή ισόποσης οφειλής του  στην Ε΄ΔΟΥ Πειραιώς  και  β) στις 24-4-2008 το ποσό των 20.000 ευρώ  το οποίο παρέδωσε σ΄αυτόν  για την  εξόφληση  ισόποσου  δανείου που είχε λάβει  ο εναγόμενος  από την   Τραπεζική Εταιρεία  “……………..”.  Το ποσό αυτό είχε λάβει  η ενάγουσα κατόπιν χορηγήσεως σ΄αυτήν  από την Τράπεζα …….  προσωπικού καταναλωτικού δανείου προκειμένου να εξυπηρετήσει τον εναγόμενο.  Δεν αποδεικνύεται δε,  ότι εντός του επόμενου πενθημέρου και συγκεκριμένα   κατά το χρονικό διάστημα από 25-4-2008 έως 30- 4-2008 η ενάγουσα  μεταβίβασε σ΄αυτόν  κατά κυριότητα  επιπλέον και  το ποσό των 19.221,66 ευρώ  καθόσον η ενάγουσα  προκειμένου   να εξυπηρετήσει τον εναγόμενο  στην αποπληρωμή του  δανείου των 20.000 ευρώ  που είχε  χορηγήσει σ΄αυτόν η Τραπεζική Εταιρεία  “………………”  υποχρεώθηκε να λάβει  προσωπικό καταναλωτικό δάνειο ύψους 20.000 ευρώ  από την τραπεζική εταιρεία  «Πειραιώς», ενέργεια εκ της οποίας προκύπτει ότι  αδυνατούσε να καταβάλει το ποσό των 20.000 ευρώ από δικές της αποταμιεύσεις. Επομένως, δεν θα μπορούσε  να καταβάλει στον εναγόμενο   το ποσό των 19.221,66 ευρώ  εντός των επόμενων πέντε ημερών. Εξάλλου, ενώ στην αγωγή αναφέρεται ότι το ποσό αυτό χορηγήθηκε σταδιακά στον εναγόμενο, καταθέτοντας ενώπιον του Δικαστηρίου η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι κατεβλήθη λόγω οφειλών του εναγόμενου σε πρακτορείο ΟΠΑΠ προκειμένου να μην αφαιρεθεί από τον υπεύθυνο η άδεια λειτουργίας του. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η ενάγουσα κατέβαλε στον εναγόμενο συνολικά  το ποσό των (5278,34 + 20.000 =) 25.278,34 ευρώ  δίχως να οριστεί συγκεκριμένη  ημερομηνία   απόδοσης του δανείσματος σ΄αυτήν λόγω της στενής φιλικής σχέσης τους εξαιτίας της οποίας, άλλωστε, υπήρχε ηθική αδυναμία υποβολής των διαδοχικών συμβάσεων δανείου σε έγγραφο τύπο. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων κατέβαλε στην ενάγουσα  στις 6-2-2018   το ποσό των 1000 ευρώ  και  τον Ιούλιο του έτους 2018 το ποσό των 800 ευρώ, όπως συνομολογείται από την ενάγουσα,  οφείλοντας  εναπομείναν υπόλοιπο ύψους  23.478,34 ευρώ, το οποίο αρνείται ν΄αποδώσει στην τελευταία  παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της. Κρίνεται δε, απορριπτέα η ένσταση μερικής εξοφλήσεως που  προέβαλε ο εναγόμενος συνιστάμενη στην καταβολή ποσού 18.000 ευρώ σε εξήντα ισόποσες μηνιαίες δόσεις  ποσού εκάστης 300 ευρώ καθόσον  ουδεμία  σχετική έγγραφη απόδειξη προσκομίστηκε από τον εναγόμενο παρά τον μεγάλο αριθμό των καταβολών. Εξάλλου, ούτε η κατάθεση του μάρτυρα …. ……. ο οποίος επιβεβαίωσε τις καταβολές αυτές  κρίνεται επαρκής  για την ουσιαστική στοιχειοθέτηση του σχετικού ισχυρισμού, καθώς  σε καμμία  εκ των εξήντα καταβολών  δεν ήταν παρών, όπως ο ίδιος διαβεβαίωσε συμπληρώνοντας ότι η γνώση του προέρχεται από πληροφόρηση του εναγόμενου. Τέλος, απορριπτέος ως αβάσιμος κρίνεται και ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι κατέβαλε στην ενάγουσα το ποσό των 4500 ευρώ καθώς  αγόρασε στο όνομά της στις 28-4-2017 το υπ΄αριθμόν  κυκλοφορίας …………. ΙΧΕ  αυτοκίνητο εργοστασίου κατασκευής SEAT IBIZA  καθόσον η αγορά  του αυτοκινήτου   δεν δύναται να συσχετιστεί με την ανωτέρω  δανειοδότηση του εναγόμενου από την ενάγουσα  αφού  είχε συμφωνηθεί μεταξύ τους απόδοση του ποσού του δανείου και όχι συμψηφισμό  αυτού   με έτερες παροχές. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι με την επίδοση της ένδικης αγωγής καταγγέλθηκε η  σύμβαση του δανείου και επομένως μετά πάροδο μηνός από της επιδόσεως της αγωγής  η οποία έλαβε χώρα  στις  10-7-2013,  υποχρεούται ο εναγόμενος, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 807 ΑΚ, ν΄αποδώσει  το ποσό των  23.478,34 ευρώ στην ενάγουσα, ενέργεια στην οποία, ωστόσο, ουδέποτε προέβη. Συνεπώς, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και ν΄ αναγνωρισθεί ότι  υποχρεούται ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό αυτό με το νόμιμο τόκο από της παρόδου μηνός από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 42.700 ευρω με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής  εσφαλμένα εκτίμησε το αποδεικτικό υλικό κατά τον βάσιμο περί αυτού λόγο της εφέσεως η οποία κατ΄ακολουθίαν πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν. Περαιτέρω, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο  και  δεκτής εν μέρει  γενομένης  της αγωγής,  ν΄αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα  το ποσό των  23.478,34 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της παρόδου μηνός από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Μέρος των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του εναγόμενου λόγω της μερικής ήττας αυτού(άρθρα 183,176, 191 παρ 2  ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Πρέπει, επίσης, να διαταχθεί και  η  επιστροφή  στον εκκαλούντα του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης  έφεσης  λόγω της  παραδοχής της εφέσεως   (άρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των διαδίκων

ΔΕΧΕΤΑΙ     έφεση

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ   την υπ΄αριθμόν  1831/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά

ΚΡΑΤΕΙ  και ΔΙΚΑΖΕΙ   την με αριθμό καταθ. ……/2013 αγωγή που ασκήθηκε  ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά

ΔΕΧΕΤΑΙ  εν μέρει   την  αγωγή

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ  ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των είκοσι τριών χιλιάδων και τετρακοσίων εβδομήντα οκτώ ευρώ και τριάντα τεσσάρων λεπτών (23.478,34) ευρώ με το νόμιμο τόκο από της παρόδου μηνός από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα – εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας  της εφεσίβλητης – ενάγουσας    το  οποίο  καθορίζει  στο ποσό των  χιλίων   (1000) ευρώ

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την  επιστροφή του  κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης   στον εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 15 Σεπτεμβρίου 2025,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ