ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 716/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
4ο Τμήμα
Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε η πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α. Του εκκαλούντος: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) (ΑΦΜ …….), ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκπροσωπείται από τον διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά, που εκπροσωπήθηκε από τον δικαστικό πληρεξούσιο Ν.Σ.Κ., Γεώργιο Καμπισιούλη.
Των εφεσιβλήτων: 1. Της εταιρείας με την επωνυμία «……….» (ΑΦΜ ……), με έδρα το ….. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «………..» που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Ροζίτα Σπινάσα (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2), 2. Της εταιρείας με την επωνυμία «…………..» (ΑΦΜ …..), με έδρα το ……. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «……………» που δεν παραστάθηκε, 3. Της εταιρείας με την επωνυμία «…………….» (ΑΦΜ ………), με έδρα την ……….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Χριστίνα Συλίκου, 4. Της εταιρείας «…………..», που δεν παραστάθηκε, 5. Του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», «e-ΕΦΚΑ», νομίμως εκπροσωπούμενου από τον διοικητή του και ειδικότερα από τον διευθυντή του Περιφερειακού ΚΕΑΟ Πειραιώς, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Γαρυφαλλιά Φραντζή (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2).
Β. Του εκκαλούντος: Του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», «e-ΕΦΚΑ», νομίμως εκπροσωπούμενου από τον διοικητή του, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Γαρυφαλλιά Φραντζή (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2).
Των εφεσιβλήτων: 1. Της εταιρείας με την επωνυμία «…….» (ΑΦΜ …..), με έδρα το ….. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «……….» που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Ροζίτα Σπινάσα (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2), 2. Της εταιρείας με την επωνυμία «……..» (ΑΦΜ …..), με έδρα το ….. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «……….» που δεν παραστάθηκε, 3. Της εταιρείας με την επωνυμία «……. ανώνυμη εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις» (ΑΦΜ …), με έδρα την Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Χριστίνα Συλίκου, 4. Της εταιρείας «………..», που δεν παραστάθηκε.
Γ. Της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας: Της εταιρείας «……………..», με έδρα το …….. Αττικής, (ΑΦΜ ……….), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «……….», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Εριφύλλη Αποστολίδου.
Υπέρ: Της εταιρείας με την επωνυμία «……..» (ΑΦΜ ……..), με έδρα το ………. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «…………» που δεν παραστάθηκε.
Κατά: Του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) (ΑΦΜ ……), ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκπροσωπείται από τον διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά, που εκπροσωπήθηκε από τον δικαστικό πληρεξούσιο Ν.Σ.Κ., Γεώργιο Καμπισιούλη.
Δ. Της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας: Της εταιρείας «……….», με έδρα το ……. Αττικής, (ΑΦΜ ……), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «……….», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Εριφύλλη Αποστολίδου.
Υπέρ: Της εταιρείας με την επωνυμία «………» (ΑΦΜ ……….), με έδρα το ….. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια της εταιρείας «………..» που δεν παραστάθηκε.
Κατά: Του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», «e-ΕΦΚΑ», νομίμως εκπροσωπούμενου από τον διοικητή του, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Γαρυφαλλιά Φραντζή (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2).
Το Α εκκαλούν και το Β εκκαλούν άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τις με αρ. κατ. ………../2021 και ………./2021 ανακοπές, αντίστοιχα, για τη μεταρρύθμιση πίνακα κατάταξης. Το ως άνω δικαστήριο συνεκδίκασε τα ως άνω δικόγραφα και με την με αρ. 592/2022 απόφαση απέρριψε τις ανακοπές.
Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλαν τα ανακόπτοντα με τις με αρ. κατ. ……../2023 και ……/2023 εφέσεις τους προς το δικαστήριο τούτο, οι οποίες ορίστηκαν να συζητηθούν (με τις με αρ. κατ. ……/2023 και ………/2023 πράξεις κατ. Εφετ Πειρ.) την 1.2.2024 και μετ’ αναβολή τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης. Στη δίκη αυτή η Γ, Δ προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε τις με αρ. κατ. ……/2024 και ………/2024 αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις.
Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς εκδίκαση οι με αρ. κατ. ……/2023 και ………../2023 εφέσεις (αρ. κατ. …./2023 και ………/2023 πράξεις κατ. Εφετ Πειρ.) και οι με αρ. κατ. …./2024 και …./2024 αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν, κατά τα άρθρα 76, 80, 81, 83 και 246 ΚΠολΔ.
Οι υπό κρίση εφέσεις ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτές και πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν παρά την απουσία των 2ης και 4ης των εφεσιβλήτων, οι οποίες, αν και κλήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα για να παραστούν κατά τη συζήτηση των εφέσεων και των προσθέτων παρεμβάσεων (βλ. τις …, …/15.2.2023 εκθέσεις επίδοσης του δικ. επιμ. ….., …, …./12.9.2023 εκθέσεις επίδοσης του δικ. επιμ. …., …, …, …, …/11.1.2024 εκθέσεις επίδοσης των δικ. επιμ. ……… και …………..), δεν παραστάθηκαν, προσκομίζονται όμως, για το παραδεκτό της συζήτησης, οι προτάσεις όσων παραστάθηκαν πρωτοδίκως και τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης (ΚΠολΔ 524 παρ. 4).
Με την ανακοπή του, που επαναφέρει με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, το Α εκκαλούν παραπονείται γιατί όχι νόμιμα o υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν κατέταξε στο 10% του εκπλειστηριάσματος που επιτεύχθηκε από τον πλειστηριασμό ακινήτου την προνομιακά αναγγελθείσα απαίτησή του (ΚΠολΔ 975 αρ. 3), ως προς το οποίο δεν κατατάχθηκε προνομιακά στο 25% του εκπλειστηριάσματος λόγω εξάντλησης αυτού. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απέρριψε τον ως άνω λόγο ανακοπής ως μη νόμιμο. Με την υπό κρίση έφεσή του το εκκαλούν παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η ανακοπή του. Ο λόγος αυτός, όμως, είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι, σύμφωνα με την ορθότερη άποψη, που υιοθετεί και αυτό το δικαστήριο, οι απαιτήσεις που αναγγέλθηκαν ως προνομιακές και δεν κατατάχθηκαν, εν όλω ή εν μέρει, βάσει του προνομίου τους, όπως εν προκειμένω του εκκαλούντος, δεν εξομοιώνονται με τις μη προνομιούχες απαιτήσεις των εγχειρόγραφων δανειστών, συνεπώς δεν κατατάσσονται συμμέτρως στο 10% του εκπλειστηριάσματος, διότι η αντίθετη ερμηνεία, που υποστηρίζεται από το εκκαλούν, δεν συνάγεται από τη γραμματική διατύπωση της διάταξης του άρθρου 977 ΚΠολΔ, δεν συμπορεύεται με τον σκοπό του νόμου, όπως αυτή διατυπώνεται σαφώς στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4335/2015, με τον οποίο εισήχθη για πρώτη φορά η δυνατότητα ικανοποίησης και των εγχειρόγραφων δανειστών, αφού αυτός (ο σκοπός) ήταν να ενθαρρύνονται και οι μη προνομιούχοι δανειστές να επιχειρήσουν αναγκαστική εκτέλεση, ώστε ακόμα και αν υπάρχουν προνομιούχοι δανειστές, να λάβουν και αυτοί ποσοστό, έστω μικρό, του εκπλειστηριάσματος. Ο σκοπός αυτός θα υπονομευόταν στην περίπτωση που αναγνωριζόταν η δυνατότητα κατάταξης των προνομιούχων πιστωτών στο υπόλοιπο 10%, κατά το μέτρο που δεν ικανοποιήθηκε ολικά ή εν μέρει η απαίτησή τους με βάση το προνόμιό της. Επιπλέον, αν γινόταν η κατάταξη των προνομιούχων στο 10%, κατά το μη ικανοποιηθέν προνομιακά υπόλοιπο της απαίτησής τους, θεωρώντας αυτούς ως μη προνομιούχους, θα χωρούσε ανεπίτρεπτη κατάταξη παρά το σαφές αίτημα της αναγγελίας τους για προνομιακή κατάταξη (ΕφΘεσ 1768/2022, ΕφΘεσ 297/2021, ΕφΑθ 297/2021, δημ. NOMOS). Με τον δεύτερο λόγο της έφεσης το Α εκκαλούν παραπονείται ότι με την εκκαλουμένη υποχρεώθηκε στην καταβολή δικαστικών εξόδων που καθορίστηκαν εσφαλμένα στο ποσό των 3.800 ευρώ για την 1η εφεσίβλητη καθ’ ης η ανακοπή και 470 ευρώ για κάθε μια εκ των 2η και 4η των εφεσιβλήτων καθ’ ων η ανακοπή. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προβάλλεται μαζί με τους λοιπούς λόγους που αφορούν την ουσία της υπόθεσης (ΚΠολΔ 193) και είναι νόμιμος και ουσιαστικά βάσιμος, αφού ο καθορισμός των δικαστικών εξόδων πέραν του ποσού των 293 ευρώ, ενόψει του ότι αφορούσε το Ελληνικό Δημόσιο, ήταν μη νόμιμος (άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957 σ συνδυασμό με 134423/8.12.1992 ΚΥΑ Οικονομικών – Δικαιοσύνης), γι’ αυτό πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το κεφάλαιο αυτό εν μέρει δεκτής γενομένης της έφεσης.
Με την ανακοπής του, που επαναφέρει με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, το Β εκκαλούν ισχυρίστηκε ότι εσφαλμένα ο υπάλληλος του πλειστηριασμού για τη σύνταξη του πίνακα και την κατάταξη των δανειστών εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 975 και 977 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, αφού η επιταγή προς εκτέλεση επιδόθηκε για πρώτη φορά την 7.5.2014. Ο λόγος αυτός έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας του, αφού το εκκαλούν ανακόπτον δεν προσδιόριζε πότε επιδόθηκε εκείνη η επιταγή, βάσει της οποίας πραγματοποιήθηκε η αναγκαστική εκτέλεση και διενεργήθηκε ο επίδικος πλειστηριασμός, αφού μόνο ο χρόνος επίδοσης αυτής της επιταγής, που επιστηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, η οποία αρχίζει με την επιβολή κατάσχεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, είναι κρίσιμος, όχι δε τυχόν προηγούμενες επιταγές, κατόπιν των οποίων δεν επακολούθησε κατάσχεση εντός έτους ή και άλλες περαιτέρω πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών τους συνεπειών (ΑΠ 342/2024, ΑΠ 224/2022, ΑΠ 1151/2021 δημ ΝΟΜΟΣ). Τα ίδια που έκρινε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έσφαλε στην ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου. Με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του το Β εκκαλούν παραπονείται ότι με την εκκαλουμένη υποχρεώθηκε στην καταβολή δικαστικών εξόδων που καθορίστηκαν εσφαλμένα στο ποσό των 3.800 ευρώ για την 1η εφεσίβλητη καθ’ ης η ανακοπή και 470 ευρώ για την 3η εφεσίβλητη καθ’ ης η ανακοπή. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προβάλλεται μαζί με λόγο που αφορά την ουσία της υπόθεσης (ΚΠολΔ 193) και είναι νόμιμος και ουσιαστικά βάσιμος, αφού ο καθορισμός των δικαστικών εξόδων πέραν του ποσού των 293 ευρώ, ενόψει του ότι αφορούσε ΝΠΔΔ, ήταν μη νόμιμος (άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957 σ συνδυασμό με 134423/8.12.1992 ΚΥΑ Οικονομικών – Δικαιοσύνης), γι’ αυτό πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το κεφάλαιο αυτό, εν μέρει δεκτής γενομένης της έφεσης.
Κατόπιν των ανωτέρω οι εφέσεις και οι αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων και τα έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας εκάστου διαδίκου μέρους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 2 του 3693/1957. Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας δεν θα οριστεί ενόψει του ότι δεν επιτρέπεται η άσκηση αυτού του ενδίκου μέσου στη διαδικασία αυτή (ΚΠολΔ 937 περ. β, 979 παρ. 2).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει τις εφέσεις και τις αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις ερήμην της 2ης και 4ης των εφεσιβλήτων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Δέχεται εν μέρει τις εφέσεις μόνο ως προς το λόγο του καθορισμού των δικαστικών εξόδων και απορρίπτει αυτές κατά τα λοιπά.
Δέχεται εν μέρει τις αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις κατά το μέρος που απορρίφθηκαν οι εφέσεις.
Εξαφανίζει την με αρ. 592/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά το κεφάλαιο καθορισμού των δικαστικών εξόδων.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά, στις 3 Δεκεμβρίου 2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ