ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αριθμός 700/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
2ο Τμήμα
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Ι. Παπαδοπούλου, Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Εφετείου Πειραιά και τη Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας: Μονοπρόσωπης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «……….» που εδρεύει στον ……………, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρου της Κωνσταντίνο Καλλιά (ΑΜ/ΔΣΑ ………..), με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…………..» (πρώην «………….») και το διακριτικό τίτλο «…………..», που εδρεύει στην ……… Αττικής επί της ……….., και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Κορδώνη (ΑΜ/ΔΣΑ ……….).
Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε σε βάρος της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας και του ………..-μη διαδίκου στην παρούσα δίκη, την από 01-11-2023 (αριθμ.εκθ.καταθ…………./01-11-2023) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή. Ακολούθως, το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, αφού δίκασε την αγωγή αντιμωλία των διαδίκων με την τακτική διαδικασία, με την 1157/2025 οριστική απόφασή του, απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη ως προς το δεύτερο εναγόμενο και κατά το μέρος που την έκρινε παραδεκτή και νόμιμη, την έκανε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ουσίαν.
Η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα, με την από 24-04-2025 (αρ.εκθ.καταθ. …………../25-04-2025) έφεσή της, η συζήτηση της προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, προσέβαλε την απόφαση αυτή.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις και με σχετική δήλωσή του, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ, δήλωσε ότι συμφωνεί να συζητηθεί η έφεση χωρίς να παρασταθεί, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης παραστάθηκε στο ακροατήριο όπως μνημονεύεται ανωτέρω, κατέθεσε έγγραφες προτάσεις, στις οποίες αναφέρθηκε και ζήτησε όσα σε αυτές εκτίθενται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 του ΚΠολΔ, φέρεται προς συζήτηση η από 24-04-2025 (αρ.εκθ.καταθ. ……./25-04-2025) έφεση κατά της 1157/2025 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία την από 01-11-2023 (αρ.εκθ.καταθ……/01-11-2023) αγωγή της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης. Έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τα άρθρα 495, 511, 513 παρ. 1 εδ. α΄ στοιχ. β’, 516 παρ. 1, 517 εδ. α’, 518 παρ.1 σε συνδ. με άρθρα 144 επ., καθώς και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ, μέσα στη τριακονθήμερη προθεσμία, που προβλέπει το άρθρο 518 παρ.1 εδ.α’ του ΚΠολΔ, εφόσον η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στην εναγόμενη-ήδη εκκαλούσα στις 26-03-2025 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου στις 25-04-2025. Περαιτέρω, για το παραδεκτό της έχει καταβληθεί από την εκκαλούσα το προσήκον e παράβολο του Δημοσίου, με αριθμό ……/2025, ποσού 100 ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 Α περ. β΄ του ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 και από τα άρθρα 35 παρ.2 και 45 του Ν. 4446/2016 και το άρθρο 22 του Ν.5134/2024 (ΦΕΚ Α΄146), που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 120 παρ.1 του ίδιου νόμου από 16-09-2024. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, ήτοι ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτούς (άρθρο 522 του ΚΠολΔ), κατά την τακτική διαδικασία.
Στην ένδικη αγωγή η ενάγουσα εξέθετε ότι δραστηριοποιείται στο χώρο της αγοράς ακινήτων με σκοπό, μεταξύ άλλων, την αγορά με σκοπό μεταπώλησης ή εκμίσθωσης ή την εκμετάλλευση ακινήτων με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και εν γένει την επένδυση σε αυτά. Ότι δυνάμει του υπ’ αριθμόν …../19-12- 2022. αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Αθηνών, …., νομίμως καταχωρημένου στα αρμόδια κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αχαρνών, αυτή (ενάγουσα) πώλησε. και μεταβίβασε κατά πλήρη κυριότητα στην εναγόμενη, έναντι συνολικού τιμήματος 450.000€, ένα οικόπεδο με την επ’ αυτού διώροφη, με υπόγειο, δώμα και στέγη, οικοδομή, που βρίσκεται μέσα στην περιφέρεια και στο εγκεκριμένο σχέδιο πόλης της δημοτικής κοινότητας Θρακομακεδόνων του Δήμου Αχαρνών της περιφερειακής ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, στο Ο.Τ. …., στη θέση «….» επί της οδού … αρ. ……. Ότι με την υπογραφή του ως άνω συμβολαίου αγοραπωλησίας, η εναγόμενη της κατέβαλε μέρος του συμφωνηθέντος τιμήματος, ήτοι ποσό 400.000€ δυνάμει της υπ’ αριθμόν …….-3/19-12-2022 ισόποσης τραπεζικής επιταγής της Τράπεζας Eurobank Α.Ε., ενώ ως προς το υπόλοιπο του τιμήματος, ύψους 50.000€, συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων να παρακρατηθεί προσωρινά από την εναγόμενη και να αποδοθεί σε αυτήν (ενάγουσα) κατόπιν της εκπόνησης εκ μέρους της μελέτης στατικής επάρκειας της ως άνω διώροφης οικοδομής, προκειμένου να υποβληθεί στο πληροφοριακό σύστημα του ΤΕΕ και να εκδοθεί η βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν.4495/2017 των πολεοδομικών παραβάσεων της ως άνω οικοδομής. Ειδικότερα, αυτή (ενάγουσα), δυνάμει του ανωτέρω συμβολαίου αγοραπωλησίας, ανέλαβε την υποχρέωση αφενός να μεριμνήσει, καταβάλλοντας και τη σχετική δαπάνη, για την εκπόνηση της παραπάνω μελέτης, έως τις 23-02-2023, προκειμένου αυτή να υποβληθεί στο πληροφοριακό σύστημα του ΤΕΕ και να εκδοθεί η ανωτέρω βεβαίωση περαίωσης, αφετέρου να προσκομίσει την εν λόγω βεβαίωση περαίωσης στη συμβολαιογράφο …….. ή στο νόμιμο αναπληρωτή της έως τις 23 Φεβρουαρίου 2023 ημέρα Πέμπτη και ώρα12:00, κατά την οποία τόσο αυτή (ενάγουσα) όσο και η πρώτη εναγόμενη ήταν υποχρεωμένοι να προσέλθουν χωρίς άλλη ειδοποίηση, ώστε να συνταχθεί σχετική πράξη παράδοσης της βεβαίωσης περαίωσης στην εναγόμενη και απόδοσης του παρακρατηθέντος ποσού σε αυτήν. Ότι σε περίπτωση είτε μη εμφάνισης αυτής (ενάγουσας), κατά την ανωτέρω ημέρα και ώρα, είτε μη προσκόμισης της βεβαίωσης περαίωσης, αυτό θα βεβαιωνόταν με αντίστοιχη πράξη της ανωτέρω συμβολαιογράφου και η εναγόμενη θα μεριμνούσε η ίδια με το ποσό των 50.000 €, για την εκπόνηση της ως άνω μελέτης στατικής επάρκειας και για την έκδοση βεβαίωσης περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στις διατάξεις του Ν.4495/2017. Ότι αμέσως μετά την υπογραφή του συμβολαίου, αυτή (ενάγουσα) κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να εκπονηθεί η σχετική μελέτη στατικής επάρκειας, να υποβληθεί στο πληροφοριακό σύστημα του ΤΕΕ και να εκδοθεί η βεβαίωση περαίωσης μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου 2023, το οποίο δεν κατέστη δυνατό, με αποτέλεσμα να παραδώσει τη μελέτη στην πρώτη εναγόμενη την 01-03-2023, ήτοι μόνο λίγες ημέρες μετά τη συμφωνημένη ημερομηνία. Πλην όμως η εναγόμενη παρέλαβε τα ανωτέρω έγγραφα ανεπιφύλακτα, χωρίς η τελευταία να μεριμνήσει για την εκπόνηση της προαναφερόμενης μελέτης και την έκδοση της σχετικής βεβαίωσης, αντίθετα, όπως διαπίστωσε αυτή (ενάγουσα) στη συνέχεια, η πρώτη εναγόμενη είχε ήδη προβεί στις 23-02-2023 διά του νομίμου εκπροσώπου της- δεύτερου εναγόμενου, στην υπογραφή της υπ’αριθμόν …./23-02-2023 πράξης μη εμφάνισης της Συμβολαιογράφου Αθηνών ……., αποφασίζοντας να παρακρατήσει και εν τέλει να ιδιοποιηθεί το ποσό των 50.000€ που αποτελούσε μέρος του συμφωνηθέντος τιμήματος της ως άνω αγοραπωλησίας. Ότι κατόπιν αυτή (ενάγουσα) προέβη στην από 09-06-2023 εξώδικη δήλωση διαμαρτυρίας, που επιδόθηκε στην πρώτη εναγόμενη στις 12-06-2023, με την οποία αφενός εξέφραζε την έκπληξή της για την ιδιοποίηση του ποσού των 50.000€, ενώ αυτή είχε ολοκληρώσει τόσο τη μεταβίβαση του ακινήτου όσο και την απαιτούμενη μελέτη στατικής επάρκειας με την έκδοση και παράδοση της σχετικής βεβαίωσης, αφετέρου την καλούσε να της καταβάλλει, εντός [3] εργάσιμων ημερών το ποσό των 50.000€. Ωστόσο, η εναγόμενη δεν της έχει καταβάλει το ως άνω ποσό μέχρι σήμερα, το οποίο και αρνείται να της το αποδώσει. Ότι το κόστος της ανωτέρω μελέτης ανήλθε στο ποσό των 6.687€. Ότι ο δεύτερος εναγόμενος συμβλήθηκε στις ως άνω συμβολαιογραφικές πράξεις με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγόμενης, ήτοι ως Πρόεδρος του ΔΣ και Διευθύνων Σύμβουλος αυτής και επιπλέον είναι και ο μοναδικός μέτοχός της. Ότι από τις ανωτέρω παράνομες και υπαίτιες πράξεις της εναγόμενης υπέστη ηθική βλάβη διότι επλήγη το κύρος και η φήμη της και απώλεσε χρηματικό ποσό 50.000€, για τη χρηματική ικανοποίηση της οποίας απαιτείται να της καταβληθεί το ποσό των 30.000€. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά ζητούσε, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος από καταψηφιστικό σε εν μέρει έντοκο αναγνωριστικό με τις προτάσεις της (άρθρα 223,294,295 παρ.1,297 και 591 παρ.1 του ΚΠολΔ), α] να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας, να της καταβάλλουν το ποσό των 50.000€, επικουρικά με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού και β] να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων, ευθυνόμενων αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας, να της καταβάλλουν το ποσό των 30.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που έχει υποστεί, όλα δε τα παραπάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επομένη της παρέλευσης 3 εργασίμων ημερών από την επίδοση από 09-06-2023 εξώδικης δηλώσεως διαμαρτυρίας της προς την πρώτη εναγόμενη, ήτοι από 16-06-2023 άλλως από την επομένη της επίδοσης αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Επίσης, ζητούσε να απαγγελθεί κατά του δευτέρου εναγόμενου προσωπική κράτηση διάρκειας [12] μηνών, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της εκδοθησόμενης αποφάσεως. Τέλος, ζητούσε να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική της δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, με την τακτική διαδικασία η εκκαλουμένη 1157/2025 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία, αφού απέρριψε την ένδικη αγωγή ως προς το δεύτερο εναγόμενο, ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής του, κατά το μέρος που έκρινε νόμιμη την αγωγή, την έκανε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ουσίαν. Την απόφαση αυτή προσέβαλε η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την ένδικη έφεσή της, και με τους λόγους αυτής που ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, κατά τα εκκληθέντα αυτής κεφάλαια, με σκοπό να απορριφθεί εν όλω η ένδικη αγωγή.
Από την επανεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που προσκομίζονται από τους διαδίκους και ειδικότερα από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, των οποίων δεν απαιτείται ειδική μνεία στην παρούσα (ΟλΑΠ 848/1981 ΝοΒ 30.441, ΟλΑΠ 8/1987 ΝοΒ 1988.75, ΑΠ 867/2011, ΑΠ 187/2010, ΑΠ 1697/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς (ΑΠ 211/2006 ΝοΒ 54.849, ΑΠ 1659/2005 ΔΕΕ 2006.173, ΑΠ 250/2000 ΕλλΔ/νη 41.980) και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, την υπ’αριθμόν …../28-02-2024 ένορκη βεβαίωση του ………ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών …………, που προσκόμισε μετ’επικλήσεως η ενάγουσα, η οποία δόθηκε κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της αντιδίκου της πριν από [2] τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες κατ’άρθρο 422 του ΚΠολΔ (βλ. την υπ’αριθμόν ΣΤ ……/23-02-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ………), τις ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τις προτάσεις τους (άρθρο 261 του ΚΠολΔ), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, στα πλαίσια των οριζόμενων στη διάταξη του άρθρου 240 του ΚΠολΔ, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα δραστηριοποιείται στο χώρο της αγοράς ακινήτων, με σκοπό, μεταξύ άλλων, την αγορά ακινήτων με σκοπό τη μεταπώληση, την αγορά με οποιοδήποτε αντάλλαγμα οικοπέδων ή οικοδομών με σκοπό ανέγερσης σε αυτά κάθε είδους κτισμάτων, για μεταπώληση ή εκμετάλλευση με εκμίσθωση ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Δυνάμει του υπ’αριθμόν …../19-12-2022 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ……, η ενάγουσα εταιρία πώλησε και μεταβίβασε την κυριότητα, νομή και κατοχή στην εναγόμενη εταιρία, ενός οικοπέδου με την επ’αυτού διώροφη με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομή που βρίσκεται εντός της περιφέρειας και στο εγκεκριμένο σχέδιο πόλης της δημοτικής κοινότητας Θρακομακεδόνων του Δήμου Αχαρνών της περιφερειακής ενότητας Ανατολικής Αττικής της περιφέρειας Αττικής, εντός του υπ’αριθμόν Ο.Τ. …., στη θέση «…» και στην οδό ……., έχει έκταση 1.001,50 τ.μ., εμφαίνεται με τον εντός αυτού αριθμό [11] και περιμετρικά με τους αριθμούς 1-2-3-4-1 στο από Οκτώβριο 2022 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού …….. και έχει περιληφθεί, το οικόπεδο με την επ’αυτού διώροφη με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομή, στο Ελληνικό Κτηματολόγιο με ΚΑΕΚ …… Το συνολικό τίμημα συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβαλλομένων στο ποσό των 450.000 ευρώ, από το οποίο η αγοράστρια εταιρία κατέβαλε με τον παριστάμενο κατά την υπογραφή του συμβολαίου, νόμιμο εκπρόσωπό της στην ενάγουσα-πωλήτρια εταιρία ποσό 400.000 ευρώ με τη μεταβίβαση προς αυτήν με λευκή οπισθογράφηση και παράδοση στον παριστάμενο πληρεξούσιό της, ισόποσης με αριθμό …/19-12-2022 τραπεζικής επιταγής της τράπεζας Eurobank A.E., πληρωτέα εις διαταγή της (αγοράστριας εταιρίας), η οποία πράγματι εισπράχθηκε από την ενάγουσα. Όπως ρητά αναφέρεται στο προρρηθέν συμβόλαιο, το υπόλοιπο ποσό του τιμήματος, ύψους [50.000] ευρώ παρακρατήθηκε από την εναγόμενη αγοράστρια εταιρία, με την ακόλουθη μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συμφωνία όπως επί λέξει αναφέρεται στο συμβόλαιο: «Η πωλήτρια εταιρία αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεριμνήσει για την εκπόνηση με δαπάνες και φροντίδες της και μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου 2023 της απαιτούμενης μελέτης στατικής επάρκειας της ως άνω διώροφης με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομής, προκειμένου να υποβληθεί στο πληροφοριακό σύστημα του ΤΕΕ και να εκδοθεί η βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν.4495/2017 των πολεοδομικών παραβάσεων της ως άνω διώροφης με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομής, την οποία (βεβαίωση περαίωσης) αναλαμβάνει την υποχρέωση να προσκομίσει σ’εμένα ή στο νόμιμο αναπληρωτή μου σε περίπτωση κωλύματός μου και στο συμβολαιογραφείο μου στις 23 Φεβρουαρίου 2023, ημέρα Πέμπτη και ώρα 12.00, κατά την οποία υποχρεούνται να προσέλθουν οι συμβαλλόμενες εταιρίες, χωρίς άλλη ειδοποίηση, συντασσόμενης προς τούτο σχετικής πράξης παράδοσης της βεβαίωσης περαίωσης στην αγοράστρια εταιρία και απόδοσης απ’αυτήν (αγοράστρια εταιρία) στην πωλήτρια εταιρία του παρακρατηθέντος απ’αυτήν (αγοράστρια εταιρία) μέρους από 50.000 ευρώ του τιμήματος. Σε περίπτωση που κατά την ως άνω ημέρα και ώρα είτε δεν εμφανιστεί η πωλήτρια εταιρία είτε εμφανιστούν και οι δύο εταιρίες αλλά η πωλήτρια εταιρία δεν προσκομίσει τη βεβαίωση περαίωσης, αυτό θα βεβαιώνεται με αντίστοιχη πράξη μου ή του νόμιμου αναπληρωτή μου, η οποία θα υπογράφεται στην πρώτη περίπτωση μόνο από την αγοράστρια εταιρία και στη δεύτερη περίπτωση και από τις δύο εταιρίες. Στην περίπτωση αυτή, η αγοράστρια θα μεριμνήσει για την εκπόνηση με φροντίδες της και με το ως άνω ποσό των 50.000 ευρώ, μελέτης στατικής επάρκειας της ως άνω διώροφης με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομής και για την έκδοση βεβαίωσης περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στις διατάξεις του Ν.4495/2017 για την ως άνω διώροφη με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομή χωρίς υποχρέωσή της για λογοδοσία. Σε περίπτωση που κατά την ως άνω ημέρα και ώρα δεν εμφανιστεί η αγοράστρια εταιρία ή εμφανιστεί αλλά αρνηθεί να αποδώσει στην πωλήτρια εταιρία το ποσό των 50.000 ευρώ και εφόσον η πωλήτρια εταιρία προσκομίσει τη βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στις διατάξεις του Ν.4495/2017, για την ως άνω διώροφη με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομή σύμφωνα με τα ανωτέρω, αυτό θα βεβαιώνεται με σχετική πράξη μου ή του νόμιμου αναπληρωτή μου, η οποία θα υπογράφεται στην πρώτη περίπτωση μόνο από την πωλήτρια εταιρία και στη δεύτερη περίπτωση και από τις δύο εταιρίες, δικαιούμενης της πωλήτριας εταιρίας σε αυτήν την περίπτωση να εισπράξει από την αγοράστρια εταιρία το ποσό των 50.000 ευρώ με κάθε νόμιμο μέσο, αλλά και με εκτέλεση του παρόντος, το οποίο οι συμβαλλόμενες, όπως αντιπροσωπεύονται και εκπροσωπούνται στο παρόν, το κηρύσσουν τίτλο εκτελεστό και εκκαθαρισμένο». Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα, αμέσως μετά την υπογραφή του επίδικου συμβολαίου, ανέθεσε στην εταιρία …… την κατάρτιση της μελέτης στατικής επάρκειας και τη διαδικασία έκδοσης βεβαίωσης περαίωσης, η οποία ολοκληρώθηκε μετά την παρέλευση της προθεσμίας της 23ης Φεβρουαρίου 2023 που είχε συμβατικά οριστεί για την προσκόμισή της, και δη μετά την παρέλευση μιας εβδομάδας χωρίς υπαιτιότητά της (ενάγουσας), αφού σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας υφίστανται πολύ συχνά παρόμοιες καθυστερήσεις τόσο για τις τεχνικές μελέτες τέτοιου είδους όσο και για την έκδοση των βεβαιώσεων περαίωσης της διαδικασίας για την υπαγωγή στο Ν.4495/2017 των πολεοδομικών παραβάσεων των ακινήτων, που συναρτώνται με το βαθμό δυσκολίας και το μέγεθος των αυθαίρετων κατασκευών. Ειδικότερα, κατόπιν ολιγοήμερης καθυστέρησης, η ενάγουσα απέστειλε με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην ……, δικηγόρο, η οποία είχε αναλάβει σε συνεργασία με το δικηγόρο …., τη διεκπεραίωση της διαδικασίας αγοραπωλησίας του ως άνω ακινήτου για λογαριασμό της εναγόμενης, όπως η τελευταία συνομολογεί στην ένδικη έφεση, και στον οποίο κοινοποιήθηκε το ανωτέρω μήνυμα, και δη την 01-03-2023, σε σύνδεσμο we transfer, λόγω όγκου, τη μελέτη στατικής επάρκειας, ενώ στις 07-03-2023 της απέστειλε τη βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν.4495/2017 των πολεοδομικών παραβάσεων της ανωτέρω οικοδομής. Τα προαναφερόμενα έγγραφα παραλήφθηκαν ανεπιφύλακτα από την ανωτέρω δικηγόρο για λογαριασμό της εναγόμενης, ουδέποτε δε η τελευταία διαμαρτυρήθηκε για την αποστολή τους στην ανωτέρω δικηγόρο και όχι στην ίδια, όπως όψιμα υποστήριξε πρωτοδίκως και επανέλαβε στο δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης, ότι δηλαδή η αποστολή τους έγινε σε μη νομιμοποιούμενο προς τούτο πρόσωπο και όχι στην ίδια (εναγόμενη), ως προβλεπόταν στο ένδικο συμβόλαιο, ούτε όμως η ανωτέρω δικηγόρος τα παρέλαβε με επιφύλαξη των δικαιωμάτων της εναγόμενης. Εξάλλου, ουδόλως προβλεπόταν στο ένδικο συμβόλαιο η αποστολή τους στην ίδια την εναγόμενη, αλλά αντίθετα προβλεπόταν η προσκόμιση μόνο της βεβαίωσης περαίωσης ενώπιον της ως άνω συμβολαιογράφου που συνέταξε το ένδικο συμβόλαιο ή του νόμιμου αναπληρωτή της, εφόσον η προσκόμιση γινόταν εμπρόθεσμα ήτοι στις 23-02-2023 και ώρα 12.00 μ.μ., ούτε όμως προβλεπόταν συμβατικά η προσκόμιση της ανωτέρω βεβαίωσης περαίωσης στο πρωτότυπο και όχι σε αντίγραφο, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη-ήδη εκκαλούσα, καθώς η ενάγουσα ήταν συμβατικά υποχρεωμένη να εκπονήσει και να υποβάλλει στο πληροφοριακό σύστημα του ΤΕΕ τη μελέτη στατικής επάρκειας και εν συνεχεία να προσκομίσει τη βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν.4495/2017 στην ανωτέρω συμβολαιογράφο την ως άνω ημεροχρονολογία και ώρα, η δε βεβαίωση περαίωσης απεστάλη και παραδόθηκε όπως ακριβώς εκδόθηκε ηλεκτρονικά και στη μορφή στην οποία αυτή βρίσκεται αναρτημένη στον ιστότοπο του ΤΕΕ για κάθε νόμιμη χρήση και μάλιστα ήταν προσβάσιμη με χρήση του μοναδικού ηλεκτρονικού κωδικού που αναγράφεται σε αυτήν, αποτελώντας δηλαδή το «πρωτότυπο» ηλεκτρονικό έγγραφο που και η ίδια η ενάγουσα είχε εις χείρας, ήτοι εφόσον πλέον τα σχετικά έγγραφα εκδίδονται ηλεκτρονικά δεν υπάρχουν άλλα «πρωτότυπα» έγγραφα όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη-εκκαλούσα. Επιπλέον, με την ως άνω δικηγόρο η ενάγουσα είχε προγενέστερη ηλεκτρονική επικοινωνία για την εν λόγω αγοραπωλησία, αφού η εν λόγω δικηγόρος απέστειλε στην ενάγουσα στις 20-12-2022, με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το επίδικο συμβόλαιο αγοραπωλησίας και εν συνεχεία στις 21-03-2023 της απέστειλε, επίσης με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου την υπ’αριθμόν ……/23-02-2023 πράξη μη εμφάνισης της προρρηθείσας συμβολαιογράφου Αθηνών, ο δε ισχυρισμός της εναγόμενης- εκκαλούσας ότι η εν λόγω δικηγόρος είχε ρητή εντολή μόνο για την αποστολή της προαναφερόμενης πράξης και όχι για την παραλαβή των ανωτέρω εγγράφων, δεν αποδεικνύεται από κανένα αποδεικτικό έγγραφο, αντίθετα όπως αποδείχθηκε και ελέχθη ανωτέρω, η εν λόγω δικηγόρος είχε ήδη επικοινωνία μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με την ενάγουσα όσον αφορά την επίδικη σύμβαση αγοραπωλησίας. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε τον ισχυρισμό της εναγόμενης ότι η ανωτέρω δικηγόρος δεν νομιμοποιούνταν να παραλάβει τα ως άνω έγγραφα ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, έστω με ελλιπείς αιτιολογίες που πρέπει να συμπληρωθούν με τις προπαραταθείσες (άρθρο 534 του ΚΠολΔ) και ο δεύτερος λόγος εφέσεως που η εναγόμενη εκκαλούσα υποστηρίζει τα αντίθετα τυγχάνει αβάσιμος και εντεύθεν απορριπτέος. Ακολούθως, όπως προκύπτει από την ανωτέρω πράξη μη εμφάνισης, η εναγόμενη εμφανίστηκε στην ως άνω συμβολαιογράφο, δια του νομίμου εκπροσώπου της, στις 23-02-2023 και ώρα 12:00, πλην όμως λόγω μη εμφάνισης της ενάγουσας πωλήτριας, η οποία δεν παρέδωσε κατά την ανωτέρω ημερομηνία και ώρα τη βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στις διατάξεις του Ν.4495/2017 στην ως άνω συμβολαιογράφο, όπως όριζε το επίδικο συμβόλαιο αγοραπωλησίας, η τελευταία συνέταξε την προρρηθείσα πράξη μη εμφάνισης. Εν συνεχεία, η ενάγουσα με τα από 21-03-2023 και από 28-03-2023 μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς την ίδια ως άνω δικηγόρο ζήτησε την καταβολή του υπολοίπου τιμήματος. Εξάλλου, η ενάγουσα είχε ήδη κοινοποιήσει στις 12-06-2023 στην εναγόμενη την από 09-06-2023 εξώδικη δήλωση- διαμαρτυρία της, με την οποία διαμαρτυρόταν για την υπογραφή της ανωτέρω υπ’αριθμόν …../23-02-2023 πράξης μη εμφάνισης χωρίς ενημέρωσή της και την παρακράτηση του ποσού των 50.000€, σημειώνοντας ότι η αντικειμενική αξία του ως άνω ακινήτου, η οποία αναγραφόταν στο επίδικο συμβόλαιο, ανερχόταν κατά την ημερομηνία υπογραφής του στο ποσό των 647.207,14 ευρώ, ήτοι σε ποσό αρκετά υψηλότερο του συμφωνημένου τιμήματος και την καλούσε εντός [3] εργάσιμων ημερών να της καταβάλλει το ποσό αυτό στον αναφερόμενο τηρούμενο στην Τράπεζα Eurobank Α.Ε. λογαριασμό της, ωστόσο, η εναγόμενη δεν αποκρίθηκε στην ανωτέρω κλήση της ενάγουσας και δεν κατέβαλε το υπόλοιπο τίμημα της ως άνω αγοραπωλησίας εκ ποσού 50.000€. Ακολούθως, με τον πρώτο λόγο εφέσεως, η εκκαλούσα παραπονείται ότι η εκκαλουμένη κατ’εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων απέρριψε τους ισχυρισμούς της ότι ουδέποτε υπήρξε συμφωνία με το ένδικο συμβόλαιο ότι το ποσό των 50.000€ θα καταβαλλόταν με την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της ενάγουσας (εκπόνηση μελέτης στατικής επάρκειας του ένδικου ακινήτου και παράδοση βεβαίωσης περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν.4495/017), αντίθετα η συμφωνία που περιλήφθηκε στο ένδικο συμβόλαιο ήταν ότι η ενάγουσα όφειλε να έχει ολοκληρώσει την εκπόνηση της μελέτης στατικής επάρκειας και να παραδώσει τη βεβαίωση περαίωσης σε αυτήν (εναγόμενη) σε δήλη ημέρα και ώρα, ήτοι στις 23-02-2023 και ώρα 12.00, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……, προκειμένου να γεννηθεί η υποχρέωσή της καταβολής στην ενάγουσα του παρακρατηθέντος ποσού των 50.000€ και επιπλέον ουδέποτε υπήρξε συμφωνία ότι αυτή (εναγόμενη-ήδη εκκαλούσα) είχε δικαίωμα να παρακρατήσει το ποσό των 50.000€ μόνο σε περίπτωση που δεν εκπλήρωνε η ενάγουσα ποτέ τις υποχρεώσεις της, οπότε και θα αναγκαζόταν η ίδια (εναγόμενη) να προβεί με μέριμνα και έξοδά της στις εν λόγω ενέργειες. Ότι η παρακράτηση από την ίδια των 50.000€ σε περίπτωση παράβασης της ως άνω υποχρέωσης της ενάγουσας, αποτελούσε συμφωνηθείσα και συνομολογηθείσα μεταξύ των συμβαλλομένων μερών ποινική ρήτρα εις βάρος της ενάγουσας, έστω και μη αναγραφόμενης ρητώς στο ένδικο συμβόλαιο, η οποία και θα κατέπιπτε υπέρ της (εναγόμενης) σε περίπτωση που μέχρι τις 23-02-2023 και ώρα 12.00 δεν είχε παραδώσει η ενάγουσα σ’αυτήν τα ένδικα έγγραφα, χωρίς μάλιστα την εκ μέρους της (εναγόμενης) υποχρέωση λογοδοσίας, ήτοι χωρίς υποχρέωση αυτή να αποδείξει ή να επικαλεστεί ότι προέβη η ίδια στη διαδικασία εκπόνησης μελέτης στατικής επάρκειας και έκδοσης βεβαίωσης περαίωσης, στο χρόνο κατά τον οποίο προέβη στην ολοκλήρωση των υποχρεώσεων αυτών, καθώς και στις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε. Ως προς τον πρώτο λόγο εφέσεως λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Κατά το άρθρο 404 του ΑΚ ο οφειλέτης μπορεί να υποσχεθεί στο δανειστή ως ποινή χρηματικό ποσό ή κάτι άλλο (ποινική ρήτρα), για την περίπτωση που δεν θα εκπλήρωνε ή που δεν θα εκπλήρωνε προσηκόντως την παροχή, κατά δε το άρθρο 405 παρ. 1 ίδιου Κώδικα η ποινή καταπίπτει αν ο οφειλέτης αδυνατεί υπαίτια να εκπληρώσει την παροχή ή αν περιέλθει σε υπερημερία. Η ποινική ρήτρα, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, είναι η υπόσχεση του οφειλέτη στο δανειστή του ότι θα του καταβάλλει ορισμένη παροχή σαν ποινή εάν δεν εκπληρώσει ή δεν εκπληρώσει κατά τον προσήκοντα τρόπο την κύρια παροχή του. Ο όρος «ποινική ρήτρα» δηλώνει τόσο τη συμφωνία όσο και αυτή την ίδια την ποινή. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο οφειλέτης μπορεί να υποσχεθεί στο δανειστή, ως ποινή, χρηματικό ποσό για την περίπτωση που δεν θα εκπληρώσει ή δεν θα εκπληρώσει προσηκόντως την παροχή, η ποινή δε αυτή καταπίπτει, αν ο οφειλέτης αδυνατεί υπαίτια να εκπληρώσει την παροχή ή αν περιέλθει σε υπερημερία, ενώ η κατάπτωση της ποινής επέρχεται και αν ακόμη ο δανειστής δεν έχει υποστεί καμία ζημία (ΑΠ 224/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 891/2010 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1848/2007 ΕλλΔ/νη 48.1434, ΑΠ 1460/2005 ΕλλΔνη 47.184, ΕφΑθ 1033/2024, ΕφΛαρ 188/2010 ΤΝΠ ΔΣΑ-ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕφΑθ1890/2003 ΕλλΔ/νη 45.250, ΕφΑθ3264/2003 ΕλλΔ/νη 45.1508), οπότε υφίσταται εναντίον του οφειλέτη αγώγιμη αξίωση του δανειστή για την ποινή και κατά τις διακρίσεις των άρθρων 406 και 407 του ΑΚ. Κατά την αληθινή έννοια του άρθρου 404 του ΑΚ, αντικείμενο της ποινικής ρήτρας, ως παρεχόμενης ποινής για την ενίσχυση της κύριας ενοχής μπορεί να συμφωνηθεί οποιοδήποτε πράγμα που είναι αντικείμενο συναλλαγής (χρηματικό ποσό ή κάτι άλλο) χωρίς να απαιτείται και ρητός χαρακτηρισμός αυτού ως ποινής, αρκεί να προκύπτει από τη σύμβαση η παρεπόμενη συμφωνία της καταπτώσεως ανεξαρτήτως από την επέλευση ζημίας στο δανειστή (βλ. ΕφΑθ 13904/1987 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σημειώνεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 404-407 του ΑΚ είναι ενδοτικού δικαίου και εφαρμόζονται εφόσον κάτι άλλο δεν προκύπτει από τη βούληση των συμβαλλομένων (βλ. Ταμπάκης σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, ο.π. , άρθρο 406, αριθ. 1, σ. 415, Γ. Μπαλής, Ενοχικό Δίκαιο, έκδ. τρίτη, Αφοί Π. Σάκκουλα, παρ. 100, σ. 338). Εξάλλου, στο ελληνικό δίκαιο, βάσει της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων (άρθρο 361 του ΑΚ), τα μέρη μπορούν να διαμορφώσουν το περιεχόμενο της σύμβασης πώλησης όπως επιθυμούν, αρκεί να μην παραβιάζουν απαγορευτικούς κανόνες δικαίου ή τα χρηστά ήθη. Πράγματι, όπως ρητώς αναφέρεται στο ένδικο υπ’αριθμόν ……/19-12-2022 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Αθηνών …., και ελέχθη ανωτέρω, η ενάγουσα ανέλαβε την υποχρέωση να μεριμνήσει για την εκπόνηση με δαπάνες και φροντίδες της και μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου 2023 της απαιτούμενης μελέτης στατικής επάρκειας της ως άνω διώροφης με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομής, προκειμένου να υποβληθεί στο πληροφοριακό σύστημα του ΤΕΕ και να εκδοθεί η βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν.4495/2017 των πολεοδομικών παραβάσεων της ως άνω διώροφης με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομής, την οποία (βεβαίωση περαίωσης) ανέλαβε την υποχρέωση να προσκομίσει στην προαναφερόμενη συμβολαιογράφο ή στο νόμιμο αναπληρωτή της, σε περίπτωση κωλύματός της και στο συμβολαιογραφείο της στις 23 Φεβρουαρίου 2023, ημέρα Πέμπτη και ώρα 12.00, κατά την οποία υποχρεούνταν να προσέλθουν οι συμβαλλόμενες εταιρίες, χωρίς άλλη ειδοποίηση, συντασσόμενης προς τούτο σχετικής πράξης παράδοσης της βεβαίωσης περαίωσης στην αγοράστρια εταιρία (εναγόμενη) και απόδοσης από την τελευταία στην πωλήτρια εταιρία (ενάγουσα) του παρακρατηθέντος απ’αυτήν μέρους του τιμήματος ποσού 50.000€. Σε περίπτωση που κατά την ως άνω ημέρα και ώρα είτε δεν εμφανιζόταν η ενάγουσα είτε δεν προσκόμιζε τη βεβαίωση περαίωσης, αυτό θα βεβαιωνόταν με αντίστοιχη πράξη της ως άνω συμβολαιογράφου ή του νόμιμου αναπληρωτή της και στην περίπτωση αυτή, η εναγόμενη θα μεριμνούσε για την εκπόνηση με φροντίδες της και με το ως άνω ποσό των 50.000 ευρώ, μελέτης στατικής επάρκειας της ως άνω διώροφης με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομής και για την έκδοση βεβαίωσης περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στις διατάξεις του Ν.4495/2017 για την ως άνω διώροφη με υπόγειο, δώμα και στέγη οικοδομή χωρίς υποχρέωσή της για λογοδοσία. Συνεπώς, κατά την αληθή βούληση των συμβαλλόμενων μερών, όπως αυτή προκύπτει από τους κανόνες της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών – μετά την στάθμιση των συμφερόντων των μερών και ιδίως εκείνου στην προστασία του οποίου αποβλέπει (άρθρα 173 και 200 του ΑΚ), η εκ μέρους της εναγόμενης παρακράτηση του ποσού των 50.000€ αποτελούσε ποινική ρήτρα εις βάρος της ενάγουσας, χωρίς να απαιτείται και ρητός χαρακτηρισμός του όρου αυτού ως ποινικής ρήτρας, η οποία όμως τελούσε υπό τις κάτωθι προϋποθέσεις, ήτοι τη μη εκπλήρωση της υποχρέωσης της ενάγουσας να προσκομίσει στις 23-02-2023 και ώρα 12.00 στην ανωτέρω συμβολαιογράφο και να παραδώσει στην εναγόμενη τη βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν. 4495/2017, αφού τα διάδικα μέρη δεν επικαλέστηκαν και δεν αποδείχθηκε συμφωνία παράτασης της ως άνω προθεσμίας, και τη συνακόλουθη υποχρέωση της εναγόμενης να προβεί η ίδια με το παρακρατηθέν ποσό του τιμήματος των 50.000€ στις ενέργειες που απαιτούνταν για την έκδοση της ως άνω βεβαίωσης, χωρίς μάλιστα να προκύπτει από τον όρο αυτό συμφωνία των συμβαλλομένων μερών περί επιστροφής του υπόλοιπου παρακρατηθέντος ποσού, μετά την έκδοση της εν λόγω βεβαίωσης περαίωσης. Η συμφωνία ότι ο αγοραστής μπορεί να παρακρατήσει μέρος του τιμήματος ως ποινική ρήτρα, εάν ο πωλητής δεν ολοκληρώσει εγκαίρως τις διαδικασίες έκδοσης της βεβαίωσης του Ν. 4495/17, είναι έγκυρη, καθώς η βεβαίωση αυτή αποτελεί απαραίτητο δικαιολογητικό για τη σύνταξη του οριστικού συμβολαίου και η μη έκδοσή της συνιστά αθέτηση ουσιώδους συμβατικής υποχρέωσης του πωλητή. Ο όρος που εξαρτά την παρακράτηση από την υποχρέωση της εναγόμενης-αγοράστριας να χρησιμοποιήσει το ποσό για τη διαδικασία έκδοσης της βεβαίωσης περαίωσης είναι επίσης έγκυρος και μάλιστα ενισχύει το σκοπό της καλής πίστης, αφού επιτρέπει την ολοκλήρωση της μεταβίβασης με διασφάλιση τόσο του αγοραστή (ότι το ακίνητο θα είναι νόμιμο) όσο και του πωλητή (ότι το παρακρατηθέν ποσό θα χρησιμοποιηθεί για το σκοπό αυτό). Αυτή η ρύθμιση είναι σύνηθες φαινόμενο στις συμβάσεις αγοραπωλησίας ακινήτων, όπου παρακρατούνται χρήματα (συνήθως σε ειδικό λογαριασμό ή μεσεγγύηση) για την κάλυψη εκκρεμοτήτων (π.χ., βάρη, επισκευές, τακτοποιήσεις). Ωστόσο δεν αποδείχθηκε ότι η εναγόμενη, μετά τις 23-02-2023, προέβη σε οποιαδήποτε προς τούτο ενέργεια, ούτε εξάλλου αυτή πρόβαλε σχετικό ισχυρισμό, όπως ρητώς είχε τεθεί στην ένδικη σύμβαση η ανωτέρω υποχρέωσή της και ουδόλως προβλέφθηκε από αυτήν (σύμβαση), όπως αβασίμως ισχυρίσθηκε η εναγόμενη, ότι αυτή είχε το δικαίωμα να παρακρατήσει το ποσό των 50.000€ μετά την άπρακτη παρέλευση της ως άνω δήλης ημέρας, και χωρίς την εκ μέρους της μέριμνα για την εκπόνηση μελέτης στατικής επάρκειας και συνακόλουθα της έκδοσης βεβαίωσης περαίωσης. Η εναγόμενη αφενός δεν προέβη στις σχετικές προαναφερόμενες διαδικασίες αφετέρου αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα την προσφερθείσα από την ενάγουσα παροχή, όπως ελέχθη ανωτέρω. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι όπως αποδείχθηκε, η ενάγουσα, η οποία κατέστη υπερήμερη ως προς την εκπλήρωση της ανωτέρω υποχρέωσής της, δηλαδή με την πάροδο της ορισθείσας ως άνω ημεροχρονολογίας, δεν αθέτησε υπαιτίως την ως άνω υποχρέωσή της για έκδοση της βεβαίωσης περαίωσης και παράδοσής της στην εναγόμενη την ανωτέρω δήλη ημέρα, αφού άμεσα μερίμνησε για την εκπλήρωση της συμβατικής υποχρέωσή της, ως και η ίδια εξάλλου είχε συμφέρον προκειμένου να μην καταπέσει η ποινική ρήτρα και απωλέσει το ποσό των 50.000€, αναθέτοντας στην τεχνική εταιρία ………. την εκπόνηση της σχετικής μελέτης και την έκδοση της βεβαίωσης περαίωσης, η δε ολιγοήμερη καθυστέρηση σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, είναι συνήθης για τεχνικές μελέτες τέτοιου είδους όσο και για την έκδοση των βεβαιώσεων υπαγωγής στο Ν.4495/2017, χωρίς να φέρουν ευθύνη οι συναλλασσόμενοι, και συναρτάται με το βαθμό δυσκολίας και το μέγεθος των αυθαίρετων κατασκευών, όπως επίσης ελέχθη ανωτέρω, γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού της ως βάσιμου κατ’ουσίαν, ούτε όμως η εναγόμενη επικαλέστηκε υπαιτιότητα της ενάγουσας ως προς την ολιγοήμερη καθυστέρηση έκδοσής της. Επιπλέον, από τη φράση που τέθηκε στον ανωτέρω επίδικο όρο «χωρίς υποχρέωση λογοδοσίας», ουδόλως προκύπτει ότι η εναγόμενη δεν είχε υποχρέωση να μεριμνήσει μετά την παρέλευση της δήλης ημέρας, για την εκπόνηση της μελέτης στατικής επάρκειας και την έκδοση της σχετικής βεβαίωσης περαίωσης, και ότι ως εκ τούτου η βούληση των μερών ήταν η κατάπτωση της ποινικής ρήτρας άνευ άλλου τινός, χωρίς δηλαδή αντίστοιχη δική της υποχρέωση να προβεί στις εν λόγω διαδικασίες, αντίθετα, κατά την αληθή βούληση των συμβαλλόμενων μερών, η κατάπτωση της ποινικής ρήτρας εις βάρος της ενάγουσας εξαρτιόταν από την εκ μέρους της εναγόμενης υλοποίηση της υποχρέωσής της για την εκπόνηση μελέτης στατικής επάρκειας και την έκδοση βεβαίωσης περαίωσης, οπότε και δεν θα είχε την υποχρέωση να λογοδοτήσει στην ενάγουσα, για την επιλογή του τεχνικού γραφείου που θα διενεργούσε τη μελέτη και τη διαδικασία έκδοσης βεβαίωσης περαίωσης, για το χρόνο ολοκλήρωσης της διαδικασίας, καθώς και για το τελικό ύψος των δαπανών που θα απαιτούνταν για την έκδοση των ανωτέρω εγγράφων. Εν τέλει η έκδοση της ως άνω βεβαίωσης περαίωσης στις 07-03-2023 έλαβε χώρα αποκλειστικά κατόπιν ενεργειών της ενάγουσας, ως τούτο δεν αμφισβητήθηκε, και με δικές της δαπάνες ανερχόμενες στο ποσό των 6.687,32€, η δε εναγόμενη παρέλαβε ανεπιφύλακτα τα σχετικά έγγραφα σύμφωνα με τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, ως εκ τούτου εφόσον η τελευταία δεν προέβη στις ανωτέρω διαδικασίες, οφείλει να επιστρέψει το ποσό των 50.000€ στην ενάγουσα-πωλήτρια, καθώς η αιτία για την παρακράτηση (δηλαδή η κάλυψη του κόστους νομιμοποίησης) έπαυσε να υφίσταται. Συνεπώς, η ανωτέρω υπερημερία της ενάγουσας δεν επέφερε υπέρ της αγοράστριας εναγόμενης την κατάπτωση της ποινικής ρήτρας. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε ότι η εναγόμενη οφείλει στην ενάγουσα το παρακρατηθέν ποσό του τιμήματος ύψους 50.000€, ορθά κατ’αποτέλεσμα εκτίμησε τις αποδείξεις, έστω και με διαφορετικές και εν μέρει εσφαλμένες αιτιολογίες οι οποίες πρέπει να αντικατασταθούν με τις προπαρατεθείσες (άρθρο 534 του ΚΠολΔ) και ο πρώτος λόγος εφέσεως τυγχάνει αβάσιμος και εντεύθεν απορριπτέος. Με τον τρίτο (και τελευταίο) λόγο εφέσεως η εναγόμενη-εκκαλούσα παραπονείται ότι η εκκαλουμένη κατ’εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 176 και 179 του ΚΠολΔ, αφενός της επέβαλε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας-ήδη εφεσίβλητης, εκ ποσού 2.100€, χωρίς να καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού του ανωτέρω ποσού αλλά και χωρίς να αναφέρει αν ήταν αναγκαία έξοδα για τη διεξαγωγή και υπεράσπιση της δίκης, αφετέρου εσφαλμένα δεν συμψήφισε εν μέρει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα, ως όφειλε λόγω της ύπαρξης δυσχερούς νομικού ζητήματος προς ερμηνεία. Ο λόγος αυτός εφέσεως είναι απαράδεκτος και εντεύθεν απορριπτέος, αφού κατά το πρώτο σκέλος του εκκινεί από εσφαλμένη βάση, καθόσον το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την καταδίκασε κατ’άρθρο 178 του ΚΠολΔ σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, λόγω της εν μέρει ήττας της και ανάλογο της νίκης της ενάγουσας, και όχι κατ’άρθρο 176 του ΚΠολΔ στο σύνολο των δικαστικών εξόδων της τελευταίας, ενώ περαιτέρω, η δικαστική κρίση για την καταψήφιση στη δικαστική δαπάνη του διαδίκου που νικήθηκε και την επιδίκαση δικηγορικής αμοιβής ακόμα και πάνω από τα καθοριζόμενα από τον Κώδικα περί δικηγόρων κατώτατα όρια (γεγονός εξάλλου που δεν επικαλείται η εκκαλούσα) δεν έχει ανάγκη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολόγησης (ΑΠ 457/2025, ΑΠ 1909/2024, ΑΠ 652/2022, ΑΠ 915/2020, ΑΠ 1195/2018, ΑΠ 476/2017, ΑΠ 678/2016). Ακολούθως, η κατανομή των δικαστικών εξόδων ανάλογα με το μέγεθος της νίκης ή της ήττας κάθε διαδίκου κατά το άρθρο 178 παρ. 1 του ΚΠολΔ ή ο συμψηφισμός τους εν όλω ή εν μέρει κατά το άρθρο 179 του ίδιου Κώδικα, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας κατά την ερμηνεία του κανόνα δικαίου, που εφαρμόστηκε, απόκειται στην κυριαρχική εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας, η οποία μάλιστα δεν ελέγχεται αναιρετικά, αφού αφορά εκτίμηση πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον βεβαιώνεται στην απόφαση, όπως εν προκειμένω, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των ως άνω άρθρων (ΑΠ 457/2025, ΑΠ 1909/2024, ΑΠ 652/2022, ΑΠ 453/2020, ΑΠ 1195/2018, ΑΠ 1358/2018, ΑΠ 192/2016). Κατόπιν τούτων και επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η έφεση ως αβάσιμη κατ’ουσίαν. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά ουσιαστική παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός της (άρθρο 106 του ΚΠολΔ), πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας λόγω της ήττας της (άρθρα 176,183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της έφεσης e παράβολου στο δημόσιο ταμείο, λόγω της ήττας της στη δίκη (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔικ), όπως επίσης ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 24-04-2025 (αρ.εκθ.καταθ. ………../25-04-2025) έφεση κατά της 1157/2025 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
Δέχεται την ως άνω έφεση τυπικά και την απορρίπτει κατ’ουσίαν.
Διατάσσει την εισαγωγή του με κωδικό αριθμό ……………/ 2025 e παράβολου του Δημοσίου, που κατατέθηκε από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο.
Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων [800] ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στον Πειραιά και στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, παρουσία και της γραμματέως στις 27.11.2025
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ