Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 627/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης   627 /2025

 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε η πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) (ΑΦΜ …………), ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκπροσωπείται από τον διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά, που εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ., Κωνσταντίνα Πάτσου (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Των εφεσιβλήτων: 1. Της εταιρείας με την επωνυμία «…………..» (ΑΦΜ ………….), με έδρα την Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Αναστάσιο Ανδρικογιαννόπουλο (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2), 2. ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», «e-ΕΦΚΑ», νομίμως εκπροσωπούμενου από τον διοικητή του και ειδικότερα από τον διευθυντή του Α’ Περιφερειακού ΚΕΑΟ Αθηνών, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Ιφιγένεια Μάνθου (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2), 3. Της εταιρείας με την επωνυμία «…………..» (ΑΦΜ ………….), με έδρα το ……… Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Γεώργιο Σπηλιόπουλο (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2) και 4. …………… (ΑΦΜ ………), κατοίκου …………. Αττικής, ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Το εκκαλούν άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αρ. κατ. ………./2021 ανακοπή για τη μεταρρύθμιση πίνακα κατάταξης και η πρώτη εφεσίβλητη άσκησε την με αρ. κατ. …………../2021 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση. Το ως άνω δικαστήριο συνεκδίκασε τα ως άνω δικόγραφα και με την με αρ. 2004/2022 απόφαση δέχθηκε την παρέμβαση και απέρριψε την ανακοπή.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε το ανακόπτον με την με αρ. κατ. ………./2024 έφεση προς το δικαστήριο τούτο,  η οποία ορίστηκε να συζητηθεί (με την με αρ. κατ. ………/2024 πράξη κατ. Εφετ Πειρ.) τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.

Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν παρά την απουσία του 4ου εφεσιβλήτου, ο οποίος, αν και κλήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα για να παραστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης (βλ. την …../17.7.2025 έκθεση επίδοσης του ……….), δεν παραστάθηκε, προσκομίζονται όμως, για το παραδεκτό της συζήτησης, οι προτάσεις του και τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης (ΚΠολΔ 524 παρ. 4).

Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής του, που επαναφέρει με τον πρώτο λόγο της έφεσης, το εκκαλούν ισχυρίστηκε ότι εσφαλμένα ο υπάλληλος του πλειστηριασμού για τη σύνταξη του πίνακα και την κατάταξη των δανειστών εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 975 και 977 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, αφού η επιταγή προς εκτέλεση επιδόθηκε την 20.9.2013. Ο λόγος αυτός έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας του, αφού το εκκαλούν ανακόπτον δεν προσδιόριζε πότε επιδόθηκε εκείνη η επιταγή, βάσει της οποίας πραγματοποιήθηκε η αναγκαστική εκτέλεση και διενεργήθηκε ο επίδικος πλειστηριασμός, αφού μόνο ο χρόνος επίδοσης αυτής της επιταγής, που επιστηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, η οποία αρχίζει με την επιβολή κατάσχεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, είναι κρίσιμος, όχι δε τυχόν προηγούμενες επιταγές, κατόπιν των οποίων δεν επακολούθησε κατάσχεση εντός έτους ή και άλλες περαιτέρω πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών τους συνεπειών (ΑΠ 342/2024, ΑΠ 224/2022, ΑΠ 1151/2021 δημ ΝΟΜΟΣ). Τα ίδια που έκρινε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έσφαλε στην ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου. Με το δεύτερο λόγο της ανακοπής του που επαναφέρει με τον δεύτερο λόγο της έφεσης, το εκκαλούν ισχυρίστηκε ότι εσφαλμένα ο υπάλληλος του πλειστηριασμού παρέλειψε να προβεί σε επικουρική κατάταξή του για την περίπτωση της μη πλήρωσης της αίρεσης της τελεσιδικίας της απαίτησης ποσού 1.694,40 ευρώ, για το οποίο κατατάχθηκε τυχαία στο 10% του εκπλειστηριάσματος (2.374,53 ευρώ), ως εγχειρόγραφη δανείστρια η επισπεύδουσα εταιρεία πρώτη εφεσίβλητη. Ο λόγος αυτός ήταν παραδεκτός και νόμιμος (ΚΠολΔ 978 παρ. 2). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που τον έκρινε ως μη νόμιμο έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και γι’ αυτό πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως προς τον λόγο αυτό, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το σχετικό κεφάλαιο, που απέρριψε αυτόν, να συζητηθεί η ανακοπή ως προς τον λόγο αυτό και στην συνέχεια να απορριφθεί ο λόγος αυτός ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος (ΚΠολΔ 536), αφού όπως προκύπτει από τον με αρ. …………../6.4.2021 πίνακα κατάταξης του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ………….., συμβ/φου Πειραιώς, που προσκομίζουν και επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι, στη σελίδα 19 αυτού, αναφέρεται ρητά ότι, στην περίπτωση που μειωθεί ή ματαιωθεί η εγχειρόγραφη κατάταξη της επισπευσάσης τον πλειστηριασμό (η επίδικη δηλαδή, 1.694,40 ευρώ), το υπόλοιπο που θα απομένει θα κατανέμεται συμμέτρως μεταξύ των υπολοίπων καταταγέντων δανειστών. Επομένως ο υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν παρέλειψε να ορίσει πώς θα κατανέμεται το ποσό της τυχαίας κατάταξης, αν παύσει αυτή να υφίσταται, όπως αβάσιμα ισχυρίστηκε το εκκαλούν ανακόπτον. Ο δε ως άνω καθορισμός πληρούσε την εκ της διατάξεως του άρθρου 978 παρ. 2 ΚΠολΔ υποχρέωση του, αφού αυτή ήταν επαρκής, σαφής και δεν κατέλειπε καμία αμφιβολία για το ότι το ποσό που θα προκύψει σε περίπτωση μη πλήρωσης της αίρεσης θα κατανεμόταν συμμέτρως μεταξύ των εγχειρόγραφων δανειστών που είχαν καταταχθεί στο 10% του εκπλειστηριάσματος, ήτοι κατά το λόγο εκάστου των καταταχθέντων απαιτήσεών προς το σύνολο αυτών (αριθμητής η κάθε καταταχθείσα απαίτηση και παρονομαστής το σύνολο των καταταχθέντων στο 10% απαιτήσεων χωρίς αυτήν που ματαιώθηκε εν όλω ή εν μέρει). Με τον τρίτο λόγο της έφεσης το εκκαλούν παραπονείται ότι με την εκκαλουμένη υποχρεώθηκε στην καταβολή δικαστικών εξόδων που καθορίστηκαν στο ποσό των 1.000 ευρώ για κάθε αντίδικο. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προβάλλεται μαζί με τους λοιπούς λόγους που αφορούν την ουσία της υπόθεσης (ΚΠολΔ 193) και είναι νόμιμος και ουσιαστικά βάσιμος, αφού ο καθορισμός των δικαστικών εξόδων πέραν του ποσού των 300 ευρώ, ενόψει του ότι αφορούσε το Ελληνικό Δημόσιο, ήταν μη νόμιμος (άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957 σ συνδυασμό με 134423/8.12.1992 ΚΥΑ Οικονομικών – Δικαιοσύνης), γι’ αυτό πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και ως προς το κεφάλαιο αυτό. Κατόπιν των ανωτέρω, ενόψει του ότι η έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και η ανακοπή να απορριφθεί εν όλω, τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας εκάστου διαδίκου μέρους και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 2 του 3693/1957. Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας δεν θα οριστεί ενόψει του ότι δεν επιτρέπεται η άσκηση αυτού του ενδίκου μέσου στη διαδικασία αυτή (ΚΠολΔ 937 περ. β).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην του τετάρτου εφεσιβλήτου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Δέχεται εν μέρει την έφεση μόνο ως προς το λόγο της επικουρικής κατάταξης και το λόγο του καθορισμού των δικαστικών εξόδων.

Εξαφανίζει την με αρ. 2004/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά τα πιο πάνω κεφάλαια.

Κρατεί και δικάζει την ανακοπή ως προς τα ως άνω κεφάλαια και απορρίπτει αυτήν.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά, στις   29.11.2025

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ