ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός 698/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από το Δικαστή, Βασίλειο Τζελέπη Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σ.Φ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία του δικηγόρο Ειρήνη Ανδρουλάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρίας με την επωνυμία <<………..>>, που εδρεύει στη ………. Αττικής, οδός …………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Αγγελική Κυνηγαλάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Ο εφεσίβλητος – εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 12.12.2023 με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2023 αγωγή επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 2396/2024 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου τόσο ο ενάγων με την από 12.12.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2024 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2024 Εφετ έφεσή του όσο και η εναγομένη με την από 8.4.2025 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2025 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2025 Εφ. έφεσή της οι οποίες προσδιορίστηκαν για συζήτηση στην παραπάνω αναφερόμενη δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι αμφοτέρων των διαδίκων παραστάθηκαν με δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος, αρμόδιου, Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) α) η από 12.12.2024 έφεση του εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος και β) η από 8.4.2025 έφεση της εν μέρει ηττηθείσας εναγόμενης εταιρίας, στρεφόμενες αμφότερες κατά της 2396/2024 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία, των περιουσιακών-εργατικών διαφορών και δέχθηκε (εν μέρει) την από 12.12.2023 αγωγή. Οι εφέσεις έχουν ασκηθεί εμπρόθεσμα και παραδεκτά σύμφωνα με τα άρθρα 495, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθρα 591 και 622 ΚΠολΔ, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας αφενός δεν προκύπτει, αλλά ούτε και οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης, αφετέρου δεν παρήλθε δε η νόμιμη, καταχρηστική, διετής προθεσμία από την δημοσίευσή της, στις 12.7.2024, ενώ για το παραδεκτό τους, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της παρ. 3 Α εδ. β του άρθρου 495 ΚΠολΔ, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει επομένως να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 παρ. 1 εδαφ. α και 591 παρ. 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, να εξεταστούν περαιτέρω, κατά την ίδια (ειδική) διαδικασία, προκειμένου να ελεγχθούν, το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 522, 533 παρ. 1 και 591 παρ. 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, μέσα στα διαγραφόμενα από αυτούς όρια.
Ο ενάγων ναυτικός με την προαναφερόμενη αγωγή του, ισχυρίζεται ότι σε εκτέλεση προσυμφώνων ναυτικής εργασίας ναυτολογήθηκε για αόριστο χρόνο στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίου BS2, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……., κοχ 16172, πλοιοκτησίας της εναγομένης εταιρίας με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα εντός των ετών 2022 και 2023. Ότι από τις ως άνω ναυτολογήσεις του, οι οποίες διέπονταν από την ΣΣΝΕ πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2022 και ακολούθως 2023, εφαρμοζομένων τούτων αναδρομικά κατά ρητή συμφωνία των διαδίκων, διατηρεί αξιώσεις για πρόσθετη αμοιβή λόγω υπερωριακής απασχόλησης, για αμοιβή λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων, για επιδόματα εορτών και για αμοιβή δρομολογίων εξπρές, καθώς και για διαφορά βασικού μισθού, επιδόματος Κυριακών, άδειας και επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας εντός του έτους 2023. Με βάση το ιστορικό αυτό, κατόπιν νομότυπου περιορισμού όλων των αγωγικών κονδυλίων σε ποσοστό ½ από καταψηφιστικά σε έντοκα αναγνωριστικά, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει για τις ως άνω αιτίες το συνολικό ποσό των 15.548,15€ και να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να του καταβάλει για τις ως άνω αιτίες το ποσό των 15.548,15€ με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της απόλυσής του, άλλως από την επίδοση της αγωγής και να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική του δαπάνη.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού δέχθηκε την αγωγή ως ορισμένη και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 652, 653, 655 ΑΚ, 68, 70, 74, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε” ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 60, 82, 84, 105 και 106 του Κ.Ι.Ν,Δ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β’1/1982), των ΣΣΝΕ πληρωμάτων εήιβοτηγών ακτοπλοϊκών πλοίων έτους 2022 και 2023, που κυρώθηκαν με τις ΥΑ 2242.5-1.5/8785 και 2242.5-1.5/51894 (ΦΕΚ Β’ 663/15-2-2022 και 4621/2023), έκανε αυτή δεκτή εν μέρει ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα για την υπηρεσία του στο ένδικο πλοίο το συνολικό ποσό των 14.820,48 ευρώ ενώ αναγνώρισε την υποχρέωση της ιδίας να καταβάλει στον τελευταίο το ποσό των 1.181,38 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του , (10.6.2023), μέχρι την εξόφληση και καταδίκασε αυτή σε μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος την οποία όρισε στο ποσό των 550 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τόσο ο ενάγων όσο και η εναγόμενη με τους λόγους των εφέσεών τους, που συνιστούν παράπονα για κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, κατά το εκκαλούμενο από τον καθένα μέρος της, ώστε να ξαναδικαστεί η αγωγή ως προς αυτό έτσι ώστε η αγωγή το μεν να γίνει ολικά δεκτή, το δε να απορριφθεί στο σύνολό της αντίστοιχα.
Από την επανεκτίμηση των ενώπιον του Δικαστηρίου προσκομισθέντων με επίκληση αποδεικτικών μέσων, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς έμμεση, για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), καθώς και των υπ’ αριθμ, ……/- και ……/12-2-2024 ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, τις οποίες επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων και λήφθηκαν κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγομένης κατά τα άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ, ……./7-2-2024 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …………), αμφότερες οι οποίες εκτιμώνται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μαρτυρούντος, της υπ’ ……/9-2-2024 ένορκη βεβαίωσης ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς την οποία επικαλείται και προσκομίζει η εναγόμενη και λήφθηκε κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος (σχ. η υπ’ αριθμ. ……/6-2-2024 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …….) σε συνδυασμό, τέλος, με τις ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφά τους και εκτιμώνται σύμφωνα με τα άρθρα 261 εδ.β, 352 παρ.1 και 591 παρ.1 ΚΠολΔ καθώς και με τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου BS2, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……, κοχ 16172 και του ενάγοντος, Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού με αριθμό μητρώου ……., ο τελευταίος ναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου: Α) από 21-1-2022 έως 2-3-2022, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας, Β) από 14-3-2022 έως 6-7-2022 οπότε απολύθηκε λόγω ασθενείας Γ) από 26-7-2022 έως 25-11-2022 οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου, Δ) από 16-1-2023 έως 28-2-2023 οπότε απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης και Ε) από 14-3-2023 έως 10-6-2023 αμοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου. Ενόψει της αναφοράς στο ναυτολόγιο του ενάγοντος ότι εφαρμοστέα για το μισθό του είναι η «Σ,Σ.», κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του, τις αποδοχές του ρύθμιζε για το έτος 2022 η Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (Σ.Σ.Ν.Ε) Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2022 που κυρώθηκε με την υπ’ αρ. ΥΑ 2242.5-1.5/8785/2022 (ΦΕΚ Β 663/15-2-2022), γεγονός για το οποίο δεν ερίζουν οι διάδικοι. Ωστόσο η εναγόμενη με τις προτάσεις της στο πρώτο βαθμό αλλά και με τον πρώτο λόγο της έφεσης της διατείνεται ότι η εκκαλουμένη παρά το νόμο κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, αλλά και κακή εκτίμηση των αποδείξεων εφάρμοσε την άνω ΣΣΝΕ του έτους 2023 για τα αναγόμενα στο έτος αυτό χρονικά διαστήματα καθώς τα διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος κατά το έτος 2023 δεν ήταν σε ισχύ η προαναφερόμενη ΣΣΝΕ, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αρ. ΥΑ 2242,5-1.5/51894 (ΦΕΚ Β’ 4621/19-7-2023) χωρίς να έχει αναδρομική ισχύ, οπότε σύμφωνα με την εναγομένη ελλείψει τέτοιας ΣΣΝΕ σε ισχύ ο ενάγων θα αμειβόταν με βάση την ατομική σύμβαση ναυτικής εργασίας στην οποία είχε συμφωνηθεί κλειστός μισθός. Ωστόσο ο λόγος αυτός της έφεσης με το πιο πάνω περιεχόμενο πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος για τους εξής λόγους: Σύμφωνα με το άρθρο 49 του Ν. 4597/2019 «Για την κύρωση των Συμβάσεων Παραχώρησης που έχουν συναφθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε. – Διατάξεις για τη λειτουργία του συστήματος λιμενικής διακυβέρνησης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 35/28.2.2019), με το οποίο ορίστηκε ότι «Η αληθής έννοια της παρ. 1 του άρθρου 5 του α.ν. 3276/1944 (Α΄ 24, αναδημ. Α΄ 172/1945) είναι ότι η απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με την οποία κυρώνεται συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας σύμφωνα με τον ανωτέρω νόμο ισχύει αναδρομικά από την έναρξη ισχύος που ορίζεται στην οικεία συλλογική σύμβαση, ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης ή/και κύρωσής της από τον Υπουργό». Περαιτέρω όπως ορίζεται ρητά στο άρθρο 39 της εν λόγω Συλλογικής Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών πλοίων έτους 2023 η ισχύς της παρούσας Σύμβασης άρχεται την από 1.1.2023 και λήγει την 31.12.2023. Από το συνδυασμό των δύο αυτών διατάξεων προκύπτει ότι η υπό κρίση ΣΣΝΕ είχε αναγκαστική και αναδρομική ισχύ από την αρχή του έτους δεδομένου ότι δεν αμφισβητείται αλλά και προκύπτει η ιδιότητα του ενάγοντος ως μέλους της Πανελλήνιας Ένωσης Αρχιθαλαμηπόλων – θαλαμηπόλων Εμπορικού Ναυτικού, η οποία συμβλήθηκε για τη σύναψη της εν λόγω Σύμβασης. Κατά συνέπεια υπό τη διπλή αυτή νομοθετική πρόβλεψη η εκκαλούμενη απόφαση ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο επιδικάζοντας τις αγωγικές αξιώσεις του ενάγοντος με νομοθετικό έρεισμα την προαναφερθείσα ΣΣΝΕ έτους 2023 που καταλαμβάνει όλα τα επιμέρους χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος για το κρίσιμο έτος 2023, παρελκομένης της εξέτασης των λοιπών ισχυρισμών της εναγομένης που αφορούν το ίδιο κρίσιμο θέμα περί ανυπαρξίας συμφωνίας μεταξύ των μερών για την εφαρμογή της άνω ΣΣΝΕ καθώς αλυσιτελώς προβάλλονται με βάση τις άνω παραδοχές. Ακολούθως από τις ίδιες ως άνω αποδείξεις προέκυψε ότι το ένδικο πλοίο της εναγομένης εκτελούσε ακτοπλοϊκά δρομολόγια από τον Πειραιά προς της Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα , ήτοι Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κάλυμνο, Κω, Ρόδο και επιστροφή. Μάλιστα κατά τη θερινή περίοδο εκτελούσε και δρομολόγιο προς Αμοργό – Κατάπολα και Σύμη. Ειδικότερα τα δρομολόγια που εκτελούσε το BS2 προκύπτουν από τους παρακάτω πίνακες δρομολογίων:
ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΠΙΝΑΚΕΣ
Να σημειωθεί ότι ανεκτέλεστα παρέμειναν τα ακόλουθα δρομολόγια: 24.1.2022 Δευτέρα (απαγορευτικό), 25.1.2022 Τρίτη (απαγορευτικό), 9.2.202022 Τετάρτη (απαγορευτικό), 24.4.2022 (Κυριακή του Πάσχα), 17.10.2022 και 18.10.2022 Δευτέρα και Τρίτη (απαγορευτικό), 18.1.2023 Τετάρτη (απαγορευτικό), 19.1.2023 Πέμπτη (απαγορευτικό), 20.1.2023 Παρασκευή (απαγορευτικό), 26.1.2023 Πέμπτη (απαγορευτικό), 8.2.2023 Τετάρτη (απεργία ΠΝΟ), 9.2.2023 Πέμπτη (απεργία ΠΝΟ), 26.2.2023 Κυριακή, 16.34.2023 Κυριακή του Πάσχα, 4.6.2023 Κυριακή. Περαιτέρω ο ενάγων, ο οποίος προσλήφθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου είχε τοποθετηθεί και παρείχε την εργασία του στο πίσω – πρίμα μπαρ του πλοίου, που λειτουργούσε καθημερινά από τις 5.30 πμ μέχρι την 1:00πμ της επόμενης ημέρας. Τα καθήκοντα του περιλάμβαναν καθαριότητα του χώρου του μπαρ, εξυπηρέτηση παραγγελιών πελατών ετοιμάζοντας καφέδες, χυμούς και διάθεση συσκευασμένων τροφίμων, χυμών και αναψυκτικών. Επίσης κρατούσε το ταμείο και χειριζόταν την ταμειακή μηχανή. Την επιστασία του αυτή συνέδραμε και ένας επίκουρος. Τα χρονικά όρια της ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος ανάλογα ταυτίζονταν με τις ώρες λειτουργίας του μπαρ του πλοίου, το οποίο κατά τις πρωινές ώρες άνοιγε για το κοινό ταυτόχρονα με την επιβίβαση του κοινού, ήτοι την 05:30 πμ δεδομένου ότι η εργασία του αυτή απαιτούσε και την αναγκαία προεργασία ώστε κατά τις ώρες του ανοίγματος του κυλικείου να ευρίσκεται σε ετοιμότητα για τη διάθεση των προϊόντων του. Η πρωινή του απασχόληση τερματιζόταν περί ώρα 12:00. Μεταξύ 09:00 πμ έως 10:00 ο ενάγων έκανε το διάλειμμα του για πρωινό στη τραπεζαρία του πληρώματος και το πόστο του μπαρ αναλάμβανε ο επίκουρος. Στις 15:00 μμ ξεκινούσε η απογευματινή βάρδια μέχρι τις 17:30 μμ, ήτοι κατά το χρόνο της επιβίβασης των επιβατών στο πλοίο. Έκτοτε και μέχρι τις 20:00 μμ αναπαυόταν και στη συνέχεια επέστρεφε στην εργασία του μέχρι την 01:00 πμ της επομένης, όπου τερματιζόταν το ημερήσιο ωράριο εργασίας του. Επιπλέον από τις ίδιες ως άνω αποδείξεις προέκυψε ότι ο ενάγων απασχολείτο αποκλειστικά στο χώρο του μπαρ, χωρίς να παράσχει άλλες εργασίες της ειδικότητας του στο πλοίο, απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του. Με βάση τα άνω περιγραφόμενα δρομολόγια του πλοίου, τη διάρκεια αυτών, την χωρητικότητα του πλοίου, την αποκλειστική του απασχόληση στο μπαρ, τη συνδρομή ενός επίκουρου στην ίδια επιστασία προς υποβοήθηση του έργου του σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα που υπηρέτησε επί του πλοίου BS2, παρείχε, κατά μέσο όρο, εργασία 12 ωρών ημερησίως. Εξάλλου ο ισχυρισμός της εναγόμενης αφενός περί της πλήρους κάλυψης των οργανικών θέσεων που απαιτείται για την ασφάλεια των πλόων του πλοίου, αφετέρου περί πληρώσεως των απαιτούμενων θέσεων για τη πλήρη σύνθεση του πληρώματος, ο οποίος δεν αμφισβητείται από τον ενάγοντα, αλυσιτελώς προβάλλεται δεδομένου ότι όπως προέκυψε από τις αποδείξεις στο κυλικείο απασχολούνταν αποκλειστικά ο ενάγων και ένας επίκουρος με συνέπεια το πλεονάζον κατά την εναγομένη πλήρωμα του καταστρώματος να μην συνεπικουρεί την επιστασία του κυλικείου. Ακολούθως με βάση τις ανωτέρω παραδοχές ο ενάγων διατηρεί από τις ένδικες ναυτολογήσεις του τις ακόλουθες αξιώσεις: I.Για τη ναυτολόγηση του κατά τα χρονικά διαστήματα από 21- 1-2022 έως 2-3-2022, από 14-3-2022 έως 6-7-2022 και από 29-7-2022 έως 25-11-2022 (και λαμβανομένων υπόψη των ημερών που έμειναν ανεκτέλεστα τα δρομολόγια, κατά τα οποία ο ενάγων δεν απασχολήθηκε πέραν του οκταώρου), 1) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και Κυριακές ο ενάγων δικαιούται ποσό (224 ημέρες Χ 4 ώρες υπερωριακής απασχόλησης ανά ημέρα = 896 ώρες Χ 8,96€ η ώρα) = 8.028,16€, έναντι του οποίου έλαβε ποσό 2.301,31€ και όχι 1.891,25€ που συνομολογεί ο ενάγων, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 5.726,85 ευρώ κατά μερική παραδοχή της ουσιαστικής βασιμότητας της ένστασης της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη, 2) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες ο ενάγων δικαιούται ποσό [(47 ημέρες X 12 ώρες ανά ημέρα = 564 ώρες Χ 10,76€ η ώρα =) 6.068,64€ + 86,08€ για την οκτάωρη απασχόληση του την Κυριακή του Πάσχα κατά την οποία παρείχε την εργασία του, 6.154,72€ έναντι του οποίου έλαβε ποσό 4.503,31€ και όχι 3.7Ό0,90€ ως συνομολογεί, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 1.651,41€ δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος στην ουσιαστική της βασιμότητα της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η εκκαλουμένη απόφαση η οποία δέχθηκε τα ίδια και υπολόγισε την αμοιβή του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα ίδια ακριβώς ποσά, των οποίων ο αριθμητικός υπολογισμός δεν αμφισβητείται από κανένα από τους διαδίκους με ειδικό λόγο έφεσης, δεν έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, τα όσα δε αντίθετα διατείνονται ο μεν ενάγων με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, η δε εναγομένη με τον δεύτερο λόγο της έφεσης της πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμα και να απορριφθούν οι ανωτέρω λόγοι έφεσης ως αβάσιμοι.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 3239/1955 η ατομική σύμβαση εργασίας, που καταρτίζεται από πρόσωπο δεσμευόμενο από συλλογική σύμβαση εργασίας, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους θεσπισθέντες με την τελευταία όρους, οι δε αντίθετες ατομικές συμφωνίες είναι άκυρες. Ωστόσο, όροι ατομικής εργασιακής σύμβασης ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από εκείνους της συλλογικής σύμβασης είναι επικρατέστεροι. Επομένως, αν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπόμενων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις πέραν των νομίμων καταβαλλόμενες, ο όρος είναι ισχυρός. Αυτό μάλιστα ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο σύναψης της ατομικής εργασιακής σύμβασης αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θα θεσπιστούν μετά την κατάρτιση της ατομικής σύμβασης. Τα ανωτέρω ισχύουν ομοίως και για αξιώσεις από ναυτική εργασία, που θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις (ΑΠ 516/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕΠ 465/2009, ΕΝαυτΔ 2009/276). Μάλιστα, στη ναυτική πρακτική, η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που προβλέπονται από την οικεία ΣΣΝΕ, ονομάζεται «κλειστός μισθός» και είναι έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ, με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον συμβατικό «κλειστό» μισθό, διαφορετικά, αν δηλαδή ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η σχετική συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ 361/2013 ΕΝαυτΔ 2013/208, ΕφΠειρ 391/2009 ΕΝαυτΔ 2009/283, ΕφΠειρ 429/2008, ΕΝαυτΔ 2008/284, ΕφΠειρ 30/2008, ΕΝαυτΔ 2008/106). Η έννοια του «κλειστού» μισθού, που προϋποθέτει υφιστάμενο ένα νόμιμα καθοριζόμενο όριο ελάχιστων αποδοχών του εργαζομένου, περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη άλλου ειδικού καθορισμού αυτών των τελευταίων (ΜονΕφΠειρ. 369/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται στο ναυτικό, κατά τρόπο τακτικό και πάγιο, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπόμενου από την οικεία σσνε μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του, της δραστηριότητας και του ζήλου του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, χωρίς πρόβλεψη περί καταλογισμού αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο αυτό ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του εργοδότη, ελεύθερα ανακλητή ή δυνάμενη να καταλογιστεί μονομερώς προς άλλες συμβατικές αξιώσεις του ναυτικού. Το εν λόγω πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί να συμψηφιστεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικείες σσνε αποδοχές μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί καταλογισμού του στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή δεν έχει κάτι τέτοιο συμφωνηθεί, ειδικά και ορισμένα, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον εν λόγω συμψηφισμό, γιατί με τον τρόπο αυτό θα περιόριζε μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 213/2016, ΜονΕφΠειρ. 50/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ΜονΕφΠειρ. 322/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 221/2015, Δνη 2016/1405, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΕφΠειρ 185/2012, ΕΝαυτΔ 2012/397, ΕφΠειρ 471/2011, ΕΝαυτΔ 2011/257, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 205). Με τον τρίτο λόγο της έφεσής της η εναγομένη διατείνεται ότι η εκκαλουμένη κατ΄ εσφαλμένη ερμηνεία αι εφαρμογή του νόμου αλλά και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων απέρριψε την προβληθείσα ένταση συμψηφισμού – καταλογισμού στο ποσό της υπερωριακής αμοιβής που αξιώνει ο ενάγων, τα καταβληθέντα σε αυτόν ποσά ως «έκτακτες αμοιβές». Επί του λόγου αυτού της έφεσης σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας αποδεικνύεται ότι συμφωνήθηκε σ’ αυτές η καταβολή στον ενάγοντα ναυτικό κλειστού μισθού και περαιτέρω αποδεικνύεται ότι εμπεριέχεται στις εν λόγω συμβάσεις παράγραφος με τον τίτλο «συμπληρωματικοί όροι που περιλαμβάνονται όπως τυχόν αμοιβαίως συμφωνήθηκαν από τα μέρη». Στο δε ακόλουθο κείμενο αναγράφεται ότι κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές, μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από τον ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικά με την παρούσα σύμβαση. Όπως αποδείχθηκε με βάση τις μη αμφισβητούμενες αποδείξεις πληρωμής που αφορούν τα επίδικα χρονικά διαστήματα η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα κάθε μήνα αμοιβή για εργασία τα Σάββατα και αργίες καθώς και αμοιβή υπερωριών ενώ κατέβαλε επίσης κάθε μήνα ένα πολύ μικρότερο ποσό υπό την ένδειξη «έκτακτες αμοιβές». Όμως, σύμφωνα και πάλι με όσα αναλύθηκαν παραπάνω, ο συμβατικός αυτός όρος, ερμηνευόμενος κατά τις υποδείξεις των διατάξεων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, δεν επιτρέπει οποιονδήποτε συμψηφισμό και αυτό διότι δεν προσδιορίζονται ειδικά και ορισμένα οι υπέρτερες αποδοχές του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με πραγματοποιούμενες υπερωρίες του ή με άλλες συμβατικές υποχρεώσεις της εργοδότριας και επομένως δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις του επιτρεπτού συμβατικού συμψηφισμού, αφού δεν προσδιορίσθηκαν ειδικά κατά ποιόν και ποσόν οι υπέρτερες αποδοχές (ως επιμίσθιο, τακτικά και παγίως καταβαλλόμενο) του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με μελλοντικές υποχρεώσεις της εναγομένης προς αυτόν, προερχόμενες από οποιαδήποτε νόμιμη αιτία. Αντίθετα, η διατύπωση της εν λόγω συμφωνίας είναι μη εξειδικευμένη, είναι αόριστη και δεν μπορεί να θεμελιώσει δυνατότητα συμβατικού συμψηφισμού των εν λόγω «εκτάκτων αμοιβών», όπως, αντιθέτως, θα μπορούσε να συμβεί αν στον επίμαχο όρο προβλεπόταν ρητά ότι οι συγκεκριμένες παροχές, με την ένδειξη «έκτακτες αμοιβές», θα καλύπτουν την οφειλόμενη υπερωριακή αμοιβή του ενάγοντος (ΕφΠειρ 464/2021, 196/2020, 465/2009 δημ στην τνπ ΝΟΜΟΣ). Επομένως η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε τον περί συμψηφισμού ισχυρισμό της, με συνοπτικότερη αιτιολογία, η οποία πρέπει να αντικατασταθεί με την παρούσα, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο, τα όσα δε αντίθετα ισχυρίζεται η εναγομένη με τον παρόντα λόγο έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα και να απορριφθεί ο τρίτος λόγος αυτής.
Από τη διάταξη του άρθρου 14 των εφαρμοστέων σσνε σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14-12-1982 Απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς του δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ B 1/07-01-1982), προκύπτει ότι οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντίστοιχα, εφόσον η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από την 1η Μαΐου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου και από την 1η Ιανουαρίου μέχρι την 30η Απριλίου αντίστοιχα, ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το αντίστοιχο χρονικό διάστημα, τα 2/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του μισού (μηνιαίου) μισθού για κάθε οκταήμερο χρονικό διάστημα αντίστοιχα ή ανάλογο κλάσμα σε περίπτωση χρονικού διαστήματος μικρότερο του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου. Για τον υπολογισμό των επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πράγματι καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα προ του Πάσχα αντίστοιχα, ενώ ως καταβαλλόμενος μισθός νοείται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού. Τακτικές αποδοχές για την εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω Υπουργικής Απόφασης θεωρούνται ο μισθός καθώς και κάθε άλλη παροχή εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από το μισθωτό εργασίας, τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά, κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου. Ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικά στην ανωτέρω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος πάγια και τακτικά ανά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικά, γ) οι λοιπές, τακτικά και πάγια, καταβαλλόμενες παροχές στις οποίες συμπεριλαμβάνονται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, 19/2016, , 371/2016, 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, 412/2014, 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), η τροφοδοσία είτε καταβάλλεται αυτούσια είτε σε χρήμα (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕΠ 500/2012, αδημ., 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, 343/2009, αδημ.) διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως οικείας σσνε. Μάλιστα συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, τνπ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012 δημ στη ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) ωστόσο συνυπολογίζεται και η εν λόγω αμοιβή στην περίπτωση που πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΕΠ 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, αμφότερες σε τνπ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 364/2012 αδημ.). Τέλος, το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 και 20 των οικείων σσνε, μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, στα οποία ανήκουν και τα μέλη του πληρώματος καταστρώματος (ναύκληρος και ναύτες), χρηματικό ποσό ως επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των δώρων εορτών (ΜΕφΠειρ 196/2020, 117/2016, 676/2014 δημοσ σε τνπ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΜΕφΠειρ 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262), για το λόγο ότι δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται, αιτία της χορήγησής του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕΔ 2005/237 226/2003, ΕΕΔ 2004/790, ΕφΠειρ 177/2012, ΠειρΝ 2012/354, 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262, ΕφΠειρ283/2009, ΕΝαυτΔ 2009/102, ΜΕφΠειρ 671/2015, 647/2014, 605/2014, σε τνπ ΝΟΜΟΣ και ΜΕφΠειρ 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204). Τέλος και το επίδομα έχμασης αποτελεί πρόσθετη αμοιβή προβλεπόμενη από τις ανωτέρω σσνε (άρθρο 30) ειδικά για το κατώτερο προσωπικό του καταστρώματος που απασχολείται στη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οχημάτων το οποίο υπολογίζεται και καταβάλλεται στους δικαιούχους αναλογικά κατά μήνα. Με τον τρίτο λόγο της έφεσης η εναγομένη διατείνεται ότι η εκκαλουμένη κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου αλλά και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον υπολογισμό του κονδυλίου δώρων εορτών: α) δεν απέρριψε τα σχετικά κονδύλια ως μη νόμιμα καθώς αυτά περιλαμβάνονταν στο κλειστό μισθό, β) υπολόγισε για την ανεύρεση αυτού το μηνιαίο αντίτιμο τροφής και το επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας γιατί οι παροχές αυτές δεν καταβάλλονταν σταθερά αλλά η χορήγησή του εξαρτάται από τις εκάστοτε συνθήκες εργασίας, γ) δεν δικαιούταν αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης για το λόγο ότι δεν εξετέλεσε τέτοια, και δ) συνυπολόγισε μέσο όρο αμοιβής δρομολογίων εξπρές καθώς πρόκειται για παροχή που δεν καταβάλλεται πάγια και σταθερά. Επί του λόγου αυτού πρέπει να λεχθούν τα εξής: Ειδικότερα: α) λυσιτελώς προβάλλεται ο ισχυρισμός περί μη οφειλής του κονδυλίου το ο οποίο συμπεριλαμβάνεται στο συμφωνηθέντα κλειστό μισθό του ενάγοντος, καθώς, σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, ο «κλειστός μισθός» και είναι έγκυρος κατ’ άρθρο 361 ΑΚ, με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον συμβατικό «κλειστό» μισθό, διαφορετικά, αν δηλαδή ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η σχετική συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά, όπως προέκυψε στην υπό κρίση περίπτωση, όπου ο ενάγων κρίθηκε ότι διατηρεί κατά της εναγομένης αξιώσεις από την εργασία του υπέρτερες του συμφωνηθέντος κλειστού μισθού και πρέπει να απορριφθεί, β) σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν στην άνω μείζονα σκέψη το επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος καταβάλλονταν από την εναγομένη ως νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρείχε παγίως και σταθερώς κατά τους ένδικους μήνες ναυτολόγησής της, οπότε ορθά συνυπολογίστηκε από την εκκαλουμένη για την ανεύρεση του καταβαλλομένου μηνιαίου μισθού του ενάγοντος, γ) σύμφωνα με τα όσα έγιναν δεκτά από το παρόν Δικαστήριο ο ενάγων εξετέλεσε υπερωριακή ημερήσια εργασία τεσσάρων (4) ωρών, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του εκκαλούντος ως κτ’ ουσίαν αβάσιμου και δ) από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος προκύπτει ότι αυτός ελάμβανε κάθε μήνα παγίως και σταθερώς όλους τους μήνες της ναυτολόγησής του επίδομα δρομολογίων εξπρές, οπότε τα όσα αντίθετα ισχυρίζεται η εναγομένη πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμα. Ακολούθως από τις ίδιες ως άνω αποδείξεις προέκυψε ότι ο ενάγων για την περίοδο ναυτολόγησης του: α) από 21.1.2022 έως 2.3.20222 και από 14.3.2022 έως 30.4.2022: α) απασχολήθηκε επί 89 ημέρες εντός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος, δικαιούται ως επίδομα Πάσχα έτους 2022 ποσό ίσο με το ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8 ημέρες εργασίας και δη ποσό (4.226,13 ευρώ οι τακτικές αποδοχές του κατά τα ανωτέρω /2 = 2.113,06€ Χ 1/15 = 140,87 Χ 11,125 οκταήμερα) 1,567,17€, έναντι του οποίου έλαβε ποσό 870,2€ και όχι ποσό 458,81€ που συνομολογεί, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 696,97€, δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος στην ουσιαστική της βασιμότητα της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη, β) επί 187 ημέρες εντός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος, δικαιούται ως επίδομα Χριστουγέννων έτους 2022 ποσό ίσο με τα 2/25 του συνολικού μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες εργασίας και δη ποσό (4.226,13€ οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές της κατά τα ανωτέρω Χ2/25Χ 9,842 δεκαεννιαήμερα=) 3.327,48€ έναντι του οποίου έλαβε ποσό 1.759,54€ και όχι 1.702,15€ ως συνομολογεί, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 1.567,94€ δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος στην ουσιαστική της βασιμότητα της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη, β) για το έτος 2023 απασχολήθηκε 1) επί 92 ημέρες εντός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος (16.1.2023 έως 28.2.2023), δικαιούται ως επίδομα Πάσχα έτους 2023 ποσό ίσο με το ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8 ημέρες εργασίας και δη ποσό ( 4.361,9€ οι τακτικές αποδοχές του κατά τα ανωτέρω /2 = 2.180,95€ X 1/15 = 145,39 X 11,5 οκταήμερα) 1,671,98€, έναντι του οποίου έλαβε ποσό 889,13€ ως αποδεικνύεται από τις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής και τα οικεία τραπεζικά εμβάσματα, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 782,85€, δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος στην ουσιαστική της βασιμότητα της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη και 2) επί 41 ημέρες εντός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος (1.5.2023 έως 10.6.2023), δικαιούται ως επίδομα Χριστουγέννων έτους 2023 ποσό ίσο με τα 2/25 του συνολικού μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες εργασίας και δη ποσό (4.361,93 ευρώ οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του κατά τα ανωτέρω Χ2/25Χ 2,157 δεκαεννιαήμερα=) 752,68€ έναντι του οποίου έλαβε ποσό 477,81€, ως αποδεικνύεται από τις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής και τα οικεία τραπεζικά εμβάσματα, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 274,87€, δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος στην ουσιαστική της βασιμότητα της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη. Κατά συνέπεια η εκκαλουμένη απόφαση η οποία έκρινε τα ίδια ορθά το μεν ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, το δε εκτίμησε τις αποδείξεις τα όσα αντίθετα ισχυρίζονται ο μεν ενάγων με τον τρίτο λόγο της έφεσης του, η δε εναγομένη με τον τέταρτο και πέμπτο λόγο της έφεσης που άπαντες βάλλουν κατά το κονδυλίου δώρου Πάσχα και Χριστουγέννων ετών 2022 και 2023 πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα και να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι αμφοτέρων των εφέσεων με την επισήμανση ότι κανένας από τους διαδίκους δεν αμφισβήτησε με ειδικότερο λόγο έφεσης τον αριθμητικό υπολογισμό στον οποίο προέβη η εκκαλουμένη για ανεύρεση του ένδικου κονδυλίου.
Με το πέμπτο λόγο της έφεσής η εκκαλούσα – εναγομένη διατείνεται ότι η εκκαλουμένη απόφαση κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε ως βάσιμο κατ’ ουσίαν το αγωγικό κονδύλιο που αφορούσε την καταβολή αποζημίωσης μη χορήγησης αδειών διανυκτερεύσεων που προβλέπεται στο άρθρο 16 της εφαρμοζόμενης ΣΣΝΕ. Ειδικότερα, στο υπό τον τίτλο «Διανυκτέρευση εις λιμένα» άρθρο 16 των ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. που ορίζεται ότι: «Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά τον μήνα κατά τους μήνας Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους λοιπούς μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν (§ 1). Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο ήτοι το 1/22 του υπό της Συλλογικής Συμβάσεως προβλεπομένου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (§ 2). Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή (§ 3)». Στη προκειμένη περίπτωση από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι ο ενάγων απασχολούμενος στο πλοίο υπό την ανωτέρω ειδικότητά του, κατά μερικότερα ένδικα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος δικαιούται το ποσό των (18 διανυκτερεύσεις εντός του ως άνω χρονικού διαστήματος, ήτοι από μία τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο και από δύο τους λοιπούς μήνες Χ 56,41€ το 1/22 του βασικού μισθού ενεργείας των 1.240,91€=) 1.015,38€, έναντι του οποίου έλαβε ποσό 156,25€, ως αποδεικνύεται από τις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής και τα οικεία τραπεζικά εμβάσματα, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 859,13€, δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος στην ουσιαστική της βασιμότητα της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη. Επισημαίνεται ότι η κρίση αυτή του Δικαστηρίου επιρρωνύεται ιδίως εκ του ότι δεν προσκομίσθηκε από την εναγόμενη κατά τη συζήτηση της έφεσης αντίγραφο από το ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου της, στο οποίο θα έπρεπε να έχει γίνει ειδική εγγραφή από τον πλοίαρχο αναφορικά με τις χορηγηθείσες στον ενάγοντα διανυκτερεύσεις κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, προκειμένου να σχηματισθεί στο παρόν Δικαστήριο πλήρης δικανική πεποίθηση σχετικώς. Σημειωτέον ότι η μνεία στο ημερολόγιο γέφυρας των χορηγούμενων στα μέλη του πληρώματος αδειών διανυκτέρευσης συνιστά νόμιμη υποχρέωση του πλοιάρχου κάθε ακτοπλοϊκού πλοίου, που θεσπίσθηκε όχι μόνον για λόγους ασφάλειας των πλόων του, δια της συμμετοχής σ’ αυτούς επαρκούς για την αξιοπλοΐα του αριθμού ναυτικών, αλλά και για αποδεικτικούς λόγους (ΕφΠειρ 464/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).Κατά συνέπεια και ο πέμπτος λόγος της έφεσης της εναγομένης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Με τον έκτο λόγο της έφεσής της η εναγομένη διατείνεται ότι η εκκαλουμένη επιδίκασε στον ενάγοντα το ποσό των 433,25 ευρώ για επίδομα δρομολογίων εξπρές για το έτος 2022 για το λόγο ότι δεν δικαιούται καμία πρόσθετη αμοιβή πέραν του συμφωνηθέντος και καταβληθέντος μηνιαίου κλειστού μισθού. Επιπλέον εσφαλμένα υπολόγισε τον αριθμό των εξπρές δρομολογίων για το έτος 2022, τα οποία υπολογίζει στα 10 Σάββατα και όχι 11 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη ενώ η πρόωρη αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι ήταν 3,25 ώρες και όχι 3,50 ώρες όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη. Τέλος η ίδια απόφαση εσφαλμένα δέχθηκε ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα για την αιτία αυτή το ποσό των 307,80 ευρώ αντί του αληθούς 500,30 ευρώ. Επί του λόγου αυτού πρέπει να λεχθούν τα εξής: όπως προκύπτει από τις αποδείξεις το ένδικο πλοίο της εναγομένης κατά κρίσιμα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του από 1.6.2022 έως και 6.7.2022 και από 29.7.2022 έως και 4.9.2022 κάθε Παρασκευή αναχωρούσε από Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) στις 18:00 μμ για Σύρο, Κάλυμνο, Κω, Ρόδο, Κατάπολα, Πειραιά(λιμάνι προορισμού) που έφθανε στις 21:15μμ κάθε Σάββατο και αναχωρούσε στις 23:55 μμ από Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) για Κατάπολα, Πάτμο Λέρο, Κω, Ρόδο, Κω, Κάλυμνο, Λέρο, Πάτμο, Σύρο και κατέφθανε στο λιμενά Πειραιά περί ώρα 08:10 πμ κάθε Δευτέρα. Το πλοίο της εναγομένης κάθε Σάββατο είχε 3,5 ώρες αναχώρησης από το λιμάνι αφετηρίας που ήταν ο Πειραιάς, οπότε για το ανωτέρω κρίσιμο χρονικό διάστημα είχε 3,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης την εβδομάδα με την επισήμανση ότι στο κρίσιμο χρονικό διάστημα περιέχονται 11 Σάββατα (4/6, 11/6, 18/6, 25/6, 2/7, 30/7, 6/8, 13/8, 20/8, 27/8 και 3/9) και όχι 10 όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εναγομένη. Ακολούθως, δεδομένου ότι οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος ανέρχονται σε ποσό 4,146,33€ (1.240,91€ μισθός ενεργείας +273€ επίδομα Κυριακών + 617,40€ τροφοδοσία + 37,74€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 446,98€ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας + (14.182,88€ η συνολική αμοιβή /278 ημέρες εργασίας = 51,01€ Χ 30 ημέρες = } 1,530,3€ μέσος όρος αμοιβής υπερωριών] και ότι το πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 6-6-2022 έως 4-9-2022 της ναυτολόγησης του και δη για 11 εβδομάδες από 1-6-2022 έως 6-7-2022 και από 29-7-2022 έως 4-9-2022, εκτελούσε λιγότερα από 5 κυκλικά δρομολόγια ανά εβδομάδα, κάθε δε Σάββατο αναχωρούσε από τον Πειραιά 3,5 ώρες πριν τη συμπλήρωση έξι ωρών από την άφιξή του στο λιμάνι αυτό που ήταν λιμάνι αφετηρίας, ο ενάγων δικαιούται για αμοιβή λόγω πραγματοποίησης (3,5/8-=0,44 δρομολόγια ανά εβδομάδα Χ 11 εβδομάδες =) 4,84 δρομολογίων εξπρές ποσό ίσο με το 1/30 των τακτικών αποδοχών της για κάθε δρομολόγιο και δη ποσό [4,84Χ(4.146,33€Χ1/30)=] 741,05€, έναντι του οποίου έλαβε ως συνομολογεί και αποδεικνύεται από έγγραφα που προσκομίζει η εναγομένη ποσό 307,8€ και όχι 500,03€, ως ισχυρίζεται η εναγομένη δεδομένου ότι η εναγομένη συνυπολογίζει στις συνολικές καταβολές του επιδίκου κονδυλίου χρονικά διαστήματα που δεν είναι επίδικα, όπως τα χρονικά διαστήματα από 1.2.2022 έως 28.2.2022, 1.4.2022 έως 30.4.2022, 1.10.22 έως 31.10.22 για τα οποία ο ενάγων δεν προβάλλει κάποια αγωγική αξίωση, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 433,25€, δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος στην ουσιαστική της βασιμότητας της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη. Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί μη οφειλής του εν λόγω κονδυλίου το οποίο έχει εξοφληθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας για την καταβολή κλειστού μισθού κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω. Επιπλέον απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός περί εσφαλμένου υπολογισμού του καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθού του ενάγοντος στον οποίο η εκκαλουμένη ορθά συνυπολόγισε το αντίτιμο τροφής, επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας και αμοιβή μέσου όρου υπερωριών σύμφωνα με τα όσα έγιναν δεκτά από το παρόν Δικαστήριο. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δέχθηκε τα ίδια, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, τα όσα δε αντίθετα διατείνεται η εναγομένη με τον παρόντα λόγο έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμα και να απορριφθεί ο σχετικός λόγος ως αβάσιμος.
Με τον έβδομο λόγο της έφεσής της η εναγομένη διατείνεται ότι η εκκαλουμένη εσφαλμένως κατήνειμε τα καταψηφιστικά και αναγνωριστικά κονδύλια της αγωγής που επιδικάσθηκαν με αυτή με συνέπεια καθ’ υπέρβαση του συζητητικού συστήματος που ισχύει που ισχύει στη πολιτική δίκη να επιδικάσει περισσότερα από όσα αιτήθηκε ο ενάγων. Επί του λόγου αυτού πρέπει να λεχθούν τα εξής: Ο ενάγων με τις προτάσεις που κατέθεσε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αλλά και με δήλωση της πληρεξουσίας του δικηγόρου που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου περιόρισε σύμμετρα τα κονδύλια της αγωγής σε ποσοστό ½ σε καθένα από αυτά σε καταψηφιστικό και σε ποσοστό ½ αναγνωριστικό. Κατόπιν του περιορισμού αυτού τα αγωγικά κονδύλια διαμορφώθηκαν ως εξής: 1 ΑΑ, αμοιβή υπερωριών κατά τις καθημερινές και Κυριακές αρχικώς αιτηθέν ποσό 10.743,55 ευρώ και μετά την τροπή του σε 5.371,77 ευρώ καταψηφιστικό και 5.371, 77 ευρώ αναγνωριστικό. 1ΑΒ αμοιβή για εργασίας τα Σάββατα και τις Αργίες αρχικώς αιτηθέν ποσό 3.529, 82 ευρώ και μετά την τροπή σε 1.764, 91 καταψηφιστικό και 1.764,91 αναγνωριστικό. 1Β αμοιβή διανυκτερεύσεων αρχικώς αιτηθέν ποσό 870,32 ευρώ και μετά την τροπή σε 435,16 ευρώ καταψηφιστικό και 435,16 αναγνωριστικό. 1Γ αναλογία δώρου Πάσχα 2022 αρχικώς αιτηθέν ποσό 1.359,71 μετά την τροπή σε 679,88 ευρώ κσταψηφιστικό και 679,88 ευρώ σε αναγνωριστικό. 1Δ αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2022 αρχικώς αιτηθέν ποσό 2685,56 ευρώ και μετά την τροπή 1.342,78 ευρώ καταψηφιστικό και 1.342,78 ευρώ αναγνωριστικό. 1Ε αμοιβή εξπρές 2022 αρχικώς αιτηθέν ποσό 588,66 ευρώ μετά την τροπή σε 294,33 καταψηφιστικό και 294,33 ευρώ αναγνωριστικό. Για το έτος 2023: 2.Α βασικός μισθός και επίδομα Κυριακών αρχικώς αιτηθέν ποσό 911,31 ευρώ μετά την τροπή σε 455,65 ευρώ καταψηφιστικό και 455,65 ευρώ αναγνωριστικό. 2Β άδεια αρχικώς αιτηθέν ποσό 267,72 ευρώ μετά την τροπή σε 133,86 ευρώ καταψηφιστικό και 133,86 αναγνωριστικό. 2ΔΑ αμοιβή υπερωριών κατά τις καθημερινές και Κυριακές αρχικώς αιτηθέν ποσό 5.433,45 ευρώ και μετά την τροπή σε 2716,75 ευρώ σε καταψηφιστικό και 2716,75 σε αναγνωριστικό. 2ΔΒ αμοιβή για εργασία κατά τα Σάββατα και τις Αργίες αρχικώς αιτηθέν ποσό 2291,08 και μετά την τροπή σε 1145,54 ευρώ καταψηφιστικό και 1145,54 ευρώ αναγνωριστικό. 2Ε αμοιβή διανυκτερεύσεων αρχικώς αιτηθέν 597,89 ευρώ μετά την τροπή σε 298,94 ευρώ καταψηφιστικό και 298,94 αναγνωριστικό. 2Στ αναλογία δώρου Πάσχα αρχικώς αιτηθέν ποσό 1348,32 και μετά την τροπή σε 674,16 ευρώ καταψηφιστικό και 674,16 ευρώ αναγνωριστικό.2Ζ αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2023 αρχικώς αιτηθέν ποσό 716, 22 και μετά την τροπή σε 358,11 ευρώ καταψηφιστικό και 358,11 αναγνωριστικό. Ακολούθως η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε σε σχέση με τα αιτηθέντα κονδύλια επιδίκασε τα εξής: 1 ΑΑ αμοιβή υπερωριών κατά τις καθημερινές και Κυριακές το ποσό των 5.766,85 ευρώ εκ των οποίων 5.371,77 ευρώ καταψηφιστικά και 395,08 αναγνωριστικά, 1ΑΒ αμοιβή για εργασίας τα Σάββατα και τις Αργίες ποσό 1.651,41 ευρώ καταψηφιστικά στο σύνολο του, 1Β αμοιβή διανυκτερεύσεων ποσό 859,13 ευρώ εκ των οποίων 435,16 ευρώ καταψηφιστικά και 423,97 αναγνωριστικά. 1Γ αναλογία δώρου Πάσχα 2022 ποσό 696,97 ευρώ εκ των οποίων 679,88 ευρώ καταψηφιστικά και 17,09 ευρώ αναγνωριστικά. 1Δ αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2022 ποσό 1567,94 ευρώ εκ των οποίων ποσό 1.342,78 ευρώ καταψηφιστικά και ποσό 225,1 ευρώ αναγνωριστικά. 1Ε αμοιβή εξπρές 2022 ποσό 433,25 ευρώ εκ των οποίων ποσό 294,33 καταψηφιστικά και ποσό 138,92 ευρώ αναγνωριστικά. Για το έτος 2023: 2.Α βασικός μισθός και επίδομα Κυριακών ουδέν ποσό. 2Β άδεια ουδέν ποσό. 2ΔΑ αμοιβή υπερωριών κατά τις καθημερινές και Κυριακές το ποσό των 2.477,13 ευρώ καταψηφιστικά στο σύνολό του. 2ΔΒ αμοιβή για εργασία κατά τα Σάββατα και τις Αργίες το ποσό των 964,75 ευρώ καταψηφιστικά στο σύνολό του. 2Ε αμοιβή διανυκτερεύσεων ποσό 566,17 ευρώ εκ των οποίων 298,94 ευρώ καταψηφιστικά και ποσό 267,23 αναγνωριστικά. 2Στ αναλογία δώρου Πάσχα ποσό 782,85 ευρώ εκ των οποίων ποσό 674,16 ευρώ καταψηφιστικά και ποσό 108,69 ευρώ αναγνωριστγικά. 2Ζ αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2023 ποσό 274,87 καταψηφιστικά στο σύνολο του. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η εκκαλουμένη απόφαση η οποία επιδίκασε τα ανωτέρω χρηματικά ποσά χωρίς να προβεί στη διάκριση ενός εκάστου των κονδυλίων σε καταψηφιστικά και αναγνωριστικά σύμφωνα με το αίτημα περιορισμού των αγωγικών κονδυλίων που είχε υποβάλλει ενώπιον του πρωτοβάθμιου έσφαλε κατά την εφαρμογή του νόμου και δη του άρθρου 106 ΚΠολΔ εφόσον κατά το μέτρο που κάθε σχετικό επιδικασθέν κονδύλιο υπερέβαινε το ήμισυ του αρχικώς αιτουμένου με την αγωγή κονδυλίου επιδίκασε καταψηφιστικά μεγαλύτερα χρηματικά ποσά από αυτά που αιτήθηκε. Συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος της έφεσης της εναγομένης κατά το πρώτο σκέλος αυτού κατά τα κατωτέρω ειδικότερα αναφερόμενα.
Το άρθρο 346 του Α.Κ., που όριζε ότι “ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το ληξιπρόθεσμο χρέος”, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4055/2012, που ισχύει, κατά το άρθρο 113 του νόμου αυτού, από 02-04-2012, κατά το οποίο: “Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή πληρωμής για το ληξιπρόθεσμο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας, όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από το νόμο ή με δικαιοπραξία. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει, εάν πριν από τη συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αντιστοίχως. Με αίτημα του εναγομένου το δικαστήριο δύναται κατ` εξαίρεση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την απαίτηση με το νόμιμο ή συμβατικό τόκο υπερημερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως για τις κατ` εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόμενες απαιτήσεις. Από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηματική οφειλή ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο μέσο”. Σύμφωνα με τη νέα αυτή ρύθμιση αυξάνεται το ποσοστό των τόκων επιδικίας, προκειμένου να περιοριστούν η φιλοδικία και η άσκοπη απασχόληση των δικαστηρίων από δικαστικούς αγώνες που δεν έχουν ουσία, ενώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο οφειλέτης που, μεταξύ των άλλων, πριν από τη συζήτηση της αγωγής, αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως. Αν μάλιστα εμμένει να αντιδικεί, μολονότι ηττήθηκε πρωτοδίκως διακινδυνεύει περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου επιδικίας, γι` αυτό και εδώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο διάδικος που ηττήθηκε, αν αποδεχθεί την οριστική απόφαση και τερματίσει την αντιδικία. Η εξαίρεση που προβλέπεται επιτρέπει στο δικαστή να σταθμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί, επειδή πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ. ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη) ή επειδή προβάλλει ένσταση συμψηφισμού (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4055/2012). Έτσι, ο νόμιμος τόκος, μετά την επίδοση της αγωγής είναι πλέον ο (αυξημένος) τόκος επιδικίας. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ρητή μνεία γι` αυτό στη δικαστική απόφαση, ενώ, αντίθετα, απαιτείται ρητή αναφορά σ` αυτήν, όταν το δικαστήριο κατ` εξαίρεση επιδικάζει την απαίτηση με το νόμιμο ή το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας. Με βάση αυτά, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, κατά τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη, ο τόκος υπερημερίας πρέπει να επιδικάζεται κατ` εξαίρεση μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οφειλέτης χρηματικής απαίτησης ευλόγως αντιδικεί, δεδομένου ότι μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας είναι το εύλογο ή όχι της αντιδικίας (ΑΠ 609/2020, ΑΠ 553/2019, ΑΠ 1207/2017, ΑΠ 1059/2017). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον όγδοο λόγο της έφεσής της η εναγομένη διατείνεται ότι η εκκαλουμένη απέρριψε το αίτημα της για επιδίκαση τόκων υπερημερίας αντί τόκων επιδικίας λόγω εύλογης αντιδικίας και προβολής ένστασης συμψηφισμού και εξόφλησης με την αιτιολογία ότι η εναγομένη ούτε επικαλείται ούτε προκύπτει ότι συντρέχει νόμιμη προς τούτο περίπτωση κατά τα οριζόμενα στην ΑΚ 346, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι οι ένδικες συνιστούν εργατικές απαιτήσεις. Από τα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι η εκκαλούσα εξακολουθεί να αντιδικεί ακόμα και στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας για τα αγωγικά κονδύλια, ενώ δεν έχει αναγνωρίσει δικαστικά ή εξώδικα την οφειλή της ούτε έχουν συμβιβαστεί με τον εφεσίβλητο ενάγοντα, η δε προβολή ενστάσεως εξοφλήσεως ή συμψηφισμού για την κατάλυση των αγωγικών αξιώσεων ερείδεται στη νομική φύση του καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθού του ναυτικού οποίος έχει το χαρακτήρα του <<κλειστού μισθού>>, οπότε η έριδα μεταξύ των συμβαλλομένων μερών αφορά την έκταση του χρόνου της ημερήσιας υπερωριακής ή μη απασχόλησης του ναυτικού στο πλοίο που αποτελεί το βασικό μέγεθος για τη διαμόρφωση του καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθού και των λοιπών επιδομάτων που δικαιούται με βάση την εκάστοτε εφαρμοζόμενη ΣΣΝΕ και όχι με την αμφισβήτηση της καταβολής του μισθού ως απαίτησης του ενάγοντος, η οποία δεν αμφισβητείται αλλ’ αντιθέτως συνυπολογίζεται για τον υπολογισμό της ύπαρξης ή μη οφειλής στο ναυτικό. Συνεπώς δεν συντρέχει περίπτωση εξαίρεσης από τον οφειλόμενο τόκο επιδικίας. Έτσι που έκρινε και με αυτά που ανωτέρω εγιναν δεκτά, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με το να επιδικάσει τόκους επιδικίας κατά το άρθρο 346 Α.Κ., όπως ισχύει μετά την, κατά τα ανωτέρω, αντικατάστασή του, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις αυτού, καθόσον δέχθηκε, απορρίπτοντας τους αντίθετους ισχυρισμούς της εναγομένης – εκκαλούσας ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εξαίρεσης αυτής από την επιδίκαση τόκων επιδικίας, ήτοι δέχθηκε ότι δεν συντρέχει το εύλογο της αντιδικίας [το οποίο, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη της παρούσας, είναι το μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας] και ως εκ τούτου εφαρμοστέα ήταν η διάταξη του άρθρου 346 του Α.Κ., την οποία η εκκαλουμένη κατόπιν των ανωτέρω παραδοχών του, ορθώς εφάρμοσε.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω μη υπάρχοντος ετέρου λόγου προς εξέταση αμφοτέρων των εφέσεων πρέπει: α) η από η από 12.12.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2024 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2024 Εφετ έφεση του εκκαλούντος ενάγοντος να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη και β) η από 8.4.2025 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2025 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2025 Εφ. Έφεση της εκκαλούσας – εναγομένης να γίνει δεκτή ως βάσιμη εν μέρει η έφεση και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και ως προς τις διατάξεις και κεφάλαια που δεν μεταρρυθμίστηκαν, αλλά θα περιληφθούν στην ενιαία απόφαση του Δικαστηρίου τούτου για να υπάρχει ένας μόνο τίτλος εκτελέσεως (βλ. και Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση, Ε΄ έκδοση, 2003, παρ. 1143, σελ. 430, 344, ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26.642). Ακολούθως, πρέπει αφού κρατηθεί και δικασθεί από το παρόν δικαστήριο η από12.12.2023 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2023 αγωγή να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή να υποχρεωθεί το μεν και να αναγνωρισθεί το δε η υποχρέωση του ενάγοντος να καταβάλει τα κατωτέρω χρηματικά ποσά ως εξής: 1) αμοιβή υπερωριών κατά τις καθημερινές και Κυριακές 2022 το ποσό 5.371,77 ευρώ καταψηφιστικά και ποσό των 395,08 αναγνωριστικά, 2) αμοιβή για εργασίας τα Σάββατα και τις Αργίες το ποσό των 1.651,41 ευρώ καταψηφιστικά στο σύνολο του, 3) αμοιβή διανυκτερεύσεων το ποσό των 435,16 ευρώ καταψηφιστικά και το ποσό των 423,97 ευρώ αναγνωριστικά, 4) αναλογία δώρου Πάσχα 2022 το ποσό των 679,88 ευρώ καταψηφιστικά και το ποσό των 17,09 ευρώ αναγνωριστικά, 4) αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2022 το ποσό των 1.342,78 ευρώ καταψηφιστικά και ποσό των 225,10 ευρώ αναγνωριστικά, 5) αμοιβή εξπρές 2022 το ποσό των 294,33 καταψηφιστικά και ποσό των 138,92 ευρώ αναγνωριστικά. Για το έτος 2023: 6) αμοιβή υπερωριών κατά τις καθημερινές και Κυριακές το ποσό των 2.477,13 ευρώ καταψηφιστικά στο σύνολό του, 7) αμοιβή για εργασία κατά τα Σάββατα και τις Αργίες το ποσό των 964,75 ευρώ καταψηφιστικά στο σύνολό του, 8) αμοιβή διανυκτερεύσεων το ποσό των 298,94 ευρώ καταψηφιστικά και ποσό 267,23 αναγνωριστικά, 9) αναλογία δώρου Πάσχα 2023 το ποσό των 674,16 ευρώ καταψηφιστικά και το ποσό των 108,69 ευρώ αναγνωριστικά και 10) αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2023 ποσό 274,87 ευρώ καταψηφιστικά στο σύνολο του και δη συνολικά το ποσό των (5.317,77 + 1651,41 + 435,16 + 679,88 + 1342,78 + 294,33 + 2477,13 + 964,75 + 298,94 + 674,16 + 274,87 =) 14.411, 18 ευρώ καταψηφιστικά και ( 395,08 + 423,97 + 17,09 + 225,10 + 138,92 +267,23 + 108,69 =) 1.576,08 αναγνωριστικά. Απάντα τα ανωτέρω κονδύλια με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του (10.6.2023), μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση του.
Η εκκαλούσα – εναγόμενη με την υπό κρίση έφεσή της επικαλείται την εκούσια συμμόρφωση της προς το διατακτικό της εκκαλουμένης, κατά την διάταξή αυτής με την οποία κηρύχτηκε προσωρινώς εκτελεστή και υπέβαλε αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, κατ’ άρθρο 914 ΚΠολΔ και ειδικότερα να υποχρεωθεί ο ενάγων να της αποδώσει το καταβληθέν ποσό των 14.820,48 ευρώ για κεφάλαιο και το ποσό των 2.159, 59 ευρώ για τόκους. Η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή και νόμιμη, ωστόσο, το αίτημα αυτό πρέπει να απορριφθεί το μεν ως αβάσιμο καθώς το ποσό που επιδικάστηκε καταψηφιστικά με την παρούσα απόφαση (14.411,18 ευρώ) είναι μεν μικρότερο του αρχικώς επιδικάσθέντος με την εκκαλουμένη ποσού των 14.820, 48 ευρώ και επομένως εμπεριέχεται στο επιδικασθέν με την παρούσα απόφαση ποσό το δε υπόλοιπο αιτούμενο ποσό που καταλαμβάνει οφειλόμενους τόκους επιδικίας εξακολουθεί να οφείλεται αφού τα ίδια χρηματικά ποσό έγιναν δεκτά από το παρόν Δικαστήριο. Τέλος, εφόσον εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη οριστική απόφαση, εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων, κατά τη διάταξη του άρθρου 535§1 ΚΠολΔ. Μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, ανάλογο της εκτάσεως της νίκης του, πρέπει, σε αποδοχή του σχετικού αιτήματος του, να επιβληθεί σε βάρος της εν μέρει ηττηθείσας εναγομένης (άρθρα 178§1, 183, 191§2 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Τέλος, ζήτημα επιστροφής παραβολών των ενδίκων μέσων δεν τίθεται, διότι κατά το χρόνο άσκησής τους δεν υπήρχε η σχετική υποχρέωση και ως εκ τούτου δεν καταβλήθηκε παράβολο.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 12.12.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2024 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2024 Εφετ και την από 8.4.2025 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2025 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2025 Εφ. δύο εφέσεις.
Δέχεται τυπικά τις εφέσεις.
Απορρίπτει την από 12.12.2024 με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2024 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2024 Εφετ έφεση.
Δέχεται εν μέρει κατ΄ουσίαν την από 8.4.2025 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2025 Πρωτ και ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2025 Εφ έφεση
Εξαφανίζει στο σύνολό της την εκκαλούμενη με αριθμό 2396/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
Κρατεί και Δικάζει την από 12.12.2023 με ΓΑΚ /ΕΑΚ …………/2023 αγωγή.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει υπό τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της παρούσας διακρίσεις το συνολικό ποσό των δεκατεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων έντεκα και δεκαοκτώ λεπτών (14.411, 18) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της απόλυσής του (10.6.2023) και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση.
Αναγνωρίζει την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει υπό τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της παρούσας διακρίσεις το συνολικό ποσό των χιλίων πεντακοσίων εβδομήντα έξι και οκτώ λεπτών (1.576,08) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της απόλυσής του (10.6.2023) και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση.
Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος της εναγομένης τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 26 Νοεμβρίου 2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ