ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
4ο ΤΜΗΜΑ
Αριθμός αποφάσεως 605 /2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ηλία Σταυρόπουλο και Βασιλική Παπιγκιώτη – Εισηγήτρια – Εφέτες και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις …………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των εκκαλούντων: 1) …………. και 2) ……………. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Δήμητρα Παβέλη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης: ………………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αθανάσιο Ψάλτη.
Οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 21-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2020 αγωγή τους, ζητώντας τα διαλαμβανόμενα σε αυτή. Το παραπάνω δικαστήριο, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 2440/2021 απόφαση, με την οποία διατάχτηκε η διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, καθώς και η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο. Με την από 28-7-2023 κλήση της εναγόμενης επαναφέρθηκε προς συζήτηση η πιο πάνω αγωγή, η οποία και εκδικάστηκε κατά τη δικάσιμο της 21-9-2023 και, εν συνεχεία, εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 1683/2024 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες, με την από 8-7-2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά …………/2024 έφεσή τους (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, ……../2024), η οποία προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο, η πληρεξούσια δικηγόρος των εκκαλούντων δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσε προτάσεις, με τις οποίες ανέπτυξε τους ισχυρισμούς τους, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις της.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η φερόμενη προς συζήτηση και κρίση ενώπιον του παρόντος, αρμοδίου, καθ’ ύλη και κατά τόπο, Δικαστηρίου (άρθρα 19 και 30 παρ. 1ΚΠολΔ), παραπάνω έφεση, ασκήθηκε από τους, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, πρωτοδίκως ηττηθέντες διαδίκους νομίμως και εμπροθέσμως με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 8-7-2024 και εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης στους ενάγοντες, η οποία έλαβε χώρα στις 6-6-2024 [(βλ. επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ………… σε αντίγραφο της εκκαλουμένης, δοθέντος ότι η 7-7-2024 ήταν ημέρα Κυριακή) (άρθρα 495 – 499, 511, 513 παρ. 1β, 516, 517, 518 παρ. 1]. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατά το παραδεκτό και βάσιμο των επιμέρους λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της, έχει καταβληθεί και κατατεθεί το, απαιτούμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, παράβολο (υπ’ αριθμ. κωδ. παραβ. ……………. παράβολο, ποσού 150 ευρώ).
Με την από 21-7-2020 αγωγή τους, οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες εκθέτουν ότι στις 25-1-2019 απεβίωσε στον Πειραιά ο πατέρας τους, …………….., κάτοικος εν ζωή Πειραιά. Ότι ο τελευταίος κατέλιπε την από 14-10-2018 ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δημοσιεύτηκε με το υπ’ αριθμ. ……/10-6-2019 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Πειραιά και κηρύχθηκε κύρια με την υπ’ αριθμ. …/10-6-2019 πράξη του ως άνω Δικαστηρίου. Ότι δυνάμει της εν λόγω διαθήκης, ο ανωτέρω αποβιώσας εγκατέστησε ως κληρονόμο του και την εναγόμενη, στην οποία κατέλιπε την αναφερόμενη στη διαθήκη κινητή και ακίνητη περιουσία του, κατά τα διαλαμβανόμενα ειδικότερα στο δικόγραφο, αποκλείοντας έτσι τους ενάγοντες από την κληρονομική διαδοχή ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, ως προς τα παραπάνω περιουσιακά στοιχεία. Περαιτέρω, οι ενάγοντες αμφισβητούν το κύρος της προαναφερόμενης ιδιόγραφης διαθήκης, εκθέτοντας ότι οι φερόμενες υπογραφές του διαθέτη έχουν τεθεί από άλλο πρόσωπο, που προσπάθησε να μιμηθεί την υπογραφή του διαθέτη, ενώ έτι περαιτέρω ορισμένες λέξεις και φράσεις στη φερόμενη διαθήκη δεν προσομοιάζουν με το γραφικό χαρακτήρα του διαθέτη. Ότι, επικουρικά, η ως άνω διάταξη τελευταίας βούλησης του διαθέτη αποτελεί προϊόν απειλής προερχόμενης από την πλευρά της εναγόμενης και ως εκ τούτου η επίδικη διαθήκη τυγχάνει ακυρώσιμη για τον ανωτέρω λόγο. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, οι ενάγοντες, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του διαθέτη, ζητούν να αναγνωριστεί η ακυρότητα της προδιαληφθείσας διαθήκης άλλως να ακυρωθεί αυτή, λόγω της ασκηθείσας απειλής από την πλευρά της εναγόμενης. Τέλος, ζητούν να καταδικαστεί η εναγόμενη στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης. Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε αρχικά την υπ’ αριθμ. 2440/2021 απόφασή του, με την οποία διατάχτηκε η διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, καθώς και η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο. Εν συνεχεία, μετά τη διενέργεια της διαταχθείσας πραγματογνωμοσύνης, με την από 28-7-2023 κλήση της εναγόμενης, επαναφέρθηκε προς συζήτηση η πιο πάνω αγωγή, η οποία και εκδικάστηκε κατά τη δικάσιμο της 21-9-2023 και εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 1683/2024 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι ενάγοντες και ζητούν με τους λόγους έφεσης τους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε, εν τέλει, να γίνει δεκτή η ένδικη αγωγή.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1782 παρ. 1 ΑΚ η διάταξη της διαθήκης είναι ακυρώσιμη, αν είναι προϊόν απειλής που ασκήθηκε παράνομα ή αντίθετα προς τα χρηστά ήθη. Όπως δε προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 150, 151 και 1782 παρ.1 Α Κ για την ακύρωση της διαθήκης που συντάχθηκε υπό το κράτος απειλής, απαιτείται η απειλή να ασκήθηκε παράνομα ή αντίθετα προς τα χρηστά ήθη και στις συγκεκριμένες συνθήκες, να προξενεί φόβο σε γνωστικό άνθρωπο και επιπλέον να εκθέτει σε σπουδαίο και άμεσο κίνδυνο τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα, την ελευθερία, την τιμή, την περιουσία αυτού που απειλήθηκε ή των προσώπων που συνδέονται μαζί του στενότατα, να ήταν δε τέτοια ώστε συνεπεία της απειλής προέβη ο διαθέτης στη σύνταξη της διαθήκης, και να υφίσταται εξακολουθητικά και μετά τη σύνταξη της διαθήκης, μέχρι το θάνατο του διαθέτη, ώστε να μην μπορεί αυτός να την ανακαλέσει. Η απειλή μπορεί να συντελεστεί με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο και σε οποιοδήποτε χρόνο (είτε πριν είτε κατά τη σύνταξη της τελευταίας διάταξης) και είναι αδιάφορο αν προέρχεται από τον τιμώμενο με την ακυρώσιμη διαθήκη ή άλλο πρόσωπο. Ως απειλή νοείται η ψυχολογική βία (ΑΠ 784/2016, ΑΠ 731/2014), ενώ δεν υπάρχει απειλή αν ο διαθέτης φοβήθηκε αυθόρμητα ή η διάταξη προήλθε από πειθώ, προτροπές και πιέσεις (ΑΠ 1058/2020, ΤΝΠ Νόμος).
Περί της ουσιαστικής κρίσης της ένδικης διαφοράς το παρόν Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη: τα πρακτικά των συζητήσεων ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, όλα τα νόμιμα με επίκληση προσκομιζόμενα έγγραφα, μερικά από τα οποία αναφέρονται κατωτέρω, την υπ’ αριθμ. την ……../20-11-2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ……………., ενώπιον της συμβολαιογράφου Καστοριάς, ………. που ελήφθη με επιμέλεια των εναγόντων – εκκαλούντων, προς απόδειξη των αγωγικών ισχυρισμών τους, κατόπιν νομίμου κλητεύσεως της εναγόμενης (βλ. την υπ’ αριθμ. ………./16-11-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά, …………..), την υπ’ αριθμ. …………./15-12-2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …………. ενώπιον της συμβολαιογράφου Καστοριάς, ……….., την υπ’ αριθμ. ………/14-12-2020 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα …………. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, . …… αλλά και την υπ’ αριθμ. ………../14-12-2020 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα …………. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, …………., που ελήφθησαν με επιμέλεια της εναγόμενης – εφεσίβλητης κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των εναγόντων – εκκαλούντων (βλ. την υπ’ αριθμ. …………/9-12-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή, ………. και την υπ’ αριθμ. …………./9-12-2020 έκθεση επίδοσης του ως ιδίου ως άνω δικαστικού επιμελητή), τις υπ΄αριθμ. …………../1-12-2029 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …………., αντίστοιχα, ενώπιον του συμβολαιογράφου Νίκαιας ……….., οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της εναγόμενης – εφεσίβλητης κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των εναγόντων – εκκαλούντων (βλ. τις υπ΄αριθμ …….. και …………. εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή, ………), χωρίς όμως να λαμβάνονται υπόψη: α) η υπ΄αριθμ…………../22-1-2025 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ……….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Ιερισσού …………, καθώς οι εκκαλούντες ούτε επικαλούνται, ούτε προσκομίζουν έκθεση επίδοσης για τη γνωστοποίηση της εξέτασης του παραπάνω μάρτυρα στην εκκαλούσα (ειδικότερα στις κατατεθείσες προτάσεις τους υπάρχει «κενό» στον αριθμό της αναφερόμενης έκθεσης επίδοσης, β) η υπ’ αριθμ. …………/19-11-2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ……… ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ………., η οποία λήφθηκε με πρωτοβουλία των εναγόντων – εκκαλούντων, καθώς σύμφωνα με την από 16-11-2020 εξώδικη δήλωση, η οποία επιδόθηκε στην εναγομένη – εφεσίβλητη με την υπ΄αριθμ. ………./16-11- 2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά ……….., γνωστοποιήθηκε στην τελευταία η εξέταση του παραπάνω αναφερομένου μάρτυρα ενώπιον της προαναφερόμενης συμβολαιογράφου για την 19-11-2020 και «ώρες 12 το μεσημέρι έως 1.30 μ.μ.», πλην όμως, όπως προκύπτει από το κείμενο της υπό κρίση ένορκης βεβαίωσης, αυτή έλαβε χώρα την ανωτέρω ημεροχονολογία και ώρα 11:00 π.μ., ήτοι σε ώρα προγενέστερη της ορισθείσας διά της προαναφερόμενης κλήσης, ως εκ τούτου, δε, δεν είναι νόμιμη η κλήτευση της εναγομένης – εφεσίβλητης (άρθρα 421, 422 ΚΠολΔ) και γ) η υπ’ αριθμ…………../15-12-2020 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ………….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, . ……., καθώς οι ενάγοντες – εκκαλούντες επικαλούνται μεν, πλην όμως δεν προσκομίζουν τη σχετική έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή περί της γνωστοποίησης της εξέτασης της μάρτυρα στην εναγόμενη – εκκαλούσα. Περαιτέρω, δεν λαμβάνονται υπόψη: α) το υπ΄αριθμ . πρωτ. ………./24-10-2022 ιατρικό πιστοποιητικό του Γ.Ν. “Τζάνειο”, β) η από 28-10-2018 Υ.Δ.-Εξουσιοδότηση προς την τράπεζα ………….. και γ) το από 23-8-2023 κατηγορητήριο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά κατά της ενάγουσας και του Β. Σκανδάλη, καθώς, αυτά προσκομίστηκαν το πρώτον στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, κατά την οποία δεν επιτρέπεται η προσκόμιση νέων αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 254 παρ. 3 ΚΠολΔ. Επομένως, το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου της υπό κρίση έφεσης, με το οποίο οι εκκαλούντες διαμαρτύρονται για τη μη λήψη υπόψη από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο των υπό στοιχεία β΄και γ΄ ένορκων βεβαιώσεων (η υπό στοιχείο α΄ προσκομίζεται μόνο ενώπιον του εφετείου), τυγχάνει απορριπτέα. Επισημαίνεται, ότι για τη μη λήψη υπόψη των αναφερόμενων ανωτέρω εγγράφων που προσκομίστηκαν για πρώτη φορά στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, οι εκκαλούντες δεν αναφέρονται συγκεκριμένα σε αυτά σε λόγο έφεσής τους, πλην μόνο κάνουν μνεία στο ιστορικό του υπό κρίση δικογράφου. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τα παραπάνω έγγραφα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα ανωτέρω.
Από όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα αποδείχτηκαν τα εξής: Στις 25-1-2019 απεβίωσε στον Πειραιά, ο ………., κάτοικος εν ζωή Πειραιά, ο οποίος τύγχανε πατέρας των εναγόντων, από το γάμο του με την ……….. Ο γάμος αυτός κατά το χρόνο θανάτου του ………….. είχε ήδη λυθεί (βλ. το υπ’ αριθμ. πρωτ. ………../30-1-2019 προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών), και ως εκ τούτου οι ενάγοντες είναι μοναδικοί πλησιέστεροι συγγενείς του. Περαιτέρω, με το υπ’ αριθ. …../10-6-2019 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Πειραιά δημοσιεύτηκε η φερόμενη ως ιδιόγραφη διαθήκη του ως άνω αποβιώσαντος ενώ με την υπ’ αριθμ. ………/10-6-2019 πράξη της Ειρηνοδίκη Πειραιά, κηρύχθηκε αυτή κυρία. Με την προαναφερόμενη διαθήκη ο πιο πάνω διαθέτης εγκαθιστά κληρονόμους του: 1) την εναγόμενη, η οποία τύγχανε σύντροφός του από τη δεκαετία του ΄90 έως τον θάνατό του, α) στην κείμενη στη …. Καστοριάς οικία, μετά του αναλογούντος οικοπέδου, πλέον όλων των ευρισκόμενων εντός αυτών κινητών πραγμάτων και β) στην επικαρπία επί της οριζόντιας ιδιοκτησίας (γραφείου – διαμερίσματος) ευρισκόμενης σε οικοδομή κείμενη στον Πειραιά Αττικής, επί της οδού ………… και 2) τους ενάγοντες – τέκνα του α) σε οικόπεδο κείμενο στη ….. Χαλκιδικής, κατά πλήρη κυριότητα εξ αδιαιρέτου και β) τον δεύτερο εξ αυτών στην ψιλή κυριότητα επί της ανωτέρω οριζόντιας ιδιοκτησίας ευρισκόμενης σε οικοδομή κείμενη στον Πειραιά Αττικής, επί της οδού …………. Όπως προαναφέρθηκε, με την υπό κρίση αγωγή, οι ενάγοντες ζητούν την αναγνώριση της ακυρότητας της παραπάνω ιδιόγραφης διαθήκης, ισχυριζόμενοι ότι αυτή δεν συντάχθηκε ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη, καθώς ορισμένες λέξεις και φράσεις εντός του κειμένου αυτής δεν προσομοιάζουν με τη γραφή του αποβιώσαντος πατέρα τους, ούτε υπογράφηκε από αυτόν. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε αρχικά η υπ΄αριθμ. 2440/2021 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία διέταξε τη διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, διορίστηκε δε πραγματογνώμονας η δικαστική γραφολόγος ……………., προκειμένου να αποφανθεί με έγγραφη αιτιολογημένη γνωμοδότησή της σχετικά με το ζήτημα εάν η φερόμενη ως ιδιόγραφη διαθήκη έχει γραφεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί ιδιοχείρως από τον θανόντα ή από τρίτο πρόσωπο. Η πιο πάνω δικαστική γραφολόγος, συνέταξε την από 25-7-2023 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης …………/2023 και καταλήγει στο συμπέρασμα «…οδηγούμαι με βεβαιότητα στο τελικό συμπέρασμα της ταυτοποίησης, και συγκεκριμένα ότι: Η από 14/10/2018 ιδιόγραφη διαθήκη του ……………. έχει, πράγματι, γραφεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί ιδιοχείρως από τον ίδιο». Ειδικότερα, ως προς τη γραφολογική εξέταση και σύγκριση με τα προσκομισθέντα έγγραφα, τα οποία είναι πολυάριθμα, η πραγματογνώμονας αναφέρει ότι το χειρόγραφο κείμενο διακρίνεται από ομοιογένεια σε φυσιογνωμία, δομή και ποιότητα χάραξης, καθώς και στο γραφικό μέσο, έτσι ώστε να βεβαιώνεται ότι συνιστά ενιαία γραφή ενός ατόμου. Η γραφή της διαθήκης χαράσσεται από μεγάλη ταχύτητα, σε βαθμό που χαρακτηρίζεται βιαστική, πρόχειρη, ατημέλητη και ακατάστατη. Φέρει προσθήκες, επεγγραφές, μουτζούρες και σβησίματα με διαγραφές ή χρήση διορθωτικού (τύπου blanco), οι οποίες όμως είναι ευθέως διακριτές, χαράσσονται με όμοιο στυλογράφο και με φυσικότητα και αυθορμητισμό και αποσκοπούν καθαρά στην επιδιόρθωση του περιεχομένου. Επιπλέον, οι έξι πρωτότυπες υπογραφές της διαθήκης διακρίνονται από σημαντικές ποιοτικές και δομικές ομοιότητες, καθώς και ως προς το γραφικό μέσο χάραξης τους καταδεικνύοντας τη μεταξύ τους γραφολογική συγγένεια και επιβεβαιώνοντας, συνεπώς, τη χάραξη του συνόλου τους από τον αυτό υπογραφικό φορέα. Ακόμη, μεταξύ της γραφής και των υπογραφών της επίμαχης διαθήκης διαπιστώνονται σημαντικά ευρήματα ομοιογένειας σε ποιότητα χάραξης, έτσι ώστε να εκτιμάται η σύνταξη του συνόλου της διαθήκης από το ίδιο άτομο. Εν συνεχεία, στην επίδικη διαθήκη δεν εντοπίζονται αντικειμενικά ευρήματα πλαστότητας, αλλά αντιθέτως γραφικά γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν μια φυσική και αυθόρμητη γραφή και υπογραφή με ικανοποιητικό γραφικό επίπεδο, ευχέρεια και ατομικότητα, στοιχεία που παρουσιάζονται με συνέπεια και ομοιογένεια καθ΄όλη την έκτασή της. Περαιτέρω, η πραγματογνώμονας αναφέρει ότι στη διάθεσή της τέθηκαν προς σύγκριση πλήθος δειγμάτων γραφής και υπογραφής του διαθέτη, τα οποία παρουσιάζουν, ανεξαρτήτως χρόνου προέλευσης (1995-2018) σημαντικές ομοιότητες σε δομή, ποιότητα και φυσιογνωμία χάραξης, επιβεβαιώνοντας, συνεπώς, την κοινή ταυτότητα του συντάκτη τους και την αυθεντικότητα του συνόλου τους. Επιπλέον, η πιο πάνω πραγματογνώμονας αναφέρει ότι η γραφή της επίδικης διαθήκης παρουσιάζει, σε σχέση με τη γνήσια δειγματική γραφή, πολλές σταθερές και επαναλαμβανόμενες ομοιότητες σε γενικά και ειδικά γραφολογικά χαρακτηριστικά (όπως ενδεικτικά σε δομή, μορφή, σύνδεση, οργάνωση, ρυθμό, κλπ), καθώς και οι έξι πρωτότυπες υπογραφές της διαθήκης ταυτοποιούνται γραφολογικώς με τις γνήσιες δειγματικές υπογραφές του διαθέτη και εκφράζουν τις ιδιαίτερες και σταθερά επαναλαμβανόμενες γραφικές του κινήσεις και συνήθειες, καθώς και τον υπογραφικό αυτοματισμό και τη φυσική ποικιλομορφία αυτού, ώστε να εντάσσονται πλήρως στον γνήσιο και συνήθη υπογραφικό του κύκλο.
Οι ενάγοντες – εναγόμενοι προσκομίζουν την από 14-12-2020 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης της γραφολόγου ……………., καθώς και την από 14-9-2023 έκθεση γραφολογικών παρατηρήσεων επί της προαναφερόμενης από 25-7-2023 έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης. Η πιο πάνω πραγματογνώμονας καταλήγει στην έκθεσή της στο τελικό συμπέρασμα «…α) το κείμενο της από 14.10.2018 ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία αποδίδεται στον ………….., εντοπίζεται με πρόχειρο χαρακτήρα που παραπέμπει σε σχέδιο διαθήκης. β) οι δύο υπογραφές που έχουν τεθεί επί της τρίτης σελίδας της από 14.10.2018 ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία αποδίδεται στον ……….. με πιθανολόγηση, δεν έχουν τεθεί από τον ……. .». Ειδικότερα, αναφέρεται ότι η γραφή του κειμένου είναι ατημέλητη και δυσανάγνωστη και το κείμενο βρίθει από προσθήκες, επεγγραφές, σβησίματα κλπ, στοιχεία που αποδίδουν στο κείμενο ένα πρόχειρο χαρακτήρα και θα μπορούσε να παραπέμπει σε σχέδιο διαθήκης. Ωστόσο, ο πρόχειρος χαρακτήρας του κειμένου και οι επιδιορθώσεις δεν καθιστούν αυτή πλαστή, σε κάθε δε περίπτωση όλο το κείμενο έχει την ίδια μορφή, με συνέπεια να βεβαιώνεται ότι συνιστά ενιαία γραφή του ιδίου ατόμου. Περαιτέρω, η πιο πάνω πραγματογνώμονας αναφέρει ότι από τη συγκριτική μεταβολή της επίδικης διαθήκης και των γνήσιων εγγράφων του διαθέτη, διαπιστώνεται διαφοροποίηση ως προς την προχειρότητα της σύνταξης της υπό έλεγχο διαθήκης, με συχνές επιδιορθώσεις, διπλοχαράξεις, κλπ, ενώ, αντίθετα, στα έγγραφα που φέρουν δείγμα γραφής και υπογραφής εντοπίζεται πλήρης επιμέλεια των κειμένων με καθαρή χάραξη, γεγονός που αποδίδουν στο κείμενο ένα πρόχειρο χαρακτήρα που παραπέμπει σε σχέδιο διαθήκης. Και σε αυτή την περίπτωση όμως, η παραπάνω πραγματογνώμονας δεν διαπιστώνει διαφοροποιήσεις της επίδικης διαθήκης με τα προσκομισθέντα στην ίδια έγγραφα του ……………, οι οποίες να οδηγούν στο συμπέρασμα της γραφής της επίδικης διαθήκης από άλλο πρόσωπο, δεν αρκεί δε μόνο η προχειρότητα του κειμένου να οδηγήσει στο συμπέρασμα της πλαστότητας αυτής. Όσον αφορά στις υπογραφές, η ανωτέρω πραγματογνώμονας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι δύο υπογραφές που έχουν τεθεί στην πρώτη σελίδα της υπό έλεγχο διαθήκης, καθώς και οι δύο υπογραφές που έχουν τεθεί στη δεύτερη σελίδα αυτής, έχουν τεθεί με κοινά γραφολογικά γνωρίσματα, ενώ οι δύο άλλες υπογραφές στην τρίτη σελίδα εντοπίζονται με ορισμένες διαφοροποιήσεις στην έναρξη και την απόληξη των υπογραφών. Πλην όμως η πραγματογνώμονας δεν αναλύει τις ακριβείς διαφοροποιήσεις, βάσει των οποίων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι δύο υπογραφές που έχουν τεθεί επί της τρίτης σελίδας της διαθήκης δεν έχουν τεθεί από τον …………., σε συνδυασμό μάλιστα με το γεγονός, το οποίο και η ίδια αναγνωρίζει, ότι η επίδικη διαθήκη χαρακτηρίζεται από βιασύνη και ακαταστασία στη γραφή της. Αντιθέτως, η πραγματογνώμονας ……………… αναλύει λεπτομερώς τις έξι υπογραφές της επίδικης διαθήκης και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτές είναι περιγραφικού τύπου (συντομογραφημένες συμβολικές υπογραφές), οι οποίες εκκινούν με ένα ιδιόμορφο εναρκτήριο μόρφωμα, συνεχίζουν με συνεχόμενο γιρλαντοειδή συμβολικό κορμό και απολήγουν με σύνθετη παράφα η δε σύνθεσή τους αξιολογείται υψηλού βαθμού ατομικότητας και πολυπλοκότητας και χαρακτηρίζεται από ταχύτητα, ρυθμό, δυναμισμό και αυθορμητισμό, από φυσιολογική αυξομείωση της πίεσης, από κάθετη κλίση και κυριαρχία του κάθετου άξονα στη γραφική κίνηση. Επιπλέον, καταδεικνύουν υπογραφική ευχέρεια, ευελιξία και αυτοματισμό του συντάκτη τους, ήτοι του διαθέτη ……………. Τα αναφερόμενα από την πραγματογνώμονα ……………. κρίνονται απολύτως πειστικά από το Δικαστήριο και απαντούν στις αιτιάσεις των εναγόντων και της γραφολόγου …………. Με βάση τα προαναφερόμενα, το Δικαστήριο κρίνει ότι η γραφή και οι υπογραφές επί της επίμαχης διαθήκης έχουν τεθεί από τον διαθέτη …………, ως εκ τούτου, δε, πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 1721 ΑΚ ως προς την εγκυρότητα της από 14-10-2018 ιδιόγραφης διαθήκης αυτού. Το πρωτόδικο δικαστήριο που κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις και, επομένως, το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες διαμαρτύρονται για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων αναφορικά με την επικαλούμενη πλαστότητα της επίδικης διαθήκης, τυγχάνει απορριπτέο. Περαιτέρω, με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης οι εκκαλούντες διαμαρτύρονται για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων σχετικά με το επικουρικό αίτημα της ακύρωσης της διαθήκης, λόγω απειλής εκ μέρους της εφεσίβλητης. Επί του ζητήματος τούτου λεκτέα είναι τα εξής: Ο ………., ο οποίος ήταν συνταξιούχος δικηγόρος, κατοικούσε στο πιο πάνω διαμέρισμα – γραφείο, επί της οδού …………, στον Πειραιά Αττικής, όπου στεγαζόταν και το δικηγορικό του γραφείο. Την εναγόμενη την γνώρισε το έτος 1984, όταν ως δικηγόρος παρείχε τις υπηρεσίες του σε οικογενειακές υποθέσεις. Μετά το έτος 1990 και ενώ είχε μεσολαβήσει διάσταση και χωρισμός με τη σύζυγό του, ο ανωτέρω διαθέτης και η εναγόμενη σύναψαν δεσμό. Η εναγόμενη φρόντιζε καθημερινά τον αποβιώσαντα και του συμπαραστεκόταν και στα διάφορα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε. Είχαν δε αναπτύξει μεταξύ τους σχέση αγάπης και στοργής. Το έτος 2017, οπότε άρχισαν να επιδεινώνονται σημαντικά τα προβλήματα υγείας του ως άνω διαθέτη, περνούσαν αρκετές μέρες τον χρόνο στην εξοχική οικία, που διατηρούσαν, στη ………. Καστοριάς, στην ανακαίνιση της οποίας συνέβαλε οικονομικά η εναγόμενη, στην οποία, εξάλλου, είχε ήδη μεταβιβάσει ο διαθέτης το ανωτέρω ακίνητο κατά πλήρη κυριότητα, σε ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει της υπ΄αριθμ. …………/5-7-2001 πράξης του συμβολαιογράφου Καστοριάς ………, που μεταγράφηκε νόμιμα. Αντιθέτως, οι ενάγοντες, τέκνα του αποβιώσαντος, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι’ αυτόν, είχαν απομακρυνθεί από την καθημερινότητά του, επηρεασμένα από τη μητέρα τους, η οποία δεν διατηρούσε καλές σχέσεις με τον πρώην σύζυγό της. Το γεγονός αυτό, προκύπτει, πέρα από τα αναφερόμενα στις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων της εναγόμενης και από το κείμενο της προηγούμενης από 26-6-2000 διαθήκης του αποβιώσαντος, στην οποία ο διαθέτης αναφέρει μεταξύ άλλων: «…Δεν αδικώ τα παιδιά μου για την κατά διαστήματα απαράδεκτη στάση τους απέναντι μου, διότι δεν φταίνε εκείνα. Φταίει απόλυτα η πρώην σύζυγός μου, η οποία ασκούσε επάνω τους πάντοτε ψυχολογική βία, τους απέκρυπτε αλήθειες και τα απέτρεπε να επικοινωνούν μαζί μου, όσο μπορούσε..». Επίσης, οι ενάγοντες – εκκαλούντες διατυπώνουν αντιφατικούς ισχυρισμούς στα δικόγραφά τους, καθώς αναφέρουν, προκειμένου να στηρίξουν την επικαλούμενη πλαστότητα της διαθήκης, ότι η εναγόμενη ουδέποτε συγκατοικούσε με τον αποβιώσαντα πατέρα τους, ούτε της είχαν χορηγηθεί κλειδιά από την οικία του (παρά μόνο τον Οκτώβριο του 2018) και ο δεύτερος ενάγων είχε αναλάβει την εποπτεία λήψης φαρμάκων όταν επιδεινώθηκε η υγεία του πατέρα του, μεταβαίνοντας προς τούτο καθημερινά στην οικία του, εν συνεχεία, προκειμένου να στηρίξουν την επικαλούμενη ακύρωση της διαθήκης λόγω απειλής εκ μέρους της εναγόμενης, ισχυρίζονται ότι η τελευταία ασκούσε αφόρητες πιέσεις στον αποβιώσαντα να την καταστήσει κληρονόμο του, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα έπαυε να τον συνεπικουρεί, να του παρέχει συντροφιά και φροντίδα και θα «πεθάνει μόνος και αβοήθητος». Επιπλέον, οι ενάγοντες προσκομίζουν κάποιες σελίδες ημερολογίου που διατηρούσε ο αποβιώσας κατά τα έτη 2017-2018, στα οποία αναφέρεται το όνομα του δεύτερου ενάγοντα (κυρίως «πέρασε» ο …….). Το στοιχείο αυτό ουδόλως καταδεικνύει καλές σχέσεις των εναγόντων με τον πατέρα τους, καθώς πρόκειται για λίγες μόνο σελίδες ημερολογίου, σε κάθε περίπτωση δεν αποδεικνύει ότι η εναγόμενη απειλούσε αυτόν. Ακόμη και στη σελίδα του ημερολογίου με ημερομηνία 25-8-2018, όπου ο αποβιώσας αναφέρει: «Δυστυχώς μια έντονη συζήτηση για το σπίτι με τη ….. και διαπίστωση πικρόχολων αποφάσεων. Έφυγε χωρίς να το καταλάβω», δεν δύναται να αποδείξει τους ισχυρισμούς των εναγόντων, καθώς πέραν των λοιπών, η παραπάνω αναφορά του αποβιώσαντος θα μπορούσε να σχετίζεται με οποιοδήποτε διαδικαστικό ή συντροφικό ζήτημα, αναφορικά με τη λειτουργία της οικίας τους. Περαιτέρω, ούτε από τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που προσκομίζουν οι ενάγοντες, οι οποίοι φέρουν και το βάρος απόδειξης (όπως η εκτύπωση από λογαριασμό του αποβιώσαντος που διατηρούσε στην τράπεζα Eurobank – Ergasias με ημερομηνία 29-11-2018 και η ισχυριζόμενη μεταβίβαση του ΙΧΕ αυτοκινήτου σε συγγενή της εναγόμενης), αποδεικνύεται ότι ασκήθηκε από την εναγόμενη στον διαθέτη ψυχολογική βία, ώστε να συντάξει αυτός την ευνοϊκή για αυτήν διαθήκη. Ακόμη, ούτε από το περιεχόμενο των ένορκων βεβαιώσεων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες, αποδεικνύεται ότι ασκήθηκε εκ μέρους της εναγόμενης στον διαθέτη ψυχολογική βία τέτοιου βαθμού, ώστε να συντάξει αυτός την ευνοϊκή για αυτήν διαθήκη. Χαρακτηριστικά, στην υπ΄αριθμ. …………/20-11-2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …………., γίνεται λόγος για προβλήματα που δημιουργήθηκαν στην οικογένεια εξαιτίας της εναγόμενης, η οποία είχε απώτερο σκοπό να οικειοποιηθεί ό,τι μπορούσε, επιδιώκοντας ταυτόχρονα τη διάλυση των δεσμών της οικογένειας. Τούτο, ακόμη και αληθές υποτιθέμενο δεν καταδεικνύει απειλή της εναγόμενης και δεν πληροί τις προϋποθέσεις της διάταξης του άρθρου 1782 ΑΚ. Επισημαίνεται, ότι ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι αιτία σύνταξης της επίδικης διαθήκης ήταν προτροπές και πιέσεις της εναγόμενης προς τον διαθέτη, τούτο δεν συνιστά απειλή και δεν μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της διαθήκης, καθώς δεν προσκομίζονται αποδεικτικά μέσα περί του ότι αυτή πράγματι απείλησε τον κληρονομούμενο ότι θα τον εγκαταλείψει, προκειμένου να κάμψει τη θέλησή του και να αναγκαστεί να συντάξει την ένδικη διαθήκη. Αντιθέτως, στις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγόμενη ένορκες βεβαιώσεις, κατατίθεται με βεβαιότητα ότι η εναγόμενη ουδέποτε είχε απειλήσει τον ανωτέρω κληρονομούμενο σύντροφο της. Επίσης, από το περιεχόμενο της προγενέστερης από 26-6-2000 διαθήκης του ίδιου ως άνω αποβιώσαντος, η οποία έχει όμοιο περιεχόμενο, ως προς την κληρονομιαία περιουσία που καταλείπεται στην εναγόμενη, καταδεικνύεται βούληση του διαθέτη να καταστήσει κληρονόμο του την εναγόμενη. Συνακόλουθα, η επίδικη διαθήκη δεν συνιστά προϊόν απειλής, που ασκήθηκε παράνομα ή αντίθετα προς τα χρηστά ήθη από την τετιμημένη εναγόμενη, και μάλιστα υφισταμένης εξακολουθητικώς και μετά τη σύνταξη αυτής, μέχρι τον θάνατο του διαθέτη, για να μην μπορεί αυτός να την ανακαλέσει. Επομένως, το πρωτόδικο δικαστήριο που απέρριψε την επικουρική βάση της αγωγής, ορθά εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, ο δε σχετικός λόγος έφεσης τυγχάνει απορριπτέος. Τέλος, με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου έφεσης, οι εκκαλούντες διαμαρτύρονται για παραβίαση από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο των ουσιαστικών διατάξεων 1782 και 150 ΑΚ. Ειδικότερα, ισχυρίζονται ότι η εκκαλουμένη υιοθέτησε λάθος συμπέρασμα και οδηγήθηκε σε εσφαλμένο αποτέλεσμα, ήτοι ότι ο αποβιώσας δεν απειλήθηκε προς τη σύνταξη της ένδικης διαθήκης, εκτιμώντας λανθασμένα τα αποδεικτικά μέσα. Ωστόσο, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, καθότι, ουσιαστικά, οι εκκαλούντες διαμαρτύρονται για την πλημμελή εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων αναφορικά με την απόρριψη της επικουρικής βάσης της αγωγής τους. Ήδη, όμως σχετικά με το ζήτημα αυτό απεφάνθη το Δικαστήριο κατά την απόρριψη του δεύτερου σκέλους του πρώτου λόγου έφεσης, όπως αναλύθηκε ανωτέρω. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε όσα και το παρόν, ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε τον νόμο, με αιτιολογίες που συμπληρώνονται με αυτές της παρούσας, ελλείψει δε άλλου λόγου έφεσης, πρέπει η τελευταία να απορριφθεί κατ’ ουσίαν, στο σύνολό της. Οι εκκαλούντες πρέπει να καταδικαστούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), για τον ίδιο δε λόγο πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου, που προκαταβλήθηκε κατά την κατάθεση της έφεσης από αυτούς, στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ 4 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εκκαλούντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παράβολου, που έχει προκαταβληθεί από τον εκκαλούντα, στο Δημόσιο Ταμείο.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά, στις 2/10/2025 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 10/10/2025.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ