Αριθμός 663/2025
ΤΟ MONOMΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
[ΤΜΗΜΑ 3ο]
Αποτελούμενο από την Δικαστή Μαρία – Φανή Παλαμίδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σ.Φ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
Του ανακόπτοντος- εναγόμενου – εφεσίβλητου: ………… ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Σταύρου Μαυρομάτη (ΔΣΠ).
Του καθ’ ου η ανακοπή – ενάγοντος – εκκαλούντος: ………….., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Νικολάου Παπαχρήστου (ΔΣΑ).
Ο ενάγων και ήδη καθ’ ου η ανακοπή – εκκαλών, με την από 18.04.2023 αγωγή του, προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά που έχει κατατεθεί με αριθμό …………/2023 ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ’ αυτήν. Το ανωτέρω Δικαστήριο, δικάζοντας την υπόθεση ερήμην του ενάγοντος, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1964/2024 οριστική του απόφαση, με την οποία απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εκκαλών – ενάγων με την από 27.01.2025 έφεσή του, προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί με αριθμό …………/2025, δικάσιμος της οποίας ορίσθηκε η 6.03.2025. Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση συζητήθηκε ερήμην του εφεσίβλητου – εναγομένου και εξεδόθη η υπ’ αριθμόν 264/2025 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, η οποία δέχθηκε τυπικά και ουσιαστικά την έφεση, εξαφάνισε την υπ’ αριθμ. 1964/2024 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, κράτησε την υπόθεση και δίκασε επί της ανωτέρω αγωγής, την οποία έκανε εν μέρει δεκτή και όρισε παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας, κατά της ανωτέρω απόφασης. Κατόπιν τούτου, ο εφεσίβλητος – εναγόμενος άσκησε κατά της ανωτέρω υπ’ αριθμόν 264/2025 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου την από 21.05.2025 (αριθμ. εκθ. καταθ. …../2025) ανακοπή ερημοδικίας, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε, με την υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. ……./2025 πράξη του Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο (αρ. ……).
Κατά την συζήτηση της ανωτέρω υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Ο νυν καθ’ ου η ανακοπή, …………… άσκησε την από 18.4.2023 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2023) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών – Διαφορές για ζημιές από αυτοκίνητα) κατά του νυν ανακόπτοντος …………., επί της οποίας εξεδόθη η υπ’ αριθμ. 1964/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία απέρριψε την αγωγή του ως ουσιαστικά αβάσιμη λόγω ερημοδικίας του ενάγοντος. Στη συνέχεια ο ενάγων άσκησε την από 27.01.2025 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2025 έφεση του και ορίσθηκε δικάσιμος αυτής η 6.03.2025. Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση συζητήθηκε ερήμην του εφεσίβλητου – εναγομένου και εξεδόθη η υπ’ αριθμόν 264/2025 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, η οποία δέχθηκε τυπικά και ουσιαστικά την έφεση, εξαφάνισε την υπ’ αριθμ. 1964/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κράτησε την υπόθεση, δίκασε επί της ανωτέρω αγωγής, έκανε αυτή εν μέρει δεκτή και όρισε παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της ανωτέρω απόφασης εκ μέρους του ερημοδικασθέντος εφεσίβλητου. Ήδη με την υπό κρίση ανακοπή, ο ανακόπτων – εφεσίβλητος ζητεί να εξαφανισθεί η υπ΄ αρ. 264/2025 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου που έχει εκδοθεί ερήμην του, για το λόγο ότι κατά τη δικάσιμο της συζητήσεως της ως άνω εφέσεως του καθ’ ου η ανακοπή – εκκαλούντος, στις 6-3-2025, συνέτρεχε λόγος ανωτέρας βίας στο πρόσωπό του. Η ανακοπή αυτή έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 503 και 505 ΚΠολΔ), δηλαδή εντός δεκαπέντε ημερών από την επίδοση της ανακοπτόμενης απόφασης, που έγινε στις 6.5.2025 (όπως προκύπτει από την σφραγίδα της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………. επί του σώματος του αντιγράφου της απόφασης) και η ανακοπή ερημοδικίας κατατέθηκε στις 21.05.2025 (τα άρθρα 144, 495 και 503 παρ. 1 του ΚΠολΔ), ενώ έχει καταβληθεί το παράβολο για το παραδεκτό της ασκήσεως της ποσού ύψους 250 ευρώ, (βλ. το υπ’ αρ. ……………../2025 ηλεκτρονικό παράβολο). Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη ανακοπή να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της.
ΙΙ. Επειδή κατά το άρθρο 501 ΚΠολΔ, ανακοπή κατά αποφάσεως που έχει εκδοθεί ερήμην επιτρέπεται αν εκείνος που δικάσθηκε ερήμην δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Από τη διάταξη αυτήν προκύπτει ότι ανώτερη βία που θεμελιώνει λόγο ανακοπής κατά της ερήμην αποφάσεως συνιστά κάθε τυχαίο γεγονός παρακωλυτικό της εμφανίσεως του διαδίκου στο δικαστήριο και της συμμετοχής του στην εκδίκαση της υποθέσεως, που ήταν απρόβλεπτο και δεν μπορούσε να αποτραπεί ούτε με ενέργειες άκρας επιμελείας και συνέσεως. Επομένως μόνη η άγνοια της προσδιορισθείσης ημέρας της δικασίμου, και αν είναι ανυπαίτιος, δεν αποτελεί περιστατικό ανώτερης βίας παρακωλυτικό της εμφανίσεως του διαδίκου και της συμμετοχής του στην συζήτηση, εκτός εάν ο διάδικος αυτός και ο τυχόν πληρεξούσιος δικηγόρος του δεν θα είχαν την δυνατότητα να είναι ενήμεροι της επικειμένης εκδικάσεως της υποθέσεως ακόμη και προβαίνοντας σε κάθε ενδεικνυομένη λογικώς, υπό τις συντρέχουσες περιστάσεις, συνετή και άκρως ακόμη επιμελή ενέργεια (Ολ. Α.Π. 29/1992), πολύ δε περισσότερο δεν συντρέχει περίπτωση ανώτερης βίας όταν η άγνοια αυτή είναι απότοκη πταίσματος του διαδίκου ή του δικαστικού του πληρεξουσίου, κατ` ανάλογο εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 152 ΚΠολΔ για την ταυτότητα του νομικού λόγου, (βλ. ΑΠ 904/2002, ΤΝΠ Νόμος). Η πιο πάνω διάταξη του άρθρου 501 ΚΠολΔ, ως προς τη νομική έννοια της ανώτερης βίας είναι ουσιαστικού δικαίου (ΑΠ 1778/2013, ΑΠ 663/2011 Νόμος). Εξάλλου, αν η ανακοπή ερημοδικίας ασκήθηκε εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 503 παρ. 1 και 505 παρ. 1 ΚΠολΔ) και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιμος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το Δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση, διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο (άρθρο 505 παρ. 2 ΚΠολΔ) και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέλθουν στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Άλλως, αν δηλαδή η ανακοπή δεν ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα ή αν δεν πιθανολογείται η βασιμότητα του λόγου της, το Δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 509 ΚΠολΔ). Από τις διατάξεις αυτές και με στόχο την ταχύτητα της απονομής της Δικαιοσύνης, προκύπτει ότι το Δικαστήριο αποφαίνεται για την ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της ανακοπής ερημοδικίας αμέσως, με την ίδια απόφαση με την οποία θα κρίνει και το τύποις παραδεκτό και νόμω βάσιμο της ανακοπής αρκούμενο σε πιθανολόγηση ως προς τη βασιμότητα των λόγων της (ΕφΠειρ 87/2022, ΤΝΠ Νόμος).
ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση ο ανακόπτων με τον μοναδικό λόγο της ανακοπής του ισχυρίζεται, ότι κατά τη δικάσιμο της 6ης Μαρτίου 2025, κατά την οποία συζητήθηκε η από 27.01.2025 έφεση του καθ’ ου η ανακοπή – εκκαλούντος κατά της υπ’ αριθ. 1964/2024 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), δεν παραστάθηκε στο παρόν Δικαστήριο υπό την δικονομική ιδιότητα του εφεσίβλητου, λόγω άγνοιας της προσδιορισθείσας ημέρας της δικασίμου από ανώτερη βία, με συνέπεια την εκδίκαση της ανωτέρω έφεσης ερήμην του. Ο λόγος αυτός είναι νόμιμος, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, και συνεπώς πρέπει να εξετασθεί και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
ΙV. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ………… και . ……. και την ανωμοτί κατάθεση του ανακόπτοντος ………… στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από όλα τα έγγραφα που νομίμως προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα. 336§3, 339, 340, 390, 395 και 432 επ. ΚΠολΔ), ορισμένα από τα οποία έγγραφα αναφέρονται ειδικά κατωτέρω, χωρίς να παραλείπεται κάποιο κατά την ουσιαστική κρίση της ένδικης διαφοράς, από την υπ’ αριθμ. πρωτ………./9.10.2025 ένορκη βεβαίωση του ………. ενώπιον της δικηγόρου ……… με Α.Μ. ……. του Δ.Σ. Πειραιά, την οποία επικαλείται και προσκομίζει ο ανακόπτων, με επιμέλεια του οποίου λήφθηκε, στα πλαίσια της παρούσας δίκης, προς υποστήριξη της ένδικης ανακοπής του μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του καθ’ ου η ανακοπή (βλ. την υπ’ αριθμ. …….΄/6.10.2025 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά ……….. και την από 2.10.2025 ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς γνωστοποίηση και κλήση), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336§4 ΚΠολΔ), πιθανολογούνται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατά της με αριθμό 1964/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, ερήμην του ενάγοντος ήδη καθ’ ου η ανακοπή ……………, επί της υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………../2023 αγωγής του κατά του ανακόπτοντος και τότε εναγομένου …………., ο ενάγων άσκησε την υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …………../2025 έφεση, που κατέθεσε στη Γραμματέα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και απευθυνόταν στο Δικαστήριο τούτο (αριθμός έκθεσης κατάθεσης …………./2025). Δικάσιμος για τη συζήτηση της έφεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ορίστηκε η 6.3.2025. Κατά τη δικάσιμο αυτή, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, ο εκκαλών – ενάγων παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ……….., ενώ ο εφεσίβλητος – εναγόμενος δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εφόσον βεβαιώθηκε ότι τη συζήτηση της υπόθεσης την επίσπευσε ο εκκαλών, διαλαμβάνοντας την σκέψη πως «….από την με αριθμό ……. Ι Α/31-1-2025 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών . ……. την οποία προσκομίζει και επικαλείται ο εκκαλών προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσης επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον εφεσίβλητο, ο οποίος, ούτε εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου…» προχώρησε στην εκδίκαση της υπόθεσης ερήμην του εφεσίβλητου (άρθρα 122 επ. 126 παρ.1, 127, 129, 139 επ, 226 παρ.4 ΚΠολΔ) και η διαδικασία προχώρησε σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες, (άρθρ. 524 αρ. 4 ΚΠολΔ). Ακολούθως το Δικαστήριο εξέδωσε επί της διαφοράς την με αριθμό 264/2025 απόφασή του, με την οποία η έφεση έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, εξαφανίστηκε η εκκαλουμένη υπ’ αριθμόν 1964/2024 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κρατήθηκε η υπόθεση, δικάστηκε η από 18.04.2023 αγωγή, έγινε αυτή εν μέρει δεκτή και επιδικάστηκε στον ενάγοντα το ποσό των 28.557,21 ευρώ ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση με γενεσιουργό αιτία το αυτοκινητικό ατύχημα που έλαβε χώρα μεταξύ των διαδίκων στις 9.4.2022 στο Κερατσίνι Πειραιά, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην απόφαση. Με τον λόγο αυτό της ένδικης ανακοπής του ο ανακόπτων και τότε εφεσίβλητος – εναγόμενος διατείνεται ότι δεν έλαβε γνώση της δικασίμου από ανώτερη βία. Ειδικότερα ισχυρίζεται ότι αποτελεί πρακτική του καθ’ ου αλλά και των μελών της οικογένειάς του ………….. η παραβίαση του ατομικού γραμματοκιβωτίου που έχει τοποθετήσει στην είσοδο της πολυκατοικίας επί της οδού Γρηγορίου Λαμπράκη στην οποία κατοικεί, αφού μεταξύ τους εμφιλοχωρεί έριδα και αντιδικία και βρίσκονται στα δικαστήρια, έχοντες διαφορές ποινικής και αστικής φύσεως, όντες σύνοικοι στην ίδια πολυκατοικία. Ότι η συνηθισμένη αυτή παράνομη τακτική του καθ’ ου και της οικογένειάς του είχε ως αποτέλεσμα να απολέσει σημαντικά δικαστικά και λοιπά έγγραφα (τραπεζικά, λογαριασμούς κλπ) στο παρελθόν. Ο ανακόπτων, στο δικόγραφο της ανακοπής του, ανέφερε επίσης ότι «….για να διασφαλίσω τη δυνατότητα να λαμβάνω την αλληλογραφία μου είχα βάλει σε ανύποπτο χρόνο, δηλαδή πριν από την επίδοση της ανακοπής του καθ’ ου στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού μου τρία λουκέτα και μία κλειδαριά. Επίσης για να ενημερώνομαι για τις ημερομηνίες διεξαγωγής των ποινικών δικαστηρίων αναγκάζομαι να μεταβαίνω στο γραφείο πληροφοριών του Πρωτοδικείου Πειραιώς και ζητώ «Κατάσταση ποινικών υποθέσεων». Προς απόδειξη του ισχυρισμού του προσκόμισε την από 27.06.2024 βεβαίωση του Τμήματος Ασφαλείας Κερατσινίου – Δραπετσώνας, στην οποία αναφέρεται ότι στις 6.03.2024, ο ανακόπτων προσήλθε στην ως άνω υπηρεσία και κατήγγειλε πως στις 4.3.2024 και περί ώρα 14:30 μμ τον ειδοποίησε η σύζυγός του ……. ότι είδε τους …….. και ………… να παραβιάζουν το γραμματοκιβώτιο και να παίρνουν από μέσα τα σχετικά έγγραφα και να αποχωρούν. Ο καταγγέλλων διευκρίνισε πως τα αφαιρεθέντα αφορούσαν έγγραφα για να ενημερωθεί για δικαστήριο σχετικά με μήνυση που είχε υποβάλει παλιότερα στους ανωτέρω και έγγραφο του υιού του στο οποίο είναι μάρτυρας στο δικαστήριο για την ανωτέρω υπόθεση. Επίσης προσκόμισε δύο φωτογραφίες (σχετικό Ζ) στις οποίες απεικονίζεται το γραμματοκιβώτιό του, το οποίο φέρει δυο κλειδαριές, στρεβλωμένο στην πόρτα του επάνω αριστερά, χωρίς η πόρτα να έχει ανοιχθεί καθώς επίσης και μία φωτογραφία (σχετικό Λ) στην οποία απεικονίζεται το γραμματοκιβώτιο με την πόρτα ανοικτή από την άλλη πλευρά όπου βρίσκονται οι κλειδαριές με την ιδιόχειρη σημείωση ότι «….ο καθ’ ου παραβίασε το γραμματοκιβώτιό μου και αφαίρεσε τον πείρο που διέρχονταν από τους μεντεσέδες της θύρας…». Να σημειωθεί ότι ο χρόνος λήψης των ως άνω φωτογραφιών δεν προκύπτει, δηλαδή αν είναι πριν ή μετά τις 31.01.2025 όπου έλαβε χώρα η κρίσιμη επίδοση της έφεσης με την κλήση να εμφανιστεί στο ακροατήριο κατά τη δικάσιμο της 6.3.2025 όπου ερημοδίκησε. Τέλος, ο ανακόπτων προσκόμισε είναι μία ακόμη φωτογραφία (σχετικό Η) με την ιδιόχειρη σημείωση ότι σ’ αυτήν «….αποτυπώνεται ο ……. – αδελφός του καθ’ ου – να προσπαθεί να διαρρήξει το γραμματοκιβώτιό μου…», η οποία έχει ημερομηνία λήψης 11.04.2025, δηλαδή έχει ληφθεί μετά την κρίσιμη επίδοση. Η μάρτυρας του ανακόπτοντος και σύζυγός αυτού, ………….., στην ένορκη κατάθεση που έδωσε ενώπιον υμών κατέθεσε πως υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της παραβίασης του γραμματοκιβωτίου ………… στις 4.03.2024 από τους ως άνω καταγγελλόμενους …… και …….. , πως από τότε ο σύζυγός της ………. τοποθέτησε δύο λουκέτα σ’ αυτό για να το ασφαλίσει, ότι η ίδια ενημέρωσε το Αστυνομικό Τμήμα του τόπου κατοικίας τους να τους τηλεφωνούν για να παραλάβουν οι ίδιοι τα έγγραφα που τους απευθύνονται για την περίπτωση που δικαστικός επιμελητής αφήσει στο Α.Τ αντίγραφο του εγγράφου που θυροκολλήθηκε στην πολυκατοικία τους, ότι η ίδια μετέβαινε κάθε μήνα στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά για να πληροφορηθεί την πορεία των μηνύσεων που η οικογένεια ……. είχε υποβάλει στην οικογένεια του καθ’ ου η ανακοπή κι ότι όσον αφορά την πορεία της αστικής υπόθεσης επί της οποίας εκδόθηκε η ανακοπτόμενη 264/2025 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, εκείνη, αυτοβούλως, θεώρησε σκόπιμο και ορθό να ρωτά την Αστυνομία αν έχει έρθει κάποιο σχετικό έγγραφο επί της αστικής υπόθεσης, γνωρίζοντας πως επί της από 18.04.2023 αγωγής του καθ’ ου η ανακοπή είχε εκδοθεί η 1964/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που την απέρριπτε. Η ως άνω μάρτυρας δεν θυμόταν να καταθέσει εάν για το συγκεκριμένο ζήτημα τόσο ο σύζυγός της όσο και η ίδια είχαν συμβουλευθεί σχετικά τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους. Όσον αφορά τον τρόπο της παραβίασης του γραμματοκιβωτίου κατέθεσε πως ο καθ’ ου η ανακοπή αφαίρεσε από τη θήρα του τον πείρο που διέρχεται από τους μεντεσέδες ενώ σε άλλο χωρίο της κατάθεσής της ανέφερε ότι από το μέγεθος της σχισμής στο επάνω μέρος του γραμματοκιβωτίου, ο οποιοσδήποτε μπορεί να βάλει μία πένσα και να τραβήξει το περιεχόμενο. Για την μέθοδο παραβίασης του γραμματοκιβωτίου με την αφαίρεση του πείρου κατέθεσε και ο υιός του ανακόπτοντος ………. στην υπ’ αριθμ. …./2025 ένορκη βεβαίωση που έδωσε. Τέλος, ο ίδιος ο ανακόπτων κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου πως το διαμέρισμά του δεν έχει κουδούνι και ότι ο μοναδικός τρόπος για να ειδοποιηθεί για κάποιο έγγραφο από την Αστυνομία είναι το κινητό του τηλέφωνο. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου προς τη μάρτυρα ………………, αν η Αστυνομία ειδοποίησε τηλεφωνικά τον σύζυγό της πως η δικαστική επιμελήτρια …………, η οποία έκανε την επίδοση της έφεσης με την πράξη ορισμού συζήτησης αυτής για την δικάσιμο της 6.03.2025 με θυροκόλληση, παρέδωσε στα χέρια του αξιωματικού υπηρεσίας αντίγραφο του δικογράφου (άρθρ. 128 παρ. 4 εδαφ. β ΚΠολΔ), απάντησε αρνητικά. Από το σύνολο της αποδεικτικής διαδικασίας και λαμβανομένων υπόψη: α) ότι ο ανακόπτων κατέθεσε πως δεν έλαβε ούτε τηλεφωνική κλήση από το Α.Τ του τόπου κατοικίας του, μολονότι τους είχε ενημερώσει πως πρέπει να τον ειδοποιούν, όταν δικαστικοί επιμελητές αφήνουν έγγραφα που επιδόθηκαν σ’ αυτόν β) ότι ο ανακόπτων δεν αμφισβήτησε πως έλαβε γνώση τόσο της από 18.04.2023 αγωγής του καθ’ ου η ανακοπή εναντίον του (βλ. την υπ’ αριθμ. …..΄/ 25.4.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……..), όσο και την υπ’ αριθμ. 264/2025 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου, η οποία κοινοποιήθηκε σ’ αυτόν στις 6.05.2025, (βλ. την σχετική σφραγίδα της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά …………. επί του σώματος της απόφασης), γ) ότι ο ανακόπτων ουδέποτε αμφισβήτησε ότι έλαβε γνώση τόσο προγενέστερων όσο και μεταγενέστερων (της κρίσιμης επίδοσης) εγγράφων που του επέδωσε ο καθ’ ου η ανακοπή και συγκεκριμένα 1) της από 15.3.2023 γνωστοποίησης εξέτασης μαρτύρων – κλήση προς τον ανακόπτοντα που επιδόθηκε σ’ αυτόν στις 17-3-2023, (βλ. την υπ’ αριθμ. …../17-3-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ………., 2) του δικογράφου της από 19-10-2023 κλήσης (ΓΑΚ ……../2023/ΑΚΔ ……./2023) από ματαίωση που επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 24-10-2023, (βλ. την υπ’ αριθμ. …. ΙΑ/24-10-2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……..), 3) της από 24.2.2025 εξώδικης δήλωσης – γνωστοποίησης και κλήσης μαρτύρων που επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 25.2.2025 και που αφορούσε την υπ’ αριθ. …./28.2.2025 ένορκη κατάθεση του ………, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Νίκαιας ………. (βλ. την ……../25.2.2025 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ………) και δ) των αυξημένων μέτρων ασφαλείας που είχαν ληφθεί, κατά τον επίδικο χρόνο, για να αποτραπεί το άνοιγμα του γραμματοκιβωτίου, δεν πιθανολογήθηκε το γεγονός της διάρρηξης αυτού στις 31.01.2025 από τον καθ’ ου η ανακοπή και της αφαίρεσης του δικογράφου της έφεσης και της κλήσης προς εμφάνιση του ανακόπτοντος στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο όπως επίσης της συστημένης επιστολής για την παραλαβή του αντιγράφου του δικογράφου από το Αστυνομικό Τμήμα. Σε κάθε περίπτωση, από όσα ο ίδιος ο ανακόπτων ισχυρίστηκε, δεν πιθανολογήθηκε ότι προέβη, σχετικά με την αστική του υπόθεση, στις ενδεικνυόμενες λογικώς υπό τις συντρέχουσες περιστάσεις συνετές και επιμελείς ενέργειες, ειδικότερα δε στην ενημέρωση του εντολοδόχου δικηγόρου του περί της ανάγκης παρακολούθησης της εξέλιξης της πορείας της υπόθεσης επί της από 18.04.2023 αγωγής του καθ’ ου η ανακοπή εναντίον του μετά από την δημοσίευση της 1964/2024 πρωτοβάθμιας απόφασης που απέρριπτε την αγωγή. Η ενημέρωση αυτή ήταν καθ’ όλα αναγκαία ενόψει των τεταμένων σχέσεων των διαδίκων και των επικαλούμενων ανησυχιών περί παραβιάσεων του γραμματοκιβωτίου του ανακόπτοντος. Επομένως η επικαλουμένη άγνοια της διαδικαστικής πορείας της υποθέσεως και της ημερομηνίας της ορισθείσης δικασίμου την οποία επικαλείται δεν συγκροτεί περίπτωση ανώτερης βίας υπό την προεκτεθείσα έννοια και γι` αυτό δεν θεμελιώνει νόμιμο λόγο ανακοπής κατά της ερήμην αποφάσεως. Συνεπώς, κατόπιν τούτων, ο λόγος της ανακοπής πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
V. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη ανακοπή ερημοδικίας πρέπει να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή του προκαταβληθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο. Τέλος πρέπει να καταδικαστεί ο ανακόπτων, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα του καθ’ ου η ανακοπή (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓIA TOYΣ ΛOΓOYΣ AYTOYΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ στην ουσία την ανακοπή ερημοδικίας κατά της υπ’ αριθμόν 264/2025 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά.
ΚATAΔΙΚΑΖΕΙ τον ανακόπτοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του καθ’ ου η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο και την κατάπτωση υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου του καταβληθέντος από τον ανακόπτοντα παραβόλου άσκησης ανακοπής ερημοδικίας, ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 6 Νοεμβρίου 2025, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ