ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 217 /2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Δ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η από 1.11.2017 έφεση της ηττηθείσας ανακόπτουσας – εταιρείας με την επωνυμία «….», κατά της οριστικής απόφασης 4273/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 643 και 591 §1 περ. α´ του Κ.Πολ.Δ. και απέρριψε την από 3.2.2014 ανακοπή της τελευταίας, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 5.10.2017, όπως προκύπτει από την έκθεση επίδοσης …….. του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….. (άρθρα 495, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.) και η έφεση κατατέθηκε, στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, στις 2.11.2017. Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), ενώ έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο, ποσού εκατό (100) ευρώ, κατ’ άρθρο 495 §3 περ. Α στοιχ. β´ του Κ.Πολ.Δ. (όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το ν. 4335/2015), όπως προκύπτει από το ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών με αριθμό ……., σε συνδυασμό με την από 2.11.2017 βεβαίωση εξόφλησης της Γ.Γ.Π.Σ. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 του Κ.Πολ.Δ.). Σημειωτέον ότι (α) υφίσταται αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων, αφού, μπορεί η εκκαλούσα – ανακόπτουσα να έχει ως μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο και να λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, ωστόσο οι μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις δεν έχουν από τη φύση τους διοικητικό χαρακτήρα, αφού δεν συμβάλλεται το Ελληνικό Δημόσιο ή ν.π.δ.δ., ώστε να μπορούν να εκδώσουν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, αλλά (συμβάλλεται), ανώνυμη εταιρεία, ήτοι ν.π.ι.δ. (Α.Ε.Δ. 4/2017 και Α.Ε.Δ. 29/2001 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “Νόμος”) και (β) λόγω του χρόνου άσκησης της υπό κρίση έφεσης (ήτοι μετά την 1.1.2016), τυγχάνουν εφαρμογής οι νέες διατάξεις του ν. 4335/2015 κατά το μέρος που τροποποίησαν τις διατάξεις του τρίτου βιβλίου του Κ.Πολ.Δ. (άρθρα 495 – 590), οι οποίες αφορούν και τα ένδικα μέσα, όπως προκύπτει από τη μεταβατική διάταξη της παρ. 2 του άρθρου ένατου του άρθρου 1 του ως άνω νόμου.
ΙΙ. H ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα – εταιρεία με την επωνυμία «….» με την από 3.2.2014 ανακοπή της, που ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 632 §1 του Κ.Πολ.Δ., ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), ζήτησε, για τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους, την ακύρωση της διαταγής πληρωμής …… του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία υποχρεώθηκε (η ανακόπτουσα) να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή το ποσό των 720.596,41 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, απαίτηση που προερχόταν από δώδεκα τιμολόγια – δελτία αποστολής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά), με την εκκαλούμενη 4273/2017 οριστική απόφασή του, απέρριψε ως αβάσιμους τους λόγους της ανακοπής και επικύρωσε την ως άνω διαταγή πληρωμής. Ήδη, κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται η ανακόπτουσα με την έφεσή της για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε να γίνει δεκτή η ανακοπή και να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής ……. του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
ΙΙΙ. Όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 623, 624 § 1, 628 §1 εδ. α’ , 629 και 630 του Κ.Πολ.Δ., κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 Κ.Πολ.Δ. μπορεί, μετά από αίτηση του δανειστή, να εκδοθεί διαταγή πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, δεν εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και το ποσό που οφείλεται είναι ορισμένο. Συγκεκριμένα, από τα έγγραφα αυτά ή από το συνδυασμό τους πρέπει να προκύπτουν το οφειλόμενο ποσό, το ύψος της σχετικής αξίωσης, το ληξιπρόθεσμό της, η αιτία της οφειλής, καθώς και τα πρόσωπα του δανειστή και του οφειλέτη (Α.Π. 742/2018 και Α.Π. 1831/2012 αμφότερες σε Τ.Ν.Π. “Νόμος”). Εάν από τα επισυναπτόμενα στην αίτηση έγγραφα δεν αποδεικνύονται τα ανωτέρω δεν εκδίδεται διαταγή πληρωμής, η τυχόν δε εσφαλμένα εκδοθείσα ακυρώνεται μετ’ αποδοχή σχετικού λόγου ανακοπής για τη μη απόδειξη της απαίτησης από τα επισυναφθέντα έγγραφα και συνεπώς για τη μη συνδρομή της νόμιμης αυτής προϋπόθεσης για την έκδοση διαταγής πληρωμής. Τούτο λαμβάνει χώρα, κατόπιν επανεκτίμησης από το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή μόνο των άνω, κατά την υποβολή της αίτησης, επισυναφθέντων εγγράφων, αφού δεν επιτρέπεται η απόδειξη της απαίτησης, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, με νέα, το πρώτον επικαλούμενα και προσκομιζόμενα στη δίκη της ανακοπής, αποδεικτικά στοιχεία (Α.Π. 782/1994 Ελλ.Δ/νη 1995, σελ. 838, Εφ.Αθ. 2558/2011 Τ.Ν.Π. “Νόμος”, Εφ.Αθ. 7531/2007 Ελλ.Δ/νη 2008, σελ. 912 και Εφ.Αθ. 7303/2000 Ελλ.Δ/νη 2002, σελ. 230). Η ακύρωση της διαταγής πληρωμής για το λόγο αυτό απαγγέλλεται λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, ανεξαρτήτως της ύπαρξης και της δυνατότητας απόδειξης της απαίτησης με άλλα αποδεικτικά μέσα (Ολ.Α.Π. 43/2005 Ελλ.Δ/νη 2005, σελ. 1649 και Ολ.Α.Π. 10/1997 Ελλ.Δ/νη 1997, σελ. 768). Εξάλλου, κατά το άρθρο 443 του Κ.Πολ.Δ., για να έχει αποδεικτική δύναμη ιδιωτικό έγγραφο πρέπει να έχει την ιδιόχειρη υπογραφή του εκδότη, ως εκδότης δε, κατά την έννοια του άρθρου αυτού, θεωρείται εκείνος ο οποίος αναλαμβάνει υποχρεώσεις από το έγγραφο. Κατά το άρθρο δε 447 του ιδίου Κώδικα, το ιδιωτικό έγγραφο αποτελεί απόδειξη υπέρ του εκδότη, μόνο αν το προσκόμισε ο αντίδικος ή αν πρόκειται για τα βιβλία που αναφέρονται στο άρθρο 444 του Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 1850/2017, Α.Π. 1342/2017, Α.Π. 872/2017 και Α.Π. 1608/2014 όλες στην Τ.Ν.Π. “Νόμος”).
ΙV. Στην προκείμενη περίπτωση, από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, καθώς και απ’ όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εκκαλούσα – ανακόπτουσα, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» όπως μετονομάστηκε η εταιρεία με την επωνυμία «…………», κατ’ άρθρο 98 §5 του ν. 4512/2018, έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, να συνάπτει συμβάσεις αγοράς και πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, υπό την πρώην επωνυμία της (………..) σύναψε, στον Πειραιά, με την εφεσίβλητη – καθ’ ης η ανακοπή, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “…….” – παραγωγό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τις από 12.11.2010 και 29.7.2011 συμβάσεις. Αντικείμενο των συμβάσεων αυτών ήταν η αγορά από την καθ’ ης η ανακοπή, και αντίστοιχα η υποχρέωση πώλησης από την τελευταία στην ανακόπτουσα, ηλεκτρικής ενέργειας, την οποία η καθ’ ης θα παρήγαγε σε φωτοβολταϊκούς σταθμούς στο … του Νομού Βοιωτίας και το …. του Νομού Αττικής. Περαιτέρω, με τις ίδιες ως άνω συμβάσεις, συμφωνήθηκε ο υπολογισμός του τιμήματος της ηλεκτρικής ενέργειας, που θα εγχεόταν στο σύστημα ή το διασυνδεδεμένο δίκτυο και θα απορροφούνταν από αυτό, να γίνεται από την ανακόπτουσα, σύμφωνα με τον Κώδικα διαχείρισης του συστήματος και συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας και την κείμενη νομοθεσία. Προς τούτο συμφωνήθηκε (άρθρο 12 §1 των συμβάσεων) να αποστέλλεται, από την ανακόπτουσα στην καθ’ ης, σχετικό σημείωμα, βάσει του οποίου η τελευταία θα εξέδιδε τα αντίστοιχα τιμολόγια, που έπρεπε να αποστέλλονται περαιτέρω στην ανακόπτουσα προς πληρωμή, εντός 20 ημερών από την κατάθεσή τους. Για την περίπτωση που δεν καταβάλλονταν το τίμημα της ηλεκτρικής ενέργειας εντός της ανωτέρω προθεσμίας, η ανακόπτουσα θα όφειλε να καταβάλει στην καθ’ ης τόκους υπερημερίας (άρθρο 12 §3 των συμβάσεων). Στο πλαίσιο εκτέλεσης των συμβάσεων αυτών, η ανακόπτουσα εξέδωσε ηλεκτρονικά, με ανάρτηση στην ιστοσελίδα της, ενημερωτικά σημειώματα για την έκδοση τιμολογίων από την καθ’ ης, στα οποία αναφέρονταν η ηλεκτρική ενέργεια που παράχθηκε και τα ποσά που έπρεπε να συμπεριλάβει η καθ’ ης στα τιμολόγιά της για την πληρωμή τους. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η καθ’ ης, με την από 20.1.2014 αίτησή της προς το Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ζήτησε την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος της ανακόπτουσας, για οφειλές της τελευταίας, από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, κατά τους μήνες Ιούνιο έως και Νοέμβριο 2013. Προς τούτο η καθ’ ης προσκόμισε τα εκδοθέντα από την ανακόπτουσα ενημερωτικά σημειώματα για την έκδοση τιμολογίων, που αφορούσαν στους ανωτέρω μήνες και τα αντίστοιχα δώδεκα δελτία αποστολής – τιμολόγια, που εκείνη εξέδωσε (καθ’ ης), τα οποία έφεραν μόνο την υπογραφή του εκπροσώπου της. Προς απόδειξη της κατάθεσης των δελτίων αποστολής – τιμολογίων αυτών στην ανακόπτουσα, όπως απαιτούνταν από τις ανωτέρω, μεταξύ των διαδίκων, συμβάσεις, η καθ’ ης προσκόμισε ανυπόγραφα έντυπα : (α) της εταιρείας ταχυμεταφορών “…….”, που τιτλοφορούνταν ως “αποδεικτικά παραλαβής – συνοδευτικά δελτία μεταφοράς”, όπου αναγραφόταν ως όνομα του αποστολέα .. …, ως παραλήπτης ο τότε διακριτικός τίτλος της ανακόπτουσας (………), καθώς και ο αριθμός αποστολής, η ημερομηνία αποστολής και ως παρατήρηση “Υ/Ο Λογιστηρίου” και (β) από την ιστοσελίδα της ανωτέρω εταιρείας ταχυμεταφορών, όπου αναγραφόταν ο αντίστοιχος αριθμός της αποστολής, η ημερομηνία και ο τόπος παραλαβής της, ο τόπος παράδοσης αυτής (αποστολής) και στις παρατηρήσεις, η ημερομηνία παράδοσής της, καθώς και το επίθετο του προσώπου που την παρέλαβε. Με βάση τα ανωτέρω προσκομισθέντα εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής …… του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, σύμφωνα με την οποία διατασσόταν η ανακόπτουσα να καταβάλει στην καθ’ ης το συνολικό ποσό των ανωτέρω τιμολογίων (720.596,41 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της παρέλευσης της προθεσμίας εξόφλησης των είκοσι ημερών, από την κατάθεση στην ανακόπτουσα του κάθε τιμολογίου. Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής της, η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι στα “αποδεικτικά παραλαβής – συνοδευτικά δελτία μεταφοράς” της εταιρείας ταχυμεταφορών “…….” και σ’ αυτά από την ιστοσελίδα της τελευταίας, δε γίνεται καταγραφή του περιεχομένου της αποστολής, ώστε να αποδεικνύεται εξ εγγράφων ότι απεστάλησαν σ’ αυτήν (ανακόπτουσα) τα τιμολόγια, με βάση τα οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, ούτε προσκομίστηκε σχετικό έγγραφο από το οποίο να προκύπτει πως το πρόσωπο που αναγράφεται ότι παρέλαβε τις αποστολές είναι εξουσιοδοτημένο να παραλαμβάνει, για λογαριασμό της, οποιοδήποτε έγγραφο, πολύ περισσότερο τιμολόγια, ο οποίος επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης, καθώς και ότι τα τιμολόγια αυτά δεν έφεραν
την υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου της ούτε την εταιρική σφραγίδα ούτε υπογραφή τρίτου εξουσιοδοτημένου προς τούτο προσώπου, τον οποίο η ανακόπτουσα επαναφέρει με το δεύτερο λόγο της έφεσης. Ο λόγος αυτός της ανακοπής, κατά το πρώτο σκέλος του, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης, είναι βάσιμος, διότι, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, τα ανυπόγραφα έντυπα της εταιρείας ταχυμεταφορών “………”, που τιτλοφορούνταν ως “αποδεικτικά παραλαβής – συνοδευτικά δελτία μεταφοράς” και αυτά από την ιστοσελίδα της, δεν συνιστούν έγγραφη απόδειξη, κατά το νόμο, αφού δε φέρουν την υπογραφή του εκδότη τους ούτε πρόκειται για βιβλία που αναφέρονται στο άρθρο 444 του Κ.Πολ.Δ. Σημειωτέον ότι τα έντυπα, που τιτλοφορούνται ως αποδεικτικά παραλαβής της αποστολής, δεν φέρουν υπογραφή ούτε από υπάλληλο της ανακόπτουσας. Και μπορεί, όπως ισχυρίζεται η καθ’ ης, στην ιστοσελίδα της ανακόπτουσας να αναγράφεται ότι τα σχετικά τιμολόγια θα πρέπει να αποστέλλονται στην έδρα της με τη σημείωση “Υπόψιν Λογιστηρίου 1ος Όροφος”, τούτο όμως δεν είναι αρκετό για την έκδοση διαταγής πληρωμής, για την οποία απαιτείται έγγραφη προαπόδειξη. Προς συμπλήρωση μάλιστα της έλλειψης αυτής (απόδειξης με έγγραφα της αποστολής των επίδικων τιμολογίων στην ανακόπτουσα) ζητήθηκε, από την πληρεξούσια δικηγόρο της καθ’ ης, η εξέταση μάρτυρα στο ακροατήριο, όπως και έγινε. Επομένως, δεν προέκυπτε εξ εγγράφων για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής ότι η απαίτηση της καθ’ ης ήταν ληξιπρόθεσμη, αφού, με βάση τη μεταξύ των διαδίκων σύμβαση, οι σχετικές απαιτήσεις καθίστανται απαιτητές μετά την πάροδο είκοσι ημερών από την παραλαβή των τιμολογίων, η οποία δεν προέκυπτε από έγγραφα. Σημειωτέον ότι, ανεξαρτήτως των ανωτέρω, ούτε τα τιμολόγια, που εκδόθηκαν από την καθ’ ης και προσκομίστηκαν για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, φέρουν την υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου της ανακόπτουσας ή υπαλλήλου της, σε συνδυασμό με άλλο έγγραφο (δημόσιο ή ιδιωτικό), αποδεικτικό πληρεξουσιότητας ή εντολής της τελευταίας προς υπάλληλό της, προκειμένου να παραλάβει για λογαριασμό της τιμολόγια και να υπογράψει τα σχετικά παραστατικά. Ενόψει των ανωτέρω, ανεξαρτήτως της ύπαρξης της απαίτησης της καθ’ ης η ανακοπή – εφεσίβλητης και της δυνατότητας απόδειξής της με άλλα αποδεικτικά μέσα, η διαταγή πληρωμής είναι άκυρη, λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου και, συγκεκριμένα, λόγω μη συνδρομής της διαδικαστικής προϋπόθεσης της έγγραφης απόδειξης του ληξιπρόθεσμου της απαίτησης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφαση, απέρριψε τον ανωτέρω λόγο της ανακοπής και επικύρωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος της έφεσης.
- Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη η από 20.12.2017 έφεση της ανακόπτουσας, εταιρείας με την επωνυμία “………….”, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση 4237/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), να γίνει δεκτή η από 3.2.2014 ανακοπή και να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής ……. του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Επιπλέον, εφόσον έγινε δεκτή η έφεση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατέθεσε με το με αριθμό κωδικού . …….. ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών (άρθρο 495 §3 εδ. ε΄ του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη δικαστική της δαπάνη (της εκκαλούσας) και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 191 §2 του Κ.Πολ.Δ., 65, 69 §1, 68 §1 και 63 §1 περ. i. στοιχ. α, β του ν. 4194/2013), σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της τελευταίας, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 1.11.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……. έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 4294/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των άρθρων 643 και 591 §1 περ. α´ του Κ.Πολ.Δ.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 3.2.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… ανακοπή.
Δέχεται αυτήν.
Ακυρώνει την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής …….. του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
Καταδικάζει την καθ’ ης η ανακοπή – εταιρεία με την επωνυμία “……….”, στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της ανακόπτουσας – εταιρείας με την επωνυμία “………..”, η οποία μετονομάστηκε σε “………..” και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει στο ποσό των είκοσι εννέα χιλιάδων εφτακοσίων (29.700) ευρώ.
Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα, του κατατεθέντος από αυτήν παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 10 Απριλίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ