ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 687/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Λάζαρο Γιαπαλάκη Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Προϊστάμενο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από την Γραμματέα E.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία ΠΑΛΑΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα στην οδό ………….., το οποίο εκπροσωπήθηκε από την δικαστική του πληρεξούσια Αθηνά Αβράμη του Ν.Σ.Κ. με Α.Μ…… με δήλωση του άρθρου 242 παράγραφο 2 ΚΠΟΛΔ.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΙ:1) ……………., υπό την ιδιότητα του ως κληρονόμου του ……….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γρηγόριο Μανουσάκη του Δ.Σ.Π με Α.Μ. ………., 2) ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα στην οδό …….., με ΑΦΜ ………… και το οποίο εκπροσωπήθηκε από την δικαστική πληρεξούσια του Κωνσταντίνα Πάτσου του Ν.Σ.Κ. με Α.Μ. ………. με δήλωση του άρθρου 242 παράγραφος 2 ΚΠΟΛΔ.
Ο ………… άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 20-12-2012 αγωγή και με αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου …………/2012 και το κυρίως παρεμβαίνον ΠΑΛΑΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ άσκησε ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου την με αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου …../2013 κύρια παρέμβαση του οι οποίες αφού συνεκδικάστηκαν αντιμωλία των διαδίκων εκδόθηκε η με αριθμό 1176/2024 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου (τακτική διαδικασία) η οποία αφού συνεκδίκασε την αγωγή και την παρέμβαση απέρριψε την παρέμβαση ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της και την αγωγή ως αόριστη.
Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ ../2025 και Ε.Α.Κ. ../2025 και δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά την παραπάνω δικάσιμο η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά, τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του πρώτου εφεσίβλητου, παραστάθηκε στο ακροατήριο του δικαστηρίου ως ανωτέρω και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις του, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος και του η πληρεξούσια δικηγόρος του δεύτερου εφεσίβλητου κατέθεσαν εμπρόθεσμα τις προτάσεις τους και παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Η από 14-10-2024 και με αριθμό έκθεσης δικογράφου ……./2025 έφεση προς εξαφάνιση της 1176/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), το οποίο συνεκδικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την από 20-12-2012 με αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου ……/2012 αγωγή που άσκησε ο πρώτος εφεσίβλητος κατά του δεύτερου εφεσίβλητου και την από με αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου ……/2013 κύρια παρέμβαση του πρώτου εκκαλούντος απέρριψε αυτές έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ. 1 ΚΠΟΛΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 του ίδιου Κώδικα και πριν παρέλθουν δύο έτη από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης, καθώς αυτή δημοσιεύτηκε στις 9-4-2024 και η έφεση ασκήθηκε στις 14-10-2024 (βλ. την από με αριθμό έκθεση κατάθεση δικογράφου έφεσης …………/14-10-2024). Ακόμη για το παραδεκτό της άσκησης της δεν απαιτείται η καταβολή του παράβολου που προβλέπεται στο άρθρο 495 παράγραφο 3 του ΚΠΟΛΔ δεδομένου ότι το εκκαλούν απαλλάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 36 πδ 28/1931 (ΦΕΚ α΄ 239/1931) της προκαταβολής των τελών της δίκης μεταξύ των οποίων και το εν λόγω παράβολο(βλ. Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, ερμηνεία ΚΠΟΛΔ τόμος Α, έκδοση 2018, άρθρο 495, αριθμός 19). Επομένως, η ως άνω έφεση, όπως εισάγεται ενώπιον του αρμόδιου κατ’ άρθρο 19 περ. α’ ΚΠΟΛΔ παρόντος Δικαστηρίου που δικάζει με την ίδια ως πρωτοδίκως τακτική διαδικασία πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατ` άρθρο 533 παρ.1 ΚΠΟΛΔ.
Με την από με αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου ……./2012 αγωγή του ενάγοντος και ήδη πρώτου εφεσίβλητου κατά του εναγόμενου και ήδη δεύτερου εφεσίβλητου εκθέτει ότι αυτός είναι κύριος τριών συνεχόμενων αγροτεμαχίων συνολικού εμβαδού 429,33 τ.μ., όπως αυτά λεπτομερώς περιγράφονται κατά θέση, έκταση και όρια στο αγωγικό δικόγραφο που βρίσκονται στη θέση …….. της κτηματικής περιφέρειας του δήμου Κερατσινίου Δραπετσώνας, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου τα οποία απέκτησε με παράγωγο τρόπο από τους ……….. δυνάμει του με αριθμό ………./15/9/1966 πωλητήριου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιά ……….., νόμιμα μεταγεγραμμένου. Ότι τα ανωτέρω ακίνητα αποτελούν τμήμα μείζονος έκτασης, εμβαδού 6.825 τμ, την οποία απέκτησαν οι δικαιοπάροχοι του κατά τον εκτιθέμενο στην αγωγή τρόπο. Ότι σε κάθε περίπτωση έχει αποκτήσει την κυριότητα των ακινήτων του και με πρωτότυπο τρόπο ήτοι με τα προσόντα της τακτικής χρησικτησίας, καθώς νέμεται αυτό από το έτος 1966 με νόμιμο τίτλο και καλή πίστη επί τουλάχιστον δέκα έτη ασκώντας τις αναφερόμενες στην αγωγή πράξεις νομής, καθώς και με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας νεμόμενος αυτό επί είκοσι έτη ασκώντας τις στην αγωγή αναφερόμενες πράξεις νομής χωρίς να έχει ενοχληθεί οποτεδήποτε από οιανδήποτε τρίτο. Ότι κατά την έναρξη του κτηματολογίου στην περιοχή του Κερατσινίου τα επίδικα αγροτεμάχια εμφανίστηκαν ως ένα ενιαίο γεωτεμάχιο, εμβαδού 385 τ.μ. το οποίο έλαβε ΚΑΕΚ ………… με κύριο το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά και προσδιορίζοντας την αξία του επίδικου στο ποσό των 25.000 ευρώ ζητεί να αναγνωριστεί η αποκλειστική κυριότητα του επί του ανωτέρω ακινήτου και να διαταχθεί η διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής με την αναγραφή του ίδιου ως κυρίου αυτού στο οικείο κτηματολογικό φύλλο, αντί της εσφαλμένης καταχώρισης ότι αυτό ανήκει στο εναγόμενο καθώς επίσης να καταδικαστεί το εναγόμενο στην δικαστική του δαπάνη.
Το κυρίως παρεμβαίνων Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο με το δικόγραφο της κύριας παρέμβασης του, επαναλαμβάνοντας το περιεχόμενο της υπό κρίσης αίτησης ισχυρίζεται ότι το επίδικο ακίνητο του ανήκει κατά κυριότητα καθώς εμπίπτει εντός του ΑΒΚ …… Δημοσίου Κτήματος το οποίο ανήκει στην Ιερά Μονή ………… στην οποία είχε περιέλθει σε ευρύτερη έκταση με πρωτότυπο τρόπο και συγκεκριμένα με τα προσόντα της τακτικής χρησικτησίας του βυζαντινορωμαικού δικαίου. Ότι κατά την διάλυση της παραπάνω Ιερής Μονής τα ακίνητα της μεταξύ των οποίων και το επίδικο περιήλθε στην δική της κυριότητα δυνάμει των διαταγμάτων α) της 4-12-1834 Περί της ιδιοκτησίας των εν τοις Μοναστηρίοις μοναχών, β) της 25-8-1835 Περί των εν τω βασιλείω Μοναστηριών, γ) της 26-4-1834 Περί ιδιοκτητών Μοναστηριών και Εκκλησιών, δ) 20-5-1836 Περί των εκκλησιαστικών κτημάτων και ε) της 13-7-1838 και της 29-4-1843 με τα οποία διατάγματα όλη η περιουσία των διαλυθεισών ιερών μονών μεταβιβάστηκε σε αυτό. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά ζητεί να απορριφθεί η ένδικη αγωγή να αναγνωριστεί το ίδιο ως έχον αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή επί του επίδικου ακινήτου, να διαταχθεί η διόρθωση της αρχικής εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιώς, ώστε να καταχωρηθεί το ίδιο ως κύριος αυτού και να καταδικαστούν οι καθ’ ων η κύρια παρέμβαση στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο συνεκδικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την αγωγή και την κύρια παρέμβαση κατά την τακτική διαδικασία απέρριψε την αγωγή ως αόριστη και την κύρια παρέμβαση ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας.
Με την ένδικη έφεση του το κυρίως παρεμβαίνον παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και δη ότι εσφαλμένα απορρίφθηκε η κύρια παρέμβαση του ως απαράδεκτη και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και να αναγνωριστεί η κυριότητα, νομή και κατοχή αυτού στο επίδικο καθώς επίσης να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι στην δικαστική του δαπάνη.
Ως προς τον λόγο της έφεσης και δη του ότι η ένδικη παρέμβαση ασκήθηκε απαράδεκτα διότι ως προς την περιγραφή του επίδικου με την αγωγή γεωτεμαχίου του οποίου το ανωτέρω εκκαλούν ζητεί να αναγνωριστεί ως κύριος γίνεται μόνο παραπομπή στο κείμενο της ήδη κριθείσης αγωγής ως αόριστης ως προς αυτό το ζήτημα λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΚΠΟΛΔ προκύπτει ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για τη νομική θεμελίωσή της, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Όταν στο δικόγραφο της αγωγής δεν περιέχονται τα πιο πάνω στοιχεία ή όταν αυτά περιέχονται κατά τρόπο ελλιπή ή ασαφή, τότε η έλλειψη αυτή καθιστά μη νομότυπη την άσκησή της και επιφέρει την απόρριψή της ως απαράδεκτης λόγω αοριστίας, είτε κατόπιν προβολής της σχετικής ένστασης, είτε και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο της ουσίας. Προκειμένου, ειδικότερα, περί διεκδικητικής ή αναγνωριστικής της κυριότητας ακινήτου αγωγής απαιτείται, για το ορισμένο αυτής, εκτός από τα προβλεπόμενα κατά το άρθρο 1094 ΑΚ, 70, 118 και 216 ΚΠΟΛΔ στοιχεία, και ακριβής περιγραφή του επίδικου ακινήτου, δηλαδή, ο προσδιορισμός του κατά θέση, έκταση, ιδιότητα και όρια και, μάλιστα, τόσο λεπτομερής, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ως προς την ταυτότητά του. Δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται οι όμοροι ιδιοκτήτες, οι πλευρικές διαστάσεις, το σχήμα και ο ακριβής προσανατολισμός του ακινήτου, ούτε να επισυνάπτεται τοπογραφικό διάγραμμα (ΑΠ 14/2023, ΑΠ 982/2021). Όταν το διεκδικούμενο ακίνητο φέρεται ως τμήμα μεγαλύτερου ακινήτου, ο ενάγων έχει υποχρέωση, εκτός από την έκταση του διεκδικούμενου αυτού τμήματος, να προσδιορίσει τη θέση του μέσα στο μεγαλύτερο ακίνητο, του οποίου έχει γίνει ακριβής περιγραφή, και τα όριά του, ώστε να είναι δυνατόν στον εναγόμενο μεν να αντιτάξει άμυνα περί συγκεκριμένου και όχι ασαφούς επίδικου αντικειμένου, στο δικαστήριο δε να εκδώσει απόφαση δεκτική εκτέλεσης (ΑΠ 1390/2023, ΑΠ 1068/2023, ΑΠ 982/2021). Η αναφορά του κωδικού αριθμού Κτηματολογίου του επίδικου ακινήτου, ο οποίος είναι δωδεκαψήφιος και μοναδικός για κάθε ακίνητο, προσδιορίζει κατά τρόπο αναμφισβήτητο και σαφή την θέση, την έκταση και τα όρια αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του 4 παρ. 1 του ν.2664/1999, ώστε να μην γεννάται αμφιβολία για την ταυτότητά του. Η σύνδεση του ακινήτου με το ΚΑΕΚ διαρκεί μέχρις ότου ο τελευταίος καταργηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 3 του ίδιου ως νόμου (ΑΠ 1620/2013, ΑΠ 1070/2013). Επομένως με βάση τα παραπάνω ο σχετικό λόγος έφεσης πρέπει να γίνει δεκτός διότι για το ορισμένο της αγωγής εφόσον αντικείμενο της δίκης είναι όλο το ακίνητο-γεωτεμάχιο όπως αυτό αποτυπώνεται στο κτηματολογικό διάγραμμα και όχι τμήμα του ώστε να αρκεί η αναφορά του ΚΑΕΚ χωρίς να απαιτούνται η θέση, τα σύνορα, το εμβαδόν, οι πλευρικές του διαστάσεις ή η επισύναψη τοπογραφικού διαγράμματος όπως απαιτείται στις λοιπές εμπράγματες αγωγές. Επίσης, εάν ο επικαλούμενος τρόπος κτήσης κυριότητας είναι η παράγωγη κτήση για το ορισμένο της αγωγής θα πρέπει να εκτίθεται στην αγωγή ότι η κυριότητα του επίδικου ακινήτου μεταβιβάστηκε στον ενάγοντα για ορισμένη αιτία με συμβολαιογραφικό έγγραφο, το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα, χωρίς και τη μνεία του τόμου μεταγραφής, καθώς και ότι ο δικαιοπάροχος του ήταν κύριος μεταβιβασθέντος ακινήτου, χωρίς να είναι αναγκαία και η αναφορά στο όνομα του τελευταίου. Δεν είναι απαραίτητο στοιχείο ο τρόπος κτήσης κυριότητας από το δικαιοπάροχο, εκτός αν ο εναγόμενος αμφισβητήσει την κυριότητα του τελευταίου, οπότε ο ενάγων κατά παραδεκτή συμπλήρωση της αγωγής με τις προτάσεις του της πρώτης συζήτησης να ισχυρισθεί και να αποδείξει τα περιστατικά που στηρίζουν την κτήση κάποτε του δικαιώματος από το δικαιοπάροχο του και ανάλογα με την έκταση της αμφισβήτησης και των απώτερων δικαιοπαρόχων μέχρι τη συμπλήρωση πρωτότυπου τρόπου κτήσης της κυριότητας αυτών (ΑΠ 23/2020, ΑΠ 403/2018, ΑΠ 78/2015, ΑΠ 1014/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΠατρών 87/2019 ΤΝΠ ΔΣΑ). Περαιτέρω εάν ο επικαλούμενος τρόπος κτήσης κυριότητας είναι η έκτακτη χρησικτησία κατ’ άρθρο 1045 του ΑΚ, τότε ο ενάγων πρέπει να επικαλεσθεί την εικοσαετή νομή (άρθρο 974 ΑΚ) και να καθορίσει συγχρόνως και τις μερικότερες υλικές πράξεις αυτής, από τις οποίες, αν αποδειχθούν, θα συναχθεί η πραγμάτωση της θέλησης του κατόχου να κατέχει το πράγμα σαν δικό του, που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του ακινήτου και, κατά την αντικειμενική συναλλακτική αντίληψη, είναι δηλωτικές εξουσίασης αυτού (βλ. ΑΠ 141/2018, ΑΠ 80/2015 και ΑΠ 27/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, αρκεί να εκτίθενται οι υλικές πράξεις νομής του ιδίου ενώ ο τρόπος κτήσεως της κυριότητας επ’ αυτού (επιδίκου ακινήτου) από τον δικαιοπάροχο του τελευταίου (ενάγοντος) δεν αποτελεί στοιχείο της αγωγής. Μόνο αν ο εναγόμενος με τις προτάσεις της πρωτοβάθμιος δίκης αμφισβητήσει την κυριότητα όχι μόνον του ενάγοντος, αλλά και των αμέσων και απώτερων δικαιοπαρόχων του, ο τελευταίος οφείλει, αν δεν το έχει κάνει καθ’ υποφοράν με το δικόγραφο της αγωγής, κατ’ επιτρεπτή, κατά το άρθρο 224 εδ.β΄ του Κ.Πολ.Δ συμπλήρωση του δικογράφου της, να καθορίσει και τον τρόπο κτήσεως της κυριότητας των προκτητόρων του εωσότου φθάσει σε πρωτότυπο τρόπο κτήσης κυριότητας (ΑΠ 643/2017, ΝΟΜΟΣ). Ο ενάγων ανέφερε τον τρόπο κτήσης του ακινήτου με παράγωγο αλλά και πρωτότυπο τρόπο, τόσο οι ίδιος όσο και οι απώτεροι δικαιοπάροχοί του, προσδιορίζοντας τη σειρά τίτλων διαδοχής των δικαιοπαρόχων του. Συνεπώς, η αγωγή είναι πλήρως ορισμένη, ενώ δεν ήταν απαραίτητο να εκθέσει σ’ αυτήν ο ενάγων, αν το επίδικο ακίνητο ήταν δεκτικό χρησικτησίας έναντι του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, αν δηλαδή, είχαν αποκτήσει κυριότητα επ’ αυτού οι απώτεροι δικαιοπάροχοί του με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του ΒΡΔ 11-09-1915, αφού οι ισχυρισμοί αυτοί είναι αντικείμενο απόδειξης του εναγόμενου.
Επειδή από τις ρυθμίσεις που περιέχονται στο Πρωτόκολλο της 21.1/3.2.1830 ” περί ανεξαρτησίας της Ελλάδος” (ιδίως στο άρθρο 5 αυτού) και στα ερμηνευτικά αυτού Πρωτοκόλλα της 4/16.6.1830 και της 19.6/1.7.1830, σε συνδυασμό με τις ρυθμίσεις της από 27.6/9.7.1832 Συνθήκης της Κων/λεως “περί οριστικού διακανονισμού των ορίων της Ελλάδος” και τις διατάξεις του άρθρου 16 του νόμου της 26.6/10.7.1837 “περί διακρίσεως κτημάτων” προκύπτει, ότι το Ελληνικό Δημόσιο δεν έγινε καθολικός διάδοχος του Τουρκικού Κράτους, αλλά στην κυριότητά του περιήλθαν εκείνα μόνο τα κτήματα των Οθωμανών, τα οποία κατά τη διάρκεια του πολέμου κατέλαβε με τις στρατιωτικές δυνάμεις και δήμευσε και εκείνα, τα οποία, κατά το χρόνο υπογραφής των ως άνω Πρωτοκόλλων, είχαν εγκαταληφθεί από τους (αναχωρήσαντες από την απελευθερωθείσα Ελλάδα) Οθωμανούς, πρώην κυρίους αυτών και δεν είχαν καταληφθεί από τρίτους έως την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου περί διακρίσεως κτημάτων, όχι όμως και τα όσα κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης και ακολούθως κατεχόνταν από Έλληνες ιδιώτες με διάνοια κυρίου έστω και χωρίς έγκυρο και ισχυρό τίτλο. Ως προς τα ευρισκόμενα στην Αττική οθωμανικά κτήματα, δεν μπορεί να γίνει λόγος για περιέλευσή τους στην κυριότητά του Ελληνικού Δημοσίου με το δικαίωμα του πολέμου, αφού η Αττική δεν κατακτήθηκε με όπλα, αλλά παραχωρήθηκε στο Ελληνικό Κράτος στις 31.3.1833, με βάση την από 27.6/9.7.1832 Συνθήκη της Κων/λεως και κατόπιν σχετικών συμφωνιών μεταξύ των Ελληνικών και Τουρκικών αρχών, ενώ, εξάλλου, κατά τη διάρκεια της τρίτης Τούρκικης κυριαρχίας στην Αττική (δηλαδή από 25.5.1827 έως 31.3.1833) και ειδικότερα κατά το έτος 1829, ο κυρίαρχος Σουλτάνος είχε εκδώσει θέσπισμα με το οποίο παρεχώρησε δωρεάν στους Αθηναίους (Οθωμανούς και Ελληνες) την κυριότητα των ήδη κατεχομένων από αυτούς ακινήτων της Αττικής, τα σχετικά δε ιδιοκτησιακά τους δικαιώματα αναγνωρίστηκαν ακολούθως με το από 21.1/3.2.1830 Πρωτόκολλο Ανεξαρτησίας της Ελλάδος και με την πιο πάνω Συνθήκη της Κων/λεως. Περαιτέρω σύμφωνα με τις διατάξεις των ν. 8 παρ. 1 Κωδ. (7.39), ν. 9 παρ. 1 πανδ. (50.14), ν. 76 παρ. 1 πανδ. (18.1) και ν. 7 παρ. 3 πανδ (23.3) του Βυζαντινορωμαϊκού Δικαίου, που ίσχυε πριν από τον Αστικό Κώδικα (δηλαδή πριν τις 23.2.1946), σύμφωνα με το άρθρο 51 του ΕΙΣΝΑΚ, μπορούσε να αποκτηθεί η κυριότητα ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, κατόπιν άσκησης νομής επ` αυτού, με καλή πίστη και διάνοια κυρίου, σε χρονικό διάστημα μιας συνεχούς τριακονταετίας, με τη δυνατότητα αυτού που χρησιδεσπόζει, να συνυπολογίσει στο χρόνο της δικής του νομής και εκείνον του δικαιοπαρόχου του, εφόσον είχε γίνει με νόμιμο τρόπο καθολικός ή ειδικός διάδοχος αυτού, ενώ, κατά το ίδιο δίκαιο, που ίσχυε πριν από τον Αστικό Κώδικα, τα δημόσια κτήματα είχαν εξαιρεθεί από την τακτική χρησικτησία. Σύμφωνα δε, με τις διατάξεις των ν. 20 παρ. 12 πανδ. (5.8), ν. 27 πανδ. (18.1), 10, 15 παρ. 3, 17 και 48 πανδ. (41.3), 3 και 5 παρ. 1 πανδ. (41.10), 109 πανδ.(50.16) και 2 παρ. 7 και 4 παρ. 1 πανδ. (51.4) καλή πίστη εθεωρείτο η ειλικρινής πεποίθηση του χρησιδεσπόζοντος, ότι με την κτήση της νομής του πράγματος δεν προσβάλλεται κατ` ουσίαν το δικαίωμα κυριότητας άλλου. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προς εκείνες των άρθρων 18 και 21 του νόμου της 21.6/3.7.1837 “περί διακρίσεως δημοσίων κτημάτων”, συνάγεται ότι έκτακτη χρησικτησία χωρεί με τις προϋποθέσεις που εκτέθηκαν και σε δημόσια κτήματα, εφόσον όμως, η τριακονταετής νομή αυτών είχε συμπληρωθεί μέχρι της 11.9.1915, όπως αυτό προκύπτει, αφενός από τις διατάξεις του νόμου ΔΞΗ/1912 και των διαταγμάτων “περί δικαιοστασίου”, που εκδόθηκαν με βάση αυτόν και αφετέρου του άρθρου 21 του ΝΔ της 22.4/16.5.1926 ” περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης”, πλην όμως προϋπόθεση της συμπλήρωσης της τριακονταετούς νομής στο πρόσωπο του χρησιδεσπόζοντος ή των δικαιοπαρόχων του μέχρι τις 11.9.1915, για κτήση κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία, είναι ότι το ακίνητο είναι δημόσιο κτήμα. Εφόσον δεν πρόκειται για δημόσιο κτήμα, είναι δυνατή η κτήση κυριότητας με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία και μετά τις 11.9.1913, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις. Εξάλλου από το άρθρο 65 του ΕΙΣΝΑΚ, προκύπτει ότι αν η έκτακτη χρησικτησία άρχισε πριν από του ΑΚ και συμπληρώνεται υπό το καθεστώς του, από την έναρξη ισχύος του ΑΚ εφαρμόζονται οι διατάξεις του, οπότε απαιτείται εικοσαετής χρόνος νομής από τις 23.2.1946. Στην περίπτωση αυτή, η καλή πίστη για την έκτακτη χρησικτησία απαιτείται να υπάρχει μέχρι την έναρξη ισχύος του ΑΚ. Αν η έκτακτη χρησικτησία άρχισε και συμπληρώνεται πριν από τον ΑΚ εφαρμόζονται μόνο οι διατάξεις του παλαιού δικαίου τριακονταετία και καλή πίστη. Δεδομένου ότι η ένδικη αγωγή είναι πλήρως ορισμένη ως προελέχθη ανωτέρω διότι περιέχει όλα τα αναγκαία για το κύρος της στοιχεία που αναλύθηκαν ειδικότερα την νομική σκέψη της παρούσης πρέπει ως προελέχθη ανωτέρω να γίνει δεκτός ο λόγος της ένδικης έφεσης περί εσφαλμένης ερμηνείας του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου και πρέπει η εκκαλουμένη να εξαφανιστεί και να εκδικαστεί η υπόθεση εκ νέου. Η κρινόμενη αγωγή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την τακτική διαδικασία ( άρθρα 6 παρ.2, 17 παρ.4 ν.2664/1998) δεδομένου ότι έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα ήτοι εντός της αποκλειστικής προθεσμίας του άρθρου 6 παρ.2 στ.β το ν.2664/1998 διότι η ημερομηνία έναρξης του κτηματολογίου για την περιοχή του Κερατσινίου ορίστηκε η 11-6-2007 (βλ. την με αριθμό 419/2/31/5/2007 απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Κ.Χ.Ε.(Φ.Ε.Κ. 934/β/11/6/2007) ενώ τηρήθηκε και η νόμιμη προδικασία των άρθρων 13 παρ.2 εδ.2 ν.2664/1998 και 220 παρ.1 ΚΠΟΛΔ με την νομότυπη και εμπρόθεσμη καταχώριση αντίγραφου αυτής στο τηρούμενο φύλλο του επίδικου ακινήτου με αριθμό καταχώρισης …../3/1/2013 (βλ. το με αριθμό πρωτοκόλλου …../3/1/2013 πιστοποιητικό καταχώρησης εγγραπτέας πράξης του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά). Επιπλέον για το παραδεκτό της συζήτησης αντίγραφο της ένδικης αγωγής προσκομίζεται α) το με αριθμό πρωτ. ……/11/11/2022 αντίγραφο του κτηματολογικού φύλλου του επίδικου ακινήτου και β) το με ημερομηνία εκτύπωσης 24/10/2022 απόσπασμα του κτηματολογικού διαγράμματος (άρθρο 6 παρ.3 περ. ε ν. 2664/1998), προσκομίζονται δε δηλώσεις Ε.Ν.Φ.Ι.Α. ετών 2019-2025, από το από 15-1-2015 πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ προκύπτει ότι ο ενάγων έχει καταβάλλει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές ΕΝΦΙΑ και έχει απαλλαγεί από τον ΕΝΦΙΑ για το συγκεκριμένο ακίνητο και είναι ενήμερος ως προς την ρύθμιση. Σχετικά με την κύρια παρέμβαση προσκομίζεται από το κυρίως παρεμβαίνον το με αριθμό ……/16/12/2013 πιστοποιητικό καταχώρισης εγγραπτέας πράξης του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά με το οποίο βεβαιώνεται η νόμιμη καταχώριση της κύριας παρέμβασης στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου με ΚΑΕΚ …………., κτηματολογικό φύλλο και απόσπασμα κτηματολογικού διαγράμματος του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά και νήσων σχετικά με το επίδικο ΚΑΕΚ). Πρέπει επομένως αυτή να ερευνηθεί κατ’ ουσίαν.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων του ενάγοντος και του εναγόμενου που εξετάστηκαν ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και φωτογραφίες η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται(άρθρα 444γ, 448 παρ.3 ΚΠΟΛΔ) και την εν γένει αποδεικτική διαδικασία αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Τα επίδικα αποτελείται από τρία συνεχόμενα αγροτεμάχια εμφαινόμενα στους με αριθμούς 22,23 και 24 στο υπό χρονολογία Νοεμβρίου 1959 σχεδιάγραμμα του μηχανικού …….. προσηρτημένο στο με αριθμό ……./1960 συμβόλαιο, κείμενα στην θέση ….. της κτηματικής περιφέρειας του δήμου Νίκαιας εκτός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως αυτής και εκτός ζώνης της τέως περιφέρειας του δήμου Πειραιά, εκ των οποίων α)το με αριθμό ….. αγροτεμάχιο έκτασης 160 τμ, συνορευόμενο βορειανατολικά με προέκταση της οδού …. εφ’ ης έχει πρόσοψη μέτρων 8, βορειοδυτικώς με το κατωτέρω περιγραφόμενο με αριθμό ….. αγροτεμάχιο του ανωτέρω σχεδιαγράμματος, με πλευρά μέτρων 20, νοτιοδυτικώς με ιδιοκτησία ….., επί πλευράς μέτρων 8 και νοτιανατολικώς με το με αριθμό 21 αγροτεμάχιο του ανωτέρω σχεδιαγράμματος επί πλευράς μέτρων 20, β) το με αριθμό ….. αγροτεμάχιο εκτάσεως 160 τμ, συνορευόμενο βορειανατολικώς με προέκταση της οδού Δελφών, εφ’ ης έχει πρόσοψη 8 μέτρων, βορειοδυτικώς με το κατωτέρω περιγραφόμενο με αριθμό …. αγροτεμάχιο του ανωτέρω σχεδιαγράμματος επί πλευράς μέτρων 20 νοτιοδυτικώς με ιδιοκτησία …… επί πλευράς μέτρων 8 και νοτιανατολικώς με το ανωτέρω περιγραφόμενο με αριθμό 22 αγροτεμάχιο του ως άνω μνησθέντος σχεδιαγράμματος επί πλευράς μέτρων 20, γ) το με αριθμό 24 αγροτεμάχιο έκτασης 160 τμ, συνορευόμενο βορειανατολικώς με προέκταση της οδού ……, εφ’ ης έχει πρόσοψη μέτρων 8, βορειοδυτικώς με το με αριθμό ….. αγροτεμάχιο του ανωτέρω σχεδιαγράμματος επί πλευράς μέτρων 20, νοτιοδυτικώς με ιδιοκτησία ……., επί πλευράς μέτρων 8 και νοτιανατολικώς με το περιγραφόμενο με αριθμό ……. αγροτεμάχιο του ανωτέρω σχεδιαγράμματος επί πλευράς μέτρων 20. Τα τρία αυτά συνεχόμενα αγροτεμάχια στην θέση …….. ευρύτερης περιοχής του Δήμου τώρα Κερατσινίου-Δραπετσώνας συνενωθέντα και περιτοιχισμένα εις τις τρεις πλευρές ΑΒ-ΓΔ-ΒΓ και από την πλευρά ΔΑ της οδού …… με σιδεριά αποτέλεσαν ένα ενιαίο ακίνητο όπως αυτό εμφαίνεται από το τοπογραφικό διάγραμμα Ιούνιος 2012 του πολιτικού μηχανικού …… απεικονιζόμενα υπό τα στοιχεία ΑΒΓΔΑ εμβαδόν 429,33 τμ, το οποίο πρότερον ήταν 480 τμ. Το ανωτέρω ακίνητο βρίσκεται εκτός εγκεκριμένου σχεδίου της περιφέρειας πρώην Πειραιώς-Νίκαιας και έχει πρόσοψη επί της οδού …………. αποτελεούμενο από μία οικία 20 τμ, άδειας έτους 1977 με φως, νερό καθώς και μία αποθήκη- πρόχειρη κατασκευή και γύρωθεν καρποφόρα δέντρα (αμυγδαλιές, ελιές κ.λ.π.), και συνορεύει ΔΑ=23,31 με την οδό ……..(προέκταση …………) βορειανατολικά, ΑΒ=17,66 με ασφαλτοστρωμένο πέρασμα (παλαιά αγροτεμάχιο 21) νοτιοανατολικά, ΓΒ=24,99 δρόμος που οδηγεί σε ιδιωτικές κατοικίες (παλαιότερα ιδιοκτησία …) νοτιοδυτικά ΓΔ=17,96 με το 25 αγροτεμάχιο ιδιοκτησίας κληρονόμων ……. βορειοδυτικά όπως εμφαίνεται από το προαναφερθέν τοπογραφικό διάγραμμα και κατόπιν συνένωση-διαμόρφωσης των τριών συνεχόμενων αγροτεμαχίων, αποτελεί ένα ενιαίο ακίνητο μετά παλαιάς οικίας 20 τμ, επί της οδού …….. και φέρει ΚΑΕΚ …………. Το επίδικο αποτελεί τμήμα του καταγεγραμμένου με ΑΒΚ …… δημοσίου κτήματος στη θέση Τσελεπίτσαρι συνολικής έκτασης εμβαδού 912.790,50 τμ, όπως αποτυπώνεται με στοιχεία Α-Β-Γ- Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-0-Π-Ρ-Σ-Τ-Υ-Φ-Χ-Ψ-Ω-Α΄-Β΄-Γ΄-Δ΄-Ε΄-Ζ΄-Η΄-Θ΄-Ι΄-Κ΄-Λ΄-Μ΄-Ν΄-Ξ΄-0΄-Π΄-Ρ΄-Σ΄-Α στο από 31-12-1971 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού στο Υπουργείο Οικονομικών ……………. Το εν λόγω καταγεγραμμένο δημόσιο κτήμα αποτελεί με την σειρά του τμήμα του Εθνικού λιβαδιού με την γενική ονομασία ….. που φέρεται να είχε κατά το παρελθόν έκταση 10.000 στρέμματα και συνόρευε ανατολικά με λόφο …. ή κτήμα ….. δυτικά με γαίες της ιεράς ….., βόρεια με λιβάδι …. και νότια με γαίες παραχωρηθείσες στο …….. Η περιοχή αυτή του …… συμπεριλαμβανόμενης και της τοποθεσίας …….. και ήδη από του έτους 1890 συμπεριληφθείσες στις δημόσιες γαίες και είχε καταγραφεί με αύξοντα αριθμό ….. στον γενικό πίνακα εθνικών και εκκλησιαστικών κτημάτων, με τα προαναφερθέντα όρια (……………..) που υποβλήθηκε προς το Υπουργείο Οικονομικών με το με αριθμό πρωτοκόλλου …………/16-5-1890 έγγραφο του Οικονομικού Εφόρου Πειραιά. Στην τεράστια αυτή έκταση του ….. διεκδικούν δικαιώματα το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο και το Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο με την ένδικη παρέμβαση του όπως επίσης και ο ενάγων με παράγωγο τρόπο κτήσης από τον ………………. Από την από 27-5-2003 τεχνική έκθεση έρευνας ομάδας εργασίας έρευνας ιδιοκτησιακού καθεστώτος ………. (συγκροτηθείσας από την πολιτικό μηχανικό …….., τον τοπογράφο μηχανικό ………….), προκύπτουν τα εξής: Η περιουσία της εκκλησίας στην περιοχή που εξετάζομε δεν ήταν ενιαία. Αποτελούνταν από μεγάλα τεμάχια διασπασμένα με νοτιότερο την θάλασσα, βορειότερο τις παρυφές του ….., ανατολικό το λιμάνι της ….. και δυτικό την παραλία του …… Οι θέσεις που υπήρχαν ακίνητα εκκλησιαστικά είναι …………….. Επομένως από τους παραπάνω πίνακες προκύπτει ότι τα ακίνητα που περιγράφονται αποτελούσαν καλλιεργήσιμες γαίες συνολικής έκτασης που ποικίλει από 1600 τετρ. Πήχεις ή και 2177 στρέμματα και δεν προκύπτει από πουθενά η κυριότητα της μονής ………. επί λιβαδιού 10.000 στρεμμάτων. Ως εκ τούτου όσον αφορά την διχογνωμία για την προέλευση του λιβαδιού ……. έχομε την πεποίθηση ότι επρόκειτο περί εθνικού κτήματος και δεν είχε περιέλευση εκκλησιαστική περιουσία(σελίδα 8-9). Ακολούθως στην σελίδα 11 της ανωτέρω τεχνικής έκθεσης αναφέρεται ότι δεν υπάρχει τοπογραφικό διάγραμμα εκκλησιαστικής περιουσίας για τις θέσεις …. Τέλος στην σελίδα 38 αναφέρεται: Το ………….. δεν μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε αν περιέχεται όλο ή μέρος του από την εκκλησιαστική περιουσία το δε υπόλοιπο εκ της διαδοχής του Τουρκικού Δημοσίου ως βουνώδη έκταση. Σίγουρα ένα τμήμα του αποτελούσε εκκλησιαστική περιουσία. Σίγουρα όμως πρόκειται για βουνώδη έκταση που έχει καταγραφεί σήμερα σαν ΒΚ ……. με εμβαδό 1000 περίπου στρέμματα. Όπως αποδείχτηκε το ακίνητο βρίσκεται στην βουνώδη έκταση του δημοσίου κτήματος ΒΚ ……. το οποίο εκτείνεται από την οδό …… στα ανατολικά και βόρεια έως την σημερινή οδό …..(προέκταση της …………) νότια και έως την σημερινή οδό …. τμήμα του έχει ενταχθεί στο ρυμοτομικό σχέδιο, ενώ τμήμα του παραμένει εκτός σχεδίου. Πρόκειται ειδικότερα για τον λόφο …….. όπου παλαιότερα λειτουργούσαν λατομεία η λειτουργία των οποίων έπαυσε το 1978 και αργότερα το έτος 1984 παραχωρήθηκε στους δήμους Νίκαιας και Κερατσινίου και ήδη από το έτος αυτό είχε κατασκευαστεί το ….. και αργότερα ανεγέρθηκαν ολυμπιακές και άλλες αθλητικές εγκαταστάσεις, σχολικά συγκροτήματα και χώρο πράσινου. Σε αυτή την έκταση του λόφου …. βρίσκεται το επίδικο. Στην συγκεκριμένη θέση η κυριότητα ανήκει στον εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο και όχι στον κυρίως παρεμβαίνον Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο ούτε και στον ενάγοντα ……. στην θέση του οποίου υπεισήλθε λόγω κληρονομικής διαδοχής ο γιος του ……………. Ειδικότερα η περιοχή αυτή μετά το τέλος των αγώνων υπέρ της ανεξαρτησίας του Ελληνικού Έθνους περιήλθε στην νομή του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου το οποίο νεμόταν διάνοια κυρίου και καλή πίστη αδιαλείπτως μέχρι το έτος 1915 ενώ την νέμεται έως και σήμερα ενεργώντας με τα νόμιμα όργανα του όλες τις πράξεις της νομής και κατοχής που προσιδιάζουν στην φύση και στον προορισμό του, όπως εκμισθώσεις προς τρίτους, χαρτογραφήσεις, κατεδαφίσεις αυθαιρέτων, αναδασώσεις, παραχωρήσεις, εκδόσεις πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής, φύλαξη και εποπτεία, ανέγερση δημοσίων εκτάσεων (…….), καθώς και αποκρούσεις επεμβάσεων τρίτων. Ειδικότερα την ευρύτερη περιοχή του …… χαρακτηριζόμενη ως εθνική έκταση το Ελληνικό Δημόσιο εκμίσθωνε σε τρίτους όπως προκύπτει από τα παρακάτω έγγραφα: α) την με αριθμό …/1888 αρχική διακήρυξη δημοπρασίας επταετούς ενοικίασης χορτονομής, β) τις με αριθμό …/1888 και …./1888 επαναληπτικές διακηρύξεις δημοπρασίας επταετούς ενοικίασης χορτονομής, γ) την με αριθμό …/1889 επαναληπτική δημοπρασίας ενοικίασης χορτονομής, δ) την με αριθμό …/1896 διακήρυξη δημοπρασίας πενταετούς ενοικίασης χορτονομής, ε) την με αριθμό …/1925 διακήρυξη δημοπρασίας πενταετούς ενοικίασης χορτονομής, στ) το από 16-11-1931 πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής ακινήτων από το Ελληνικό Δημόσιο προς τον ενοικιαστή της έκτασης του …. 10.000 στρεμμάτων …., αναδειχθέντα στην δημοπρασία που διενεργήθηκε σύμφωνα με την με αριθμό …/24/3/1931 διακήρυξη πενταετούς ενοικίασης χορτονομής, ζ) το από 14/12/1939 ενοικιαστήριο, η) τα πρακτικά δημοπρασίας για ενοικίαση της ίδιας έκτασης έως την 7-11-1938 βάση της με αριθμό …….. διακήρυξης του Οικονομικού Εφόρου, θ) το από 20-11-1950 ενοικιαστήριο για βοσκή ποιμνίου, ι) το από 24-7-1953 έγγραφο της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων περί αναγκαστικής παράτασης της παραπάνω μίσθωσης. Επίσης το Ελληνικό Δημόσιο προέβαινε στην σύνταξη τοπογραφικών διαγραμμάτων της παραπάνω εντολής και συγκεκριμένα με εντολή του εκπονήθηκαν: α)τα από 12-4-1858 και 26-3-1889 διαγράμματα του γεωμέτρη ………….., β) τα από 5-5-1893 και 19-11-1889 διαγράμματα του γεωμέτρη …… γ) το από 27-11-1901 διάγραμμα ……….., δ) το από Ιούνιο του 1939 διάγραμμα του ……….. και ε) το από 30-12-1971 κατατοπιστικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……………. Ακόμη Το Ελληνικό Δημόσιο προέβαινε ήδη από το έτος 1880 σε παραχωρήσεις τμημάτων της παραπάνω περιοχής σε ιδιώτες, όπως προκύπτει από τον επικαλούμενο και προσκομιζόμενο κατάλογο ……. παραχωρητηρίων της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιώς που αναφέρονται στην περιοχή του ……. (βλ. την με αριθμό 489/2006 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς). Στην ίδια περιοχή συμπεριλαμβανόμενης της επίδικης εδαφικής έκτασης το Ελληνικό Δημόσιο από τότε που κατά τα προαναφερόμενα περιήλθε σε αυτό η νομή του την φύλασσε, την επέβλεπε και την επιτηρούσε διαρκώς δια των αρμοδίων οργάνων του αποτρέποντας κάθε αυθαίρετη και χωρίς δικαίωμα πράξη που επιχειρούσαν τρίτοι επ’ αυτού. Η συνεχής εποπτεία και επιτήρηση της εν λόγω περιοχής από το Ελληνικό Δημόσιο και η αδιάκοπη προσπάθεια του να αποτρέπει τις πολλαπλές επεμβάσεις κατάληψης και αυθαίρετες ενέργειες τρίτων σ’ αυτήν προκύπτει από τα από αυτό επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα δια των οποίων είτε γίνεται ενημέρωση των αρμοδίων αρχών επιχειρούμενες καταλήψεις ή άλλες αυθαίρετες ενέργειες τρίτων είτε δίνεται εντολή για την λήψη μέτρων και την απόκρουση τέτοιων ενεργειών, είτε δίνεται εντολή για την λήψη μέτρων και την απόκρουση τέτοιων ενεργειών, με αναφορά μάλιστα σε μερικά εξ’ αυτών συγκεκριμένων προσώπων που επιχειρούσαν καταπατήσεις όπως ο ………….., οι αδελφοί ……. και οι κληρονόμοι …………… Τέτοια έγγραφα είναι: α) το από 20-1-1888 έγγραφο του Οικονομικού Εφόρου προς τον Αστυνόμο Πειραιώς, β) το από με αριθμό πρωτ. …./9/12/1888 έγγραφο του Οικονομικού Εφόρου προς τον υπομοίραρχο Πειραιά, γ) το με αριθμό πρωτ. …./22/8/1894 έγγραφο του Οικονομικού Εφόρου προς το Υπουργείο Οικονομικών, ε) από το από 26-11-1896 έγγραφο του Οικονομικού Εφόρου Πειραιώς προς τον Αστυνόμο Πειραιώς, στ) το με αριθμό πρωτ. …./2/7/1934 έγγραφο της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων προς τους κληρονόμους ……….. Έτσι λοιπόν το Ελληνικό Δημόσιο νεμόταν και κατείχε την ευρύτερη περιοχή …. συμπεριλαμβανόμενου και του επίδικου ακινήτου με τα προσόντα που παρατέθηκαν ανωτέρω, ήτοι με διάνοια κυρίου και καλή πίστη δηλαδή με την ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν προσβάλει δικαίωμα κυριότητας άλλου ενεργώντας όλες τις πράξεις νομής και κατοχής που άρμοζαν στην φύση και στον προορισμό του από την απελευθέρωση του Ελληνικού Έθνους από τους Τούρκους μέχρι και την 11 ην Σεπτεμβρίου 1915, είχε γίνει κύριο του επιδίκου κατά τον κρίσιμο χρόνο της 11ης 9-1915, η κυριότητα του δεν ήταν δυνατόν να καταλυθεί μετά το χρονικό αυτό διάστημα με χρησικτησία τρίτων διότι αφενός με το Ν. ΔΞΗ/1912 και τα διατάγματα περί δικαιοστασίου που εκδόθηκαν βάση αυτού ανεστάλη η κτητική παραγραφή και αφ’ ετέρου με το άρθρο 21 του ν.δ. 22.4/16/5/1926 περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Άμυνας και το άρθρο 4 του α.ν. 1539/1938 ορίστηκε ότι τα δικαιώματα επί των ακινήτων κτημάτων του δημοσίου εις ουδεμία παραγραφή υπόκεινται (βλ. και την προσκομιζόμενη από το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο της με αριθμό 489/2006 απόφαση του Εφετείου Πειραιά που εκδόθηκε σε διαφορά μεταξύ της …………..και του Ελληνικού Δημοσίου και αφορούσε άλλο τμήμα του δημοσίου κτήματος … επί του λόφου ……………. Εν συνέχεια το επίδικο ακίνητο περιελήφθηκε στο δημόσιο κτήμα που καταγράφηκε με αύξοντα αριθμό βιβλίου καταγραφής ΑΒΚ ….. στην θέση …………. εκτάσεως έκτασης 1000 στρεμμάτων περίπου με βάση την με αριθμό Α. 1718/588/13/3/1979 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και κατόπιν της με αριθμό …../23/6/1972 γνωμοδότησης του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων, όπως αυτό εμφαίνεται στο από 30-12-1971 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ………. Περαιτέρω το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο συνέχισε και μετά την 11-9-1915 να ασκεί μέχρι και του χρόνου άσκησης της ένδικης αγωγής πράξης νομής επί του επίδικου ακινήτου όχι μόνο πλασματικά κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας περί δημοσίων κτημάτων αλλά και πραγματικά. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ακόλουθες κατηγορίες πράξεων νομής του Ελληνικού Δημοσίου επί του επιδίκου που είναι δηλωτικές της κυριότητας του επ’ αυτού: α) έκδοση πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής σε βάρος ιδιωτών για αυθαίρετη και χωρίς οιανδήποτε δικαίωμα κατάληψη τμημάτων του κτήματος …….. (με αριθμό ………./1979, …./1980, …/29/10/1980, …/16/1/1981, …/16/1/1981, …/10/2/1981, …/25/11/1981 και …/25/11/1981 πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής), β) υποβολή μηνύσεων για παράνομη κατάληψη δημόσιας δασικής έκτασης, γ) κατεδάφιση διαφόρων κατασκευών που ανεγέρθηκαν παράνομα εντός του ανωτέρω κτήματος, δ) παραχώρηση τμημάτων του ίδιου κτήματος είτε κατά κυριότητα είτε κατά χρήση σε διάφορους φορείς για λόγους δημοσίας ωφέλειας (βλ. το από 13-6-1984 παραχωρητήριο χρήσεως δημοσίου ακινήτου με το οποίο παραχωρήθηκε έκταση 912,79 στρέμματα στους δήμους Νίκαιας και Κερατσινίου για δημιουργία χώρων πράσινου, αθλοπαιδιών, παιδικών χαρών, θεάτρου κλπ και την με αριθμό πρωτοκόλλου Δ/416/21/2/1994 απόφαση του Νομάρχη Πειραιώς με την οποία παραχωρήθηκε κατά κυριότητα έκταση εννέα στρεμμάτων στον Ο.Σ.Κ. για την ανέγερση σχολικών κτιρίων, ε) φύλαξη κα περιφρούρηση της ίδιας δημοσίας εκτάσεως (βλ. το με αριθμό πρωτ. …/8/10/1979 έγγραφο του Δασαρχείου Πειραιώς προς τον Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πειραιώς στο οποίο αναφέρεται ότι αποφασίστηκε η περίφραξη και δεντροφύτευση της θέσεως …. Νίκαιας και ζητείται η συνδρομή του ΙΑ Αστυνομικού Τμήματος Νίκαιας για την διενέργεια αυτής). Ο ενάγων …… …. ο οποίος απεβίωσε στις 16-11-2018 και στην θέση του υπεισήλθε ο κληρονόμος του γιος του …. επικαλείται ότι κατέστη κύριος του επίδικου ακινήτου με παράγωγο τρόπο δυνάμει του με αριθμό …../15/9/1966 πωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιώς ….. μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Νίκαιας στον τόμο … με αριθμό ….. καθώς και τους μνημονευόμενους στον τίτλο αυτό δικαιοπαρόχους του. Ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται ως ουσιαστικά αβάσιμος σύμφωνα με τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία καθόσον όπως προαναφέρθηκε το Ελληνικό Δημόσιο είχε την νομή της έκτασης του λόφου ….. και είχε καταστεί κύριος αυτής ήδη από το έτος 1915, μη δυνάμενης της κτήσης κυριότητας σε βάρος του από την ημερομηνία αυτή και μετέπειτα από οιανδήποτε τρίτο. Σε κάθε περίπτωση πράξεις νομής επί του επιδίκου αποδείχτηκε ότι ασκήθηκαν από τον ………. από τις 15-9-1966 χρόνο αγοράς του επίδικου ακινήτου από τους πωλητές δικαιοπάροχους του και όχι σε προγενέστερο χρονικό διάστημα. Επίσης η ιδιότητα του επίδικου ως τμήματος δημοσίου κτήματος δεν αναιρείται από την λειτουργία εντός αυτού λατομείων, αν ληφθεί υπόψη ότι στις αναφερθείσες ανωτέρω διακηρύξεις δημοπρασιών του Δημοσίου περί ενοικίασης της χορτονομής στην περιοχή …………, περιλαμβανόταν όρος σύμφωνα με τον οποίο ο ενοικιαστής δεν δύναται να εμποδίσει την εξόρυξη λίθων επί της εν λόγω εκτάσεως προερχόμενη εκ μέρους του δημοσίου ή παρά λατόμων αυτού ή παρά τρίτων εχόντων γραπτή άδεια αυτού, μηδέ να ζητήσει ελάττωση του ενοικίου δα πάσα ταύτη τοιαύτη λατόμευση εκ της εκτάσεως ταύτης, οφείλει μάλιστα να εξετάσει και να αναφέρει αμέσως αν οι λατομούντες δεν έχουν άδεια του Δημοσίου, άλλως καθίσταται και ούτος υπεύθυνος και διώκεται ως εν τω τρίτω της παρούσης όρω εκτίθεται. Από τον όρο αυτό αποδεικνύεται έτι περαιτέρω η κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου επί του λόφου ….. όπου βρίσκεται το επίδικο ακίνητο. Σημειώνεται δε ότι σύμφωνα με το από 18-1-1980 έγγραφο του Δασαρχείου Πειραιά προς το Υπουργείο Γεωργίας οι παλιές εγκαταστάσεις των λατομείων του λόφου ….. συνέχισαν να κατέχονται αυθαίρετα από τους λατόμους των οποίων οι άδειες ανακλήθηκαν μετά από απόφαση του Υπουργείου Βιομηχανίας το 1978 και το Δασαρχείο αναφέρει στο ανωτέρω έγγραφο ότι έχει ήδη λάβει όλα τα νόμιμα μέτρα κατά των καταπατητών με την υποβολή μηνύσεων, κατεδαφίσεις αυθαίρετων κατασκευών και με την περίφραξη των εκτάσεων δια του Δήμου Νίκαιας και την δενδροφύτευση τους. Τέλος όσον αφορά το κυρίως παρεμβαίνον ΝΠΔΔ με την επωνυμία Παλαιόν Εκκλησιαστικό Ταμείο (ΠΕΤ) από τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία ότι ουδέποτε άσκησε στο επίδικο αλλά και σε όλη την έκταση του καταγεγραμμένου με ΑΒΚ …. δημοσίου κτήματος, πράξεις νομής η πρώην διαλυθείσα Ιερά μονή ………… και αργότερα το κυρίως παρεμβαίνον όταν περιήλθε σε αυτό η περιουσία των διαλυθεισών ιερών μονών δυνάμει διαταγμάτων: α) της 4-2-1834 Περί της ιδιοκτησίας των εν τοις Μοναστηρίοις μοναχών, β) της 25-8-1834 Περί των εν τω βασιλείω Μοναστηριών, γ) της 26-4-1834 Περί ιδιοκτητών Μοναστηριών και Εκκλησιών, δ) 20-5-1835 Περί των Εκκλησιαστικών κτημάτων και ε) της 13-7-1838 και της 29-4-1843. Ειδικότερα επισημαίνεται ότι όπως προαναφέρθηκε σύμφωνα με την από 27-5-2003 τεχνική έκθεση έρευνας ομάδας εργασίας έρευνας ιδιοκτησιακού καθεστώτος ……., δεν προκύπτει σαφώς ποια συγκεκριμένα τμήματα της ευρύτερης έκτασης του ……. αποτελούσαν περιουσία της διαλυθείσας μονής και ποια του Ελληνικού Δημοσίου ενώ ως προς την βουνώδη έκταση στη θέση …. προκύπτει ότι αυτή ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο. Βάσει όλων αυτών των δεδομένων αποδεικνύεται ότι το επίδικο ακίνητο εμπίπτει και περιλαμβάνεται στο δημόσιο κτήμα ….. στην θέση …. έκταση την οποία το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο κατείχε και νεμόταν από την εποχή λήξεως του απελευθερωτικού αγώνα του Ελληνικού έθνους από τον τουρκικό ζυγό. Επομένως ως προελέχθη ανωτέρω κύριος της επίδικης έκτασης δυνάμει έκτακτης χρησικτησίας είναι το Ελληνικό Δημόσιο δεκτής γενομένης ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της ένστασης ιδίας κυριότητας του άρθρου 1045 ΑΚ του Ελληνικού Δημοσίου επί του επίδικου ακινήτου καθόσον ως προελέχθη ανωτέρω το Ελληνικό Δημόσιο νέμεται το επίδικο καλή την πίστη από της λήξεως του αγώνα της απελευθέρωσης του Ελληνικού έθνους μέχρι και σήμερα. Περαιτέρω η κτηματική περιοχή του Κερατσινίου στην οποία βρίσκεται το επίδικο κηρύχτηκε υπό κτηματογράφιση στα πλαίσια των εργασιών για την δημιουργία του Εθνικού Κτηματολογίου σύμφωνα με το ν. 2308/1995, η δε διαδικασία περαιώθηκε ήδη και ημερομηνία έναρξης του κτηματολογίου ορίστηκε η 11-6-2007. Στα πλαίσια της διαδικασίας καταχώρισης των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά (Δήμου Κερατσινίου) στο ανωτέρω επίδικο ακίνητο ορθά καταχωρήθηκε ως δικαιούχος με πλήρη δικαιώματα κυριότητας το Ελληνικό Δημόσιο. Μετά ταύτα εσφαλμένα το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την ένδικη αγωγή και την ένδικη παρέμβαση ως αόριστες. Συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη έφεση ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και να απορριφθεί αυτή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος τα δικαστικά έξοδα των παριστάμενων διαδίκων πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των παρισταμένων διαδίκων, διότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής(άρθρα 179 ΚΠΟΛΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από με αριθμό έκθεση κατάθεση δικογράφου έφεσης …………/2025.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικώς και κατ’ ουσίαν την με αριθμό εκθ. κατ. δικ. …./2025 έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμό 1176/2024 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει κατ’ ουσίαν την με αριθμό εκθ. κατ. δικ. ………./2012 αγωγή.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των παρισταμένων διαδίκων μεταξύ αυτών.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του στον Πειραιά στις 19.11.2025 απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ