Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 610/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός αποφάσεως 610/2025

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, Βασίλειο Πορτοκάλλη, Εφέτη – Εισηγητή και από την Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος – εφεσίβλητου ……….., ο οποίος παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Αθανάσιου Μακρή (Α.Μ Δ.Σ.Α …………), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Των εφεσίβλητων – εκκαλούντων: 1) ………. 2) ……… και 3) …………., οι οποίοι παραστάθηκαν διά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ιωάννη Φωκά (Α.Μ Δ.Σ Γιαννιτσών ……….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, άσκησε σε βάρος των εναγομένων και ήδη εφεσίβλητων – εκκαλούντων, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 3/11/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2021 αγωγή, με την οποία ζητούσε τα αναφερόμενα σε αυτήν. Το ως άνω Δικαστήριο, συζήτησε την αγωγή την 1/6/2022, αντιμωλία των διαδίκων και με την υπ’ αριθ. 2396/2023 οριστική απόφασή του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως, ο ενάγων άσκησε την από 10/9/2023 έφεση του, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………/2023 και β) δικογράφου …………./2023, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο. Ομοίως οι εναγόμενοι άσκησαν την από 27/9/2023 έφεση τους, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………../2023 και β) δικογράφου ……………/2023, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 10/9/2023 έφεση του ενάγοντος, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………./2023 και β) δικογράφου …………./2023, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 2396/2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 3/11/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………./2021 αγωγής του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος -εφεσίβλητου, κατά των εναγομένων και ήδη εφεσίβλητων – εκκαλούντων, η οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), έχει, δε, ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, στις 29/9/2023, ήτοι προ πάσης επιδόσεως της απόφασης στον ενάγοντα και εντός δύο (2) ετών από της δημοσιεύσεως της, που έλαβε χώρα στις 19/7/2023 (άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).

Περαιτέρω, η κρινόμενη από 27/9/2023 έφεση των εναγομένων, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………./2023 και β) δικογράφου ……………/2023, η οποία στρέφεται κατά της ίδιας ως άνω αποφάσεως, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), πρέπει, δε, να συνεκδικαστεί με την ως άνω από 10/9/2023 έφεση, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246, 524 παρ.1 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, στις 28/9/2023, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στους εναγόμενους, που έλαβε χώρα την 1/9/2023 (βλ. τις υπ’ αριθ. …………. και …………… εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Θεσσαλονίκης, …………… και την υπ’ αριθ. 1.867 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………….. – άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).

Με την υπό κρίση αγωγή του, ο ενάγων εκθέτει ότι η πρώτη και ο τρίτος των εναγομένων είναι γονείς της πρώην συζύγου του …………… ενώ η δεύτερη των εναγομένων είναι αδελφή της και ότι τα όσα κατέθεσαν ενόρκως, η πρώτη εναγόμενη στις 12.4.2019 στο ακροατήριο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η δεύτερη εναγόμενη στην υπ’ αριθ. ………/2019 ένορκη βεβαίωση της ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως αποδεικτικό μέσο για την ουσιαστική βασιμότητα της με αριθ. κατάθεσης …………./2019 αγωγής της …………. κατά του ιδίου και ο τρίτος εναγόμενος στην από 17-8-2019 ένορκη εξέταση του στο Α.Τ. Πέλλας προς υποστήριξη της από 17-8-2019 έγκλησης της ……………. σε βάρος του ενάγοντα για το αδίκημα της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης, είναι καθόλα ψευδή και συκοφαντικά, όπως αναλυτικά εκθέτει στην αγωγή, με συνέπεια να προσβληθεί η προσωπικότητα του ενώ εκθέτει ότι επανειλημμένως οι εναγόμενοι, λόγω της πολυετούς δικαστικής διαμάχης ανάμεσα σε εκείνον και την πρώην σύζυγο του, έχουν καταθέσει ενόρκως ψευδή και συκοφαντικά γεγονότα σε βάρος του, με εμφανή τον κίνδυνο επανάληψης της περιγραφόμενης στην αγωγής προσβλητικής, για την προσωπικότητα του ενάγοντα, συμπεριφοράς. Με βάση το παραπάνω ιστορικό, ο ενάγων ζητεί: (α) να αναγνωριστεί ότι εκάστη εκ των 1ης και 2ης των εναγομένων οφείλουν να του καταβάλουν το ποσό των 20.000 ευρώ και ο 3ος των εναγομένων το ποσό των 17.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό με σχετική δήλωση που περιέχεται στις έγγραφες προτάσεις του ενάγοντα (άρθρα 223 παρ. 1, 295 παρ. 1 εδ. τελ., 297 ΚΠολΔ), (β) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να παραλείπουν στο μέλλον κάθε προσβλητική της προσωπικότητας του συμπεριφορά, γ) σε βάρος εκάστου των εναγόμενων να απαγγελθεί προσωπική κράτησε ενός (1) έτους και χρηματική ποινή 1.000 ευρώ για κάθε παράβαση της παρούσας απόφασης ως προς το υπό στοιχείο β αίτημά και (δ) να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική του δαπάνη. Στη συνέχεια, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με την υπ’ αριθ. 2396/2023 απόφαση του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και αναγνώρισε ότι έκαστος των εναγομένων οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα ποσό 1.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, υποχρέωσε τους εναγομένους να παραλείπουν στο μέλλον κάθε προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντα με συκοφαντική και εξυβριστική συμπεριφορά, με απειλή χρηματικής ποινής 500 ευρώ και προσωπικής κράτησης 1 μηνός για κάθε παραβίαση της τελευταίας ως άνω διάταξης. Ήδη, με την κρινόμενη έφεση τους, οι εναγόμενοι προσβάλλουν την ανωτέρω απόφαση, κατά το μέρος αυτής που δέχθηκε την αγωγή, και παραπονούνται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί αυτή και να απορριφθεί η αγωγή εν όλω, ενώ ο ενάγων, με την κρινόμενη έφεση του, ζητά να εξαφανισθεί άλλως μεταρρυθμισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, μόνο ως προς το μέρος αυτής που απέρριψε την αγωγή του έτσι ώστε η τελευταία να γίνει δεκτή εν όλω.

Α. Σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, αξίωση, δε, αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται. Εξάλλου, κατά το άρθρο 59 του ίδιου Κώδικα, στις περιπτώσεις του προηγούμενου άρθρου, το δικαστήριο με την απόφαση του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί, η ικανοποίηση, δε, συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Προστατεύεται έτσι, με τα ως άνω άρθρα, η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου, ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, όμως η προσβολή της προσωπικότητας σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομα στην κοινωνία, με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων ταυ για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματος του. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας με τις διατάξεις των ανωτέρω άρθρων είναι: α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει, όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο όμως είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της εννόμου τάξεως είτε ασκείται καταχρηστικά κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος και γ) πταίσμα του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης εξαιτίας της παρανόμου προσβολής της προσωπικότητας. Στην περίπτωση αυτή, η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920 και 932 ΑΚ, ιδίως για την αποκατάσταση της τυχόν υλικής ζημίας του προσβληθέντος (άρθρο 57 παρ. 2 ΑΚ), ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής, ως παράνομης, είναι η φύση της διατάξεως που ενδέχεται με την προσβολή να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου.

Β. Συνεπώς, παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως συμβαίνει, όταν το άτομο προσβάλλεται στην τιμή και την υπόληψη του με εξυβριστικές εκδηλώσεις ή με ισχυρισμούς δυσφημιστικούς ή πολύ περισσότερο συκοφαντικούς κατά την έννοια των άρθρων 361 – 363 ΠΚ (όπως αυτά ίσχυαν κατά το χρόνο δημοσίευσης της εκκαλουμένης – άρθρο 533 παρ.2 ΚΠολΔ), που μπορεί να περιέχονται σε κάθε σύγχρονο μέσο διάδοσης πληροφοριών και ειδήσεων (τύπος, τηλεόραση, ραδιόφωνο, διαδίκτυο), αφού η κατοχυρωμένη, με το άρθρο 14 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος ελευθεροτυπία, υπόκειται στους περιορισμούς του νόμου, με τους οποίους επιδιώκεται όχι η παρεμπόδιση της ελευθεροτυπίας, αλλά η προστασία των ατόμων από την καταχρηστική άσκησή της (άρθρο 25 παρ. 3 Σ). Όριο προς αυτή την κατεύθυνση αποτελούν ακριβώς τα άρθρα 361 – 363 ΠΚ και, επομένως, με πρόσχημα την ελευθεροτυπία δεν επιτρέπεται η προσβολή της προσωπικότητας με εκπομπές των μέσων μαζικής ενημέρωσης (Μ.Μ.Ε), εξυβριστικές ή δυσφημιστικές για το άτομο. Ειδικότερα, κατά τα άρθρα αυτά, εξύβριση διαπράττει όποιος προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, ενώ όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός, που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης και αν το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε το ψεύδος, τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης. Ως γεγονός, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, νοείται κάθε περιστατικό του εξωτερικού κόσμου ή αντίθετη προς την ηθική ή την ευπρέπεια σχέση ή συμπεριφορά, εφ’ όσον ανάγονται στο παρελθόν ή στο παρόν και υποπίπτουν στις αισθήσεις, ώστε να είναι δεκτικά αποδείξεως. Δεν αποκλείεται δε στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσεως ακόμη και χαρακτηρισμός οσάκις μέσω αυτών, αμέσως ή εμμέσως, υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στην συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή μόνον όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα και μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 361 του ΠΚ. Ισχυρισμό δε του γεγονότος συνιστά κάθε σχετική με αυτό ανακοίνωση, που βασίζεται είτε σε προσωπική αντίληψη ή γνώμη είτε σε υιοθέτηση της γνώμης άλλου. Αντίθετα, διάδοση γεγονότος συνιστά η περαιτέρω απλή μετάδοση της σχετικής ανακοινώσεως που έγινε από άλλον. Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της δυσφημήσεως απαιτείται γνώση του δράστη, ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο απ’ αυτόν, ενώπιον τρίτου, γεγονός είναι κατάλληλο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και θέληση του ίδιου να ισχυρισθεί ή να διαδώσει ενώπιον τρίτου το βλαπτικό για άλλον γεγονός, ενώ για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται επιπλέον και γνώση του δράστη ότι το γεγονός είναι ψευδές. Έτσι, σε περίπτωση που ο δράστης δεν γνώριζε το ψεύδος του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες γι’ αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος άλλου, παραμένει όμως ως έγκλημα η απλή δυσφήμηση, που προσβάλλει επίσης την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη. Ωστόσο, ως αστικό αδίκημα, η δυσφήμηση θεμελιώνεται υποκειμενικά και σε απλή αμέλεια του δράστη και συνεπώς όποιος από πρόθεση ή από αμέλεια ισχυρίζεται ή διαδίδει προς τρίτους γεγονότα αναληθή, που βλάπτουν την επαγγελματική ή γενικότερα την οικονομική ελευθερία άλλου και κατ’ αυτή την έννοια θίγουν την τιμή και την υπόληψή του, προσβάλλοντας παράνομα την προσωπικότητά του, έχει υποχρέωση, εφόσον γνωρίζει ή υπαίτια αγνοεί την αναλήθεια των γεγονότων αυτών, να αποζημιώσει τον άλλο και να ικανοποιήσει και την ηθική βλάβη του, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 367 παρ. 1 ΠΚ περιπτώσεις, που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξεως του, τόσο ως ποινικό, όσο και ως αστικό αδίκημα, αφού οι διατάξεις των άρθρων 361 -367 ΠΚ εφαρμόζονται αναλογικά για την ενότητα της εννόμου τάξεως και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Έτσι, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 367 Π.Κ. ο άδικος χαρακτήρας της δυσφημιστικής εκδήλωσης κατ’ αρχήν αίρεται και όταν αυτή γίνεται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις. Κατ’ εξαίρεση, όμως, το αποτέλεσμα αυτό δεν επέρχεται, σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 367 Π.Κ., και παραμένει η ποινική ευθύνη, όταν από τον τρόπο της εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη προκύπτει σκοπός εξύβρισης, που κατευθύνεται ειδικώς σε προσβολή της τιμής άλλου, με αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής αξίας του προσώπου του και περιφρόνηση αυτού. Ειδικός σκοπός εξύβρισης υπάρχει στον τρόπο εκδήλωσης της προσβλητικής συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν κατ’ αντικειμενική κρίση αναγκαίος για την ακριβή και πρέπουσα απόδοση των στοχασμών του προσβολέα, ο οποίος μολονότι τελούσε σε επίγνωση τούτου, χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτό για να προσβάλει την τιμή και την υπόληψη του άλλου (ΑΠ 1897/2006 ΤΝΠ Νόμος). Ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι συντρέχει περίπτωση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος του, που αίρει κατά το άρθρο 367 παρ. 1 ΠΚ τον άδικο χαρακτήρα δυσφημιστικού για τον ενάγοντα ισχυρισμού του, συνιστά ένσταση καταλυτική της εναντίον του αγωγής με αντικείμενο την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του αντιδίκου του από την επικαλούμενη παράνομη προσβολή της προσωπικότητάς του με το δυσφημιστικό σε βάρος του ισχυρισμό, ενώ αντένσταση συνιστά ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι δεν αίρεται τελικώς ο άδικος χαρακτήρας της δυσφήμησής του από τον εναγόμενο, επειδή αυτός ενήργησε με ειδικό σκοπό εξύβρισής του (ΑΠ 2209/2013, ΑΠ 1265/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέτοιος τρόπος για την απόδειξη του σκοπού εξυβρίσεως συντρέχει, ιδίως, όταν αυτός δεν είναι αντικειμενικά αναγκαίος για την απόδοση της σκέψεως εκείνου που φέρεται ότι ενεργεί από δικαιολογημένο ενδιαφέρον, ο οποίος, παρά ταύτα, χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτόν για να προσβάλει την τιμή του άλλου (ΑΠ 1897/2006, ΑΠ 1573/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δεν είναι δε αναγκαίο, να προσδιορισθούν ειδικώς και οι φράσεις και οι εκφράσεις, οι οποίες ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν από τον εναγόμενο, αντί των χρησιμοποιηθέντων εξυβριστικών, λέξεων και φράσεων, για να αποδοθεί το νόημα των τελευταίων, χωρίς να θιγεί η τιμή και η υπόληψη του παθόντος (ΑΠ 628/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το ζήτημα εάν οι εκδηλώσεις, που προαναφέρθηκαν, ήταν πρόσφορες και αναγκαίες αντικειμενικά για τη διαφύλαξη του δικαιώματος του εναγομένου και περί του κατά πόσον οι εκδηλώσεις αυτές υπερέβησαν τελικά το αναγκαίο μέτρο για τη διαφύλαξη του ίδιου δικαιώματος, αποτελεί νομική έννοια υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (ΑΠ 129/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Με τον πρώτο λόγο της από 27/9/2023 έφεσης τους, οι εναγόμενοι παραπονούνται ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την ένσταση αοριστίας που υπέβαλλαν πρωτοδίκως και έκρινε ορισμένη την αγωγή, ενώ θα έπρεπε να την απορρίψει ως αόριστη αφού σε αυτήν δεν εξειδικεύονται τα πρόσωπα ενώπιον των οποίων δυσφημίσθηκε ο ενάγων. Ο ως άνω λόγος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, αφού, όπως ορθά έκρινε η εκκαλουμένη, ενώπιον τρίτου τελείται η πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της δυσφήμησης ή της εξύβρισης, ακόμα και όταν δεν απευθύνεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά σε αόριστο αριθμό ατόμων (ΟλΑΠ [Ποιν] 3/2021, areiospagos.gr). Επομένως ορθά κρίθηκε ως ορισμένη η αγωγή, από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, απορριπτομένου παράλληλα και του πρώτου λόγου εφέσεως.

Από την εκτίμηση της υπ’ αριθ. ………../9-2-2022 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος ……….., ενώπιον του δικηγόρου …….. (Α.Μ Δ.Σ Γιαννιτσών ……….), η οποία λήφθηκε με επιμέλεια των εναγομένων, κατόπιν προηγούμενης εμπρόθεσμης και νομοτύπου κλητεύσεως του ενάγοντος (βλ. την υπ’ αριθ. …………../4-2-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς …….. …………), της υπ’ αριθ. ……/10-4-2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …….., την οποία προσκομίζει ο ενάγων και η οποία λαμβάνεται υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο, εφόσον ελήφθη νομίμως για προηγούμενη δίκη μεταξύ των διαδίκων, καθώς και από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, μεταξύ των οποίων και φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ.1 αρ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ.4 ΚΠολΔ) καθώς και έγγραφα που παραδεκτώς προσκομίσθηκαν το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 529 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ), εφόσον δεν προέκυψε ότι δεν προσκομίσθηκαν πρωτοδίκως από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 591 παρ. 1 εδ. α΄ και 336 παρ. 3 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς, όμως, να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004/723), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, πλήρως, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Ο ενάγων και η …………., κόρη της πρώτης και του τρίτου των εναγομένων και αδερφή της δεύτερης εναγομένης, τέλεσαν νόμιμο πολιτικό γάμο στις 22/6/2017 στο Δημαρχείο Πειραιά και απέκτησαν ένα ανήλικο τέκνο, τον …………., ο οποίος γεννήθηκε στις 27-12-2018. Η έγγαμη συμβίωση τους διακόπηκε όταν η …….. αποχώρησε από τη συζυγική οικία τους στον Πειραιά, τον Οκτώβριο του 2018, και εγκαταστάθηκε στην πατρική της οικία στα ………….. Πέλλας. Εν συνεχεία, ο πρώτος ενάγων άσκησε την από 17-1-2019 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με αίτημα την απαγγελία της λύσης του γάμου του εξαιτίας ισχυρού κλονισμού από λόγους πού οφείλονται αποκλειστικά στο πρόσωπο της συζύγου του, την ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικού τέκνου τους εκ περιτροπής σε έκαστο των γονέων, επικουρικά, δε, την ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του με το τέκνο. Ομοίως η …………….. άσκησε την από 6-2­-2019 αντίθετη αγωγή ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, με αίτημα τη λύση του γάμου της εξαιτίας ισχυρού κλονισμού αυτού για λόγους που αφορούν το πρόσωπο του ενάγοντα, την ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους αποκλειστικά στην ίδια και την αναγνώριση της υποχρέωσης του ενάγοντα να της καταβάλει μηνιαία διατροφή, τόσο ατομικά όσο και για τα ανήλικο τέκνο τους. Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω αντίθετων αγωγών, στις 12-4-2019, η πρώτη εναγόμενη κατέθεσε, ως μάρτυρας της …………, μεταξύ άλλων, τα εξής, αναφερόμενη στον ενάγοντα: «Άρχισε να. γίνεται βίαιος και υβριστικός μετά τον γάμο ακριβώς… είχε μια βίαιη συμπεριφορά. Μπορώ να σας πω περιστατικά…Ο κύριος ………….. άρχισε να τη φωνάζει πουτάνα, μαλακισμένη… άρχισε να την τραβάει από τα μαλλιά, να τη χτυπάει στα χέρια και στα πόδια. Μάλιστα της έσκισε και το παντελόνι… άρχισε να τη βρίζει πάλι παλιοπουτάνα πάλι τα πράγματα μου ψάχνεις; Και άρχισε να την τραβάει από τα μαλλιά και να τη σέρνει… Εκείνο τον καιρό η κόρη μου που βρήκε τα χάπια και του είπε τι δουλειά έχουν αυτά τα χάπια αφού εμείς έχουμε σταματήσει πλέον να κάνουμε έρωτα, αφού την έβρισε γύρισε και την έπιασε από τα μαλλιά και την έσερνε μη αφήνοντας την να φύγει από το σπίτι. Και έτσι μάλωσαν κι έφυγε. Μάλωσαν πάλι χειροδίκησε μαζί της, δηλαδή την έσπρωξε δυνατά, την είπε γιατί το έκρυψες αυτό το πράγμα… την έπιασε από τα μαλλιά, την έσπρωξε δυνατά, έπεσε πάνω στο κρεβάτι την ταρακούνησε… Την έβρισε, της τραβούσε τα μαλλιά… ο κύριος …… είναι βίαιος και πάρα πολύ νευρικός άνθρωπος. Κλαίει το μωρό το ταρακουνάει, το λέει κλάψε και άλλο άνδρα μου, εμείς είμαστε δίπλα και δεν μπορούμε να πούμε τίποτα. Τον έτυχα εγώ να κοιμάται σε ένα ανάκλιντρο που έχουμε στο σαλόνι, το μωρό κοιμόταν επάνω του, εκείνος ροχάλιζε και το μωρό υπήρχε πιθανότητα να του πέσει. Δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε… Ναι τον έτυχα εγώ όταν αλλάζει (το παιδί)… ξεκούμπωσε το παιδί, τράβηξε την πάνα, οι ακαθαρσίες κάτω, ούτε… πώς να το χειριστεί, να το πλένει, να το βάλει την κρεμούλα του και εκεί πάνω δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε… Άρχισε να φωνάζει σπάστε από δω πέρα ρόμπες, εγώ θέλω να δω τον γιο μου μόνο… είπε τον άντρα μου ότι αν είσαι άντρας και φοράς παντελόνια που ζητάς, εγώ σιγά να μη σας δίνω λεφτά να τα τρώτε εδώ πέρα και όταν το μωρό ούρλιαζε, έκλαιγε γιατί το μωρό εντάξει δεν είναι και το πιο ήσυχο μωράκι, έκλαιγε, η κόρη μου του ζήτησε το μωρό… ο κύριος ……….. την έσπρωξε…». Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στην υπ’ αριθ. …………/11-4-2019 ένορκη βεβαίωση της τρίτης εναγόμενης ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………, την οποία προσκόμισε η …………. προς απόδειξη της υπ’ αριθ. ………/2019 αγωγής της, η τρίτη εναγόμενη, αδερφή της …………, ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής, αναφερόμενη στον ενάγοντα: «Ο ……….. θέλοντας να την εμποδίσει την τράβηξε με δύναμη από τα χέρια, τραντάζοντας το σώμα της ενώ της έσκισε το παντελόνι της φόρμας που φορούσε για να την κρατήσει. Οι γείτονες άκουσαν τις φωνές και επειδή φοβήθηκαν για την σωματική της ακεραιότητα κάλεσαν την αστυνομία. Οι αστυνομικοί την ρώτησαν αρχικά αν είναι καλά και αν θέλει να υποβάλλει μήνυση. Εκείνη αρνήθηκε μιας και γνώριζε ότι ο ……. είχε μια δικαστική εκκρεμότητα με την πρώην σύζυγο του ………… για ενδοοικογενειακή βία και ενδοοικογενειακή απειλή. Λίγα λεπτά μετά της είπε ότι κατάλαβε το λάθος του και ότι είναι πρόθυμος να διακόψει…», «Στο σημείο αυτό ήθελα να προσθέσω ότι ο ….. ήταν ένας άνθρωπος πολύ ισχυρογνώμων και πολύ νευρικός. Δεν δεχόταν ποτέ ότι κάνει λάθος και έχανε την ψυχραιμία του γεγονός που μάλιστα είχα επαληθεύσει και εγώ η ίδια τις λιγοστές φορές που βρέθηκα στο σπίτι του»… «Τότε η αδερφή μου του είπε ότι θα φύγει και στην προσπάθεια της να βγει από το σπίτι εκείνος την τράβηξε από τα μαλλιά σέρνοντας την, ενώ της έσκισε την τσάντα που κρατούσε, προκειμένου να την εμποδίσει, αφού προσπάθησε να διαφύγει ξανά. Φοβούμενη για την σωματική της ακεραιότητα και κυρίως για το μωρό, που κυοφορούσε, αποφάσισε να κάτσει μόνη της σε ένα δωμάτιο και να μην δώσει συνέχεια. Την επόμενη ημέρα τα πρωί που εκείνος πήγε στη δουλειά αποφάσισε να φύγει στα ……, όπου διέμεινε δύο εβδομάδες. Στο διάστημα αυτό ο …. τηλεφώνησε στην μητέρα μου και της είπε με ύφος επιτακτικό ότι δεν έπρεπε να δεχτεί την αδερφή μου στο σπίτι, αλλά να την προτρέψει να γυρίσει στον άνδρα της. Η μητέρα μου του είπε πως είναι αδύνατο να διώξει το παιδί της από το σπίτι, πόσο μάλλον όταν εκείνος έχει χειροδικήσει»… «Ο καβγάς έγινε πολύ έντονος και επειδή η αδερφή μου φοβήθηκε για την εξέλιξη του αποφάσισε να κοιμηθεί το βράδυ στο σπίτι του θείου του ……….»… «Όταν επέστρεψε ο …………. στο σπίτι ο καβγάς συνεχίστηκε και σε μια στιγμή με νεύρα την έσπρωξε δυνατά, ενώ για καλή της τύχη εκείνη έπεσε στο κρεβάτι, τότε την τράβηξε από τα μαλλιά, την ταρακούνησε και της είπε ότι θα κάνει ότι θέλει χωρίς να της δίνει αναφορά. Φοβούμενη μήπως συμβεί κάτι χειρότερο στο παιδί (όπως είχε γίνει με βιαιοπραγίες απέναντι στην ίδια στο παρελθόν), έφυγε από τα σπίτι και ήρθε σε μένα τρομαγμένη, ταραγμένη και αποφασισμένη να χωρίσει και να επιστρέψει στα …….., όπου διέμενε και πριν.» … «Κάλεσε την αστυνομία και δήλωσε την λεκτική διαφωνία που είχε την προηγούμενη ημέρα ενώ δεν τον κατηγόρησε, για ακόμη μία φορά, για σωματική βία, μιας και δεν ήθελε να έχει αυτός επιπλέον μπλεξίματα με την δικαιοσύνη αφού ήδη είχε κατηγορηθεί με τις ίδιες κατηγορίες με την πρώην γυναίκα του ……………….» «Η συμπεριφορά του απέναντι στο μωρό πολλές φορές δεν ήταν η πρέπουσα»…«Επίσης όταν το μωρό έκλαιγε και εκείνος το κρατούσε αγκαλιά, τα ταρακουνούσε δυνατά με τα χέρια του προκειμένου να το ηρεμήσει. Τότε, η αδερφή μου του έλεγε να της δώσει το μωρό για να το ηρεμήσει, διότι ήξερε ότι ήταν εφικτό μόνο όταν θήλαζε και εκείνος συνέχιζε [Ας το κλάψει, δεν θα πάθει τίποτα]… Επίσης, κράταγε επί ώρες το μωρό στην αγκαλιά και ροχάλιζε, αγνοώντας τον κίνδυνο να τον πέσει από τα χέρια»… «Είναι πολύ οξύθυμος, νευριάζει, βρίζει και φτάνει στο σημείο να γίνεται βίαιος (όπως έκανε με την αδερφή μου)». Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο τρίτος εναγόμενος, στις 17-­8-2019, στο αστυνομικό τμήμα Πέλλας, ενώπιον του ανθυπαστυνόμου ……………., παρισταμένου και του αρχιφύλακα ……….., προς υποστήριξη της από 17-8-2019 έγκλησης της κόρης του ………… κατά του ενάγοντα για το αδίκημα της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης, η οποία φέρεται ότι τελέστηκε στις 17-8-2019, στα ……., κατέθεσε τα κάτωθι: «Γνώριζα ότι η κόρη μου είχε αρκετά προβλήματα στο γάμο της, τα οποία κατά κύριο λόγο οφείλονταν στη βίαιη συμπεριφορά του συζύγου της σε βάρος της. Η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο αφού ενόσω η κόρη μου ήταν εγκυμονούσα είχε πέσει θύμα κακοποίησης από αυτόν». Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι επί των ως άνω από 17/1/2019 και 6/2/2019 αντίθετων αγωγών του ενάγοντα και της πρώην συζύγου του, αντίστοιχα, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3003/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία κρίθηκε ότι η έγγαμη συμβίωση του ενάγοντα και της ………….. δεν εξελίχθηκε ομαλά διότι ο ενάγων διατηρούσε εξωσυζυγικές σχέσεις, επιδεικνύοντας αδιάφορη συμπεριφορά απέναντι στην σύζυγο του με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεταξύ τους έριδες και διαπληκτισμοί και να επέλθει συναισθηματική αποξένωση, επιφέροντας την οριστική ρήξη των μεταξύ τους σχέσεων και τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης τους τον Οκτώβριο του 2018, όταν η ………. μετοίκησε στην οικία των γονέων της στα ………….. Από την αποδεικτική, όμως, διαδικασία προέκυψε ότι ουδέποτε ο ενάγων προέβη σε πράξεις βιαιοπραγίας σε βάρος της πρώην συζύγου του ενώ δεν προσκομίζεται από τους εναγόμενους κάποιο ιατρικό έγγραφο -γνωμάτευση αναφορικά με τραυματισμό της …………. από τον ενάγοντα, ούτε προκύπτει ότι η τελευταία έκανε κάποια καταγγελία στις αστυνομικές αρχές σχετικά με άσκηση σωματικής βίας σε βάρος της από τον ενάγοντα παρά μόνο αποδείχθηκαν αναφορές της στις αστυνομικές αρχές για φραστικά επεισόδια μεταξύ των διαδίκων. Εξάλλου, δεν κρίνεται πειστικό το επιχείρημα περί μη καταγγελίας, εκ μέρους της …………., των βίαιων συμπεριφορών του ενάγοντα σε βάρος της κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης τους, προκειμένου να μη του δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερα έντονης αντιδικίας που υπήρχε μεταξύ τους. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων τρέφει για το τέκνο του αισθήματα έκδηλης και αδιαμφισβήτητης αγάπης, ότι είναι προσηλωμένος στο γονεϊκό του ρόλο, τον οποίο διεκδικεί σθεναρά, και δείχνει αμέριστο ενδιαφέρον για το παιδί του αλλά δεν έχει αντικειμενικά τη δυνατότητα να καλύψει μόνος του τις ανάγκες του παιδιού, ιδίως τα πρώτα έτη της ζωής του καθώς διαμένει μόνος του, εργάζεται πολλές ώρες με αποτέλεσμα να μη διαθέτει τον απαιτούμενο, για τη διατροφή και την φροντίδα του τέκνου χρόνο, ούτε υπάρχει δίπλα του υποστηρικτικό περιβάλλον από συγγενείς, που θα τον βοηθούσε να ανταπεξέλθει στην φροντίδα του παιδιού του. Με την υπ’ αριθ. 3003/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, μάλιστα, κρίθηκε, λόγω ακριβώς των συναισθημάτων αγάπης του ενάγοντα προς το τέκνο του, ότι πρέπει να ρυθμιστεί και το δικαίωμα επικοινωνίας του με το τέκνο του κατά τον αναφερόμενο στην ως άνω απόφαση τρόπο. Σύμφωνα, δε, με την υπ’ αριθ. 520/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατόπιν άσκησης αντίθετων εφέσεων του ενάγοντα και της …………. κατά της ως άνω υπ’ αριθ. 3003/2019 απόφασης κρίθηκε, όπως και στον πρώτο βαθμό, η μη ύπαρξη βίαιης συμπεριφοράς από μέρους του ενάγοντος κατά της πρώην συζύγου του και των αισθημάτων αγάπης τον τελευταίου για το τέκνο του. Στο ίδιο, δε, συμπέρασμα κατέληξε και η υπ’ αριθ. 1197/2021 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, επί αγωγής προσβολής προσωπικότητας του ενάγοντα κατά της …………… λόγω ψευδούς αναφοράς στα εκτιθέμενα στην ανωτέρω απόφαση έγγραφα περί βίαιης συμπεριφοράς του σε βάρος της ιδίας και του τέκνου τους, τόσο λεκτικής όσα και σωματικής. Από τα ίδια, δε, ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι τα όσα κατέθεσαν οι εναγόμενοι σχετικά με την άσκηση σωματικής και λεκτικής βίας του ενάγοντα σε βάρος της πρώην συζύγου του και του τέκνου τους είναι ψευδή. Κατά την κρίση, δε, του παρόντος Δικαστηρίου, οι εναγόμενοι γνώριζαν την αναλήθεια των όσων κατέθεσαν ενόρκως καθώς λόγω της στενής συγγενικής σχέσης που τους συνδέει με την ……….. ήταν σε θέση να γνωρίζουν τι πραγματικά συμβαίνει στην προσωπική ζωή της, ενώ γνώριζαν ότι ουδέποτε αυτή απευθύνθηκε σε κάποιο γιατρό ή σε νοσοκομείο λόγω τραυματισμού της από την άσκηση εκ μέρους του ενάγοντα σωματικής βίας σε βάρος της και ότι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ουδέποτε κατήγγειλε τον ενάγοντα στην αστυνομία για βίαιη συμπεριφορά. Περαιτέρω, αποδείχθηκε επίσης ότι όσα αναφέρονται στις επίδικες ένορκες καταθέσεις της πρώτης και δεύτερης των εναγομένων περί ακαταλληλότητας του ενάγοντος να αναλάβει την επιμέλεια του παιδιού του, επειδή ταρακουνά το μωρό όταν κλαίει, αδυνατεί να το αλλάξει, το θέτει σε κίνδυνο τραυματισμού του από πτώση επειδή το αφήνει να κοιμάται πάνω του, ξαπλώνει με το μωρό στο κρεβάτι με τα ρούχα αδιαφορώντας για την υγεία του παιδιού, είναι ψευδή, ενώ αποδείχθηκε ότι τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά δεν τα αφηγήθηκε η …………. στην πρώτη και δεύτερη των εναγομένων αλλά αποτελούν συμβάντα που οι εναγόμενες κατέθεσαν ότι τα αντιλήφθηκαν οι ίδιες καθώς ήταν αυτόπτες μάρτυρες αυτών. Επομένως, αποδεικνύεται ότι οι εναγόμενοι κατέθεσαν τα ανωτέρω ψευδή πραγματικά περιστατικά εν γνώσει του ψεύδους τους και με σκοπό να προσβάλουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντα κατά τη διάρκεια της δικαστικής του διαμάχης με την ………….. Εξάλλου, τα ανωτέρω εμπεριεχόμενα στις επίδικες ένορκες καταθέσεις ψευδή πραγματικά περιστατικά αντικειμενικώς συνιστούν προσβολή της φήμης και του κύρους του ενάγοντος, αφού μπορούσαν να θίξουν την τιμή και την υπόληψη του (άρθρο 57 ΑΚ), στο δε πρόσωπο των εναγομένων συντρέχει το στοιχείο της υπαιτιότητας, με την μορφή του δόλου και, επομένως, οι εναγόμενοι τέλεσαν τις αξιόποινες πράξεις της ψευδούς κατάθεσης και της συκοφαντικής δυσφήμησης, απορριπτομένου σχετικά και του τρίτου λόγου της εφέσεως των εναγομένων, με τον οποίο οι τελευταίοι ισχυρίζονταν ότι δεν τέλεσαν τις ανωτέρω πράξεις. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός περί άρσεως του αδίκου χαρακτήρα της πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης των εναγομένων κατ’ άρθρο 367 παρ.1 ΠΚ (όπως ίσχυε κατά το χρόνο εκδόσεως της εκκαλουμένης), για το λόγο ότι πρόκειται περί εκδηλώσεων που έγιναν για τη διαφύλαξη δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, είναι απορριπτέος ως νομικά αβάσιμος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 367 παρ.2 περ. α ΠΚ, καθόσον στην προκειμένη περίπτωση στοιχειοθετείται το ποινικό αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησής που προβλέπεται στο άρθρο 363 ΠΚ, με συνέπεια να μη τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη τον άρθρου 367 παρ.1 ΠΚ, η οποία εφαρμόζεται επί απλής δυσφημήσεως και εξυβρίσεως, όπως προεκτέθηκε στη υπό στοιχείο Β μείζονα σκέψη της παρούσας, απορριπτομένου παράλληλα και του δεύτερου λόγου της εφέσεως των εναγομένων. Τέλος, οι περιεχόμενοι, στην υπ’ αριθ. ……./2019 ένορκη βεβαίωση της δεύτερης εναγομένης, ισχυρισμοί, ότι ο ενάγων «είναι ισχυρογνώμων, πολύ νευρικός, δε δεχόταν ότι έκανε λάθος, έχανε την ψυχραιμία του, γεγονός που και η ίδια είχε διαπιστώσει» συνιστούν αξιολογικές κρίσεις, οι οποίες έγιναν από τη δεύτερη εναγόμενη με σκοπό εξύβρισης του ενάγοντα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η προσωπικότητα του ενάγοντος υπέστη παράνομη και υπαίτια προσβολή η οποία του προξένησε ηθική βλάβη και, επομένως, δικαιούται χρηματική ικανοποίηση. Επομένως ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκανε δεκτή την αγωγή του ενάγοντος, απορριπτομένης σχετικά της από 27/9/2023 έφεσης των εναγομένων. Περαιτέρω το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη και σταθμίζοντας όλα τα περιστατικά που χαρακτηρίζουν τη συγκεκριμένη σχέση και περίπτωση, τις εκφάνσεις της προσωπικότητας του ενάγοντος, κατά του οποίου στράφηκε η προσβολή, τη βαρύτητά της, το βαθμό υπαιτιότητας των εναγομένων, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, του τρόπου και του μέσου διά του οποίου έλαβε χώρα η προσβολή και κατ’ επέκταση του κοινωνικού αντίκτυπου που είχε αυτή, ως προς το ευρύτερο κοινωνικό, εργασιακό και φιλικό τους περιβάλλον, όσο και προς τη δημοσιότητα που έλαβε, καθώς και τους κανόνες της κοινής πείρας, σε συνδυασμό με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, ορθά έκρινε ότι έκαστος των εναγομένων έχει την υποχρέωση να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 1.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, ποσό που κρίνεται ορθό και εύλογο και από το παρόν Δικαστήριο, απορριπτομένης σχετικά και του πρώτου λόγου της από 10/9/2023 έφεσης του ενάγοντος, με την οποία αυτός ζητούσε την αύξηση του ανωτέρω ποσού. Ομοίως απορριπτέος, για τους ανωτέρω λόγους, κρίνεται και ο δεύτερος λόγος της ως άνω εφέσεως του ενάγοντος περί αύξησης του ποσού των 500 ευρώ που θα κληθεί να καταβάλλει έκαστος των εναγομένων σε περίπτωση μελλοντικής προσβολής της προσωπικότητας του ενάγοντος ενώ απορριπτέος κρίνεται και ο τρίτος λόγος εφέσεως περί εν μέρει επιδίκασης των δικαστικών του εξόδων εις βάρος των εναγομένων, αφού το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της νίκης του, ορθά κατά την κρίση του, επιδίκασε υπέρ του ενάγοντος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ποσού 600 ευρώ.

Κατόπιν αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς εξέταση στις εφέσεις του ενάγοντος και των εναγομένων, αυτές πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους, ως αβάσιμες στην ουσία. Η δικαστική δαπάνη των διαδίκων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθεί εφόσον υπήρχε εύλογη αμφιβολία για την έκβαση της δίκης (άρθρα 179 εδ.β, 183, 191 § 2 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή των παραβόλων, που κατέβαλαν τόσο ο εκκαλών – εφεσίβλητος, όσο και οι εφεσίβλητοι – εκκαλούντες, στο δημόσιο ταμείο, λόγω της ήττας αμφοτέρων των πλευρών (άρθρο 495 παρ.3 εδαφ.τελευτ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, τις από 10/9/2023 και 27/9/2023 εφέσεις.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν τις ως άνω εφέσεις.

Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

Διατάσσει την εισαγωγή των παραβόλων για την άσκηση των υπό κρίση εφέσεων, στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 2/9/2025.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΣ                               ΕΛΕΝΗ ΔΟΥΚΑ

Δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους στις 16 Οκτωβρίου 2025.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΣ                                             ΕΛΕΝΗ ΔΟΥΚΑ