Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 594/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός αποφάσεως   594/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Βασίλειο Πορτοκάλλη, Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς και από την Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………», με ΑΦΜ …………, που εδρεύει στο …………., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Σπυρίδωνα Δήμα (Α.Μ Δ.Σ.Α …………..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Της εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….», με ΑΦΜ ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την σύνδικο της πτωχεύσεως, δικηγόρο Βασιλεία Βαλλιάνου (Α.Μ Δ.Σ Πειραιώς …………..).

Η ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα, άσκησε σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητης, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 10/1/2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………../2024 ανακοπή, με την οποία ζητούσε τα αναφερόμενα σε αυτήν. Το ως άνω Δικαστήριο συζήτησε την ως άνω ανακοπή στις 29/2/2024, αντιμωλία των διαδίκων και με την υπ’ αριθ. 2880/2024 οριστική απόφασή του, απέρριψε την ανακοπή. Κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως, η ανακόπτουσα άσκησε την από 19/9/2024 έφεση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………../2024 και β) δικογράφου ……………../2024, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 19/9/2024 έφεση της ανακόπτουσας, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……………/2024 και β) δικογράφου …………./2024, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 2880/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την διαδικασία περιουσιακών διαφορών, επί της από 10/1/2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………../2024 ανακοπής της ανακόπτουσας και ήδη εκκαλούσας, κατά του καθ’ ου η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητου, η οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), έχει, δε, ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, στις 19/9/2024, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στην ανακόπτουσα, που έλαβε χώρα στις 5/9/2024 (βλ. την υπ’ αριθ. ………./2024 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, …………….) (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την διαδικασία περιουσιακών διαφορών, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).

Mε την υπό κρίση ανακοπή της, η ανακόπτουσα, ζητά την μερική ακύρωση, για το ποσό των 345.797,64 ευρώ, της υπ’ αριθ. ……………/2023 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή το ποσό των 720.222,21 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων, για απαίτηση προερχόμενη από την υπ’ αριθ. 305/2023 τελεσίδικη αναγνωριστική απόφαση του Δικαστηρίου αυτού (διαδικασία περιουσιακών διαφορών) καθώς και να καταδικασθεί η καθ’ ής η ανακοπή στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Στη συνέχεια, το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με την υπ’ αριθ. 2880/2024 απόφαση του, απέρριψε την ανακοπή και επικύρωσε την ως άνω διαταγή πληρωμής. Ήδη, με την κρινόμενη έφεση της, η ανακόπτουσα, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση και παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να γίνει δεκτή η ανακοπή.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 623 ΚΠολΔ «Κατά τις διατάξεις των άρθρων 624 έως 636 μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον πρόκειται για ιδιωτικού δικαίου διαφορά και η απαίτηση, καθώς και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, ή με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, η οποία εκδόθηκε μετά από ομολογία ή αποδοχή της αίτησης του οφειλέτη». Κατά την ορθή ερμηνεία της παραπάνω διάταξης, στην έννοια του δημοσίου εγγράφου περιλαμβάνεται και η τελεσίδικη δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την απαίτηση ή το οφειλόμενο ποσό, η οποία εκδόθηκε σε άλλη δίκη επί αγωγής του αιτούντος την έκδοση της διαταγής πληρωμής κατά του καθ’ ου. Έτσι, εκείνος που πέτυχε να εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση υπέρ αυτού, η οποία αναγνωρίζει τη χρηματική απαίτηση και αποτελεί δεδικασμένο στις μεταξύ αυτού και του αντιδίκου του σχέσεις (άρθρα 321 και 325 ΚΠολΔ) ως προς την ύπαρξη της διαγνωσθείσας απαίτησης, μπορεί, προκειμένου να αποκτήσει εκτελεστό τίτλο για την αναγνωρισθείσα τελεσιδίκως απαίτησή τον, να ζητήσει να εκδοθεί υπέρ αυτού διαταγή πληρωμής κατά τη διαδικασία των άρθρων 623 επ. ΚΠολΔ (ΑΠ 694/2022, ΑΠ 1347/2011 ΤΝΠ Νόμος). Αυτή τη δυνατότητα την έχει ο δανειστής παράλληλα με τη δυνατότητα άσκησης καταψηφιστικής αγωγής και εναπόκειται στη διακριτική του ευχέρεια ποια από τις δύο θα επιλέξει για την είσπραξη της απαίτησής του. Στην περίπτωση δε αυτή, που το έγγραφο από το οποίο αποδεικνύεται η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποτελεί τελεσίδικη αναγνωριστική δικαστική απόφαση, που εκδόθηκε μεταξύ του αιτούντος την έκδοση διαταγής πληρωμής και του καθ’ ου η αίτηση ως διαδίκων, είναι απαράδεκτη η αμφισβήτηση με ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής της ύπαρξης και της έκτασης της χρηματικής απαίτησης, όσον αφορά την πραγματική και τη νομική της υπόσταση, διότι αυτά τα ζητήματα, όπως και τα τυχόν δικονομικά ζητήματα (π.χ. το ορισμένο της απαίτησης) που κρίθηκαν οριστικά, καλύπτονται από το δεδικασμένο της τελεσίδικης αναγνωριστικής απόφασης κατ’ άρθρο 322 παρ. 1 ΚΠολΔ. Ομοίως, το δεδικασμένο εκτείνεται και στις ενστάσεις που προτάθηκαν κατά της απαίτησης του δανειστή κατά τη δίκη επί της αναγνωριστικής αγωγής του, καθώς και σε εκείνες που θα μπορούσαν να προταθούν και δεν προτάθηκαν, με εξαίρεση αυτών που προβλέπονται από το άρθρο 330 εδ. β’ ΚΠολΔ, όπως εκτείνεται και στα παρεμπιπτόντως κριθέντα ζητήματα, που αποτελούσαν αναγκαία προϋπόθεση του κυρίου ζητήματος, υπό την προϋπόθεση του άρθρου 331 ΚΠολΔ. Το δεδικασμένο λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 332 ΚΠολΔ) και επομένως λόγοι ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής, που αναφέρονται σε όλα τα παραπάνω ζητήματα επί των οποίων εκτείνεται το δεδικασμένο, απορρίπτονται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτοι. Οι δε τελεσίδικες αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων δημιουργούν δεδικασμένο, ακόμη και αν είναι εσφαλμένες κατά το νομικό ή πραγματικό μέρος τους (ΑΠ 560/2016, ΑΠ 1752/2008, ΤΝΠ Νόμος).

Με τον μοναδικό λόγο της έφεσης της, η εκκαλούσα παραπονείται ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε τον μοναδικό λόγο ανακοπής της, με τον οποίο εκθέτει τα εξής: ότι η ίδια συστάθηκε με αποκλειστικό σκοπό την απόκτηση στοιχείων του ενεργητικού και τμήματος του παθητικού της εταιρίας «………………..» στα πλαίσια της διαδικασίας εξυγίανσης της τελευταίας, βάσει των άρθρων 106 (β) επ. του Πτωχευτικού Κώδικα. Ότι, μεταξύ άλλων, με τη συμφωνία εξυγίανσης συμφωνήθηκε η μεταβίβαση στην ανακόπτουσα της από 5-1-2009 σύμβασης εμπορικής μίσθωσης και παραχώρησης χρήσης συνομολογηθείσας μεταξύ της καθ’ ης η ανακοπή (τελούσας ήδη σε πτώχευση) και της ως άνω υπό εξυγίανση εταιρείας, προκειμένου η δεύτερη να εναποθηκεύει στις δεξαμενές της εγκατάστασης της πρώτης, πετρελαιοειδή προϊόντα, κυριότητας της. Ότι δυνάμει της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………………./2017 αίτησης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης – μεταβίβασης επιχείρησης, η «………………» αιτήθηκε την επικύρωση της από 18-6-­2017 συμφωνίας εξυγίανσης, η οποία έγινε δεκτή με τη με αριθμό 109/2018 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας). Ότι την εν λόγω δικαστική απόφαση ακολούθησε το από 14-3-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό – πρωτόκολλο μεταβίβασης επιχείρησης με περιεχόμενο σύμφωνο προς την επικυρωθείσα συμφωνία εξυγίανσης. Ότι η σύνδικος της καθ’ ης η ανακοπή κατέθεσε τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………………/2019 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία αξίωνε από την ανακόπτουσα την καταβολή συνολικού ποσού 720.222,21 ευρώ, νομιμότοκα μέχρι την εξόφληση, για οφειλόμενα μισθώματα από την ως άνω από 5-1-2009 σύμβαση εμπορικής μίσθωσης, για την χρονική περίοδο 2/2018 – 3/2020. Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 305/2023 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, με την οποία αναγνωρίστηκε ότι η ανακόπτουσα οφείλει να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή, το ανωτέρω ποσό. Ότι κατά της ως άνω απόφασης, που αποτέλεσε την αιτία για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, η ανακόπτουσα έχει ασκήσει την από 9/10/2023 αίτηση αναίρεσης, δικάσιμος προς συζήτηση της οποίας ορίστηκε η 10/10/2025 ενώπιον του Αρείου Πάγου. Ότι με το Παράρτημα 1 της συμφωνίας εξυγίανσης μεταβιβάσθηκε και μεταφέρθηκε στην ανακόπτουσα, απαίτηση της «………………» κατά της καθ’ ης η ανακοπή, ανερχόμενη στις 31-3-2017 στο ποσό των 405.595 ευρώ που απομειώθηκε στις 14-3-2018 σε ποσό 345.797,64 ευρώ, το οποίο (ποσό) προτάθηκε προς συμψηφισμό έναντι της απαίτησης της καθ’ ης η ανακοπή και βάσει των ανωτέρω η ανακόπτουσα ζητά τη μερική ακύρωση της με αριθμό 1074/2023 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά το ποσό των 345.797,64 ευρώ. Ότι η εν λόγω προβληθείσα ένσταση συμψηφισμού επί της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………../2019 αγωγής εσφαλμένα δεν έγινε δεκτή με την υπ’ αριθ. 305/2023 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς αλλά και με την εκκαλουμένη απόφαση, αφού με την με αριθμό 109/2018 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), η οποία επικύρωσε την από 18-6-­2017 συμφωνία εξυγίανσης, παράγεται δεδικασμένο ως προς την ως άνω οφειλή της καθ’ ης η ανακοπή προς την υπό εξυγίανση εταιρεία ποσού 345.797,64 ευρώ, η οποία πλέον έχει μεταβιβασθεί στην ανακόπτουσα.

Με το ως άνω περιεχόμενο ο ως άνω λόγος ανακοπής, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, προτείνεται απαραδέκτως λόγω δεδικασμένου, κατά παράβαση των άρθρων 321 επ. ΚΠολΔ, διότι η ανακόπτουσα επανεισάγει ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προς κρίση την ίδια υπόθεση και δη την ένσταση συμψηφισμού, ποσού 345.797,64 ευρώ, που έχει κριθεί τελεσίδικα με τη με αριθμό 305/2023 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς επί της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………../2019  αγωγής της καθ’ ης η ανακοπή κατά της ανακόπτουσας ενώπιον τον Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Συγκεκριμένα με την ως άνω τελεσίδικη απόφαση του Δικαστηρίου αυτού (17ο και 26ο φύλλο) η ως άνω ένσταση απορρίφθηκε πρωτίστως ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της, αφού δεν παρατέθηκαν τα παραγωγικά της ανταπαίτησης της γεγονότα ενώ κρίθηκε επίσης και ο ισχυρισμός της ανακόπτουσας περί ύπαρξης δεδικασμένου από την επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης και συγκεκριμένα ότι: «Δεν αρκεί, δε, για την πληρότητα και την απόδειξη της το γεγονός ότι η ανταπαίτηση αυτή εκχωρήθηκε με την συμφωνία εξυγίανσης … ή και ότι διαλαμβάνεται και στο προς εκτέλεση αυτής από 14/3/2018 ιδιωτικό συμφωνητικό, που υπεγράφη μεταξύ των εναγομένων (ήτοι της ανακόπτουσας και της υπό εξυγίανση εταιρείας)… και τούτο διότι η απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου που επικυρώνει την συμφωνία εξυγίανσης δεν παράγει δεδικασμένο σχετικά με την ύπαρξη ή μη των ρυθμιζόμενων με αυτή απαιτήσεων και υποχρεώσεων του οφειλέτη, παρά μόνο ως προς τους συμφωνηθέντες όρους διευθετήσεως αυτών (άρθρο 322 ΚΠολΔ), ζήτημα επί του οποίου και μόνον αποφάνθηκε το δικαστήριο αυτό.» Τέλος, με επάλληλη αιτιολογία, έκρινε ότι η ένσταση προτάθηκε μη νομίμως «… διότι, με βάση τα επικαλούμενα περιστατικά, οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού συνέτρεξαν μετά την παύση των πληρωμών (6/3/2009) και την κήρυξη της πτωχεύσεως (30/7/2009) της ενάγουσας (εδώ καθ’ ής η ανακοπή).». Η ανακόπτουσα, προσκομίζοντας και το από 8/11/2024 γνωμοδοτικό σημείωμα του καθηγητή Νομικής Σχολής Α.Π.Θ Πάρι Αρβανιτάκη, αμφισβητεί την ορθότητα των ως άνω συμπερασμάτων της υπ’ αριθ. 305/2023 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, πλην όμως το παρόν Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να κρίνει την ορθότητα της ως άνω αποφάσεως (κατά της οποίας έχει ασκηθεί, ως προελέχθη, η από 9/10/2023 αίτηση αναίρεσης) αλλά απλά διαπιστώνει ότι οι κρίσεις της αποτελούν δεδικασμένο, το οποίο καλύπτει τις αιτιάσεις του μοναδικού λόγου της ανακοπής. Επομένως ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απορρίπτοντας τον μοναδικό λόγο ανακοπής, απορριπτομένου παράλληλα και του μοναδικού λόγου εφέσεως.

Κατόπιν αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς εξέταση στην έφεση της εκκαλούσας, αυτή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, ως αβάσιμη στην ουσία. Περαιτέρω πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατέβαλε η εκκαλούσα, στο δημόσιο ταμείο, λόγω της ήττας της (άρθρο 495 παρ.3 εδαφ.τελευτ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου για την άσκηση της εφέσεως στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά στις 30 Σεπτεμβρίου 2025 .

O ΔΙΚΑΣΤΗΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Β. ΠΟΡΤΟΚΑΛΛΗΣ                ΕΛΕΝΗ ΔΟΥΚΑ

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς τη παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων,  στις 30 Σεπτεμβρίου 2025.

O ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κι αντ΄ αυτού, λόγω

αναρρωτικής άδειας, η

η Πρόεδρος του Τριμελούς

Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ε

Εφετείου Πειραιώς, Φεβρωνία

Τσερκέζογλου, Πρόεδρος

Εφετών