Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 413/2018

Αριθμός 413/2018

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Δημήτριο  Χονδρογιάνη, Πρόεδρο Εφετών, Αργυρώ Αρναούτη – Μπλέτσα, Εφέτη και Ιωάννα Πέττα- Χριστοπούλου, Εφέτη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  Η κρινόμενη από 11.1.2011 (αριθμ κατ. δικ. …./2011) έφεση κατά της υπ΄αριθμ 5193/2010 οριστικής  αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει πάροδος της προθεσμίας ασκήσεως ή άλλος λόγος  απαραδέκτου. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο, των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία.

Με την από 29.10.2005 (αριθμ. κατ. δικ. …../2005) αγωγή του ο ενάγων και ήδη εκκαλών εξέθετε, ότι κατά το χρονικό διάστημα από 3.5.2004 έως 30.6.2005 οι εναγόμενοι, ενεργώντας από κοινού βάσει σχεδίου, τέλεσαν σε βάρος του με πρόθεση τα αδικήματα της ψευδούς καταμηνύσεως και της ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως οι τρεις πρώτες, της συκοφαντικής δυσφημίσεως άπαντες οι εναγόμενοι και της ψευδορκίας μάρτυρος οι τρεις τελευταίοι, κατά τα εκτενώς εκτιθέμενα σ΄αυτήν.  Κατόπιν δε αυτών και μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αιτήματός του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό (άρθρα 223,294 και 295 παρ. 1 ΚΠολΔ) ζητούσε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν, ευθυνόμενοι καθένας εις ολόκληρον, το συνολικό χρηματικό ποσόν των 10.136.490 ευρώ, εκ των οποίων το ποσόν των 16.600 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας, συνισταμένης στις αμοιβές των πληρεξουσίων δικηγόρων του, στα πλαίσια της ποινικής δίκης, που ανοίχθηκε  με τις μηνύσεις των τριών πρώτων εναγομένων, το ποσόν των 119.890 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποθετική του ζημία (διαφυγόντα κέρδη),  που υπέστη κατά το χρονικό διάστημα της προσωρινής του κρατήσεως, ήτοι από 21.5.2004 έως 30.6.2005 και το ποσόν των 10.000.000 ευρώ, ως χρηματική του ικανοποίηση για την αποκατάστασή της ηθικής βλάβης, που υπέστη από την εκτιθέμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων. Το ποσόν δε αυτό αιτείτο νομιμοτόκως  από της επιδόσεως της αγωγής

Με την από 17.11.2005 (αριθμ. κατ. δικ. ……/2005) αγωγής της η ενάγουσα εξέθετε ότι οι δύο πρώτες των εναγομένων τέλεσαν σε βάρος της την αξιόποινη πράξη της ψευδούς καταμηνύσεως, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα σ΄αυτήν (αγωγή). Στη συνέχεια δε, επικαλούμενη ενότητα δράσεως των εν λόγω εναγομένων με τους υπόλοιπους (εναγομένους), ζητούσε, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αιτήματός της από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό (άρθρα 223, 294, 285 παρ. 1 ΚΠολΔ), να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εις ολόκληρον ευθυνόμενοι, να της καταβάλουν το χρηματικό ποσόν των 30.000 ευρώ, καθώς και να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή τους προς  καταβολή του ποσού των 2.970.000 ευρώ, ως χρηματική της ικανοποίηση προς αποκατάσταση της  ηθικής βλάβης, που υπέστη από την ως άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων Τα ποσά δε αυτά ζητούσε με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατόπιν συνεκδικάσεως των αγωγών αυτών, εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση, που έχει ως εξής: Α) Ως προς την πρώτη των ως άνω αγωγών (του ενάγοντος ………), εδέχθη ότι αυτή είναι  ορισμένη και νόμιμη, πλην των αιτημάτων καταβολής αποζημιώσεως, για την αποκατάσταση της θετικής και αποθετικής ζημίας του ενάγοντος και μόνον κατά το μέρος της που αφορά τους τέταρτο και πέμπτο των εναγομένων. Ως προς τους εναγομένους αυτούς, για τα αναφερόμενα αιτήματα η αγωγή κρίθηκε μη νόμιμη, λόγω ελλείψεως αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της εκτιθέμενης συμπεριφοράς τους και της επελεύσεως της επικαλούμενης από τον ενάγοντα ζημίας. Ακολούθως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη η ένδικη αγωγή έγινε κατά ένα μέρος της δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, μόνον ως προς τις τρεις πρώτες των εναγομένων, αναγνωριζομένης της υποχρεώσεως αυτών προς καταβολή στον ενάγοντα του συνολικού ποσού των 11.000 ευρώ, εκ των οποίων τα 10.000 ευρώ προς αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης και το ποσόν των 1.000, ως αποζημίωση για την θετική του ζημία. Λόγω δε της εν μέρει νίκης και ήττας του τού επεδικάσθη μέρος των δικαστικών του εξόδων, ύψους 1.000 ευρώ. Ως προς τους λοιπούς εναγομένους η αγωγή απερρίφθη ως ουσιαστικά αβάσιμη και επεβλήθησαν τα δικαστικά τους έξοδα ύψους 800 ευρώ σε βάρος του ενάγοντος. Β) Αναφορικά με τη δεύτερη των ως άνω αγωγών (της ενάγουσας ………..), δέχθηκε αυτήν ως ορισμένη, ενώ νομικά βάσιμη την έκρινε μόνον ως προς τις δύο πρώτες των εναγομένων, στις οποίες, βάσει των εκτιθέμενων, αποδίδει τις ψευδείς καταμηνύσεις, που τελέσθηκαν σε βάρος της. Ακολούθως δε, κατά το μέρος που έκρινε νόμιμη την ένδικη αγωγή, έκανε αυτήν εν μέρει δεκτή ως και  κατ΄ουσίαν βάσιμη και υποχρέωσε τις εναγόμενες, καθεμία εις ολόκληρον, να καταβάλουν στην ενάγουσα νομιμοτόκως από τις επιδόσεως της αγωγής, το χρηματικό ποσό των 8.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, που υπέστη από την αδικοπρακτική τους συμπεριφορά. Επίσης επεβλήθη σε βάρος αυτών μέρος των δικαστικών της εξόδων, ύψους 1000 ευρώ. Ως προς τους λοιπούς εναγομένους η αγωγή απορρίφθηκε ως νομικά αβάσιμη και η ενάγουσα υποχρεώθηκε στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων, ύψους 800 ευρώ.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται τώρα οι ενάγοντες των ενδίκων αγωγών και ζητούν, για τους αναφερομένους στην έφεσή τους λόγους, οι οποίοι ανάγονται στο σύνολό τους σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, την εξαφάνισή της, ώστε να γίνουν εξ ολόκληρου δεκτές οι αγωγές τους.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, που εξετάσθηκαν ενώπιον  του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχοντα στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως αυτού, οι οποίες εκτιμώνται αυτοτελώς και σε συνδυασμό μεταξύ τους, ανάλογα με το λόγο γνώσεως και το βαθμό αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα και από όλα, χωρίς εξαίρεση, τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και εκείνα της σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά: Ο ενάγων ……….  είναι ιατρός, με την ειδικότητα του γυναικολόγου μαιευτήρα και κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ήτοι από Οκτώβριο 2004 έως Μάιο 2004 παρείχε τις υπηρεσίες του στο ΙΚΑ και συγκεκριμένα στο υποκατάστημα του ………. Παράλληλα διατηρούσε ιδιωτικό ιατρείο σε μίσθιο διαμέρισμα του τρίτου υπέρ το ισόγειο ορόφου, πολυκατοικίας, κειμένης στην περιοχή των … και επί της οδού …….. Οι τρεις πρώτες των εναγομένων επαρακολουθούντο γυναικολογικώς από τον ενάγοντα στο ως άνω ιατρείο του. Συγκεκριμένα η πρώτη εξ΄αυτών, …….., επαρακολουθείτο ιατρικώς από τον ενάγοντα από το έτος 1999, η δεύτερη ………, από το έτος 2002 και η  τρίτη, ……. από το 2000.  Επιπλέον   τις δύο πρώτες εξ αυτών απασχόλησε διαδοχικά, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ο ενάγων και καθαρίστριες  στο ιατρείο του. Πιο συγκεκριμένα τη δεύτερη απασχόλησε κατά το χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο έως τον Ιούλιο του 2003 και την πρώτη από τον Αύγουστο έως το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Και οι τρεις δηλαδή εναγόμενες οι οποίες σημειωτέον δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους συνδέονταν με σχέση ιατρού ασθενούς με τον ενάγοντα, ενώ επιπλέον οι δύο πρώτες εξ΄ αυτών και με  σχέση εργοδότη εργαζόμενου. Ακόμη αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενες ήταν χαμηλού μορφωτικού επιπέδου με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες και συντηρούνταν αποκλειστικά από τους συζύγους τους. Οι δύο πρώτες, μάλιστα, …. και …. ……., είχαν ασθενή τέκνα και δη  το δεύτερο τέκνο της πρώτης το έτος 2001, σε ηλικία 18 μηνών παρουσίασε νεφρικό σύνδρομο (βαρειάν μορφή νεφρικής ανεπάρκειας), ενώ η δεύτερη είχε τέκνο με νοητική  υστέρηση.  Επιπλέον και για τις τρεις εναγόμενες διέγνωσε την ύπαρξη κονδυλωμάτων κατά τη γυναικολογική τους εξέταση, χωρίς ωστόσο, να προβεί σε έγγραφη διατύπωση του διαγνωσθέντος νοσήματος (το οποίο σημειωτέον δεν διαπιστώθηκε από τους ιατρούς στους οποίους εξετάσθηκαν στη συνέχεια οι εναγόμενες), ενώ απέδιδε την εκδήλωσή του σε εξωσυζυγικές σχέσεις των συζύγων τους (τριών τελευταίων εναγομένων) λέγοντάς τους  ότι επρόκειτο για νόσημα, που μεταδίδεται μόνο σεξουαλικά. Παρά τον κίνδυνο ωστόσο, μολύνσεως και του ιδίου είχε κατ΄ επανάληψη σεξουαλική επαφή μαζί τους. Τις συνευρέσεις μάλιστα αυτές φρόντιζε να αποθανατίζει με φωτογραφίσεις και βιντεοσκοπήσεις, που οπωσδήποτε γίνονταν χωρίς τη θέληση των εναγομένων γυναικών, οι οποίες σίγουρα δεν θα επιθυμούσαν την αποτύπωση των στιγμών αυτών φοβούμενες το διασυρμό τους και κυρίως μήπως περιέλθουν σε γνώση των συζύγων τους και διαλυθούν οι οικογένειές τους. Και πράγματι, ως απεδείχθη ο ενάγων δεν δίστασε να κάνει χρήση του ως άνω «υλικού». Τούτο σαφώς προκύπτει από την  αποστολή στις 14.9.2003 προς τη δεύτερη εναγομένη ενός ερωτικού γράμματος με την επισημείωση «Η ……. του 3ου ορόφου προς το γκόμενό της. Το σήριαλ συνεχίζεται και με τσόντα φωτογραφίες. Αναμείναται στα γραμματοκιβώτια σας», το οποίο ενείχε ευθεία απειλή για τη δημοσιοποίηση των φωτογραφιών και κασετών, όπου κατά τα ανωτέρω, είχε φροντίσει να ανατυπωθούν οι συνευρέσεις του με την εν λόγω εναγομένη . ….. Γύρω στα εννέα τέτοια γράμματα εστάλησαν από τον ενάγοντα στα γραμματοκιβώτια των ενοίκων της πολυκατοικίας, όπου διέμενε η ανωτέρω εναγόμενη. Η ως άνω επισημείωση επί της εν λόγω επιστολής (ερωτικού γράμματος) έγινε από τον ενάγοντα, κάτι που συνομολογήθηκε και από τον ίδιο, κατά την ενώπιον του ποινικού Δικαστηρίου  (Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων Πειραιώς)  απολογία του (βλ. την υπ’ αριθμ …. σελίδα των πρακτικών της με αριθμό 451/2005 αποφάσεως του ως άνω Δικαστηρίου). Επίσης εστάλη και μία ηχογραφημένη κασέτα, όπου είχε καταγραφεί συνομιλία του ενάγοντος, της ενάγουσας συζύγου του …… και της ίδιας παραπάνω εναγομένης, η οποία είχε ηχογραφηθεί εν αγνοία της τελευταίας και η οποία (κασέτα) ακολούθως παρεδόθη στον Ανακριτή, που ανέλαβε τη διερεύνηση της υποθέσεως.

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στις 11.5.2004, όταν μετά από καταγγελία της ίδιας εναγομένης, ……., εισήλθαν οι αστυνομικοί στο ιατρείο του ενάγοντος, διαπίστωσαν ότι πάνω στο τραπέζι υπήρχε ο φάκελος με τα προσημειωμένα από την Αστυνομία χαρτονομίσματα των 300 ευρώ, που κατά τους ισχυρισμούς της εναγομένης, ζήτησε ο ενάγων, προκειμένου να της επιστρέψει το ως άνω παράνομο υλικό (φωτογραφίες, κασέτες κ.λπ), το οποίο, διαφορετικά, απειλούσε να δημοσιοποιήσει, καθώς και μια δερμάτινη τσάντα, μέσα στην οποία υπήρχαν δύο φωτογραφίες που απεικόνιζαν τον κατηγορούμενο με την ως άνω εναγομένη. Στο πίσω μέρος κάθε φωτογραφίας υπήρχε χειρόγραφη σημείωση και συγκεκριμένα αναγραφόταν στη μία: «… Σουνίου πίσω από την πλάτη φαίνεται η θάλασσα. Απόλαυσε τη γυναίκα σου» και στην άλλη: «….. Σουνίου πίσω από την πλάτη φαίνεται η θάλασσα και βουνό. Απόλαυσε τη γυναίκα σου για περισσότερα στοιχεία απευθύνσου στη … (εννοεί την ενάγουσα σύζυγό του ……)».  Απ΄αυτήν, εξάλλου, τη σημείωση σαφώς προκύπτει ότι η τελευταία τελούσε σε πλήρη γνώση των παραπάνω δραστηριοτήτων του συζύγου της, για  τις οποίες ο ίδιος την ενημέρωνε λεπτομερώς, αφού προτρέπει τον πέμπτο εναγόμενο  …, σύζυγο της εναγομένης ……, να απευθυνθεί σ’ αυτήν, προκειμένου να πληροφορηθεί οτιδήποτε σχετικά με τις συνευρέσεις του με την εναγομένη σύζυγό του. Διατηρούσε μάλιστα επικοινωνία άμεση και δια τηλεφώνου με τις δύο πρώτες εναγόμενες, προσποιούμενη τη φίλη  τους, στην πραγματικότητα, όμως, όλες οι ενέργειές της κατέτειναν στη διευκόλυνση και συγκάλυψη των ως άνω ενεργειών  του ενάγοντος συζύγου της. Στην ως άνω δε ακολουθούμενη από την  ενάγουσα ……. τακτική, αναφέρθηκε και ο ενάγων, κατά την ενώπιον του ποινικού Δικαστηρίου (Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων) αναλογία του, εκθέτοντας ότι «Η …. έκανε τη φίλη της …. για να την εμπιστεύεται, να της αποκαλύπτει τους σκοπούς της και έτσι να μπορεί να με βοηθήσει» (βλ. σελ. … των πρακτικών της ποινικής δίκης). Επίσης αποδείχθηκε ότι η ανωτέρω ενάγουσα είχε αναφέρει στην …… πως είχε δει τη βιντεοκασέτα, που είχε τραβήξει ο σύζυγός της κατά τη στιγμή της  σεξουαλικής τους συνευρέσεως και ότι αυτός θα την παρέδιδε στο σύζυγό της, πέμπτο εναγόμενο. Μάλιστα της μετέφερε τα όσα έδειχνε η ταινία και τα όσα εκείνη έλεγε κατά τη συγκεκριμένη στιγμή. Τα ανωτέρω δεν τα αναίρεσε απολογούμενη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, πλην όμως ισχυρίσθηκε ότι τα περί βιντεοκασέτες δεν ήταν αληθινά άλλα «μπλόφαρε» αναφερόμενη σ΄αυτήν (βιντεοκασέτα) και απλά μετέφερε στην ως άνω εναγομένη την ερωτική σκηνή, όπως της την είχε περιγράψει ο σύζυγός της, προκειμένου να τον βοηθήσει να απαλλαγεί απ΄αυτήν (βλ. σελ. …. των πρακτικών της ποινική δίκης). Από κανένα, όμως, των προσκομιζομένων αποδεικτικών μέσων δεν αποδείχθηκε ότι η παρεχόμενη από αυτήν βοήθεια συνίστατο στην απαλλαγή του από τη συγκεκριμένη εναγομένη.

Σε κάθε πάντως περίπτωση, από  την παραπάνω εκτιθέμενη συμπεριφορά της ενάγουσας σαφώς  προκύπτει ότι δεν υπήρχε ομαλή έγγαμη συμβίωση μεταξύ αυτής και του ενάγοντος συζύγου της,  αλλά συμβατική διαβίωση κάτω από την ίδια στέγη. Τούτο, άλλωστε, είχε παραδεχθεί η ενάγουσα όταν η ……… την είχε ενημερώσει τηλεφωνικά ότι ο σύζυγός της την βλέπει ερωτικά. Συγκεκριμένα της απάντησε ότι δεν ενδιαφερόταν για τον άνδρα της, ότι ζούσαν συμβατικά και κοιμόντουσαν σε διαφορετικά δωμάτια, ότι τα ίδια έκανε και σε άλλες και ότι θα πραγματοποιούσε όλα αυτά   για τα οποία την απειλούσε. Επίσης της συνέστησε να πάει με τα νερά του και ότι, όταν βαρεθεί, θα την αφήσει (βλ. σελ. …… των πρακτικών της ποινικής δίκης). Τα ανωτέρω όχι απλά δεν τα αναίρεσε η ενάγουσα, αλλά αντίθετα τα επιβεβαίωσε απολογούμενη ενώπιον του ποινικού Δικαστηρίου, επικαλούμενη βέβαια τα περί βοηθείας του συζύγου της,  την οποία (βοήθεια)  ουδόλως προσδιορίζει. Επίσης, το μήνα Σεπτέμβριο του 2003 οι ενάγοντες επισκέφθηκαν κατ’ επανάληψη την κατοικία της ………. Κατά τις επισκέψεις τους αυτές έβγαιναν στην βεράντα του διαμερίσματος, η οποία απείχε περί τα (60) μέτρα  (διαγωνίως)  από την κατοικία της .. …. και από εκεί ο ενάγων απηύθηνε πρόστυχα πειράγματα και ύβρεις προς αυτήν και το σύζυγό της,  όπως:  «…. κούνα τα σεντόνια, άσε και καμιά παρθενιά για μας» ή «… (5ος εναγόμενος) έλα να δεις μου κουνάει το σεντόνι της  κ.λπ.), τα οποία συνόδευε με απρεπείς χειρονομίες και μάλιστα όλα αυτά εις επήκοον των ενοίκων των πλησίον διαμερισμάτων (βλ. σελ. 68 των πρακτικών της ποινικής δίκης).

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων …….., σύζυγος της ……., είχε εν γνώσει και με την  αρωγή της τελευταίας όπως προεκτέθηκε, τις ως άνω  σεξουαλικές συνευρέσεις του με τις τρεις πρώτες εναγόμενες, συζύγους των τριών τελευταίων εναγομένων, αντίστοιχα, κατά τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα Α) Από τον Οκτώβριο μέχρι και το Νοέμβριο του 2000 με την τρίτη εναγομένη ……., β) από τον Απρίλιο ως και τον Ιούλιο του έτους 2003 με τη δεύτερη εναγομένη ……. και Γ) από τον Αύγουστο  του 2003 έως και το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους με την πρώτη εναγομένη  …….. Αναφορικά με τις εξώγαμες αυτές  συνουσίες, ο ενάγων ισχυρίσθηκε ότι κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα οι ανωτέρω εναγόμενες διατηρούσαν ερωτικούς δεσμούς με αυτόν και είχαν με τη θέληση τους ολοκληρωμένες σεξουαλικές σχέσεις μαζί του.

Αντίθετα οι εναγόμενες ισχυρίσθηκαν ότι οι συνευρέσεις τους με τον ενάγοντα έλαβαν χώρα  χωρίς τη θέλησή τους, διαρκούσης της ιατρικής (γυναικολογικής) τους εξετάσεως απ΄αυτόν ή κατά τις επισκέψεις τους στο ιατρείο του, όπου, όπως ήδη εκτέθηκε, οι δύο πρώτες εξ αυτών (… και ……), απασχολούνταν ως  καθαρίστριες, κατά τα επίδικα διαστήματα. Πιο συγκεκριμένα ισχυρίσθηκαν ότι η πρώτη τουλάχιστον σεξουαλική επαφή της καθεμίας μαζί του, έγινε σε κατάσταση απώλειας της συνειδήσεως και αδυναμίας αντιστάσεως, συνεπεία της χρήσεως αγνώστων χημικών ιδιοσκευασμάτων και  υπνωτικών, που έρριπτε σε ποτά ή νερό που τους προσέφερε και την οποία (σεξουαλική επαφή) φρόντιζε να φωτογραφίζει και βιντεοσκοπεί. Τις λοιπές δε συνευρέσεις, καθώς και την ανοχή ασελγών πράξεων επετύγχανε  με την απειλή γνωστοποιήσεως των ως άνω φωτογραφιών και βιντεοταινιών στους συζύγους τους, καθώς και με την άσκηση σωματικής βίας, ενώ συνέχιζε να κάνει χρήση των ως άνω χημικών ιδιοσκευασμάτων και υπναγωγών. Σημειωτέον, εδώ, ότι τέτοια υπναγωγά χάπια και συγκεκριμένα 30 χάπια ΥΠΝΟΣΤΕΝΤΟΝ του 1 mg και 5 χάπια ΣΤΙΛΝΟΞ ανευρέθησαν από τους αστυνομικούς μέσα στη βιβλιοθήκη του ενάγοντος, κατά την διενεργηθείσα  απ΄ αυτούς, μετά την κατά τα ανωτέρω υποβληθείσα καταγγελία της εναγομένης ………, έρευνα στο ιατρείο αυτού στις 11.5.2004. Προκειμένου δε να δικαιολογήσει την κατοχή των ως άνω  φαρμακευτικών σκευασμάτων, που εμπίπτουν στην κατηγορία των ναρκωτικών ουσιών, προέβαλε τις κάτωθι διαφορετικές  δικαιολογίες: 1) Στο αυτό 12.5.2004 απολογητικό του υπόμνημα ενώπιον του Ανακριτή του Ε΄ τμήματος Πλημ/κών Πειραιώς  στον οποίο ανετέθη  η διερεύνηση της ένδικης διαφοράς εξέθετε ότι τα  χάπια αυτά τα είχε προς διευκόλυνση της πεθεράς του και του πεθερού του, που έπασχαν από ψυχιατρικές διαταραχές, 2) κατά την ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιώς απολογία του,  ισχυρίσθηκε ότι τα χάπια αυτά του χορηγήθηκαν από τη β΄ χειρουργική κλινική του νοσοκομείου ΚΑΤ, προκειμένου να τα χορηγεί ως ηρεμιστικά στην πρώην υπάλληλο του ………., η οποία, όμως απεβίωσε και παρέμειναν αχρησιμοποίητα τα συγκεκριμένα φάρμακα (βλ. σελ 190 των πρακτικών της  ποινικής δίκης) και 3) Στον προταθέντα, ενώπιον του ως άνω ποινικού Δικαστηρίου) αυτοτελή ισχυρισμό του περί συγγνωστής πλάνης, εξέθετε ότι τα «συγκεκριμένα σκευάσματα τα είχε στο ιατρείο του προς αντιμετώπιση εκτάκτων και  επικίνδυνων καταστάσεων (βλ. σελ ….. των πρακτικών της ως άνω ποινικής δίκης). Κατ΄αποδοχήν μάλιστα  του εν λόγω  ισχυρισμού, απηλλάγει ο κατηγορούμενος της κατηγορίας για κατοχή ναρκωτικών ουσιών με την ήδη αμετάκλητη υπ’ αριθμ 451/2005 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιώς. Επίσης ο ……., που ήταν ο ένας εκ των δύο αστυνομικών της Αστυνομικής Υποδιεύθυνσης Πειραιώς, που στις 11.5.2004 διενήργησαν την  έρευνα στο ιατρείο του ενάγοντος, κατά την ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιώς εξέτασή του, κατέθεσε ότι ακούοντας τις επικλήσεις βοηθείας της καταγγέλλουσας επικαλούμενοι την αστυνομική τους ιδιότητα,  ζήτησαν από τον ενάγοντα να τους ανοίξει την πόρτα εισόδου του ιατρείου του, την οποία, όμως εκείνος κλείδωσε και χρειάσθηκε μετά πάροδο 2-3 λεπτών να την παραβιάσουν. Κατά την είσοδο τους δε στο χώρο του ιατρείου είδαν την ανωτέρω εναγομένη ταραγμένη να κινείται προς το μέρος τους, προσπαθώντας να ανεβάσει το παντελόνι της και να κουμπώσει τη μπλούζα της. Συνεκτιμώντας δε ακολούθως  το όλο σκηνικό (μετά και την ανεύρεση εντός της ιατρικής τσάντας του ενάγοντος των ως άνω φωτογραφιών με τις προεκτεθείσες επισημειώσεις), εξέφρασε τη βεβαιότητα, ότι «ο (τότε) κατηγορούμενος τη συγκεκριμένη μέρα εκβίασε αυτήν (εναγομένη) για να έχουν ερωτική σχέση».

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενες, που, όπως προεκτέθηκε, ουδέποτε δέχθηκαν τη σύναψη ερωτικού δεσμού με τον ενάγοντα, αλλά απέδιδαν της εξώγαμες συνουσίες μαζί του στις προεκτεθείσες αθέμιτες ενέργειες αυτού, εμφανίσθηκαν: η πρώτη στις 3.5.2004, η δεύτερη στις 5-5-2004 και η τρίτη στις 6-5-2004 στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Πειραιώς και με τις ένορκες καταθέσεις, που έδωσε η καθεμία  απ΄αυτές, κατά της ως άνω ημερομηνίες, κατηγόρησαν τον ενάγοντα:

Ι)  Η πρώτη εναγόμενη: ότι στις 28-8-2003 και στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2003, όταν αυτή προσήλθε για εργασία στο ιατρείο του, αυτός την βίασε, καθώς: α) την πρώτη φορά, με ένα άγνωστο χημικό ιδιοσκεύασμα, που της χορήγησε εν αγνοία της, προκάλεσε την απώλεια των αισθήσεων και της συνειδήσεως της, και εκμεταλλευόμενος την αδυναμία αντιστάσεως, στην οποία είχε περιέλθει, προέβη σε εξώγαμη συνουσία μαζί της, και β) στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2003, την εξανάγκασε και πάλι σε εξώγαμη συνουσία μαζί του, απειλώντας την ότι εάν δεν ενέδιδε στις πιέσεις του, θα έθετε σε κίνδυνο την οικογενειακή της γαλήνη, επιδεικνύοντας στον σύζυγο της ένα βίντεο και φωτογραφίες της, που είχε λάβει, κατά την διάρκεια του πρώτου βιασμού και εμφάνιζαν αυτόν και εκείνη σε ερωτικές στάσεις, αποκρύβοντας του, βέβαια, ότι η σεξουαλική επαφή γινόταν, χωρίς την θέληση της II) η δεύτερη εναγόμενη: ότι α) τον Μάιο του 2003, στις αρχές και τα τέλη Ιουνίου του έτους 2003, τον Αύγουστο του 2003 σε ημερομηνίες, που δεν μπορούν να προσδιορισθούν επακριβώς και στις 3-8-2003, με την άσκηση σωματικής βίας, αλλά και μετερχόμενος την ίδια μέθοδο, που είχε ακολουθήσει και με την πρώτη εναγόμενη (χορήγηση εν αγνοία της ιδιοσκευάσματος, που περιείχε άγνωστες χημικές ουσίες), ενώ την εξέταζε ως ασθενή, της προκάλεσε απώλεια της συνειδήσεως και των αισθήσεων της, και εκμεταλλευόμενος την αδυναμία αντιστάσεως της, την εξανάγκασε σε εξώγαμη συνουσία μαζί του, β) κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιούνιο έως και τον Αύγουστο του 2003, που αυτή εργαζόταν ως καθαρίστρια στο ιατρείο του, την εξανάγκασε σε εξώγαμη συνουσία μαζί του, αφού και αυτήν την απείλησε ότι εάν δεν ενέδιδε στις πιέσεις του, θα επεδείκνυε στον σύζυγο της όσες φωτογραφίες και βίντεο είχε λάβει, κατά την διάρκεια των προηγούμενων βιασμών της και εμφάνιζαν εκείνη και αυτόν σε ερωτικές στάσεις, αποκρύβοντας του, βέβαια, και σε αυτόν ότι η σεξουαλική επαφή γινόταν, χωρίς την θέληση της και γ) στις 11-5-2004, απειλώντας την πάλι με τις φωτογραφίες, που κατείχε, επιχείρησε να την βιάσει, πλην, όμως, δεν ολοκλήρωσε την πράξη του για λόγους, ανεξάρτητους της θελήσεως της, καθώς επενέβησαν οι αστυνομικοί της Αστυνομικής Υποδιεύθυνσης Πειραιώς, που είχε προηγουμένως η ίδια ειδοποιήσει και III) η τρίτη εναγόμενη: α) στις 19-10 και στις 20-10-2000, όταν τον είχε επισκεφθεί στο ιατρείο του, αυτός μετερχόμενος την ίδια μέθοδο, που είχε ακολουθήσει και με τις δύο προηγούμενες εναγόμενες (χορήγηση εν αγνοία της ιδιοσκευάσματος, που περιείχε άγνωστες χημικές ουσίες) και ειδικά την δεύτερη φορά και με την άσκηση σωματικής βίας, της προκάλεσε απώλεια της συνειδήσεως και των αισθήσεων της, και εκμεταλλευόμενος την αδυναμία αντιστάσεως της, την εξανάγκασε σε εξώγαμη συνουσία μαζί του και γ) στις 30-10-2000 απειλώντας την με τις φωτογραφίες, που είχε λάβει και κατείχε από τις προηγούμενες σεξουαλικές επαφές μαζί της, επιχείρησε να προβεί σε εξώγαμη συνουσία, χωρίς την θέληση της, πλην, όμως, δεν ολοκλήρωσε την πράξη του, καθώς η τελευταία κατόρθωσε και διέφυγε. Επίσης, οι δύο πρώτες εναγόμενες, στις ως άνω ένορκες καταθέσεις τους, κατηγόρησαν και την ενάγουσα …. ….. ότι παρότι γνώριζε τους βιασμούς, που τελούσε ο ενάγων εις βάρος τους, όλο αυτό το χρονικό διάστημα, όχι μόνον τον κάλυπτε, αλλά και τον συνέδραμε, αφού συμμετείχε στην παράνομη καταγραφή των τηλεφωνικών τους συνομιλιών, ώστε το υλικό αυτό να χρησιμοποιηθεί ως μέσο εκβιάσεως τους,  ενώ  απειλούσε ευθέως και την πρώτη  εναγόμενη, προκειμένου η τελευταία να μην καταγγείλει τον σύζυγο της στην αστυνομία. Τέλος, η δεύτερη εναγόμενη, στην από 11-5-2004 συμπληρωματική κατάθεση, που έδωσε στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Πειραιώς, κατηγόρησε τον ενάγοντα ότι την ίδια ημέρα, είχε επιχειρήσει να την εκβιάσει, καθώς με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος, αξίωσε από αυτήν το χρηματικό ποσό των 300 ευρώ, για να της παραδώσει το παράνομο υλικό (φωτογραφίες, κασέτες κλπ), που κατείχε από τις συναντήσεις τους στο ιατρείο του.

Ακολούθως, με βάση τα ως άνω καταγγελλόμενα ασκήθηκε από τον αρμόδιο εισαγγελέα ποινική δίωξη σε βάρος του ενάγοντος ……. για τα αδικήματα : 1) της κατοχής ναρκωτικών ουσιών 2) του βιασμού κατ’ εξακολούθηση και κατά συρροή, τετελεσμένου και σε απόπειρα και 3) της εκβίασης. Επίσης ποινική δίωξη ασκήθηκε και κατά της ενάγουσας …….., για απλή συνεργεία σε βιασμό κατ΄ εξακολούθηση τετελεσμένο και σε απόπειρα. Στα  πλαίσια δε διενεργείας της διαταχθείσας κυρίας ανακρίσεως εξετάσθηκαν ανωμοτί,  οι πολιτικώς ενάγουσες και ενόρκως ο εκτός των εναγομένων ….., σύζυγος της τρίτης εναγομένης .  …, ενώ στις 17-5-2004, δυνάμει του υπ’ αριθμ …/2004 εντάλματος προσωρινής κρατήσεως του Ε΄ Ανακριτή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, διατάχθηκε η προσωρινή κράτηση του ενάγοντος. Η  υπόθεση εκδικάσθηκε από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πειραιώς, όπου και πάλι οι ως άνω εναγόμενες (τότε πολιτικώς ενάγουσες) κατέθεσαν ανωμοτί τα ανωτέρω και οι εναγόμενοι σύζυγοί τους τα επιβεβαίωσαν ενόρκως. Μετά από εννέα διαδοχικές συνεδριάσεις το παραπάνω Δικαστήριο εξέδωσε την υπ΄αρθμ 451/2005, ήδη αμετάκλητη απόφαση, με την οποία, διαφοροποιούμενο από την εισαγγελική πρόταση, που ήταν καταδικαστική, χωρίς αποδοχή κανενός ελαφρυντικού, για τον τότε κατηγορούμενο και ήδη ενάγοντα και  αθωωτική (ελλείψει δόλου), για την τότε κατηγορουμένη  και  ήδη ενάγουσα), απήλλαξε αμφοτέρους από όλες τις αποδιδόμενες σ’ αυτούς κατηγορίες. Πιο  συγκεκριμένα ο πρώτος κατηγορούμενο (ήδη  ενάγων): 1) απηλλάγη του αδικήματος της κατοχής ναρκωτικών ουσιών,  κατ΄ αποδοχήν του προβληθέντος αυτοτελούς ισχυρισμού περί συγγνωστής νομικής πλάνης και 2) αναφορικά με τα αδικήματα των βιασμών σε βάρος των τριών πρώτων εναγομένων  και επιπλέον της εκβίασης σε βάρος  των τριών πρώτων εναγομένων και επιπλέον της εκβίασης σε βάρος  της εναγομένης, …….. (που αφορά το φάκελο με τα   300 προσημειωμένα ευρώ, κατά τα ανωτέρω), το Δικαστήριο κατέληξε, στηριζόμενο κυρίως σε λογικά επιχειρήματα, στην κρίση ότι δεν αποδείχθηκαν τα εν λόγω αδικήματα. Συνακόλουθα απηλλάγη και η δεύτερη κατηγορούμενη σύζυγός του, αφού μετά την αθώωση του πρώτου, δεν ετίθετο θέμα συνδρομής της  στην τέλεση της πράξεως των βιασμών. Η κρίση του δε αυτή, με βάση τα εκτιθέμενα στο σκεπτικό της αποφάσεως, στηρίχθηκε στη διατήρηση αμφιβολιών αναφορικά με την τέλεση των αποδιδόμενων στους κατ/νους εγκλημάτων, έστω και αν αυτό  δεν διατυπώθηκε ευθέως. Τέσσερις περίπου μήνες μετά τη δημοσίευση της ως άνω αποφάσεως, όταν πλέον αυτή είχε καταστεί αμετάκλητη, ασκήθηκαν οι ένδικες αγωγές με το προεκτεθέν περιεχόμενο και αιτήματα. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, υιοθετώντας το σκεπτικό της ποινικής αποφάσεως, δέχθηκε ότι τα ως άνω καταγγελλόμενα από τις εναγόμενες, για βιασμούς τους από τον ενάγοντα, ήταν ψευδή και ότι στην πραγματικότητα αυτές διατηρούσαν, κατά τα προαναφερόμενα χρονικά διαστήματα, εξώγαμους ερωτικούς δεσμούς μαζί του, στη διάρκεια των οποίων είχαν  ηθελημένα ολοκληρωμένες  σεξουαλικές επαφές. Επίσης ως ψευδή έκρινε και την καταγγελία της δεύτερης ενάγουσας, αναφορικά με την πράξη της εκβιάσεώς της απ’ αυτόν (τα 300 προσημειωμένα χαρτονομίσματα). Κατ΄ακολουθίαν δε των ως  άνω παραδοχών του, απεφάνθη ότι η συμπεριφορά των τριών εναγομένων πληροί την ειδική υπόσταση των  αδικημάτων της συκοφαντικής δυσφήμησης, της ψευδούς καταμηνύσεως και της ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως, δεδομένου ότι γνώριζαν την αναλήθεια των καταγγελιών τους και προέβησαν σ΄ αυτές, προκειμένου να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος και να προκαλέσουν την ποινική του δίωξη για τις ως άνω πράξεις. Συνακόλουθα ψευδείς έκρινε και τις καταγγελίες των δύο πρώτων εναγομένων, αναφορικά με τη συμμετοχή της ενάγουσας στις πράξεις βιασμού του ενάγοντος συζύγου της, δεχόμενο ότι με τη συμπεριφορά τους πληρώθηκε η ειδική υπόσταση του  αδικήματος της ψευδούς καταμηνύσεως. Κατόπιν δε αυτών επεδίκασε το ποσόν των 10.000 ευρώ στον ενάγοντα ……… και των 8.000 ευρώ στην ενάγουσα …….., το οποίο έκρινε εύλογο προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, που δέχθηκε ότι υπέστησαν από την εκτιθέμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά των ως άνω εναγομένων. ΄Ηδη οι ενάγοντες, με το δεύτερο λόγο της κρινομένης εφέσεώς τους, παραπονούνται ότι έσφαλε η εκκαλούμενη επιδικάζοντάς τους τα  ως άνω ποσά, για την ανωτέρω αιτία, ενώ, λόγω του μεγέθους της βλάβης που υπέστησαν, έπρεπε να τους επιδικασθούν τα αιτούμενα με τις ένδικες αγωγές ποσά των 10.000.000 και 3.000.000 ευρώ αντίστοιχα. Το παρόν Δικαστήριο, εν όψει της εκδηλούμενης ως άνω συμπεριφοράς των εναγόντων και της βάσει αυτής προσδιοριζομένης ηθικής τους προσωπικότητας, του βαθμού του πταίσματος των ως άνω εναγομένων, καθώς και της όλης περιουσιακής και κοινωνικής καταστάσεως των εν λόγω διαδίκων, κρίνει ως εύλογα ποσά για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης των εναγόντων τα και πρωτοδίκως επιδικασθέντα. Το πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, που έκρινε κατά τον ίδιο τρόπο, ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και ως εκ τούτου πρέπει ο σχετικός (δεύτερος κοινός) λόγος εφέσεως με τον οποίο οι ενάγοντες αιτούνται μεγαλύτερα ποσά για την αιτία αυτή, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Κατά τη γνώμη όμως του Προέδρου Εφετών Δημητρίου Χονδρογιάννη ο άνω λόγος εφέσεως δεν έπρεπε να κριθεί βάσει δυσμενών για τους ενάγοντες παραδοχών που δεν δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, καθόσον η τελευταία πλήττεται με έφεση μόνον από  πλευράς εναγόντων και όχι και από πλευράς (τριών πρώτων των) εναγομένων.

Περαιτέρω, όσον αφορά τους τρεις τελευταίους εναγομένους, συζύγους των τριών προηγουμένων, από τα ίδια παραπάνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι όσα αυτοί κατέθεσαν ενώπιον του ακροατηρίου του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, επιπλέον δε ο τρίτος και κατά των προδικασία, τα είχαν πληροφορηθεί από τις πολικώς ενάγουσες συζύγους τους και τα πίστευαν ως αληθή ( βλ. την από 30.9.2004 ένορκη κατάθεση του τελευταίου εναγομένου ενώπιον του Ε΄ Ανακριτή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, καθώς και τα πρακτικά της υπ’ αριθμ 451/2005 αποφάσεως του ως άνω ποινικού Δικαστηρίου και ειδικότερα τις σελίδες ….. αυτών, όσον αφορά τον τέταρτο εναγόμενο, τις σελίδες ….., που αφορούν τον πέμπτο εναγόμενο και τη σελίδα ….., όσον αφορά τον έκτο εναγόμενο).

Η αποδοχή  εξάλλου, απ’ αυτούς των ως άνω καταγγελλομένων από τις συζύγους τους, ως αληθινών δικαιολογείται και από την προεκτεθείσα συμπεριφορά των εναγόντων. Συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται το αποδιδόμενο σ΄αυτούς αδίκημα της ψευδορκίας μάρτυρος. Το Πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, που έκρινε κατά  τον ίδιο τρόπο και κατέληξε στο αυτό συμπέρασμα, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, ούτως ώστε ο σχετικός (πρώτος κοινός) λόγος εφέσεως να είναι απορριπτέος, ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο πρώτος ενάγων χρειάσθηκε να καταβάλει το ποσόν των 1.000 ευρώ, ως αμοιβή του πληρεξουσίου του δικηγόρου ……, στον οποίο  ανέθεσε την υπεράσπισή του στην ποινική δίκη, που ανοίχθηκε σε βάρος του, συνεπεία των ως άνω καταγγελλομένων από τις τρεις πρώτες των εναγομένων περί βιασμού (και των τριών) και εκβιάσεως (της δεύτερης), τα οποία κρίθηκαν, κατά τα ανωτέρω, αμετάκλητα ως αναληθή. Σημειωτέον, εξάλλου, εδώ αναφορικά με την πράξη της κατοχής ναρκωτικών ουσιών ότι η ποινική δίωξη γι΄αυτήν ασκήθηκε βάσει των διαπιστωθέντων από τους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Πειραιώς κατά την διενεργηθείσα έρευνα στο Ιατρείο του ενάγοντος και όχι από κατηγορίες των εναγομένων, ούτως ώστε να μην επιβαρύνονται αυτές με τη δαπάνη υπερασπίσεως του ενάγοντος και για τη  συγκεκριμένη πράξη. Άλλη επιπλέον δαπάνη για την ανωτέρω αιτία (δικηγορική αμοιβή) από κανένα των προσκομιζομένων αποδεικτικών μέσων δεν αποδείχθηκε.

Το πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, που έκρινε κατά τον ίδιο τρόπο, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και ως εκ τούτου πρέπει ο σχετικός (πρώτος ατομικός) λόγος της κρινομένης εφέσεως να απορριφθεί ως κατ΄ουσίαν αβάσιμος

Επίσης, ουδένα αποδεικτικό στοιχείο προσκομίσθηκε προς απόδειξη του κεφαλαίου των διαφυγόντων κερδών, κατά το χρονικό διάστημα της προσωρινής κρατήσεως του ενάγοντος, ήτοι από 21.5.2004 έως 30.6.2005. Σημειωτέον, μάλιστα, ότι κατά την εκδίκαση της υποθέσεως στον  πρώτο βαθμό είχε γίνει ειδική μνεία από έδρας για την προσκομιδή εκκαθαριστικών σημειωμάτων ή και άλλων τυχόν σχετικών εγγράφων, για τη διαπίστωση των εκκαλούμενων απωλεσθέντων εισοδημάτων (βλ.  σελ .. των πρακτικών του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου). Ορθά, επομένως το Δικαστήριο αυτό ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και τις αποδείξεις εκτίμησε, γι΄αυτό πρέπει ο σχετικός (δεύτερος ατομικός) λόγος της υπό κρίση εφέσεως να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν.

Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη η κρινομένη έφεση και να υποχρεωθούν οι ενάγοντες- εκκαλούντες, ως ηττηθέντες διάδικοι, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων- εφεσιβλήτων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 191 παρ 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της αποφάσεως.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 11.1.2011 (αριθμ. κατ. δικ. ……/2011) έφεση κατά της υπ’ αριθμ 5193/2010 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς

Δέχεται αυτήν τυπικά και την απορρίπτει κατ΄ουσίαν

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσόν των οκτακοσίων (800)  ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 3 Φεβρουαρίου 2018.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                            Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτού,

λόγω προαγωγής

και αναχωρήσεώς του,

και λόγω προαγωγής

και αναχωρήσεως της

αρχαιότερης της συνθέ-

σεως Εφέτου, Αργυρούς

Αρναούτη-Μπλέτσα,

ο Πρόεδρος του Τριμελούς

Συμβουλίου Δ/νσεως του

Εφετείου Πειραιώς,

Αντώνιος Πλακίδας,

Πρόεδρος Εφετών

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις 29 Ιουνίου 2018, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και αναχωρήσεως του Προέδρου Εφετών, Δημητρίου Χονδρογιάννη, λόγω προαγωγής και αναχωρήσεως της Εφέτου Αργυρούς Αρναούτη-Μπλέτσα και λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου Ιωάννας Πέττα-Χριστοπούλου, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Αντώνιο Πλακίδα, Πρόεδρο Εφετών,  Αικατερίνη Κοκόλη και Γεώργιο Βερούση,  Εφέτες, και με Γραμματέα τη Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και   των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

     Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ