Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 717/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  717/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

4ο Τμήμα

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε η πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) (ΑΦΜ …….), ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκπροσωπείται από τον διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τους προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Α’ και Ε’ Πειραιά, που εκπροσωπήθηκε από τον δικαστικό πληρεξούσιο Ν.Σ.Κ., Πάνο Μελανούρη (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Των εφεσιβλήτων: 1. Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», με έδρα την Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 2. Της εταιρείας με την επωνυμία «……………», με έδρα την Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια απαιτήσεων της «………….», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Κωνσταντίνα Αφράτη, 3) Της εταιρείας με την επωνυμία «……………», με έδρα την Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια απαιτήσεων της «……………..», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Κωνσταντίνα Αφράτη, 4) Της εταιρείας με την επωνυμία «…………..», ως διαχειρίστρια απαιτήσεων της «…………..», που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Γρηγόριο Κουνέλλη (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2), 5) Της εταιρείας με την επωνυμία «……………..», ως διαχειρίστρια απαιτήσεων της «…………..», που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Γρηγόριο Κουνέλλη (με δήλωση ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «……….», με έδρα την Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως διαχειρίστρια απαιτήσεων της «………….», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Κωνσταντίνα Αφράτη.

ΥΠΕΡ: Της εταιρείας «………….» με έδρα την Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που δεν παραστάθηκε.

ΚΑΤΑ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) (ΑΦΜ ……….), ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκπροσωπείται από τον διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ε’ Πειραιά, που δεν παραστάθηκε.

Το εκκαλούν άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αρ. κατ. ………../2021 ανακοπή για τη μεταρρύθμιση πίνακα κατάταξης και η 5η εφεσίβλητη άσκησε αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση (αρ. κατ. ……/2021), ως διαχειρίστρια της «…………..». Το δικαστήριο με την με αρ. 3143/2021 απόφασή του απέρριψε την ανακοπή και δέχθηκε την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε το ανακόπτον με την με αρ. κατ. ……../2022 έφεση προς το δικαστήριο τούτο,  η οποία ορίστηκε να συζητηθεί (με την με αρ. κατ. ………../2022 πράξη κατ. Εφετ Πειρ.) αρχικά στις 2.3.2023 και μετ’ αναβολή στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.

Η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε ενώπιον αυτού του δικαστηρίου την με αρ. κατ. ………./2023 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, την οποία ζήτησε να γίνει δεκτή.

Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου η με αρ. κατ. ………./2022 έφεση (………../2022 πράξη κατ. Εφετ Πειρ.) και η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση (αρ. κατ. ……/2023).

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν παρά την απουσία της 1ης εφεσίβλητης, η οποία, αν και κλήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα για να παραστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης (βλ. την …../24.2.2022 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμ. ………….), δεν παραστάθηκε, προσκομίζονται όμως, για το παραδεκτό της συζήτησης, οι προτάσεις της και τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης (ΚΠολΔ 524 παρ. 4).

Η υπό κρίση αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δεν επιδόθηκε στο καθ’ ου εκκαλούν (αντίδικο του υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση), ούτε και γίνεται επίκληση έκθεση επίδοσης αυτής από την προσθέτως παρεμβαίνουσα, γι’ αυτό και πρέπει να κηρυχθεί η συζήτηση αυτής ως απαράδεκτη (ΚΠολΔ 81 παρ. 1, 979 παρ. 2, 933, 585 παρ. 1, 271 παρ. 2, 274 παρ. 2).

Με τον λόγο της ανακοπής του, που επαναφέρει με την έφεση, το εκκαλούν παραπονείται γιατί όχι νόμιμα η υπάλληλος του πλειστηριασμού κατέταξε στο 10% του εκπλειστηριάσματος που επιτεύχθηκε από τον πλειστηριασμό ακινήτου τις τέσσερις πρώτες εφεσίβλητες, τυχαία και σύμμετρα, για υπόλοιπα απαιτήσεών τους εξοπλισμένων με ειδικό προνόμιο (υποθήκη), που προέκυψαν μετά την κατάταξή τους στο 65% του εκπλειστηριάσματος και ζήτησε να καταταγεί το ίδιο στο ποσό αυτό (του 10%) σύμμετρα, για την προνομιακά αναγγελθείσας απαίτησής του, ως προς το οποίο δεν κατατάχθηκε προνομιακά (ΚΠολΔ 975 αρ. 5) στο 25% του  εκπλειστηριάσματος. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη  απέρριψε τον ως άνω λόγο ανακοπής ως μη νόμιμο. Με την υπό κρίση έφεσή του το εκκαλούν παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η ανακοπή του. Ο λόγος αυτός, όμως, είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι, σύμφωνα με την ορθότερη άποψη, που υιοθετεί και το παρόν δικαστήριο, οι απαιτήσεις που αναγγέλθηκαν ως προνομιακές και δεν κατατάχθηκαν, εν όλω ή εν μέρει, βάσει του προνομίου τους, όπως εν προκειμένω του εκκαλούντος, δεν εξομοιώνονται με τις μη προνομιούχες απαιτήσεις των εγχειρόγραφων δανειστών, συνεπώς δεν κατατάσσονται συμμέτρως στο 10% του εκπλειστηριάσματος, διότι η αντίθετη ερμηνεία, που υποστηρίζεται από το εκκαλούν, δεν συνάγεται από τη γραμματική διατύπωση της διάταξης του άρθρου 977 ΚΠολΔ, δεν συμπορεύεται με τον σκοπό του νόμου, όπως αυτή διατυπώνεται σαφώς στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4335/2015, με τον οποίο εισήχθη για πρώτη φορά η δυνατότητα ικανοποίησης και των εγχειρόγραφων δανειστών, αφού αυτός (ο σκοπός) ήταν να ενθαρρύνονται και οι μη προνομιούχοι δανειστές να επιχειρήσουν αναγκαστική εκτέλεση, ώστε ακόμα και αν υπάρχουν προνομιούχοι δανειστές, να λάβουν και αυτοί ποσοστό, έστω μικρό, του εκπλειστηριάσματος. Ο σκοπός αυτός θα υπονομευόταν στην περίπτωση που αναγνωριζόταν η δυνατότητα κατάταξης των προνομιούχων πιστωτών στο υπόλοιπο 10%, κατά το μέτρο που δεν ικανοποιήθηκε ολικά ή εν μέρει η απαίτησή τους με βάση το προνόμιό της. Επιπλέον, αν γινόταν η κατάταξη των προνομιούχων στο 10%, κατά τη μη ικανοποιηθείσα προνομιακά εν όλω ή εν μέρει απαίτησή τους, θεωρώντας αυτούς ως μη προνομιούχους, θα χωρούσε ανεπίτρεπτη κατάταξη παρά το σαφές αίτημα της αναγγελίας τους για προνομιακή κατάταξη (ΕφΘεσ 1768/2022, ΕφΘεσ 297/2021, ΕφΑθ 297/2021, δημ. NOMOS). Ως προς τον ισχυρισμό του εκκαλούντος ότι μη νόμιμα κατατάχθηκαν οι τέσσερις πρώτες εφεσίβλητες στο 10% του εκπλειστηριάσματος τυχαία και σύμμετρα, για απαιτήσεις τους εξοπλισμένες με ειδικό προνόμιο (υποθήκη), που προέκυψαν μετά την κατάταξή τους στο 65% αυτού, αυτός κρίνεται απορριπτέος, αφού, όπως συνάγεται από τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, που προσκομίζουν και επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι, η πρώτη εφεσίβλητη ανήγγειλε απαιτήσεις συνολικού ύψους 667.422,56 ευρώ (που δεν αμφισβητούνται), εκ των οποίων οι χωρίς εξασφαλισμένες με προνόμιο ανέρχονταν στο ποσό των 109.958,56 ευρώ, η δεύτερη εφεσίβλητη ανήγγειλε απαιτήσεις χωρίς προνόμιο συνολικού ύψους 4.803,99 ευρώ (για την «……..») και 41.641,10 ευρώ (για την «……………») [που δεν αμφισβητούνται] και η τρίτη εφεσίβλητη ανήγγειλε απαιτήσεις συνολικού ύψους 206.986,64 ευρώ (που δεν αμφισβητούνται), εκ των οποίων οι χωρίς εξασφαλισμένες με προνόμιο ανέρχονταν στο ποσό των 163.715,18 ευρώ, οι οποίες, ως εγχειρόγραφες απαιτήσεις καλώς κατατάχθηκαν συμμέτρως και τυχαία στο 10% του εκπλειστηριάσματος. Τα ίδια που δέχθηκε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και απέρριψε την ανακοπή, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, τα αντίθετα ισχυριζόμενα με την έφεση κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, γι’ αυτό και πρέπει να απορριφθεί η έφεση, και να καταδικαστεί το εκκαλούν στη δικαστική δαπάνη των παρισταμένων εφεσιβλήτων, υπό τον περιορισμό του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957. Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας για τον ερημοδικασθέντα διάδικο δεν θα οριστεί, ενόψει του ότι δεν επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας για τις δίκες τις σχετικές με την εκτέλεση (ΚΠολΔ 937 παρ. 1β, 979 παρ. 2).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της 1ης εφεσίβλητης και του καθ’ ου η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης.

Απορρίπτει την έφεση.

Καταδικάζει το εκκαλούν στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας των παρισταμένων 2ης και 3ης, που καθορίζει σε 293 ευρώ συνολικά και των παρισταμένων 4ης και 5ης των εφεσιβλήτων, που καθορίζει σε 293 ευρώ συνολικά.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους και νομικούς παραστάτες, στον Πειραιά στις 3 Δεκεμβρίου 2025.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ