Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 630/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  630/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε η πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των εκκαλούντων – αιτούντων: 1. ………….. και 2. …………….. οι οποίοι παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Βασίλειο Σαράκη.

Της εφεσίβλητης – καθ’ ης η αίτηση: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….», και με τον διακριτικό τίτλο «…………», πρώην «…………» με έδρα το ……….. Αττικής, ως νομίμως εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Δήμητρα Τσουμπού (Δ.Ε. ΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΨΑΡΑΚΗΣ & ΨΑΡΑΚΗ).

Οι εκκαλούντες άσκησαν την με αρ. κατ. …………/2024 ανακοπή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, το οποίο με την με αρ. 1398/2025 απόφασή του την απέρριψε.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλαν οι ανακόπτοντες με την με αρ. κατ. ……../2025 έφεση προς το δικαστήριο τούτο, η οποία ορίστηκε (με την με αρ. ……………/2025 έκθ. κατ. Εφετείου Πειραιώς) να συζητηθεί τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2) και κατατέθηκε και το σχετικό παράβολο (ηλεκτρ. παράβολο ……………./2025). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Με την πρωτοδίκως κριθείσα ανακοπή οι εκκαλούντες (ανακόπτοντες) ζήτησαν να ακυρωθεί η με αρ. …/31.5.2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου της δικ. επιμ. …………, η οποία επιβλήθηκε επιμελεία της εφεσίβλητης (καθ’ ης), με βάση τη με αρ. …………/2014 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την  εκκαλουμένη απέρριψε την ανακοπή. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονούνται οι εκκαλούντες με την έφεση για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της προκειμένου να γίνει δεκτή η ανακοπή και ακυρωθεί η πράξη εκτέλεσης. Επίσης με το δικόγραφο της έφεσης ζητούν την αναστολή εκτέλεσης της αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση απόφασης επί του ενδίκου μέσου, επειδή διαφορετικά θα υποστούν ανεπανόρθωτη βλάβη (ΚΠολΔ 938 παρ. 2).

Ειδικότερα, με τον πρώτο λόγο της έφεσης, οι ανακόπτοντες εκκαλούντες παραπονούνται για την απόρριψη του σχετικού λόγου ανακοπής τους με τον οποίο ζήτησαν την ακύρωση της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, επειδή η σύμβαση διαχείρισης της επίδικης απαίτησης που συνήφθη μεταξύ της εταιρείας ειδικού σκοπού «…………….» και της καθ’ ης εφεσίβλητης, που επέβαλε την προσβαλλόμενη αναγκαστική κατάσχεση, ήταν άκυρη, γιατί δεν αναφέρονται σ’ αυτήν α) οι προς διαχείριση απαιτήσεις, β) οι επιτρεπόμενες πράξεις διαχείρισης και γ) η καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, όπως επιτάσσεται από τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 4354/2015. Ο λόγος αυτός ήταν νόμιμος πλην αβάσιμος κατ’ ουσίαν, καθώς, όπως προκύπτει από τα συγκοινοποιηθέντα με την από 2.9.2024 επιταγή προς εκτέλεση της υπ’ αρ. …./2014 διαταγής πληρωμής έγγραφα και δη, α) την με αρ. πρωτ. …../17.12.2021 δημοσιευθείσα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων μεταξύ της «……………..» (μεταβιβάζουσας) και της (αποκτώσης) εταιρείας ειδικού σκοπού «………..» μετά του σχετικού παραρτήματος σελ. ……, αρ. απαίτησης ….. και β) την από με αρ. πρωτ. ………/4.2.2022 δημοσιευθείσα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών σύμβαση διαχείρισης απαίτησης μεταξύ της «……….» και της καθ’ ης εφεσίβλητης (διαχειρίστριας), όπως συμπληρώθηκε με την με αρ. πρωτ. …/8.11.2022 ομοίως δημοσιευθείσα σύμβαση, που παραδεκτά προσκομίζουν και επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι, στη σύμβαση, με την οποία ανατέθηκε η διαχείριση των απαιτήσεων της «………» στην εφεσίβλητη καθ’ ης, αναφέρεται ρητά ότι αυτή αφορά όλες τις απαιτήσεις του χαρτοφυλακίου της σύμβασης απόκτησης με αρ. πρωτ. ………/17.12.2021, όπως περιγράφονται στο παράρτημα αυτής, άρα περιλαμβάνεται και η επίδικη απαίτηση (σελ. ……., αρ. απαίτησης …….. του παραρτήματος). Επιπλέον, από τα ίδια ως άνω έγγραφα προκύπτει ότι αναφέρονται οι συμφωνημένες επιτρεπόμενες πράξεις διαχείρισης, μεταξύ των οποίων και οι πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης και τέλος αναφέρεται και η συμφωνημένη αμοιβή διαχείρισης, της οποίας το ακριβές ύψος αυτής ναι μεν δεν αναγράφεται στην περίληψη της δημοσίευσης αλλά δεν ενδιαφέρει τους εκκαλούντες ανακόπτοντες, ούτε άλλωστε αυτοί επικαλούνται συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους η αναγραφή του ακριβούς ύψους θα τους ενδιέφερε ή θα επηρέαζε την οφειλή τους ή θα ασκούσε οποιαδήποτε έννομη επιρροή στην εκτελεστική διαδικασία. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε τον σχετικό λόγο ως μη νόμιμο, έσφαλε, γι’ αυτό και θα πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως προς το λόγο αυτό, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το κεφάλαιο αυτό και στη συνέχεια να δικαστεί η ανακοπή ως προς τον σχετικό λόγο, να κριθεί αυτός νόμιμος και να απορριφθεί κατ’ ουσίαν (ΚΠολΔ 536 παρ. 2).

Με το δεύτερο λόγο της έφεσης οι εκκαλούντες παραπονούνται για την απόρριψη του  σχετικού λόγου της ανακοπής τους με τον οποίο ζήτησαν να ακυρωθεί η αναγκαστική κατάσχεση γιατί η καθ’ ης εφεσίβλητη δεν νομιμοποιείται ενεργητικά ως μη δικαιούχος διάδικος να ξεκινήσει τη διαδικασία της εκτέλεσης, αφού η αποκτώσα εταιρεία «……………….», η οποία και της ανέθεσε τη διαχείριση, δεν απέκτησε νόμιμα την επίδικη απαίτηση από την «…………..», γιατί η τελευταία πριν τη μεταβίβαση της απαίτησης δεν προσκάλεσε εξωδίκως τους ανακόπτοντες εκκαλούντες για να ρυθμίσουν ή να διακανονίσουν την οφειλή τους, όπως επιτάσσει η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 4354/2015. Ο λόγος αυτός, αν και προτάθηκε παραδεκτά και ήταν νόμιμος, έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσία, γιατί εν προκειμένω για την επίδικη απαίτηση εκδόθηκε η με αρ. ……/2014 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την οποία οι ίδιοι οι εκκαλούντες προσκομίζουν και επικαλούνται με τις προτάσεις τους και, επομένως, η επίδικη απαίτηση θεωρείτο ως επιδικασθείσα, ήδη πριν τη μεταβίβασή της, και ως τέτοια εξαιρούταν από την τήρηση της ως άνω προδικασίας πριν την μεταβίβασή της, όπως ρητά ορίζεται στο προτελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 4354/2015. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε τον σχετικό λόγο ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας γιατί οι ανακόπτοντες δεν ανέφεραν αν ήταν συνεργάσιμοι οφειλέτες ή μη, έσφαλε, γι’ αυτό και θα πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως προς το λόγο αυτό, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ως προς το κεφάλαιο αυτό και, στη συνέχεια, να δικαστεί η ανακοπή ως προς τον σχετικό λόγο, να κριθεί αυτός παραδεκτός και νόμιμος και να απορριφθεί κατ’ ουσίαν (ΚΠολΔ 536 παρ. 2).

Με τον τρίτο λόγο της έφεσης οι εκκαλούντες παραπονούνται για την απόρριψη του σχετικού λόγου της ανακοπής τους με τον οποίο ζήτησαν να ακυρωθεί η αναγκαστική κατάσχεση, γιατί η καθ’ ης εφεσίβλητη δεν νομιμοποιείται ενεργητικά, καθώς τόσο η σύμβαση μεταβίβασης της επίδικης απαίτησης όσο και η σύμβαση διαχείρισης αυτής ήταν άκυρες λόγω εικονικότητας αυτών, γιατί δεν υπήρξε πραγματική μεταβίβαση και διαχείριση της απαίτησης, όπως προκύπτει από τον τρόπο που έγινε η μεταβίβαση και από τις αλλεπάλληλες συμβάσεις διαχείρισης. Ο ισχυρισμός αυτός ήταν μη νόμιμος ενόψει του ότι οι ανακόπτοντες δεν ισχυρίζονταν ότι οι δηλώσεις βουλήσεως των νόμιμων εκπροσώπων των συμβληθεισών εταιρειών δεν έγιναν στα σοβαρά αλλά κατά τα φαινόμενα (ΑΚ 183) και τα ίδια που έκρινε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και ως προς το κεφάλαιο αυτό η έφεση πρέπει να απορριφθεί. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει, να γίνει εν μέρει δεκτή η έφεση ως προς τους δύο πρώτους λόγους της, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς τα ως άνω κεφάλαια που αφορούν οι λόγοι αυτοί, απορριπτομένης της έφεσης ως προς τον τρίτο λόγο και, στη συνέχεια, να δικαστεί η ανακοπή ως προς αυτούς τους λόγους και να απορριφθούν αυτοί κατ’ ουσίαν. Τέλος πρέπει να επιστραφεί το παράβολο της έφεσης στον καταθέσαντα και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες ανακόπτοντες σε μέρος των δικαστικών εξόδων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας λόγω της εν μέρει ήττας τους (ΚΠολΔ 178 παρ. 1, 183). Σε σχέση με το αίτημα για αναστολή της εκτέλεσης της επίδικης αναγκαστικής κατάσχεσης λόγω ανεπανόρθωτης βλάβης που θα υποστούν οι εκκαλούντες, αν αυτή συνεχιστεί, που υποβλήθηκε με το δικόγραφο της έφεσης, μέχρις εκδόσεως οριστικής απόφασης επ’ αυτής, αυτό, ενόψει της έκδοσης αυτής της οριστικής απόφασης για την κύρια υπόθεση της έφεσης, είναι αλυσιτελές και παρέλκει η εξέτασή του.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση μόνο για τους δύο πρώτους λόγους που αναφέρονται στο σκεπτικό, και απορρίπτει την έφεση κατά τα λοιπά.

Εξαφανίζει την με αρ. 1398/2025 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τα πιο πάνω κεφάλαια, που έγινε δεκτή η έφεση και κατά τη διάταξη για τα δικαστικά έξοδα.

Δικάζει την ανακοπή ως προς τα ως άνω κεφάλαια των λόγων και απορρίπτει αυτήν.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα αυτό.

Καταδικάζει τους εκκαλούντες ανακόπτοντες στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης καθ’ ης και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, που καθορίζει σε 500 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά, στις  29.11.2025

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ