ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 696/2025
TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, οδός …………. με ΑΦΜ …….., το οποίο εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την Δικαστική Πληρεξούσια του ΝΣΚ Καλλιόπη Στόλη και
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Πρωτόπαππα
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 28.2.2020 αγωγή (ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………./2020), που συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων, και επ΄ αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 605/2022 οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που έκανε δεκτή την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το εναγόμενο και ήδη εκκαλούν με την από 6.5.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………./2022) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 7.12.2023 και μετά από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας. Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο με αριθμό 8 και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Δικαστή, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
H κρινόμενη έφεση κατά της με αριθμό 605/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και είναι εμπρόθεσμη (άρθρα 495 επ., 499, 511 επ., 518 § 1 και 520 § 1 ΚΠολΔ), καθώς η εκκαλουμένη επιδόθηκε στο εκκαλούν την 6.4.2022, όπως προκύπτει από την επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ……… επί του αντιγράφου της απόφασης που επιδόθηκε στο εκκαλούν και η έφεση ασκήθηκε με την κατάθεση του δικογράφου της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 6.5.2022 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2022. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή, με δεδομένο ότι για το παραδεκτό του ως άνω ενδίκου μέσου δεν απαιτείται η καταβολή του τασσόμενου από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ παραβόλου, αφού το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής κάθε τέλους και παραβόλου για την άσκηση ενδίκου μέσου σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ.1 του Καν. Δ/τος της 26 Ιουνίου/10 Ιουλίου 1944 “Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου” (βλ. ΤρΕφΠειρ 50/2020 στο site του Εφετείου Πειραιά, efeteio-peir.gr), και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Με την από 28.2.2020 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2020 αγωγή του ο ενάγων, ισχυρίστηκε ότι η δικαιοπάροχος μητέρα του, …………, έχει καταστεί κυρία της με αριθμό 1 ισόγειας προσφυγικής κατοικία, που βρίσκεται στη Νίκαια, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης επί των οδών ………., με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Ότι στην ως άνω οικία εγκαταστάθηκαν από το έτος 1929 οι …….. και …….., οι οποίοι έχουν καταγραφεί ως δικαιούχοι στους εκτιμητικούς πίνακες της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων, οι οποίοι δώρησαν άτυπα και μεταβίβασαν τη νομή του ως άνω ακινήτου στην θυγατέρα του πρώτου και σύζυγο του δεύτερου ………, η οποία διέμενε στην οικία αυτή μέχρι τον θάνατό της το έτος 1985. Ότι ήδη πριν το θάνατό της η τελευταία είχε δωρήσει ατύπως την ως άνω οικία στον ανηψιό της …….., ο οποίος την διαδέχτηκε στη νομή της και διέμενε μαζί με την οικογένειά του στην ως άνω οικία μέχρι τον θάνατό του το έτος 1996. Ότι την οικία αυτή πριν τον θάνατό του είχε δωρήσει ατύπως στην σύζυγό του, δικαιοπάροχο του ενάγοντος …………. Ότι όλα τα προαναφερθέντα πρόσωπα ασκούσαν ανεμπόδιστα τις προσιδιάζουσες στη φύση του ακινήτου πράξεις νομής, που αναλυτικά αναφέρονται στην αγωγή, καθ όλο το ως άνω χρονικό διάστημα. Ότι αν και η ……….., υπέβαλε στο αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφησης, δήλωση κυριότητας για το ως άνω ακίνητο, το οποίο έλαβε ΚΑΕΚ …………., εκ παραδρομής το τελευταίο καταχωρήθηκε ως αγνώστου ιδιοκτήτη. Επικαλούμενος τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, και προσδιορίζοντας την αξία του επιδίκου, στο ποσό των 43.703,15 ευρώ, ο ενάγων, με την ιδιότητα του εκ διαθήκης κληρονόμου της μητέρας του …………., ζήτησε να αναγνωριστεί ότι κατά τον χρόνο των πρώτων εγγραφών, η μητέρα του ήταν κυρία του επιδίκου, με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, επειδή από την 11.11.1945 που ήταν δυνατή η κτήση της κυριότητας του επίδικου ακινήτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, και σε κάθε περίπτωση από την εισαγωγή του ΑΚ, στις 23.4.1946 και μέχρι τουλάχιστον το έτος 1997 (έτος έναρξης της κτηματογράφησης στο Δήμο Νίκαιας) αλλά και από το έτος 2005 (έναρξη κτηματολογίου στο Δήμο Νίκαιας) είχε συμπληρωθεί χρόνος μεγαλύτερος, από τον απαιτούμενο για την κτήση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία χρόνο, των είκοσι ετών (συνυπολογιζομένου και του χρόνου χρησικτησίας των δικαιοπαρόχων αυτής) και να διορθωθεί η ανακριβής πρώτη εγγραφή στα κτηματολογικά βιβλία, με την οποία το επίδικο ακίνητο είχε καταχωρηθεί ως αγνώστου ιδιοκτήτη. Τέλος ζήτησε να καταδικαστεί το εναγόμενο στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Επί της ως άνω αγωγής, η οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, εκδόθηκε η με αριθμό 605/2022 οριστική απόφαση –εκκαλουμένη, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή ως ουσία βάσιμη, αναγνωρίστηκε η ………… ως αποκλειστική κυρία του επίδικου ακινήτου, με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του ΑΚ και της ειδικής έκτακτης χρησικτησίας του άρθρου 4 του Ν.3127/2003 και συμψηφίστηκε η δικαστική δαπάνη των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν με την κρινόμενη έφεσή του και ζητεί την εξαφάνισή της για λόγους που ανάγονται στην εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και την πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και εν τέλει την καθ ολοκληρίαν απόρριψή της.
Με τον πρώτο λόγο της έφεσής του το εκκαλούν παραπονείται γιατί δεν έγινε δεκτός ο και πρωτοδίκως προβληθείς ισχυρισμός του περί απαραδέκτου της αγωγής, επειδή o ενάγων και ήδη εφεσίβλητος δεν προσκόμισε στο δικαστήριο πιστοποιητικό ότι το επίδικο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α και Φ.Α.Π, για τα πέντε προηγούμενα της συζήτησης της αγωγής χρόνια, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 54α παρ. 5 του Ν. 4174/2013 όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ. 6 του νόμου 4474/2017 που ισχύει από την 01.01.2017 κατά την οποία : «Είναι απαράδεκτη η συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου εμπράγματης αγωγής επί ακινήτου, πλην της μονομερούς εγγραφής υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης ή της άρσης κατάσχεσης, αν δεν προσκομισθεί από τον υπόχρεο σε ΕΝ.Φ.Ι.Α. πιστοποιητικό ότι το ίδιο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. και Φ.Α.Π., κατά περίπτωση, για τα πέντε (5) προηγούμενα έτη», το οποίο πιστοποιητικό περί συμπερίληψης του επιδίκου στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α και Φ.Α.Π δεν ταυτίζεται με το πιστοποιητικό περί καταβολής ΕΝΦΙΑ, ώστε δεν τίθεται πλέον ζήτημα αντισυνταγματικότητας της διάταξης. Επί του ως άνω λόγου έφεσης λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Κατά τη διάταξη του άρθρου 54A παρ. 5 του Ν. 4174/2013 «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις», όπως αυτή (παράγραφος 5), είχε αντικατασταθεί με το Ν. 4254/2014 (ΦΕΚ Α 85/7-4-2014) και αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 13 παρ. 6 του Ν. 4474/2017 (ΦΕΚ Α 80/6-6-2017), το οποίο ισχύει από 1-1-2017 και ίσχυε κατά το χρόνο συζήτησης της ένδικης αγωγής στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο (18.10.2021), «Είναι απαράδεκτη η συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου εμπράγματης αγωγής επί ακινήτου, πλην της μονομερούς εγγραφής υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης ή της άρσης κατάσχεσης, αν δεν προσκομισθεί από τον υπόχρεο σε ΕΝ.Φ.Ι.Α. πιστοποιητικό ότι το ίδιο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. και Φ.Α.Π., κατά περίπτωση, για τα πέντε (5) προηγούμενα έτη». Από την προπαρατεθείσα διάταξη προκύπτει σαφώς ότι απαιτείται η προσκόμιση πιστοποιητικού ότι το ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. και Φ.Α.Π., κατά περίπτωση, για τα πέντε (5) προηγούμενα έτη, ως όρος του παραδεκτού της συζήτησης της αγωγής, που συνεπάγεται την υποχρέωση του ενάγοντος νομότυπης δήλωσης της αξιούμενης από αυτόν ακίνητης περιουσίας στη φορολογική διοίκηση, συνεπώς η εν λόγω διάταξη είναι φορολογικής φύσεως και θεσπίστηκε για να διασφαλίσει το φορολογικό δικαίωμα του Δημοσίου, η δε παράβασή της δεν δημιουργεί διαδικαστικό απαράδεκτο, διότι η διάταξη λόγω του αμιγούς φορολογικού χαρακτήρα της δεν είναι εφαρμοστέα, ως ευθέως αντιτιθέμενη τόσο στα άρθρα 17, 20 και 25 του Συντάγματος, όσο και στο άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, δεδομένου ότι δεν αφορά στην προστασία των συναλλασσομένων σε σχέση με τα ακίνητα, ώστε να επιδιώκει την παροχή δικαστικής προστασίας, αποτελώντας ειδική διαδικαστική προϋπόθεση μιας εμπράγματης αγωγής και προαπαιτούμενο προκειμένου να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας (Α.Π 275/2024, Εφ. Πειρ. 256/2025, Εφ Πειρ. 39/2023, Τρ.Εφ. Αιγαίου 31/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε περίπτωση ο ενάγων με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, προσκόμισε ως σχετικό 73 το από 28.5.2020 πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ, για την κρίσιμη πενταετία που αφορά το 50% εξ αδιαιρέτου του επίδικου ακινήτου, επειδή μέχρι τη δημοσίευση της διαθήκης της θανούσας μητρός του (16.5.2019), το έτερο ποσοστό του 50% της κυριότητας του επιδίκου, δηλωνόνταν από τον αδελφό του ………………, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες ενώπιον του πρωτοβάθμιου και του παρόντος Δικαστηρίου, δηλώσεις ΕΝΦΙΑ του τελευταίου και την από 3.7.2019 υπεύθυνη δήλωση του ενάγοντος στη ΔΟΥ Νίκαιας, θεωρώντας ότι έχει επέλθει εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή στα περιουσιακά στοιχεία της θανούσας μητρός τους Πρέπει επομένως να απορριφθεί ο ως άνω πρώτος λόγος έφεσης ως ουσιαστικά αβάσιμος.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2, 4, 10 (ιδίως §§ 2, 4 και 6α), 12 §§1 περίπτ. α`, 2 περίπτ. α` και 6α, 16 §§ 1 και 6, 20, 21 § 1, 28 § 1 εδάφ. α` και 70 του από 15/28-7-1938 β. δ/τος, προκύπτει σαφώς, ότι προκειμένου περί ακινήτων της τέως Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ), που διατέθηκαν σε αστούς πρόσφυγες, νόμιμο τίτλο κυριότητας αποτελεί, μεταξύ άλλων, και η αναγραφή του δικαιούχου προσφυγικής αποκατάστασης στους εκτιμητικούς πίνακες των αστικών προσφυγικών συνοικισμών που παραδόθηκαν από την ΕΑΠ στο Υπουργείο Πρόνοιας και ότι, υπάρχοντος του πιο πάνω τίτλου, εκείνος προς τον οποίο έγινε η παραχώρηση αποκτά, μετά παρέλευση έτους από την αποπληρωμή του τιμήματος, πλήρες και απεριόριστο δικαίωμα κυριότητας στο ακίνητο, ανεξάρτητα από την έκδοση παραχωρητηρίου και τη μεταγραφή αυτού (ΟλΑΠ 341/1981), η οφειλή δε του υπέρ ου η παραχώρηση για το τίμημα του ακινήτου, που του παραχωρήθηκε πριν από την 11-11-1944 λογίζεται κατά πλάσμα του νόμου ότι έκτοτε εξοφλήθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 § 2 του ν. 18/1944 και 1 § 3 του α. ν. 1073/1946, με τις οποίες, υποχρεώσεις κάθε φύσης από γενεσιουργό αιτία προϋφιστάμενη της ισχύος του ν. 18/1944, που παρέμειναν ανεξόφλητες μέχρι την παραπάνω ημερομηνία (11-11-1944), λογίζονται ότι εξοφλήθηκαν κατά την ημερομηνία αυτή. Παρέπεται ότι από την παρέλευση έτους από την προαναφερόμενη πλασματική αποπληρωμή του τιμήματος, το ακίνητο που παραχωρήθηκε προσωρινά καθίσταται δεκτικό χρησικτησίας, αφού το Δημόσιο, του οποίου τα ακίνητα από 12-9-1915 και εφεξής είναι ανεπίδεκτα χρησικτησίας (ν. ΒΧΗ/1912, ν. δ. 12.4/16.5.1926 ΑΜ. 1534/1938), παύει να έχει έκτοτε οποιοδήποτε δικαίωμα επί του ακινήτου (ΑΠ 388/2014, 774/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1137/2009, www.areios pagos). Συνακόλουθα, είναι δυνατή η κτήση της κυριότητας του από τρίτο, μη μέλος της οικογενείας του δικαιούχου της αποκατάστασης, ούτε κληρονόμο αυτού, ο οποίος το νεμήθηκε με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας (ΑΠ 29/1987), μετά δε τη συμπλήρωση του απαιτούμενου γι` αυτή από το νόμο χρόνου νομής καμιά πλέον δεν ασκεί έννομη επιρροή το γεγονός της έκδοσης παραχωρητηρίου στο όνομα του αρχικού δικαιούχου ή των κληρονόμων του (ΑΠ 2010/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ Εφ. Πειρ.289/2023 ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς). Ακόμη, από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1041, 1042, 1043, 1045, 1051 ΑΚ, προκύπτει ότι για την κτήση της κυριότητας ακινήτου με τακτική χρησικτησία απαιτείται άσκηση νομής με καλή πίστη και νόμιμο ή νομιζόμενο τίτλο για μια δεκαετία και με έκτακτη χρησικτησία απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με τη δυνατότητα, και στις δύο περιπτώσεις, εκείνου που απέκτησε τη νομή του ακινήτου με καθολική ή ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του. Άσκηση νομής, προκειμένου για ακίνητο, συνιστούν οι εμφανείς υλικές ενέργειες επάνω σε αυτό που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με τις οποίες εκδηλώνεται η βούληση του νομέα να το εξουσιάζει (ΑΠ 1296/2020). Περαιτέρω, αν πρόκειται για συνυπολογισμό χρόνου έκτακτης χρησικτησίας που έχει διαρρεύσει κατά ένα μέρος στη διάρκεια ισχύος του ΑΚ και κατά ένα μέρος στη διάρκεια ισχύος του προϊσχύσαντος βυζαντινορρωμαϊκού δικαίου, τότε, κατ` εφαρμογή του άρθρου 64 και 65 ΕισΝΑΚ, αν με το συνυπολογισμό του χρόνου που έχει διαρρεύσει πριν από τον ΑΚ υπολείπεται για τη συμπλήρωση του χρόνου των τριάντα ετών, που απαιτείτο κατά το προϊσχύσαν δίκαιο για την κτήση κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία, χρόνος μικρότερος των είκοσι ετών, θα εφαρμοστεί το προϊσχύσαν βυζαντινορρωμαϊκό δίκαιο και η τριακονταετία θα αρχίσει από την έναρξη νομής του δικαιοπαρόχου, με τα προσόντα του προηγούμενου δικαίου (νομή με διάνοια κυρίου και καλή πίστη). Αντίθετα, αν υπολείπεται χρόνος μεγαλύτερος των είκοσι ετών, θα εφαρμοστεί ο ΑΚ και η εικοσαετία που απαιτείται από αυτόν για την έκτακτη χρησικτησία θα αρχίσει από το χρόνο έναρξης της ισχύος του (23.2.1946) (ΑΠ 953/2023, ΤΝΠ Νομος)
Από την επανεκτίμηση των με αριθμούς …./4.6.2020 και …../4.6.2020 ένορκων βεβαιώσεων που λήφθηκαν ενώπιον του Συμβολαιογράφου Νίκαιας ……….., επιμελεία του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εκκαλούντος, όπως προκύπτει από τις με αριθμούς ….. και ……./28-5-2020 εκθέσεις επίδοσης που συνέταξε ο δικαστικός επιμελητής στο Εφετείο Πειραιά, ……….και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, τα όποια είναι πρόσφορά είτε για πλήρη απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Το επίδικο ακίνητο είναι η με αριθμό ένα (1) ισόγεια προσφυγική κατοικία, κτισμένη σε οικόπεδο που βρίσκεται εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης, στην περιφέρεια του πρώην Δήμου Νίκαιας και ήδη Δημοτικής Ενότητας Νίκαιας, του Δήμου Νίκαιας-Αγίου Ιωάννη Ρέντη, της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά, της Περιφέρειας Αττικής, στο με αριθμό …………. (…..) οικοδομικό τετράγωνο του Συνοικισμού Νέας Κοκκινιάς, στο οικοδομικό τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς ……… και στη διασταύρωση των οδών ……………. Η ισόγεια αυτή κατοικία αποτελείται από καθιστικό, δωμάτιο, κουζίνα, λουτρό και βοηθητικό χώρο αποθήκη (μεταλλικής κατασκευής), έχει επιφάνεια μέτρα τετραγωνικά σαράντα εννέα και ογδόντα εκατοστά (49,80) και εμφαίνεται στο από Μαΐου 2019 σχεδιάγραμμα κάτοψης ισόγειας μονοκατοικίας που συνέταξε ο πολιτικός μηχανικός …………… Το οικόπεδο, στο οποίο είναι κτισμένη η άνω προσφυγική κατοικία, έχει έκταση μέτρα τετραγωνικά εξήντα οκτώ και τριάντα εννέα εκατοστά (68,39), όπως εμφαίνεται: α) στο από 8-3-1930 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού …….., που είναι κατατεθειμένο στο Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, σύμφωνα με το οποίο συνορεύει γύρωθεν με την οδό ……… επί προσώπου μήκους μέτρων τεσσάρων και εβδομήντα εκατοστών (4,70), με την οδό …….. σε πρόσωπο μήκους μέτρων δεκατεσσάρων και πενήντα πέντε εκατοστών (14,55), με κοινόχρηστο διάδρομο σε πρόσωπο μέτρων τεσσάρων και εβδομήντα εκατοστών (4,70%)
και με τη με αριθμό …… ιδιοκτησία του ιδίου ως άνω τετραγώνου επί πλευράς μήκους μέτρων δεκατεσσάρων και πενήντα πέντε εκατοστών (14,55) και β) στο από Μαΐου 2019 τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου κα τοπογράφου μηχανικού …………., που είναι εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων (ΕΓΣΑ’87) και συνοδεύεται από τη μεθοδολογία εξάρτησης και τις συντεταγμένες των τριγωνομετρικών σημείων του κρατικού συστήματος συντεταγμένων που χρησιμοποιήθηκαν για την εξάρτηση, και φέρει την υπεύθυνη δήλωση του μηχανικού σύμφωνα με το Ν.651/1977, ότι το ανωτέρω οικόπεδο βρίσκεται εντός σχεδίου, είναι άρτιο και οικοδομήσιμο και δεν υπάγεται στις διατάξεις περί εισφοράς σε γη και χρήμα σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1337/1983. Το οικόπεδο αυτό εμφαίνεται με τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Α, έχει έκταση μέτρα τετραγωνικά εξήντα οκτώ και τριάντα εννέα εκατοστά (68,39) και συνορεύει: Βορειοανατολικά σε πρόσωπο Α-Β μήκους μέτρων τεσσάρων και εβδομήντα εκατοστών (4,70) με την οδό ……… πλάτους δώδεκα (12,00) μέτρων, Νοτιοανατολικά σε πλευρά Β-Γ μήκους μέτρων δεκατεσσάρων και πενήντα πέντε εκατοστών (14,55) με την με αριθμό ΚΑΕΚ: ….. ιδιοκτησία του Ελληνικού Κτηματολογίου, Νοτιοδυτικά σε πρόσωπο Γ-Δ μήκους μέτρων τεσσάρων και εβδομήντα εκατοστών (4,70) με κοινόχρηστο διάδρομο και Βορειοδυτικά σε πρόσωπο Δ-Α μήκους μέτρων δεκατεσσάρων και πενήντα
πέντε εκατοστών (14,55) με την οδό ..….. πλάτους δώδεκα (12,00) μέτρων. Η ευρύτερη έκταση περιήλθε αρχικά στην κυριότητα του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, λόγω απαλλοτρίωσης δυνάμει της με αριθμό 122283/23 απόφασης, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 3/16-1-1924 τ. Β’. Στη συνέχεια το εναγόμενο παραχώρησε το ανωτέρω οικόπεδο με το οίκημα προς διαμονή λόγω αστικής προσφυγικής αποκατάστασης κοινώς, αδιαιρέτως και κατ’ ισομοιρία στους …………… και ………, όπως προκύπτει από το με αριθμό πρωτοκόλλου ………../10-1- 2013 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας του Τμήματος Κοινωνικής Αρωγής της Δ/νσης Κοινωνικής Μέριμνας και το απόσπασμα (σελίδα 191) από τους εκτιμητικούς πίνακες των εγκατασταθέντων προσφυγικών οικογενειών του Αστικού Προσφυγικού Συνοικισμού Νέας Κοκκινιάς της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων- ΕΑΠ. Την παραχώρηση του επίδικου ακινήτου στους ως άνω επιβεβαιώνει και το με αριθμό πρωτοκόλλου …../5.6.2020 έγγραφο της διεύθυνσης κοινωνικής μέριμνας της Περιφέρειας Αττικής, που προσκομίζει το εκκαλούν. Στο οίκημα αυτό οι ανωτέρω πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν άμεσα και πάντως πριν από το έτος 1939, όπως προκύπτει και από την προσκομιζόμενη με αριθμό πρωτοκόλλου ……/7-3-2039 βεβαίωση του Τμήματος Κοινωνικής Αρωγής της Δ/νσης Κοινωνικής Μέριμνας της Γενικής Δ/νσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Αττικής, και επιβεβαιώνεται από το με αριθμό πρωτοκόλλου ……./5.6.2020 έγγραφο της διεύθυνσης κοινωνικής μέριμνας της Περιφέρειας Αττικής, που προσκομίζει το εκκαλούν. Στο επίδικο αρχικά διέμεναν οι ………. με την σύζυγό του ……. και τις κόρες τους ……….., η οποία ήταν σύζυγος του έτερου συνδικαιούχου, ……… και κατοικούσε μαζί του στο επίδικο. Οι δυο αρχικοί συνδικαιούχοι απεβίωσαν ο μεν …….. ., το έτος 1929 και ο ……….. το έτος 1942 έχοντας αμφότεροι, πριν τον θάνατο εκάστου, μεταβιβάσει λόγω άτυπης δωρεάς και έχοντας εγκαταστήσει στη νομή του επίδικου, την σύζυγο του πρώτου και θυγατέρα του δεύτερου ……………. Παρά το γεγονός ότι το εν λόγω οίκημα απονεμήθηκε από την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων στους ανωτέρω δικαιούχους στεγάσεως, ουδέποτε εκδόθηκε οριστικό παραχωρητήριο. Παρά ταύτα, η αναγραφή των ως άνω δικαιούχων προσφυγικής αποκατάστασης στους εκτιμητικούς πίνακες των αστικών προσφυγικών συνοικισμών που παραδόθηκαν από την ΕΑΠ στο Υπουργείο συνιστά νόμιμο τίτλο κυριότητας, χωρίς να απαιτείται η έκδοση παραχωρητηρίου, όπως εσφαλμένα υποστηρίζει το εκκαλούν με τον δεύτερο λόγο έφεσής του, τον οποίο βασίζει στις διατάξεις του β.δ.330/1960 και όχι στις εφαρμοζόμενες εν προκειμένω ως εκ του χρόνου παραχώρησης του επιδίκου, διατάξεις του από 15/28.7.1938 β.διατάγματος (ΑΠ 304/2015 ΤΝΠ Νομος). Η δε οφειλή τους για το τίμημα του ακινήτου, που τους παραχωρήθηκε πριν από την 11-11-1944 λογίζεται κατά πλάσμα του νόμου ότι εξοφλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 § 2 του ν. 18/1944 και 1 § 3 του α. ν. 1073/1946, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην μείζονα σκέψη της παρούσας, ενώ ο θάνατος των αρχικών δικαιούχων πριν την έκδοση του Ν.18/1944, δεν επηρεάζει την πλασματική εξόφληση του τιμήματος του παραχωρηθέντος ακινήτου (βλ. ad hoc ΑΠ 2010/2009, όπου η αρχική δικαιούχος απεβίωσε πριν την εξόφληση του τιμήματος του παραχωρηθέντος ακινήτου). Συνάγεται επομένως από τα ανωτέρω ότι με την παρέλευση έτους από την προαναφερόμενη πλασματική αποπληρωμή του τιμήματος (δηλαδή από 11-11-1945), το παραχωρηθέν ακίνητο δεν ανήκει πλέον στο εκκαλούν ελληνικό δημόσιο και, συνακόλουθα, είναι δυνατή η κτήση της κυριότητάς του από τρίτο, ο οποίος το νεμήθηκε με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ήδη στη νομή του επίδικου ακινήτου, κατά τον ως άνω χρόνο είχε εγκατασταθεί η ………., σύζυγος του ………….. και κόρη του ……….., κατόπιν άτυπης συμφωνίας μεταξύ αυτών και των λοιπών κληρονόμων των αποβιώσαντων ανωτέρω δικαιούχων (άτυπη δωρεά). Η …. συνέχισε να διαμένει στην εν λόγω οικία και μετά την τέλεση του δεύτερου γάμου της με τον …………, ενώ μετά το θάνατο αυτού τέλεσε τρίτο γάμο στις 26-6-1978 με το ……………., με τον οποίο διέμειναν στο εν λόγω ακίνητο, καθ’ όλη τη διάρκεια του έγγαμου βίου τους, χρησιμοποιώντας το ως κατοικία τους, μέχρι και το θάνατο τους (την 1-12-1985 η ……….., το γένος ……….. και την 11-6-1986 ο …………..). Η ανωτέρω, πέραν ότι κατοικούσε συνεχώς στο επίδικο μαζί με τον εκάστοτε σύζυγό της, εκπλήρωνε τακτικώς τις υποχρεώσεις για δημοτικά τέλη, ενεργούσε κατά καιρούς επισκευές και προσθήκες επίσης με δικά της χρήματα, συντηρούσε το επίδικο οίκημα, βάφοντας διατηρώντας το καθαρό και διαμορφώνοντας το χώρο της αυλής με λουλούδια και φυτά. Μερίμνησε για την σύνδεση του επίδικου με το δίκτυο ύδρευσης, και αποχέτευσης και απευθυνόταν στις δημόσιες υπηρεσίες για τα θέματα που αφορούσαν το ακίνητο, ενεργώντας στο δικό της όνομα, όλες τις πράξεις που προσιδιάζουν στον προορισμό και την φύση του ακινήτου διανοία κυρίας, έχοντας καταστεί κυρία αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του ΑΚ το έτος 1966, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη μείζονα σκέψη της παρούσας, για το διαχρονικό δίκαιο της έκτακτης χρησικτησίας. Περαιτέρω, επειδή η ……………, δεν είχε τέκνα, μεταβίβασε άτυπα λόγω δωρεάς το επίδικο στον ανιψιό της …….., πατέρα του εφεσίβλητου, το έτος 1984, τον οποίο έκτοτε εγκατέστησε στη νομή του επιδίκου. Μέχρι τον θάνατο της ………….. και του συζύγου της το 1985 κι 1986 αντίστοιχα, ο …………., τους είχε παραχωρήσει το επίδικο όπου διέμεναν, ενώ μετά τον θάνατό τους εγκαταστάθηκε σε αυτό με την σύζυγο του ……… και τα τέκνα του …….. και ……….. (εφεσίβλητο). Ασκούσε δε επί του επιδίκου όλες τις πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση του επιδίκου διανοία κυρίου, χρησιμοποιώντας το ως κύρια κατοικία του, ενώ οι δημόσιοι οργανισμοί απευθύνονταν στον ίδιο για θέματα που αφορούσαν το ακίνητο, όπως προκύπτει από τις από 6.4.1988, 2.10.1988 ειδοποιήσεις του Δήμου Νίκαιας, μετέφερε τις παροχές των οργανισμών κοινής ωφέλειας στο όνομά του, όπως προκύπτει από το με ημερομηνία 13.12.2005 έγγραφο της ΔΕΗ, με το οποίο βεβαιώνεται ότι από 7.11.1986 συμβεβλημένος πελάτης για το επίδικο είναι ο …………., στο όνομα του οποίου εκδίδονταν οι λογαριασμοί κατανάλωσης ρεύματος, ενώ ο ίδιος κατέβαλε τα έξοδα για την κατασκευή αγωγού αποχέτευσης, όπως προκύπτει από την με αριθμό πρωτοκόλλου ………../17.10.2012 βεβαίωση του Δήμου Νίκαιας, που αναφέρει ως έτος αποπλήρωμης το 1989. Επίσης κατά τα έτη 1987 και 1990 προέβη σε ανακαίνιση του επιδίκου, το οποίο δήλωνε ως ιδιοκτησία του ενώπιον των Αρχών. Ο τελευταίος απεβίωσε το έτος 1995, έχοντας προηγουμένως κατά το ίδιο έτος μεταβίβασει ατύπως το επίδικο στη σύζυγό του …………….. Η τελευταία συνέχισε να κατοικεί στο επίδικο, και να πληρώνει τους λογαριασμούς των οργανισμών κοινής ωφελείας, να δηλώνει το επίδικο στο Ε9 της αλλά και στο κτηματολόγιο, έτσι από το έτος 1995 και μέχρι το θάνατό της στις 14.7.2011 νεμόταν αδιαλείπτως το επίδικο, ασκώντας όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση του πράξεις νομής διανοία κυρίας, χωρίς να ενοχληθεί από κανέναν, έχοντας καταστεί κυρία του επίδικου ακινήτου, κατά την 12.9.2005, ημέρα έναρξης του Κτηματολογίου, στο Δήμο Νίκαιας Αττικής, προσμετρώντας στον χρόνο χρησικτησίας και τον χρόνο νομής των δικαιοπαρόχων της. Το εκκαλούν ισχυρίζεται με τον τρίτο λόγο της έφεσής του, ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε τον ισχυρισμό του περί κτήσης κυριότητας με χρησικτησία, επικαλούμενο ότι τουλάχιστον μέχρι το έτος 1997, προέβαινε σε πράξεις νομής επί του επιδίκου. Επικαλείται ειδικότερα, ότι καλούσε τους πιθανούς δικαιούχους να υποβάλλουν δικαιολογητικά προς έκδοση οριστικού παραχωρητηρίου. Από την επανεκτίμηση των εγγράφων που επικαλείται με την έφεση του, τα οποία το εκκαλούν δεν προσκομίζει ούτε επικαλείται με τις προτάσεις του, πλην όμως λαμβάνονται υπόψη, λόγω της κοινότητας των αποδεικτικών μέσων, αφού τα επικαλείται και προσκομίζει ο εφεσίβλητος, προέκυψαν τα ακόλουθα: Η Διεύθυνση Κοινωνικής Πρόνοιας της Νομαρχίας Πειραιά με το με αριθμό ………../10.10.1984 έγγραφό της απαντώντας στην από 03.1984 αίτηση της ……….., με την οποία αφού επικαλείται ως νόμιμο τίτλο της λόγω της καταγραφής των αρχικών δικαιούχων του επιδίκου στα βιβλία των δωρεάν στεγαζόμενων Νίκαιας, ζητεί να της γνωστοποιηθούν όλα τα απαραίτητα κατά νόμο στοιχεία, ώστε να αναγνωριστεί κυρία του επιδίκου, της γνωρίζει ότι οριστικό πραχωρητήριο, θα της εκδώσει οριστικό παραχωρητήριο βάσει τελεσίδικης απόφασης Δικαστηρίου, καθώς το εν λόγω αίτημα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν 543/1977 έχει περιέλθει στα τακτικά Δικαστήρια. Η αυτοψία που διενεργείται από τη Νομαρχία Αττικής, στις 26.9.1984 βεβαιώνει ότι στο επίδικο διαμένει η …….. με τον σύζυγό της ……… και πριν από αυτούς ο ………, πατέρας της και δυο αδελφές της. Τα παραπάνω έγγραφα δεν συνιστούν πράξεις νομής του εκκαλούντος, το οποίο απλά απαντά σε έγγραφο αίτημα πολίτη, στα πλαίσια εξυπηρέτησής του από τις αρμόδιες υπηρεσίες, ουδόλως δε προβάλει δικαιώματα επί του επιδίκου, αντίθετα αναγνωρίζει τον νόμιμο τίτλο της αιτούσας και επιβεβαιώνει την εγκατάσταση της ίδιας και των δικαιοπαρόχων της στο επίδικο. Περαιτέρω, με τα από 22.10.1992 και το από το έτος 1997 έγγραφα, η Νομαρχία Πειραιά, ζητά από την ………….., επειδή υπάρχει νόμιμος τίτλος στο όνομα των δικαιοπαρόχων της για το επίδικο να υποβάλλει αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά για να της εκδώσει παραχωρητήριο μέχρι την 22.3.1993, λόγω λήξης της προθεσμίας έκδοσής του, ενώ με το έτερο έγγραφο την καλεί να προσέλθει για την τακτοποίηση του σχετικού θέματος μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1997. Ούτε στα έγγραφα αυτά το εκκαλούν μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών του, προβάλει κάποιο δικαίωμα ή αμφισβητεί τη νομή της ………, αλλά την καλεί για την διεκπεραίωση της υπόθεσής της, μετά από σχετική αίτησή της, ήτοι την έκδοση παραχωρητηρίου, το οποίο όμως όπως προεκτέθηκε δεν συνιστά τον μόνο τρόπο κτήσης κυριότητας επί του επιδίκου. Επισημαίνεται δε ότι το εκκαλούν δεν δήλωσε το επίδικο στο κτηματολόγιο κατά την διαδικασία κτηματογράφησης. Ορθώς, επομένως η εκκαλουμένη έκρινε ότι δεν αποδείχθηκαν πράξεις νομής του εκκαλούντος επί του επιδίκου, με αιτιολογίες που συμπληρώνονται από αυτές της παρούσες απόφασης, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών που εκτίθενται στον τρίτο λόγο έφεσης. Περαιτέρω, αν και η ……. ., προέβη στην με αριθμό πρωτοκόλλου …………/20.7.1999 δήλωση του επιδίκου που έλαβε αριθμό ΚΑΕΚ στο Κτηματολόγιο …………, αυτό φέρεται εσφαλμένα ως αγνώστου ιδιοκτήτη, εγγραφή η οποία είναι ανακριβής και προσβάλλει το δικαίωμα κυριότητάς της επί του επιδίκου. Ο δε ενάγων και ήδη εφεσίβλητος είναι τέκνο της ανωτέρω, η οποία απεβίωσε την 14.7.2011 και κατέστη κληρονόμος της ως προς το επίδικο, δυνάμει της από 24.12.2009 ιδιόγραφης διαθήκης της, που δημοσιεύθηκε με τα με αριθμό 349/2019 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Νίκαιας. Αποδέχθηκε δε την κληρονομία αυτή, δυνάμει της με αριθμό …./7.11.2019 πράξης αποδοχής κληρονομίας που συνέταξε ο Συμβολαιογράφος Νίκαιας …………., που καταχωρίστηκε στο βιβλίο του οικείου κτηματολογικού γραφείου, με αριθμό καταχώρησης ………/4.3.2020.
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 106 του KΠολΔ το δικαστήριο ενεργεί μόνο ύστερα από αίτηση διαδίκου και αποφασίζει με βάση τους πραγματικούς ισχυρισμούς που προτείνουν και αποδεικνύουν οι διάδικοι και τις αιτήσεις που υποβάλλουν, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά, κατά τη διάταξη του άρθρου 111 παρ. 2 εδαφ. α του KΠολΔ κύρια ή παρεμπίπτουσα αίτηση για δικαστική προστασία δεν μπορεί να εισαχθεί στο δικαστήριο χωρίς να τηρηθεί η προδικασία, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά και κατά τη διάταξη του άρθρου 224 του KΠολΔ είναι απαράδεκτη η μεταβολή της βάσης της αγωγής, επιτρέπεται όμως στον ενάγοντα με τις προτάσεις που κατατίθενται ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ή με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά να συμπληρώσει, να διευκρινίσει ή να διορθώσει τους ισχυρισμούς του, αρκεί να μη μεταβάλλεται η βάση της αγωγής. Ως βάση της αγωγής, της οποίας δεν επιτρέπεται η μεταβολή, νοείται η ιστορική βάση αυτής και όχι η νομική της βάση, δηλαδή ο εφαρμοστέος κανόνας δικαίου (ΑΠ 1238/2019), Ιστορική βάση της αγωγής είναι, κατά την έννοια του άρθρου 216 παρ. 1 περ. α του KΠολΔ, το σύνολο των γεγονότων (πραγματικών περιστατικών) τα οποία θεμελιώνουν το αίτημα της αγωγής (ΟλΑΠ 2/1994), χωρίς την επίκληση των οποίων δεν είναι εφικτή η διάγνωση της επίδικης έννομης σχέσης (ΑΠ 1238/2019, ΑΠ 321/2020). Μεταβολή της ιστορικής βάσης της αγωγής, η οποία επάγεται το κατά τα ανωτέρω απαράδεκτο, αποτελεί η προσθήκη νέων περιστατικών, παλαιότερων ή οψιγενών, με τα οποία τροποποιείται ή αντικαθίσταται η ιστορική βάση της αγωγής με άλλη ή προστίθεται στην αγωγή και νέα ιστορική βάση, εφόσον έτσι μεταβάλλεται και το αντικείμενο της δίκης, κατά παράβαση της προβλεπόμενης από το άρθρο 111 του KΠολΔ αρχής τήρησης της προδικασίας (ΑΠ 321/2020, ΑΠ 1238/2019, ΑΠ 1183/2015). Η κατά το άρθρο 224 του KΠολΔ απαγόρευση της μεταβολής της ιστορικής βάσης της αγωγής αναφέρεται μόνο σε ουσιώδες πραγματικό περιστατικό της ιστορικής βάσης της αγωγής, δηλαδή σε περιστατικό το οποίο μόνο του ή από κοινού με άλλα στηρίζει το αγωγικό αίτημα (ΑΠ 1850/2022, ΑΠ 1238/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ακόμα από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 524 παρ. 1, 525 παρ. 1 και 536 KΠολΔ προκύπτει ότι, το Εφετείο στο οποίο με την άσκηση της εφέσεως μεταβιβάζεται η υπόθεση, εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτή και τους προσθέτους λόγους, έχει ως προς την αγωγή την ίδια εξουσία που έχει και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και συνεπώς, μπορεί και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου να εξετάσει αυτεπαγγέλτως (Α.Π. 1417/2019, Α.Π. 470/2018, Α.Π. 781/2017, Α.Π. 226/2016, Α.Π. 845/2011, Α.Π. 279/2010, Καλλ. Μακρίδου, Η αόριστη αγωγή και οι δυνατότητες θεραπείας της, έκδοση δ`. 2006, σελ. 140) το νόμω βάσιμο και το παραδεκτό αυτής (ΕφΑΘ 755/2020, Εφ. ΑΘ. 6053/2019, Εφ. ΑΘ. 4424/2019, Εφ. ΑΘ. 1166/2019, Εφ. ΑΘ. 29/2019, πρβλ. Α.Π. 40/2006, Α.Π. 7/2001 ΕλλΔνη 42.925, Α.Π. 103/2001 ΕλλΔνη 42.714) και να την απορρίψει, αν δεν στηρίζεται στο νόμο ή ασκήθηκε απαραδέκτως, αρκεί εκ του αποτελέσματος αυτού να μην καθίσταται χειρότερη η θέση του εκκαλούντος, χωρίς να συντρέξει κάποια εκ των περιπτώσεων του άρθρου 536 KΠολΔ (Α.Π. 1417/2019, Α.Π. 1396/2019, Α.Π. 1290/2019, Α.Π. 1631/2017, Α.Π. 769/2017, Α.Π. 207/2017, Α.Π. 224/2016, Α.Π. 1344/2015, Α.Π. 258/2015, Α.Π. 356/2013, Α.Π. 1493/2007, Α.Π. 786/2007, Κυρ. Οικονόμου, Η Εφεση (Συστηματική κατ’ άρθρο ερμηνεία του KΠολΔ), 2017, άρθρο 522, αρ. 23, σελ. 191 -192, όπου και περαιτέρω παραπομπές) . Ειδικότερα, επί εφέσεως του εναγομένου, αν η αγωγή είναι νόμω αβάσιμη, αόριστη ή απαράδεκτη και έγινε πρωτοδίκως δεκτή κατ’ ουσίαν, ολικώς ή εν μέρει, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, αν κρίνει ότι η αγωγή είναι νόμω αβάσιμη (Α.Π 1472/2012 ΝοΒ 2013.760, Α.Π. 1778/2011 ΝοΒ 2011.982, Α.Π. 1436/2002 ΕλλΔνη 2004.774), αόριστη (Α.Π. 1417/2019, Α.Π. 1149/2019, Α.Π. 258/2015, Α.Π. 496/2010, Α.Π. 298/2010 ΝοΒ 2011.979) ή απαράδεκτη (Α.Π. 258/2015, Α.Π. 9/2005 ΕλλΔνη 2005.766), εξαφανίζει την απόφαση (δεν αρκεί απλή αντικατάσταση της αιτιολογίας, κατ’ άρθρο 534 KΠολΔ, καθόσον η απόρριψη της αγωγής για τους ως άνω τυπικούς λόγους άγει σε διαφορετικό διατακτικό – Α.Π. 40/2006, Α.Π. 103/2001 ΕλλΔνη 42.714, Α.Π. 7/2001 ΕλλΔνη 42. 925, Α.Π. 455/1995 ΕλλΔνη 37.1319) και απορρίπτει την αγωγή για έναν από τους ως άνω τυπικούς λόγους (Α.Π. 9/2015, Εφ. ΑΘ. 7121/2020, Εφ. ΑΘ. 2536/2020, Εφ. ΑΘ. 744/2020, Εφ. ΑΘ. 6394/2019, Εφ. ΑΘ. 6357/2019, Εφ. ΑΘ. 6053/2019, Εφ. ΑΘ. 1166/2019, Εφ. ΑΘ. 514/2019, Εφ. Θεσσαλονίκης 1345/2018, Εφ. Θεσσαλονίκης 923/2018, πρβλ. Α.Π. 1344/2015) και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου (Α.Π. 1417/2019), αρκεί ο εκκαλών να ζητεί την απόρριψή της έστω και για άλλους λόγους και να μην εκδοθεί επιβλαβεστέρα γι’ αυτόν απόφαση (άρθρο 536 παρ. 1 KΠολΔ) χωρίς αντέφεση του ενάγοντος (Εφ. ΑΘ. 2536/2020, Εφ. ΑΘ. 5382/2019, Εφ. ΑΘ. 723/2018, Εφ. Πατρ. 279/2018, Εφ. ΑΘ. 4924/2012) και τούτο διότι η απόφαση αυτή είναι ευνοϊκότερη για τον εκκαλούντα από την προσβληθείσα (Α.Π. 140/2019, Α.Π. 258/2015, Α.Π. 92/2015, Α.Π. 1951/2007, Α.Π. 7/2001 ΕλλΔνη 2001.925, Π. Αρβανιτάκη, Η κατ’ ουσίαν έρευνα της υπόθεσης μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης κατά τον KΠολΔ, 2001, σελ. 57, σημ. 19).
Στην κρινόμενη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση του περιεχομένου της ένδικης αγωγής, όπως αυτό στην αρχή της παρούσας εκτέθηκε, προκύπτει ότι ο ενάγων επικαλείται πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν ως βάση της αγωγής του την κτήση κυριότητας ακινήτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας της διάταξης του άρθρου 1045 ΑΚ. Το πρώτον με τις προτάσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ανέφερε ότι το επίδικο έχει καταστεί αντικείμενο αδιατάρακτης νομής μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν 3127/2003 επί τριάντα έτη, επιχειρώντας να βασίσει την αγωγή του στη διάταξη του άρθρου 4 Ν.3127/2003. Οι διατάξεις όμως του ΑΚ για την έκτακτη χρησικτησία στηρίζονται σε διαφορετικές προϋποθέσεις, από εκείνες (ουσιαστικές και νομικές προϋποθέσεις) που απαιτούν οι διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1β και 2 του Ν. 3127/2003, προκειμένου, στα πλαίσια της διαδικασίας σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου, να θεωρηθεί κάποιος κύριος έναντι του Δημοσίου, επί ακινήτων της ιδιωτικής περιουσίας του, τις οποίες για πρώτη φορά επικαλέστηκε ο ενάγων με τις προτάσεις του, μεταβάλλοντας, έτσι, ανεπίτρεπτα το αντικείμενο της παρούσας δίκης (βλ.ΑΠ 821/2010 ΤΝΠ Νομος),χωρίς μάλιστα να τις επικαλεστεί επικουρικά. Επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση που έκρινε ότι η δικαιοπάροχος του ενάγοντος έχει καταστεί κυρία του επίδικου ακινήτου τόσο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του Αστικού Κώδικα (άρθρο 1045 ΑΚ), όσο και με αυτά της διάταξης του άρθρου 4 του Ν 3127/2003, έσφαλε ως προς την τελευταία κρίση της και έπρεπε να απορρίψει την αγωγή κατά το μέρος που βασίστηκε στην ως άνω διάταξη ως απαράδεκτη. Επιπλέον, η ως άνω διάταξη δεν θα μπορούσε να τύχει εφαρμογής καθώς προϋποθέτει το επίδικο ακίνητο να περιλαμβάνεται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, προϋπόθεση, η οποία δεν συντρέχει εν προκειμένω, σύμφωνα με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν, κατά την εκτίμηση των αποδείξεων για τη θεμελίωση της κυριότητας της δικαιοπαρόχου του ενάγοντος στην έκτακτη χρησικτησία του Α.Κ. Μετά δε την εν μέρει εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, μόνο, κατά το μέρος αυτής που έκανε δεκτή την αγωγή ως προς τη βάση της ειδικής έκτακτης χρησικτησίας που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 4 του Ν.3127/2003, παρέλκει η εξέταση του τρίτου λόγου έφεσης, κατά το σκέλος του με το οποίο το εκκαλούν ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, επειδή εσφαλμένα δεν εξέτασε την καλή πίστη των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος κατά την κτήση της νομής του επιδίκου, την οποία απαιτεί η διάταξη του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003. Κατά τα λοιπά η εκκαλουμένη απόφαση ορθώς αναγνώρισε ότι η ….. …., κατά τον χρόνο των αρχικών εγγραφών στο Κτηματολόγιο Νίκαιας, ήταν κυρία του επίδικου ακινήτου που έλαβε ΚΑΕΚ ……………, με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας (άρθρο 1045ΑΚ) και διέταξε την διόρθωση της αρχικής εγγραφής, ώστε από το λανθασμένο «άγνωστο ιδιοκτήτης» να καταχωριστεί η τελευταία ως αποκλειστική κυρία του, με τίτλο κτήσης την έκτακτη χρησικτησία. Πρέπει επομένως, κατ ακολουθία των προαναφερθέντων, να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί εν μέρει η εκκαλουμένη απόφαση, και δη κατά το σκέλος της με το οποίο έκρινε ότι η δικαιοπάροχος του ενάγοντος κατέστη κυρία του επιδίκου με τα προσόντα της ειδικής έκτακτης χρησικτησίας του άρθρου 4 Ν 3127/2003, να κρατηθεί και να δικαστεί η από 28.2.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2020 αγωγή ως προς την βάση της αυτή και να απορριφθεί αυτή ως απαράδεκτη. Τέλος πρέπει να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας εκάστου (άρθρο 22 Ν 3693/1957) και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας, λόγω της έστω και εν μέρει εξαφάνισης της εκκαλουμένης
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την έφεση.
ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και ουσιαστικά
ΕΞΑΦΑΝΊΖΕΙ εν μέρει την εκκαλουμένη με αριθμό 605/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) μόνο κατά το σκέλος της με το οποίο έκρινε ότι η δικαιοπάροχος του ενάγοντος κατέστη κυρία του επιδίκου με τα προσόντα της ειδικής έκτακτης χρησικτησίας του άρθρου 4 Ν 3127/2003.
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 28.2.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………./2020 αγωγή ως προς την βάση της αυτή
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς τη βάση αυτή.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ την δικαστική δαπάνη των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 26.11.2025, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους και παρούσα την Γραμματέα
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ