ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός Απόφασης 644/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4o
Αποτελούμενο από την Δικαστή Ελένη Πρέντζα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την …………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ανακόπτοντος – εφεσίβλητου: ………………., που παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου, Παναγιώτη Πίκουλα (ΑΜΔΣΚορ ………….), ο οποίος κατέθεσε το με αρ. ………../29.09.2025 γραμμάτιο προείσπραξης του ως άνω ΔΣ.
Της καθ΄ ης η ανακοπή – εκκαλούσας: ……………., ατομικά και ως ασκούσης την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της, .…… και ……………, με ΑΦΜ ………. Δ.Ο.Υ. Κορίνθου.
Η καθ` ης η ανακοπή άσκησε κατά του ανακόπτοντος ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 08.11.2021 (με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../11.11.2021) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων η υπ’ αριθ. 3701/2022 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου (Ειδική Διαδικασία Διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), που δέχθηκε εν μέρει αυτή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η εν μέρει ηττηθείσα ενάγουσα (ήδη καθ΄ ης η ανακοπή), με την από 10.03.2023 έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε ερήμην του εφεσίβλητου η υπ΄ αριθμ. 435/2024 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, που εξαφάνισε την εκκαλουμένη και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή.
Κατά της ως άνω εφετειακής απόφασης ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 18.10.2024 (με ΓΑΚ/ΕΑΚ αντίστοιχα, έκθεσης κατάθεσης ένδικου μέσου …………../18.10.2024 και ΓΑΚ/ΕΑΚ αντίστοιχα δικογρ. προσδ. …………./18.10.2024) ανακοπή ερημοδικίας, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο (αρ. πιν. ………..).
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται ανωτέρω, οι δε πληρεξούσιοι δικηγόροι τους αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις, που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 18.10.2024 (με ΓΑΚ/ΕΑΚ αντίστοιχα, έκθεσης κατάθεσης ένδικου μέσου ………/18.10.2024 και ΓΑΚ/ΕΑΚ, αντίστοιχα, δικογρ. προσδ. …………../18.10.2024) ανακοπή ερημοδικίας του ανακόπτοντος – εναγόμενου – εφεσίβλητου, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο (αρ. πιν. …………) κατά της υπ’ αριθ. 435/2024 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου (ειδική διαδικασία Διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), που δίκασε ερήμην του εφεσίβλητου και αφού εξαφάνισε την εκκαλουμένη έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή της καθ΄ ης η ανακοπή – εκκαλούσας – ενάγουσας έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ. 1 ΚΠολΔ και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 503 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, καθόσον η ανακοπτόμενη απόφαση επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 04.10.2024 [ημέρα Παρασκευή] (βλ. την σχετική επισημείωση στο σώμα της ανακοπτόμενης του δικαστικού επιμελητή Κορίνθου, …………….) και η ανακοπή ερημοδικίας ασκήθηκε στις 18.10.2024 [ημέρα Παρασκευή], ήτοι την 14η ημέρα της νόμιμης προθεσμίας των δεκαπέντε (15) ημερών, σύμφωνα με την έκθεση καταθ. ένδ. μέσου της Γραμματέως αυτού του δικαστηρίου, με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../18.10.2024], στην οποία βεβαιώνεται, επίσης, ότι προκαταβλήθηκε από τον ανακόπτοντα, κατά την κατάθεση της ανακοπής, το με αριθμό ………………/2024 ηλεκτρονικό παράβολο που όρισε η ερήμην απόφαση (άρθρο 505 αρ. 2 ΚΠολΔ), ποσού διακοσίων ενενήντα (290€) ευρώ. Κατόπιν αυτών πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η ανακοπή ερημοδικίας και να εξεταστεί, περαιτέρω, ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της.
Κατά το άρθρο 501 ΚΠολΔ, ανακοπή κατά απόφασης, που έχει εκδοθεί ερήμην, επιτρέπεται αν εκείνος που δικάστηκε ερήμην δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Ως ανωτέρα βία νοείται κάθε ανυπαίτιο και απρόβλεπτο γεγονός εξαιρετικής φύσεως, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν αναμενόταν και ούτε ήταν δυνατόν να προληφθεί ή να αποτραπεί ακόμη και με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης (ΟλΑΠ 29/1992, ΑΠ 2/2022 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, ως ανωτέρα βία, στο πεδίο του δικονομικού δικαίου, νοείται κάθε τυχαίο και ανυπαίτιο γεγονός, παρακωλυτικό της εμφάνισης του διαδίκου στο ακροατήριο και της συμμετοχής του στην εκδίκαση της υπόθεσής του, το οποίο ήταν εξαιρετικό και απρόβλεπτο και δεν μπορούσε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, να αποτραπεί από αυτόν ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης. Με την έννοια αυτή η ανώτερη βία, αξιολογούμενη στο χώρο του δικονομικού δικαίου, ταυτίζεται κατά τον πυρήνα της με την ομώνυμη έννοια του ουσιαστικού δικαίου, από την οποία διαφοροποιείται μόνον κατά τις συνέπειες: Η δικονομική ανωτέρα βία οδηγεί σε επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση με αντίστοιχη ανατροπή της κύρωσης που προκάλεσε η παραβίαση συγκεκριμένου δικονομικού βάρους, ενώ κατά το ουσιαστικό δίκαιο η ανωτέρα βία λειτουργεί ως λόγος απαλλαγής του οφειλέτη. Επομένως, στο χώρο του δικονομικού δικαίου συνιστά ανωτέρα βία η κατάσταση αδυναμίας του διαδίκου ή του πληρεξουσίου του δικηγόρου να ανταποκριθούν σε κάποιο δικονομικό βάρος τους, παρά την εκ μέρους τους καταβολή της οφειλόμενης (εξειδιασμένης) προσοχής και επιμέλειας, με αποτέλεσμα η σχετική διαδικαστική πράξη τους να πάσχει από ακυρότητα ή να είναι απαράδεκτη. Τέτοια γεγονότα ανωτέρας βίας είναι δυνατό να θεωρηθούν, μεταξύ άλλων, όσον αφορά στον πληρεξούσιο δικηγόρο του, η απρόβλεπτη, αιφνίδια και βαριά σωματική ή πνευματική νόσος, λόγω της οποίας αυτός δεν μπόρεσε να παραστεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ή να ειδοποιήσει τον εντολέα του ή άλλο δικηγόρο για την αντικατάστασή του (ΕφΠειρ 218/2024, ΕφΠειρ 19/2021, ΕφΠειρ 341/2021), εφόσον τα γεγονότα αυτά συνέβαλαν στην επέλευση της ερημοδικίας (ΑΠ 1778/2013). Σε περίπτωση συνδρομής ανωτέρας βίας, ως λόγου ανακοπής, αν η ανώτερη βία συνίσταται σε ασθένεια του πληρεξουσίου δικηγόρου του διαδίκου, πρέπει να προσδιορίζεται το είδος και η διάρκειά της, ώστε να μπορεί το δικαστήριο να κρίνει αν αποτέλεσε ανυπέρβλητο κώλυμα για τη μη εμφάνιση του δικηγόρου ενώπιόν του, εάν ήταν αιφνίδια και ικανή να τον εμποδίσει να παραστεί στο δικαστήριο και αν τον εμπόδισε να ενεργήσει με άλλον δικηγόρο, έστω και μη συνεργάτη του (ΑΠ 316/2015, ΑΠ 546/2011, ΑΠ 42/2004, ΕφΠειρ 208/2024, ΕφΛαρ 52/2019) . Στην έννοια αυτή δεν υπάγονται οι συνήθεις αδιαθεσίες, που απλώς δυσχεραίνουν, χωρίς να εξαφανίζουν, τη φυσική δυνατότητα εργασίας του ασθενούντος δικηγόρου ή ειδοποίησης άλλου συναδέλφου του, προκειμένου να εκπροσωπήσει τον διάδικο στη δίκη. Το πταίσμα επίσης του δικηγόρου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως γεγονός ανώτερης βίας (ΑΠ 544/2016, ΑΠ 1778/2013, ΑΠ 1506/2013, ΑΠ 1347/2012, ΑΠ 6/2012, ΕφΠειρ 218/2024, Κεραμέως-Κονδύλη-Νίκα, ΕρμΚΠολΔ, υπ’ άρθρο 501 αρ. 4). Στην έννοια της ανώτερης βίας εκτός από την ασθένεια εμπίπτει και κάθε άλλο περιστατικό, που καθιστά παντελώς αδύνατη και όχι απλώς δυσχερή ή δαπανηρή την αυτοπρόσωπη ή με πληρεξούσιο δικηγόρο επιχείρηση διαδικαστικής πράξης, όπως επίσης αδύνατη θα πρέπει να καθίσταται η παράσταση του δικηγόρου στο δικαστήριο ή η ειδοποίηση του εντολέα, για να προβεί εγκαίρως στην αντικατάστασή του, όταν πρόκειται για αιφνίδια και βαριά ασθένεια του πληρεξουσίου δικηγόρου. Σημειωτέον, ότι, όταν η ανωτέρα βία αφορά στο πρόσωπο του πληρεξουσίου δικηγόρου του διαδίκου, για να διαπιστωθεί εάν το σχετικό γεγονός συνιστά ανώτερη βία, πρέπει να χρησιμοποιηθούν όχι μόνον υποκειμενικά κριτήρια, όπως είναι εύλογο για τον διάδικο αλλά αντικειμενικά κριτήρια, αφού το λειτούργημα που ο δικηγόρος ασκεί απαιτεί την προσήκουσα εκπλήρωση των ανειλημμένων υποχρεώσεων του ακόμη και από τον μέσο νομικό παραστάτη (ΕφΠειρ 218/2024, ΕφΠειρ 208/2024, ΕφΠειρ 19/2021, ΕφΠειρ 341/2021). Εξάλλου, κατά το άρθρο 505 § 1 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της ανακοπής πρέπει να περιέχει τα στοιχεία που απαιτούνται κατά τα άρθρα 118 έως 120 ΚΠολΔ και τους λόγους της ανακοπής. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η ανακοπή ερημοδικίας πρέπει να περιέχει ένα τουλάχιστον σαφή και ορισμένο λόγο από εκείνους που ορίζονται στο άρθρο 501 ΚΠολΔ, δηλαδή τη μη κλήτευση ή τη μη νόμιμη ή μη εμπρόθεσμη κλήτευση ή τη συνδρομή λόγου ανώτερης βίας για τη μη εμφάνιση του ανακόπτοντος στην ερήμην αυτού συζήτηση της υποθέσεως, επί της οποίας στηρίχτηκε η προσβαλλόμενη ερήμην απόφαση (ΑΠ 1537/2008). Αν η ανακοπή ασκήθηκε εμπροθέσμως και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 503 § 1 και 505 § 1 ΚΠολΔ) και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιμος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το Δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση, διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο (άρθρο 505 § 2 ΚΠολΔ) και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Άλλως, αν, δηλαδή, δεν πιθανολογηθεί η βασιμότητα κάποιου από τους λόγους της ανακοπής, το Δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 509 ΚΠολΔ). Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι το Δικαστήριο αποφαίνεται για την ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της ανακοπής ερημοδικίας αμέσως, με την ίδια απόφαση, με την οποία θα κρίνει και το τύποις παραδεκτό και νόμω βάσιμο της ανακοπής, αρκούμενο σε πιθανολόγηση ως προς την βασιμότητα των λόγων της (ΕφΠειρ 218/2024, ΕφΠειρ 208/2024, ΕφΑΘ 892/2023, ΕφΠειρ 10/2023, ΕφΠειρ 19/2021, ΕφΠειρ 341/2021).
Στην ένδικη υπόθεση, ο ανακόπτων (εφεσίβλητος – εναγόμενος) ζητεί με την ανακοπή ερημοδικίας επικαλούμενος λόγο ανωτέρας βίας, στο πρόσωπο του πληρεξούσιου δικηγόρου του και ειδικότερα αιφνίδια ασθένειά του, να εξαφανιστεί η υπ’ αριθμ. 435/2024 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που δίκασε κατά την δικάσιμο της 01ης.02.2024, ερήμην του, με την ειδική διαδικασία Διαφορών από την Οικογένεια, το Γάμο και την Ελεύθερη Συμβίωση έφεση της καθ΄ ης η ανακοπή (ενάγουσας – εκκαλούσας), ενεργούσας για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους, ….. και …………….. και, αφού εξαφάνισε την εκκαλουμένη, υπ’ αριθ. 3701/2022, απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, έκανε, εν μέρει, δεκτή την από 08.11.2021 (με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……………/11.11.2021) αγωγή της καθ΄ ης η ανακοπή – εκκαλούσας – ενάγουσας, που άσκησε με την ιδιότητά της ως ασκούσας την επιμέλεια των άνω τέκνων και αιτούμενη την καταβολή για λογαριασμό τους μηνιαίας διατροφής. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι ορισμένος και νόμιμος, σύμφωνα με την μείζονα σκέψη που προηγήθηκε και πρέπει να εξεταστεί και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες με αρ. …../30.09.2025 και …./1.10.2025 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης, …………. και …………, αντίστοιχα, που δόθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Κορίνθου, …………., κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της καθ΄ ης ανακοπής, όπως προκύπτει από την με αρ. …./25.09.2025 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, …………….) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής πιθανολογούνται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 01.02.2024, ημέρα Πέμπτη εκδικαζόταν, το πρώτον, η κατ΄ έφεση δίκη διατροφής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, μετά από την άσκηση της από 10.3.2023 έφεσης [με ΓΑΚ/ΕΑΚ ένδικου μέσου στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου …………./11.11.2021 και ΓΑΚ/ΕΑΚ για προσδιορισμό δικασίμου στο παρόν Εφετείο ………./13.3.2023) από την, εν μέρει εκεί ηττηθείσα, καθ΄ ης η ανακοπή, με την ιδιότητά της, ως ασκούσα την επιμέλειά τους και για λογαριασμό τους και εναντίον της υπ΄ αριθμ. 3701/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Η τελευταία (εκκαλουμένη) είχε κάνει εν μέρει δεκτή την από 08.11.2021 (με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../11.11.2021) αγωγή της καθ΄ ης η ανακοπή για λογαριασμό των τέκνων των διαδίκων και σε βάρος του ανακόπτοντα και είχε επιδικάσει σε βάρος του μηνιαία διατροφή για τα τέκνα τους, ………… και ………………. Περί ώρα 03:00 π.μ. της ως άνω ημέρας της δικασίμου (1.2.2024), o πληρεξούσιος δικηγόρος του ανακόπτοντος, εγγεγραμμένος στο Πρωτοδικείου Κορίνθου, με ΑΜΔΣΚορ …, ……………, ηλικίας 67 ετών, αν και ήταν εξουσιοδοτημένος αρμοδίως από τον ανακόπτοντα προκειμένου να μεταβεί στο Εφετείο Πειραιώς για να παρασταθεί για λογαριασμό του, ως εφεσίβλητος, ενώπιον της προαναφερόμενης δίκης στο Μονομελές Εφετείο Πειραιά, ευρισκόμενος στην κατοικία του, στην Κόρινθο, υπέστη καρδιολογικό επεισόδιο και δη παροξυσμική κολπική μαρμαρυγή και αύξηση της αρτηριακής του πίεσης, όπως διαπιστώθηκε από τον προσωπικό του ιατρό. Ειδικότερα, περί ώρα 04.00 της αυτής ημέρας και κατόπιν τηλεφωνικής ενημέρωσής του μετέβη στην οικία του ασθενούς δικηγόρου ο θεράπων ιατρός του, …………….., ο οποίος, αφού τον εξέτασε του παρείχε άμεση βοήθεια κατ΄ οίκον, χωρίς να χρειαστεί και να νοσηλευτεί. Στην από 01.02.2024 ιατρική βεβαίωση (για δικαστική χρήση) και στην με αρ. …………./1.10.2025 ένορκη βεβαίωσή του ο εν λόγω ιατρός βεβαιώνει ότι ο …….., …….., δικηγόρος Κορίνθου, παρακολουθείται από τον ίδιο από πολλών ετών, διότι πάσχει από καρδιακή ανεπάρκεια, με μυοκαρδιοπάθειες, αρτηριακή υπέρταση, κολπική μαρμαρυγή, με πτερυγισμό και αρρυθμίες, αναπνευστική ανεπάρκεια και χρόνια πνευμονική ανεπάρκεια, με συνυπάρχουσα παχυσαρκία. Στην προκειμένη περίπτωση τον εξέτασε επειγόντως στην κατοικία του (οδός …………., Κόρινθος), εξαιτίας έντονης δύσπνοιας, ευρισκόμενος σε ημιαναίσθητη κατάσταση, λόγω πτώσεως οξυγόνου και επιμελήθηκε να αποκαταστήσει την αναπνευστική λειτουργία του, με την διοχέτευση σ’ αυτόν οξυγόνου, από ειδική συσκευή συμπυκνωτή οξυγόνου και με την τοποθέτηση επί του προσώπου του ειδικής αναπνευστικής μάσκας. Προέβη περαιτέρω σε καρδιολογικό έλεγχο, με φορητό καρδιογράφο και διαπιστώθηκε ότι έπασχε από παροξυσμική κολπική μαρμαρυγή και αύξηση της αρτηριακής του πίεσης, παρέμεινε, δε, ο εν λόγω ιατρός επί της κλίνης αυτού τουλάχιστον επί τρίωρο δηλαδή έως και την 7η πρωϊνή και υπέδειξε στην σύζυγό του ειδική θεραπευτική αγωγή, απαγορεύοντας σε αυτόν κάθε σωματική και ψυχική κόπωση και μετακίνηση. Κατόπιν αυτών η επικαλούμενη στο δικόγραφο της ανακοπής ασθένεια του ως άνω πληρεξούσιου δικηγόρου του ανακόπτοντος, η οποία ως γεγονός βεβαιώνεται στην, συνταχθείσα από 01.02.2024, ιατρική γνωμάτευση που συνέταξε, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους και φέροντας ιδιόχειρη υπογραφή και σφραγίδα (άρθ. 432 σε συνδ. με τα άρθ. 443 και 445 ΚΠολΔ) και με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του, από αρμόδιο υπάλληλο του ΚΕΠ Κορίνθου, ο θεράπων ιατρός του, κρίνεται αποδεδειγμένη κατά την κρίση του Δικαστηρίου (άρθ. 340 ΚΠολΔ), απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της καθ΄ ης η ανακοπή. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο ασθενήσας δικηγόρος έχει βεβαρυμένο από καιρού ιατρικό ιστορικό και δη διατατικής μυοκαρδιοπάθειας, παροξυσμικής κολπικής μαρμαρυγής, αναπνευστικής ανεπάρκειας και νοσογόνου παχυσαρκίας και επί 3 έτη χορηγείτο σε αυτόν συσκευή οξυγόνου, επί 18 ώρες την ημέρα, λόγω και της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ) από την οποία επιπλέον πάσχει. Γνωρίζοντας δε ο ασθενήσας δικηγόρος το ιδιαίτερα βεβαρημένο ιατρικό ιστορικό του, την ηλικία του (67 ετών) και την ιδιότητά του ως δικηγόρου και άρα την προσήκουσα επιμέλεια που όφειλε να επιδεικνύει κατά την άσκηση του λειτουργήματός του, ώστε να εκπληρώνει τις ανειλημμένες υποχρεώσεις του, όπως θα έπραττε ο μέσος συνετός νομικός παραστάτης δεν επέδειξε την οφειλόμενη εξιδιασμένη προσοχή και επιμέλεια ώστε την ημέρα εκείνη που ασθένησε και που ήταν και η ημέρα της δικασίμου της υπόθεσης του εντολέα του – ανακόπτοντος, είτε να επικοινωνήσει με τον αντίδικο πληρεξούσιο δικηγόρο και να ζητήσει την συναίνεσή του σε αναβολή της –πρωτοείσακτης- υπόθεσης του πελάτη του – ανακόπτοντος, είτε να φροντίσει να τον αντικαταστήσει άλλος δικηγόρος προκειμένου είτε να συζητηθεί η υπόθεση είτε να υποβληθεί σχετικό αίτημα αναβολής και, επιπλέον να επικοινωνήσει και με τον ανακόπτοντα. Στις παραπάνω ενέργειες ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ανακόπτοντος ευχερώς θα μπορούσε να είχε προβεί είτε ο ίδιος στις 07.00 το πρωϊ της δικασίμου, ότε και αποκαταστάθηκε, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιατρού του η αναπνευστική του λειτουργία και αποχώρησε ο ιατρός, είτε και διαμέσου της συζύγου του, η οποία βρισκόταν μαζί του. Και τούτο διότι δεν αποδεικνύεται ότι ήταν παντελώς αδύνατη, εξαιτίας της ασθένειάς του, η ειδοποίηση του εντολέα, για να προβεί εγκαίρως στην αντικατάστασή του, ή άλλου συνεργάτη ή μη δικηγόρου ή του αντίδικου δικηγόρου, ούτε ότι επρόκειτο περί αιφνίδιας ασθένειας, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, ο καρδιολογικός ασθενής, πόσο μάλλον ο ηλικιωμένος αναμένει τέτοια περιστατικά κολπικής μαρμαρυγής ανά πάσα ώρα και στιγμή, ούτε αποδείχθηκε ότι επρόκειτο περί βαριάς ασθένειας του ως άνω πληρεξούσιου δικηγόρου, αφού δεν υπήρξε ανάγκη να μεταβεί σε νοσοκομείο αλλά έλαβε τις πρώτες βοήθειες κατ΄ οίκον και αποκαταστάθηκε η αναπνευστική του λειτουργία. Ενόψει των ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι η ερημοδικία του ανακόπτοντος-εφεσίβλητου δεν οφείλεται σε ανωτέρα βία, ήτοι σε ανυπαίτιο γεγονός εξαιρετικής φύσης που δεν αναμενόταν και δεν μπορούσε να αποτραπεί από αυτόν και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας συνετού ανθρώπου αλλά μπορούσε να αποτραπεί με απλά μέτρα επιμέλειας του μέσου συνετού δικηγόρου και του μέσου συνετού διαδίκου, όταν αυτοί εμφανίσουν κάποιο αιφνίδιο πρόβλημα υγείας που εμποδίζει τη φυσική τους παρουσία στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, πλην, όμως, αυτοί δεν ενήργησαν με την απαιτούμενη σε τέτοιες περιστάσεις επιμέλεια, με αποτέλεσμα ο εφεσίβλητος να ερημοδικαστεί (ΑΠ 1506/2013 ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου, δεν συντρέχει λόγος να εξαφανιστεί η ανακοπτόμενη απόφαση και πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη η υπό κρίση ανακοπή ερημοδικίας, ακολούθως, δε, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του σχετικού παράβολου, που ο ανακόπτων προκατέβαλε κατά την κατάθεση της ανακοπής του (άρθρο 509 παρ. 1 εδ. β`ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή ερημοδικίας, πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος ως προς το εξεταζόμενο ένδικο μέσο ανακόπτοντος (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την ανακοπή ερημοδικίας.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του προκαταβληθέντος για την άσκηση της ανακοπής ερημοδικίας, με αριθμό ………………./2024 ηλεκτρονικού παράβολου ποσού διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ.
Επιβάλλει σε βάρος του ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 3.11.2025
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ