Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 626/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης    626/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε η πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας – αιτούσας: ……………, κατοίκου Πειραιώς, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Θεοδώρα Μαζαράκη (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Της εφεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» (ΑΦΜ ………), και με τον διακριτικό τίτλο «…………..», πρώην «………..» με έδρα το ………… Αττικής, ως νομίμως εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Μαρία Σκόρδα.

Η εκκαλούσα άσκησε την με αρ. κατ. ………../2024 ανακοπή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, το οποίο με την με αρ. 2501/2024 απόφασή του την απέρριψε.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε ο ανακόπτων με την με αρ. κατ. ………../2024 έφεση προς το δικαστήριο τούτο, η οποία ορίστηκε (με την με αρ. ……………/2024 έκθ. κατ. Εφετείου Πειραιά) να συζητηθεί τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή.

Οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2) και κατατέθηκε και το σχετικό παράβολο (ηλεκτρ. παράβολο ………/2024). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Με την πρωτοδίκως κριθείσα ανακοπή η εκκαλούσα ανακόπτουσα ζήτησε να ακυρωθεί η με αρ. …./27.2.2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου της δικ. επιμ……….., η οποία επιβλήθηκε επιμελεία της εφεσίβλητης καθ’ ης, με βάση τη με αρ. ………./2020 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την  εκκαλουμένη απέρριψε την ανακοπή. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονείται η εκκαλούσα με την έφεση για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της προκειμένου να γίνει δεκτή η ανακοπή και ακυρωθεί η πράξη εκτέλεσης. Επίσης με το δικόγραφο της έφεσης ζητεί την αναστολή εκτέλεσης της αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση απόφασης επί του ενδίκου μέσου, επειδή διαφορετικά θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη (ΚΠολΔ 938 παρ. 2).

Ειδικότερα, με τον πρώτο λόγο της έφεσης, η ανακόπτουσα εκκαλούσα παραπονείται για την απόρριψη του σχετικού λόγου ανακοπής της με τον οποίο ζήτησε την ακύρωση της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, επειδή αυτή επιβλήθηκε παράνομα ενώ ήδη, δυνάμει της με αρ. 71/24.1.2024 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, είχε υπαχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του ν. 3869/2010, είχαν ρυθμιστεί οι οφειλές της προς τους πιστωτές της, μεταξύ των οποίων και η επίδικη οφειλή της, και είχε εξαιρεθεί από την εκποίηση η μοναδική κύρια κατοικία της, επί της οποίας επιβλήθηκε μεταγενέστερα η προσβαλλόμενη κατάσχεση. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προτάθηκε το πρώτον με την ανακοπή κατά της κατάσχεσης, αφού δεν μπορούσε να προταθεί με την από 22.2.2024 ανακοπή που άσκησε η ίδια προγενέστερα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της επίδικης διαταγής πληρωμής και της κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου αυτής από 14.2.2024 επιταγής προς εκτέλεση, που εισέτι εκκρεμεί, αφού η απαγόρευση εκποίησης του επιδίκου ακινήτου (με την απόφαση του Ειρηνοδικείου) δεν καταλαμβάνει και την επίδοση διαταγής πληρωμής και επιταγής προς εκτέλεση αυτής, αφού με την  τελευταία αρχίζει η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης γενικά και όχι η διαδικασία της αναγκαστικής εκποίησης του ακινήτου, η οποία αρχίζει μόνο με την επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης επ’ αυτού. Επιπλέον δε, για το παραδεκτό του ισχυρισμού, δεν απαιτούνταν η τελευταία να ισχυριστεί ότι τηρεί την καταβολή των δόσεων που καθόρισε η απόφαση του Ειρηνοδικείου, αφού αυτή δημοσιεύτηκε την 24.1.2024 και η κατάσχεση επιβλήθηκε την 27.2.2024, ενώ δηλαδή ήταν σε ισχύ η απαγόρευση εκποίησης της κύριας κατοικίας της ανακόπτουσας, και είχε περάσει χρονικό διάστημα μόλις 34 ημερών, η δε καθ’ ης εφεσίβλητη ήταν εκείνη που όφειλε να ισχυριστεί ότι η ρύθμιση του Ειρηνοδικείου είχε ανατραπεί, επειδή η ανακόπτουσα δεν τηρούσε τη ρύθμιση και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 9 παρ. 3 του ν. 3869/2010 (μη καταβολή 4 μηνιαίων δόσεων κλπ), που εν προκειμένω δεν ισχυρίστηκε, ούτε εκ των πραγμάτων μπορούσε να συντρέξει τέτοια προϋπόθεση, αφού μέχρι την επιβολή της κατάσχεσης δεν είχε παρέλθει χρονικό διάστημα τουλάχιστον 4 μηνών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε αυτόν τον λόγο ως απαράδεκτο (ΚΠολΔ 935), γιατί θεώρησε ότι μπορούσε να προταθεί και με την προγενέστερη ανακοπή άλλως γιατί δεν επικαλείται η ανακόπτουσα ότι τηρεί τον όρο καταβολής των μηνιαίων δόσεων που καθορίστηκαν με την απόφαση του Ειρηνοδικείου, έσφαλε στην ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κήρυξε παρά τον νόμο απαράδεκτο. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή η έφεση ως προς τον ως άνω λόγο και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να κρατηθεί η υπόθεση, να συζητηθεί η ανακοπή και να γίνει δεκτός και κατ’ ουσίαν ο πιο πάνω λόγος, αφού, όπως προκύπτει από το σύνολο των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι, με την με αρ. 71/24.1.2024 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς η ανακόπτουσα εκκαλούσα είχε υπαχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του ν. 3869/2010, είχαν ρυθμιστεί οι οφειλές της προς τους πιστωτές της, μεταξύ των οποίων και η επίδικη οφειλή της, και είχε εξαιρεθεί η μοναδική κύρια κατοικία της από την εκποίηση, το επίδικο ακίνητο δηλαδή επί του οποίου επιβλήθηκε μεταγενέστερα η προσβαλλόμενη κατάσχεση, η οποία, ενόψει της ως άνω απαγόρευσης, επιβλήθηκε παράνομα και γι’ αυτό πρέπει, δεκτού γενομένου του σχετικού λόγου της ανακοπής, να ακυρωθεί. Τέλος πρέπει να επιστραφεί το παράβολο της έφεσης στον καταθέσαντα και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη καθ’ ης στη πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας ανακόπτουσς και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας λόγω της ήττας της (ΚΠολΔ 176, 183). Σε σχέση με το αίτημα για αναστολή της εκτέλεσης της επίδικης αναγκαστικής κατάσχεσης λόγω ανεπανόρθωτης βλάβης που θα υποστεί η εκκαλούσα, αν συνεχιστεί, που υποβλήθηκε με το δικόγραφο της έφεσης, μέχρις εκδόσεως οριστικής απόφασης επ’ αυτής, αυτό, ενόψει της έκδοσης αυτής της οριστικής απόφασης για την κύρια υπόθεση της έφεσης, είναι αλυσιτελές και παρέλκει η εξέτασή του.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση.

Εξαφανίζει την με αρ. 2501/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα αυτό.

Δέχεται την ανακοπή.

Ακυρώνει την με αρ. …../27.2.2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου της δικ. επιμ. …….

Καταδικάζει την εφεσίβλητη καθ’ ης στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας ανακόπτουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, που καθορίζει σε 1.000 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά, στις 29.11.2025

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ