ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 682/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη και Νικολέττα Λαμπρίδου, Εφέτη – Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος : ……….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Ρήγα (ΑΜΔΣΑ : ………..).
Του εφεσίβλητου : ………, ο οποίος εμφανίστηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Παπαδόγιαννη (ΑΜΔΣΑ : …….).
Ο ενάγων ………… ζήτησε να γίνει δεκτή η από 9-5-2022 με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2022 και ειδικό ……/2022 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξέδωσε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία τη με αριθμό 1050/2024 οριστική απόφασή του, με την οποία δέχθηκε την αγωγή, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή (απόφαση).
Την απόφαση αυτή προσβάλλει ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, με την από 13-6-2024 έφεσή του, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …../2024 και ειδικό ……/2024 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2024 και ειδικό ……./2024 για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο.
Στη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου παραστάθηκε στο ακροατήριο και, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, αντίστοιχα.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, αν ο εκκαλών διαμένει στην Ελλάδα, η προθεσμία της έφεσης είναι τριάντα ημέρες, αν διαμένει στο εξωτερικό ή η διαμονή του είναι άγνωστη, εξήντα ημέρες και στις δύο περιπτώσεις η προθεσμία αρχίζει από την επίδοση της απόφασης που περατώνει τη δίκη. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 151 ΚΠολΔ, η παρέλευση νόμιμης ή δικαστικής προθεσμίας συνεπάγεται έκπτωση από το δικαίωμα να επιχειρηθεί η πράξη για την οποία είχε οριστεί η προθεσμία, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Η παρέλευση άπρακτης της γνήσιας προθεσμίας ασκήσεως του ένδικου μέσου της εφέσεως, η οποία είναι τριάντα ημέρες, από την επίδοση της οριστικής πρωτόδικης απόφασης, αν ο εκκαλών διαμένει στην Ελλάδα και εξήντα ημέρες, αν διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής, συνεπάγεται έκπτωση από το δικαίωμα άσκησης αυτής, η οποία τυχόν ασκουμένη, απορρίπτεται ως απαράδεκτη (ΑΠ 350/2017 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, κατά το άρθρο 495 παρ. 1 ΚΠολΔ, η έφεση ασκείται με δικόγραφο, που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου, που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, κατά δε το άρθρο 532 ΚΠολΔ, το εμπρόθεσμο της ασκήσεως της εφέσεως είναι προϋπόθεση του παραδεκτού της. Τη συνδρομή ή μη του εμπροθέσμου της έφεσης εξετάζει αυτεπαγγέλτως το Εφετείο, με βάση τα προαποδεικτικώς προσκομιζόμενα έγγραφα, αν δε διαπιστώσει ότι αυτή ασκήθηκε εκπρόθεσμα, την απορρίπτει ως απαράδεκτη. Για την έναρξη και διαδρομή της γνήσιας αυτής προθεσμίας απαιτείται επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, σύμφωνα με τις περί επιδόσεως διατάξεις των άρθρων 94, 122, 123 επ. και 139 ΚΠολΔ, ήτοι επί δικών με υποχρεωτική σύμπραξη δικηγόρου, δια δικαστικού επιμελητού και κατόπιν παραγγελίας διδομένης προς τον τελευταίο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του διαδίκου κάτω από το έγγραφο που επιδίδεται (ΑΠ 118/2011, ΑΠ 1532/2009 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ).
ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, η υπό κρίση έφεση του ηττηθέντος εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος κατά του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου και κατά της με αριθμό 1050/2024 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων επί της από 9-5-2022 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2022 αγωγής του εφεσίβλητου κατά του εκκαλούντος, με την οποία (αγωγή) ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος – εκκαλών ως ομόρρυθμος εταίρος, διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της ετερόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «……………» σε παροχή λογοδοσίας προς τον ενάγοντα – εφεσίβλητο ως ετερόρρυθμο εταίρο της ίδιας ως άνω εταιρίας, με την οποία (απόφαση) έγινε δεκτή η αγωγή, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο ως δοσίλογο να ανακοινώσει στον ενάγοντα ως δεξίλογο λογαριασμό, που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και των εξόδων και το προκύπτον αποτέλεσμα με επισύναψη των απαραίτητων δικαιολογητικών για όλες τις διαχειριστικές περιόδους από τη σύσταση της άνω εταιρίας (21-3-2017) έως την κατάθεση της αγωγής (9-5-2022), εντός ορισμένης προθεσμίας από την επίδοση της απόφασης, αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ). Για δε το παραδεκτό της εφέσεως έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (γ) ΚΠολΔ παράβολο ποσού 150,00 ευρώ (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ : ……/18-6-2024 έκθεση κατάθεσης του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αναφορά στο με αριθμό ……………./2024 e – παράβολο, ποσού 150,00 ευρώ). Ωστόσο, η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε με κατάθεση του ένδικου δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 18η-6-2024, ήτοι μετά την παρέλευση της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στον εναγόμενο – εκκαλούντα, που έλαβε χώρα με παραγγελία του πληρεξούσιου δικηγόρου του ενάγοντος – εφεσίβλητου την 25η-4-2024, όπως προκύπτει από τη με ίδια ημερομηνία επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ……….. στο ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της εκκαλουμένης απόφασης, που επιδόθηκε στον εναγόμενο – εκκαλούντα (άρθρο 126 παρ. 1 στοιχ. α ΚΠολΔ) και το οποίο ο τελευταίος προσκομίζει μετ’ επικλήσεως με τις έγγραφες προτάσεις του στο παρόν Δικαστήριο. Ειδικότερα, μετά τη νομότυπη επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στον εναγόμενο – εκκαλούντα την 25η-4-2024, η προθεσμία των τριάντα (30) ημερών προς άσκηση έφεσης εκκίνησε από την επομένη της επίδοσης ημέρα, την 26η Απριλίου 2024 (άρθρο 144 παρ. 1 ΚΠολΔ) και αφού η τριακοστή ημέρα, 25η Μαΐου 2024, ήταν Σάββατο, ήτοι εξαιρετέα και μη εργάσιμη ημέρα (άρθρο 144 παρ. 3 ΚΠολΔ) και η 26η Μαΐου 2024 ήταν Κυριακή, ήτοι ημέρα κατά νόμο εξαιρετέα, η ένδικη προθεσμία συμπληρώθηκε την επόμενη εργάσιμη ημέρα, ήτοι την 27η Μαΐου 2024, ημέρα Δευτέρα (ΑΠ 532/2020 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Πλην όμως, εντός της ανωτέρω προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης δεν ασκήθηκε η υπό κρίση έφεση, αλλά κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μετά την παρέλευση αυτής, ήτοι την 18η Ιουνίου 2024, όπως προαναφέρθηκε. Συνεπώς, αφού η ένδικη έφεση ασκήθηκε εκπρόθεσμα, πρέπει, κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου, να απορριφθεί ως εκπρόθεσμη και ως εκ τούτου, ως απαράδεκτη (άρθρο 532 ΚΠολΔ), σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω μείζονα σκέψη. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του νόμιμου σχετικού αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από τον εκκαλούντα για την άσκηση της έφεσης (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……………/18-6-2024 έκθεση κατάθεσης του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στο Δημόσιο Ταμείο, καθότι η έφεσή του αυτή απορρίφθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατά της με αριθμό 1050/2024 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του αναφερόμενου στο σκεπτικό παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά την 16 Οκτωβρίου 2025 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, την 18 Νοεμβρίου 2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ