Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 498/2018

Αριθμός    498 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή   Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Γ.Λ

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη, από 4.6.2014, (υπ’αριθ. εκθ. κατάθ. …./4.6.2014) έφεση, κατά της υπ’αριθ. 1323/10.3.2014 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που δίκασε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων και έκανε δεκτή την αγωγή της ήδη εφεσίβλητης, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, (518 παρ. 1 ΚΠολΔ), όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. ……. έκθεση επίδοσης της εκκαλουμένης της Δικαστικής Επιμελήτριας Αθηνών …….., σε συνδυασμό με την ως άνω έκθεση κατάθεσης δικογράφου έφεσης). Συνεπώς πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και ουσιαστικά βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια διαδικασία.

Με την από 6.3.2012, (υπ’αριθ. κατάθ. …/9.3.2012) αγωγή της, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, ……., ισχυρίστηκε ότι κατέστη, με παράγωγο τρόπο και δη λόγω γονικής παροχής, αποκλειστικός κύριος του περιγραφομένου λεπτομερώς, κατά θέση, έκταση, και όρια γεωτεμαχίου, (αγροτεμαχίου 280 τμ), το οποίο βρίσκεται στη θέση …. της χερσονήσου ….. Αμπελακίων Σαλαμίνας, δυνάμει του υπ’αριθ. …./1998 συμβολαίου γονικής παροχής του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ….., νομίμως μεταγεγραμμένου, επικουρικά δε με πρωτότυπο τρόπο και δη με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας και με προσμέτρηση του χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων του, τους οποίους διαδέχθηκε στη νομή και οι οποίοι ασκούσαν σε αυτό τις αναφερόμενες πράξεις φυσικής εξουσίασης, συνεχώς και αδιαλείπτως, με καλή πίστη και διάνοια κυρίου, από το 1850 τουλάχιστον, με γεωργική καλλιέργεια και βόσκηση ζώων. Ότι κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης της περιοχής, το ανωτέρω ακίνητο καταχωρίστηκε στο κτηματολογικό φύλλο με ΚΑΕΚ ….. ως ανήκον στο εναγόμενο, Ελληνικό Δημόσιο, με συνέπεια να προσβάλλεται το δικαίωμα της κυριότητας του επ’αυτού. Με βάση τ’ανωτέρω, ζητούσε ν αναγνωριστεί κύριος του επιδίκου ακινήτου και να διαταχθεί η διόρθωση της ανωτέρω ανακριβούς εγγραφής, καθώς και την καταδίκη του εναγομένου στη δικαστική του δαπάνη.

Όταν το επίδικο ακίνητο φέρεται στην αγωγή ως τμήμα μείζονος ακινήτου, ο ενάγων έχει υποχρέωση, εκτός από τα λοιπά απαραίτητα στοιχεία, να το προσδιορίσει ως προς τη θέση του μέσα στο μεγαλύτερο ακίνητο, ώστε ο εναγόμενος να μπορεί να εγκαταστήσει την άμυνα του επί συγκεκριμένου επιδίκου, το δΙκαστήριο να τάξει συγκεκριμένο θέμα απόδειξης και, σε περίπτωση παραδοχής της αγωγής, να είναι δυνατή η εκτέλεση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το δικόγραφο της αγωγής, το επίδικο περιγράφεται επαρκώς κατά θέση, έκταση και όρια, ώστε να μη γεννάται αμφιβολία για την ταυτότητα του και προσδιορίζεται η θέση του σε σχέση με τα όμορα ακίνητα, τα οποία, όπως και το επίδικο, ανήκαν παλαιότερα σε μείζον ακίνητο, το οποίο, απώτερη δικαιοπάροχος του ενάγοντος κατέτμησε νόμιμα σε μικρότερα, δημιούργησε ρυμοτομία με οικοδομικά τετράγωνα και ιδιωτικούς δρόμους και πώλησε προς διάφορους τρίτους. Αναφέρεται δε, ο αριθμός ΚΑΕΚ των συνορευομένων ακινήτων, καθώς και ο αριθμός του οικοπέδου (8) και του οικοδομικού τετραγώνου (Η) του επιδίκου στο από Ιουλίου 1961 του μηχανικού ……. τοπογραφικό διάγραμμα, που προσαρτάται στο υπ’αριθ. …. συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Πειραιώς ……… Εν όψει των ανωτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, ορθώς δε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε όμοια, απορρίπτοντας σιγή έστω τον αντίστοιχο ισχυρισμό περί αοριστίας του δικογράφου αυτής, του οποίου η αιτιολογία παραδεκτώς συμπληρώνεται με την παρούσα (534 ΚΠολΔ), ο δε, τ’αντίθετα υποστηρίζων (lος) λόγος έφεσης κατά το α’σκέλος αυτού, είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος. Περαιτέρω, ομοίως, από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής, προκύπτει ότι αυτή περιέχει τα απαιτούμενα από το νόμο, για τη θεμελίωση του παράγωγου και του πρωτότυπου τρόπου κτήσης της κυριότητας και για την κατ’άρθρ. 216 ΚΠολΔ πληρότητα του δικογράφου της στοιχεία, αφού αναφέρει αναλυτικά τις μεταγραφές κατά τόμο και αριθμό των μνημονευομένων τίτλων του ενάγοντος και των δικαιοπαρόχων του, καθώς επίσης και τις πράξεις νομής επί του επιδίκου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε την αγωγή επαρκώς ορισμένη ως προς τα θέματα αυτά και προχώρησε στην εξέταση της ουσιαστικής της βασιμότητας, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία των σχετικών διατάξεων και ο σχετικός (1°ε) λόγος της κρινόμενης έφεσης κατά το β’ σκέλος αυτού, με τον οποίο το εκκαλούν υποστηρίζει τ’αντίθετα, είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Περαιτέρω,  από  την  επανεκτίμηση  των  ενόρκων  καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται και χρησιμοποιούνται είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, συνεκτιμώμενα με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, χωρίς να εξαιρείται κάποιο, έστω και αν δεν μνημονεύεται ειδικά, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο ενάγων, ……., απέκτησε με γονική παροχή και δυνάμει του υπ’αριθ. …./ 5.10.1998 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …., το οποίο μετεγράφη νομίμως στον τόμο 381 των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, με αριθμό 284, από τον …….., το επίδικο ακίνητο, ήτοι ένα αγροτεμάχιο με τα εντός αυτού ισόγεια κτίσματα, επιφανείας 54 και 4,8 τμ, εμβαδού 280 τμ, ευρισκόμενο στην κτηματική περιφέρεια Σεληνίων, κατά το Κτηματολογικό Γραφείο Σαλαμίνας, του Δήμου Σαλαμίνας, στη θέση …….. Το εν λόγω ακίνητο αποτυπώνεται με τα στοιχεία Α – Β – Γ – Δ – Α, στο από Μαΐου 2009 τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού …….., (με αναφερόμενο εμβαδόν 269 τμ) και έχει καταχωριστεί με ΚΑΕΚ ………. Συνορεύει δε, Βόρεια με το ακίνητο με ΚΑΕΚ ……., Νότια με ακίνητο με ΚΑΕΚ ……., Ανατολικά με οδό και Δυτικά με ακίνητο με ΚΑΕΚ …….., σύμφωνα με το απόσπασμα του κτηματολογικού διαγράμματος. Στο δικαιοπάροχο του ενάγοντος το επίδικο ακίνητο είχε περιέλθει, δυνάμει του υπ’αριθ. …./1969 συμβολαίου αγοράς του συμβολαιογράφου Πειραιώς ……, νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … στα οικεία βιβλία μεταγραφών Δήμου Σαλαμίνας υπ’αριθ. …., από την ……., στην οποία και ανήκε μείζων έκταση στην περιοχή. Η τελευταία, ……., απέκτησε το ως άνω ακίνητο σε ευρύτερη έκταση, επιφανείας 95.987 τμ, με αγορά, δυνάμει του υπ’αριθ. …../1961 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ……., νομίμως μεταγεγραμμένου, στον τόμο …. και υπ’αριθ. …. των βιβλίων μεταγραφών του Δ. Σαλαμίνας, (στο οποίο προσαρτάται και το από 27.5.1961 σχεδιάγραμμα του Μηχανικού …….), μετά δε την αγορά της, προέβη σε κατάτμηση, δενδροφύτευση, ρυμοτόμηση και πώληση τμημάτων αυτής, μεταξύ των οποίων και το επίδικο. Οι δικαιοπάροχοι της ……, είναι 25 άτομα, τέκνα και διάδοχοι, λόγω κληρονομικής διαδοχής του αρχικού – απώτερου δικαιοπαρόχου τους …….., που απεβίωσε αδιάθετος το έτος 1932 και κληρονομήθηκε από τη σύζυγο του …. και τα 10 τέκνα του, ………., οι οποίοι αναμίχθηκαν στην κληρονομιά ασκώντας τις υλικές πράξεις νομής που προσιδίαζαν στη φύση του ακινήτου, όπως επίβλεψη, οριοθέτηση, παραχώρηση δικαιώματος ξύλευσης και βόσκησης, με καλή πίστη και την πεποίθηση ότι δεν προσβάλλουν δικαίωμα τρίτου, (βλ. σχετ. και υπ’αριθ. 650/2017 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, αδημ.). Ειδικότερα, η …….. κατέστη, κατά τα ανωτέρω συγκυρία κατά ποσοστό 450/1800 και κατά ποσοστό 135/1800, οι λοιποί κληρονόμοι, εξ αδιαιρέτου με παράγωγο τρόπο λόγω κληρονομικής διαδοχής με βάση τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου. Όταν, κατά το έτος 1937, απεβίωσε και η ……., οι ανωτέρω, τέκνα αυτής και του ……., κατέστησαν κληρονόμοι αυτής στο από 450/1800 ποσοστό συγκυριότητας της και συγκύριοι μεταξύ τους κατά ποσοστό 180/1800 εξ αδιαιρέτου ο καθένας, λόγω κληρονομικής διαδοχής με βάση τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, αναμειχθέντες στην κληρονομιά και ασκώντας τις ίδιες παραπάνω πράξεις νομής.

Ακολούθως, κατά το έτος 1951 απεβίωσε ο εκ των (συγ)κυρίων ……., χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη σύζυγο του ……., και τα πέντε (5) τέκνα του: .……., οι οποίοι αποδέχθηκαν την επαχθείσα σ΄ αυτούς κληρονομιά, συγκείμενη από το 180/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του κληρονομούμενου ……. επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ αριθ. …./1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ……., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και έτσι κατέστησαν (συγ)κύριοι αυτού, κατά ποσοστό 45/1800, 27/1800, 27/1800, 27/1800, 27/1800 και 27/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, ενώ, επιπλέον, από το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου συζύγου και πατρός τους (1951), (συν)νέμονταν το ακίνητο κατά τα ανωτέρω ποσοστά, ασκώντας, ειδικότερα, όλες τις υλικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, όπως οριοθέτηση, επίβλεψη, άτυπη παραχώρηση σε τρίτους προς βόσκηση και ξύλευση. Κατά το έτος 1952, απεβίωσε ο εκ των (συγ)κυρίων ….., χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους τους, τη σύζυγο του ……, και τα έξι (6) τέκνα του: ………. ……., ενώ, κατά το έτος 1954 απεβίωσε και ο υιός του ….. (6ος), χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη μητέρα του ……, και τα πέντε (5) αδέλφια του, ……..οι οποίοι αποδέχθηκαν, καταρχήν, την επαχθείσα σ’ αυτούς κληρονομιά του συζύγου και πατέρα τους, ….., για λογαριασμό τους, αλλά και για λογαριασμό του μεταποβιώσαντος υιού τους και αδελφού, αντίστοιχα, ……, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αυτού, συγκείμενη από το 180/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του κληρονομούμενου …….. επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ’ αριθ. …….. δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και έτσι κατέστησαν (συγ)κύριοι αυτού, κατά ποσοστό 45/1800, 22,50/1800, 22,50/1800, 22,50/1800, 22,50/1800, 22,50/1800 και 22,50/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, και ακολούθως, αποδέχτηκαν την επαχθείσα κληρονομιά του υιού και αδελφού τους, …….., συγκείμενη από το 22,50/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ’ αριθ. …/1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ….., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και έτσι το ποσοστό (συγ)κυριότητας τους επί του ακινήτου αυτού, ανήλθε σε 48,75/1800 (48,75/1800 = 45/1800 + 3,75/1800, όπου 3,75/1800 = 22,50/1800 : 6), 26,25/1800 (26,25/1800 = 22,50/1800 + 3,75/1800, όπου 3,75/1800 = 22,50/1800 : 6), 26,25/1800, 26,25/1800, 26,25/1800 και 26,25/1800 εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, ενώ, επιπλέον, από το χρόνο θανάτου των κληρονομούμενων συζύγου και πατρός τους και υιού και αδελφού τους (1952 και 1954), αντίστοιχα, (συν)νέμονταν το ακίνητο κατά τα ανωτέρω ποσοστά, ασκώντας, ειδικότερα, όλες τις υλικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, όπως οριοθέτηση, επίβλεψη, άτυπη παραχώρηση σε τρίτους προς βόσκηση και ξύλευση. Κατά το έτος 1958, απεβίωσε ο εκ των (συγ)κυρίων …….., χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους τους, τη σύζυγο του ……, τα επτά (7) εν ζωή αδέλφια του: ……….., τα πέντε (5) τέκνα του προαποβιώσαντος (1951) αδελφού του …….: α) ……, και τα πέντε (5) τέκνα του προαποβιώσαντος (1952) αδελφού του ……..: α) ……. οι οποίοι αποδέχτηκαν την επαχθείσα σ’ αυτούς κληρονομιά, συγκείμενη από το 180/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του κληρονομούμενου ……. επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ΄ αριθ. …./1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ………., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και έτσι κατέστησαν (συγ)κύριοι αυτού, κατά ποσοστό 90/1800, 190/1800 (190/1800 = 180/1800 + 10/1800, όπου 10/1800 = 180/1800 : 2 : 9), 190/1800, 190/1800, 190/1800, 190/1800, 190/1800, 190/1800, 29/1800 (29/1800 = 27/1800 + 2/1800, όπου 2/1800 = 10/1800: 5), 28,25/1800 (28,25/1800 = 26,25/1800 + 2/1800, όπου 2/1800 = 10/1800 : 5), 28,25/1800, 28,25/1800, 28,25/1800 και 28,25/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, ενώ, επιπλέον, από το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου συζύγου, αδελφού και θείου τους (1958), αντίστοιχα, (συν)νέμονταν το ακίνητο κατά τα ανωτέρω ποσοστά, ασκώντας, ειδικότερα, όλες τις υλικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, όπως οριοθέτηση, επίβλεψη, άτυπη παραχώρηση σε τρίτους προς βόσκηση και ξύλευση. Κατά το έτος 1960, απεβίωσε η εκ των (συγ)κυρίων …….. χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους της,  το σύζυγο της, ……, και τα πέντε (5) τέκνα της: ……….., οι οποίοι αποδέχτηκαν την επαχθείσα σ’ αυτούς κληρονομία, συγκείμενη από το 190/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό της κληρονομούμενης …… επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ’ αριθ. ……. δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών …….., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και έτσι κατέστησαν (συγ)κύριοι αυτού, κατά ποσοστό 47,50/1800, 28,50/1800, 28,50/1800, 28,50/1800, 28,50/1800 και 28,50/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, ενώ, επιπλέον, από το χρόνο θανάτου της κληρονομούμενης συζύγου και μητέρας τους (1960), αντίστοιχα, (συν)νέμονταν το ακίνητο κατά τα ανωτέρω ποσοστά, ασκώντας, ειδικότερα, όλες τις υλικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, όπως οριοθέτηση, επίβλεψη, άτυπη παραχώρηση σε τρίτους προς βόσκηση και ξύλευση. Στη συνέχεια, δυνάμει του υπ’ αριθ. ….. συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών ……, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο .. με αύξοντα αριθμό …, οι ανωτέρω (συγ)κύριοι, δηλαδή οι: 1) …… (190/1800), 2) …….. (190/1800), 3) …….. (190/1800), 4) ……. (190/1800), 5) …. (190/1800), 6) ….. (190/1800), 7) …… (45/1800), 8) ….. (29/1800), 9) …… (29/1800), 10) …… (29/1800), 11) …….. (29/1800), 12) …….. (29/1800), 13) ……. (48,75/1800), 14) ……. (28,25/1800), 15) …….. (28,25/1800), 16) …….. (28,25/1800), 17) …….. (28,25/1800), 18) ……. (28,25/1800), 19) …….. (90/1800), 20) …….. (47,50/1800), 21) …….. (28,50/1800), 22) …….. (28,50/1800), 23) ……. (28,50/1800), 24) …… (28,50/1800), και 25) ……. (28,50/1800), μεταβίβασαν, λόγω πώλησης, το ανωτέρω ακίνητο των 95.987 τ.μ., στην …….., και της παρέδωσαν τη νομή αυτού.

Ο δε άμεσος και απώτερος δικαιοπάροχος των ανωτέρω, ……, απέκτησε την ευρύτερη έκταση των 111.987 τμ., κατά μεν ποσοστό  ½ εξ αδιαιρέτου, λόγω κληρονομικής διαδοχής από τον πατέρα του . ή …, ο οποίος απεβίωσε το έτος 1899, με βάση τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, ως μοναδικός ενήλικος κληρονόμος του, αναμιχθείς στην κληρονομιά, ασκώντας σύννομη επ’αυτού και επί των κατασκευασθέντων από τον πατέρα του και τον αδελφό του πατέρα του, Ιωάννη, ποιμνιοστασίων, χρησιμοποιώντας την έκταση για βοσκότοπο αλλά και καλλιεργώντας τα καλλιεργήσιμα τμήματα αυτής, με καλή πίστη και ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν προσβάλλει δικαίωμα τρίτου. Ο ίδιος, …….., απέκτησε και το υπόλοιπο ποσοστό ½  εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’αριθ. …… συμβολαίου αγοραπωλησίας του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας ….., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον αριθμό .., από τους ……., κληρονόμους του αδελφού του πατέρα του, Ιωάννη, που είχαν καταστεί συγκύριοι κατά το ως άνω ποσοστό του πατέρα τους. Τέλος, ο ……., πατέρας των .. και .. … και ο αδελφός του …., πατέρας των .. και ……, είχαν καταστεί κύριοι, κατά ποσοστό ½  εξ αδιαιρέτου ο καθένας, της ανωτέρω μείζονος έκτασης, συνορευόμενης Ανατολικά με ακίνητο κληρονόμων …, Δυτικά με ακίνητο κληρονόμων …… κλπ. και Βόρεια με θάλασσα (Κόλπο Αμπελακίων) και ακίνητα αγνώστων, επιφανείας 111.987 τμ, καθώς, είχαν εγκαταστήσει εντός αυτής ποιμνιοστάσια, τη χρησιμοποιούσαν ως βοσκότοπο και καλλιεργούσαν τα καλλιεργήσιμα τμήματα της, (όπως και όλοι οι μετέπειτα διάδοχοι αυτών), ήδη πριν από το έτος 1845, οπότε ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της επί των διαφιλονικουμένων δασών Επιτροπής της νήσου Σαλαμίνας. Ειδικότερα, η ανωτέρω Επιτροπή, δυνάμει της υπ’αριθ. 305/24.1.1845 απόφασης της, αναγνώρισε ως ιδιωτικά τα δάση της νήσου Σαλαμίνας, πλην όσων είχαν καταχωριστεί ως δημόσια κτήματα, καθώς και όσων ανήκαν στη διαλελυμένη Μονή Αγίου Νικολάου. Η επίδικη έκταση ωστόσο δεν ενέπιπτε στις ανωτέρω κατηγορίες ακινήτων – δασών, όπως προκύπτει από την υπ’αριθ. ….. πράξη του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας ……., στην οποία αναφέρεται ότι το Υπουργείο Οικονομικών εφοδίασε τον κτηματία της …..,  με το υπ’ αριθ. ….. έγγραφο, δια του οποίου ειδοποιεί τον ανωτέρω κτηματία και κάτοικο της περιοχής ως πληρεξούσιο των κατοίκων της νήσου Σαλαμίνας, ότι αναγνωρίζεται ως ιδιοκτησία τους, όχι μόνο επί των αγροκειμένων δασών αυτών, αλλά και στα ορεινά μέρη, εκτός των ανηκόντων στη διαλελυμένη Μονή Αγ. Νικολάου, ως ανωτέρω. Πρέπει επίσης να σημειωθούν τα ακόλουθα : α) από την αρχική μείζονα έκταση των 111.987 τμ, ο ……., το έτος 1925, μεταβίβασε προς τον …….., τμήμα επιφανείας 16.000 τμ, οπότε απέμεινε στην ιδιοκτησία του έκταση 95.987 τμ, δηλαδή όση μεταβιάστηκε στην απώτερη δικαιοπάροχο της ενάγουσας, ……., από την οποία προέρχεται το επίδικο, β) στο ανωτέρω, υπ’αριθ. ….. συμβόλαιο του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη ……., δυνάμει του οποίου, ο …… αγόρασε το ½  ε§ αδιαιρέτου της έκτασης από τους εξαδέλφους του, ……, υιούς του ……, αναφέρεται μεν ότι πωλείται έκταση 50 στρεμμάτων ως έγγιστα, πλην όμως, η αναφορά αυτή δεν δημιουργεί αμφιβολία ως προς την ταυτότητα της έκτασης που μετέπειτα πωλήθηκε στην .. ., απώτερη δικαιοπάροχο της ενάγουσας, καθώς, όπως είναι γνωστό από τα διδάγματα της κοινής πείρας, την εποχή εκείνη ήταν συνήθης πρακτική να γίνεται ατελής περιγραφή των ακινήτων χωρίς σταθερά σημεία και λοιπά προσδιοριστικά στοιχεία και χωρίς τοπογραφικά διαγράμματα. Άλλωστε, η έκταση αυτή ταυτίζεται ως προς την περιγραφή των ορίων με την έκταση που αναφέρεται στο υπ’αριθ. …… συμβόλαιο, ως προς την περιγραφή των συνόρων, πλην του δυτικού, όπου στο υπ’αριθ. ….., αρχικό ως άνω συμβόλαιο αναφέρεται γείτονας ονόματι «……..» και όχι, κληρονόμοι ……… και άγνωστος, όπως αναφέρεται στο υπ’ αριθ. …… συμβόλαιο, γ) Η Κοινότητα Σεληνίων, άσκησε την από 5.8.1963 αγωγή της κατά της ως άνω δικαιοπαρόχου της ενάγουσας ……, ζητώντας ν’αναγνωριστεί κυρία τμήματος 15, 6 στρεμμάτων και να της αποδοθεί. Η αγωγή αυτή δεν συζητήθηκε ποτέ. Επίσης, η κοινότητα Αμπελακίων, άσκησε την από 30.12.1964 αγωγή της κατά της ίδιας δικαιοπαρόχου, ζητώντας ν’ αναγνωριστεί κυρία έκτασης 90 στρεμμάτων την οποία, όπως ισχυριζόταν η …….. είχε ιδιοποιηθεί. Η δίκη αυτή καταργήθηκε δυνάμει του υπ’αριθ. ….. εξώδικου συμβιβασμού (συμβολαιογραφικού), οποίος εγκρίθηκε δυνάμει της υπ’ αριθ. 31/1969 απόφασης του Κοινοτικού Συμβουλίου Αμπελακίων και κατόπιν, δυνάμει της υπ’ αριθ. 17802/1969 απόφασης της Νομαρχίας Πειραιώς, μετά την καταβολή από την τότε εναγομένη προς την Κοινότητα Αμπελακίων ποσού 200.000 δρχ. και  δ) το εκκαλούν ουδέποτε ενόχλησε την ενάγουσα, ενώ, τα πρωτόκολλα αποζημίωσης (μισθώματος) που εκδόθηκαν από τον Οικονομικό Εφορο σε βάρος του …….. για τα έτη 1928-1939, ακυρώθηκαν δυνάμει της υπ’αριθ. 27/23.7.1940 απόφασης του Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας. Η δε καταχώριση του επιδίκου, ως ανήκον εντός του δημοσίου κτήματος υπ’ ΑΒΚ .. και ως τμήμα δασικής έκτασης ΔΑ .., δεν αναιρεί τις πράξεις νομής της ενάγουσας ή των δικαιοπαρόχων της.

Με βάση τ’ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι από το έτος 1845, οι απώτεροι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος νέμονταν το επίδικο ακίνητο, χωρίς ν’απωλέσουν τη νομή, αρχικά επί έκτασης 111.987 τμ και μετά την, κατά το έτος 1925, πώληση τμήματος αυτής 16.000 τμ στον ……., επί έκτασης 95.987 τμ, τμήμα του οποίου αποτελεί το επίδικο. Έτσι, στις 11.9.1915, ο απώτερος δικαιοπάροχος του ενάγοντος, ……., είχε καταστεί κύριος αυτού με παράγωγο τρόπο, λόγω κληρονομικής διαδοχής και πώλησης, αλλά και με πρωτότυπο τρόπο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, με τριακονταετή νομή με καλή πίστη, προομετρουμένου και του χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων του. Επομένως και ο ενάγων έχει αποκτήσει την κυριότητα του επιδίκου, λόγω πώλησης, ενώ, τ’ αντίθετα υποστηριζόμενα από το εκκαλούν, με τους σχετικούς λόγους της κρινόμενης έφεσης, είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα.

Περαιτέρω, η κτηματική περιοχή εντός της οποίας κείται το επίδικο, κηρύχθηκε υπό κτηματογράφηση για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου, σύμφωνα με το ν. 2308/1995, ωστόσο το επίδικο καταχωρίστηκε με ΚΑΕΚ ……….., ως ανήκον στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου, ήτοι ανακριβώς, καθόσον κατά το χρόνο έναρξης του Κτηματολογίου, (13.1.2006), ανήκε στον ενάγοντα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια και κάνοντας δεκτή την αγωγή, αναγνώρισε τον ενάγοντα ως κύριο του επιδίκου και διέταξε τη διόρθωση της ως άνω ανακριβούς πρώτης εγγραφής στο Κτηματολογικό Γραφείο του Δήμου Σαλαμίνας, ώστε στο κτηματολογικό φύλλο του επιδίκου με το ως άνω ΚΑΕΚ, εμβαδού 280 τμ και κατά το οικείο κτηματολογικό φύλλο 269 τμ, να φαίνεται ο ενάγων ως κύριος αυτού κατά ποσοστό 100%, με τίτλο κτήσης το υπ’αριθ. …./1998 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο … υπ’αριθ. …., δεν έσφαλε και ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και όσα αντίθετα υποστηρίζει το εκκαλούν με την κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα. Τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, (176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), αλλά μειωμένα, (22 αρθρ. 1 ν. 3693/1957, σε συνδ. με άρθρ. 7, 9 νδ 2698/1993), σύμφωνα με όσα ειδικότερα αναφέρονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει την από 4.6.2014, (υπ’αριθ. καταθ. …../2014), έφεση, αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση τυπικά και απορρίπτει αυτήν κατ’ουσίαν.

Επιβάλλει τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος του εκκαλούντος, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  10 Αυγούστου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, της δικαστικής πληρεξουσίας του εκκαλούντος και του πληρεξουσίου δικηγόρου του εφεσιβλήτου.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ