ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός αποφάσεως 665/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Βασίλειο Πορτοκάλλη, Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς και από την Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α. Των εκκαλούντων: 1) ……….., 2) ………… και 3) ……. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό δικηγόρο τους Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …………..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Tων εφεσίβλητων: 1) …………………., 2) ……………….., 3) …………., 4) …………, 5) ………., 6) ………., 7) …………, 8) …………….νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 9.9.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ………………, κατοίκων ομοίως ως άνω, 9) ………….. νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 12.01.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 10) ……….., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 4.8.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ………………κάτοικων ομοίως ως άνω, 11) ……………, νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 29.3.2012), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ……………….. κατοίκων ομοίως ως άνω, 12) …………….., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 14.11.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ………………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 13) …………………. νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 30.11.2018), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ……………… κατοίκων ομοίως ως άνω, 14) …………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 15.9.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ……………, κατοίκων ομοίως ως άνω, 15) ……………. νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 11.3.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ………….κατοίκων ομοίως ως άνω, 16) ………….., 17) ……………. κατοίκου ομοίως ως άνω, με ΑΦΜ …………, 18) ……………… οι οποίοι άπαντες (1-18) εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό δικηγόρο τους Εμμανουήλ Τρούλη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, 19) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………», που εδρεύει στο …… Αττικής, με ΑΦΜ ……….., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 20) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «……..», που εδρεύει στο …….. Αττικής, με ΑΦΜ …….., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 21) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. ……….., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 22) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. …….., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου της Σοφία Σπυροπούλου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …………), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Β. Των εκκαλούντων: 1) ………. 2) ………., 3) ………..4) ……………5) ………, 6) ………., 7) ………., 8) ………, νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 9.9.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………, κατοίκων ομοίως ως άνω, 9) ………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 12.01.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………….. κατοίκων ομοίως ως άνω, 10) ……….., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 29.3.2012), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ……………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 11) ……….., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 14.11.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 12) …………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 15.9.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ……………….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 13) ……….., 14) ………….., 15) …………., οι οποίοι άπαντες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Εμμανουήλ Τρούλη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Των εφεσίβλητων: 1) ………, 2) …………. και 3) … …………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό δικηγόρο τους Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ), 4) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στο ………….Αττικής, με ΑΦΜ …………, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Ρουμελιώτη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ) και 5) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. ……………, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο,
Γ. Της εκκαλούσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στο ……. Αττικής, με ΑΦΜ ………, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Ρουμελιώτη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …………….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Των εφεσίβλητων: 1) …………, 2) ………., 3) ………… 4) …………. 5) ……….., 6) …………, 7) ………, 8) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 9.9.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ……….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 9) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 12.01.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 10) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 29.3.2012), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 11) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 14.11.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ……….κατοίκων ομοίως ως άνω, 12) ……… νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 15.9.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ………..…….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 13) …….., κατοίκου ομοίως ως άνω, με ΑΦΜ ….., 14) ………….. …., 15) …………………., κατοίκου ομοίως ως άνω, με ΑΦΜ …, οι οποίοι άπαντες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Εμμανουήλ Τρούλη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Δ. Του εκκαλούντος ….. …., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό δικηγόρο του Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ……), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Της εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «………….», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. …….., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς …..).
Ε. Του εκκαλούντος ………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό δικηγόρο του Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Της εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. …….., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς ……).
ΣΤ. Του εκκαλούντος …….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό δικηγόρο του Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Της εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. ………, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς ……….).
Ζ. Της προσθέτως παρεμβαίνουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. ………., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς ………..).
Του υπερ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση …………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό δικηγόρο του Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση: 1) ……………..2) …………. 3) …………., 4) ………., 5) ………, 6) ……….., 7) ……….., 8) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 9.9.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………. κατοίκων ομοίως ως άνω, 9) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 12.01.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………, κατοίκων ομοίως ως άνω, 10) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 4.8.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………. κάτοικων ομοίως ως άνω, 11) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 29.3.2012), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ……….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 12) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 14.11.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ……………. κατοίκων ομοίως ως άνω, 13) ………, νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 30.11.2018), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 14) …………, νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 15.9.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………, κατοίκων ομοίως ως άνω, 15) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 11.3.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 16) ………….., 17) ………., 18) ……………., οι οποίοι άπαντες (1-18) εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό δικηγόρο τους Εμμανουήλ Τρούλη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ,
Η. Της προσθέτως παρεμβαίνουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «…………….», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. ……………, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς …………).
Του υπερ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό δικηγόρο του Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α……….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση: 1) ……………. 2) ………….., 3) ……….. 4) ……….., 5) ………, 6) ……., 7) ………, 8) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 9.9.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 9) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 12.01.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 10) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 4.8.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, . …………., κάτοικων ομοίως ως άνω, 11) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 29.3.2012), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ……….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 12) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 14.11.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, ………κατοίκων ομοίως ως άνω, 13) ……. νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 30.11.2018), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………..κατοίκων ομοίως ως άνω, 14) …….., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 15.9.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 15) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 11.3.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ………….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 16) …………, 17) …………., 18) ………….., οι οποίοι άπαντες (1-18) εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό δικηγόρο τους Εμμανουήλ Τρούλη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ,
Θ. Της προσθέτως παρεμβαίνουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρεία με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. ………., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς ………..).
Του υπερ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό δικηγόρο του Αθανάσιο Πλεύρη (Α.Μ. Δ.Σ.Α……..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση: 1) ……………2) ……………. 3) ……….., 4) ……….., 5) ……….., 6) ………, 7) ………, 8) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 9.9.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ………….., κατοίκων ομοίως ως άνω, 9) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 12.01.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………, κατοίκων ομοίως ως άνω, 10) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 4.8.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………..κάτοικων ομοίως ως άνω, 11) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 29.3.2012), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………. κατοίκων ομοίως ως άνω, 12) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενης λόγω της ανηλικότητάς της (γεννηθείσα στις 14.11.2013), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της, …………. κατοίκων ομοίως ως άνω, 13) …………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 30.11.2018), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, ……………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 14) ……. νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 15.9.2016), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 15) . …………………., νομίμως εκπροσωπούμενου λόγω της ανηλικότητάς του (γεννηθείς στις 11.3.2021), από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, …………., κατοίκων ομοίως ως άνω, 16) …………. κατοίκου ομοίως ως άνω, με ΑΦΜ …………, 17) ………….. …., 18) . …………………., κατοίκου ομοίως ως άνω, με ΑΦΜ …, οι οποίοι άπαντες (1-18) εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό δικηγόρο τους Εμμανουήλ Τρούλη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …..), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ,
Ι. Της εκκαλούσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στο …….. Αττικής, με ΑΦΜ …….., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Ρουμελιώτη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ……….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Της εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. ………., νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου της Σοφία Σπυροπούλου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ………….), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι (οι 18 πρώτοι) της υπό στοιχείο Α εφέσεως, άσκησαν σε βάρος των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων των υπό στοιχεία Α και Γ εφέσεων καθώς και κατά της εταιρείας ….., ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 9/6/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2021 αγωγή, με την οποία ζητούσαν τα αναφερόμενα σε αυτήν. Με την ως άνω αγωγή συνεκφωνήθηκαν: β) η από 22/7/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2021 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της ……. κατά της ……….., γ-δ-ε) οι από 5/8/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2021, ………/2021 και ………/2021 αντίστοιχα, ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές των εκκαλούντων της υπό στοιχείο Α εφέσεως κατά της …………. και στ-ζ-η) οι από 27/9/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2021, ……../2021 και ………/2021, αντίστοιχα, πρόσθετες παρεμβάσεις της ………. υπέρ των εκκαλούντων της υπό στοιχείο Α εφέσεως, με τις οποίες ζητούντο τα αναφερόμενα σε αυτές. Το ως άνω Δικαστήριο, συζήτησε τα ως άνω δικόγραφα στις 11/5/2022, ερήμην της παρεμπιπτόντως ενάγουσας της υπό στοιχείο β προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, και εξέδωσε την υπ’ αριθ. ……./2022 διάταξη του, με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησής προκειμένου να διενεργηθούν δυο (2) ιατρικές πραγματογνωμοσύνες, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην ως άνω διάταξη. Κατόπιν, δε της κατάθεσης των δύο εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης στις 12/1/2023 και 30/10/2023, αντίστοιχα, η διαταχθείσα με την ως άνω διάταξη επανάληψη της συζήτησης, θεωρήθηκε, κατ’ άρθρο 237 παρ. 8 ΚΠολΔ, συντελεσμένη. Στη, συνέχεια, το ως άνω Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθ. 2107/2024 απόφασή του, με τη οποία: 1) απέρριψε την από 9/6/2021 αγωγή ως προς τους 10ο, 13ο και 15ο των εναγόντων και ως προς την 5η εναγόμενη και δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως προς τους λοιπούς ενάγοντες, 2) απέρριψε την από 22/7/2021 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, 3-4-5) δέχθηκε τις από 5/8/2021 παρεμπίπτουσες αγωγές και 6-7-8) δέχθηκε τις από 27/9/2021 πρόσθετες παρεμβάσεις ως προς τους 10ο, 13ο και 15ο των εναγόντων και απέρριψε αυτές ως προς τους λοιπούς ενάγοντες.
Κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως: 1) οι πρώτος, δεύτερος και τρίτος των εναγομένων, άσκησαν την υπό στοιχείο Α από 1/10/2024 έφεση τους, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………/2024 και β) δικογράφου ……./2024, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 2) οι ενάγοντες (πλην των 10ου, 13ου και 15ου) άσκησαν την υπό στοιχείο Β από 1/10/2024 έφεση τους, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………/2024 και β) δικογράφου ………/2024, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 3) η τέταρτη εναγόμενη άσκησε την υπό στοιχείο Γ από 25/9/2024 έφεση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………./2024 και β) δικογράφου ………/2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 4) ο πρώτος εναγόμενος άσκησε την υπό στοιχείο Δ από 1/10/2024 έφεση του, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………./2024 και β) δικογράφου ………./2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 5) ο δεύτερος εναγόμενος άσκησε την υπό στοιχείο Ε από 1/10/2024 έφεση του, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……../2024 και β) δικογράφου ………./2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 6) ο τρίτος εναγόμενος άσκησε την υπό στοιχείο ΣΤ από 1/10/2024 έφεση του, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……/2024 και β) δικογράφου …./2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 7) η προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε την υπό στοιχείο Ζ από 13/2/2025 πρόσθετη παρέμβαση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 8) η προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε την υπό στοιχείο Η από 13/2/2025 πρόσθετη παρέμβαση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, 9) η προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε την υπό στοιχείο Θ από 13/2/2025 πρόσθετη παρέμβαση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο και 10) η τέταρτη εναγόμενη άσκησε την υπό στοιχείο Ι από 25/9/2024 έφεση της, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου …../2025 και β) δικογράφου ………../2025, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη υπό στοιχείο Α από 1/10/2024 έφεση των πρώτου, δεύτερου και τρίτου των εναγομένων, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……/2024 και β) δικογράφου ………/2024, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 2107/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, επί: α) της από 9/6/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2021 αγωγής, με την οποία συνεκφωνήθηκαν: β) η από 22/7/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2021 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, γ-δ-ε) οι από 5/8/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2021, ……./2021 και ………/2021 αντίστοιχα, ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές και στ-ζ-η) οι από 27/9/2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2021, ……../2021 και …………/2021, αντίστοιχα, πρόσθετες παρεμβάσεις, οι οποίες συζητήθηκαν, ερήμην της παρεμπιπτόντως ενάγουσας της υπό στοιχείο β προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), έχει, δε, ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, την 1/10/2024, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στους εκκαλούντες, που έλαβε χώρα στις 2/9/2024 (βλ. τις υπ’ αριθ. ………….. εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………) (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η υπό στοιχείο Α έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ), μόνο όμως ως προς τους 1ο – 9ο, 11ο, 12ο, 14ο και 16ο – 18ο των εφεσίβλητων. Όσον αφορά τους 10η, 13ο και 15ο των εφεσίβλητων, η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος των εκκαλούντων, αφού ως προς τους ως άνω ενάγοντες, η αγωγή απορρίφθηκε ελλείψει ενεργητικής τους νομιμοποίησης και οι τελευταίοι δεν έχουν εφεσιβάλει την εκκαλουμένη. Ως προς τις 19η, 20η, 21η και 22η των εφεσίβλητων, η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος των εκκαλούντων, αφού οι ως άνω εφεσίβλητες δεν ήταν αντίδικες των εκκαλούντων στον πρώτο βαθμό, ούτε και κάποιος λόγος της έφεσης απευθύνεται προς αυτές, αφού μάλιστα η 19η, 20η και 21η ήταν ομόδικες τους και η εκκαλούμενη απόφαση δεν περιέχει επιβλαβή διάταξη για τους εκκαλούντες και υπέρ των ως άνω εφεσίβλητων (ΑΠ 642/2007, ΑΠ 1556/2009, ΑΠ 559/2009, ΑΠ 688/2003, ΤΝΠ ΔΣΑ, Μ. Μαργαρίτης, Α. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ.2η, τόμος Ι, άρθρα 516/32,33, 517/3-7, σελ. 796-798). Δικαστική δαπάνη υπέρ των 19ης, 20ης και 21ης δεν επιδικάζεται λόγω της απουσίας των ως άνω εφεσίβλητων, ενώ η δικαστική δαπάνη των 10ης, 13ου, 15ου και 22ης εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί εις βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ).
Όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ………../24-10-2024 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……….., αντίγραφο της υπό στοιχείο Β εφέσεως, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην πέμπτη εφεσίβλητη, με πράξη ορισμού συζήτησης για την δικάσιμο στις 20/3/2025. Η πέμπτη εφεσίβλητη, όμως, δεν εμφανίστηκε, κατά τη συζήτηση της έφεσης, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το οικείο πινάκιο και, συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Ωστόσο η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου προχωρεί σαν να ήταν η εφεσίβλητη παρούσα (άρθρο 524 παρ.4 εδ.α ΚΠολΔ) εφόσον οι παριστάμενοι εκκαλούντες προσκόμισαν αντίγραφα των προτάσεων της εφεσίβλητης, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά που λήφθηκαν κατ’ αυτήν (άρθρο 524 παρ.4 εδ.γ ΚΠολΔ).
Περαιτέρω, η κρινόμενη υπό στοιχείο Β, από 1/10/2024 έφεση των εναγόντων (πλην των 10ου, 13ου και 15ου) με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου …………/2024 και β) δικογράφου ……../2024, η οποία στρέφεται κατά της ίδιας ως άνω αποφάσεως, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), πρέπει, δε, να συνεκδικαστεί με την ως άνω υπό στοιχείο Α έφεση, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246, 524 παρ.1 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, στις 2/10/2024, ήτοι προ πάσης επιδόσεως της απόφασης στους εκκαλούντες και εντός δύο (2) ετών από της δημοσιεύσεως της, που έλαβε χώρα στις 25/6/2024 (άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).
Η κρινόμενη υπό στοιχείο Γ, από 25/9/2024 έφεση της τέταρτης εναγόμενης με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………./2024 και β) δικογράφου …………./2025, η οποία στρέφεται κατά της ίδιας ως άνω αποφάσεως, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), πρέπει, δε, να συνεκδικαστεί με τις ως άνω υπό στοιχεία Α και Β εφέσεις, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246, 524 παρ.1 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, την 1/10/2024, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στην εκκαλούσα, που έλαβε χώρα στις 2/9/2024 (βλ. την υπ’ αριθ. ……. έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……) (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).
Η κρινόμενη υπό στοιχείο Δ, από 1/10/2024 έφεση του πρώτου εναγόμενου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………/2024 και β) δικογράφου ………/2025, η οποία στρέφεται κατά της ίδιας ως άνω αποφάσεως, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), εφόσον υφίσταται έννομο συμφέρον του εκκαλούντος που στρέφεται κατά της παρεμπιπτόντως εναγομένης, για την περίπτωση που η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων γίνει δεκτή και αυξηθεί το επιδικασθέν ποσό αποζημίωσης εις βάρος του και το οποίο δύναται να αναζητήσει από την εφεσίβλητη δικονομική εγγυήτρια του. Πρέπει, δε, να συνεκδικαστεί με τις ως άνω υπό στοιχεία Α, Β και Γ εφέσεις, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246, 524 παρ.1 ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, την 1/10/2024, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στον εκκαλούντα, που έλαβε χώρα στις 2/9/2024 (βλ. την υπ’ αριθ. …………. έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………..) (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).
Ομοίως η κρινόμενη υπό στοιχείο Ε, από 1/10/2024 έφεση του δεύτερου εναγόμενου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……/2024 και β) δικογράφου …………/2025, η οποία στρέφεται κατά της ίδιας ως άνω αποφάσεως, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), εφόσον υφίσταται έννομο συμφέρον του εκκαλούντος (κατά τα εκτεθέντα στην υπό στοιχείο Δ έφεση), πρέπει, δε, να συνεκδικαστεί με τις ως άνω υπό στοιχεία Α, Β, Γ και Δ εφέσεις, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246, 524 παρ.1 ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, την 1/10/2024, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στον εκκαλούντα, που έλαβε χώρα στις 2/9/2024 (βλ. την υπ’ αριθ. ……. έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, . ……) (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).
Ομοίως η κρινόμενη υπό στοιχείο ΣΤ, από 1/10/2024 έφεση του τρίτου εναγόμενου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………./2024 και β) δικογράφου ………../2025, η οποία στρέφεται κατά της ίδιας ως άνω αποφάσεως, αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), εφόσον υφίσταται έννομο συμφέρον του εκκαλούντος (κατά τα εκτεθέντα στην υπό στοιχείο Δ έφεση), πρέπει, δε, να συνεκδικαστεί με τις ως άνω υπό στοιχεία Α, Β, Γ, Δ και Ε εφέσεις, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246, 524 παρ.1 ΚΠολΔ) πλην όμως πρέπει και έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, την 1/10/2024, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στον εκκαλούντα, που έλαβε χώρα στις 2/9/2024 (βλ. την υπ’ αριθ. …….. έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………….) (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), έχει, δε, κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 περ. 3A ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την τακτική διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (533 ΚΠολΔ).
Τέλος η κρινόμενη υπό στοιχείο Ι, από 25/9/2024 έφεση της τέταρτης εναγόμενης, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου …………/2025 και β) δικογράφου ………./2025, η οποία στρέφεται κατά της ίδιας ως άνω αποφάσεως, αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), εφόσον υφίσταται έννομο συμφέρον της εκκαλούσας που στρέφεται κατά της παρεμπιπτόντως εναγομένης, με αίτημα να γίνει δεκτή η έφεση της, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η παρεμπίπτουσα αγωγή της κατά της εφεσίβλητης δικονομικής εγγυήτριας της, η οποία πρέπει να υποχρεωθεί να της καταβάλλει κάθε ποσό που η ίδια θα υποχρεωθεί να καταβάλλει στους ενάγοντες. Η ως άνω έφεση πρέπει να συνεκδικαστεί με τις ως άνω υπό στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε και ΣΤ εφέσεις, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246, 524 παρ.1 ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1 εδ. β΄, 516, 517, 520 ΚΠολΔ) πλην όμως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω της εκπροθέσμου ασκήσεως της, εφόσον ασκήθηκε στις 14/2/2025, ήτοι σε χρονικό διάστημα πέραν των 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης στην εκκαλούσα, που έλαβε χώρα στις 2/9/2024 (βλ. την υπ’ αριθ. ……. έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, . ………) (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί ως απαράδεκτη (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατέβαλε η εκκαλούσα, στο δημόσιο ταμείο, λόγω της ήττας της (άρθρο 495 παρ.3 εδαφ.τελευτ ΚΠολΔ).
Με την υπό στοιχείο Ζ, από 13/2/2025 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………./2025 πρόσθετη παρέμβαση της, η προσθέτως παρεμβαίνουσα ασφαλιστική εταιρεία εκθέτει ότι ο πρώτος εναγόμενος άσκησε σε βάρος της την ανωτέρω υπό στοιχείο Δ έφεση του, για την περίπτωση που η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων γίνει δεκτή και αυξηθεί το επιδικασθέν ποσό αποζημίωσης εις βάρος του και το οποίο δύναται να αναζητήσει από την ίδια ως δικονομική εγγυήτρια του, αφού με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτή η από 5/8/2021 παρεμπίπτουσα αγωγή του πρώτου εναγομένου κατ’ αυτής και αναγνωρίστηκε ότι πρέπει να του καταβάλει οποιοδήποτε ποσό καταβάλει αυτός, δυνάμει της εκκαλουμένης απόφασης, σε έκαστο των εναγόντων της κύριας αγωγής, συμπεριλαμβανομένων των τόκων και της δικαστικής δαπάνης, έως του ποσού των 300.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την εκ μέρους του καταβολή προς αυτούς και έως την εξόφληση. Συνομολογώντας δε την αναφερόμενη στην εκκαλουμένη απόφαση ασφαλιστική σύμβαση μεταξύ της ίδιας και του πρώτου εναγόμενου και εκθέτοντας ειδικότερα ότι, δυνάμει της συμβάσεως αυτής η ίδια ανέλαβε την κάλυψη της αστικής του ευθύνης έναντι τρίτων από την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας, με ανώτατο όριο κάλυψης ανά ζημιογόνο γεγονός το ποσό των 300.000 ευρώ, παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ αυτού και ζητά, επικαλούμενη το έννομο συμφέρον της ως δικονομική εγγυήτρια του, να απορριφθεί η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων, να γίνει δεκτή η υπό στοιχείο Α έφεση του υπερ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση, έτσι ώστε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και απορριφθεί εν όλω η επίδικη αγωγή και να καταδικασθούν οι κυρίως ενάγοντες και ήδη καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση πρόσθετη παρέμβαση ασκείται παραδεκτά και νόμιμα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 80, 81 παρ.1, 215 παρ.1 ΚΠολΔ), επιδόθηκε νομίμως στον υπερ’ ου και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των καθ’ ων (βλ. τις υπ’ αριθ. … και ……./14-2-2025 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ………..), πρέπει να συνεκδικαστεί με τις ως άνω εφέσεις (άρθρο 31 παρ.1 ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της, πλην των 10ης, 13ου και 15ου των καθ’ ων, για τους οποίους η πρόσθετη παρέμβαση φέρεται απαραδέκτως, αφού η έφεση του υπερ’ ου η παρέμβαση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος, δοθέντος ότι ως προς τους ως άνω ενάγοντες, η αγωγή απορρίφθηκε ελλείψει ενεργητικής τους νομιμοποίησης και οι τελευταίοι δεν έχουν εφεσιβάλει την εκκαλουμένη. Η δικαστική δαπάνη των 10ης, 13ου, 15ου των καθ’ ων η παρέμβαση για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί εις βάρος της προσθέτως παρεμβαίνουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 181 παρ.2 και 191 § 2 ΚΠολΔ).
Ομοίως με την υπό στοιχείο Η, από 13/2/2025 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2025 πρόσθετη παρέμβαση της, η προσθέτως παρεμβαίνουσα ασφαλιστική εταιρεία εκθέτει ότι ο δεύτερος εναγόμενος άσκησε σε βάρος της την ανωτέρω υπό στοιχείο Ε έφεση του, για την περίπτωση που η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων γίνει δεκτή και αυξηθεί το επιδικασθέν ποσό αποζημίωσης εις βάρος του και το οποίο δύναται να αναζητήσει από την ίδια ως δικονομική εγγυήτρια του, αφού με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτή η από 5/8/2021 παρεμπίπτουσα αγωγή του δεύτερου εναγομένου κατ’ αυτής και αναγνωρίστηκε ότι πρέπει να του καταβάλει οποιοδήποτε ποσό καταβάλει αυτός, δυνάμει της εκκαλουμένης απόφασης, σε έκαστο των εναγόντων της κύριας αγωγής, συμπεριλαμβανομένων των τόκων και της δικαστικής δαπάνης, έως του ποσού των 500.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την εκ μέρους του καταβολή προς αυτούς και έως την εξόφληση. Συνομολογώντας δε την αναφερόμενη στην εκκαλουμένη απόφαση ασφαλιστική σύμβαση μεταξύ της ίδιας και του δεύτερου εναγόμενου και εκθέτοντας ειδικότερα ότι, δυνάμει της συμβάσεως αυτής η ίδια ανέλαβε την κάλυψη της αστικής του ευθύνης έναντι τρίτων από την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας, με ανώτατο όριο κάλυψης ανά ζημιογόνο γεγονός το ποσό των 500.000 ευρώ, παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ αυτού και ζητά, επικαλούμενη το έννομο συμφέρον της ως δικονομική εγγυήτρια του, να απορριφθεί η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων, να γίνει δεκτή η υπό στοιχείο Α έφεση του υπερ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση, έτσι ώστε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και απορριφθεί εν όλω η επίδικη αγωγή και να καταδικασθούν οι κυρίως ενάγοντες και ήδη καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση πρόσθετη παρέμβαση ασκείται παραδεκτά και νόμιμα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 80, 81 παρ.1, 215 παρ.1 ΚΠολΔ), επιδόθηκε νομίμως στον υπερ’ ου και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των καθ’ ων (βλ. τις υπ’ αριθ. ……. και …/14-2-2025 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ….), πρέπει να συνεκδικαστεί με τις ως άνω εφέσεις (άρθρο 31 παρ.1 ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της, πλην των 10ης, 13ου και 15ου των καθ’ ων, για τους οποίους η πρόσθετη παρέμβαση φέρεται απαραδέκτως, αφού η έφεση του υπερ’ ου η παρέμβαση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος, δοθέντος ότι ως προς τους ως άνω ενάγοντες, η αγωγή απορρίφθηκε ελλείψει ενεργητικής τους νομιμοποίησης και οι τελευταίοι δεν έχουν εφεσιβάλει την εκκαλουμένη. Η δικαστική δαπάνη των 10ης, 13ου, 15ου των καθ’ ων η παρέμβαση για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί εις βάρος της προσθέτως παρεμβαίνουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 181 παρ.2 και 191 § 2 ΚΠολΔ).
Τέλος με την υπό στοιχείο Θ, από 13/2/2025 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2025 πρόσθετη παρέμβαση της, η προσθέτως παρεμβαίνουσα ασφαλιστική εταιρεία εκθέτει ότι ο τρίτος εναγόμενος άσκησε σε βάρος της την ανωτέρω υπό στοιχείο ΣΤ έφεση του, για την περίπτωση που η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων γίνει δεκτή και αυξηθεί το επιδικασθέν ποσό αποζημίωσης εις βάρος του και το οποίο δύναται να αναζητήσει από την ίδια ως δικονομική εγγυήτρια του, αφού με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτή η από 5/8/2021 παρεμπίπτουσα αγωγή του τρίτου εναγομένου κατ’ αυτής και αναγνωρίστηκε ότι πρέπει να του καταβάλει οποιοδήποτε ποσό καταβάλει αυτός, δυνάμει της εκκαλουμένης απόφασης, σε έκαστο των εναγόντων της κύριας αγωγής, συμπεριλαμβανομένων των τόκων και της δικαστικής δαπάνης, έως του ποσού των 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την εκ μέρους του καταβολή προς αυτούς και έως την εξόφληση. Συνομολογώντας δε την αναφερόμενη στην εκκαλουμένη απόφαση ασφαλιστική σύμβαση μεταξύ της ίδιας και του τρίτου εναγόμενου και εκθέτοντας ειδικότερα ότι, δυνάμει της συμβάσεως αυτής η ίδια ανέλαβε την κάλυψη της αστικής του ευθύνης έναντι τρίτων από την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας, με ανώτατο όριο κάλυψης ανά ζημιογόνο γεγονός το ποσό των 1.000.000 ευρώ, παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ αυτού και ζητά, επικαλούμενη το έννομο συμφέρον της ως δικονομική εγγυήτρια του, να απορριφθεί η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων, να γίνει δεκτή η υπό στοιχείο Α έφεση του υπερ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση, έτσι ώστε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και απορριφθεί εν όλω η επίδικη αγωγή και να καταδικασθούν οι κυρίως ενάγοντες και ήδη καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση πρόσθετη παρέμβαση ασκείται παραδεκτά και νόμιμα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 80, 81 παρ.1, 215 παρ.1 ΚΠολΔ), επιδόθηκε νομίμως στον υπερ’ ου και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των καθ’ ων (βλ. τις υπ’ αριθ. …. και ……../14-2-2025 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ……….), πρέπει να συνεκδικαστεί με τις ως άνω εφέσεις (άρθρο 31 παρ.1 ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της, πλην των 10ης, 13ου και 15ου των καθ’ ων, για τους οποίους η πρόσθετη παρέμβαση φέρεται απαραδέκτως, αφού η έφεση του υπερ’ ου η παρέμβαση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος, δοθέντος ότι ως προς τους ως άνω ενάγοντες, η αγωγή απορρίφθηκε ελλείψει ενεργητικής τους νομιμοποίησης και οι τελευταίοι δεν έχουν εφεσιβάλει την εκκαλουμένη. Η δικαστική δαπάνη των 10ης, 13ου, 15ου των καθ’ ων η παρέμβαση για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί εις βάρος της προσθέτως παρεμβαίνουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 181 παρ.2 και 191 § 2 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή τους, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι ο…………………., σύζυγος της πρώτης, πατέρας των δεύτερης, τρίτου και τέταρτου, πεθερός των πέμπτου, έκτης και έβδομης, παππούς των όγδοου έως και δέκατου πέμπτου και αδερφός των λοιπών εναγόντων διεγνώσθη, στις 26-1-2017, με καρκίνο του προστάτη αδένα. Ότι σύμφωνα με τον θεράποντα ιατρό του και ήδη πρώτο εναγόμενο επιβαλλόταν να υποβληθεί σε επέμβαση αφαίρεσης – ριζικής προστατεκτομής με τη ρομποτική μέθοδο, ήτοι με τη χρήση του ρομποτικού επεμβατικού συστήματος ….., το οποίο εισάγεται στην Ελλάδα αποκλειστικά από την πέμπτη εναγόμενη εταιρεία. Ότι ο ανωτέρω συγγενής τους είχε αρχικά ενδοιασμούς εν σχέσει με την ανωτέρω επέμβαση καθώς έπασχε από αρτηριακή πίεση, υπερλιπιδαιμία και στεφανιαία νόσο, πλην όμως στη συνέχεια έλαβε την απόφαση να υποβληθεί σε αυτήν, πεισθείς από τις διαβεβαιώσεις του πρώτου εναγόμενου ότι δεν διέτρεχε κανέναν απολύτως κίνδυνο κι ότι σε κάθε περίπτωση, εάν παρίστατο ανάγκη, ο ίδιος ήταν εξαιρετικά έμπειρος και μπορούσε να ολοκληρώσει την επέμβαση λαπαροσκοπικά ή και με ανοικτό χειρουργείο. Ότι κατόπιν τούτου, ο . ………………….. υπεβλήθη στον απαραίτητο προεγχειρητικό έλεγχο, τα ευρήματα του οποίου δεν ανησύχησαν τον πρώτο εναγόμενο και ακολούθως την 1-3-2017, εισήχθη κατ’ εντολή του στην κλινική με την επωνυμία «………….», την οποία εκμεταλλεύεται η τέταρτη εναγόμενη προκειμένου να υποβληθεί στην ως άνω επέμβαση, την οποία ανέλαβε να διενεργήσει ο ίδιος ο πρώτος εναγόμενος, συνεπικουρούμενος από τον δεύτερο εναγόμενο βοηθό του, χειρουργό – ουρολόγο και τον τρίτο εναγόμενο, αναισθησιολόγο, οι οποίοι όλοι ετύγχαναν προστηθέντες της τέταρτης εναγόμενης, καθόσον χρησιμοποιούσαν σε τακτική βάση τις εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό και το προσωπικό της, για την παροχή των ιατρικών τους υπηρεσιών προς τους ασθενείς τους, υποκείμενοι στις γενικές της οδηγίες ως προς τον τόπο και το χρόνο παροχής αυτών. Ότι αν και η εν λόγω επέμβαση, σύμφωνα και με τις σχετικές διαβεβαιώσεις του πρώτου εναγόμενου ιατρού, επρόκειτο να ολοκληρωθεί εντός δύο περίπου ωρών, εντούτοις ξεκίνησε περί ώρα 14:00 και ολοκληρώθηκε τελικά περί ώρα 23:00 της ίδιας ημέρας, λόγω βλάβης του ρομποτικού συστήματος ……, διαρκούσης της επέμβασης. Ότι ειδικότερα, περί ώρα 18:00 κι ενώ η ένδικη επέμβαση ήταν σε εξέλιξη, η κάμερα του ως άνω συστήματος εμφάνισε βλάβη, η οποία δεν επέτρεπε στους δύο πρώτους εναγόμενους ιατρούς να διακρίνουν καθαρά το χειρουργικό τους πεδίο. Ότι ο πρώτος εναγόμενος κάλεσε τον αρμόδιο τεχνικό της πέμπτης εναγόμενης εταιρείας για την επιδιόρθωση της βλάβης ενώ επιχείρησε παράλληλα να ολοκληρώσει την επέμβαση λαπαροσκοπικά, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ότι κατόπιν τούτου, ο συγγενής τους παρέμεινε για αρκετές ώρες σε αντίστροφη κατακόρυφη στάση και σε καταστολή, εν αναμονή της επισκευής του ρομποτικού συστήματος, η οποία έλαβε εν τέλει χώρα περί ώρα 21:00 με τη συνδρομή μάλιστα μη ειδικού τεχνίτη. Ότι η επέμβαση ολοκληρώθηκε τελικά περί ώρα 21:40 και ο…………………. αποσωληνώθηκε περί ώρα 23:00 και μεταφέρθηκε σε απλό θάλαμο νοσηλείας, πλην όμως δύο ώρες αργότερα παρουσίασε κολπική μαρμαρυγή και καρδιακή ανακοπή οπότε μεταφέρθηκε σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας όπου και κατέληξε περί ώρα 2:16, στις 2/3/2017. Ότι σύμφωνα με τη σχετικώς συνταχθείσα ιατροδικαστική έκθεση, ο θάνατος του ως άνω συγγενούς τους οφείλεται σε πρόσφατη ισχαιμία του μυοκαρδίου, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με το παρατεταμένο στρες που του προκάλεσε η μακρά, λόγω της βλάβης του ρομποτικού μηχανήματος, διάρκεια της επέμβασης, καθώς εάν αυτή είχε ολοκληρωθεί εντός του προβλεπόμενου χρόνου είναι πλέον πιθανό ότι ουδέποτε θα είχε προκληθεί η μοιραία ισχαιμία του μυοκαρδίου. Ότι η ως άνω πολύωρη παράταση της επέμβασης, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με το θάνατο του συγγενούς τους οφείλεται καταρχάς σε συνδυασμένες αμελείς πράξεις και παραλείψεις των τριών πρώτων εναγόμενων ιατρών, οι οποίοι, κατά παράβαση των αρχών της ιατρικής επιστήμης, παρέλειψαν να προβούν σε όλες τις ενδεδειγμένες ενέργειες, ως όφειλαν και μπορούσαν, ώστε να προφυλάξουν την υγεία του και να τον διατηρήσουν στη ζωή. Ότι ειδικότερα οι ανωτέρω εναγόμενοι ιατροί, από έλλειψη της προσοχής που όφειλαν και μπορούσαν να καταβάλουν, δεν προέβησαν στην ορθή συντήρηση του ρομποτικού μηχανήματος που επρόκειτο να χρησιμοποιήσουν στην ένδικη επέμβαση, ώστε να εξασφαλίσουν τη βέλτιστη και πρωτίστως ασφαλή λειτουργία του. Ότι επιπλέον παρέλειψαν να αξιώσουν από την τέταρτη εναγόμενη εταιρεία, στην οποία παρείχαν τις υπηρεσίες τους με σχέση πρόστησης, την παρουσία εξειδικευμένου τεχνικού προσωπικού εντός της κλινικής, ώστε να μπορεί να αντιμετωπισθεί εγκαίρως τυχόν βλάβη του εν λόγω μηχανήματος, ενώ όταν τελικά προέκυψε αυτή, άπαντες οι εναγόμενοι ιατροί και ιδίως ο πρώτος εξ αυτών, από έλλειψη της απαιτούμενης προσοχής, δεν ολοκλήρωσε άμεσα την επέμβαση λαπαροσκοπικά ή με ανοιχτή χειρουργική αλλά αντ’ αυτού επέλεξε να αναμείνει την άγνωστο πότε, επιδιόρθωση της βλάβης ενώ και ο τρίτος εναγόμενος, καθ’ όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα, διατήρησε τον συγγενή τους σε καταστολή με την ίδια αναισθησία με αποτέλεσμα να υποστεί αυτός παρατεταμένο οργανικό στρες, το οποίο οδήγησε τελικά στο θάνατό του. Ότι επιπλέον οι τρείς πρώτοι εναγόμενοι ιατροί παρέλειψαν να ενημερώσουν επαρκώς τον συγγενή τους, προ της ως άνω επέμβασης για τη φύση, το σκοπό και τους κινδύνους που αυτή συνεπαγόταν, ενώ ουδέποτε τον πληροφόρησαν για το ενδεχόμενο βλάβης του ρομποτικού μηχανήματος και την αδυναμία τους να ολοκληρώσουν την επέμβαση με άλλη μέθοδο, με συνέπεια η συναίνεση του ανωτέρω συγγενούς τους για την πραγματοποίηση της εν λόγω επέμβασης να είναι σε κάθε περίπτωση άκυρη. Ότι τέλος ο πρώτος εναγόμενος ιατρός, καίτοι δεν διέθετε την απαιτούμενη ικανότητα ώστε να ολοκληρώσει την επέμβαση με άλλη μέθοδο, παρέλειψε να μεριμνήσει ώστε στο χειρουργείο να υπάρχει και έτερος χειρουργός, ο οποίος θα διέθετε τη σχετική ικανότητα και εμπειρία, ενώ άπαντες οι εναγόμενοι ιατροί, καίτοι γνώριζαν ότι ο ασθενής τους ήταν υψηλού καρδιακού κινδύνου, εντούτοις παρέλειψαν να εντάξουν στην ομάδα τους καρδιολόγο και πνευμονολόγο προκειμένου να τον παρακολουθεί τόσο κατά τη διάρκεια της επέμβασης όσο και μετά από αυτή. Ότι περαιτέρω υπαίτια για το θάνατο του ανωτέρω συγγενή τους είναι και η τέταρτη εναγόμενη, αφενός λόγω της ιδιότητας της ως προστήσασας τους τρείς πρώτους εναγόμενους ιατρούς και αφετέρου διότι από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε υπό τις περιστάσεις να επιδείξει, δεν φρόντισε για την ορθή συντήρηση του ρομποτικού συστήματος που έθεσε στη διάθεση των τριών πρώτων εναγόμενων ούτε μερίμνησε για την ύπαρξη εναλλακτικών τρόπων αντιμετώπισης τυχόν βλάβης του, είτε με την εγκατάσταση στην κλινική της και δεύτερου τέτοιου συστήματος είτε με την οργάνωση εξειδικευμένης ιατρικής ομάδας που θα μπορούσε να ολοκληρώσει την επέμβαση συμβατικά. Ότι τέλος για τον θάνατο του ως άνω συγγενούς τους ευθύνεται και η πέμπτη εναγόμενη εταιρεία, η οποία τυγχάνει αποκλειστική εισαγωγέας του εν λόγω ρομποτικού συστήματος στην Ελλάδα και η οποία, ως υπεύθυνη για τη συντήρηση του, προέβη σε πλημμελή προληπτικό έλεγχο αυτού, ενώ παράλληλα παρέλειψε να παρέχει στην τέταρτη εναγόμενη αφενός τη δέουσα εκπαίδευση του προσωπικού της και αφετέρου την απαιτούμενη τεχνική υποστήριξη για την αντιμετώπιση τυχόν βλάβης του. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά και ισχυριζόμενοι περαιτέρω ότι άπαντες συνδέονταν με τον θανόντα με στενούς δεσμούς στοργής και αγάπης, ζητούν, κατόπιν παραδεκτής, με τις προτάσεις τους, μετατροπής του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής τους σε έντοκο αναγνωριστικό (άρθρα 223, 295, 297 ΚΠολΔ), να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγόμενων να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, σε καθένα εκ των πρώτης, δεύτερης, τρίτου και τέταρτου αυτών το ποσό των 50.000 ευρώ και σε καθέναν εκ των λοιπών εναγόντων το ποσό των 35.000 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των (50.000 x 4 + 35.000 x 14=) 690.000 ευρώ, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση της ψυχικής τους οδύνης, άπαντα δε τα ποσά αυτά με το νόμιμο τόκο από την επέλευση του θανάτου του ως άνω μέλους της οικογένειας τους άλλως από την επίδοση της αγωγής και έως την εξόφληση και να καταδικαστούν άπαντες οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης.
Η τέταρτη εναγόμενη της κύριας αγωγής, εκθέτει στην υπό κρίση από 22/7/2021 προσεπίκλησή – παρεμπίπτουσα αγωγή της ότι σε βάρος της ασκήθηκε η υπό κρίση αγωγή, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτει στο δικόγραφό της. Ισχυριζόμενη δε ότι δυνάμει των υπ’ αριθ. …../… και …… ασφαλιστικών συμβάσεων που έχει συνάψει με την προσεπικαλούμενη, η τελευταία έχει αναλάβει την κάλυψη της αστικής επαγγελματικής της ευθύνης έως του ποσού των 750.000 ευρώ ανά περιστατικό, με χρόνο κάλυψης από 15-2-2016 έως 14-2-2017 κι από 1-10-2020 έως 30-9-2021, προσεπικαλεί αυτήν προκειμένου να παρέμβει υπέρ της στην κύρια δίκη και σε περίπτωση ήττας της, ζητά να υποχρεωθεί να της καταβάλει το ποσό που θα υποχρεωθεί η ίδια να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων της κύριας αγωγής μέχρι του ανώτατου ορίου του αιτητικού της αγωγής, πλέον τόκων και εξόδων καθώς και να καταδικασθεί η προσεπικαλούμενη – παρεμπιπτόντως εναγόμενη στην δικαστική της δαπάνη.
Εν συνεχεία, με τις από 5/8/2021 και με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης …/2021, …./2021 και ………/2021 ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές, οι πρώτος, δεύτερος και τρίτος των εναγόμενων, αντίστοιχα, εκθέτουν ότι σε βάρος τους έχει ασκηθεί η ως άνω αγωγή, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτουν στα υπό κρίση δικόγραφά τους. Ισχυριζόμενοι δε ότι η καθ’ ης, δυνάμει έγκυρων ασφαλιστικών συμβάσεων που είχε συνάψει με έκαστο αυτών και ήταν εν ισχύ κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της αγωγής, είχε αναλάβει την κάλυψη της αστικής τους ευθύνης για κάθε ζημία που τυχόν θα προξενούσαν σε τρίτο κατά την εκ μέρους τους παροχή ιατρικών υπηρεσιών, μέχρι του ποσού των 600.000 ευρώ για τον πρώτο εναγόμενο, των 500.000 ευρώ για τον δεύτερο και του 1.000.000 ευρώ για τον τρίτο, ανακοινώνουν σε αυτήν την ως άνω κύρια δίκη και την προσεπικαλούν να παρέμβει υπέρ τους προς απόκρουσή της. Σε περίπτωση δε ήττας τους στην ως άνω κύρια δίκη ζητούν, κατόπιν παραδεκτής με τις προτάσεις τους μετατροπής του καταψηφιστικού αιτήματός τους σε έντοκο αναγνωριστικό (άρθρα 223, 295, 297 ΚΠολΔ), να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της παρεμπιπτόντως εναγόμενης να καταβάλει σε έκαστο αυτών, οποιοδήποτε ποσό υποχρεωθεί να καταβάλει στους κυρίως ενάγοντες, για κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, με το νόμιμο τόκο και έως την ολοσχερή εξόφληση καθώς και να καταδικασθεί η προσεπικαλούμενη – παρεμπιπτόντως εναγόμενη στην καταβολή της δικαστική τους δαπάνης.
Τέλος με τις από 27/9/2021 και με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης …./2021, ……/2021 και ……../2021 πρόσθετες παρεμβάσεις της, η προσθέτως παρεμβαίνουσα ασφαλιστική εταιρεία εκθέτει ότι ο πρώτος, ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγόμενων άσκησαν σε βάρος της τις ανωτέρω αντίστοιχες προσεπικλήσεις, το περιεχόμενο των οποίων ενσωματώνει σε κάθε μια εκ των υπό κρίση πρόσθετων παρεμβάσεών της. Συνομολογώντας δε τις αναφερόμενες στις ως άνω προσεπικλήσεις ασφαλιστικές συμβάσεις μεταξύ της ίδιας και εκάστου των προσεπικαλούντων και εκθέτοντας ειδικότερα ότι δυνάμει των συμβάσεων αυτών η ίδια ανέλαβε την κάλυψη της αστικής τους ευθύνης έναντι τρίτων από την άσκηση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας με ανώτατο όριο κάλυψης ανά ζημιογόνο γεγονός το ποσό των 300.000 ευρώ για τον πρώτο εναγόμενο, των 500.000 ευρώ για τον δεύτερο εναγόμενο και του 1.000.000 ευρώ για τον τρίτο εναγόμενο, παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ αυτών και ζητά, επικαλούμενη το έννομο συμφέρον της ως δικονομική εγγυήτρια τους, να απορριφθεί η κύρια αγωγή και να καταδικασθούν οι κυρίως ενάγοντες και ήδη καθ’ ων η πρόσθετες παρεμβάσεις στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, συζήτησε τα ως άνω δικόγραφα στις 11/5/2022, ερήμην της παρεμπιπτόντως ενάγουσας της από 22/7/2021 προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, και εξέδωσε την υπ’ αριθ. ……../2022 διάταξη του, με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησής προκειμένου να διενεργηθούν δυο (2) ιατρικές πραγματογνωμοσύνες, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην ως άνω διάταξη. Κατόπιν, δε της κατάθεσης των δύο εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης στις 12/1/2023 και 30/10/2023, αντίστοιχα, η διαταχθείσα με την ως άνω διάταξη επανάληψη της συζήτησης, θεωρήθηκε, κατ’ άρθρο 237 παρ. 8 ΚΠολΔ, συντελεσμένη. Στη, συνέχεια, το ως άνω Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθ. 2107/2024 απόφασή του, με τη οποία: 1) απέρριψε την από 9/6/2021 αγωγή ως προς τους 10ο, 13ο και 15ο των εναγόντων και ως προς την 5η εναγόμενη και δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως προς τους λοιπούς ενάγοντες, 2) απέρριψε την από 22/7/2021 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, 3-4-5) δέχθηκε τις από 5/8/2021 παρεμπίπτουσες αγωγές και 6-7-8) δέχθηκε τις από 27/9/2021 πρόσθετες παρεμβάσεις ως προς τους 10ο, 13ο και 15ο των εναγόντων και απέρριψε αυτές ως προς τους λοιπούς ενάγοντες. Ήδη, με την υπό στοιχείο Α έφεση τους, οι 1ος, 2ος και 3ος των εναγομένων προσβάλλουν την ανωτέρω απόφαση κατά το μέρος αυτής που δέχθηκε την αγωγή των εναγόντων, παραπονούμενοι για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να απορριφθεί εν όλω η αγωγή των εναγόντων, σε αντίθετη περίπτωση, δε, να γίνουν δεκτές οι παρεμπίπτουσες αγωγές τους καθώς και να γίνουν δεκτές οι υπό στοιχεία Δ, Ε και ΣΤ εφέσεις τους και οι υπό στοιχεία Ζ, Η και Θ πρόσθετες παρεμβάσεις υπερ αυτών. Περαιτέρω, με την υπό στοιχείο Β έφεση τους, οι ενάγοντες (πλην των 10ου, 13ου και 15ου), προσβάλλουν την ανωτέρω απόφαση κατά το μέρος αυτής που απέρριψε την αγωγή τους, παραπονούμενοι για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να γίνει δεκτή εν όλω η αγωγή της. Τέλος, με την υπό στοιχείο Γ έφεση της, η 4η εναγόμενη προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση κατά το μέρος αυτής που δέχθηκε την αγωγή των εναγόντων, παραπονούμενη για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να απορριφθεί εν όλω η αγωγή των εναγόντων.
A. Από τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 εδ. β΄, 914 και 932 ΑΚ προκύπτει, ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση ή (και) προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας ή (και) ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη χαρακτήρα, ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της, κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελιώδους δικαιϊκής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας, υποχρέωσης λήψης ορισμένων μέτρων επιμέλειας για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων. Αμέλεια, ως μορφή υπαιτιότητας, υπάρχει όταν, εξαιτίας της παράλειψης του δράστη να καταβάλει την επιμέλεια που αν κατέβαλλε – με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς εκπροσώπου του κύκλου δραστηριότητάς του – θα ήταν δυνατή η αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος, αυτός (ο δράστης) είτε δεν προέβλεψε την επέλευση του εν λόγω αποτελέσματος, είτε προέβλεψε μεν το ενδεχόμενο επέλευσής του, ήλπιζε όμως ότι θα το αποφύγει. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η συνδρομή των ανωτέρω προϋποθέσεων θεμελιώνει και την αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού για ζημία που προκαλείται από αυτόν κατά την παροχή των (ιατρικών) υπηρεσιών του. Την ευθύνη αυτή, ως προς ορισμένα (ειδικά) θέματα, καλύπτει η ρυθμιστική εμβέλεια του άρθρου 8 του Ν. 2251/1994 για την «προστασία των καταναλωτών», το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι «ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε ζημία που προκάλεσε υπαιτίως κατά την παροχή των υπηρεσιών» (παρ. 1), ότι «ως παρέχων υπηρεσίες θεωρείται όποιος παρέχει κατά τρόπο ανεξάρτητο υπηρεσία στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας» (παρ. 2 εδ. β΄), ότι «ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας» (παρ. 3), ότι «ο παρέχων τις υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης της έλλειψης υπαιτιότητας» (παρ. 4 εδ. α΄), ότι «για την εκτίμηση της έλλειψης υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη η ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια και το σύνολο των ειδικών συνθηκών και ιδιαίτερα: α) η φύση και το αντικείμενο της υπηρεσίας, ιδίως σε σχέση με τον βαθμό επικινδυνότητάς της, β) η εξωτερική μορφή της υπηρεσίας, γ) ο χρόνος παροχής της υπηρεσίας, δ) η ελευθερία δράσης που αφήνεται στον ζημιωθέντα στο πλαίσιο της υπηρεσίας, ε) το αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων και στ) το αν η παρεχόμενη υπηρεσία αποτελεί εθελοντική προσφορά του παρέχοντος» (παρ. 4 εδ. β΄) και ότι «μόνη η ύπαρξη ή δυνατότητα τελειότερης υπηρεσίας κατά το χρόνο παροχής της υπηρεσίας ή μεταγενέστερα δεν συνιστά υπαιτιότητα» (παρ. 5). Από τις διατάξεις αυτού του άρθρου προκύπτει, ότι στο πεδίο εφαρμογής του εμπίπτουν και οι ιατρικές υπηρεσίες, διότι ο παρέχων αυτές ιατρός ενεργεί κατά τρόπο ανεξάρτητο, δεν υπόκειται δηλαδή σε συγκεκριμένες υποδείξεις ή οδηγίες του αποδέκτη των υπηρεσιών (ασθενούς), αλλά έχει την πρωτοβουλία και την ευχέρεια να προσδιορίζει τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών του. Για τη θεμελίωση της (αδικοπρακτικής) ιατρικής ευθύνης απαιτείται παράνομη και υπαίτια πρόκληση ζημίας. Αμφότερες οι προϋποθέσεις αυτές (παρανομία και υπαιτιότητα) συντρέχουν ταυτοχρόνως, με βάση τη θεώρηση της αμέλειας ως μορφής πταίσματος και ως μορφής παρανομίας (διπλή λειτουργία της αμέλειας). Έτσι, αν, στο πλαίσιο μιας ιατρικής πράξης, παραβιασθούν οι κανόνες και αρχές της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας ή (και) οι εκ του γενικού καθήκοντος πρόνοιας και ασφάλειας απορρέουσες υποχρεώσεις επιμέλειας του μέσου συνετού ιατρού της ειδικότητας του ζημιώσαντος, τότε η συμπεριφορά αυτή είναι παράνομη και, συγχρόνως, υπαίτια. Ενόψει δε της καθιερούμενης, συναφώς, νόθου αντικειμενικής ευθύνης, με την έννοια της αντιστροφής του βάρους απόδειξης τόσο ως προς την υπαιτιότητα όσο και ως προς την παρανομία, ο ζημιωθείς φέρει το βάρος να αποδείξει την παροχή των υπηρεσιών, τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο της ζημίας με την εν γένει παροχή των υπηρεσιών, όχι όμως και τη συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη που επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα, ενώ ο παρέχων τις υπηρεσίες ιατρός, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη, πρέπει να αποδείξει είτε την ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας πράξης του, είτε την έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου της ζημίας με την παράνομη και υπαίτια πράξη του, είτε τη συνδρομή κάποιου λόγου επαγόμενου την άρση ή τη μείωση της ευθύνης του (ΑΠ 974/2014 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1693/2013 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 687/2013, ΕΕμπΔ 2014, 45).
B. Περαιτέρω, από το άρθρο 24 Α.Ν. 1565/1939 «Περί Κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος» (που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ βάσει του άρθρου 47 ΕισΝΑΚ), κατά το οποίο ο ιατρός οφείλει να παρέχει με ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση την ιατρική του συνδρομή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης και της κτηθείσας πείρας του, τηρώντας τις ισχύουσες διατάξεις για τη διαφύλαξη των ασθενών και προστασία των υγιών, σε συνδυασμό με τα άρθρα 652, 330 και 914 ΑΚ, προκύπτει, ότι ο ιατρός ευθύνεται σε αποζημίωση για τη ζημία που έπαθε ο ασθενής πελάτης του από κάθε αμέλειά του, ακόμη και ελαφρά, εάν κατά την εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων παρέβη την υποχρέωση επιμελείας του να ενεργήσει σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης. Αντίθετα, δεν φέρει καμία ευθύνη αν ενήργησε κατά τους πιο πάνω κανόνες (lege artis) και, ειδικότερα, όπως θα ενεργούσε κάτω από τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις και έχοντας στη διάθεσή του τα ίδια μέσα ένας συνετός και επιμελής ιατρός (ΑΠ 259/2021, ΑΠ 864/2020, ΑΠ 633/2014 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1693/2013, ό.π., ΑΠ 1270/1989, Καυκάς, Ενοχ. Δικ., 1993, άρθρο 914 παρ. 6, σελ. 729 επ., Δωρής, Θεμελιώδη ζητήματα αστικής ευθύνης των ιατρών στο ελληνικό δίκαιο, ΕΕΝ 1992/35-39, Φουντεδάκη, Το πρόβλημα του αιτιώδους συνδέσμου στην ιατρική ευθύνη, ΕλλΔνη 1994, ιδίως σελ. 1226-1227). Ειδικά στην περιοχή της ιατρικής αμέλειας, αυτή μπορεί να εμφανίζεται υπό τις εξής μορφές: α) είτε ως εσφαλμένη διάγνωση ή μη διάγνωση μιας νόσου που οφείλεται στη μη συμμόρφωση προς τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και έχει ως συνέπεια τη μη αντίληψη και μη κοινοποίηση του κινδύνου που απειλεί το έννομο αγαθό της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας και υγείας (ως επί το πλείστον η ορθή διάγνωση προϋποθέτει τη λήψη του ιστορικού του ασθενή, εξέταση του ασθενή, εργαστηριακές εξετάσεις, ακτινογραφίες και συμβουλή άλλων ιατρών), β) είτε ως εσφαλμένη – πλημμελής θεραπευτική αγωγή (φαρμακευτική, διαιτητική, εγχειρηματική κλπ.), διαδικασία δηλαδή που αποσκοπεί στην ίαση του ασθενή κατά τρόπο παρακάμπτοντα τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης (π.χ. μετάγγιση αίματος χωρίς έλεγχο της συμβατότητας των ομάδων αίματος, εγκατάλειψη εργαλείων ή άλλων αντικειμένων στο σώμα του ασθενή μετά την εγχείρηση, μη έγκαιρη επέμβαση, χορήγηση υπερβολικής δόσης φαρμάκου), δηλαδή συγκεκριμένα η αμέλεια του ιατρού μπορεί να θεμελιωθεί σε σφάλμα περί την εκλογή της θεραπείας, λόγω της οποίας και επέρχεται κακό στον ασθενή, είτε αυτό οφείλεται σε άγνοια της προσήκουσας για την περίπτωση θεραπείας ή γενικά ενέργειας, είτε γιατί επέλεξε μέθοδο και θεραπεία η οποία, κατά τις γενικά κρατούσες αρχές της ιατρικής επιστήμης, δεν ήταν για την περίπτωση, γ) είτε ως μη παραπομπή του ασθενή σε ειδικό θάλαμο και την ανάληψη της διεξαγωγής ενός διαγνωστικού ή θεραπευτικού εγχειρήματος, χωρίς να υπάρχουν οι απαραίτητες ειδικές γνώσεις και ικανότητες ή τα κατάλληλα διαγνωστικά μέσα, δ) είτε ως μη εκπλήρωση καθήκοντος ιατρικής μέριμνας και επιμέλειας (ΠΠΑ 1124/2010 ΤΝΠ Νόμος, ΠΠΘεσ 8413/2005, Αρμ2006/1909, ΠλημΣαμ 19/2001 ΠοινΔνη 2001/1114, με παρατηρήσεις Καϊάφα-Γκμπάντι).
Γ. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλο σε μια υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του. Σχέση πρόστησης υπάρχει όταν, στο πλαίσιο υφιστάμενης μεταξύ δύο προσώπων (φυσικών ή νομικών) δικαιοπρακτικής ή οποιασδήποτε άλλης βιοτικής σχέσης, διαρκούς ή ευκαιριακής, το ένα από τα πρόσωπα αυτά (προστήσας) αναθέτει στο άλλο (προστηθέντα), με ή χωρίς αμοιβή, την εκτέλεση ορισμένης υπηρεσίας, υλικής ή νομικής φύσης, η οποία αποβλέπει στη διεκπεραίωση υποθέσεων και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου και κατά την οποία ο δεύτερος υπόκειται στον έλεγχο ή έστω στις γενικές οδηγίες και εντολές ή μόνο στην επίβλεψη του πρώτου. Έτσι, πρόστηση μπορεί να υπάρχει και επί σύμβασης παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών. Πάντως, όταν η εκτέλεση μιας υπηρεσίας έχει ανατεθεί σε πρόσωπα με εξειδικευμένες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις, ο άνω έλεγχος δεν είναι απαραίτητο να εκτείνεται στον τρόπο εργασίας των εν λόγω προσώπων, ως προς τον οποίο άλλωστε ο κύριος της υπόθεσης, ελλείψει των σχετικών γνώσεων, δεν είναι σε θέση να τα ελέγξει, αλλά μπορεί και αρκεί (ο έλεγχος) να αφορά στην παροχή οδηγιών, έστω και γενικού περιεχομένου, ως προς τον τόπο, το χρόνο και τους λοιπούς όρους εργασίας των ειδικευμένων προσώπων. Ειδικότερα, στην περίπτωση νοσηλείας ασθενούς από ιατρό σε ιδιωτική κλινική αρκεί, για τον χαρακτηρισμό της κλινικής ως προστήσασας, η εκ μέρους της παροχή γενικών μόνο οδηγιών στον ιατρό ως προς τον τόπο, τον χρόνο και τους όρους εργασίας του τελευταίου. Και τούτο, γιατί η παροχή ειδικών οδηγιών στον ιατρό για τον τρόπο διενέργειας των ιατρικών πράξεων (διαγνωστικών ή θεραπευτικών) δεν είναι δυνατή, αφού, όπως προκύπτει από το άρθρο 24 Α.Ν. 1565/1939 «περί Κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος», ο ιατρός είναι υποχρεωμένος, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να ενεργήσει όχι σύμφωνα με τις τυχόν ειδικές αυτές οδηγίες, αλλά σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, ήτοι τα διδάγματα της εν λόγω επιστήμης και την αποκτηθείσα συναφώς ειδική πείρα. Επομένως, αν από αμελή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του συμπεριφορά του προστηθέντος ιατρού επήλθε η σωματική βλάβη προσώπου νοσηλευόμενου σε ιδιωτική κλινική, η προστήσασα τον ιατρό κλινική ευθύνεται για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας και της ηθικής βλάβης που υπέστη το πιο πάνω πρόσωπο. Πρόκειται για γνήσια αντικειμενική ευθύνη, δικαιολογητικό λόγο της οποίας αποτελεί το γεγονός ότι ο προστήσας ωφελείται από τις υπηρεσίες του προστηθέντος, διευρύνοντας το πεδίο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, και ως εκ τούτου είναι εύλογο να φέρει την ευθύνη για τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δραστηριότητα του προστηθέντος (ΑΠ 1988/2013, ΑΠ 687/2013, ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1362/2007 ΕφΑΔ 2008/62, ΑΠ 1226/2007 ΧρΙδΔ 2008/324).
Από την εκτίμηση των με αριθμό κατάθεσης …./12-1-2023 και …/30-10-2023 εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης των διορισθέντων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, πραγματογνωμόνων, …….., ιατρού – αναισθησιολόγου και ………, γενικού χειρουργού, αντίστοιχα, από την υπ’ αριθ. …../15-10-2021 ένορκη βεβαίωση των μαρτύρων …………… και ……… ενώπιον της συμβολαιογράφου Ηρακλείου Κρήτης, ……, την υπ’ αριθ. …./15-10-2021 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ……… ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, …….. και την υπ’ αριθ. …../15-10-2021 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ……. ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, ……….., τις οποίες προσκομίζουν οι ενάγοντες, και οι οποίες ελήφθησαν, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων τους (βλ. τις υπ’ αριθ. ………/12-10-2021 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……), την υπ’ αριθ. …./14-10-2021 ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ……… ενώπιον του συμβολαιογράφου Αλεξανδρούπολης ……… και την υπ’ αριθ. …./15-10-2021 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος …….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, ……. που προσκομίζουν οι τρεις πρώτοι εναγόμενοι, και οι οποίες ελήφθησαν, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων τους (βλ. τις υπ’ αριθ. ….. και …./11-10-2021 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, ………..), την υπ’ αριθ. …./15-10-2021 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα . …………………., ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., που προσκόμισε πρωτοδίκως η πέμπτη εναγόμενη, η οποία ελήφθη, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων της (βλ. την υπ’ αριθ. …../12-10-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……….), από όλα ανεξαιρέτως τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, τα οποία εκτιμώνται από το Δικαστήριο είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική μνεία κατωτέρω χωρίς να παραλείπεται κάποιο κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς καθώς και έγγραφα που παραδεκτώς προσκομίσθηκαν το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 529 παρ.1 εδ.α ΚΠολΔ), εφόσον δεν προέκυψε ότι δεν προσκομίσθηκαν πρωτοδίκως από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς, όμως, να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004/723) και στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων: α) η άνευ ημερομηνίας έκθεση της τεχνικής συμβούλου των τριών πρώτων εναγόμενων, …………., ιατρού – αναισθησιολόγου και η από 27/10/2023 έκθεση του τεχνικού συμβούλου των ιδίων, …………….., χειρουργού – ουρολόγου, οι οποίες εκτιμώνται ελεύθερα από το Δικαστήριο, β) οι προσκομιζόμενες από τους διαδίκους γνωμοδοτήσεις προσώπων που έχουν ειδικές γνώσεις της ιατρικής επιστήμης, οι οποίες ομοίως εκτιμώνται ελεύθερα από το Δικαστήριο, ως γνωμοδοτήσεις προσώπων με ειδικές γνώσεις κατ’ άρθρο 390 ΚΠολΔ (ΑΠ 1148/2019, ΑΠ 1020/2014, ΑΠ 273/2014, ΤΝΠ Νόμος) ήτοι: η από 20-4-2018 έκθεση και από 20-1-2020 συμπληρωματική έκθεση του ιατροδικαστή, …………, η από 12-6-2020 γνωμοδότηση της καρδιολόγου, …………, καθώς και η από 1-11-2021 έκθεση του καρδιολόγου ……., που προσκομίζουν οι ενάγοντες, η από 11-10-2021 γνωμοδότηση του ειδικού ιατροδικαστή, ……. και η από 20-9-2019 γνωμοδότηση του Καθηγητή Ουρολογίας του Δ.Π.Θ., …………, που προσκομίζουν οι τρεις πρώτοι εναγόμενοι, γ) τα προσκομιζόμενα από τους ενάγοντες έγγραφα της ποινικής προδικασίας, τα οποία εκτιμώνται από το Δικαστήριο ως δικαστικά τεκμήρια καθώς και δ) τα συνταχθέντα στην αγγλική γλώσσα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι σε νόμιμα επικυρωμένη μετάφραση (ολόκληρη ή αποσπασματική) στην ελληνική γλώσσα και λαμβάνονται υπόψη κατά το μέρος που αυτά έχουν μεταφραστεί (άρθρο 454 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, πλήρως, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Τον Ιανουάριο του έτους 2017, ο . ………………….., ηλικίας τότε 66 ετών, σύζυγος της πρώτης των εναγόντων, πατέρας των δεύτερης, τρίτου και τέταρτου αυτών, πεθερός των πέμπτου, έκτης και έβδομης, αδερφός της δέκατης έκτης, δέκατης έβδομης και δέκατης όγδοης και παππούς των λοιπών, διεγνώσθη με καρκίνο του προστάτη αδένα. Στις 8-2-2017, μετά και από σύσταση γνωστού του ιατρού, επισκέφθηκε τον πρώτο εναγόμενο, χειρουργό ουρολόγο με εξειδίκευση στην ανοιχτή, λαπαροσκοπική και ρομποτική χειρουργική, στο ιατρείο του στην ιδιωτική κλινική με την επωνυμία «………….», την οποία εκμεταλλεύεται η τέταρτη εναγόμενη εταιρεία στο πλαίσιο της εμπορικής της δραστηριότητας, προκειμένου να λάβει τη γνώμη του για την εκτίμηση και αντιμετώπιση της κατάστασής του. Κατά τον ως άνω χρόνο, ο . ………………….. έπασχε επίσης από αρτηριακή πίεση και υπερλιπιδαιμία, είχε ιστορικό στεφανιαίας νόσου, συνιστάμενο σε παλαιό έμφραγμα του μυοκαρδίου, για το οποίο είχε υποβληθεί περί το έτος 2006 σε αγγειοπλαστική και τοποθέτηση ενδοαγγειακής πρόθεσης (stent), ευρισκόμενος έκτοτε υπό φαρμακευτική αγωγή, ενώ παράλληλα εμφάνιζε νοσογόνο παχυσαρκία και ήταν καπνιστής. Ο πρώτος εναγόμενος ιατρός, αφού επισκόπησε τις έως τότε εξετάσεις του και έλαβε το ατομικό του ιστορικό, του πρότεινε να υποβληθεί σε επέμβαση ριζικής προστατεκτομής με τη ρομποτική μέθοδο, ήτοι με τη χρήση του ρομποτικού επεμβατικού συστήματος ……., η οποία, κατά την ιατρική του άποψη, ήταν η πλέον ενδεδειγμένη μέθοδος για την περίπτωση του. Το ρομποτικό επεμβατικό σύστημα ……… που χρησιμοποιείται στις ως άνω επεμβάσεις, κατασκευάζεται στην Αμερική από την εταιρεία «…………..» και εισάγεται στην Ελλάδα αποκλειστικά από την πέμπτη εναγόμενη εταιρεία. Το σύστημα αυτό προσφέρει στον χειρουργό εξαιρετική στερεοσκοπική εικόνα του χειρουργικού του πεδίου με υψηλή ευκρίνεια και δυνατότητα μεγέθυνσης αυτού έως και δέκα φόρες, ενώ ταυτόχρονα του παρέχει αυξημένη ελευθερία κινήσεων μέσω της χρήσης των εργαλείων τεχνολογίας «……», τα οποία διαμορφώνονται με βάση την κίνηση του ανθρώπινου καρπού. Ο χειρουργός που χρησιμοποιεί το ως άνω ρομποτικό σύστημα χειρουργεί σε μια χειρουργική κονσόλα πλησίον του ασθενή, ενώ τα χειρουργικά εργαλεία τοποθετούνται σε αυτόν (τον ασθενή) και το σύστημα αναπαράγει πιστά και σε πραγματικό χρόνο τις κινήσεις του ιατρού, χωρίς βεβαίως να μπορεί να κινήσει μόνο του τα εργαλεία. Η ως άνω ρομποτική μέθοδος προσφέρει σήμερα σειρά πλεονεκτημάτων, όπως μικρότερες χειρουργικές τομές, μειωμένη απώλεια αίματος, μικρότερης διάρκειας αναισθησία, μικρότερης διάρκειας νοσηλεία, ηπιότερο μετεγχειρητικό άλγος και βελτιωμένα ποσοστά μετεγχειρητικής εγκράτειας και στυτικής λειτουργίας (βλ. την από 11-10-2021 γνωμοδότηση του ιατροδικαστή, ……… σε συνδυασμό και με τις αναρτημένες στην προσωπική ιστοσελίδα του πρώτου εναγόμενου απαντήσεις σε συχνές ερωτήσεις εν σχέσει με την ως άνω ρομποτική μέθοδο). Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα σε συνδυασμό και με το ιστορικό του . …………………., η προταθείσα από τον πρώτο εναγόμενο ρομποτικά υποβοηθούμενη προστατεκτομή ήταν πράγματι η πλέον ενδεδειγμένη θεραπεία για την περίπτωσή του, με βάση τόσο τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης όσο και το συμφέρον του συγκεκριμένου ασθενούς (βλ. και την από 30-10-2023 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του χειρουργού, ………….), όπως άλλωστε τούτο δεν αμφισβητείται ειδικώς από τους ενάγοντες συγγενείς του. Κατά τη διάρκεια της ως άνω συνάντησης του ασθενή . …………………. με τον πρώτο εναγόμενο ιατρό, ο τελευταίος τον ενημέρωσε αναλυτικά τόσο για τη διαδικασία της ως άνω επέμβασης, η οποία, κατά τις εκτιμήσεις του, δεν επρόκειτο να ξεπεράσει τις δύο ώρες όσο και για την απαιτούμενη προετοιμασία του και τον εκτιμώμενο χρόνο αποκατάστασής του, ενώ παράλληλα του επεσήμανε και τις πιθανές επιπλοκές αυτής, χωρίς όμως ειδικότερη ανάλυση ή εξειδίκευση τους με βάση την ηλικία του, το ατομικό του ιστορικό και τη σωματική του διάπλαση. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, ο . ………………….. έλαβε την απόφαση να υποβληθεί στην προτεινόμενη από τον πρώτο εναγόμενο ιατρό επέμβαση και έτσι την ίδια ημέρα υπεβλήθη, κατ’ εντολή του, σε προεγχειρητικό κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο στην ιδιωτική κλινική «……….» της τέταρτης εναγόμενης. Ο παραπάνω έλεγχος περιελάβανε, μεταξύ άλλων, καρδιολογική εκτίμηση, κατά την οποία διαπιστώθηκαν οι ήδη γνωστές παθήσεις του ασθενούς, ήτοι η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία και η στεφανιαία νόσος από την οποία έπασχε, με απουσία όμως συμπτωμάτων, ενώ περιελάμβανε επίσης και προεγχειρητική αναισθησιολογική εκτίμηση, κατά την οποία ο τρίτος εναγόμενος, ιατρός – αναισθησιολόγος έλαβε το ατομικό ιστορικό του ασθενούς (βλ. την από 8-2-2017 αναισθησιολογική εκτίμηση που υπογράφεται από τον τρίτο εναγόμενο) κι ο τελευταίος έδωσε και εγγράφως τη συγκατάθεσή του για τη χορήγηση αναισθησίας κατά την επέμβαση, χωρίς ωστόσο να έχει ενημερωθεί προηγουμένως για το είδος της αναισθησίας αυτής καθώς και για τις πιθανές επιπλοκές της με βάση το ατομικό του ιστορικό (βλ. την από 8-2-2017 δήλωση συγκατάθεσης για τη χορήγηση αναισθησίας, όπου δεν σημειώνεται το είδος της αναισθησίας, ενώ οι επιπλοκές αυτής είναι προδιατυπωμένες κατά τρόπο γενικό με μόνη ειδικότερη σημείωση την πιθανότητα εμφάνισης ΡΟΝ [μετεγχειρητικής ναυτίας], αλλεργίας, λοίμωξης ή ΜΕΘ). Επιπλέον, στις 15-2-2017, ο ………………….. υπεβλήθη, κατ’ εντολή του πρώτου εναγόμενου και σε ειδικότερη καρδιολογική εξέταση με στατικό και δυναμικό σπινθηρογράφημα, από την οποία προέκυψε εικόνα αναστρέψιμης βλάβης κατά τη μέση και βασική μοίρα του κατώτερου τοιχώματος της αριστερής κοιλίας (βλ. το από 15-2-2017 αποτέλεσμα σπινθηρογραφήματος του εργαστηρίου ιατρικής απεικόνισης του Π.Γ.Ν. Ηρακλείου). Ο πρώτος εναγόμενος, αφού έλαβε υπόψη του τα αποτελέσματα όλων των ανωτέρω προεγχειρητικών εξετάσεων του . …………………. και έκρινε ότι αυτά δεν εμπόδιζαν τη διενέργεια της προρρηθείσας επέμβασης, προγραμμάτισε αυτή για την 1-3-2017 στην ιδιωτική κλινική «……….» της τέταρτης εναγόμενης, με την οποία συνεργαζόταν και η οποία, κατά τον ως άνω χρόνο, διέθετε στις εγκαταστάσεις της το απαιτούμενο για την επέμβαση ρομποτικό σύστημα ……… Ανέλαβε δε να διενεργήσει ο ίδιος την επέμβαση, συνεπικουρούμενος από τον δεύτερο εναγόμενο βοηθό του, ο οποίος τυγχάνει χειρουργός ουρολόγος – ανδρολόγος και επιμελητής της κλινικής «…………» καθώς και από τον τρίτο εναγόμενο, αναισθησιολόγο, οι οποίοι, κατά τον επίδικο χρόνο, συνεργάζονταν επίσης με την ως άνω κλινική της τέταρτης εναγόμενης, όπως άλλωστε και ο πρώτος εναγόμενος, διενεργώντας σε τακτική βάση στις εγκαταστάσεις της ιατρικές πράξεις σε ασθενείς τους, με τη χρήση τόσο του ιατρικού και νοσηλευτικού της προσωπικού όσο και του εξοπλισμού της, εντασσόμενοι στο πρόγραμμα της κλινικής της και υποκείμενοι στις γενικές της οδηγίες ως προς τον τόπο και το χρόνο παροχής των υπηρεσιών τους, συνδεόμενοι έτσι με αυτήν με σχέση πρόστησης, ως άλλωστε τούτο δεν αμφισβητείται ειδικά και από την τέταρτη εναγόμενη εταιρεία. Πράγματι, πρωινές ώρες της 1-3-2017, ο . …………………. εισήχθη στην κλινική «……….» κι αφού έδωσε και τυπικά τη συγκατάθεσή του για την ως άνω χειρουργική επέμβαση, υπογράφοντας την από 1-3-2017 δήλωση συγκατάθεσης, χωρίς ωστόσο να λάβει κατά τον ως άνω χρόνο κάποια επιπλέον ειδικότερη ενημέρωση εν σχέσει με αυτή, παρελήφθη από το νοσηλευτικό προσωπικό της κλινικής για να προετοιμαστεί για το χειρουργείο και ακολούθως εισήχθη στην αίθουσα αυτού περί ώρα 14:30. Κατά την έναρξη του χειρουργείου, ο τρίτος εναγόμενος ιατρός – αναισθησιολόγους χορήγησε στον ασθενή τις ενδεδειγμένες δόσεις φαρμάκων ώστε να τον θέσει σε γενική αναισθησία, ενώ ακολούθησε η τοποθέτηση αυτού στην απαιτούμενη για την συγκεκριμένη επέμβαση θέση «trendelenburg» (ήτοι, με το κεφάλι προς τα κάτω και κλίση του κορμού 30-40 μοίρες), η εμφύσηση αερίου στην περιτοναϊκή του κοιλότητα με την εφαρμογή πνευμοπεριτόναιου, το οποίο προκαλεί διάταση της κοιλίας, πιέζοντας τα ενδοθωρακικά όργανα και η τοποθέτηση των τροκάρ (ειδικών εργαλείων του ρομποτικού συστήματος). Ακολούθως, ο πρώτος εναγόμενος ιατρός, χρησιμοποιώντας το ως άνω ρομποτικό σύστημα …….. και συνεπικουρούμενος από τον δεύτερο εναγόμενο χειρουργό, πραγματοποίησε εκτεταμένο λεμφαδενικό καθαρισμό δεξιά και αριστερά και προχώρησε στην αφαίρεση του προστάτη με τη σπερματοδόχο κύστη χωρίς διατήρηση αγγγειονευρωδών και στη σύγκλιση της περιτονίας Denonvillier. Ωστόσο, περί ώρα 18:00, ήτοι τρεις και πλέον ώρες μετά την έναρξη του χειρουργείου κι ενώ απέμενε μόνον η πραγματοποίηση της αναστόμωσης (σύγκληση του κολοβώματος της ουρήθρας με τον αυχένα της ουροδόχου κύστης) για την ολοκλήρωση της επέμβασης, η εστίαση της κάμερας του ρομποτικού συστήματος ……… εμφάνισε βλάβη με συνέπεια οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί να αδυνατούν να δουν καθαρά το χειρουργικό τους πεδίο. Σύμφωνα με το από 1-3-2017 πρακτικό επέμβασης που υπογράφει ο δεύτερος εναγόμενος, αμέσως μετά την εμφάνιση της ως άνω βλάβης, έγιναν προσπάθειες αποκατάστασής της, χωρίς όμως αποτέλεσμα και ακολούθως εκλήθη ο αρμόδιος τεχνικός,…………………., υπάλληλος της πέμπτης εναγόμενης εταιρείας, προκειμένου να έρθει και να αποκαταστήσει τη βλάβη. Στο μεταξύ, ο ασθενής μετακινήθηκε σε ύπτια θέση και αφού του αφαιρέθηκε το πνευμοπεριτόναιο, παρέμεινε διασωληνωμένος σε ήπια καταστολή. Λίγο αργότερα κι ενώ ο αρμόδιος τεχνικός δεν είχε φτάσει ακόμα στην κλινική της τέταρτης εναγόμενης, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί έλαβαν την απόφαση να ολοκληρώσουν την επέμβαση λαπαροσκοπικά, ήτοι χωρίς υποβοήθηση από το ρομποτικό μηχάνημα, ως άλλωστε διέθεταν τις σχετικές ειδικές γνώσεις και εμπειρία. Έτσι, ο ασθενής τοποθετήθηκε εκ νέου σε θέση «trendelenburg» και ακολούθησε και πάλι εμφύσηση αερίου στην περιτοναϊκή του κοιλότητα (πνευμοπεριτόναιο). Ωστόσο, σύμφωνα με το ίδιο ως άνω πρακτικό, η λαπαροσκοπική ολοκλήρωση της επέμβασης δεν κατέστη τελικά εφικτή λόγω του σωματότυπου του ασθενούς, ο οποίος ήταν παχύσαρκος με στενή και μεγάλου βάθους πύελο, η οποία δεν επέτρεπε την ασφαλή αναστόμωση. Έτσι, λίγα λεπτά πριν τις 19:00 κι ενώ στο μεταξύ είχε φτάσει στην κλινική και ο αρμόδιος τεχνικός, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι διέκοψαν την λαπαροσκοπική επέμβαση στον ασθενή και αποτάθηκαν στον ανωτέρω τεχνικό για την επισκευή της διαπιστωθείσας βλάβης στο ρομποτικό σύστημα. Ο τελευταίος, μετά από σύντομο οπτικό έλεγχο, τους ενημέρωσε ότι η άμεση αντικατάσταση της κάμερας που εμφάνιζε βλάβη δεν ήταν δυνατή, διότι ως ανταλλακτικό δεν ήταν διαθέσιμο στην Ελλάδα ενώ στη συνέχεια τους διαβεβαίωσε ότι θα προσπαθούσε να αποκαταστήσει τη βλάβη χωρίς όμως να γνωρίζει εάν θα μπορούσε να τα καταφέρει και σε πόσο χρόνο. Με τα δεδομένα αυτά, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι, αφού απέκλεισαν το ενδεχόμενο ολοκλήρωσης της επέμβασης «ανοικτά», λόγω της προβλεπόμενης επιβαρυντικής για τον ασθενή μετεγχειρητικής πορείας, έλαβαν την απόφαση να αναμείνουν την επιδιόρθωση του ρομποτικού συστήματος από τον τεχνικό, καίτοι δεν είχαν οιαδήποτε ένδειξη για το εάν και πότε θα μπορούσε αυτή να επιτευχθεί. Κατόπιν τούτου και προκειμένου να περιορίσουν την επιβάρυνση του ασθενή κατά το χρόνο αναμονής για την επισκευή του ρομποτικού συστήματος, επανέφεραν αυτόν εκ νέου σε ύπτια θέση, αφαιρώντας του το πνευμοπεριτόναιο, ενώ ο τρίτος εναγόμενος συνέχισε να του χορηγεί τα απαιτούμενα για τη διατήρηση της γενικής αναισθησίας του φάρμακα, σε μειωμένες όμως δόσεις, διατηρώντας τον έτσι σε ήπια καταστολή. Περί ώρα 21:00 περίπου, ο αρμόδιος τεχνικός κατάφερε να εντοπίσει την αιτία της βλάβης και να την αποκαταστήσει προσωρινά. Συγκεκριμένα, ο ως άνω τεχνικός διαπίστωσε θραύση της μιας εκ των τεσσάρων βιδών που συγκρατούσαν τη βάση του μηχανισμού εστίασης της κάμερας και χαλάρωση των λοιπών. Έτσι, αφού αντικατέστησε την σπασμένη βίδα και έσφιξε τις λοιπές, κατάφερε να σταθεροποιήσει τον ως άνω μηχανισμό και να καταστήσει το ρομποτικό σύστημα και πάλι λειτουργικό. Μετά ταύτα και περί ώρα 21:15 περίπου, ο ασθενής, . ………………….. επανήλθε σε θέση «trendelenburg», εφαρμόστηκε και πάλι σε αυτόν το πνευμοπεριτόναιο και τα τροκάρ του ρομποτικού συστήματος και στα επόμενα 15 λεπτά, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι πραγματοποίησαν την αναστόμωση. Ακολούθησε έλεγχος στεγανότητας και το χειρουργείο ολοκληρώθηκε τελικά περί ώρα 21:40. Ο ασθενής αποσωληνώθηκε περί ώρα 23:00 και μετά από δέκα λεπτά μεταφέρθηκε στην ανάνηψη όπου παρέμεινε για μια περίπου ώρα με καλή ζωτική λειτουργία. Κατόπιν τούτου, ο τρίτος εναγόμενος αναισθησιολόγος έδωσε εντολή για τη μεταφορά του σε απλό θάλαμο νοσηλείας. Ωστόσο, περί ώρα 1:10 στις 2-3-2017, ο ασθενής παρουσίασε κολπική μαρμαρυγή και καρδιακή ανακοπή, μεταφέρθηκε εσπευσμένα σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) όπου διενεργήθηκε καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση και απινίδωση, πλην όμως περί ώρα 2:16 κατέληξε με πιθανή αιτία θανάτου, κακοήθη κοιλιακή αρρυθμία (βλ. για όλα τα ανωτέρω που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της επέμβασης και μετά από αυτή έως και το θάνατο του ασθενή, το από 1-3-2017 πρακτικό επέμβασης, το από 1-3-2017 αναισθησιολογικό διάγραμμα, την από 13-9-2018 βεβαίωση του προϊσταμένου χειρουργείου ……., την από 1-3-2017 αναφορά ενεργειών νοσηλείας της νοσηλεύτριας …… ., το από 2-3-2017 δελτίο αναγγελίας θανάτου σε συνδυασμό και με την υπ’ αριθ. ……./15-10-2021 ένορκη βεβαίωση του τεχνικού, ………………….). Για τη διαπίστωση της ακριβούς αιτίας θανάτου του ασθενούς, . …………………. διενεργήθηκε αυθημερόν, κατόπιν σχετικής παραγγελίας του Τμήματος Ασφαλείας Πειραιά, νεκροψία – νεκροτομή από τον ιατροδικαστή, ………., από την οποία προέκυψε ότι ο θάνατός του επήλθε συνεπεία πρόσφατης ισχαιμίας του μυοκαρδίου επί εδάφους χρόνιας ισχαιμικής και υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη σχετική από 15-3-2018 έκθεση του ως άνω ιατροδικαστή, κατά την νεκροψία – νεκροτομή διαπιστώθηκαν, μεταξύ άλλων ευρημάτων, εγκεφαλικό οίδημα έντονου βαθμού και συμφόρηση των αγγείων, ατελεκτασία αριστερού πνεύμονος, πνευμονικό οίδημα και πνευμονορραγία, καρδία βάρους 592 γρ., συγκεντρική υπερτροφία αριστερής κοιλίας και διάταση ανιούσης αορτής, παλαιό έμφραγμα στο μεσοκοιλιακό διάφραγμα με επέκταση στο οπίσθιο τοίχωμα της αριστερής κοιλίας, εικόνα πρόσφατης ισχαιμίας στο πρόσθιο τοίχωμα με επέκταση στην κορυφή, βαρύτατες αρτηριοσκληρυντικές αλλοιώσεις τύπου Va, Vb, Vl που προκαλούν στένωση έως και 75%, αρχόμενες αλλοιώσεις ισχαιμικής – αιμορραγικής κολίτιδας στο παχύ έντερο, εικόνα εκτεταμένης αιμορραγικής γαστρίτιδας στο στομάχι και ικανού βαθμού στεάτωση ήπατος. Με βάση τα ευρήματα αυτά, ο ανωτέρω ιατροδικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι: «..ο θάνατος οφείλεται σε καρδιακά αίτια – πρόσφατη ισχαιμία του μυοκαρδίου. Είχε γνωστό ιστορικό στεφανιαίας νόσου, η οποία είχε αντιμετωπιστεί με αγγειοπλαστική – τοποθέτηση στεντ και στις 1-03-2017 αναφέρεται παρατεταμένος χρόνος χειρουργείου, λόγω βλάβης ρομποτικού εγχειρητικού μηχανήματος και αναμονή επισκευής. Ως εκ τούτου, οι πρόσφατες ισχαιμικές αλλοιώσεις του μυοκαρδίου (τελική αιτία του θανάτου), συνδέονται με το εν λόγω παρατεταμένο στρες, το οποίο αποτέλεσε αφορμή ανατροπής μιας προϋπάρχουσας ευπαθούς κατάστασης – χρόνια ισχαιμική και υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια. Με το εν λόγω στρες συνδέεται και η διαπιστωθείσα ιστολογικώς αρχόμενη ισχαιμική – αιμορραγική κολίτιδα όπως και η μακροσκοπική εικόνα γαστροπληγίας, ατελεκτασίας αριστερού πνεύμονα καθώς και το έντονου βαθμού πνευμονικό οίδημα». Με το ανωτέρω συμπέρασμα συμφωνεί και ο διορισθείς κατά την ποινική προδικασία τεχνικός σύμβουλος των συγγενών του θανόντος, ειδικός ιατροδικαστής, …………, ο οποίος στη σχετική από 20-4-2018 ιατροδικαστική του έκθεση σημειώνει ότι η πρόσφατη ισχαιμία του μυοκαρδίου αφορά διακριτή εστία νέκρωσης τοιχώματος του μυοκαρδίου και οφείλεται στο παρατεταμένο στρες του οργανισμού λόγω της πολύωρης επέμβασης. Ο ίδιος ιατροδικαστής επισημαίνει στην ως άνω έκθεσή του ότι ο θανών έπασχε ήδη από στεφανιαία νόσο, πλην όμως προεγχειρητικά ήταν ασυμπτωματικός και υπό πλήρη φαρμακευτική αγωγή, γεγονός που επέτρεπε την εκτίμηση ότι ένα ελάχιστα παρεμβατικό χειρουργείο, όπως και αυτό στο οποίο είχε προγραμματιστεί να υποβληθεί, θα μπορούσε να γίνει καλά ανεκτό. Ωστόσο, το παρατεταμένο χειρουργικό στρες που υπέστη λόγω της βλάβης του ρομποτικού μηχανήματος και της συνακόλουθης παράτασης του χειρουργείου είχε τέτοια ένταση και διάρκεια που αποτέλεσε την αφορμή οξέως καρδιακού επεισοδίου. Εάν δε, ο ασθενής δεν είχε υποβληθεί στο ως άνω πολύωρο οργανικό στρες είναι πλέον πιθανό να μην είχε προκληθεί η μοιραία θανατηφόρα ισχαιμία του μυοκαρδίου. Σημειώνεται ότι ο ιατροδικαστής, ………, απαντώντας σε ερωτήματα που του έθεσε εγγράφως ο πρώτος εναγόμενος ιατρός, κατά τη διάρκεια της ποινικής προδικασίας, διευκρινίζει, με το από 17-9-2018 νεότερο έγγραφό του, ότι το εγκεφαλικό οίδημα που διαπιστώθηκε νεκροτομικά αποτελεί σύνηθες εύρημα και δεν συμμετείχε στο μηχανισμό θανάτου του …………………., ότι επίσης το διαπιστωθέν πνευμονικό οίδημα οφείλεται αποκλειστικά σε καρδιακή δυσλειτουργία καθώς κι ότι η διαπιστωθείσα ατελεκτασία πνεύμονος είναι μεν συμβατή με τη χορήγηση αναισθησίας πλην όμως δεν προκύπτει σαφής συμμετοχή της στον μηχανισμό θανάτου του ………………….. Επιπλέον σημειώνει ότι η υπερτροφία της καρδιάς του θανόντος (βάρους 592 γρ.) αποτελούσε από μόνη της αιτία αιφνίδιου θανάτου ενώ και οι διαπιστωθείσες αθηρωματικές αλλοιώσεις και οι επιπεπλεγμένες βλάβες των στεφανιαίων αγγείων ήταν δυνατό να προκαλέσουν οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Με βάση δε τα ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ασθενής, κατά το χρόνο αναμονής για την επισκευή του ρομποτικού συστήματος, είχε επανέλθει σε ύπτια θέση χωρίς πνευμοπεριτόναιο, ο ιατροδικαστής, ……….. διαφοροποιείται εν μέρει από τα συμπεράσματα της αρχικής από 15-3-2018 ιατροδικαστικής του έκθεσης, διατυπώνοντας την εκτίμηση ότι: «..Εφόσον τα στοιχεία αυτά είναι ακριβή, τότε η επιστημονική μου εκτίμηση είναι ότι η επιβάρυνση του ασθενούς κατά το χρόνο αναμονής για την επισκευή ήταν η ελάχιστη δυνατή. Να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που ο συγκεκριμένος ασθενής ή ακόμη και οποιοσδήποτε άλλος, έχρηζε νοσηλείας σε ΜΕΘ, τότε οι συνθήκες θα ήταν αν όχι οι ίδιες, έστω παρόμοιες με το υπό συζήτηση περιστατικό». Σημειώνεται ότι με την ανωτέρω νεότερη εκτίμηση του ιατροδικαστή, …… συμφωνεί και ο ιατροδικαστής ……, ο οποίος στην από 11-10-2021 σχετική γνωμοδότησή του εκθέτει ότι: «…λαμβάνοντας υπόψη τις αλλοιώσεις των στεφανιαίων αγγείων (απόφραξη ως και 75%) ένα έμφραγμα θα μπορούσε να εκδηλωθεί οποιαδήποτε στιγμή, ακόμη κι αν ο ασθενής ευρίσκετο στην οικία του… Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, το ενδεχόμενο ο θάνατος να οφείλεται αμιγώς σε στεφανιαίο νόσο αγγίζει το 90%. Κατά τη γνώμη του υπογράφοντος, ο συγκεκριμένος ασθενής με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά θα ήταν απολύτως δυνατό να εμφανίσει οξύ καρδιολογικό σύμβαμα οποιαδήποτε στιγμή, ακόμη και σε απόλυτη ηρεμία. Η απουσία σχετικής συμπτωματολογίας προεγχειρητικά δεν αποκλείει σε καμία περίπτωση το ενδεχόμενο εμφάνισης οξέος καρδιολογικού συμβάματος». Ήδη, οι τρείς πρώτοι εναγόμενοι ιατροί, επικαλούμενοι το ανωτέρω νεότερο έγγραφο του ιατροδικαστή ….. καθώς και την προαναφερθείσα από 11-10-2021 γνωμοδότηση του ιατροδικαστή, ….., ισχυρίζονται ότι ο θάνατος του …………………. είχε αποκλειστικά καρδιολογικά αίτια και επομένως δεν συνδέεται αιτιωδώς είτε με την ένδικη επέμβαση είτε με την παράταση αυτής λόγω της βλάβης του ρομποτικού συστήματος αλλά αντίθετα θα μπορούσε να είχε επέλθει οποτεδήποτε ακόμα και σε κατάσταση ηρεμίας. Πλην όμως, οι ισχυρισμοί τους αυτοί αντικρούονται πλήρως από την από 12-6-2020 γνωμοδότηση της ιατρού καρδιολόγου …………….., την από 1-11-2021 έκθεση του καρδιολόγου, …………… αλλά και την από 12-1-2023 έκθεση της διορισθείσας από το παρόν Δικαστήριο πραγματογνώμονα αναισθησιολόγου, ………. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις ανωτέρω ιατρικές εκθέσεις, κάθε χειρουργική επέμβαση δημιουργεί ένα γενικευμένο στρες στον οργανισμό του ασθενούς που συνεπάγεται διέγερση του συμπαθητικού συστήματος (απελευθέρωση κατεχολαμινών που προκαλούν ταχυκαρδία και αγγειοσύσπαση), ενεργοποίηση των οδών πήξης και ινωδόλυσης, καταβολισμό ενεργειακών υποστρωμάτων για την αναδόμηση των ιστών που περιλαμβάνονται στο χειρουργικό πεδίο και αναδιανομή υγρών μεταξύ ενδαγγειακού χώρου και διάμεσων ιστών. Αντίστοιχα και η χορήγηση αναισθησίας προς το σκοπό διενέργειας μιας επέμβασης επηρεάζει τη φυσιολογία του οργανισμού. Συγκεκριμένα, ο μηχανικός αερισμός που είναι παράμετρος της γενικής αναισθησίας αυξάνει τις επιπλοκές από το αναπνευστικό σύστημα (υποξαιμία, υπερκαπνία, ατελεκτασία) ιδιαίτερα σε ασθενείς υπέρβαρους ή σε θέσεις χειρουργικής επέμβασης που επηρεάζουν το μηχανικό αερισμό των πνευμόνων, όπως και η θέση «trendelenburg» που εφαρμόζεται στη ρομποτικά υποβοηθούμενη προστατεκτομή. Εν προκειμένω, η χειρουργική επέμβαση στην οποία υπεβλήθη ο ασθενής …………………, ήτοι η ριζική προστατεκτομή, σχετίζεται γενικά με μέτρια καρδιαγγειακή θνησιμότητα της τάξεως του 1-5%, ενώ δύναται να εμφανίσει βραχυπρόθεσμα διάφορες περιεγχειρητικές επιπλοκές, μεταξύ των οποίων και καρδιακά συμβάματα (π.χ. έμφραγμα του μυοκαρδίου). Σύμφωνα με σχετικές ιατρικές μελέτες, η εμφάνιση των ανωτέρω επιπλοκών είναι συχνότερη σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας καθώς και σε ασθενείς με ήδη γνωστή στεφανιαία νόσο, όπως εν προκειμένω. Ειδικά δε οι τελευταίοι ασθενείς εμφανίζουν, κατά μέσο όρο, δέκα φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν έμφραγμα του μυοκαρδίου μετά από χειρουργική επέμβαση ενδιάμεσου έως υψηλού κινδύνου, όπως η υπό κρίση επέμβαση, συγκριτικά με ασθενείς χωρίς στεφανιαία νόσο. Η διάρκεια της επέμβασης και ιδίως η παράταση αυτής ως ανεξάρτητος παράγοντας αυξάνει το χειρουργικό στρες και συνακόλουθα και τις πιθανότητες εμφάνισης περιεγχειρητικών επιπλοκών. Οι πιθανότητες αυτές αυξάνονται ιδιαίτερα στην περίπτωση της ρομποτικά υποβοηθούμενης προστατεκτομής, η οποία λόγω της τεχνικής της (θέση trendelenburg – εμφύσηση αερίου στην περιτοναϊκή κοιλότητα) προκαλεί σημαντικές μεταβολές στην αρτηριακή πίεση και στην καρδιακή παροχή του ασθενούς καθώς και στις συνθήκες αερισμού των πνευμόνων. Είναι δηλαδή επέμβαση που προκαλεί σοβαρές αιμοδυναμικές και αναπνευστικές μεταβολές, οι οποίες με τη σειρά τους προκαλούν αύξηση της φλεβικής επιστροφής αίματος στην καρδιά με αυξημένη επιβάρυνση αυτής και υπερδυναμική κυκλοφορική κατάσταση, λόγω αύξησης των επιπέδων των ορμονών του στρες (αδρεναλίνη – νοραδρεναλίνη) η οποία προκαλεί ταχυκαρδία, αύξηση της καρδιακής συσπαστικότητας και συνακόλουθα αύξηση των απαιτήσεων του μυοκαρδίου σε οξυγόνο που μπορεί προοδευτικά να οδηγήσει σε ισχαιμία και θανατηφόρες κοιλιακές αρρυθμίες ή καρδιακή κάμψη. Στην προκειμένη περίπτωση, η ιατροδικαστική διερεύνηση του υπό κρίση περιστατικού, ως ήδη αποδείχθηκε ανωτέρω, ανέδειξε, πέραν από ευρήματα καρδιολογικής φύσεως (μεγαλοκαρδία – βάρος καρδίας 592 γρ., στεφανιαία νόσο, παλαιό έμφραγμα, πρόσφατη ισχαιμία του μυοκαρδίου, πνευμονικό οίδημα λόγω καρδιακής δυσλειτουργίας) και άλλα ευρήματα όπως ατελεκτασία αριστερού πνεύμονα, εικόνα εκτεταμένης αιμορραγικής γαστροπληγίας και αρχόμενη αιμορραγική κολίτιδα. Τα ευρήματα αυτά δεν προϋπήρχαν της ένδικης επέμβασης αλλά εμφανίσθηκαν προοδευτικά κατά τη διάρκεια αυτής και οφείλονται ακριβώς στο παρατεταμένο διεγχειρητικό στρες στο οποίο υπεβλήθη ο οργανισμός του ασθενούς συνεπεία της πολύωρης παράτασης της επέμβασης. Ειδικότερα, ο ασθενής παρέμεινε υπό γενική αναισθησία για τις ανάγκες της ένδικης επέμβασης από ώρα 14:30 έως και ώρα 23:00. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, ετέθη σε θέση «trendelenburg» (δηλαδή με το κεφάλι προς τα κάτω) και επαναφέρθηκε σε ύπτια θέση, με αντίστοιχη εφαρμογή και αφαίρεση του πνευμοπεριτόναιου (δηλαδή με εμφύσηση αερίου στην περιτοναϊκή του κοιλότητα για την πρόκληση διάτασης της κοιλίας), δύο επιπλέον φορές, πέραν της αρχικής (βλ. την από 13-9-2018 βεβαίωση του προϊσταμένου χειρουργείου, Ευσταθίου Βούρου), με συνέπεια, καθ΄ όλο το διάστημα αυτό, ο οργανισμός του να υποβάλλεται σε συνεχείς δυσμενείς αιμοδυναμικές μεταβολές με αύξηση της φλεβικής επιστροφής αίματος στην καρδιά, αύξηση των επιπέδων των ορμονών του στρες (αδρεναλίνη – νοραδρελναλίνη) που προκαλούν ταχυκαρδία και καρδιακή συσπαστικότητα και συνακόλουθη αύξηση των απαιτήσεων του μυοκαρδίου σε οξυγόνο, η οποία οδήγησε σταδιακά στην πρόκληση ισχαιμίας επί εδάφους χρόνιας ισχαιμικής μυοκαρδιοπάθειας. Με βάση τα ανωτέρω συνάγεται σαφώς ότι η αιτία θανάτου του…………………., ήτοι η πρόσφατη ισχαιμία του μυοκαρδίου (αρχόμενο έμφραγμα) συνδέεται αιτιωδώς με το παρατεταμένο διεγχειρητικό στρες που αυτός υπέστη λόγω ακριβώς της παρατεταμένης διάρκειας της ένδικης επέμβασης και επομένως δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός που θα μπορούσε να είχε εκδηλωθεί οποτεδήποτε, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι τρεις πρώτοι εναγόμενοι. Θα πρέπει μάλιστα να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την επικαλούμενη από τους ίδιους από 11-10-2021 γνωμοδότηση του ιατροδικαστή, ……………, η πρόσφατη ως άνω ισχαιμία του μυοκαρδίου που αποτέλεσε και την αιτία θανάτου του ασθενούς, εκδηλώθηκε το πρώτον κατά το χρόνο λίγο πριν τη λήξη της ένδικης επέμβασης ή λίγο μετά από αυτήν, γεγονός από το οποίο συνάγεται ότι αυτή (η ισχαιμία) δεν συνδέεται γενικά και αφηρημένα με το αναμενόμενο οργανικό στρες στο οποίο υπεβλήθη ο ασθενής συνεπεία της επέμβασης και στο οποίο θα υποβαλλόταν ούτως ή άλλως, όπως και κάθε ασθενής στη θέση του, ακόμα κι αν η επέμβαση ολοκληρωνόταν στον προβλεπόμενο χρόνο, αλλά αντίθετα συνδέεται αποκλειστικά με την πολύωρη παράταση της επέμβασης και τη συνεπεία αυτής επίταση του διεγχειρητικού στρες που επιβάρυνε την καρδιακή του λειτουργία και οδήγησε τελικά στο θάνατο του. Πράγματι, όπως επισημαίνει ο ιατροδικαστής, …………… στην προαναφερόμενη γνωμοδότησή του: «Στο υπό συζήτηση περιστατικό, είναι σαφές ότι νεκροτομικά διαπιστώθηκε πρόσφατη ισχαιμία του μυοκαρδίου, δηλαδή ένα αρχόμενο έμφραγμα. Βιβλιογραφικά προκύπτει ότι προκειμένου να διαπιστωθεί, έστω με τη βοήθεια μικροσκοπίου, ένα έμφραγμα μυοκαρδίου, θα πρέπει ο ασθενής να επιζήσει από τη στιγμή της εγκατάστασής αυτού, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 5-6 ωρών, κατά άλλους συγγραφείς τουλάχιστον 2-3 ωρών για πολύ πρώιμες αλλοιώσεις. Συνεπώς στο υπό συζήτηση περιστατικό από τη στιγμή που το έμφραγμα διαπιστώθηκε ιστολογικώς, είναι σαφές ότι αυτό τοποθετείται στις ώρες άμεσα πριν την επέλευση του θανάτου, πολύ πιθανώς πέριξ του χρόνου λήξης της επέμβασης ή και μετά από αυτή». Με βάση τα εισφερόμενα ως άνω δεδομένα της ιατρικής βιβλιογραφίας και δεδομένου ότι ο θάνατος του ασθενούς επήλθε εν προκειμένω περί ώρα 2:16 στις 2-3-2017 προκύπτει ότι η εγκατάσταση της ισχαιμίας που οδήγησε στο θάνατό του έλαβε χώρα περίπου μεταξύ 20:16 της 1-3-2017 και 00:16 της 2-3-2017. Επομένως, με βάση τα ανωτέρω, σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι προεγχειρητικά δεν είχαν προκύψει συμπτώματα ύποπτα για ενεργό ισχαιμία (όπως στηθάγχη δύσπνοια, συγκοπή) ούτε και η ακτινογραφία θώρακα είχε αναδείξει παθολογικά ευρήματα (όπως συμφόρηση πνευμόνων που θα παρέπεμπε σε καρδιακή ανεπάρκεια), συνάγεται με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι εάν η ένδικη επέμβαση είχε ολοκληρωθεί εντός του αναμενόμενου για αυτήν χρόνου, ήτοι εντός δίωρου από της ενάρξεως της, ως είχε αρχικά εκτιμήσει ο πρώτος εναγόμενος ιατρός, δηλαδή περί ώρα 16:30 με 17:00 ή έστω περί ώρα 18:00 – 18:30, οπότε και θα είχε πράγματι ολοκληρωθεί εάν δεν είχε προκύψει η βλάβη του ρομποτικού μηχανήματος, τότε το αναμενόμενο, λόγω της προγραμματισμένης επέμβασης, οργανικό στρες του ασθενούς και η συνεπεία αυτού επιβάρυνση της καρδιακής του λειτουργίας θα είχε λήξει συντομότερα (ήτοι περί ώρα 16:30 με 17:00 ή το αργότερο περί ώρα 18:00 -18:30) και δεν θα είχε εξελιχθεί προοδευτικά ώστε να προκαλέσει εν τέλει την διαπιστωθείσα ισχαιμία του μυοκαρδίου που αποτέλεσε και την αιτία του θανάτου του. Το ανωτέρω συμπέρασμα δεν αναιρείται από την άνευ ημερομηνίας έκθεση της τεχνικής συμβούλου των τριών πρώτων εναγομένων, …………., στην οποία σημειώνεται ότι κατά το χρονικό διάστημα που ο ασθενής παρέμεινε σε καταστολή, εν αναμονή της επιδιόρθωσης του ρομποτικού συστήματος δεν υπεβλήθη σε στρες διότι βρισκόταν σε ύπτια θέση, χωρίς πνευμοπεριτόναιο και χωρίς να υποβάλλεται σε οποιαδήποτε επεμβατική πράξη, καθώς η ανωτέρω τεχνική σύμβουλος παραβλέπει το γεγονός ότι κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, ο ασθενής ετέθη σε ύπτια θέση και επανήλθε σε θέση «trendelenburg» δύο ακόμα φορές, με αντίστοιχη τοποθέτηση και αφαίρεση του πνευμοπεριτοναίου, ενώ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα υπεβλήθη και σε περαιτέρω επεμβατικές πράξεις αφού έγινε προσπάθεια λαπαροσκοπικής ολοκλήρωσης της επέμβασης, η οποία ωστόσο διεκόπη με απόφαση των δύο πρώτων εναγόμενων ιατρών. Το ανωτέρω συμπέρασμα δεν αναιρείται ούτε και από την προαναφερθείσα από 17-9-2018 νεότερη έκθεση του ιατροδικαστή, ……….., καθώς εξάλλου ο τελευταίος, και στην ως άνω έκθεσή του, δέχεται ότι η πολύωρη παράταση της επέμβασης είχε ως αποτέλεσμα την επιβάρυνση του οργανισμού του ασθενούς, έστω κι αν αυτή, κατά την άποψή του, ήταν η ελάχιστη δυνατή. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κατάσταση γενικής αναισθησίας στην οποία διατηρήθηκε ο ασθενής εν αναμονή επισκευής του ρομποτικού συστήματος δεν αποδείχθηκε με βεβαιότητα ότι ισοδυναμεί με την αναισθησία στην οποία υποβάλλονται διασωληνωμένοι ασθενείς σε μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ), όπως ισχυρίζονται οι τρεις πρώτοι εναγόμενοι ιατροί, δεδομένου μάλιστα ότι και ο ως άνω ιατροδικαστής, …………., σημειώνει στην από 17-9-2018 έκθεσή του ότι εάν ο συγκεκριμένος ασθενής έχρηζε νοσηλείας σε ΜΕΘ θα βρισκόταν αν όχι σε «ίδιες» τουλάχιστον σε «παρόμοιες» συνθήκες. Σε κάθε δε περίπτωση, από τις αποδείξεις δεν προέκυψε ότι εάν η επέμβαση είχε ολοκληρωθεί στον αναμενόμενο χρόνο, ήτοι εντός 2-3 ωρών, ο . ………………….. θα έχρηζε νοσηλείας σε ΜΕΘ και μάλιστα διασωληνωμένος και υπό καταστολή και επομένως ο σχετικός ισχυρισμός των τριών πρώτων εναγόμενων τυγχάνει απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος. Με βάση όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι ο θάνατος του ασθενούς, . …………………. συνδέεται αιτιωδώς με την πολύωρη παράταση της προγραμματισμένης επέμβασης ριζικής προστατεκτομής στην οποία υπεβλήθη. Επομένως, εφόσον αποδείχθηκε ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του θανάτου του ασθενούς και της ως άνω πολύωρης παράτασης του χειρουργείου του, ερευνητέο καθίσταται εάν οι εναγόμενοι ευθύνονται για την παράταση αυτή και εάν ειδικότερα, επιδεικνύοντας την επιμέλεια και προσοχή που όφειλαν και μπορούσαν να επιδείξουν υπό τις ανωτέρω περιστάσεις, είχαν τη δυνατότητα να την αποτρέψουν. Εν σχέσει με το ανωτέρω κρίσιμο ζήτημα αποδείχθηκε ότι το ρομποτικό επεμβατικό σύστημα …………, το οποίο εμφάνισε βλάβη διαρκούσης της ένδικης επέμβασης, κατασκευάζεται στην Αμερική από την εταιρεία «……………» και εισάγεται στην Ελλάδα αποκλειστικά από την πέμπτη εναγόμενη. Η τέταρτη εναγόμενη εταιρεία, η οποία εκμεταλλεύεται την κλινική «…………….», προμηθεύτηκε το συγκεκριμένο ρομποτικό σύστημα την 1-7-2011, με σκοπό να το εντάξει στον ιατρικό εξοπλισμό της ως άνω κλινικής της, δυνάμει σχετικής έγγραφης σύμβασης πώλησης που κατήρτισε με την πέμπτη εναγόμενη. Κατά το χρόνο παράδοσης και παραλαβής του ως άνω συστήματος, η πέμπτη εναγόμενη, ως είχε υποχρέωση εκ της ιδιότητας της ως αποκλειστικής εισαγωγέα του εν λόγω συστήματος στην Ελλάδα αλλά και βάσει των συμβατικών υποχρεώσεων που είχε αναλάβει έναντι της αντισυμβαλλομένης της τέταρτης εναγόμενης, παρείχε σε αυτήν πλήρη εκπαιδευτική υποστήριξη εν σχέσει με την ορθή και ασφαλή χρήση του, η οποία περιελάμβανε τόσο τη θεωρητική εκπαίδευση του ιατρικού και νοσηλευτικού της προσωπικού όσο και την πρακτική εξάσκηση αυτού. Κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο, η πέμπτη εναγόμενη παρέδωσε στην τέταρτη και όλα τα εγχειρίδια λειτουργίας και λοιπά σχετικά έγγραφα του κατασκευαστή ενώ προσέφερε σε αυτήν και δωδεκάμηνη εγγύηση καλής λειτουργίας και συντήρησης. Κατά τον ως άνω χρόνο, το ρομποτικό σύστημα ……. δεν εμφάνιζε οποιοδήποτε ελάττωμα, κατά την έννοια του άρθρου 6 παρ. 5 του Ν. 2251/1994 και ήταν απολύτως λειτουργικό, όπως τούτο δεν αμφισβητείται ειδικώς από τους ενάγοντες και προκύπτει άλλωστε κι από το γεγονός ότι έκτοτε λειτουργούσε απρόσκοπτα και μάλιστα σε τακτική βάση, χωρίς οιαδήποτε αναφορά προβλήματος έως και την 1-3-2017, οπότε εμφάνισε το πρώτον την υπό κρίση βλάβη στην εστίαση της κάμερας του. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι το σύστημα …………. αποτελείται αφενός από τα κύρια μέρη του, όπως είναι η χειρουργική κονσόλα, η τροχήλατη βάση του ασθενούς και ο πύργος και αφετέρου από τα εξαρτήματα, τα αναλώσιμα και τα εργαλεία του, όπως είναι η κεφαλή ή το καλώδιο της κάμερας, το ενδοσκόπιο, τα τροκάρ και τα χειρουργικά εργαλεία. Η βασική διαφορά των κύριων μερών του συστήματος από τα εξαρτήματα, τα αναλώσιμα και τα εργαλεία του είναι ότι τα τελευταία χρησιμοποιούνται άμεσα από τους χειρουργούς και το λοιπό νοσηλευτικό προσωπικό με αποτέλεσμα να υπόκεινται σε φθορές από τη συνήθη ή κακή χρήση. Εν προκειμένω, η βλάβη του συστήματος παρουσιάστηκε σε ένα από τα εξαρτήματα του και συγκεκριμένα στο ενδοσκόπιο της κεφαλής της κάμερας του. Συνίστατο δε η βλάβη αυτή σε αδυναμία εστίασης της κάμερας λόγω θραύσης και χαλάρωσης των βιδών που συγκρατούσαν τη βάση του μηχανισμού της, η οποία δεν οφειλόταν σε εγγενές ελάττωμα του συστήματος αλλά στη μη ενδεδειγμένη χρήση του από τους ιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό της τέταρτης εναγόμενης (βλ. το από 24-3-2017 έγγραφο της κατασκευάστριας εταιρείας «………………», η οποία μετά από έλεγχο του συγκεκριμένου ενδοσκοπίου, προσδιόρισε ως πιθανή αιτία της βλάβης του την ακούσια πτώση του ή την ακούσια σύγκρουση του με σκληρή επιφάνεια από τους εκάστοτε χρήστες του). Περαιτέρω, προέκυψε ότι η τέταρτη εναγόμενη εταιρεία, η οποία εκμεταλλεύεται την ιδιωτική κλινική «………..» και είναι επομένως υπεύθυνη έναντι των ασθενών – πελατών της για την ορθή και ασφαλή λειτουργία του εξοπλισμού της, είχε αναθέσει την συντήρηση του ρομποτικού συστήματος …….. που διέθετε στις εγκαταστάσεις της, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, στην πέμπτη εναγόμενη εταιρεία, δυνάμει της από 1-7-2011 μεταξύ τους σύμβασης παροχής υπηρεσιών. Από την επισκόπηση του αποσπάσματος της ως άνω σύμβασης που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως μόνον η πέμπτη εναγόμενη προκύπτει ότι η τελευταία είχε αναλάβει, έναντι αμοιβής, αφενός την προληπτική, ανά εξάμηνο, συντήρηση του εν λόγω συστήματος και αφετέρου την επανορθωτική συντήρηση αυτού οποτεδήποτε παρουσίαζε τυχόν τεχνικό σφάλμα (βλ. Παράρτημα Γ της ως άνω σύμβασης). Ωστόσο, με το άρθρο 6.3 της σύμβασης αυτής τα μέρη συμφώνησαν ρητά ότι οι υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης δεν περιλαμβάνουν τα εργαλεία, εξαρτήματα και αναλώσιμα του συστήματος, ως αυτά περιγράφονται στο Παράρτημα Β της σύμβασης, μεταξύ των οποίων και η κεφαλή της κάμερας του. Ως προς τα ανωτέρω (εργαλεία, εξαρτήματα, αναλώσιμα) προβλέφθηκε ότι η τεχνική υποστήριξη θα παρέχεται με ιδιαίτερη χρέωση, ενώ με το άρθρο 7 της ίδιας σύμβασης συμφωνήθηκε ότι η πέμπτη εναγόμενη θα πωλεί στην τέταρτη τα ως άνω εργαλεία, εξαρτήματα και αναλώσιμα, μόνον όμως κατόπιν προηγούμενης σχετικής παραγγελίας της και θα της τα παραδίδει ακολούθως εντός πέντε (5) ημερών. Εκ των ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η αδυναμία άμεσης αντικατάστασης της κάμερας του ρομποτικού συστήματος που εμφάνισε βλάβη διαρκούσης της ένδικης επέμβασης και η συνακόλουθη πολύωρη αναμονή για την επιδιόρθωσή της, η οποία οδήγησε με τη σειρά της σε πολύωρη παράταση του χειρουργείου και συνακόλουθα στο θάνατο του ασθενούς οφείλεται σε αμελή συμπεριφορά της τέταρτης εναγόμενης, η οποία αν και ήταν υπεύθυνη για την ορθή, ασφαλή και απρόσκοπτή λειτουργία του ιατρικού εξοπλισμού που έθετε στη διάθεση των συνεργαζόμενων με αυτή ιατρών προκειμένου να παρέχουν υπηρεσίες υγείας στους ασθενείς – πελάτες της εντός της κλινικής της, εντούτοις από έλλειψη της επιμέλειας που όφειλε και μπορούσε να επιδείξει, παρέλειψε να συμπεριλάβει στη προρρηθείσα σύμβαση συντήρησης, όρο περί άμεσης αντικατάστασης των εξαρτημάτων ή εργαλείων του ρομποτικού συστήματος …… που τυχόν εμφάνιζαν βλάβη, καίτοι μπορούσε και όφειλε να προβλέψει, ενόψει και της ιδιότητας της ως εταιρείας που δραστηριοποιείται στο χώρο της υγείας, ότι τα εξαρτήματα και εργαλεία αυτά, λόγω ακριβώς της συστηματικής τους χρήσης από το ιατρικό και νοσηλευτικό της προσωπικό ήταν πιθανό να εμφανίσουν βλάβη, ανά πάσα στιγμή, οφειλόμενη ακόμα και σε συνήθη χρήση. Επιπλέον, η τέταρτη εναγόμενη, αν και γνώριζε ότι δεν είχε συμπεριλάβει τέτοιο όρο στην ως άνω σύμβαση συντήρησης, αλλά αντίθετα είχε συμφωνήσει ότι σε περίπτωση που κάποιο εξάρτημα έχρηζε αντικατάστασης θα έπρεπε η ίδια να το παραγγείλει και να αναμείνει ακολούθως έως και πέντε ημέρες για την παραλαβή του, εντούτοις, κατά παράβαση των γενικών κανόνων επιμέλειας που όφειλε και μπορούσε να τηρεί, παρέλειψε να προβεί σε προληπτική παραγγελία των κυριότερων εξαρτημάτων και εργαλείων του ως άνω ρομποτικού συστήματος, μεταξύ των οποίων και η κάμερα του, ώστε να τα διατηρεί στις εγκαταστάσεις της και να δύναται να τα χρησιμοποιεί άμεσα σε περίπτωση βλάβης, όπως εν προκειμένω. Η προληπτική δε παραγγελία των ως άνω εξαρτημάτων ήταν στη συγκεκριμένη περίπτωση απολύτως επιβεβλημένη, ενόψει και της εξαντλητικής χρήσης του ρομποτικού συστήματος από τους συνεργαζόμενους με την τέταρτη εναγόμενη ιατρούς (βλ. προτάσεις του πρώτου εναγόμενου, όπου ο ίδιος ομολογεί ότι έως σήμερα έχει διενεργήσει περί τις 6.500 ρομποτικές επεμβάσεις με το συγκεκριμένο μηχάνημα) σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι, κατά τον επίδικο ως άνω χρόνο, η ίδια δεν διέθετε στις εγκαταστάσεις της δεύτερο τέτοιο σύστημα το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Η ως άνω αμελής συμπεριφορά της τέταρτης εναγόμενης συνδέεται αιτιωδώς με το θάνατο του συγγενούς των εναγόντων καθώς εάν η τελευταία είχε προβεί στις ανωτέρω επιβεβλημένες προληπτικές ενέργειες, ως όφειλε και μπορούσε υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, τότε, κατά τον επίδικο χρόνο, το εκπαιδευμένο προσωπικό της θα προέβαινε απευθείας σε αντικατάσταση της κάμερας που εμφάνισε βλάβη με νέα, επιτρέποντας στους δύο πρώτους εναγόμενους ιατρούς να ολοκληρώσουν την επέμβαση άμεσα και πάντως εντός ευλόγου χρόνου, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω επιβάρυνση για τον οργανισμό του ασθενούς. Αντίθετα δεν αποδείχθηκε ότι οι πρώτος και δεύτερος των εναγομένων ανέλαβαν τη διενέργεια της υπό κρίση επέμβασης με τη χρήση του ως άνω ρομποτικού συστήματος, καίτοι γνώριζαν τις προαναφερόμενες ελλείψεις εν σχέσει με την προληπτική του συντήρηση, ούτε και προέκυψε ότι όφειλαν να γνωρίζουν αυτές, ούτε και έχουν τις αναγκαίες τεχνικές γνώσεις για την επιθεώρηση και τον έλεγχο των βλαβών του ως άνω μηχανήματος, ενόψει της ιδιότητας τους ως ιατρών συνεργαζόμενων με την κλινική της τέταρτης εναγόμενης, αφού στην διαδικασία διαπίστωσης και αποκατάστασης της οποιασδήποτε βλάβης αρμόδιο είναι το τεχνικό προσωπικό του ιδιωτικού θεραπευτηρίου της τέταρτης εναγόμενης. Σε κάθε περίπτωση, οι γενικοί κανόνες επιμέλειας του ιατρικού επαγγέλματος, που επιτάσσουν, μεταξύ άλλων, την εκ μέρους του ιατρού διασφάλιση της ασφαλούς και απρόσκοπτης λειτουργίας του εξοπλισμού που χρησιμοποιεί κατά την παροχή των υπηρεσιών του, στην προκείμενη περίπτωση εξαντλούνται στην επιβεβαίωση από μέρους των δύο πρώτων εναγομένων, της τακτικής συντήρησης του ρομποτικού συστήματος ….., καθώς και στον έλεγχό του πριν την έναρξη κάθε επέμβασης, διαδικασία που τηρήθηκε και στη συγκεκριμένη επέμβαση, χωρίς να διαπιστωθεί οποιαδήποτε δυσλειτουργία, η οποία εμφανίστηκε αρκετή ώρα μετά την έναρξη της επέμβασης, απροειδοποίητα και αιφνιδιαστικά. Έσφαλε λοιπόν η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δέχθηκε ότι υφίσταται αμελής συμπεριφορά των δύο πρώτων εναγόμενων ιατρών που συνδέεται αιτιωδώς με τον θάνατο του συγγενούς των εναγόντων, συνιστάμενη στο ότι αυτοί δεν αξίωσαν από την τέταρτη εναγόμενη, την πλήρη τεχνική υποστήριξη του ως άνω εξοπλισμού της, υποχρέωση την οποία ως προεκτέθηκε, δεν είχαν και επομένως ως προς το σημείο αυτό, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ο πρώτος λόγος της υπό στοιχείο Α έφεσης ως προς τους δύο πρώτους εναγόμενους κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε περαιτέρω ότι πριν την έναρξη της ένδικης επέμβασης, το τεχνικό προσωπικό της τέταρτης εναγόμενης προέβη σε τυπικό έλεγχο της λειτουργίας του συστήματος ……….. (βλ. το από 1-3-2017 έντυπο time-out χειρουργείου), χωρίς ωστόσο να διαπιστώσει την ένδικη βλάβη, η οποία ως ήδη προεκτέθηκε, εντοπιζόταν στο εσωτερικό της κεφαλής της κάμερας του και επομένως δεν ήταν δυνατό να γίνει αντιληπτή με απλό οπτικό έλεγχο. Όταν δε η εν λόγω βλάβη έγινε τελικά αντιληπτή από τους δύο πρώτους εναγόμενους ιατρούς, διαρκούσης της ένδικης επέμβασης, αυτοί, από έλλειψη της επιμέλειας που όφειλαν και μπορούσαν να επιδείξουν υπό τις συγκεκριμένες ως άνω περιστάσεις, έλαβαν την απόφαση να αναμείνουν την επιδιόρθωσή της από τον αρμόδιο τεχνικό, διατηρώντας στο μεταξύ τον ασθενή υπό γενική αναισθησία, έστω και με μειωμένες δόσεις φαρμάκων, καίτοι ουδεμία ασφαλή ένδειξη είχαν ως προς το εφικτό της εν λόγω επιδιόρθωσης και το χρόνο που αυτή θα απαιτούσε κι ενώ παράλληλα γνώριζαν, βάσει των ειδικών ιατρικών τους γνώσεων και της αποδεδειγμένης εμπειρίας τους σε αντίστοιχες επεμβάσεις, ότι οποιαδήποτε παράταση της επέμβασης θα οδηγούσε μετά βεβαιότητας σε αύξηση των πιθανοτήτων εμφάνισης περιεγχειρητικών επιπλοκών, όπως καρδιαγγειακών συμβαμάτων (π.χ εμφράγμα) ιδίως μάλιστα στον συγκεκριμένο ασθενή, ο οποίος με βάση το γνωστό σε αυτούς ιστορικό του, εμφάνιζε αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο λόγω της στεφανιαίας νόσου από την οποία έπασχε. Συγκεκριμένα, ως επισημαίνει και ο διορισθείς από το παρόν Δικαστήριο πραγματογνώμονας χειρουργός, ……….., στην από 30-10-2023 έκθεσή του, κατά το χρόνο εμφάνισης της ως άνω βλάβης, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί είχαν τις κάτωθι δυνατότητες/επιλογές: α) να ολοκληρώσουν την επέμβαση λαπαροσκοπικά, ήτοι με τη χρήση ειδικών εργαλείων που θα εισέρχονταν στο χειρουργικό πεδίο δια 4-5 μικρών οπών επί του κοιλιακού τοιχώματος του ασθενούς, β) να ολοκληρώσουν την επέμβαση λαπαροτομικά («ανοικτά»), με μείζονα κάθετη διάνοιξη όλων των στρωμάτων της κοιλιακής χώρας, γ) να διακόψουν την επέμβαση, να τοποθετήσουν καθετήρα στον ασθενή και να ολοκληρώσουν την επέμβαση σε δεύτερο χρόνο ή τέλος δ) να αναμείνουν την επιδιόρθωση της βλάβης από τον τεχνικό της πέμπτης εναγόμενης, ο οποίος τους είχε διαβεβαιώσει τηλεφωνικά ότι επρόκειτο να μεταβεί στην κλινική προκειμένου να ελέγξει τη βλάβη και να ολοκληρώσουν την επέμβαση αμέσως μετά την επιδιόρθωση. Οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί, αφού απέρριψαν τις υπό στοιχεία β) και γ) ανωτέρω επιλογές, ως πλέον επικίνδυνες για τον συγκεκριμένο ασθενή και εφόσον η άφιξη του τεχνικού δεν αναμενόταν σύντομα, δεδομένου ότι αυτός, κατά την αρχική τους επικοινωνία, βρισκόταν στα γραφεία της πέμπτης εναγόμενης στο ……… Αττικής και επομένως, με βάση τις συνήθεις συνθήκες κίνησης στις κεντρικές οδούς των Αθηνών, θα χρειαζόταν τουλάχιστον 45-50 λεπτά της ώρας μέχρι να φτάσει στην κείμενη στο ………. Αττικής κλινική της τέταρτης εναγόμενης, έλαβαν αρχικά την απόφαση να προβούν σε λαπαροσκοπική ολοκλήρωση της επέμβασης, η οποία ήταν και η πλέον ενδεδειγμένη λύση για τον συγκεκριμένο ασθενή, εφόσον το κυριότερο τμήμα της επέμβασης είχε ήδη εκτελεσθεί ρομποτικά και απέμενε μόνον η αναστόμωση, η οποία μπορούσε να γίνει λαπαροσκοπικά, χωρίς περιττές τομές και περαιτέρω επιβάρυνση για τον οργανισμό του ασθενή. Πλην όμως, όταν περί τα 40-45 λεπτά αργότερα ο τεχνικός της πέμπτης εναγόμενης έφθασε τελικά στην κλινική, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί, καίτοι είχαν ήδη αρχίσει να χειρουργούν τον ασθενή λαπαροσκοπικά, μετέβαλαν αιφνιδίως άποψη και αποφάσισαν να διακόψουν τη λαπαροσκοπική επέμβαση, ελπίζοντας απλά ότι ο τεχνικός θα αποκαταστήσει άμεσα τη βλάβη του ρομποτικού συστήματος, χωρίς ωστόσο να έχουν οιαδήποτε σχετική διαβεβαίωση του τελευταίου (βλ. την υπ’ αριθ. ………/15-10-2021 ένορκη βεβαίωση του ως άνω τεχνικού, στην οποία ρητώς καταθέτει ότι μόλις έφτασε στο χειρουργείο και αφού προέβη σε αρχικό έλεγχο της κάμερας ενημέρωσε τους εναγόμενους ιατρούς ότι η άμεση αντικατάσταση της κάμερας με νέα δεν ήταν δυνατή καθώς κι ότι ο ίδιος θα προσπαθούσε να επιδιορθώσει τη βλάβη χωρίς ωστόσο να γνωρίζει εάν θα τα καταφέρει και σε πόσο χρόνο). Οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ισχυρίζονται με τις προτάσεις τους ότι ο λόγος που εγκατέλειψαν την λαπαροσκοπική ολοκλήρωση της επέμβασης ήταν τα ανατομικά χαρακτηριστικά του ασθενούς, ο οποίος ήταν παχύσαρκος με πολύ βαθιά και στενή πύελο που δεν επέτρεπε την ασφαλή αναστόμωση λαπαροσκοπικά. Ωστόσο, ο ισχυρισμός τους αυτός δεν επιβεβαιώνεται από τις αποδείξεις. Ειδικότερα, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί δεν προσκομίζουν ιατρική βιβλιογραφία ή γνωμοδοτήσεις ειδικευμένων στις λαπαροσκοπικές επεμβάσεις ιατρών, από τις οποίες να προκύπτει ότι η λαπαροσκοπική αναστόμωση είναι αδύνατη ή αντενδείκνυται σε παχύσαρκους ασθενείς με στενή και βαθιά πύελο. Εξάλλου, κάτι τέτοιο δεν προκύπτει ούτε από την επικαλούμενη από τους τελευταίους από 11-10-2021 γνωμοδότηση του ιατροδικαστή, …………., στην οποία σημειώνεται απλώς ότι σύμφωνα με το πρακτικό χειρουργείου, η λαπαροσκοπική αναστόμωση δεν τελεσφόρησε λόγω των ανατομικών χαρακτηριστικών του ασθενούς αλλά ούτε και από την υπ’ αριθ. ………/14-10-2021 ένορκη κατάθεση του καθηγητή ουρολογίας ……., ο οποίος καταθέτει ότι παρακολούθησε το βιντεοληπτικό υλικό της ένδικης επέμβασης και διαπίστωσε ότι έγινε προσπάθεια λαπαροσκοπικής αναστόμωσης, η οποία δεν ολοκληρώθηκε λόγω «του ιδιαίτερου σωματότυπου του ασθενούς» χωρίς ωστόσο να βεβαιώνει ότι σε ασθενείς με αντίστοιχα χαρακτηριστικά η λαπαροσκοπική επέμβαση αντενδείκνυται ή δεν είναι δυνατή. Αντίθετα, ο ανωτέρω καθηγητής αναφέρει απλώς στην κατάθεσή του ότι «Είναι γνωστό ότι σε αντίστοιχες περιπτώσεις η λαπαροσκοπική μέθοδος είναι εξόχως δυσχερής». Πλην όμως εκ της εισφερόμενης ως άνω ιατρικής γνώμης δεν συνάγεται, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, ότι στις περιπτώσεις παχύσαρκων ασθενών, η λαπαροσκοπική μέθοδος καθίσταται αδύνατη. Αντίθετα συνάγεται απλώς ότι στις περιπτώσεις αυτές, η ως άνω μέθοδος εμφανίζει για τον χειρουργό σημαντικά υψηλότερο βαθμό δυσκολίας απ’ ότι μια αντίστοιχη επέμβαση σε ασθενή με κανονική σωματοδομή. Η παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ενισχύεται από το γεγονός ότι οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί, οι οποίοι είναι αμφότεροι εξειδικευμένοι στη λαπαροσκοπική χειρουργική, πριν την εμφάνιση της βλάβης στο ρομποτικό σύστημα, χειρουργούσαν τον συγκεκριμένο ασθενή επί τετραώρου και είχαν επομένως αποκτήσει πλήρη αντίληψη του χειρουργικού τους πεδίου και των συγκεκριμένων ανατομικών χαρακτηριστικών του ασθενή, ώστε εάν αυτά καθιστούσαν πράγματι αδύνατη την εφαρμογή της λαπαροσκοπικής μεθόδου, δεν θα τον είχαν υποβάλει καθόλου σε αυτή τη διαδικασία όταν εμφανίσθηκε η βλάβη, αλλά αντίθετα θα είχαν αποκλείσει και αυτή τη μέθοδο, όπως απέκλεισαν ήδη εξαρχής και την ολοκλήρωση της επέμβασης λαπαροτομικά. Ενόψει όλων των ανωτέρω αποδεικνύεται ότι οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί αν και μετά την εμφάνιση της βλάβης του ρομποτικού συστήματος, είχαν την δυνατότητα να ολοκληρώσουν την υπό κρίση επέμβαση λαπαροσκοπικά, καταβάλλοντας την αυξημένη ένταση προσοχής που απαιτείτο στην συγκεκριμένη περίπτωση λόγω των ιδιαίτερων ανατομικών χαρακτηριστικών του ασθενούς, την οποία και μπορούσαν να καταβάλλουν αξιοποιώντας τις ειδικές τους γνώσεις και την αποδεδειγμένη πολυετή τους εμπειρία στις λαπαροσκοπικές επεμβάσεις, εντούτοις από έλλειψη της ενδεδειγμένης επιμέλειας και κατά παράβαση των κοινώς αναγνωρισμένων ιατρικών κανόνων, καίτοι ξεκίνησαν να εκτελούν την απαιτούμενη αναστόμωση λαπαροσκοπικά, στη συνέχεια επέλεξαν αιφνιδίως να τη διακόψουν, ελπίζοντας απλά ότι ο αρμόδιος τεχνικός της πέμπτης εναγόμενης, ο οποίος στο μεταξύ είχε φθάσει στην κλινική, θα επιδιορθώσει τη βλάβη του ρομποτικού συστήματος και θα μπορέσουν έτσι να συνεχίσουν την επέμβαση με αυτό, χωρίς ωστόσο να έχουν λάβει οιαδήποτε σχετική διαβεβαίωση από τον τελευταίο. Η κρίση του Δικαστηρίου περί της αιφνίδιας και άνευ ιατρικού λόγου διακοπής της ολοκλήρωσης της επέμβασης λαπαροσκοπικά επιρρωνύεται κι από την προρρηθείσα ένορκη κατάθεση του τεχνικού, ……….., για την αξιοπιστία του οποίου δεν έχει λόγο να αμφιβάλλει το Δικαστήριο, ο οποίος καταθέτει χαρακτηριστικά ότι: «..Έφτασα με πολλή δυσκολία στο νοσοκομείο στις 18:40 οπότε και η εγχείρηση βρισκόταν ακόμα σε εξέλιξη αν και παρατήρησα ότι είχαν γυρίσει το περιστατικό από ρομποτικό σε λαπαροσκοπικό. Αμέσως μόλις έφτασα στον χώρο του χειρουργείου, μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι ο χειρουργός ιατρός κύριος ……….. άφησε κάτω τις λαπαροσκοπικές λαβίδες και σταμάτησε την επέμβαση, περιμένοντας να ελέγξω το μηχάνημα. Να σημειωθεί ότι το ρομποτικό σύστημα είχε ήδη κατά την άφιξη μου τεθεί εκτός λειτουργίας, είχε αποσυνδεθεί και απομακρυνθεί από τον ασθενή». Η ανωτέρω αμελής συμπεριφορά των δύο πρώτων εναγόμενων συνδέεται αιτιωδώς με την πολύωρη παράταση της ένδικης επέμβασης και την συνεπεία αυτής πρόκληση παρατεταμένου οργανικού στρες στον ασθενή, η οποία οδήγησε με την σειρά της στην πρόκληση ισχαιμίας του μυοκαρδίου που επέφερε τελικά το θάνατο του. Το γεγονός δε ότι κατά το χρόνο αναμονής για την επισκευή του ρομποτικού συστήματος, οι δύο πρώτοι εναγόμενοι προσπάθησαν να περιορίσουν την οργανική επιβάρυνση του ασθενούς, επαναφέροντας αυτόν σε ύπτια θέση και αφαιρώντας του το πνευμονοπεριτόναιο, δεν αναιρεί την ευθύνη τους ούτε διακόπτει τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της επιδειχθείσας αμέλειας τους και του επελθόντος θανάτου του ασθενούς. Εξάλλου, η εκ μέρους τους λήψη των ως άνω μέτρων αποδεικνύει ακριβώς ότι και οι ίδιοι γνώριζαν, ως όφειλαν άλλωστε να γνωρίζουν με βάση και τις ειδικές ιατρικές τους γνώσεις, ότι η παράταση του χρόνου της επέμβασης με ταυτόχρονη παράταση της γενικής αναισθησίας του ασθενούς, έστω και με μειωμένες δόσεις φαρμάκων, επιβαρύνει τον οργανισμό του και αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες εμφάνισης μετεγχειρητικών επιπλοκών. Σε κάθε δε περίπτωση θα πρέπει να σημειωθεί ότι η λήψη των ανωτέρω μέτρων δεν εκμηδένισε το οργανικό στρες του ασθενή, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι ανωτέρω εναγόμενοι, αλλά απλώς το περιόριζε στο μέτρο του δυνατού, αφού ο τελευταίος παρέμεινε διασωληνώμενος υπό ενδοτραχειακή αναισθησία, η οποία συνδέεται και με την νεκροτομικά διαπιστωθείσα ατελεκτασία του αριστερού του πνεύμονα. Εξάλλου, κατά το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα, ο ασθενής, ως ήδη αποδείχθηκε και ανωτέρω, μετακινήθηκε από ύπτια θέση σε θέση «trendelenburg» και του αφαιρέθηκε και επανατοποθετήθηκε το πνευμοπεριτόναιο δύο επιπλέον φορές, εξακολουθώντας έτσι να υποβάλλεται σε αιμοδυναμικές μεταβολές, οι οποίες επιβάρυναν την καρδιακή του λειτουργία. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι ο τρίτος εναγόμενος ιατρός – αναισθησιολόγος, ως εκ της ειδικότητας του, δεν συμμετείχε στη διαδικασία λήψης της αμελούς ως άνω απόφασης των δύο πρώτων εναγόμενων να αναμείνουν την, αμφίβολη κατά τον ως άνω χρόνο, επισκευή του ρομποτικού συστήματος. Από τη στιγμή δε που οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ιατροί του γνωστοποίησαν την ως άνω απόφασή τους, ο ίδιος, ενεργώντας σύμφωνα με τους αναγνωρισμένους κανόνες της επιστήμης του, εξακολούθησε ορθώς να χορηγεί στον ασθενή το αναλγητικό και πτητικό αναισθητικό (υπναγωγό) fentanyl σε μειωμένη δόση, προκειμένου να τον διατηρεί σε αναισθησία, ενώ παρακολουθούσε ταυτόχρονα τις ζωτικές του λειτουργίες (βλ. σχετικά την υπ’ αριθ. ……/2023 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της αναισθησιολόγου ………..). Ωστόσο, όταν η ένδικη επέμβαση ολοκληρώθηκε τελικά περί ώρα 23:00 και ο ασθενής αποσωληνώθηκε και μεταφέρθηκε στην ανάνηψη με καλή, κατά τον ως άνω χρόνο, ζωτική λειτουργία, ο τρίτος εναγόμενος αναισθησιολόγος, καίτοι γνώριζε ότι η πολύωρη παράταση της χειρουργικής επέμβασης αποτελούσε από μόνη της παράγοντα αυξημένης πιθανότητας εμφάνισης μετεγχειρητικών καρδιακών συμβαμάτων, ενόψει μάλιστα και του γνωστού στον ίδιο ιστορικού του συγκεκριμένου ασθενούς, εντούτοις, από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε να επιδείξει υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, παρέλειψε να δώσει εντολή για προληπτική εισαγωγή του σε μονάδα αυξημένης φροντίδας ή μονάδα εντατικής θεραπείας, ώστε να συνεχιστεί η παρακολούθηση των ζωτικών του λειτουργιών και να είναι έτσι δυνατός ο άμεσος εντοπισμός και αντιμετώπιση πιθανών εξελισσόμενων ισχαιμικών βλαβών και αντ’ αυτού ζήτησε την μεταφορά του σε απλό θάλαμο νοσηλείας. Στην συγκεκριμένη δε περίπτωση, η εισαγωγή του ασθενούς σε μονάδα αυξημένης φροντίδας ή εντατικής θεραπείας αμέσως μετά την αποσωλήνωση του ήταν επιβεβλημένη, παρά την καλή ζωτική λειτουργία των οργάνων του αμέσως μετά την ανάνηψη, λόγω ακριβώς της πολύωρης παράτασης της επέμβασης στην οποία είχε υποβληθεί, σε συνδυασμό με την οργανική ταλαιπωρία που είχε υποστεί κατά τη διάρκεια αυτής και τις ήδη συνυπάρχουσες νόσους του (στεφανιαία νόσος, υπέρταση, υπερλιπιδαιμία – βλ. την από 12-1-2023 έκθεση της πραγματογνώμονα αναισθησιολόγου, …………. καθώς και την από 1-11-2021 έκθεση του καρδιολόγου …………….). Εξάλλου, ως επισημαίνει και ο ιατροδικαστής ……….., στην από 20-1-2020 γνωμοδότησή του, κατά την μετεγχειρητική περίοδο καταγράφεται ισχαιμία του μυοκαρδίου σε ασθενείς υψηλού κινδύνου, όπως ήταν και ο συγκεκριμένος ασθενής σε ποσοστό 42%. Σε ποσοστό δε 93% των περιπτώσεων αυτών πρόκειται για σιωπηλή ισχαιμία, δηλαδή για βλάβη που μπορεί να μην είναι άμεσα κλινικά ανιχνεύσιμη αλλά δύναται να αναγνωριστεί από την αύξηση των καρδιακών τροπονινών. Επομένως, με βάση και τα παραπάνω δεδομένα της ιατρικής επιστήμης, ο τρίτος εναγόμενος αναισθησιολόγος όφειλε να ζητήσει τη νοσηλεία του συγκεκριμένου ασθενούς σε μονάδα αυξημένης φροντίδας ή εντατικής θεραπείας προκειμένου να παρακολουθούνται οι τυχόν μεταβολές των ζωτικών του παραμέτρων (αρτηριακή πίεση, καρδιακή συχνότητα, ηλεκτροκαρδιογραφικές μεταβολές ενδεικτικές ισχαιμίας του μυοκαρδίου) κατά τις κρίσιμες πρώτες ώρες μετά το χειρουργείο. Εάν δε, είχε πράξει κατά τον ως άνω τρόπο, επιδεικνύοντας την απαιτούμενη υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις επιμέλεια και προσοχή, η πρόσφατη ισχαιμία του μυοκαρδίου που εμφάνισε ο ασθενής, η οποία, όπως αποδείχθηκε ανωτέρω, εγκαταστάθηκε το πρώτον λίγο πριν την λήξη της ένδικης επέμβασης ή ακριβώς αμέσως μετά από αυτή, θα μπορούσε να έχει εντοπιστεί και αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Σημειώνεται ότι οι ενάγοντες, με το δικόγραφο της υπό κρίση αγωγής τους, δεν καταλογίζουν ειδικώς την ως άνω παράλειψη στον τρίτο εναγόμενο ιατρό. Πλην όμως τούτο δεν ήταν εν προκειμένω αναγκαίο, ενόψει της καθιερούμενης νόθου αντικειμενικής ευθύνης του (άρθρο 8 Ν. 2251/1994), σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη στην αρχή της παρούσας. Εξάλλου, οι ενάγοντες επικαλούνται ρητώς στην αγωγή τους την αμέλεια και του τρίτου εναγόμενου, εκθέτοντας ειδικότερα ότι και αυτός παρέλειψε να προβεί στις ενδεδειγμένες ενέργειες ώστε να προφυλάξει την υγεία του συγγενή τους και να τον διατηρήσει στη ζωή και ως εκ τούτου επιτρέπεται εν προκειμένω η συγκεκριμενοποίηση της ως άνω επικαλούμενης αμέλειας με βάση τα ειδικότερα περιστατικά που προέκυψαν ήδη από την αποδεικτική διαδικασία (ΑΠ 1381/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Με βάση όλα τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά αποδεικνύεται ότι ο θάνατος του ασθενούς, ……….. οφείλεται σε συντρέχουσα αμέλεια τόσο των τριών πρώτων εναγόμενων ιατρών, οι οποίοι, από έλλειψη της οφειλόμενης εκ μέρους τους επιμέλειας και προσοχής, δεν ενήργησαν σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, αλλά υπέπεσαν, διαδοχικά ή ταυτόχρονα, στα αναλυτικώς περιγραφόμενα ανωτέρω σφάλματα, όσο και σε αμέλεια της τέταρτης εναγόμενης, η οποία αν και υπόχρεη σε αυξημένη φροντίδα και διασφάλιση της υγείας των ασθενών – πελατών της, από έλλειψη της απαιτούμενης επιμέλειας, δεν μερίμνησε για την ορθή και απρόσκοπτη λειτουργία του ιατρικού της εξοπλισμού. Εξάλλου, ειδικά η τέταρτη εναγόμενη, πέραν της ως άνω ευθύνης της, υπέχει εν προκειμένω και αντικειμενική ευθύνη για τη ζημία που προκάλεσαν οι ως άνω παράνομες και υπαίτιες πράξεις και παραλείψεις των τριών πρώτων εναγόμενων ιατρών, με τους οποίους, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, συνδεόταν με σχέση πρόστησης (άρθρα 914, 922 ΑΚ). Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε περαιτέρω ότι ο …………, γεννηθείς το έτος 1951, διένυε, κατά το χρόνο της ένδικης επέμβασης, το 66ο έτος της ηλικίας του και ήταν παντρεμένος με την πρώτη ενάγουσα, ηλικίας τότε 60 ετών, με την οποία συγκατοικούσε μόνιμα στο ….. της Κρήτης. Κατά τον ως άνω χρόνο έπασχε ήδη από στεφανιαία νόσο, υπέρταση και υπερλιπιδαιμία, πλην όμως ήταν ασυμπτωματικός και υπό φαρμακευτική αγωγή, διάγοντας μια φυσιολογική για την ηλικία του ζωή. Ο ίδιος ήταν ελεύθερος επαγγελματίας ενώ βοηθούσε τακτικά και την επιχείρηση – καφενείο που διατηρούν τα τέκνα του, τρίτος και τέταρτος των εναγόντων στην περιοχή …………. Κρήτης, παρέχοντας σε αυτούς την προσωπική του εργασία. Παράλληλα, ασχολείτο ενεργά με τα κοινά, έχοντας εκλεγεί επί σειρά ετών δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο …………. Κρήτης, όπου και ήταν ιδιαίτερα αγαπητός, όπως τούτο προκύπτει κι από το γεγονός ότι μετά το θάνατό του, το Δημοτικό Συμβούλιο ….. αποφάσισε τον δημοτική δαπάνη ενταφιασμό του καθώς και την απόδοση του ονόματος του σε δημοτική οδό (βλ. το από 2-3-2017 σχετικό δημοσίευμα στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα «………….»). Κατά το χρόνο του θανάτου του, μέλη της οικογένειας του, πέραν της προαναφερθείσας συζύγου του ήταν και τα ενήλικα τέκνα του, ……………, ήδη δεύτερη, τρίτος και τέταρτος των εναγόντων, ηλικίας τότε 33, 41 και 36 ετών αντίστοιχα, οι οποίοι συγκατοικούσαν κατά τον ως άνω χρόνο μόνιμα στο ……………. Κρήτης, με τους συζύγους τους ……………., ήδη πέμπτο, έκτη και έβδομη των εναγόντων, γαμπρό και νύφες αντίστοιχα του θανόντος, ηλικίας κατά τον ως άνω χρόνο, 36, 32 και 34 ετών αντίστοιχα. Μέλη της οικογένειας του, κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο ήταν και οι εγγονοί του …. και ……, ήδη όγδοος και ένατη των εναγόντων, ανήλικα τέκνα της δεύτερης και του πέμπτου των εναγόντων, ηλικίας κατά τον ως άνω χρόνο 4 και 1 έτους αντίστοιχα, οι εγγονές του …. και ….., ενδέκατη και δωδέκατη των εναγόντων, ανήλικα τέκνα του τρίτου και της έκτης των εναγόντων, ηλικίας κατά τον ως άνω χρόνο 5 και 4 ετών αντίστοιχα, ο εγγονός του, ….., δέκατος τέταρτος των εναγόντων, ανήλικο τέκνο του τέταρτου και της έβδομης των εναγόντων, πέντε μηνών κατά τον ως άνω χρόνο καθώς και οι αδερφές του, …………., ήδη δέκατη έκτη, δέκατη έβδομη και δέκατη όγδοη των εναγόντων, ηλικίας, κατά τον ως άνω χρόνο, 70, 68 και 60 ετών αντίστοιχα, οι οποίες, κατά τον ως άνω χρόνο, κατοικούσαν ομοίως στο ………. Κρήτης (βλ. σχετικά από 11 και 12-10-2021 πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης του Δήμου ………. Κρήτης). Ο θανών συνδεόταν με ισχυρούς δεσμούς αμοιβαίας αγάπης και στοργής με την ως άνω σύζυγο, τα τέκνα του, τα εγγόνια του, το γαμπρό του και τις νύφες του ενώ διατηρούσε ψυχικούς δεσμούς και άριστες οικογενειακές σχέσεις και με τις ενάγουσες αδερφές του. Άπαντες δε οι ανωτέρω, πλην της ένατης και του δέκατου τέταρτου, ένιωσαν βαθιά θλίψη και πόνο εξαιτίας του αιφνίδιου θανάτου του ως άνω συζύγου, πατέρα, παππού, πεθερού και αδερφού τους και υπέστησαν έτσι ψυχική οδύνη. Εξάλλου, και η ένατη και ο δέκατος τέταρτος των εναγόντων, οι οποίοι, κατά το χρόνο θανάτου του παππού τους ήταν μόλις ενός έτους και πέντε μηνών αντίστοιχα και επομένως δεν είχαν ακόμα διαμορφώσει τον ψυχικό τους κόσμο, θα υποστούν με βεβαιότητα στο μέλλον ψυχική οδύνη, με βάση τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, καθώς με την πάροδο των ετών, οπότε και θα αρχίσουν να αντιλαμβάνονται και να αξιολογούν τα ερεθίσματα από τον εσωτερικό και εξωτερικό τους κόσμο, θα αισθάνονται βαθύτατη θλίψη και συντριβή από την αιφνίδια ως άνω απώλεια του παππού τους. Επομένως άπαντες οι ανωτέρω κυρίως ενάγοντες δικαιούνται εύλογη χρηματική ικανοποίηση για την άμβλυνση της ψυχικής τους οδύνης και την ηθική τους ανακούφιση, η οποία, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα ο θάνατος του οικείου τους, το βαθμό της αμέλειας που επέδειξαν οι εναγόμενοι, την ηλικία του θανόντος και καθενός εκ των εναγόντων, το βαθμό συγγένειας τους και τον συναισθηματικό δεσμό καθενός με τον θανόντα, τη διάρκεια και την ένταση της θλίψης και του πόνου που ένιωσαν οι ενάγοντες και θα συνεχίσουν να αισθάνονται στο μέλλον συνεπεία του θανάτου του καθώς και την εν γένει κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, ορθά προσδιορίστηκε, κατά την κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστήριού, για την πρώτη ενάγουσα και σύζυγο του θανόντος στο ποσό των 40.000 ευρώ, για τους δεύτερη, τρίτο και τέταρτο των εναγόντων, ενήλικα τέκνα του θανόντος στο ποσό των 35.000 ευρώ, για τους πέμπτο, έκτη και έβδομη των εναγόντων, γαμπρό και νύφες του θανόντος στο ποσό των 5.000 ευρώ και για τις δέκατη έκτη, δέκατη έβδομη και δέκατη όγδοη των εναγόντων, αδερφές του θανόντος στο ποσό των 10.000 ευρώ, ποσά τα οποία κρίνονται εν προκειμένω εύλογα και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Όμως όσον αφορά τους όγδοο, ένατη, ενδέκατη, δωδέκατη και δέκατο τέταρτο, εγγονούς του θανόντος, το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι το ποσό των 15.000 ευρώ που επιδικάστηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, για έκαστο εξ αυτών, κρίνεται υπερβολικό, κυρίως λόγω του νεαρού της ηλικίας των ως άνω εναγόντων (4 ετών, 1 έτους, 5 ετών, 4 ετών και 5 μηνών αντίστοιχα), λόγω της οποίας δεν είχαν προλάβει να αναπτύξουν ακόμα ιδιαίτερα ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με τον θανόντα και πρέπει να μειωθεί σε ποσό 10.000 ευρώ για έκαστο εξ αυτών.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, οι υπό στοιχεία Α και Γ εφέσεις και αφού εξαφανισθεί εν μέρει η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς την από 9/6/2021 αγωγή, κατά τα ειδικότερα εκτεθέντα στο σκεπτικό, πρέπει η υπόθεση να κρατηθεί από το παρόν Δικαστήριο, να δικαστεί στην ουσία, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα και να αναγνωριστεί ότι ο πρώτος, δεύτερος, τρίτος και τέταρτη των εναγόντων, οφείλουν να καταβάλλουν εις ολόκληρον έκαστος: στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ, σε καθένα εκ των δεύτερης, τρίτου και τέταρτου των εναγόντων το ποσό των τριάντα πέντε χιλιάδων (35.000) ευρώ, σε καθένα εκ των πέμπτου, έκτης και έβδομης των εναγόντων το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε καθένα εκ των όγδοου και ένατης των εναγόντων, ως αυτοί εκπροσωπούνται νόμιμα από τους ασκούντες τη γονική τους μέριμνα γονείς τους, δεύτερη και πέμπτο των εναγόντων, το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, σε κάθε μια εκ των ενδέκατης και δωδέκατης των εναγουσών, ως αυτές εκπροσωπούνται νόμιμα από τους ασκούντες τη γονικής τους μέριμνα γονείς τους, τρίτο και έκτη των εναγόντων, το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, στον δέκατο τέταρτο των εναγόντων, ως αυτός εκπροσωπείται νόμιμα από τους ασκούντες τη γονική του μέριμνα γονείς του, τέταρτο και έβδομη των εναγόντων το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και σε κάθε μια εκ των δέκατης έκτης, δέκατης έβδομης και δέκατης όγδοης των εναγόντων, το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ήτοι το συνολικό ποσό των διακοσίων σαράντα χιλιάδων (240.000) ευρώ, άπαντα δε τα ποσά αυτά με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής και έως την εξόφληση. Πρέπει, δε, να εξαφανιστεί η διάταξη της εκκαλουμένης για τα δικαστικά έξοδα και να υποχρεωθούν οι εκκαλούντες να καταβάλλουν στους εφεσίβλητους μέρος της δικαστικής τους δαπάνης (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, όπως ειδικότερα καθορίζεται στο διατακτικό. Περαιτέρω πρέπει να απορριφθεί η υπό στοιχείο Β έφεση ως ουσία αβάσιμη, κατόπιν δε της απορρίψεως αυτής καθίσταται χωρίς αντικείμενο η εξέταση στην ουσία των υπό στοιχεία Δ, Ε και ΣΤ εφέσεων, εφόσον αυτές ασκήθηκαν για την περίπτωση που η υπό στοιχείο Β έφεση των εναγόντων γίνει δεκτή και αυξηθεί το επιδικασθέν ποσό αποζημίωσης εις βάρος των εκκαλούντων και το οποίο δύνανται να αναζητήσουν από την εφεσίβλητη δικονομική εγγυήτρια τους και επομένως αυτές πρέπει να απορριφθούν και να επιβληθεί η δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων εις βάρος των εκκαλούντων. Επίσης πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές οι υπό στοιχεία Ζ, Η και Θ πρόσθετες παρεμβάσεις υπέρ των τριών πρώτων εναγόμενων, αντίστοιχα και κατά των εναγομένων, πλην των 10ης, 13ου και 15ου, ως προελέχθη ανωτέρω και τα δικαστικά έξοδα της παρεμβαίνουσας να επιβληθούν εν μέρει εις βάρος των καθ’ ων. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή των παραβόλων, που κατέβαλαν οι εκκαλούντες των ως άνω απορριφθεισών εφέσεων στο δημόσιο ταμείο, λόγω της ήττας τους και η επιστροφή του παραβόλου στους νικήσαντες εκκαλούντες, λόγω της αποδοχής των εφέσεων τους (άρθρο 495 παρ.3 εδαφ.τελευτ ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, ερήμην των 19ης, 20ης, 21ης των εφεσίβλητων της υπό στοιχείο Α έφεσης, της 5ης εφεσίβλητης της υπό στοιχείο Β έφεσης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων: Α) την από 1/10/2024 έφεση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………../2024 και β) δικογράφου ……../2024, Β) την από 1/10/2024 έφεση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……./2024 και β) δικογράφου ……../2024, Γ) την από 25/9/2024 έφεση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……../2024 και β) δικογράφου …./2025, Δ) την από 1/10/2024 έφεση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……./2024 και β) δικογράφου ……../2025, Ε) την από 1/10/2024 έφεση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……/2024 και β) δικογράφου ……../2025, ΣΤ) την από 1/10/2024 έφεση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ………/2024 και β) δικογράφου ……/2025, Ζ) την από 13/2/2025 πρόσθετη παρέμβαση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2025, Η) την από 13/2/2025 πρόσθετη παρέμβαση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2025, Θ) την από 13/2/2025 πρόσθετη παρέμβαση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2025 και Ι) την από 25/9/2024 έφεση, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ένδικου μέσου ……../2025 και β) δικογράφου …………/2025.
Ορίζει το παράβολο για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ για έκαστο των απόντων διαδίκων.
Α-Γ) Απορρίπτει τυπικά την υπό στοιχείο Α έφεση ως προς τους 10η, 13ο, 15ο, 19η, 20η, 21η και 22η των εφεσίβλητων.
Επιβάλλει εις βάρος των εκκαλούντων την δικαστική δαπάνη των 10ης, 13ου, 15ου και 22ης των εφεσίβλητων, την οποία ορίζει, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.
Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την υπό στοιχείο Α έφεση, κατά το μέρος που αναφέρεται στο σκεπτικό, ως προς τους λοιπούς εφεσίβλητους.
Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την υπό στοιχείο Γ έφεση, κατά το μέρος που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 2107/2017 οριστική απόφασή του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά το μέρος που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 9/6/2021 αγωγής, κατά το μέρος που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει την υποχρέωση των πρώτου, δεύτερου, τρίτου και τέταρτης των εναγόμενων να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος: στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ, σε καθένα εκ των δεύτερης, τρίτου και τέταρτου των εναγόντων το ποσό των τριάντα πέντε χιλιάδων (35.000) ευρώ, σε καθένα εκ των πέμπτου, έκτης και έβδομης των εναγόντων το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε καθένα εκ των όγδοου και ένατης των εναγόντων, ως αυτοί εκπροσωπούνται νόμιμα από τους ασκούντες τη γονική τους μέριμνα γονείς τους, δεύτερη και πέμπτο των εναγόντων, το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, σε κάθε μια εκ των ενδέκατης και δωδέκατης των εναγόντων, ως αυτές εκπροσωπούνται νόμιμα από τους ασκούντες τη γονικής τους μέριμνα γονείς τους, τρίτο και έκτη των εναγόντων, το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, στον δέκατο τέταρτο των εναγόντων, ως αυτός εκπροσωπείται νόμιμα από τους ασκούντες τη γονική του μέριμνα γονείς του, τέταρτο και έβδομη των εναγόντων το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και σε κάθε μια εκ των δέκατης έκτης, δέκατης έβδομης και δέκατης όγδοης των εναγόντων, το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ήτοι το συνολικό ποσό των διακοσίων σαράντα (240.000) ευρώ, άπαντα δε τα ποσά αυτά με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής και έως την εξόφληση.
Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων των υπό στοιχεία Α και Γ εφέσεων μέρος των δικαστικών εξόδων των ως άνω εφεσίβλητων, τα οποία ορίζει, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, στο ποσό των δεκαέξι χιλιάδων διακοσίων (16.200) ευρώ.
Διατάσσει την επιστροφή των παραβόλων για την άσκηση των υπό στοιχεία Α και Γ εφέσεων στους καταθέσαντες τούτα.
Β) Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την υπό στοιχείο Β έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων, την δικαστική δαπάνη των τεσσάρων πρώτων εφεσίβλητων, την οποία ορίζει, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου για την άσκηση της υπό στοιχείο Β έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο.
Δ-Ε-ΣΤ) Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν τις υπό στοιχεία Δ, Ε και ΣΤ εφέσεις.
Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων, την δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, την οποία ορίζει, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή των παραβόλων για την άσκηση των υπό στοιχεία Δ, Ε και ΣΤ εφέσεων στο Δημόσιο Ταμείο.
Ζ-Η-Θ) Απορρίπτει τις υπό στοιχεία Ζ,Η και Θ παρεμβάσεις, ως προς τους 10η, 13ο και 15ο των καθ’ ων και δέχεται εν μέρει αυτές ως προς τους λοιπούς καθ’ ων.
Επιβάλλει σε βάρος της παρεμβαίνουσας, την δικαστική δαπάνη των 10ης, 13ου και 15ου των καθ’ ων, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ και επιβάλλει σε βάρος των λοιπών καθ’ ων, μέρος της δικαστικής δαπάνης της παρεμβαίνουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.
Ι) Απορρίπτει τυπικά την υπό στοιχείο Ι έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας, την δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, την οποία ορίζει, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου για την άσκηση της υπό στοιχείο Ι εφέσεως στο Δημόσιο Ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 7 Νοεμβρίου 2025.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Β. ΠΟΡΤΟΚΑΛΛΗΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΣΚΟΥΡΤΗ