ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός Αποφάσεως 596 /2025
ΤΟ TΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή Εφέτη και Ελένη Μοτσοβολέα Εφέτη- Εισηγήτρια και από την Γραμματέα Ε.Δ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, την …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος : ………….ο οποίος στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξουσιο δικηγόρο Γεώργιο Ψαρό.,
Του εφεσιβλήτου :…………., ο οποίος στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξουσιο δικηγόρο, Δημήτριο Κακόγιαννο, βάσει δηλώσεως.
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 27-7-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2017 αγωγη του κατά του εναγομένου ήδη εκκαλούντος και ζήτησε να γίνει δεκτή. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2825/2021 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, με την οποία τούτο κηρύχθηκε κατά τόπον αναρμόδιο για την συζήτηση της υπόθεσης και την παρέπεμψε προς εκδίκαση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, ως κατά τόπον αρμόδιο. Η αγωγή εισήχθη προς συζητηση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την από 20-4-2022 κλήση (αρ. κατ. ………/2022) για την δικάσιμο της 25/1/2023, μετά την συζήτηση της οποίας εξεδόθη η υπ’ αριθ. 697/2023 απόφαση δια της οποιας η αγωγή έγινε δεκτή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο εναγόμενος με την από 25-5-2023 (αρ. εκθ. κατ. ………../2023) εφεσή του, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης …………/2023, προσδιορίσθηκε για την δικάσιμο της 19-9-2024, οπότε αναβλήθηκε για την δικάσιμο της 16-10-2025. Με την από 25-9-2024 κλήση (αίτηση προτιμησης) αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης …………./2024 η υπόθεση προσδιορίσθηκε για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά κατέθεσε μονομερή δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσε προτάσεις, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 27-7-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2017 αγωγη του κατά του εναγομένου ήδη εκκαλούντος και ζήτησε να γίνει δεκτή. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2825/2021 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, με την οποία τούτο κηρύχθηκε κατά τόπον αναρμόδιο για την συζήτηση της υπόθεσης και την παρέπεμψε προς εκδίκαση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, ως κατά τόπον αρμόδιο. Η ανωτέρω απόφαση επιδόθηκε στην πληρεξουσία δικηγόρο του εναγομένου στις 15-3-2022 και μετά την παρέλευση της τριακονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 1 ΚΠολΔ κατέστη τελεσίδικη (υπ’ αριθ. ….. Δ/15-3-2022 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …………. και υπ’ αρ ……../2022 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών, περί μη ασκήσεως ενδίκων μεσων κατ’ αυτής). Ο ενάγων επανέφερε προς συζήτηση την αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την από 20-4-2022 κλήση (αρ. κατ. ………../2022) για την δικάσιμο της 25/1/2023, μετά την συζήτηση της οποίας εξεδόθη η υπ’ αριθ. 697/2023 απόφαση δια της οποιας η αγωγή έγινε δεκτή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο εναγόμενος με την από 25-5-2023 (αρ. εκθ. κατ. ………/2023) εφεσή του. Η υπό κρίση έφεση του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της υπ’ αριθμ. 697/2023 οριστικης απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 ΚΠολΔ), αφού δεν προκυπτει επίδοση της εκκαλουμένης, ενώ δεν παρήλθε η καταχρηστική προθεσμία των δύο ετών από τη δημοσίευσή της μέχρι την άσκηση της έφεσης, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό της έχει καταβληθει και το νόμιμο παράβολο σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ. Επομένως, είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθει περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των κατ’ ιδίαν λόγων της κατά την αυτή ως άνω διαδικασία (533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 785 ΑΚ, που ορίζει την έννοια της κοινωνίας δικαιώματος, “Αν ένα δικαίωμα ανήκει σε περισσότερους από κοινού, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, υπάρχει ανάμεσά τους κοινωνία κατ` ιδανικά μέρη. Σε περίπτωση αμφιβολίας λογίζεται ότι τα μέρη είναι ίσα”, ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1113 του ιδίου κώδικα “Αν η κυριότητα του πράγματος ανήκει σε περισσότερους εξ αδιαιρέτου κατ` ιδανικά μέρη, εφαρμόζονται οι διατάξεις για την κοινωνία”. Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 788 παρ. 1 ΑΚ, “η διοίκηση του κοινού ανήκει σε όλους μαζί τους κοινωνούς.”. Η διάταξη αυτή ορίζει, σχετικά με τη διοίκηση του κοινού πράγματος, την αρχή της ομοφωνίας όλων των κοινωνών (ΑΠ 1037/2013), ο δε όρος “διοίκηση” περιλαμβάνει κάθε πράξη διαχείρισης, υλική ή νομική, η οποία είναι απαραίτητη για τη συντήρηση, εκμετάλλευση, χρησιμοποίηση, κάρπωση και αύξηση της αξίας του κοινού πράγματος (ΑΠ 1373/2006). Στις εν λόγω πράξεις τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης, περιλαμβάνεται και η σύμβαση μίσθωσης του κοινού αντικειμένου, καθώς και κάθε άλλη πράξη, η οποία τείνει στη διατήρηση η άρση των συνεπειών της μισθώσεως, όπως η παράταση ή η τροποποίηση της συμβάσεως μισθώσεως ή καταγγελία αυτής (ΑΠ 1037/2013), η δε εκμίσθωση ιδανικής μερίδας του μισθίου προς τρίτο δεν είναι επιτρεπτή, συνεπεία του χαρακτήρα της χρήσεως ως αδιαιρέτου δικαιώματος (ΑΠ 164/2024, ΑΠ 1817/2006). Η άσκηση της διοίκησης του κοινού απαιτεί σύμπραξη όλων των κοινωνών, με την έννοια ότι κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα σύμπραξης στη διοίκηση του κοινού (ΑΠ 1373/2006). Η ανωτέρω αρχή της ομοφωνίας διασπάται με την αρχή της πλειοψηφίας, που καθιερώνει η επόμενη διάταξη του άρθρου 789 ΑΚ, κατά την οποία “Με απόφαση της πλειοψηφίας των κοινωνών μπορεί να καθοριστεί ο τρόπος της τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης που αρμόζει στο κοινό αντικείμενο. Η πλειοψηφία λαμβάνεται κατά το μέγεθος των μερίδων”. Η απόφαση της πλειοψηφίας που ελήφθη μέσα στα πλαίσια του άρθρου 789 ΑΚ δεν αφορά μόνο τις εσωτερικές σχέσεις των κοινωνών, αλλά ενέχει και εξουσία αντιπροσωπεύσεως και συνακόλουθα είναι έγκυρη και δεσμεύει όλους τους κοινωνούς, δηλαδή και εκείνους που διαφώνησαν και μειοψήφισαν, έστω και αν δεν έλαβαν μέρος σ` αυτήν (ΑΠ 95/2020, ΑΠ 635/2018, ΑΠ 1037/2013). Εξ άλλου, ο προσήκων τρόπος τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης για το κοινό αντικείμενο, πρέπει να είναι σύμφωνος με τη φύση του κοινού πράγματος και τους κανόνες της επιμελούς διαχείρισης και εκμετάλλευσης του. Σε αντίθετη περίπτωση, καθώς και όταν η απόφαση αντίκειται σε άλλους τιθέμενους από το νόμο περιορισμούς (άρθρο 792ΑΚ), οι εναντιωθέντες στην απόφαση της πλειοψηφίας μειοψηφούντες συγκύριοι δικαιούνται να επιδιώξουν την αναγνώριση της ακυρότητας της αποφάσεως κατά τα άρθρα 174 και 180 Α.Κ. Ακόμη, η απόφαση αυτή μπορεί να προσβληθεί από τη μειοψηφία, κατ` άρθρο 281ΑΚ, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια τα τιθέμενα από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος (ΑΠ 1037/2013, ΑΠ 160/2008). Τέλος, κατά το άρθρο 790 του ΑΚ, “αν η διοίκηση και η χρησιμοποίηση δεν καθορίστηκε με κοινή συμφωνία ή με πλειοψηφία (των κοινωνών), καθένας από τους κοινωνούς έχει δικαίωμα να ζητήσει να την κανονίσει το δικαστήριο, με τον τρόπο που είναι ο πιο πρόσφορος και συμφέρει περισσότερο σε όλους τους κοινωνούς. Αν υπάρχει ανάγκη το δικαστήριο μπορεί να διορίσει διαχειριστή”. Η ρύθμιση αυτή, που δεν τείνει στη διάγνωση ουσιαστικού δικαιώματος, αλλά αποτελεί ρυθμιστική παρέμβαση του δικαστηρίου, που αποβλέπει στην εξεύρεση, με βάση τις εκάστοτε κρατούσες συνθήκες, του περισσότερο πρόσφορου και επωφελούς για όλους τους κοινωνούς τρόπου διοίκησης και χρησιμοποίησης του κοινού πράγματος, ισχύει για αόριστο χρονικό διάστημα, ήτοι ενόσω υφίσταται η κοινωνία, και μπορεί να τροποποιηθεί μόνο με συμφωνία όλων των κοινωνών (και όχι της πλειοψηφίας αυτών) ή με νέα δικαστική απόφαση σε περίπτωση μεταβολής των συνθηκών (ΑΠ 1369/2008, ΑΠ 1084/2005, ΑΠ 825/2004). Κατά την άσκηση της ρυθμιστικής του αυτής παρέμβασης, το δικαστήριο δεν υπόκειται σε περιορισμούς και ενδεικτικά μόνον καθορίζεται η δυνατότητα διορισμού διαχειριστή, οφείλει όμως να μην παραβιάζει τις κείμενες διατάξεις των νόμων (AΠ 59/2025, ΑΠ 825/2004 ΤΝΠ Νόμος). Έτσι το δικαστήριο, στο οποίο μπορεί να προσφύγει κάθε κοινωνός, επικαλούμενος μεταξύ των άλλων και την έλλειψη απόφασης όλων ή της πλειοψηφίας τους (ΑΠ 1769/1998, ΕλλΔνη 32.92), κανονίζει την διοίκηση ή την χρησιμοποίηση του κοινού κατά τον τρόπο που είναι πιο πρόσφορος και συμφέρει όλους τους κοινωνούς, έχοντας και τη δυνατότητα, για την καλύτερη επιτυχία του κοινού σκοπού των κοινωνών, να διορίσει διαχειριστή, η εξουσία του οποίου, καθοριζόμενη στην απόφαση, περιλαμβάνει κάθε πράξη διοικήσεως και διαχειρίσεως του κοινού, που τείνει στην προς το συμφέρον των κοινωνών εκμετάλλευση, χρησιμοποίηση, κάρπωση και αύξηση της αξίας αυτού, και επομένως και την εκμίσθωση αυτού, ως και την είσπραξη των μισθωμάτων του κοινού πράγματος. Η αγωγή με την οποία επιδιώκεται η (οριστική) ρύθμιση της διοίκησης του κοινού ασκείται ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου, επειδή το αντικείμενό της δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα (αρθρ. 18ΚΠολΔ) και εκδικάζεται κατά τη συνήθη τακτική διαδικασία (ΕφΑΘ 4857/99 ΛΕΕ 1999. 873, ΕφΑΘ 9314/96 Δνη 1997. 1654, ΕφΑΘ 5562/92 Δνη 1994. 147), σ` αυτήν δε πρέπει να αναφέρονται: α) η ύπαρξη κοινωνίας μεταξύ των διαδίκων, χωρίς να απαιτείται περιγραφή του ιστορικού της γέννησης της κοινωνίας, β) η έλλειψη απόφασης της παμψηφίας ή πλειοψηφίας, ή ότι η υπάρχουσα απόφαση είναι άκυρη ή δεν είναι πλέον κατάλληλη και πιο συμφέρουσα για τους κοινωνούς. Η προϋπόθεση αυτή αποτελεί στοιχείο της βάσης της αγωγής και το βάρος της απόδειξης ότι δεν υπάρχει απόφαση των κοινωνών το φέρει ο ενάγων (ΑΠ 1769/88 Δνη 1991. 12, ΕφΑΘ 1662/93 Δνη 1994. 153), γ) ισχυρισμός του ενάγοντος ότι βρίσκεται στη συννομή του κοινού πράγματος και δ) υπόδειξη από τον ενάγοντα του περισσότερου πρόσφορου και συμφέροντος, κατά την κρίση του, τρόπου διοικήσεως και διαχειρίσεως του κοινού, διαφορετικά η αγωγή απορρίπτεται ως αόριστη (Σκούρας σε ΕρμΑΚ. Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, σχόλια υπό άρθρο 790, αρ. 14. 176, Τζίφρας, ΕΕΝ 41. 425). Τότε μόνο είναι δυνατή η δικαστική παρέμβαση, που έχει ως σκοπό την αναπλήρωση της ελλείπουσας απόφασης των κοινωνών, όταν υπάρχει πραγματική ή νομική αδυναμία των κοινωνών να καθορίσουν την τακτική διοίκηση του κοινού (ΑΠ 1084/05 Δνη 2007. 178, ΑΠ 825/04 ΧρΙΔ 2004. 984, ΑΠ 1769/88 ό.π.). Δυνατότητα δικαστικής παρέμβασης υπάρχει και όταν, παρά την ύπαρξη απόφασης των κοινωνών, έχουν μεταβληθεί οι συνθήκες και ο καθορισθείς από τους κοινωνούς τρόπος διοίκησης δεν ταιριάζει πλέον στο κοινό αντικείμενο ή έπαυσε να είναι ο πιο πρόσφορος και συμφέρων για τους κοινωνούς, δεν κατέστη δε δυνατή η λήψη νέας απόφασης από την πλειοψηφία (ΕφΑθ 366/2025 ΤΝΠ Νόμος ). Με την από 27-7-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2017 αγωγη του, o ενάγων και ήδη εφεσίβλητος εξέθετε ότι με τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα τυγχανουν συγκύριοι του αναλυτικώς περιγραφόμενου ακινήτου, το οποίο λειτουργούσε εξ αρχής ως ξενοδοχείο. Ότι με τον εναγόμενο αδυνατούν να λάβουν απόφαση για τον προσφορότερο τρόπο διοίκησης του ακινήτου. Ότι βρίσκεται στην συννομή του κοινού ακινήτου από την 21.3. 2017, όταν παρέλαβε τα κλειδιά του από τον μέχρι τότε εκμεταλλευόμενο το ξενοδοχείο, ………. και ότι με την από 26.5.2017 εξώδική γνωστοποίηση δήλωση που επιδόθηκε στον εναγόμενο την ιδία ημέρα του γνωστοποίησε ότι ένα κλειδί του ξενοδοχείου ήταν στην διάθεσή του και τον κάλεσε να εισέλθουν στο επίκοινο για την καταμέτρηση των εντός αυτού κινητών πραγμάτων και να προέλθουν σε συμφωνία σχετικα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αξιοποίησης του επικοινου. Ότι η εκμίσθωση του κοινού ακινήτου σε τριτα πρόσωπα συνιστά τον προσφορότερο τρόπο εκμετάλλευσης και για τον σκοπό αυτόν θα πρέπει να διορισθεί ο ίδιος ανευ αμοιβής διαχειριστής του (κοινου ακινήτου) προκειμενου να προβαίνει σε όλες τις απαιτούμενες για την εκμίσθωσή του ενέργειες. Με βάση το ιστορικό αυτό,ζητησε, κατ’ ορθήν εκτίμηση (σημειούται ότι η διατύπωση του αιτήματος δεν είναι ανάγκη να διαλαμβάνεται πανηγυρικώς στο αιτητικό της ένδικης αγωγής αλλά μπορεί να περιλαμβάνεται σε οποιοδήποτε τμήμα αυτής), να καθορισθεί ο τρόπος διοίκησης και εκμετάλλευσης του κοινού ακινήτου με το διορισμό του ιδίου ως διαχειριστή, ο οποίος θα διαθέτει την εξουσία να το εκμισθώνει και να προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες για τον σκοπόν αυτόν ενέργειες και να καταδικασθεί στην καταβολή της δικαστικής του δαπανης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθ. 697/2023 απόφασή του διά της οποίας έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, και περαιτέρω μετ’ εκτίμηση αποδείξεων, δέχθηκε την αγωγή κατ’ ουσίαν. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, με την υπό κρίση έφεσή του, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και κακή εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων με αίτημα να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ώστε να απορριφθεί η αγωγή, άλλως να διορισθεί ο ίδιος διαχειριστής, άνευ αμοιβής, του επικοίνου με τις εξουσίες όπως ειδικεύονται στο αιτητικό της αγωγής, άλλως να ανασταλεί η έκδοση απόφασης έως ότου περατωθεί αμετάκλητα η δίκη επί της αγωγής διανομής του επικοίνου. Από την προσήκουσα εκτίμηση των νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζομένων υπό του ενάγοντος υπ’ αριθ. ………/2017 και ………./2017 ενόρκων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών βεβαιώσεων των ………. και …….. που ελήφθησαν επιμελεία του ενάγοντος κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου περιεχομένης στο δικόγραφο της αγωγής κλητεύσεως του εναγομένου (υπ’ αριθ. ….. /12-9-2017 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……….), της νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζομένης υπο του ενάγοντος υπ’ αριθ. ……../2022 ένορκης ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς βεβαίωσης του ……….., που ελήφθη (επιμελεία του ενάγοντος) κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως του εναγομένου (υπ’ αριθ. ……./15-9-2002 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……..),των νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζομενων υπό του εναγομενου στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο τριών πρώτων κατά σειρά επίκλησης ενόρκων βεβαιώσεων (σύμφωνα με το άρθρο 422 παρ. 3 δεν επιτρέπεται η λήψη ενόρκων βεβαιώσεων πλέον των τριών για κάθε διάδικο και δύο για την αντίκρουση), ήτοι των υπ’ αριθ. …../5-8-2022 και ……./5-8-2022 ενόρκων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς βεβαιώσεων των …….. και ………. αντιστοίχως, που ελήφθησαν επιμελεία του εναγομένου κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως του εναγοντος (υπ’ αριθ. Δ- ………. /2-8-2022 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……….) και της υπ’ αριθ. ………./17.2.2025 ενόρκου ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………. βεβαιώσεως του …….., κατοίκου Ν. Ιωνίας, που ελήφθη (επιμελεία του εναγομένου) κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως του εναγοντος (υπ’ αριθ. ……../12-2-2025 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς ……..), η οποία θα ληφθει υποψη ακόμη κι αν εδόθη ενώπιον αναρμοδίως κατά τόπον οργάνου, διότι υπό τη νέα διατύπωση της διάταξης του άρθρου 424 ΚΠολΔ, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 4842/13-10-2021, το πεδίο εφαρμογής της οποίας καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς υποθέσεις, όπως και η παρούσα ένδικη υπόθεση(κατά ρητή πρόβλεψη του άρθρου 116 παρ.1 περ. β` του Ν.4842/2021, όπως αυτή διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 Ν. 4871/10-12-2021), καθίσταται σαφές ότι πλέον απαράδεκτο της ένορκης βεβαίωσης απαγγέλλεται αποκλειστικά για τους λόγους που απαριθμούνται περιοριστικά υπό στοιχ. α` έως δ` στο άρθρο 424 ΚΠολΔ, μεταξύ δε των άνω περιπτώσεων, δεν περιλαμβάνεται η λήψη της ένορκης βεβαίωσης ενώπιον οργάνου που αναφέρεται στο άρθρο 421 ΚΠολΔ, δεν είναι, όμως, κατά τόπον αρμόδιο, ενώ στις λοιπές περιπτώσεις μόνον εφόσον διαπιστώνεται δικονομική βλάβη του αντιδίκου, (ΑΠ 1278/2023 ΤΝΠ Νόμος), επίκληση της οποίας δεν γίνεται εν προκειμένω, μη λαμβανομένης υπόψη της από 8/11/2017 ενυπόγραφης δήλωσης (μη δικαιοπρακτικής, πλην φερούσης χαρακτήρα ανακοινώσεως παραστάσεως) του …………, η οποία συνιστά ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο και δεν θα ληφθεί υπόψη ούτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθόσον συντάχθηκε μετά την άσκηση της αγωγής με αποκλειστικό σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό μέσο στην παρούσα δίκη (Ολ. ΑΠ 8/1987, ΑΠ 17/2021, ΑΠ 297/2019, ΑΠ 1088/2019 ΤΝΠ Νόμος) και όλων ανεξαιρέτως των μετ’ επικλήσεως νομίμως προσκομιζομένων υπό των διαδίκων εγγράφων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη (άρθρα 432 επ. ΚΠολΔ) είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 3, 339, 395 ΚΠολΔ),σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), απεδείχθησαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι συγκύριοι και συννομείς σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος ενός άρτιου και οικοδομήσιμου οικοπέδου, συνολικού εμβαδού 443 τ.μ. μετά του επ’ αυτού κτισμένου ακινήτου, το οποίο βρίσκεται στην περιφέρεια του Δήμου Πειραιά, εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης, στον συνοικισμό «…..» επί της συμβολής των οδών ………….. Το κτισμένο εντός του ανωτέρω οικοπέδου ακίνητο λειτούργησε από το έτος 1965 ως ξενοδοχείο με την επωνυμία «………….» και αποτελείται από ισόγειο, πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο πάνω από το ισόγειο ορόφους, συνολικής επιφανείας 800 τ.μ. Το ως άνω ακίνητο ανήκε στην μητέρα των διαδίκων, ……..,, η οποία δυνάμει του υπ’ αριθ. …………/1983 συμβολαίου γονικής παροχής, το μεταβίβασε κατά ψιλή κυριότητα στον εναγόμενο και στον έτερο υιό της και ήδη αποβιώσαντα (στις 23/3/2017) αδελφό των διαδίκων, ………, σε ποσοστό 50 % εξ αδιαιρέτου σε έναν έκαστον, παρακρατώντας εφ’ όρου ζωής της την επικαρπία. Εν συνεχεία, δυνάμει των υπ’ αριθ. ………./18-3-1994 και ……/29-3-1994 συμβολαίων δωρεάς εν ζωή του συμβολαιογράφου Αθηνών …./……., νομίμως μεταγεγραμμένων στα οικεια βιβλία ο ενάγων απέκτησε το 15% εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του επιδίκου λόγω δωρεάς του ……….. προς τον ίδιο και ακολούθως δυνάμει του υπ’ αριθ. ………/6.11.1996 συμβολαίου ανταλλαγής ακινήτων της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, νομίμως μεταγεγραμμένης στα οικεία βιβλία μεταγραφων, απέκτησε παρά του αδελφού του ………… το 35 % εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας αυτού, ήτοι ο ενάγων απέκτησε συνολικώς το 50% εξ αδιαιρέτου του επιδίκου ακινήτου κατά ψιλή κυριότητα (που ανήκε στον ………..).Έτσι μετά την απόκτηση του ιδανικού μεριδίου από τον ενάγοντα, δημιουργήθηκε μεταξύ των διαδίκων σχέση κοινωνίας, λόγω της ψιλης κυριότητας αμφοτέρων των διαδίκων η οποία εκάλυπτε συνολικώς το 100% της ψιλής κυριότητας εξ αδιαιρέτου στο ανωτέρο ακίνητο. Μετα τον θάνατο της μητέρας των διαδίκων και επικαρπώτριας του κοινού ακινήτου, στις 30/9/2014, απεσβέσθη η επικαρπια και οι διάδικοι έγιναν πλήρως κύριοι. Επομένως οι διάδικοι είναι συγκυριοι και συγκοινωνοί του επιδίκου ακινήτου κατά συνολικό ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου. Περαιτέρω απεδείχθη ότι κατά τον χρόνο που η μητέρα των διαδίκων είχε την επικαρπία του ανωτέρω ακινήτου εκμίσθωσε τούτο διαδοχικώς στον ενάγοντα δυνάμει των από 25/10/1994, 22/12/1996 και 1/6/1998 ιδιωτικών μισθωτηρίων συμφωνητικών. Λόγω διαφωνιών μεταξύ των συμβαλλομένων ως προς την διεύθυνση και οικονομική διαχείριση του ξενοδοχείου η εκμισθώτρια – επικαρπώτρια κατήγγειλε την τελευταία από 1/6/1998 μίσθωση και προσέφυγε στο Διαιτητικό Δικαστήριο Αθηνών, ως αρμοδιο δυνάμει σχετικού συμβατικού όρου, το οποίο δυνάμει της υπ’ αριθ. 8/2000 αποφάσεώς του υποχρέωσε τον ενάγοντα να παραδώσει στην εκμισθώτρια- επικαρπώτρια τη χρήση της ξενοδοχειακής επιχείρησης. Μετά την αποβολή του ενάγοντα από το μίσθιο ακίνητο, η μητέρα των διαδίκων ως επικαρπώτρια εκμίσθωσε διαδοχικά το κοινό ακίνητο στον ήδη αποβιώσαντα αδελφό των διαδίκων, ……., δυνάμει των από 1/11/2000 και 14/6/2001 ιδιωτικών μισθωτηρίων συμφωνητικών. Η τελευταία μίσθωση λύθηκε στις 3/10/2002 κατόπιν συμφωνίας των μερών, ωστόσο, επειδή ο μισθωτής …….. δεν παρέδωσε στην εκμισθώτρια-επικαρπώτρια την κατοχή του ακινητου η τελευταία άσκησε την από 27-3-2007 αγωγή αποβολής του μισθωτή από το μίσθιο, από την οποία εν συνεχεια παραιτήθηκε το έτος 2008, οπότε και υπέγραψαν το από 31/1/2008 ιδιωτικό μισθωτήριο συμφωνητικό δυνάμει του οποιου κατήρτισαν μίσθωση επί του επιδίκου με τριακονταετή διάρκεια, ήτοι μέχρι 31-12- 2037. Επειδή υπήρξε αμφισβήτηση ως προς την εγκυρότητα της τελευταίας αυτής μισθώσεως η εκμισθώτρια –επικαρπώτρια, η οποία είχε τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση δυνάμει της υπ’ αριθ. 6871/2011 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών άσκησε, διά του δικαστικού της συμπαραστάτη ……… κατά του μισθωτή, ……… . την από 5-4-2011 (αρ. εκθ. κατ. ……../2011) κύρια αγωγή της με την οποία ζητούσε να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της τελευταίας αυτής από 31/1/2008 τριακονταετούς μίσθωσης (κυρίως σύμφωνα με το άρθρο 131 ΑΚ, επικουρικώς σύμφωνα με το αρθρο 179 ΑΚ) και να αποβληθεί ο μισθωτής από το μίσθιο, καθώς και την από 5-9-2011 (αρ. εκθ. κατ. ……/2011) παρεμπίπτουσα αγωγή της για αποζημίωση χρήσεως. Δυνάμει της υπ’ αριθ. 332/2014 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς έγινε τελεσιδίκως δεκτή η κύρια αγωγή της επικαρπώτριας- εκμισθώτριας (ενώ απερρίφθη η παρεμπίτουσα αγωγή της). Κατά της ανωτέρω αποφάσεως ο μισθωτής του κοινού ξενοδοχείου ………… άσκησε την από 25/7/2014 αίτηση αναίρεσης και την από 3-9-2014 αίτηση αναστολής εκτέλεσης της άνω αποφάσεως η οποία έγινε δεκτή, με συνέπεια να εξακολουθει αυτός να κατέχει το κοινό ακίνητο – μίσθιο. Η αίτηση αναιρέσεως κατά της υπ’ αριθ. 332/2014 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς απερρίφθη δυνάμει της υπ’ αριθ. 63/2017 αποφάσεως του Αρείου Παγου. Η λειτουργια του ξενοδοχειου είχε ήδη διακοπεί από το έτος 2016, ενόψει δε της επικείμενης παράδοσης του μισθίου ο …………. είχε προκαλέσει σε αυτό σημαντικές φθορές, όπως αμφότεροι οι διάδικοι συνομολογούν. Μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 63/2017 αποφάσεως του Αρείου Πάγου, στις 21-3-2017 ο …………… παρέδωσε εκουσίως, παρουσία των ενόρκως βεβαιωσάν των ……………… και ………….., τα κλειδιά του ξενοδοχείου στον ενάγοντα, και με τον τρόπο αυτό την νομή και κατοχή του, ενόψει της αρνήσεως του εναγομένου να συμπράξει στην παράδοση και παραλαβή των κλειδιών, ο οποίος, όμως, εναγων τα παρέλαβε και εγκατεστάθη στην νομή του όχι μόνον δι’ εαυτόν αλλά και για λογαριασμό του αδελφού του συννομέως εναγομένου, τον οποίον ανεγνώρισε ως συννομέα. Τον κάλεσε δε με την από 26-5-2017 εξώδικη δήλωση ως θα εκτεθει κατωτέρω, να εγκατασταθεί στην συγκατοχή του επιδίκου με την παράδοση σε αυτόν αντιγράφου των κλειδιών, αυτός, όμως αρνήθηκε. Ειδικότερα μετά την αποχώρηση και τον θάνατο στην συνέχεια του ………………., οι διάδικοι επεχείρησαν ως συννομείς να προελθουν σε συμφωνία για τον προσφοροτερο τρόπο εκμετάλλευσης του επικοίνου ξενοδοχείου προβαίνοντας σε διαπραγματεύσεις με τον κοινό τους φίλο, …….., ο οποίος τους προτεινε αρχικά να χρηματοδοτήσει ο ιδιος την ανακαίνιση του ξενοδοχείου, ώστε να το αξιοποιήσουν επιχειρηματικώς και οι τρείς, με αυτόν να συμμετέχει στην επιχείρηση σε ποσοστό 30% έως 40% και στην συνέχεια, λόγω της απορρίψεως από τον εναγόμενο της ως άνω προτάσεως, τους πρότεινε να μισθώσει ο ίδιος το ξενοδοχείο, αναλαμβάνοντας τις απαιτούμενες δαπάνες για την ανακαίνισή του και την εξόφληση της οφειλής προς την ΕΥΔΑΠ. Οι διαπραγματεύσεις των διαδίκων δεν ευδοκιμησαν διότι ο εναγόμενος δεν συμφωνουσε με τις ως άνω προτάσεις. Στις 24-4-2017 ο εναγόμενος απέστειλε στον ενάγοντα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) με τις προτάσεις του για την διαχείριση του ξενοδοχείου και συγκεκριμένα του πρότεινε την διανομή του κοινού ξενοδοχείου με την δημιουργία δύο αυτοτελών ιδιοκτησιών, η οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί είτε με οριζόντια είτε με κάθετη κατανομη, άλλως να ανταλάξει το ιδανικό του μερίδιο στο ξενοδοχείο με την πλήρη κυριότητα ενός διαμερίσματος του εναγομένου στο ……. και να καταβάλλει ισοβίως στον ενάγοντα το ποσο των 1.000 ευρώ μηνιαίως. Ο ενάγων, ο οποίος δεν συμφωνούσε με τις άνω προτάσεις του εναγομένου απέστελε στον εναγόμενο στις 26-5-2017 την ιδίας ημεροχρονολογίας εξώδικη γνωστοποίηση – δήλωση, με την οποία του γνωστοποιούσε ότι υπήρχε διαθέσιμο για τον ίδιο αντίγραφο των κλειδιων του κοινού ξενοδοχείου, και τον καλούσε , να παρευρεθεί στις 30-5-2017 και ώρα 9:30 στο επίκοινο, προκειμένου να προβουν από κοινού παρουσία τριών μαρτύρων στην καταμέτρηση των ευρισκομένων σε αυτό κινητών πραγμάτων και να συναποφασίσουν τον προσφορότερο τρόπο αξιοποίησής του, ο εναγόμενος, όμως, δεν ανταποκρίθηκε. Συνεπώς απεδείχθη ότι από την 21.3.2017 οι διάδικοι ευρισκονται στην συννομή του επικοινου, καθόσον ναι μεν ο ενάγων παρέλαβε μόνος αυτός τα κλειδια του επικοινου, πλην όμως ενεργούσε και για λογαριασμό του εναγομένου, καθώς έθεσε στην διάθεσή του αντίγραφο των κλειδιών και τον προσκαλεσε να συμπραξει στην καταμέτρηση των κινητών και να προέλθουν σε συμφωνία για τον προσφορότερο τρόπο εκμετάλλευσής του. Εν συνεχεια στις 21-7-2017, ο ενάγων απέστειλε στον εναγόμενο την από 19-7-2017 εξώδικη δήλωσή του, με την οποία αφού του επισημαίνει και πάλι ότι διά της προηγουμένης από 26.5.2017 εξωδίκου δηλώσεως είχε θέσει αντίγραφο των κλειδιών του επικοίνου στην διάθεσή του και τον είχε προσκαλέσει στην από κοινου καταμέτρηση των κινητών εντός αυτού, στην συνέχεια του γνωστοποίησε την άμεση ανάγκη λειτουργίας του ξενοδοχείου, λόγω της ύπαρξης οφειλής προς την ΕΥΔΑΠ ποσού 90.599,93 ευρώ, που επρεπε άμεσα να αποπληρωθεί, καθώς η ΕΥΔΑΠ είχε επιβάλει κατάσχεση στα ιδανικά τους μερίδια, αλλά και λόγω της άμεσης ανάγκης λήψης πιστοποιητικού κατάταξης του ξενοδοχείου μέχρι τις 31/12/2017 και του παρουσίασε τρεις προτάσεις αξιοποίησης αυτού, θέτοντάς του προθεσμία πέντε ημερών, ώστε να επιλέξει την επωφελέστερη. Ειδικότερα οι προτάσεις για τις οποίες ενημέρωσε τον εναγόμενο με την ανωτέρω εξώδικη δήλωση ήταν α) του ……. . προτιθέμενου να αναλάβει εξ ολοκλήρου το κόστος ανακαίνισης του ξενοδοχείου ύψους, κατά τις εκτιμήσεις του 100.000 έως 120.000 ευρώ αποκτώντας παράλληλα ένα ποσοστό 30%-40% στην επιχείρηση, μέχρις ότου εισπράξει το κεφάλαιο που επρόκειτο να διαθέσει για τις αναγκαίες επισκευές, άλλως να μισθώσει το ξενοδοχείο για χρονική περίοδο δεκαπέντε ετών, έναντι μηνιαίου μισθώματος 4.000 ευρώ, διαθέτοντας το ποσό των 100.000 έως 120.000 για την ανακαίνιση του ξενοδοχείου και αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα την εξόφληση της οφειλής προς την ΕΥΔΑΠ και β) η πρόταση της εταιρείας «……………», ήτοι να μισθώσει το ξενοδοχείο για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα ετών, με μηνιαίο μίσθωμα 5.000 ευρώ, προσαυξανόμενο από το δεύτερο έτος της μίσθωσης κατά ποσοστό 2%. Οι ως άνω δύο προτάσεις του ……………. αποδεικνύονται από τις υπ’ αριθ. …../2017 και …../2017 ένορκες βεβαιώσεις των ενόρκως βεβαιωσάντων …….. και …………. και κυρίως από την υπ’ αριθ. …../2022 ενορκη βεβαίωση του ιδίου του ……., ο οποίος επιβεβαιώνει και εξειδικεύει κατά περιεχόμενο τις ως άνω προτάσεις για την μίσθωση και επιχειρηματική αξιοποίηση του ξενοδοχείου, ενώ δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο ………… δεν είχε προβάλει τις άνω προτάσεις, καθόσον τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τον εναγόμενο μηνύματα κινητού τηλεφώνου, που είχε ανταλλάξει με τον ……. στις 24-7-2017,προς απόδειξη του ισχυρισμού του, αποτυπώνουν ένα μερος μόνον από τις συνομιλίες τους. Από το περιεχόμενο δε της ως άνω υπ’ αριθ. …………/2022 ενόρκου βεβαιώσεως αποδεικνύεται ότι ο ………………… εξακολουθεί να έχει επενδυτικό ενδιαφέρον για το ξενοδοχείο προτιθεμενος, μάλιστα, να επενδύσει για την ανακαίνιση, την κτιριακή βελτίωση, τον πληρη εξοπλισμό και τα χρέη του ξενοδοχείου ποσό που μπορεί να ανέλθει σε 250.000 έως 300.000 ευρώ. Η πρόταση της εταιρείας «……….» αποδεικνύεται από τις υπ’ αριθ. …../2017 και …../2017 ένορκες βεβαιώσεις των ενόρκως βεβαιωσάντων …….. και ….. . και από την από 15-7-2017 επιστολή (προσφορά) του εκπροσώπου της άνω εταιρείας, στην οποία αναφέρεται ότι η ανωτέρω εταιρεία προτίθεται να μισθώσει το επίκοινο ξενοδοχείο για συγκεκριμενη χρονική περίοδο καθως και το προτεινόμενο μίσθωμα. Η παράλειψη λεπτομερούς αναφοράς των ειδικότερων στοιχείων που εξατομικεύουν την ως άνω εταιρεία, το γεγονός ότι δεν προτάθηκε σαφές επενδυτικό σχέδιο και το ότι η εν λόγω επιστολή συντάχθηκε ημέρα Σάββατο, χωρίς την πλήρη αναγραφή των στοιχείων του προσώπου που την συνέταξε, δεν ασκουν έννομο επιρροή, καθόσον η συγκεκριμένη επιστολή δεν επέχει θέση τυπικής σύμβασης, αλλ’ απλή πρόταση για σύναψη μίσθωσης, παρεκτός του ότι ο εναγόμενος μπορεί ευχερως να αναζητήσει τα στοιχεία που εξατομικεύουν την εταιρεία κατόπιν σχετικής έρευνας στο διαδικτυακό χώρο του Γ.Ε.Μ.Η, το δε επενδυτικό σχέδιο αποτελεί περιεχόμενο των κατ’ ιδίαν διαπραγματεύσεων των μερών. Από τις ως άνω προσφορές συναγεται κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ότι υφίσταται επενδυτικό ενδιαφέρον για την αξιοποίηση του ξενοδοχείου, ακόμη και αν δεν διαλαμβάνεται σε αυτες ολόκληρο το επιχειρηματικό σχέδιο ή τα στοιχεία του εκάστοτε επενδυτή. Ακολούθως, στις 28-7-2017 ο εναγόμενος κοινοποιησε στον ενάγοντα την από 24-7-2017 εξώδικη απάντηση -δήλωσή του με την οποία απέρριψε τις προτάσεις που ο ενάγων είχε διατυπώσει με την από 19-7-2017 εξώδικη δήλωσή του, επανέλαβε τις προτάσεις του για διανομή του κοινού τους ακινήτου και κάλεσε τον ενάγοντα να συμπράξει στην διανομή αυτού εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών, να του παραδώσει εντός προθεσμίας δέκα ημερών τα κλειδιά του επικοίνου τα οποια τον εγκάλεσε ότι παρακρατά αυθαίρετα, αποβάλλοντάς τον κατ’ αυτόν τον τρόπο από την συννομή του επικοίνου, να του παραδώσει εντός της άνω προθεσμίας όλες τις συμβάσεις που είχε συνάψει για το κοινό ακίνητο και την ξενοδοχειακή τους επιχείρηση και να απέχει από αυθαίρετες ενέργειες. Στην ανωτέρω από 24-7- 2017 εξώδικη δήλωση του εναγομενου ο ενάγων απήντησε με το από 8/8/2017 μήνυμά ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email), με το οποίο αρνήθηκε το περιεχόμενο της ανωτέρω εξώδικης δήλωσης του εναγομένου και ακολούθως τον Σεπτέμβριο 2017 άσκησε την υπο κρίση αγωγή. Στις 8-11-2017 ο ενάγων έλαβε ακόμη μια επιχειρηματική πρόταση από το μεσιτικό γραφείο με την επωνυμία «……….» για την ύπαρξη ενδιαφερομένων προσωπων να μισθώσουν το κοινο ακίνητο των διαδίκων για χρονικη περίοδο δώδεκα ετών, εναντι μηνιαίου μισθώματος 5.500 εως 6.000 ευρώ, αναπροσαρμοζόμενο μετά την πρώτη πενταετία, που θα αναλαμβαναν ταυτόχρονα και το χρέος των διαδίκων προς την ΕΥΔΑΠ (από 8.11.2017 προσφορά της μεσίτριας ………..). Το γεγονός ότι δεν αναγράφονται τα στοιχεία των ενδιαφερομένων στην άνω επιστολή δεν ασκεί έννομο επιρροή, διότι κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας οι μεσίτες δεν αποκαλύπτουν τα στοιχεία των εντολέων τους, προ της ενάρξεως των διαπραγματεύσεων για την μίσθωση του ακινήτου. Ακολούθως ο εναγόμενος άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 8-2-2018 (ΓΑΚ …../2018 και ΕΑΚ ……/2018) αγωγή διανομής. Σημειούται εν προκειμενω ότι το αίτημα του εναγομένου να ανασταλεί η παρούσα δίκη κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ μεχρι να περατωθεί αμετάκλητα η δίκη που ανοίχθηκε με την από 8/2/2018 αγωγή διανομής πρέπει να απορριφθεί ως αβασιμο, διότι αντικείμενο της παρούσας δίκης είναι ο καθορισμός του προσφορότερου τρόπου αξιοποίησης του επικοίνου, ενώ αντικείμενο της αγωγής διανομής αποτελεί η λύση της κοινωνίας, η δε διαπλαστική απόφαση του Δικαστηρίου που καθορίζει την διοίκηση του επικοίνου διαρκεί, κατά τα προεκτεθέντα στην μείζονα της παρουσης σκέψη, όσο χρόνο υφίσταται η έννομη σχέση της κοινωνίας. Το αίτημα τούτο κατ’ άρθ. 249 ΚΠολΔ εναπόκειται στην κυριαρχική εξουσία του Δικαστηρίου και το παρον Δικαστήριο κρίνει ότι ενόσω υφίσταται η κοινωνία μεταξύ των διαδίκων και είναι αδύνατη η λήψη απόφασης για τη διοίκηση του κοινού ακινήτου πρέπει να ρυθμιστεί από το Δικαστήριο τούτο κατά τον τρόπο που είναι πιο πρόσφορος και συμφέρει τους κοινωνούς. Περαιτέρω, ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών ισχυρίσθηκε ότι ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος από 23.3.2017 και εντεύθεν κατέχει παράνομα τα κλειδιά του ακινητου και αντιποιείται την συννομή και συγκατοχή του (εναγομένου) επ’ αυτού κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου. Ο εναγόμενος δηλαδή αμφισβήτησε ότι ευρισκετο ο ίδιος στην συννομή κατά την έγερση της αγωγής. Ο ισχυρισμός αυτός δεν απεδειχθη. Αντιθέτως απεδείχθη, ότι ο ενάγων παρέλαβε στις 21.3. 2017 τα κλειδιά του επικοίνου και εγκατεστάθη στην νομή του όχι μόνον δι’ εαυτόν αλλά και για λογαριασμό του αδελφού του συννομέως-εναγομένου, τον οποίον ανεγνώρισε ως συννομέα και τον κάλεσε με την από 26-5-2017 εξώδικο δήλωση να εγκατασταθεί την συγκατοχή του επιδικου με την παραδοση σε αυτόν αντιγράφου των κλειδιών. Ο εναγόμενος, όμως, αρνήθηκε την παραλαβή και δεν εγκατεστάθη στην συγκατοχή. Τούτο, όμως, δεν του στερεί την ιδιότητα του συννομέως. Άρα κατά την έγερση της αγωγής τον αναγνώρισε συννομέα. Εξάλλου δεν απεδείχθη ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο ενάγων αντιποιείται την συννομή και την συγκατοχή του εναγομένου κάνοντας αδιάλειπτα χρήση του επικοινου δια της εκμισθώσεως χωρων σταθμευσης σε τρίτους χωρις την συναινεση του εναγομένου. Από όλα τα ανωτέρω απεδείχθη ότι οι μεταξύ των διαδίκων σχέσεις είναι τόσο τεταμένες, ώστε να είναι αδύνατον να λάβουν απόφαση για την διαχείριση του επικοίνου ακινήτου. Επομένως, ενόψει της διαφωνίας τους και της αδυναμίας λήψης έγκυρης απόφασης, εφόσον κανένας από τους συννομείς δεν διαθέτει τη πλειοψηφία, παρέπεται, ότι συντρέχει νόμιμη περίπτωση καθορισμού διοίκησης και χρησιμοποίησης του κοινού πράγματος. Προσφορότερο τρόπο αξιοποίησης του επικοινου συνιστά η εκμίσθωση αυτού σε τρίτα πρόσωπα, λαμβάνοντας υπόψη τις επιταγές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών. Για την εκμίσθωση δεν απαιτείται ομοφωνία των κοινωνων, ούτε όμως θίγονται με αυτήν τα ατομικά δικαιώματα των τελευταίων. Σημειούται ότι η προσφορότητα, της λύσης αυτής δεν αναιρείται από την εκκρεμότητα της αγωγής διανομής, δεδομένου ότι, αν δεν συμφωνηθεί κάτι διαφορετικό στη σύμβαση μίσθωσης, η επαγγελματική μίσθωση ενός ακινήτου δεσμεύει και τους ειδικούς διαδόχους (ΑΠ 999/2014), εστω και αν οι τελευταίοι απέκτησαν την κυριότητα του μισθίου με εκούσιο πλειστηριασμό., Από τον συνδυασμό των άρθρων 1021 και 1009 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η διάταξη του άρθρου 1009 ΚΠολΔ, με την οποία παρέχεται στον υπερθεματιστή το δικαίωμα να καταγγείλει την επαγγελματική μίσθωση στο ακίνητο που εκπλειστηριάσθηκε κατόπιν αναγκαστικού πλειστηριασμού, δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση του εκούσιου δικαστικού πλειστηριασμού, ο οποίος διατάσσεται από το Δικαστήριο σε περίπτωση που κριθεί ανέφικτη η αυτούσια διανομή του επικοίνου ακινήτου. Περαιτέρω δεδομένης της αδυναμίας των διαδίκων να καταλήξουν σε συμφωνία αναφορικά με την διαχείριση του κοινού ακινήτου, συντρέχει ανάγκη καθορισμού αυτής από το Δικαστήριο και διορισμού διαχειριστή, ο οποίος θα προβαίνει σε κάθε ενέργεια που απαιτείται για την σύναψη της μίσθωσης. Η εκμίσθωση του ακινήτου σε τρίτα πρόσωπα συνιστά τον προσφορότερο τρόπο αξιοποίησης αυτού, διότι απεδείχθη ότι οι διάδικοι αδυνατούν να αξιοποιήσουν το κοινό τους περιουσιακό στοιχείο, καθόσον ουδείς εξ αυτών διαθέτει τα αναγκαία οικονομικά μέσα για την αξιοποίηση αυτού, λαμβανομένης υπόψη της σημαντικής οφειλής που υφίσταται έναντι της ΕΥΔΑΠ και του σημαντικού κόστους που απαιτούν οι επισκευές για την αποκατάσταση του επικοίνου και την εν γένει ανακαίνισή του. Με την εκμίσθωση του ακινήτου οι διάδικοι είναι εφικτό να συμφωνήσουν με τον υποψήφιο μισθωτή να αναλάβει ο ίδιος την εξόφληση των χρεών του ξενοδοχείου, καθώς και τις αναγκαίες δαπάνες για την επαναλειτουργία του. Ήδη ο ενάγων, ως απεδειχθη, μετά την αποχώρηση του αποβιώσαντος αδελφού του ………., υπο την ιδιότητά του ως συγκύριος και συννομέας προέβη σε διαπραγματεύσες με υποψήφιους μισθωτές για την μίσθωση του επικοίνου και έχει λάβει τις προαναφερθείσες προτάσεις οι οποίες θα συμβάλλουν στην αξιοποίηση του ξενοδοχείου και την εξόφληση των χρέων του. Αντιθέτως οι προτάσεις του εναγομένου δεν θα συμβάλλουν στην αξιοποίηση του επικοίνου, δεδομένου ότι επιδιώκει είτε την διανομή αυτού είτε την μεταβίβαση έτερου ακινήτου στον ενάγοντα με ανταλλαγή, χωρίς να καταθέτει άλλη βιώσιμη πρόταση για το προσφορότερο τρόπο διαχείρισης του κοινού ως ξενοδοχείο, αλλα ούτε και συγκεκριμένο επιχειρηματικό σχέδιο βάσει του οποίου να δύναται να αξιοποιήσει ο ίδιος το ακίνητο επ’ ωφελεία αμφοτέρων των διαδίκων. Το επίκοινο εχει κατασκευασθεί εξ αρχής να λειτουργεί ως ξενοδοχειακή μονάδα και παρουσιάζει ενιαία λειτουργικότητα. Επομένως η διανομή του ακινήτου ήτοι η δημιουργία σε αυτό δυο αυτοτελών ξενοδοχειακών μονάδων δεν είναι υλοποιήσιμη, προϋποθέτει υψηλό κόστος εργασιών άνω των 200.000, 00 ευρώ στο οποίο κανείς από τους διαδίκους δεν μπορει να ανταποκριθεί κατά την αναλογία του έκαστος και δεν αντιμετωπίζει την ύπαρξη οφειλής προς την ΕΥΔΑΠ, την οποία οι διάδικοι αδυνατούν να εξοφλήσουν, και τον ανα πάσα στιγμή κίνδυνο εκπειστηριασμού του επικοίνου, όπως σαφώς κατέθεσαν ο …….. και ο …………. στις υπ’ αριθ…… /2017 και υπ’ αριθ…… /2017 ένορκες βεβαιωσεις τους αντιστοιχως. Ο προταθείς από τον εκκαλούντα τρόπος ρύθμισης της χρήσης του επικοίνου, συνιστάμενος στη δημιουργία δύο αυτοτελών ξενοδοχειακών μοναδων,, για να πραγματοποιηθεί ώστε να καταστούν λειτουργικοί οι χώροι του επικοίνου ακινήτου, απαιτεί ουσιωδεις κατασκευαστικές επεμβάσεις, οι οποίες ουσιαστικά κατατείνουν σε διανομή αυτού και απαιτούν σημαντικές δαπάνες. Με την εκμίσθωση του επικοίνου, αυτό θα αξιοποιηθεί επ’ ωφελεία αμφοτέρων των διαδίκων. Εξάλλου ο ενάγων είναι το καταλληλότερο πρόσωπο για να διορισθεί διαχειριστής του επικοίνου.Και τούτο διότι ο ενάγων δυνάμει των προαναφερόμενων από 25/10/1994, 22/12/1996 και 1/6/1998 ιδιωτικών μισθωτηρίων συμφωνητικών που κατήρτισε με την μητέρα του, ως επικαρπώτρια του ακινήτου, άσκησε την διαχειριση του ξενοδοχείου κατά την χρονική περίοδο 1994 έως 2000. Αντιθέτως ο εναγόμενος, ναι μεν απεδείχθη ότι διαθέτει εμπειρία και γνώσεις στην διοίκηση επιχειρήσεων, ωστόσο δεν έχει αναμιχθεί ποτέ κατά το παρελθόν στην διοίκηση του ανωτέρω ξενοδοχείου, παρά μόνο για χρονικη περίοδο τριών μηνών το έτος 1987, όπως ο ίδιος συνομολογεί με τις προτάσεις του. Ο ισχυρισμος του εναγομένου ότι το έτος 2012 παραιτήθηκε από την θεση εργασίας που κατείχε στον ιδιωτικο τομέα με την προτροπή του ενάγοντος προκειμένου να ασχοληθεί με την διαχείριση του ξενοδοχείου, ιδρύοντας και εταιρεία για τον σκοπό αυτόν δεν απεδείχθη. Ο ενάγων πέραν του ότι ανεμίχθη στην διοίκηση του ξενοδοχείου κατά την χρονική περίοδο 1994 έως 2000, μετά την αποχώρηση του αποβιώσαντος αδελφού του …………. επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αξιοποίηση του επικοίνου, προέβη σε διαπραγματεύσες για την εκμίσθωση αυτού και έλαβε και προτάσεις από ενδιαφερόμενους υποψήφιους μισθωτές. Τούτο δεν αναιρείται από το γεγονός ότι με την υπ’ αριθ. 8/2000 απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου ο ενάγων είχε υποχρεωθει να παραχωρήσει την χρήση του μισθίου στην επικαρπώτρια – μητέρα του, διότι η ως άνω διαιτητικη απόφαση έκρινε την έννομη σχέση της μισθώσεως με τα πραγματικά περιστατικά όπως ίσχυαν τότε, ενώ εν προκειμένω κρίνεται ο προσφορότερος τρόπος διοικησης του κοινού, παρεκτός του ότι από την ως άνω απόφαση συνάγεται ότι η ενάγουσα κατήγγειλε την μίσθωση που είχε συνάψει με τον ενάγοντα κυρίως λόγω των μεταξυ τους διαφωνιών αναφορικά με την λειτουργία και την οικονομική διαχείριση του ξενοδοχείου., Όπως σαφώς βεβαιώνει ο ……. στην υπ’ αριθ. ………/20.9.2022 ένορκη βεβαίωσή του, ο ενάγων είναι επί αρκετά έτη στον ξενοδοχειακό χώρο και γνωρίζει πολύ καλά το αντικείμενο, απασχολείτο δε στην οικογενειακή επιχείρηση του ξενοδοχείου κατά τους θερινούς μήνες ήδη από την ηλικία των 15 ετών. Κατέθεσε επισης ότι κατά την περίοδο 1994-2000 που διαχειριζοταν το ξενοδοχείο επεδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον επενδύοντας συνεχώς σ’ αυτό μέρος των κερδών της επιχείρησης για να το βελτιώσει και να το αναβαθμίσει. Επιπλέον ο ενάγων προσκομιζει μετ’ επικλησεως παραδεκτώς (529 ΚΠολΔ) νεότερες προσφορές για την αξιοποιηση του επικοίνου και συγκεκριμένα την από 3.6.2024 «Εκδήλωση ενδιαφέροντος Ενοικίασης Ξενοδοχείου – Προσφορά της …… ,που διατηρεί τουριστική επιχείρηση εργαζομενων στη …… Πηλίου, την από 6.7.2024 «Προσφορά Εκδήλωση Ενδιαφέροντος Εκμίσθωσης Ξενοδοχείου» της ναυτιλιακής εταιρείας «……………”, την από 9.7.2024 «Προσφορά Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος για την Εκμίσθωση Ξενοδοχείου» της εταιρείας ………………., την από 3.9.2024 «προσφορά της «…………….», στην οποία επιβεβαιώνεται ότι το ενδιαφέρον τους για την αξιοποίηση του επικοίνου, όπως αυτό είχε αποτυπωθεί στην από 15.7.2017 προσφορά εξακολουθεί αμείωτο, την από 10-2-2025 προσφορά της εταιρείας «……….”, καθώς και την από 30-1-2025 δήλωση ενδιαφέροντος της επιχείρησης «…………….”, από τις οποίες ως άνω προσφορες συνάγεται κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ότι υφίσταται επενδυτικό ενδιαφέρον για την αξιοποίηση του ξενοδοχείου, ακόμη και αν δεν διαλαμβάνεται σε αυτές ολόκληρο το επιχειρηματικό σχέδιο ή τα στοιχεία του εκάστοτε επενδυτή. Επομένως το προβληθέν διά των πρωτοδίκων προτάσεων αίτημα του εναγομένου, το οποίο επαναφέρεται με λόγο έφεσης να διορισθεί αυτός διαχειριστής του επικοινου είναι απορριπτέο ως αβάσιμο. Σημειούται ότι ο εκκαλών με τις προτάσεις του παρόντος βαθμού ζήτησε το πρώτον επικουρικώς (σε περίπτωση που κριθεί ότι ο προσήκων τρόπος διοίκησης είναι η εκμίσθωση) να καθορισθεί ως πρόσφορος τρόπος διοίκησης του επικοινου η καταγραφή της πραγματικής κατάστασης (ζημιών, φθορών, ελλείψεων), η αποτίμηση της αποκατάστασης των ζημιών και ο έλεγχος της πολεοδομικής νομιμότητας του κτιρίου, ώστε να λάβει χώρα τακτοποίηση, αν απαιτειται και ακολούθως η εκμίσθωση αυτού με συμβατική διάρκεια όχι μεγαλύτερη των οκτώ ετών και να τεθεί χρονικό πλαίσιο του διορισμού του ως διαχειριστή. Όμως απεδείχθη ότι προσφορότερος τρόπος διοίκησης του επικοίνου είναι η εκμίσθωση αυτου, ενώ είναι στην διακριτική ευχέρεια του διαχειριστή η διενέργεια των ως άνω πράξεων. Εξάλλου η καταγραφή των ζημιών και η αποτίμηση του κόστους αποκατάστασής τους ως προηγούμενη της μισθώσεως πράξη διοίκησης είναι μια εργασία, στην οποίας ούτως η άλλως κάθε ενδιαφερόμενος επενδυτής δύναται να προβεί ιδιοις εξόδοις και θα εξαρτηθεί από το επενδυτικό σχέδιο. Μετά ταύτα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε την αγωγή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, καθόρισε την εκμίσθωση σε τρίτα πρόσωπα ως προσφορότερο τρόπο διοικησης του επικοίνου ακινήτου και διόρισε τον ενάγοντα ως άνευ αμοιβής διαχειριστή του κοινού ακινήτου, με την εξουσία να προβαίνει για λογαριασμό του, καθώς και ως εντολοδόχος και ως αντιπρόσωπος του εναγομένου σε όλες τις ενέργειες που είναι αναγκαίες για την εκμισθωση του και συγκεκριμένα : α) να εκμισθώνει το επίκοινο ακίνητο σε τρίτα πρόσωπα, διαπραγματευόμενος τους σχετικούς όρους της μίσθωσης, στους οποίους θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται και η αποπληρωμή της υφιστάμενης προς την ΕΥΔΑΠ οφειλής, συνάπτοντας τις σχετικές συμβάσεις μίσθωσης και προβαίνοντας σε κάθε απαιτούμενη δικαστική ενέργεια σε περίπτωση που ο μισθωτής παραβεί τους όρους της μίσθωσης, β) να υπογράφει και να προβαίνει στην έκδοση όλων των εγγράφων και πιστοποιητικών που απαιτούνται για τη σύναψη μίσθωσης, γ) να δηλώνει την μίσθωση στις αρμόδιες αρχές και ειδικότερα στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και δ) να προβαίνει στις επείγουσες πράξεις συντήρησης και διαχείρισης του μισθίου ακινήτου, διέλαβε ορθό κατ’ αποτέλεσμα διατακτικό και πρέπει, αφού αντικατασταθούν και συμπληρωθούν εν μέρει οι αιτιολογίες της εκκαλουμένης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα ανωτέρω, διά των αιτιολογιών της παρούσης, οι επί μέρους λόγοι της υπό κρίση εφέσεως με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα να απορριφθούν. Επομένως πρεπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της μετά μερική αντικατάσταση και συμπλήρωση αιτιολογιών. Η δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας βαρύνει τον ηττηθέντα στην έκκλητον δίκη εκκαλούντα (176 ΚΠολΔ), όπως καθορίζεται στο διατακτικό, ενώ μετά την απόρριψη της εφέσεως πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (495 παρ. 3 εδ. 3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
Δέχεται τύποις και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος , την δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποίαν καθορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 18η Σεπτεμβρίου 2025 και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 1.10.2025 (δημοσιευση), χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ