Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 166/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός: 166/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 31.1.2018 (με Γ.Α.Κ. ……. και Ε.Α.Κ. ….) έφεση του ηττηθέντος εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ’ αριθμ. 4028/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη δεύτερου και τρίτου εναγόμενων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και δέχθηκε την από 20.4.2013 (με αριθμό κατάθεσης ……..) αγωγή των εφεσιβλήτων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από την προσκομιζόμενη από τους εφεσίβλητους υπ’ αριθμ. …… έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ……. αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της εκκαλούμενης απόφασης επιδόθηκε στο εκκαλούν όπως εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών στις 3.1.2018, το δε εκκαλούν άσκησε την ένδικη έφεση με κατάθεση στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 2.2.2018, ήτοι εντός μηνός από της επιδόσεως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ), αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011). Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται η κατάθεση από το εκκαλούν Δημόσιο του παραβόλου, που προβλέπεται από το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι το Δημόσιο δεν προκαταβάλλει τέτοιο παράβολο (βλ. Μιχάλης και Άντα Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, τόμ. Α΄, έκδοση 2018, άρθρο 495, αρ. 19, σελ. 849765). Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την παραπάνω αγωγή τους οι εφεσίβλητοι ισχυρίσθηκαν ότι τυγχάνουν συγκύριοι και συννομείς σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, δύο οικοπέδων που βρίσκονται στη θέση «. ..» … του Δήμου Σαλαμίνας και επί της ……., εκτάσεως κατ’ ακριβή καταμέτρηση του μεν πρώτου (εντός του οποίου βρίσκεται και ισόγειο κτίσμα εμβαδού 57,1 τ.μ.) 479,42 τετρ. μέτρων, του δε δεύτερου (εντός του οποίου βρίσκεται αποθήκη εμβαδού 19,7 τ.μ.) 401,58 τετρ. μέτρων, τα οποία απέκτησαν κατά κυριότητα με τον αναφερόμενο στην αγωγή παράγωγο τρόπο και δη δυνάμει των παρατιθέμενων στο αγωγικό δικόγραφο νομίμως μεταγεγραμμένων συμβολαιογραφικών πράξεων γονικής παροχής και δωρεάς εν ζωή, επικουρικώς δε κατόπιν προσαύξησης στο χρόνο νομής τους και του χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων τους, με τακτική άλλως με έκτακτη χρησικτησία, άλλως με την κατ’ άρθρο 4 του ν. 3127/2003 χρησικτησία σε βάρος του Δημοσίου, καθώς οι ίδιοι από το έτος 2001 και οι δικαιοπάροχοί τους πιο πριν και μάλιστα οι απώτεροι εξ αυτών από τα έτη 1869 και 1880 αντίστοιχα ασκούσαν με διάνοια κυρίων, με καλή πίστη και με βάση νόμιμους μεταγεγραμμένους τίτλους πράξεις νομής στα παραπάνω ακίνητα συνεχώς και αδιατάρακτα για διάστημα άνω των τριάντα ετών πριν από την έναρξη ισχύος του αμέσως παραπάνω νόμου. Ότι ωστόσο τα παραπάνω οικόπεδα κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης και δη κατά τις πρώτες εγγραφές δεν αποτυπώθηκαν ως δύο γεωτεμάχια, όπως είναι στην πραγματικότητα σύμφωνα με τους τίτλους κτήσης των εναγόντων, αλλά εσφαλμένως φαίνονται στους οικείους κτηματολογικούς χάρτες αφενός ως τέσσερα γεωτεμάχια με ξεχωριστά ΚΑΕΚ, αφετέρου ως ανήκοντα κατά ένα μέρος της επιφάνειάς τους στην κυριότητα του πρώτου εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου (νυν εκκαλούντος) ως τμήματα δημοσίου κτήματος από παλιό αιγιαλό και κατά το άλλο μέρος ως προς το δικαίωμα της επικαρπίας ανήκοντα στους δεύτερο και τρίτο εναγόμενους (μη διαδίκους στην παρούσα δίκη), οι οποίοι ωστόσο είχαν μεταβιβάσει στους ενάγοντες το δικαίωμα της επικαρπίας δυνάμει των υπ’ αριθμ. … και …… πράξεων γονικής παροχής και δωρεάς εν ζωή της Συμβ/φου Σαλαμίνας …… νομίμως μεταγεγραμμένων. Ζητούσαν, λοιπόν, οι ενάγοντες: 1) να αναγνωρισθούν ότι είναι πλήρεις και αποκλειστικοί κύριοι σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας: α) του επί του εμφαινόμενου στο από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου-μηχανικού . .. οικοπέδου εκτάσεως 479,42 τετρ. μέτρων, μετά του εντός αυτού ισογείου κτίσματος επιφάνειας 57,10 τ.μ., που αποτελείται από τμήμα επιφάνειας 445,52 τ.μ. του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ….., από τμήμα επιφάνειας 4,13 τ.μ. του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ … και από τμήμα επιφάνειας 29,77 τ.μ. του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ . και β) του επί του εμφαινόμενου στο ίδιο τοπογραφικό διάγραμμα οικοπέδου εκτάσεως 401,58 τετρ. μέτρων μετά της εντός αυτού αποθήκης 19,70 τετρ. μέτρων, που αποτελείται από τμήμα επιφάνειας 256,05 τ.μ. του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ .. και από τμήμα επιφάνειας 145,53 τ.μ. του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ .. τα οποία (δύο οικόπεδα) είναι άρτια και οικοδομήσιμα , ευρισκόμενα εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως του Δήμου Σαλαμίνας στο Ο.Τ. ., στη θέση «.» περιφέρειας ., το μεν πρώτο επί της ……, το δε δεύτερο επί της συμβολής των οδών …. με την οδό …, περιελθόντα σε αυτούς κατά το παραπάνω ποσοστό εξ αδιαιρέτου κυριότητας αφενός με γονική παροχή και με δωρεά εν ζωή της ψιλής κυριότητας των δύο οικοπέδων από τους ….. δυνάμει των υπ’ αριθμ. … πράξεων γονικής παροχής και δωρεάς εν ζωή ψιλής κυριότητας ποσοστών επί οικοπέδων της Συμβ/φου Σαλαμίνας .. … νόμιμα μεταγεγραμμένων στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου του Δήμου Σαλαμίνας στις 20.4.2001 στον τόμο ……. και με αύξοντες αριθμούς ……. αντίστοιχα και αφετέρου με γονική παροχή και δωρεά εν ζωή του δικαιώματος της επικαρπίας των δύο εν λόγω οικοπέδων από τους ……. δυνάμει των υπ’ αριθμ. …….. πράξεων γονικής παροχής και δωρεάς εν ζωή επικαρπίας ποσοστών της ίδιας Συμ/φου νόμιμα μεταγεγραμμένων στα βιβλία μεταγραφών του ίδιου Υποθηκοφυλακείου στις 12.10.2006 στον τόμο … με αύξοντες αριθμούς …. αντίστοιχα, επικουρικά δε κατά τα προσόντα της τακτικής και της έκτακτης χρησικτησίας άλλως της χρησικτησίας του άρθρου 4 του ν. 3127/2003, με προσμέτρηση του χρόνου άσκησης νομής διανοία κυρίου και με νόμιμο τίτλο των άμεσων και απώτερων δικαιοπαρόχων τους, 2) να διαταχθεί η διόρθωση των γεωμετρικών στοιχείων των δύο οικοπέδων, προκειμένου αντί να αποτυπώνεται εσφαλμένα στο οικείο κτηματολογικό φύλλο και χάρτη το πρώτο ακίνητο ως τρία ξεχωριστά τμήματα με διαφορετικά ΚΑΕΚ το καθένα και το δεύτερο ακίνητο ως δύο ξεχωριστά ακίνητα με δύο διαφορετικά ΚΑΕΚ, να αποτυπωθούν σωστά τα δύο οικόπεδα ως ενιαία γεωτεμάχια με το δικό του ξεχωριστό ΚΑΕΚ το καθένα σύμφωνα με το ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού …. …, 3) να διαταχθεί η διόρθωση ολικά της εσφαλμένης και ανακριβούς πρώτης εγγραφής στα οικεία κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας, σύμφωνα με την οποία οι δεύτερος και τρίτος εναγόμενοι φαίνονται επικαρπωτές στα γεωτεμάχια με ΚΑΕΚ … και …….. και το πρώτο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο ως πλήρης κύριος στα γεωτεμάχια με ΚΑΕΚ …. και …… και να αναγραφεί ότι οι ενάγοντες είναι πλήρεις κύριοι σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας στα δύο ενιαία ακίνητα που θα προκύψουν από τη συνένωση των παραπάνω επιμέρους γεωτεμαχίων, με βάση τους προαναφερόμενους τίτλους ψιλής κυριότητας και επικαρπίας.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε παραδεκτή και νόμιμη την πιο πάνω αγωγή και δέχθηκε αυτή κατ’ ουσίαν έναντι του πρώτου εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου ως προς τη βάση της τριαντακονταετούς έκτακτης χρησικτησίας του άρθρου 4 παρ.1 περ. β του ν. 3127/2003 και βάσει της ανωτέρω παραδοχής το Δικαστήριο διέταξε τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής στα οικεία κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας, ώστε να φαίνεται η πλήρης και αποκλειστική κυριότητα των εναγόντων σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας α) στο επί του εμφαινόμενου στο από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού …… εδαφικού τμήματος επιφάνειας 445,52 τ.μ., το οποίο έχει εσφαλμένα συμπεριληφθεί σε ευρύτερη εδαφική έκταση με ΚΑΕΚ …. (ιδιοκτησίας Ελληνικού Δημοσίου), β) στο επί του εμφαινόμενου στο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα εδαφικού τμήματος επιφάνειας 29,77 τ.μ., το οποίο έχει εσφαλμένα συμπεριληφθεί σε ευρύτερη εδαφική έκταση με ΚΑΕΚ ……… (ιδιοκτησίας Ελληνικού Δημοσίου) και γ) στο επί του εμφαινόμενου στο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα εδαφικού τμήματος επιφάνειας 256,05 τ.μ., το οποίο έχει εσφαλμένα συμπεριληφθεί σε ευρύτερη εδαφική έκταση με ΚΑΕΚ ……. (ιδιοκτησίας Ελληνικού Δημοσίου) και να καταχωρηθούν ως αποκλειστικοί κύριοι αυτού οι ενάγοντες, με βάση τον ως άνω περιγραφόμενο πρωτότυπο τρόπο κτήσης κυριότητας με χρησικτησία κατ’ άρθρο 4 παρ.1 του ν.3127/2003.

Ήδη το εκκαλούν-πρώτο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο με την υπό κρίση έφεσή του παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων που προσκομίσθηκαν εκατέρωθεν από τους διαδίκους αλλά και ιδίως γιατί με παραμόρφωση και άγνοια των προσκομισθέντων από εκείνο εγγράφων δημοσίας αρχής, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν δέχθηκε, ως όφειλε, ότι τα επίδικα εδαφικά τμήματα αποτελούσαν τμήμα του ενεργού αιγιαλού μέχρι το έτος 1976, ανεπίδεκτα άλλης πλην του Δημοσίου κυριότητας και ανεπίδεκτα κάθε συναλλαγής και χρησικτησίας και ότι από το έτος 1976 και μετά αποτελούν τμήμα του παλαιού αιγιαλού, καταγεγραμμένο ως δημόσιο κτήμα με ΑΒΚ ……. και δηλωθέν ως τέτοιο κατά τη διαδικασία της Κτηματογράφησης του Ο.Τ.Α. Σαλαμίνας, δηλαδή ανήκον και πάλι κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο και συγκεκριμένα στην ιδιωτική περιουσία αυτού. Ότι ομοίως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων η εκκαλούμενη δέχθηκε ότι καλόπιστα οι εφεσίβλητοι ασκούσαν με καλή πίστη διακατοχικές πράξεις διανοία δικαιούχων των οικείων εμπραγμάτων δικαιωμάτων για διάστημα άνω των τριάντα ετών με προσμέτρηση και της νομής των δικαιοπαρόχων τους, ενώ ως μόνιμοι κάτοικοι Σαλαμίνας γνώριζαν άλλως από βαριά αμέλεια αγνοούσαν τα έτη 2001 και 2006, κατά την κτήση της νομής των επίδικων ακινήτων ότι αυτά αποτελούσαν παλαιό αιγιαλό, ήτοι ανήκαν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου και με δεδομένο ότι κατά τη διαδικασία χάραξης του αιγιαλού μεταβαίνει στην περιοχή κλιμάκιο τεχνικών από διάφορες υπηρεσίες, που κάνει μετρήσεις και τοποθετεί σημεία εμφανή στο έδαφος, κάτι που έγινε τόσο το έτος 1976, όσο και το έτος 1997 και δεν μπορεί να μην υπέπεσε στην αντίληψή τους. Ότι επιπλέον αυτοί παρέλειψαν να ελέγξουν όταν τους μεταβιβάσθηκαν τα επίδικα ακίνητα εάν αυτά ενέπιπταν εντός Δημοσίου Κτήματος, καίτοι είχαν σχετική υποχρέωση κατ’ άρθρο 3 παρ.15 του ν. 2242/1994 που ορίζει ότι «σε κάθε συμβόλαιο μεταβίβασης ακινήτου με κτίσματα ή άλλες εγκαταστάσεις επισυνάπτεται υπεύθυνη δήλωση των δικαιοπρακτούντων σύμφωνα με το ν. 1599/1986, ότι το μεταβιβαζόμενο ακίνητο δεν βρίσκεται σε ρέμα, σε αιγιαλό, σε ζώνη παραλίας, σε βιότοπο, σε δημόσιο κτήμα και σε αρχαιολογικό χώρο. Εάν από τη δήλωση προκύπτει ότι το μεταβιβαζόμενο ακίνητο βρίσκεται στις ανωτέρω περιοχές, απαγορεύεται η σύνταξη του σχετικού συμβολαίου…». Ότι το Βιβλίο Καταγραφής Δημοσίων Κτημάτων είναι δημόσιο βιβλίο, το οποίο οφείλει να ελέγξει ο συμβαλλόμενος προτού υποβάλει τη σχετική δήλωση του άρθρου 3 παρ.15 του ν. 2242/1994. Ότι εξάλλου, οι απώτεροι δικαιοπάροχοί τους αντίστοιχα απέκτησαν τα επίδικα ακίνητα, όταν αυτά αποτελούσαν ακόμη τμήμα του ενεργού αιγιαλού κι επομένως ήταν κακόπιστοι κατά την κτήση της νομής τους. Ότι σε κάθε περίπτωση, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλλε κατά την εκτίμηση του προσκομισθέντος μετ’ επικλήσεως αποδεικτικού υλικού όλων των διαδίκων και οδηγήθηκε, έτσι, σε πλημμελή κρίση. Ζητεί, λοιπόν, το εκκαλούν να εξαφανισθεί η 4028/2017 απόφαση του Μονομελούς Πειραιά, ώστε να απορριφθεί η από 20.4.2013 (με αριθμό κατάθεσης ………) αγωγή των εφεσιβλήτων καθ’ ολοκληρίαν.

Περαιτέρω σημειώνεται ότι με το άρθρο 4 του Ν. 3127/2003 “τροποποίηση και συμπλήρωση των νόμων 2308/1995 και 2664/1998 για την Κτηματογράφηση και το Εθνικό Κτηματολόγιο και άλλες διατάξεις” ορίζονται τα εξής: “Σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί, ο νομέας του θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου εφόσον: α) νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αδιαταράκτως για δέκα (10) έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ίδιου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-02-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη, ή β) νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Στο χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις α και β προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 του ΑΚ” (παρ.1). “Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για ακίνητο εμβαδού μέχρι 2000 τ.μ. Για ενιαίο ακίνητο εμβαδού μεγαλύτερου των 2.000 τ.μ., οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται μόνον εφόσον στο ακίνητο υφίσταται κατά την 31-12-2002 κτίσμα που καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) του ισχύοντος συντελεστή δόμησης στην περιοχή” (παρ. 2). Με τις διατάξεις αυτές θεσπίζεται εξαίρεση από τον κανόνα ότι επί δημοσίων κτημάτων νομέας κατά πλάσμα του νόμου είναι το Δημόσιο και ότι αυτά είναι ανεπίδεκτα κτητικής ή αποσβεστικής παραγραφής, ο οποίος καθιερώνεται από τις διατάξεις του νόμου ΔΞΗ/1912 και των διαταγμάτων “περί δικαιοστασίου”, που εκδόθηκαν με βάση αυτόν από 12-9-1915 μέχρι και της 16-5-1926, και του άρθρου 21 του Ν.Δ/τος της 22.4/16-5-1926 “περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης κ.λ.π”, που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Α.Κ. με το άρθρο 53 του Εισ.Ν.ΑΚ. και επαναλήφθηκε στο άρθρο 4 του Α.Ν. 1539/1938 “περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων”, εκτός εάν η τριακονταετής νομή της εκτάκτου χρησικτησίας είχε συμπληρωθεί μέχρι τις 11-9-1915, αφού μετά τη χρονολογία αυτή δεν επιτρέπεται ούτε έκτακτη χρησικτησία επί των ακινήτων του Δημοσίου (βλ. ΑΠ 187/2017 στη Νόμος). Έτσι, κατ` εφαρμογή των ως άνω διατάξεων του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003, κατ` εξαίρεση είναι δυνατή η απόκτηση κυριότητας με χρησικτησία και επί δημοσίου κτήματος, όταν αυτό βρίσκεται σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό προϋφιστάμενο του 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί, εμβαδού μέχρι 2000 τ.μ., εφόσον κάποιος το νέμεται αδιαταράκτως μέχρι την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου, δηλαδή μέχρι την 19-3-2003, επί δέκα έτη με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία υπέρ του ίδιου του νεμομένου ή νεμηθέντος ή υπέρ των δικαιοπαρόχων του, εφόσον ο νόμιμος τίτλος έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 28-2-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής ο επικαλούμενος κυριότητα ή οποιοσδήποτε από τους δικαιοπαρόχους του ήταν κακής πίστεως, ή επί τριάντα έτη, εκτός αν κατά την κτήση της νομής ο επιληφθείς της νομής του ακινήτου ήταν κακής πίστεως, δηλαδή εφόσον δεν συνέτρεχαν κατά το χρόνο κτήσεως της νομής στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 Α.Κ.. Η ρύθμιση αυτή ως ειδική και εξαιρετική επιτρέπει την απόκτηση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία σε ακίνητα του Δημοσίου εφόσον κάποιος που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή ακινήτου του Δημοσίου, νέμεται αδιατάρακτα τούτο για τριάντα έτη που φθάνουν χρονικά μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, δηλαδή μέχρι την 19-3-2003, υπό τις λοιπές διαλαμβανόμενες προϋποθέσεις στην παρ. 1 περ α` και β` του ίδιου νόμου και όχι εφόσον κάποιος που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή ακινήτου του Δημοσίου το νέμεται αδιατάρακτα επί τριάντα έτη οποτεδήποτε πριν από την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου, χωρίς να ενδιαφέρει αν συνεχίζει να νέμεται το ακίνητο του Δημοσίου αδιατάρακτα και μετά την έναρξη της ισχύος του. Τούτο προκύπτει τόσο από την γραμματική διατύπωση των ανωτέρω διατάξεων που χρησιμοποιούν τη φράση “νέμεται μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα ετών” και όχι νεμήθηκε πριν από την έναρξη ισχύος αυτού, αλλά και από το γενικότερο δικαιοπολιτικό σκοπό τους, ο οποίος συνίσταται στην κατ` εξαίρεση και υπό προϋποθέσεις νομιμοποίηση των αυθαιρέτως κατεχομένων δημοσίων κτημάτων που βρίσκονται εντός σχεδίου πόλης ενόψει της σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου, αλλά και στην προστασία των δημοσίων κτημάτων, η οποία δεν συντελείται με την ολική κατάργηση του κανόνα του απαράγραπτου των δικαιωμάτων του Δημοσίου επί των ακινήτων του που βρίσκονται εντός σχεδίου πόλης για τον μετά την 11-9-1915 χρόνο, όπως θα συνέβαινε στην περίπτωση που γινόταν δεκτή η τελευταία εκδοχή. Άλλωστε στον ίδιο νόμο δεν περιέχεται όσον αφορά το άρθρο 4 η γενική καταργητική ρήτρα, που κατά κανόνα τίθεται στους νόμους, ότι κάθε διάταξη που είναι αντίθετη με τον παρόντα νόμο ή ρυθμίζει θέματα που διέπονται από αυτόν καταργείται. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 984 Α.Κ. η νομή προσβάλλεται είτε με διατάραξη είτε με αποβολή του νομέα. Διατάραξη της νομής, η έννοια της οποίας δεν είναι νομοθετικά καθορισμένη, υπάρχει όταν δεν αποβάλλεται ο νομέας από το πράγμα, αλλά εξακολουθεί να διατηρεί τη νομή του σ` αυτό, συνιστά δε διατάραξη της νομής κάθε θετική πράξη ή παράλειψη που αποτελεί παρενόχληση του νομέα στην άσκηση της νομής του. Θετικά εκδηλώνεται η διατάραξη είτε με πράξη του προσβολέα στο πράγμα είτε με παρεμπόδιση πράξης του νομέα, ενώ αρνητικά, με παράλειψη, όταν ο προσβολέας δεν προβαίνει στην επιβαλλόμενη ενέργεια προς αποτροπή ή παύση της διατάραξης. Δεν συνιστά διατάραξη η απλή προφορική αμφισβήτηση του δικαιώματος του νομέα, η οποία αντιμετωπίζεται με την αναγνωριστική αγωγή (άρθρο 70 Κ.Πολ.Δ.). Η διατάραξη της νομής κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως του άρθρου 984 του Α.Κ. αναφέρεται σε προσβολή της νομής και η προστασία της νομής από την προσβολή της με διατάραξη προβλέπεται στο άρθρο 989 Α.Κ.. Η έννοια όμως του “νέμεται αδιαταράκτως” στην ως άνω διάταξη του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003 δεν αναφέρεται σε προσβολή και προστασία της νομής του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά πλάσμα του νόμου αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Δημόσιο σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις των νόμων περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων, αλλά αναφέρεται σε μη παρενόχληση του νεμομένου το δημόσιο κτήμα από τον κατά τον νόμο αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Ελληνικό Δημόσιο. Η παρενόχληση δε αυτή μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο μπορεί να προστατεύσει τη νομή του επί του δημοσίου κτήματος το Ελληνικό Δημόσιο. Τέτοιος δε νόμιμος τρόπος προστασίας της νομής του Ελληνικού Δημοσίου επί του δημοσίου κτήματος είναι και η κοινοποίηση πράξης της αρμόδιας Αρχής περί καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης του δημοσίου κτήματος, αφού με την κοινοποίηση αυτής γνωστοποιεί το Δημόσιο στο νεμόμενο το δημόσιο κτήμα ότι αυτό είναι κατά τον νόμο ο αληθής νομέας του και του καθορίζει την αποζημίωση που οφείλει να του καταβάλει για την αυθαίρετη και χωρίς τη συναίνεσή του χρήση του δημοσίου κτήματος. Συνεπώς, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003, αν το Δημόσιο κοινοποιήσει στο νεμόμενο καλή τη πίστη δημόσιο κτήμα απόφαση της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων περί καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης του δημοσίου κτήματος, από της κοινοποιήσεως αυτής ο νεμόμενος το δημόσιο κτήμα παύει να το νέμεται αδιαταράκτως από το Ελληνικό Δημόσιο, αφού παρενοχλείται και διαταράσσεται από το τελευταίο που είναι ex lege αληθής νομέας του δημοσίου κτήματος. Τούτο δε, ανεξαρτήτως του ότι η κοινοποίηση απόφασης περί καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης του δημοσίου κτήματος, αποτελεί συγχρόνως και πράξη ασκήσεως της κατά τον νόμο νομής του δημοσίου επί δημοσίου κτήματος και ως εκ τούτου και θετική διατάραξη της νομής του τρίτου που νέμεται το δημόσιο κτήμα, για την οποία όμως δεν έχει την προστασία της νομής από το άρθρο 989 Α.Κ., αλλά την προστασία που του παρέχεται με την προβλεπόμενη από το νόμο ανακοπή κατά του καθορισμού αποζημιώσεως αυθαίρετης χρήσης (ΟλΑΠ 11/2015, ΧρΙΔ 2015, σελ. 590). Επίσης, από τη διατύπωση των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 4 παρ.1 του ν. 3127/2003 («εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη») συνάγεται ότι το βάρος απόδειξης της καλής πίστης δεν το έχει ο επικαλούμενος κυριότητα, νομέας, αλλά αντιθέτως το Δημόσιο βαρύνεται με την απόδειξη της κακής πίστης του επικαλούμενου κυριότητα νομέα ή του δικαιοπαρόχου του (ΑΠ 786/2012 και ΑΠ 1777/2011 δημοσιευμένες στη Νόμος). Έλλειψη καλής πίστης συνιστά και η επίδειξη βαρείας αμέλειας, όπως τέτοια είναι και η παράλειψη ελέγχου του βιβλίου μεταγραφών από εκείνον που αποκτά τη νομή σε ακίνητο βάσει συμβολαιογραφικού τίτλου, γιατί τούτο ενέχει σοβαρά εκτροπή από τους κανόνες της στοιχειώδους επιμέλειας του ελέγχου των δημοσίων βιβλίων μεταγραφών, που θεσπίστηκε ακριβώς για τέτοιο σκοπό, δηλαδή αυτοί που πρόκειται να αποκτήσουν ακίνητο να μπορούν να διακριβώσουν με ευχέρεια την ύπαρξη δικαιώματος αυτού που επιχειρεί τη μεταβίβαση του (βλ. ΜονΕφΔωδ 40/2016 στη Νόμος). Περαιτέρω και δεδομένου ότι το άρθρο 4 του ν. 3127/2003 δεν διακρίνει μεταξύ πλήρους και ψιλής κυριότητας, πρέπει να γίνει δεκτό ότι αυτό εφαρμόζεται σε βάρος του Δημοσίου και σε περίπτωση που επί ακινήτου του Δημοσίου εντός σχεδίου πόλεως άλλος ιδιώτης ασκεί καλόπιστα και με βάση τις λοιπές προϋποθέσεις του νόμου τη νομή ως ψιλός κύριος και άλλος ασκεί καλόπιστα την οιονεί νομή της επικαρπίας. Οιονεί νομή είναι η μερική φυσική εξουσίαση του πράγματος, η οποία ασκείται με διάνοια δικαιούχου ενεχύρου ή δουλείας (άρθρο 975 ΑΚ). Ορίζοντας ο νόμος στο άρθρο 974 του ΑΚ τη νομή ως φυσική εξουσίαση του πράγματος που ασκείται με διάνοια κυρίου εννοεί την καθολική εξουσίαση, η οποία έχει ως περιεχόμενο όλες τις αναφορές ή χρησιμότητες του πράγματος και που αντιστοιχεί στην κυριότητα. Σε αντιδιαστολή προς αυτή, ο νόμος αναγνωρίζει με το άρθρο 975 ΑΚ και την οιονεί νομή, η οποία είναι μερική εξουσίαση, γιατί εκτείνεται σε μερικές μόνο αναφορές ή χρησιμότητες του πράγματος, δηλαδή σε αυτές που αποτελούν το περιεχόμενο ενός περιορισμένου εμπράγματου δικαιώματος δηλαδή ενεχύρου ή δουλείας (βλ. Απόστολο Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο Ι, έκδοση 1991, σελ. 145). Προσωπική δουλεία τυγχάνει και η επικαρπία, η οποία συνίσταται στο εμπράγματο δικαίωμα του επικαρπωτή να χρησιμοποιεί και να καρπώνεται ξένο πράγμα, διατηρώντας ακέραιη την ουσία του κατ’ άρθρο 1142 ΑΚ, το δε άρθρο 1147 ΑΚ προβλέπει ρητά ότι ο επικαρπωτής έχει δικαίωμα να νέμεται το πράγμα. Στην περίπτωση λοιπόν που σε δημόσιο ακίνητο άλλο πρόσωπο ήταν καλόπιστος νομέας διανοία ψιλού κυρίου και άλλος οιονεί νομέας ως επικαρπωτής, εφόσον συνέτρεξαν για αμφότερους οι όροι εφαρμογής του άρθρου 4 παρ.1β του ν. 3127/2003 στις 19.3.2003, καθίστανται ο μεν πρώτος ψιλός κύριος, ο δε δεύτερος επικαρπωτής του παραπάνω ακινήτου. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 966, 968 και 1054 ΑΚ προκύπτει ότι τα ανήκοντα στο Ελληνικό Δημόσιο κοινόχρηστα πράγματα δεν καταλαμβάνονται από το ως άνω άρθρο 4 του Ν. 3127/2003, αφού το άρθρο αυτό αναφέρεται μόνο στις προϋποθέσεις κτήσης κυριότητας ακινήτου ανήκοντος στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου (ΑΠ 723/2014 και ΑΠ 1271/2011 δημοσιευμένες στη Νόμος).

Ακόμη, κατά το άρθρο 1 του α.ν. 2344/1940 “περί αιγιαλού και παραλίας”, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 53 του ΕισΝΑΚ και εξακολουθεί, κατά το άρθρο 34 παρ.2 του ν. 2971/2001, να ρυθμίζει τις εκκρεμείς υποθέσεις, δηλαδή, αυτές για τις οποίες η έκθεση επιτροπής καθορισμού του αιγιαλού και της παραλίας με το διάγραμμα της χάραξης τους συντάχθηκαν και εγκρίθηκαν πριν από τη δημοσίευση του νέου νόμου στο ΦΕΚ 285Α/19.12.2001, ο αιγιαλός είναι κοινόχρηστο κτήμα, ανήκει στο Δημόσιο, προστατεύεται και διαχειρίζεται από αυτό (άρθρο 968 ΑΚ). Είναι δε αιγιαλός η χερσαία ζώνη που περιστοιχίζει τη θάλασσα με ανώτατο όριο προς την ξηρά το σημείο εκείνο, μέχρι το οποίο φτάνουν, κατά τις συνηθισμένες και όχι έκτακτες αναβάσεις τους, τα κύματα της θάλασσας. Από τον ορισμό αυτό προκύπτει ότι ο αιγιαλός είναι τμήμα της γης που περιβάλλει τη θάλασσα με όριο προς την ξηρά το σημείο εκείνο, μέχρι το οποίο φθάνουν τα συνήθως μεγαλύτερα κύματα, όχι όμως και από τις έκτακτες πλημμύρες. Αν ο αιγιαλός μετατοπιστεί είτε από φυσικά αίτια (προσχώσεις) είτε από τεχνικά (επιχωματώσεις) και παύσει να περιβρέχεται από τις μεγαλύτερες αναβάσεις του χειμέριου κύματος, η ζώνη της ξηράς που προέκυψε από τη μετακίνηση της οριογραμμής προς τη θάλασσα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή αιγιαλού και το όριο του παλιότερα υφιστάμενου αιγιαλού, ονομάζεται παλαιός αιγιαλός. Μόνος δε ο καθορισμός του ορίου του αιγιαλού ή του παλαιού αιγιαλού με απόφαση της διοικητικής επιτροπής, που προβλέπεται στα άρθρα 2 και 3 του α.ν. 2344/1940, και με τη σύνταξη του εκεί αναγραφόμενου τοπογραφικού και υψομετρικού διαγράμματος, που συνοδεύεται από σχετική έκθεση, δεν είναι ικανός να προσδώσει την ιδιότητα του αιγιαλού ή του παλαιού αιγιαλού σε τμήμα γης, το οποίο δεν έχει τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Και αυτό διότι, υπό την αντίθετη εκδοχή, ο κύριος του εδάφους, που κατά πλάνη περιλήφθηκε στα όρια του αιγιαλού ή του παλαιού αιγιαλού θα έχανε την ιδιοκτησία του με απλή πράξη της διοίκησης, κατά παράβαση των προστατευτικών αυτής συνταγματικών ορισμών. Έτσι η ιδιότητα του αιγιαλού ή του παλαιού αιγιαλού προκύπτει από φυσικά και μόνο φαινόμενα και δεν δημιουργείται με πράξη της Πολιτείας και, σε κάθε τοπική περίπτωση, ο καθορισμός της έκτασης ως αιγιαλού ή του παλαιού αιγιαλού, όταν δημιουργείται νέος αιγιαλός με πρόσχωση, ανήκει στην εκτίμηση όχι της διοίκησης αλλά του τακτικού δικαστηρίου, το οποίο δεν δεσμεύεται από την έκθεση και το διάγραμμα της επιτροπής καθορισμού του αιγιαλού ή του παλαιού αιγιαλού, τα οποία και εκτιμά ως δικαστικά τεκμήρια. Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε, ο αιγιαλός ανήκει κατά νομική επιταγή στο Ελληνικό Δημόσιο, τόσο κατά τις ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 1 του α.ν. 2344/1940 και 968 ΑΚ, όσο και κατά τις διατάξεις του προϊσχύσαντος του ΑΚ δικαίου (ν. 93 βασ. Ββ’ , ν. 96, 112 πανδ. 50.16 και άρθρο 15 του νόμου “περί διακρίσεως κτημάτων” της 10-7-1837). Η κυριότητα, στην οποία ο ΑΚ υπάγει τα δημόσια κτήματα είναι η κυριότητα του αστικού δικαίου, η οποία εξακολουθεί να υπάρχει όταν αυτά (δημόσια κτήματα) παύσουν, κατά τη διάταξη του άρθρου 971 ΑΚ, να υπηρετούν την κοινή χρήση, παύσουν δηλαδή τα κοινής χρήσης πράγματα να είναι εκτός συναλλαγής (ΕφΠειρ 69/2015 στη Νόμος).. Ο αιγιαλός μόνο με πρόσχωση από φυσικά ή και τεχνητά αίτια (άρθρο 9 του α.ν. 2344/1940) μπορεί να απωλέσει το χαρακτήρα του ως τέτοιου (όταν παύσει να περιβρέχεται από τις μεγαλύτερες αναβάσεις του χειμερίου κύματος), αφού η ιδιότητα λωρίδας γης ή αιγιαλού αποτελεί συνάρτηση καθαρά φυσικών φαινομένων. Επομένως, ο αιγιαλός, έστω και αν απωλέσει το χαρακτήρα του και καταστεί παλαιός αιγιαλός, εξακολουθεί ex lege να ανήκει στην κυριότητα του Δημοσίου και, συνεπώς, δεν συντρέχει ανάγκη μετά από την αλλαγή αυτή να αναζητηθεί άλλος τρόπος κτήσης ή διατήρησης της κυριότητας του Δημοσίου, όπως με χρησικτησία (ΟλΑΠ 24/2000 στη Νόμος). Ο ισχυρισμός ότι το επίδικο ακίνητο αποτελεί τμήμα αιγιαλού και ότι, επομένως, δεν μπορεί να περιέλθει στην κυριότητα ιδιώτη συνιστά ένσταση καταλυτική της αγωγής, η οποία είναι ορισμένη με μόνη την επίκληση ότι το διεκδικούμενο είναι αιγιαλός. [ΑΠ 116/2018, στη Νόμος].

Στην προκειμένη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης ….. και ….. αντίστοιχα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και από τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, συμπεριλαμβανομένων των τοπογραφικών διαγραμμάτων και των φωτοτυπημένων φωτογραφιών, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά: Δυνάμει του υπ’ αριθμ. …….. συμβολαίου γονικής παροχής ψιλής κυριότητας (ποσοστού 453/1000 εξ αδιαιρέτου) και δωρεάς εν ζωή ψιλής κυριότητας (ποσοστού 453/1000 εξ αδιαιρέτου) της Συμβ/φου Σαλαμίνας ……., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο …. και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας και του υπ’ αριθμ. …. συμβολαίου γονικής παροχής ψιλής κυριότητας (ποσοστού 47/1000 εξ αδιαιρέτου) και δωρεάς εν ζωή ψιλής κυριότητας (ποσοστού 47/1000 εξ αδιαιρέτου) της Συμβ/φου Σαλαμίνας …., νομίμως μεταγεγραμμένο στον τόμο .. και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, περιήλθε στη νομή των εναγόντων ως ψιλών κυρίων κατά 50% εξ αδιαιρέτου στον καθένα, ακολούθως δε με την υπ’ αριθμ. … συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής επικαρπίας (ποσοστού 453/1000 εξ αδιαιρέτου) και δωρεάς εν ζωή επικαρπίας (ποσοστού 453/1000 εξ αδιαιρέτου) της Συμβ/φου Σαλαμίνας ……, νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας και με την υπ’ αριθμ. ……. συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής επικαρπίας (ποσοστού 47/1000 εξ αδιαιρέτου) και δωρεάς εν ζωή επικαρπίας (ποσοστού 47/1000 εξ αδιαιρέτου) της Συμβ/φου Σαλαμίνας …, νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο .. και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας περιήλθε από τους συνεπικαρπωτές- παλαιότερους συγκυρίους …… και ….. στους ενάγοντες που είχαν ήδη καταστεί ψιλοί κύριοι κατά 50% εξ αδιαιρέτου κατ’ άρθρο 4 παρ.1β του ν. 3127/2003 κατά τα παρακάτω αναλυτικά αναφερόμενα και η επικαρπία, ούτως ώστε κατέστησαν αποκλειστικοί συγκύριοι σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας ενός γεωτεμαχίου (οικοπέδου), άρτιου και οικοδομήσιμου με το εντός αυτού ισόγειο κτίσμα εμβαδού 57,10 τετρ. μέτρων, που βρίσκεται στη θέση «……..» και στο 68β οικοδομικό τετράγωνο. Το εν λόγω γεωτεμάχιο έχει επιφάνεια σύμφωνα με τις ανωτέρω συμβολαιογραφικές πράξεις 478 τετρ. μέτρων, ενώ σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ……, όπου εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία 23-25-26-27-30-31-33-40-Ε-Δ-Γ-21-19-20-22-23, έχει επιφάνεια 479,42 τετρ. μέτρων, συνορεύει δε σύμφωνα με τους ως άνω τίτλους κτήσης των εναγόντων και ειδικότερα σε αναφορά με το προσαρτημένο σε αυτούς από Φεβρουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ……., συνδυαστικά με το προσαρτημένο στους ως κάτωθι τίτλους κτήσης των άμεσων δικαιοπαρόχων τους (εναγόντων) από Νοεμβρίου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ……., ανατολικά με ……, δυτικά με ιδιοκτησία ….., βόρεια με ιδιοκτησία …. και νότια με ιδιοκτησία ……. Επίσης, δυνάμει του υπ’ αριθμ. ….. συμβολαίου γονικής παροχής ψιλής κυριότητας (ποσοστού ½  εξ αδιαιρέτου) και δωρεάς ψιλής κυριότητας (ποσοστού ½ εξ αδιαιρέτου) της Συμβ/φου Σαλαμίνας ……, νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας περιήλθε στη νομή των εναγόντων ως ψιλών κυρίων κατά το ½  εξ αδιαιρέτου στον καθένα, ακολούθως δε με το υπ’ αριθμ. …… συμβόλαιο γονικής παροχής επικαρπίας (ποσοστού ½  εξ αδιαιρέτου) και δωρεά εν ζωή επικαρπίας (ποσοστού ½ εξ αδιαιρέτου) της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένο στον τόμο …. με α.α. …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, περιήλθε στους ενάγοντες που είχαν ήδη καταστεί ψιλοί κύριοι κατά ½  εξ αδιαιρέτου κατ’ άρθρο 4 παρ.1β του ν. 3127/2003 κατά τα παρακάτω αναλυτικά αναφερόμενα και η επικαρπία, ούτως ώστε κατέστησαν αποκλειστικοί συγκύριοι σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, ενός γεωτεμαχίου (οικοπέδου) άρτιου και οικοδομήσιμου, με την εντός αυτού ισόγεια αποθήκη εμβαδού 19,70 τετρ. μέτρων, που βρίσκεται εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλης Σαλαμίνας, στη θέση «…..» και στο 68β οικοδομικό τετράγωνο. Ειδικότερα, το εν λόγω γεωτεμάχιο έχει επιφάνεια, σύμφωνα με τις ανωτέρω συμβολαιογραφικές πράξεις, 392 τ.μ., ενώ σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ……., όπου εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία 21-Γ-41-39-37-Β-Α-Ζ-10-11-12-14-17-21, επιφάνεια 401,58 τετρ. μέτρων, συνορεύει δε σύμφωνα με τους ανωτέρω τίτλους κτήσης των εναγόντων και ειδικότερα, σε αναφορά με το προσαρτημένο σε αυτούς από Φεβρουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού . …, συνδυαστικά με το προσαρτημένο στους παρακάτω τίτλους κτήσης του άμεσου δικαιοπαρόχου τους από Οκτωβρίου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα της πολιτικού μηχανικού …….., ανατολικά με την …. …, δυτικά με ιδιοκτησία .., βόρεια εν μέρει με ιδιοκτησία .. .. και εν μέρει με ιδιοκτησία ….. .., νότια με οδό … Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι το εκ των παραπάνω γεωτεμαχίων εμβαδού, σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ….., επιφάνειας 479,42 τ.μ. είχε περιέλθει στη συννομή των άμεσων δικαιοπαρόχων των εναγόντων …….., κατά τα επιμέρους ποσοστά 453/1000 εξ αδιαιρέτου και 47/1000 εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, με αγορά από την ……, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …… συμβολαίου πώλησης της Συμβ/φου Πειραιώς ……., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. .. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, ενώ κατά τα λοιπά επιμέρους ποσοστά 453/1000 εξ αδιαιρέτου και 47/1000 εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, με αγορά από την …….. δυνάμει του υπ’ αριθμ. …… συμβολαίου πώλησης της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας. Η εκ των ανωτέρω απώτερη δικαιοπάροχος των εναγόντων …….. είχε προηγουμένως καταστεί νομέας του επίδικου γεωτεμαχίου, αφενός κατά το επιμέρους ποσοστό ¼  εξ αδιαιρέτου με δωρεά εν ζωή του …… δυνάμει του υπ’ αριθμ. …… συμβολαίου δωρεάς εν ζωή του Συμβ/φου Πειραιώς ……., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, στον οποίο (.. …) το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει κατά το εν λόγω ποσοστό εξ αδιαιρέτου δυνάμει της 688/1950 απόφασης του Προέδρου Πρωτοδικών Πειραιώς, νομίμως μεταγεγραμμένης στον τόμο …. και με α.α. …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, αφετέρου (αυτή) κατά το λοιπό επιμέρους ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου δυνάμει της ίδιας ως άνω απόφασης, νομίμως μεταγεγραμμένης, ενώ η έτερη των ως άνω απώτερων δικαιοπαρόχων των εναγόντων ……, είχε προηγουμένως καταστεί νομέας του επίδικου γεωτεμαχίου, αφενός κατά το επιμέρους ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου, με αγορά από την ….. δυνάμει του υπ’αριθμ. … συμβολαίου πώλησης του Συμβ/φου Πειραιώς ……, νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. .. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, στην οποία (……) το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει κατά το εν λόγω ποσοστό δυνάμει του υπ’ αριθμ …. συμβολαίου πώλησης του Συμβ/φου Σαλαμίνας …., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, αφετέρου, κατά το υπόλοιπο επιμέρους ποσοστό ¼  εξ αδιαιρέτου δυνάμει της ως άνω 688/1950 απόφασης του Προέδρου Πρωτοδικών Πειραιώς, νομίμως μεταγεγραμμένης στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας.

Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι το δεύτερο από τα παραπάνω γεωτεμάχια εμβαδού σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ……, επιφάνειας 401,58 τετρ. μέτρων, είχε περιέλθει στη νομή του άμεσου δικαιοπαρόχου των εναγόντων ……., κατά το επιμέρους ποσοστό 5/8 εξ αδιαιρέτου, με αγορά από τον ……. δυνάμει του υπ’ αριθμ. ……. συμβολαίου πώλησης της Συμβ/φου Σαλαμίνας ……., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, ενώ κατά το υπόλοιπο ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου, με αγορά από την Αιμιλία χήρα ….., ….. δυνάμει του υπ’ αριθμ. …….. συμβολαίου πώλησης της Συμβ/φου Σαλαμίνας ……, νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας. Ο εκ των ανωτέρω απώτερος δικαιοπάροχος των εναγόντων ……-.. είχε προηγουμένως καταστεί νομέας του εν λόγω ακινήτου, κατά το οικείο ποσοστό 5/8 εξ αδιαιρέτου, με αποδοχή κληρονομίας του πατέρα του … … δυνάμει της υπ’ αριθμ. ….. συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονομίας της Συμβ/φου Σαλαμίνας ……., νομίμως μεταγεγραμμένης στον τόμο .. και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, στον οποίο (……..) το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει, αφενός, κατά το επιμέρους ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρέτου δυνάμει του υπ’ αριθμ. ….. συμβολαίου πώλησης της Συμβ/φου Αθηνών …., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … και με α.α. .. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, με αγορά από τους ……, στους οποίους είχε περιέλθει με την υπ’ αριθμ. ….. συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομίας του Συμβ/φου Σαλαμίνας ….., νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο … με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, όπως συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθμ. ….. συμβολαιογραφική πράξη της Συμβ/φου Αθηνών ……, νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο .. και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. ……. συμβολαιογραφική πράξη καθορισμού και ρυθμίσεως ορίων του Συμβ/φου Σαλαμίνας ….., νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο .. με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, αφετέρου κατά το υπόλοιπο μέρος των 3/8 εξ αδιαιρέτου δυνάμει του υπ’ αριθμ. …. συμβολαίου πώλησης της Συμβ/φου Αθηνών ……, νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο .., με α.α. .. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, με αγορά από την …….., στην οποία είχε περιέλθει προηγουμένως κατά το οικείο ποσοστό εξ αδιαιρέτου με αγορά από τον ……. δυνάμει του υπ’ αριθμ. ……. συμβολαίου πώλησης του Συμβ/φου Πειραιώς ……. νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο …, με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, ενώ ο εν λόγω πωλητής ….. είχε καταστεί νομέας του παραπάνω ακινήτου κατά το ίδιο ως άνω ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου από κληρονομιά του πατέρα του …. και σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. …… συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομίας του Συμβ/φου Σαλαμίνας …….., νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας. Περαιτέρω, η έτερη των εκ των απώτερων δικαιοπαρόχων των εναγόντων ……. είχε προηγουμένως καταστεί νομέας του εν λόγω γεωτεμαχίου, κατά το οικείο ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου, από κληρονομία του από το έτος 1961 αποβιώσαντος εξ αδιαθέτου πατέρα της ……. καθώς και της από το έτος 1941 αποβιώσασας αδιάθετης μητέρας της …….. και ειδικότερα, κατά το μεν επιμέρους ποσοστό 1,5/16 εξ αδιαιρέτου δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……. συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονομίας της Συμβ/φου Αθηνών ……, νομίμως μεταγεγραμμένης στον τόμο .. με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, κατά δε το υπόλοιπο ποσοστό 4,5/16 εξ αδιαιρέτου σύμφωνα με τις προϊσχύσασες του ΑΚ διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής. Περαιτέρω, δεν αποδεικνύεται το προβαλλόμενο από το εκκαλούν με τον πρώτο λόγο έφεσης ότι τα επίδικα ακίνητα ήταν ενεργός αιγιαλός μέχρι το έτος 1976 και ότι κατά συνέπεια ως εκτός συναλλαγής πράγματα κατ’ άρθρο 966 σε συνδυασμό με το άρθρο 967 του ΑΚ ήταν ανεπίδεκτα χρησικτησίας κατ’ άρθρο 1054 του ίδιου Κώδικα, συμπεριλαμβανομένης και της χρησικτησίας του άρθρου 4 παρ.1 του ν. 3127/2003. Το γεγονός ότι με την 32202/26.10.1976 απόφαση Νομάρχη Πειραιά, η οποία δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 383/τ.Δ’/19.11.1976 καθορίσθηκαν τα όρια του αιγιαλού και έγινε δεκτό για πρώτη φορά ότι τα επίδικα ακίνητα εμπίπτουν στα όρια του παλαιού αιγιαλού και αποτελούν μέρος του δημοσίου κτήματος με ΑΒΚ ……, δεν σημαίνει ότι τα επίδικα αποτέλεσαν μέρος παλαιού αιγιαλού το πρώτον το έτος 1976 και ότι δεν είχε ήδη λάβει χώρα στο παρελθόν υποχώρηση των θαλασσίων υδάτων, ούτως ώστε τα επίδικα να μην βρίσκονται εντός ενεργού αιγιαλού σε προηγούμενο χρόνο και μάλιστα ήδη από το έτος 1926, όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες-εφεσίβλητοι, που εκδόθηκε σχετικό διάταγμα ρυμοτομίας. Ο χρόνος κατά τον οποίο γίνεται ο καθορισμός των ορίων του παλαιού αιγιαλού από τη διοίκηση δεν είναι απαραιτήτως και ο χρόνος που πράγματι ο ενεργός αιγιαλός μεταβάλλεται σε παλαιό, αφού τούτο εξαρτάται από την επέλευση φυσικών φαινομένων ή εκτέλεση ανθρώπινων ενεργειών που προκαλούν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα (ΟλΣτΕ 3814/1977, ΝοΒ 1978, σελ. 422, ΑΠ 33/2008, στη Νόμος). Ως εκ τούτου, τούτο αποτελεί αντικείμενο απόδειξης χωρίς να δεσμεύεται το Δικαστήριο από έγγραφα της Διοίκησης που αφορούν στον καθορισμό του αιγιαλού. Εν προκειμένω, το γεγονός ότι τα επίδικα ακίνητα εντάχθηκαν εντός σχεδίου πόλεως με το από 1-11-1926 διάταγμα ρυμοτομίας, το δε εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο προέβη διά της έκδοσης του ως άνω από 1-11-1926 Προεδρικού Διατάγματος (ΦΕΚ 407/17-11-1926, τ. Α’ ) στη ρυμοτόμηση θεωρώντας την έκταση αυτή οικιστική και επέτρεψε τη δόμηση στην περιοχή αυτή, θα μπορούσε να αποτελέσει μια ένδειξη, ότι δεν υφίστατο ενεργός αιγιαλός στα παραπάνω οικόπεδα, ήδη από το παραπάνω έτος, αφού δε νοείται να έχει επιτραπεί η δόμηση σε ακίνητα που βρέχονται από μέγιστες πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της θάλασσας. Ωστόσο, από τους προσκομιζόμενους από τους ίδιους τους εφεσιβλήτους συμβολαιογραφικούς τίτλους προκύπτει ως προς το πρώτο επίδικο ακίνητο ότι ενώ στο υπ’ αριθμ.  … συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Συμβ/φου Σαλαμίνας .. (με σφραγίδα μεταγραφής στον τόμο .. με α.α. .. των βιβλίων μεταγραφών Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας) που αφορά στο εμπράγματο δικαίωμα του απώτερου δικαιοπαρόχου τους …. αυτό (το ακίνητο) περιγράφεται συνορεύον ανατολικά με θάλασσα, στο αμέσως επόμενο συμβόλαιο αγοραπωλησίας υπ’ αριθμ. ….. συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Συμβ/φου Πειραιά ….. (με σφραγίδα μεταγραφής του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο .. με α.α. ..) που αφορά στην κτήση του δικαιώματος από τον απώτερο δικαιοπάροχό τους ….., το ίδιο ακίνητο συνορεύει πλέον ανατολικά με κοινοτικό δρόμο σε πλευρά 12,5 μέτρων. Πρόκειται για τον μετέπειτα δρόμο της ……… Ως προς το δεύτερο επίδικο ακίνητο, προκύπτει ότι ενώ στο υπ’ αριθμ. ……. συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Συμβ/φου Σαλαμίνας ….. (με σφραγίδα μεταγραφής του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο .. με α.α. ….) που αφορά σε εμπράγματο δικαίωμα του απώτερου δικαιοπάροχου των εφεσιβλήτων ….. περιγράφεται τούτο ως μέρος του μεγαλύτερου ακινήτου επιφάνειας 1.568 τετρ. μέτρων συνορεύον ανατολικά με θάλασσα, στην υπ’ αριθμ. ….. πράξη αποδοχής κληρονομίας του Συμβ/φου Αθηνών ….. (με σφραγίδα μεταγραφής του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο .. με α.α. …) για τους απώτερους δικαιοπαρόχους των εναγόντων-εφεσιβλήτων …….. περιγράφεται ως οριζόμενο ανατολικώς με παραλιακή οδό και πέραν ταύτης με ακτή θαλάσσης. Η ως άνω παραλιακή οδός είναι η μετέπειτα …….. Ο δρόμος αυτός περνούσε μπροστά και από τον παλιό θερινό κινηματογράφο «…», φωτογραφία του οποίου από το έτος 1957 προσκομίζουν οι εφεσίβλητοι. Περαιτέρω, σύμφωνα με  την στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης, μητέρας και θείας των εναγόντων-εφεσιβλήτων, …….., γεννηθείσας το 1951, μόνιμου κάτοικου της περιοχής στο πρώτο ακίνητο υπήρχε από παλιά πέτρινο κτίσμα περίπου από το έτος 1940, η δε ύπαρξη παλαιού πέτρινου κτίσματος στο εν λόγω ακίνητο βεβαιούται το πρώτον στο προσκομιζόμενο από τους ενάγοντες υπ’ αριθμ. …….. συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Συμβ/φου Σαλαμίνας ……., νομίμως μεταγεγραμμμένου και αφορά στην απώτερη δικαιοπάροχο των εφεσιβλήτων ………, οπότε προκύπτει ότι αυτό κτίσθηκε μετά το έτος 1940 και μέχρι το έτος 1942 με δαπάνες των τότε δικαιοπαρόχων των εναγόντων και χρησιμοποιήθηκε ως οικία μέχρι το έτος 1988. Εξ αυτού συνάγεται ότι σε εκείνο το σημείο μετά το έτος 1940 και σίγουρα ήδη τουλάχιστον από το έτος 1942, δεν έφθανε το θαλάσσιο κύμα, ώστε να υφίσταται ενεργός αιγιαλός. Το ίδιο ισχύει και για το δεύτερο επίδικο ακίνητο, όμορο του πρώτου, το οποίο προς την πλευρά της θάλασσας βρίσκεται στο ίδιο ύψος και στην ίδια απόσταση με το πρώτο από αυτή. Κατά την ανατολική πλευρά τους τα επίδικα ακίνητα συνόρευαν μετά το έτος 1940, με τη σημερινή ……. και όχι με θάλασσα. Τα όσα αντίθετα υποστήριξε ο μάρτυρας και υπάλληλος του Ελληνικού Δημοσίου, ……. ότι μέχρι το έτος 1976, υπήρχε ενεργός αιγιαλός στα επίδικα ακίνητα δεν κρίνονται πειστικά, αφού δεν προκύπτει ότι ο εν λόγω μάρτυρας, ο οποίος έχει γεννηθεί στη Φραγκίστα Ευρυτανίας το έτος 1965, έμενε το έτος 1976 στην περιοχή για να έχει ιδία γνώση. Συνακόλουθα, τα όσα διαλαμβάνει το εκκαλούν περί ύπαρξης ενεργού αιγιαλού μέχρι το έτος 1976 στα επίδικα ακίνητα, με αποτέλεσμα τη μη δυνατότητα άσκησης σε αυτά πράξεων χρησικτησίας με συμπλήρωση τριαντακονταετίας από τους ενάγοντες και τους δικαιοπαρόχους τους μέχρι τις 19.3.2003 που ίσχυσε το άρθρο 4 παρ.1β του ν. 3127/2003 κατά τα αναφερόμενα στον πρώτο λόγο έφεσης, κρίνονται ουσία αβάσιμα.

Παρακάτω, όπως οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες δεν αμφισβητούν, αλλά και σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 32202/26.10.1976 (ΦΕΚ 383 τεύχος Δ’/19-11-1976) απόφαση Νομάρχη Πειραιά για τον καθορισμό ορίων αιγιαλού και παραλίας και την υπ’ αριθμ. 254/16-1-1997 (ΦΕΚ 97 τεύχος Δ’14-2-1997) απόφαση του Περιφερειακού Διοικητή Πειραιά για τον επανακαθορισμό των ορίων αιγιαλού και παραλίας στα επίδικα ακίνητα αποδεικνύεται ότι υπήρχε παλαιός αιγιαλός στο σημείο όπου βρίσκονται, όπως τούτο διαπιστώθηκε με τον πρώτο καθορισμό ορίων αιγιαλού και παραλίας το έτος 1976. Ο αιγιαλός αυτός ήταν ενεργός κατά το έτος 1884, πλην όμως σταδιακά, με τα χρόνια μεταβλήθηκε και υποχώρησε από φυσικά αίτια και ανθρώπινες ενέργειες, με αποτέλεσμα μετά το έτος 1940, να καταστεί ανενεργός (παλαιός), ανήκοντας πλέον στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι οι ενάγοντες από το έτος 2001 με διάνοια ψιλών κυρίων και οι δικαιοπάροχοί τους με διάνοια κυρίων και από το έτος 2001 με διάνοια επικαρπωτών νέμονταν, μέχρι την έναρξη ισχύος του ν.3127/2003 ήτοι μέχρι τις 19.3.2003, τα παραπάνω επίδικα ακίνητα αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα ετών, ασκώντας τις προσιδιάζουσες στη φύση τους ως αστικών ακινήτων πράξεις νομής και έχοντας καλή πίστη κατά την κτήση της νομής τους, στηριζόμενοι σε σειρά νομίμως μεταγεγραμμένων συμβολαιογραφικών τίτλων. Συγκεκριμένα, οι προκτήτορες τους είχαν προβεί στην εμβαδομέτρηση των επίδικων ακινήτων, τα είχαν οριοθετήσει, τα επέβλεπαν με τακτικές επισκέψεις, στο πρώτο οικόπεδο είχαν κατασκευάσει μεταξύ των ετών 1940-1942 πέτρινο κτίσμα το οποίο χρησιμοποιούσαν ως κατοικία μέχρι το έτος 1988 οι απώτεροι δικαιοπάροχοι των εναγόντων κατά τα προαναφερθέντα, οπότε οι άμεσοι δικαιοπάροχοι αυτών το γκρέμισαν για να προβούν εν έτει 1989 επί των δύο ενωμένων ακινήτων στην κατασκευή πρατηρίου υγρών καυσίμων, λόγος για τον οποίο απευθύνθηκαν στο Πολεοδομικό Γραφείο Σαλαμίνας, το οποίο βρίσκεται στην ίδια περιοχή, σε δρόμο παράλληλο με τη Λεωφόρο Ακτής Σαλαμινομάχων, οπότε η Πολεοδομία εξέδωσε την υπ’ αριθμ. ….. άδεια οικοδομής πρατηρίου υγρών καυσίμων, αφού πρώτα έλεγξε εάν μπορεί να δομηθεί το ενιαίο ακίνητο και να γίνουν οι αιτούμενες αλλαγές, δεδομένου ότι έπρεπε να σκαφτούν τα οικόπεδα σε μεγάλο βάθος για να κατασκευαστούν οι υπόγειες δεξαμενές καυσίμων. Το ως άνω πρατήριο υγρών καυσίμων λειτουργεί μέχρι σήμερα, καθώς οι ενάγοντες το έχουν εκμισθώσει σε εταιρία υγρών καυσίμων. Επίσης, όλα αυτά τα έτη και μάλιστα μέσα στην τελευταία τριαντακονταετία μέχρι τις 19.3.2003, οι ενάγοντες και οι δικαιοπάροχοί τους υπέβαλαν στην αρμόδια Εφορία, ήδη Δ.Ο.Υ. Σαλαμίνας τις δηλώσεις μεταβίβασης που αφορούσαν στις μεταβιβάσεις των εν λόγω ακινήτων για τη σύνταξη όλων των προαναφερόμενων συμβολαίων αγοράς, γονικής παροχής, δωρεάς που αποτελούν τίτλους κτήσης τους και κατέβαλαν στη Δ.Ο.Υ. τους φόρους που προέκυψαν από αυτές τις μεταβιβάσεις, καθώς και τα έξοδα μεταγραφής στο Υποθηκοφυλακείο Σαλαμίνας. Με όλες αυτές τις ενέργειές τους, οι προκτήτορες των εναγόντων κατέστησαν σαφές τόσο στους γείτονες, όσο και σε οποιονδήποτε τρίτο, συμπεριλαμβανομένου του Ελληνικού Δημοσίου, τη βούλησή τους να εξουσιάζουν τα επίδικα ακίνητα, ως δικά τους με νόμιμο τίτλο, με καλή πίστη και διάνοια κυρίου, οι δε ενάγοντες στη συνέχεια με διάνοια ψιλού κυρίου μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 3127/2003. Το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, όλα αυτά τα χρόνια, αν και ήταν εμφανείς σε αυτό μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών του (πολεοδομία, κτηματική υπηρεσία, Δ.Ο.Υ., Υποθηκοφυλακείο, αστυνομία) όλες οι προαναφερόμενες ενέργειες των δικαιοπαρόχων των εναγόντων και μάλιστα η ύπαρξη κτισμάτων στα επίδικα ακίνητα, παρόλα αυτά δεν προέβη σε καμία πράξη για να σταματήσει αυτές, ήτοι δεν προέβη στην έκδοση πρωτοκόλλου αποβολής των δικαιοπαρόχων τους από δημόσιο κτήμα (τμήμα παλαιού αιγιαλού) ή στην επίδοση σ’ αυτούς εμπράγματης αγωγής ή έστω στην υποβολή μήνυσης για κατάληψη δημόσιου κτήματος. Αντίθετα, όλα αυτά τα χρόνια, το εκκαλούν δεν εμπόδισε, ούτε ενόχλησε την άσκηση νομής εκ μέρους των εναγόντων και των δικαιοπαρόχων τους, όταν χρησιμοποιούσαν τα παραπάνω ακίνητα, αλλά και το ίδιο ουδέποτε άσκησε οποιαδήποτε φυσική πράξη νομής επί των επίδικων ακινήτων, ούτε τα επέβλεψε, ούτε προέβη στον καθαρισμό τους.

Παρακάτω και σε ό,τι αφορά τον δεύτερο λόγο έφεσης κατά τον οποίο οι εφεσίβλητοι και οι δικαιοπάροχοί τους δεν είχαν καλή πίστη κατά τους χρόνους κτήσης της νομής των επίδικων ακινήτων, α) επειδή ως μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής δεν μπορεί να μην πληροφορήθηκαν ότι αυτά βρίσκονταν εντός παλαιού αιγιαλού, καθώς στον τελευταίο περιλαμβάνονταν πολλές ιδιοκτησίες στην ίδια περιοχή σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 254/16.1.1997 (ΦΕΚ 97 τεύχος Δ’/14.2.1997) απόφαση του Περιφερειακού Διοικητή Πειραιά περί επανακαθορισμού του αιγιαλού και το συνοδεύον αυτό από Μαϊου 1993 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……., επιπλέον δε επειδή κατά τη διαδικασία χάραξης του αιγιαλού τόσο το έτος 1976, όσο και το έτος 1997 μετέβη στην περιοχή κλιμάκιο τεχνικών, που έκανε μετρήσεις και τοποθέτησε εμφανή σημεία στο έδαφος, κατά τρόπο που ήταν αδύνατο να μη γίνει τούτο αντιληπτό  από τους κατοίκους της περιοχής, β) επειδή όταν οι απώτατοι δικαιοπάροχοι των εναγόντων-εφεσιβλήτων απέκτησαν δυνάμει των αναφερόμενων στην αγωγή συμβολαίων τη νομή των επίδικων ακινήτων, αυτά εξακολουθούσαν να βρίσκονται στον ενεργό αιγιαλό και ότι σε κάθε περίπτωση οι εφεσίβλητοι βαρύνονταν με βαριά αμέλεια γιατί παρέλειψαν να ελέγξουν αν τα επίδικα ακίνητα βρίσκονταν εντός δημοσίου κτήματος, ως όφειλαν, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ.15 του ν. 2242/1994 κατά το οποίο «…Σε κάθε συμβόλαιο μεταβίβασης ακινήτου με κτίσματα ή άλλες εγκαταστάσεις επισυνάπτεται υπεύθυνη δήλωση των δικαιοπρακτούντων σύμφωνα με το ν. 1599/1986, ότι το μεταβιβαζόμενο ακίνητο δεν βρίσκεται σε ρέμα, σε αιγιαλό, σε ζώνη παραλίας, σε βιότοπο, σε δημόσιο κτήμα και σε αρχαιολογικό χώρο…», οπότε οι εφεσίβλητοι πριν τα συμβόλαια όφειλαν να ελέγξουν το Βιβλίο Καταγραφής Δημοσίων Κτημάτων που είναι δημόσιο βιβλίο, πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Από τα ως άνω αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε ότι κατά τη χάραξη του αιγιαλού τόσο το έτος 1976, όσο και το έτος 1997, τεχνικά κλιμάκια πέρασαν μέσα από τα επίδικα ακίνητα, για να κάνουν μετρήσεις ή ότι τοποθέτησαν σε αυτά εμφανή σημεία, ώστε να λάβουν γνώση οι δικαιοπάροχοι των εφεσιβλήτων ότι αμφισβητείτο η νομή τους στα ακίνητα, επειδή αποτελούσαν δημόσια κτήματα, ως αποτελούντα τμήματα παλαιού αιγιαλού. Ούτε ότι οι μετρήσεις για τη χάραξη του αιγιαλού αποτέλεσαν αντικείμενο ευρείας συζήτησης μεταξύ των κατοίκων της περιοχής, ώστε οι δικαιοπάροχοι των εφεσιβλήτων να γνωρίζουν ότι ενδεχομένως τα ακίνητα που νέμονταν ανήκαν στο Ελληνικό Δημόσιο. Αλλά και οι απώτεροι δικαιοπάροχοι των εφεσιβλήτων κατά τα προαναφερθέντα, ήδη από το έτος 1942 και μετά, οπότε στην ανατολική και νοτιοανατολική πλευρά των επίδικων ακινήτων υπήρχε ο δρόμος που αργότερα ονομάσθηκε ….., γνώριζαν ότι τα εν λόγω οικόπεδα δεν βρέχονταν από τις μέγιστες πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων, ώστε θετικά γνώριζαν ότι εκεί δεν υπήρχε ενεργός αιγιαλός. Σε ό,τι αφορά την επικαλούμενη από το εκκαλούν υποχρέωση των εφεσιβλήτων να ελέγξουν το Βιβλίο Καταγραφής Δημοσίων Κτημάτων λόγω της υποχρέωσής τους να υποβάλουν δήλωση του ν. 1599/1986 ότι τα μεταβιβαζόμενα ακίνητα δεν βρίσκονται σε αιγιαλό, σε ζώνη παραλίας και σε δημόσιο κτήμα, πρέπει να σημειωθεί ότι τέτοια υποχρέωση θα είχαν, αν υπήρχαν σε αυτούς υπόνοιες ότι τα επίδικα βρίσκονταν εντός δημόσιου κτήματος και δη παλαιού αιγιαλού. Τέτοιες υπόνοιες οι εφεσίβλητοι δεν αποδείχθηκε ότι είχαν, καθώς τα εν λόγω οικόπεδα σύμφωνα με όλα τα προσαχθέντα αποδεικτικά μέσα (βλ. την προσκομιζόμενη από αυτούς υπ’ αριθμ. σχετ. 82 μεγεθυμένη έγχρωμη φωτοτυπία που απεικονίζει από ψηλά την απόσταση τους από τη θάλασσα σε συνδυασμό αφενός με την πρώτη φωτοτυπημένη φωτογραφία-σχετικό 61 των εφεσιβλήτων όπου φαίνεται το πρατήριο βενζίνης αφετέρου με την κατάθεση της μάρτυρός τους στο ακροατήριο σε σύγκριση και σε συνδυασμό και με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα) φαίνεται να απέχουν από τη θάλασσα περίπου ογδόντα μέτρα, αφού μέχρι αυτή μεσολαβεί η παραλιακή οδός ….., πεζοδρόμιο, παραλιακό πάρκο και η προβλήτα όπου δένουν τα πλοία. Επομένως, η μόνη υποχρέωση που είχαν κατά την κατάρτιση των συμβολαίων μεταβίβασης σε αυτούς της ψιλής κυριότητας το έτος 2001, ήταν ο έλεγχος της σειράς των τίτλων που αφορούσαν τα επίδικα ακίνητα στο Υποθηκοφυλακείο Σαλαμίνας, όπως θα έπραττε ο μέσος συναλασσόμενος, η δε υπεύθυνη δήλωση των ιδίων και των δικαιοπαρόχων τους κατ’ άρθρο 3 παρ.15 του ν. 2242/1994 ότι τα μεταβιβαζόμενα οικόπεδα δεν βρίσκονταν σε δημόσιο κτήμα βασίζονταν στην πεποίθηση που είχαν σχηματίσει όλα αυτά τα χρόνια ότι τα ακίνητά τους βρίσκονταν σε οικιστική περιοχή εντός σχεδίου πόλεως, χωρίς να έχει εγείρει μέχρι τότε δικαιώματα επ’ αυτών κάποιος τρίτος και μάλιστα το Ελληνικό Δημόσιο. Άλλωστε, το εκκαλούν τις πράξεις καθορισμού αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού κατά τα έτη 1976 και 1997, αλλά και την καταγραφή των επιδίκων ως μέρος δημοσίου κτήματος με ΑΒΚ 134Π στα βιβλία της Κτηματικής Υπηρεσίας στην οποία προέβη μόλις στις 25.10.1999, δεν κοινοποίησε στους δικαιοπαρόχους των εφεσιβλήτων για να λάβουν αυτοί γνώση ότι επρόκειτο για δημόσιο κτήμα. Επομένως δεν αποδεικνύεται κακή πίστη των εφεσιβλήτων και των δικαιοπαρόχων τους κατά την κτήση της νομής των επίδικων ακινήτων, όπως υποστηρίζει το έχον το σχετικό βάρος απόδειξης εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο.

Περαιτέρω, οι άμεσοι δικαιοπάροχοι των εναγόντων-εφεσιβλήτων, όταν κηρύχθηκε η έναρξη της διαδικασίας κτηματογράφησης της νήσου Σαλαμίνας το έτος 1999, έσπευσαν να δηλώσουν τα δικαιώματά τους επί των επίδικων ακινήτων και υπέβαλαν τις απαιτούμενες δηλώσεις νόμιμα κι εμπρόθεσμα με τα απαραίτητα δικαιολογητικά στο Κτηματογραφικό γραφείο Σαλαμίνας κα συγκεκριμένα την 1.2.2001 και με αριθμό πρωτοκόλλου ….. ο ….. και στις 5.10.1999 και με αριθμό πρωτοκόλλου ….. ο …… και για τα δύο ακίνητα. Τόσο δε κατά τα πρώτη ανάρτηση, όσο και κατά τη δεύτερη και σύμφωνα με το απόσπασμα προσωρινών κτηματολογικών στοιχείων Α’ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ και το απόσπασμα προσωρινού κτηματολογικού πίνακα της Β’ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ που είχαν αποσταλεί στις κατοικίες των εφεσιβλήτων από την Κτηματογράφηση, τα εν λόγω ακίνητα είχαν εντοπιστεί, είχαν λάβει κατά τη Β’ Ανάρτηση ΚΑΕΚ …. το πρώτο και ΚΑΕΚ ….. το δεύτερο και αποδίδονταν ως ιδιοκτησίες τότε των άμεσων δικαιοπαρόχων τους με βάση τους προαναφερόμενους τίτλους, χωρίς να εμφανίζεται ως δικαιούχος το εκκαλούν. Ωστόσο, στη συνέχεια, το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο μέσω της Κτηματικής Υπηρεσίας υπέβαλε την υπ’ αριθμ. πρωτ. ……. ένσταση με την οποία ζητούσε «…να αποδοθεί το με ΑΒΚ…… Δημόσιο Κτήμα εκτάσεως 34.710 τ.μ. που φαίνεται στο προσαρτώμενο διάγραμμα και εντοπίζεται πίσω από τη λωρίδα της παραλίας…» και αφορούσε τα ως άνω αναφερόμενα τμήματα των επίδικων ακινήτων με την αιτιολογία ότι αυτά αποτελούν δημόσια κτήματα. Η ένσταση αυτή, αφού εξετάσθηκε, έγινε δεκτή από την Επιτροπή ενστάσεων, η οποία ενέγραψε δικαίωμα υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και επί των παραπάνω τμημάτων των οικοπέδων των εφεσιβλήτων με ΚΑΕΚ ….. και …….. με την αιτιολογία ότι «τα συγκεκριμένα γεωτεμάχια αποτελούν τμήμα του ΒΚ ……Π γεωτεμαχίου που ανήκει στο Δημόσιο (βλ. ΦΕΚ 97/Δ/14-2-1997)». Σύμφωνα δηλαδή με το αιτιολογικό της απόφασης αυτής, τα εν λόγω τμήματα των δύο οικοπέδων, επειδή βρίσκονται εντός της λωρίδας γης που δημιουργήθηκε μεταξύ της οριογραμμής του παλαιού αιγιαλού και της οριογραμμής της παραλίας, όπως απεικονίζονται με την μπλε γραμμή και με την κίτρινη γραμμή αντίστοιχα στο από 1993 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……, το οποίο συνοδεύει την από 22 Αυγούστου 1995 Έκθεση Επιτροπής καθορισμού και επανακαθορισμού των ορίων του αιγιαλού και της παραλίας δυνάμει της 0208/181/26-4-1982 κοινής Υπουργικής Απόφασης των Υπουργών Προεδρίας και Οικονομικών, όπως επικυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 254 απόφαση που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με αριθμό φύλλου 97/δ/16-1-1997, θεωρείται ότι ανήκουν στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου ως ιδιωτική περιουσία του, καθώς έχει κριθεί ότι στην περίπτωση προσχώσεων στην ακτή ή υπαναχώρησης του αιγιαλού προς τη θάλασσα είτε από φυσικά αίτια, είτε από ανθρώπινες ενέργειες, όπως και στην προκειμένη περίπτωση, ο χώρος που καταλαμβανόταν από τον αιγιαλό και αποτελούσε, για το λόγο αυτό, κοινόχρηστο δημόσιο πράγμα, εξακολουθεί και μετά την πρόσχωση να ανήκει στο Δημόσιο. Ειδικότερα, στο πλαίσιο της διαδικασίας καταχώρισης των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία της Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας και δη αναφορικά με την κτηματική περιφέρεια Δήμου Σαλαμίνας Αττικής (ημερομηνία έναρξης του Κτηματολογίου ως προς την οικεία κτηματική περιφέρεια είναι η 13-11-2006-ΦΕΚ Β’ 1662/13-11-2006), 1) εδαφικό τμήμα εμβαδού 445,52 τετρ. μέτρων από το ευρύτερο γεωτεμάχιο επιφάνειας, σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ….., 479,42 τετρ. μέτρων και όπως το παραπάνω τμήμα εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία 23-25-26-27-30-31-33-40-Ε-Δ-38-36-34-32-29-21-20-22-23, συμπεριλήφθηκε σε ευρύτερη εδαφική έκταση με ΚΑΕΚ …..  ιδιοκτησίας Ελληνικού Δημοσίου, 2) έτερο εδαφικό τμήμα εμβαδού 29,77 τετρ. μέτρων από το ίδιο ευρύτερο γεωτεμάχιο επιφάνειας, σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ….., 479,42 τετρ. μέτρων και όπως το παραπάνω τμήμα εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία 21-29-32-34-36-38-Δ-Γ-21, συμπεριλήφθηκε σε ευρύτερη εδαφική έκταση με ΚΑΕΚ ….. ιδιοκτησίας Ελληνικού Δημοσίου, 3) εδαφικό τμήμα εμβαδού 256,05 τετρ. μέτρων από ευρύτερο γεωτεμάχιο επιφάνειας 401,58 τετρ. μέτρων σύμφωνα με το ίδιο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού ……, όπου εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία 21-Γ-41-39-37-Β-Α-Ζ-21, συμπεριλήφθηκε ως ευρύτερη εδαφική έκταση με ΚΑΕΚ …… ιδιοκτησίας Ελληνικού Δημοσίου. Εντούτοις, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, οι παραπάνω εγγραφές είναι ανακριβείς, αφού συγκύριοι σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας τυγχάνουν οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες, οι οποίοι κατέστησαν αρχικά στις 19.3.2003 ψιλοί συγκύριοι σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου στα εν λόγω ακίνητα, με επικαρπωτές τους άμεσους δικαιοπαρόχους τους δυνάμει του άρθρου 4 παρ.1β του ν. 3127/2003, ακολούθως δε με την υπ’ αριθμ. …… συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής επικαρπίας (ποσοστού 453/1000 εξ αδιαιρέτου) και δωρεάς εν ζωή επικαρπίας (ποσοστού 453/1000 εξ αδιαιρέτου) της Συμβ/φου Σαλαμίνας ………., νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο …… και με α.α. …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας και με την υπ’ αριθμ. ……. συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής επικαρπίας (ποσοστού 47/1000 εξ αδιαιρέτου) και δωρεάς εν ζωή επικαρπίας (ποσοστού 47/1000 εξ αδιαιρέτου) της Συμβ/φου Σαλαμίνας ….., νομίμως μεταγεγραμμένη στον τόμο ….. και με α.α. …… των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, ενώθηκε η επικαρπία με την ψιλή κυριότητα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχθηκε την αγωγή των εφεσίβλητων και αναγνώρισε ότι αυτοί τυγχάνουν συγκύριοι κατά τα παραπάνω ποσοστά στα επίδικα ακίνητα και στη συνέχεια διέταξε τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας, ώστε να φαίνεται η πλήρης και αποκλειστική κυριότητα των εφεσίβλητων-εναγόντων σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας στα επίδικα ακίνητα και ακόμη διέταξε τη συνένωση αυτών σε ενιαίο ΚΑΕΚ ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και το νόμο εφάρμοσε, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα από το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο με τον τρίτο λόγο έφεσης τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους. Κατόπιν αυτού και μη απομένοντος άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, πρέπει αυτή να απορριφθεί στο σύνολό της, τα δε δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος εκκαλούντος, μειωμένα όμως σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 191 παρ.2, 183 ΚΠολΔ και 22 παρ.1 του ν. 3693/1957, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει στην ουσία της την από 31.1.2018 (με Γ.Α.Κ. …… και Ε.Α.Κ. … στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά) έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 4028/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 26.3.2019.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ