Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 302/2018

Αριθμός απόφασης   302/2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τακτική Διαδικασία

 

Αποτελούμενο από τις Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, Θεοκτή Νικολαΐδου, Εφέτη-Εισηγήτρια και τη γραμματέα Κ. Δ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση του ηττηθέντος ενάγοντος κατά της υπ΄αριθμ. 2515/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 495§1, 511, 513, 516, 517, 518§1 ΚΠολΔ), δοθέντος ότι η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης έλαβε χώρα στις 22-6-2017 (βλ. προσκ. τη σχετική   έκθεση επίδοσης) και η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 19-7-2017 (βλ. την υπ΄αριθμ. ………. έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου της γραμματείας του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου). Κατά συνέπεια, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την τακτική διαδικασία (άρθρ. 533§1 ΚΠολΔ), καθόσον για την άσκηση της έφεσης έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα το σχετικό παράβολο ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, όπως προβλέπεται από την §3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ  λόγω του χρόνου άσκησης της έφεσης.   

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 ν. 146/1914 ‘’περί αθεμίτου ανταγωνισμού’’, απαγορεύεται κατά τις εμπορικές, βιομηχανικές ή γεωργικές συναλλαγές κάθε πράξη, που γίνεται προς το σκοπό ανταγωνισμού, η οποία αντίκειται στα χρηστά ήθη. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 13 εδ. α και δ του ιδίου ως άνω νόμου, όποιος κατά τις συναλλαγές κάνει χρήση ονόματος κάποιου, εμπορικής επωνυμίας ή ιδιαίτερου διακριτικού γνωρίσματος καταστήματος ή βιομηχανικής επιχείρησης ή κάποιου εντύπου, κατά τρόπο δυνάμενο να προκαλέσει σύγχυση με το όνομα, την εμπορική επωνυμία ή το ιδιαίτερο διακριτικό γνώρισμα, το οποίο άλλος νόμιμα μεταχειρίζεται, μπορεί να υποχρεωθεί από τον τελευταίο σε παράλειψη χρήσης. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, για την εφαρμογή του άρθρου 1, απαιτείται πράξη που: α) επιχειρείται κατά τις εμπορικές, βιομηχανικές ή γεωργικές εργασίες, β) γίνεται προς το σκοπό ανταγωνισμού και γ) αντίκειται στα χρηστά ήθη, ως κριτήριο των οποίων χρησιμεύουν οι ιδέες του κοινωνικού ανθρώπου, που -κατά τη γενική αντίληψη-σκέπτεται με χρηστότητα και φρόνηση (ΑΠ 339/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 1 και 13 ν. 146/1914 θεμελιώνεται αξίωση του βλαπτόμενου κατά του παραβάτη προς άρση της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, ενώ δεν αποκλείεται και επιπλέον αξίωση για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης εκείνου, σε βάρος του οποίου έγινε η προσβολή, κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους, δηλ. όταν ο προσβάλλων ενεργεί με υπαιτιότητα και ιδίως με πρόθεση. Τη σχετική αγωγή άρσης και παράλειψης νομιμοποιείται να ασκήσει ο φορέας του δικαιώματος της εμπορικής επωνυμίας ή του διακριτικού γνωρίσματος. Αν η επωνυμία ή το διακριτικό γνώρισμα είναι εταιρικά, δικαιούχος είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρίας και όχι τα μέλη της και η σχετική αγωγή ασκείται εναντίον του άλλου (φυσικού ή νομικού προσώπου), που χρησιμοποιεί παράνομα την επωνυμία ή το διακριτικό γνώρισμα (ΑΠ 1445/1997 ΕλλΔνη 39 353, ΑΠ 197/1989 ΕλλΔνη 31 1426). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 747 ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται και στις προσωπικές εταιρίες με νομική προσωπικότητα, ο εταίρος δε δικαιούται να ενεργεί για δικό του ή αλλότριο λογαριασμό πράξεις αντικείμενες στα συμφέροντα της εταιρίας. Η από την εν λόγω διάταξη απαγόρευση ισχύει  καθ΄ όλη τη διάρκεια της παραγωγικής ζωής της εταιρίας αλλά καταρχήν και μετά τη λύση της και μέχρι τη λήξη της εκκαθάρισης. Η παράβαση της διάταξης του άρθρου 747 ΑΚ νομιμοποιεί την εταιρία στην έγερση ‘’αγωγής επί παραλείψει’’, ενώ σημαντικότερη περίπτωση παράβασης της εν λόγω διάταξης αποτελεί η διενέργεια πράξεων ανταγωνισμού (ΑΠ 339/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ΄αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως ………. αγωγή, που ασκήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), ο ενάγων και ήδη εκκαλών ισχυρίστηκε ότι το έτος 1997 συνέστησε με τους δεύτερο και τρίτο των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία ‘………..’’ και το διακριτικό τίτλο ‘’……..’, με σκοπό την άσκηση εμπορίας κατεψυγμένων προϊόντων και έδρα της εταιρίας, μετά την τελευταία τροποποίηση του καταστατικού της, το Δήμο ………. Αττικής. Ότι η πορεία της εταιρίας από την αρχή της σύστασής της ήταν ανοδική, ο δε κύκλος εργασιών και ο τζίρος της παρουσίαζαν σημαντική αύξηση, με αποτέλεσμα, τα έτη 2009 έως 2013, κατά  μέσο όρο, τα ετήσια εισοδήματα του ιδίου (δηλ. του ενάγοντος), ο οποίος συμμετείχε στα κέρδη και τις ζημίες της εταιρίας κατά ποσοστό 1/3, να ανέρχονται στο ποσό των 38.873,50 ευρώ, ενώ με βάση τα καταγεγραμμένα λογιστικά στοιχεία αυτής, το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2012, η άυλη αξία της εκτιμήθηκε στο ποσό των 546.978,95 ευρώ κατά τα ειδικότερα εκτεθέντα στο δικόγραφο. Ότι, από τις αρχές του έτους 2013, ο κύκλος εργασιών της εταιρίας άρχισε να συρρικνώνεται σημαντικά, με αποτέλεσμα να κλονιστεί σοβαρά η υγεία του ιδίου (δηλ. του ενάγοντος). Ότι μετά από δική του έρευνα ανακάλυψε ότι η πτώση στο τζίρο της ως άνω εταιρίας οφειλόταν στο γεγονός ότι, από τα τέλη του έτους 2012, οι δεύτερος και τρίτος των αντιδίκων του συνέστησαν κρυφά την πρώτη εναγομένη και ήδη πρώτη εφεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρία, η επωνυμία της οποίας είναι σχεδόν πανομοιότυπη με την επωνυμία της ομόρρυθμης εταιρίας ‘’…………….’’, με ισομερή συμμετοχή 50% ο καθένας στα κέρδη και τις ζημίες της, με έδρα της τον ίδιο Δήμο (……… Αττικής) και μάλιστα σε πολύ μικρή απόσταση από την έδρα της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας και με το ίδιο αντικείμενο εργασιών, ήτοι την άσκηση εμπορίας χονδρικής και λιανικής κατεψυγμένων προϊόντων, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στο κοινό ως προς την ταυτότητα των φορέων της επιχείρησης. Ότι οι δεύτερος και τρίτος των εναγομένων εν αγνοία του μετέφεραν σταδιακά στην πρώτη εναγομένη ολόκληρη την πελατεία της ομόρρυθμης εταιρίας ‘’………..’’, χρησιμοποιώντας παράνομα τα φορτηγά, τις αποθήκες και το διακριτικό τίτλο αυτής στις συναλλαγές τους, ενώ ουδέποτε κατήγγειλαν την ως άνω ομόρρυθμη εταιρία, για να μην αντιληφθεί ο ίδιος τις παράνομες πράξεις τους. Ότι η ανωτέρω συμπεριφορά των εναγομένων συνεταίρων του συνιστά παράλληλα και βαρεία παράβαση της υποχρέωσης εταιρικής πίστης, που απορρέει από τη διάταξη του άρθρου 747 ΑΚ και απαγορεύει τη διενέργεια πράξεων ανταγωνισμού. Ότι όλες οι ανωτέρω ενέργειες των εναγομένων έγιναν παράνομα και υπαίτια, προκάλεσαν δε την οικονομική καταστροφή της εταιρίας ‘……………, ενώ ο ίδιος έχει υποστεί μεγάλη οικονομική ζημία, που συνίσταται αφενός μεν στην αξία της εταιρικής του μερίδας επί της περιουσίας της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας ανερχόμενη στο ποσό των 182.326,32 ευρώ (ήτοι 546.978,95 ευρώ χ 1/3), αφετέρου δε στα διαφυγόντα κέρδη –ετήσια εισοδήματα, που με βεβαιότητα θα αποκόμιζε για τα έτη 2014 και 2015, τα οποία υπολογίζονται στο ποσό των 77.747 ευρώ (38.873,50 ευρώ κατά μέσο όρο χ 2 έτη). Ότι, περαιτέρω, εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς των εναγομένων, αυτός έχει υποστεί στεναχώρια, ενώ έχει επιβαρυνθεί σημαντικά η ψυχική και σωματική του υγεία. Με ιστορική βάση αυτά τα περιστατικά ο ενάγων, με την ιδιότητα του ομορρύθμου μέλους της εταιρίας με την επωνυμία ‘’…………….’’, ζητεί: α) να διαταχθεί η παύση κάθε εργασίας και εμπορικής δραστηριότητας της πρώτης εναγομένης εταιρίας και η σφράγιση της έδρας της, οπουδήποτε και αν βρίσκεται αυτή καθώς και των τυχόν υποκαταστημάτων της, β) να απαγορευθεί στους εναγομένους να κάνουν χρήση του διακριτικού τίτλου και σήματος ‘’………..’’ καθώς και της επωνυμίας ‘’,…………’ ή ‘’…………’’ ή ‘’………’’ και κάθε συναφούς έκφρασης, γ) να απειληθεί σε βάρος των δευτέρου και τρίτου των εναγομένων προσωπική κράτηση και χρηματική ποινή για κάθε παράβαση της απόφασης, που θα εκδοθεί, δ) να διαταχθεί η δημοσίευση περίληψης της απόφασης, που θα εκδοθεί, σε δύο εφημερίδες με έξοδα των εναγομένων, ε) να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι είναι υποχρεωμένοι να του καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, το συνολικό ποσό των 310.073,32 ευρώ (το ποσό των 182.326,32 ευρώ αντιστοιχεί στην αξία της εταιρικής του μερίδας, το ποσό των 77.747 ευρώ αντιστοιχεί στα διαφυγόντα εισοδήματα τα έτη 2014-2015 και το ποσό των 50.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, που υπέστη εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των εναγομένων, στ) να απειληθεί σε βάρος των δευτέρου και τρίτου των εναγομένων προσωπική κράτηση λόγω της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς τους, και ζ) να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Mε τα ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή είναι απαράδεκτη, καθώς δε συντρέχει η διαδικαστική προϋπόθεση της ενεργητικής νομιμοποίησης του ενάγοντος. Ειδικότερα, για τις διαλαμβανόμενες στο δικόγραφο της αγωγής πράξεις ανταγωνισμού, που αποδίδονται στους δεύτερο και τρίτο των εναγομένων, μέλη της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία ‘’………….’’, και στρέφονται κατά της εν λόγω ομόρρυθμης εταιρίας, που είναι ο μοναδικός φορέας της εμπορικής επωνυμίας και του διακριτικού τίτλου, άμεσο έννομο συμφέρον να ασκήσει την αξίωση άρσης και παράλειψης, είτε αυτή θεμελιώνεται στις διατάξεις του ν. 146/1946 περί αθεμίτου ανταγωνισμού είτε στο άρθρο 747 ΑΚ, έχει η ομόρρυθμη αυτή εταιρία ήτοι ‘’…………….’’. Περαιτέρω, η επικαλούμενη υλική ζημία του ενάγοντος ως μέλους της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας, που είχε συστήσει με τους δεύτερο και τρίτο των εναγομένων, ανάγεται σε χρόνο λειτουργίας αυτής της εταιρίας, η οποία ήταν και εξακολουθεί να είναι ο φορέας του δικαιώματος αποζημίωσης έναντι όλων των εναγομένων αλλά και της τυχόν συναφούς αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης της. Για το λόγο αυτό, σύμφωνα με τα εκτεθέντα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση, δεν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της αδικοπρακτικής και προσκρούουσας στις αρχές του αθέμιτου ανταγωνισμού συμπεριφοράς των εναγομένων και της επικαλούμενης ζημίας του ενάγοντος, ο οποίος με τον τρόπο αυτό είναι εμμέσως ζημιωθείς λόγω της συμμετοχής του στην ως άνω ομόρρυθμη εταιρία, δοθέντος ότι ο ίδιος δεν επικαλείται ότι συντρέχουν ως προς αυτόν ατομικώς οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 914 ΑΚ περί αδικοπραξίας ή άλλος αυτοτελής λόγος παραγωγικός της υποχρέωσης προς αποζημίωσή του. Κατά συνέπεια, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη υπ΄ αριθμ. 2515/2017 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζεται ο εκκαλών με τους σχετικούς λόγους έφεσης κρίνονται απορριπτέα.

Επομένως, για τους λόγους αυτούς, πρέπει να απορριφθεί η έφεση ως κατ΄ ουσία αβάσιμη, να συμψηφιστούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων κατ΄ άρθρ. 179 ΚΠολΔ για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου συνολικού ποσού 150 ευρώ στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495§3 εδ. ε ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου συνολικού ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την  19η Απριλίου 2018   και δημοσιεύθηκε στις 15 Μαΐου 2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

Η    ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ