Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 306/2018

Αριθμός   306/2018

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη-Εισηγητή και Μαρία Κωττάκη, Εφέτη  και από τη Γραμματέα Γ. Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  1. Η από 21.06.2016 (γεν. αριθμ. καταθ. ………………., ειδ. αριθμ. καταθ………..) έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος κατά των πρώτης, δεύτερης, τέταρτου και πέμπτης των εναγομένων και της υπ΄ αριθμ. 4206/20.11.2015 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα, με την οποία απορρίφθηκε η συζητηθείσα ενώπιόν του, κατά την τακτική διαδικασία, από 10.05.2004 (γεν. αριθμ. καταθ. …….., αριθμ. καταθ. …….) αγωγή λογοδοσίας στο δεύτερο στάδιο ως ουσιαστικά αβάσιμη, λόγω της τεκμαιρόμενης, εξαιτίας μη κανονικής συμμετοχής του στην δίκη, ερημοδικίας του ενάγοντος, ασκήθηκε σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους, στους οποίους συγκαταλέγεται η προσκομιδή του προβλεπόμενου στον νόμο παραβόλου, και εμπρόθεσμα, εφόσον, όπως ομολογείται από τον εκκαλούντα χωρίς να προκύπτει κάτι αντίθετο από τα σχετικά της δικογραφίας έγγραφα, ακριβές αντίγραφο της ανωτέρω αποφάσεως επιδόθηκε στον παραστάντα κατά την συζήτηση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο πληρεξούσιο δικηγόρο του στις 23.05.2016 και το πρωτότυπο του δικογράφου της εφέσεως κατατέθηκε στην Γραμματεία του εκδόσαντος την εκκαλούμενη απόφαση Δικαστηρίου στις 22.06.2016 (βλ. την από 22.06.2016 σχετική έκθεση που υπογράφει η αρμόδια δικαστική υπάλληλος ……..). Ασκήθηκε δηλαδή σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 496§§1, 2, 3 στοιχ. Α περ. γ΄, 496, 500, 511, 513§1 στοιχ. β΄ εδάφ. α΄, 516§1, 517, 518§1 εδάφ. α΄& γ΄, 520§1 ΚΠολΔ και 9§2 ν. 4335/2015. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και, εφόσον ο ηττηθείς εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιολόγηση του  τρόπου  παραστάσεώς του κατά την συζήτηση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, πρέπει, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 528 εδάφ. α΄ ΚΠολΔ, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση κατά το κεφάλαιό της με το οποίο απορρίφθηκε η από 10.05.2004 αγωγή κατά το μέρος της με το οποίο ζητήθηκε η καταψήφιση του καταλοίπου των κατατεθέντων λογαριασμών και να εξεταστεί εκ νέου.
  2. Ο ενάγων (……..) στην από 10.05.2004 αγωγή του και κατά το ουσιώδες περιεχόμενο αυτής ισχυρίστηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 1985 έως και τις 31.12.2001 υπήρξε μέτοχος κατά τα αναφερόμενα ποσοστά των μονοβάπορων πλοιοκτητριών εταιρειών, τα πλοία των οποίων διαχειρίστηκαν οι πρώτη και δεύτερη εναγόμενες αλλοδαπές εταιρείες ……….., που έχουν νόμιμα εγκατασταθεί στην Ελλάδα σύμφωνα με τον α.ν. 89/1967. Ότι, όντας υπάλληλος της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, κατά την αποχώρησή του από αυτή, στις 28.02.2002, κατήρτισε με τους νόμιμους εκπροσώπους των εταιρειών αυτών τέταρτο και πέμπτη των εναγομένων (………) δύο ιδιωτικά συμφωνητικά (ένα για κάθε εναγόμενη εταιρεία) στα οποία περιλήφθηκε η συμφωνία τους να θεωρηθεί ότι αποχώρησε από την μετοχική σύνθεση των ως άνω πλοιοκτητριών εταιρειών στις 31.12.2001, ότι θα χωρήσει έως τις 31.05.2002 προσδιορισμός του χρηματικού ποσού που δικαιούται να λάβει λόγω της προαναφερόμενης μετοχικής του σχέσεως, ότι η αποτίμηση της αξίας των πλοίων των ως άνω εταιρειών θα λάβει χώρα από τον ναυλομεσίτη ……. και, τέλος, ότι το χρηματικό ποσό που πιθανόν θα προκύψει από τον συμφωνούμενο προσδιορισμό («εκκαθάριση») θα καταβάλει η αντίστοιχη εναγόμενη και συμβαλλόμενη εταιρεία. Ότι, ενώ ανέμενε να λάβει εκκαθαριστικούς λογαριασμούς από την εκμετάλλευση των πλοίων στις πλοιοκτήτριες εταιρείες των οποίων υπήρξε μέτοχος για το χρονικό διάστημα από το έτος 1997 έως και τις 31.12.2001 δεν έλαβε, παρά την διαμαρτυρία του, τέτοιους, παρά μόνο φωτοτυπικά αντίγραφα λογαριασμών που συνέταξε ελεγκτική εταιρεία χωρίς συνοδευτικά έγγραφα έτσι ώστε να μην αποδίδεται η εικόνα της διαχειρίσεως των κατονομαζόμενων πλοίων κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα. Ότι ουσιαστικός διευθυντής και εκπρόσωπος των πρώτης και δεύτερη των εναγομένων όπως και «κύριος» κατά μέγα μέρος είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω παρένθετων προσώπων  των πλοιοκτητριών εταιρειών τυγχάνει ο τρίτος εναγόμενος (…………). Ότι, ενόψει των ιστορούμενων πραγματικών περιστατικών, συντρέχει νόμιμη περίπτωση αποδόσεως λογοδοσίας, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 303 ΑΚ, εκ μέρους των εναγόμενων προσώπων. Ζήτησε δε να γίνει δεκτή η αγωγή του, να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη εταιρεία να παράσχει λογοδοσία για την διαχείριση και εκμετάλλευση των κατονομαζόμενων πλοίων με την παροχή λογαριασμών εσόδων – εξόδων συνοδευόμενων από τα σχετικά παραστατικά  για τα αναφερόμενα χρονικά διαστήματα, να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη εταιρεία να παράσχει λογοδοσία για την διαχείριση και εκμετάλλευση των κατονομαζόμενων πλοίων με την παροχή λογαριασμών εσόδων – εξόδων συνοδευόμενων από τα σχετικά παραστατικά για τα αναφερόμενα χρονικά διαστήματα, να οριστεί προθεσμία για την κατάθεση των ως άνω λογαριασμών και των συνοδευτικών παραστατικών, να υποχρεωθούν, με την επιβολή προσωπικής κρατήσεως, διάρκειας ενός έτους, οι τρίτος, τέταρτος και πέμπτος των εναγομένων, να συμμορφωθούν στο διατακτικό της επί της αγωγής αποφάσεως αναφορικά με την παροχή λογοδοσίας, να υποχρεωθούν οι πρώτη και δεύτερη των εναγομένων να καταβάλουν σ΄ αυτόν (ενάγοντα) τα κατάλοιπα των λογαριασμών που θα προκύψουν μετά την παροχή της αιτούμενης λογοδοσίας και να καταδικαστούν τα εναγόμενα πρόσωπα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων.
  • Η ως άνω έχουσα αγωγή εισήχθη το πρώτον ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, στο οποίο απευθυνόταν. Το εν λόγω Δικαστήριο με την υπ΄ αριθμ. 6582/2005 οριστική απόφασή του έκρινε εαυτό αναρμόδιο καθ΄ ύλην για την εκδίκασή αυτής (αγωγής) και την παρέπεμψε προς εκδίκαση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα, στο οποίο η αγωγή εισήχθη με την από 12.01.2006 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………) κλήση του ενάγοντος, συζητηθείσα κατά την δικάσιμο της 16.01.2007. Ακολούθως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα) εξέδωσε την υπ΄ αριθμ. 2579/2007 απόφασή του με την οποία, αφού απέρριψε την αγωγή ως προς τον τρίτο εναγόμενο, έκρινε με οριστική διάταξη της αποφάσεως ότι οι πρώτη και δεύτερη εναγόμενες υποχρεούνται να παράσχουν λογοδοσία στον ενάγοντα, ανέβαλε την έκδοση οριστικής αποφάσεως και υποχρέωσε τις αυτές εναγόμενες να καταθέσουν εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την επίδοση της αποφάσεως αναλυτικό λογαριασμό εσόδων – εξόδων, συνοδευόμενο από τα σχετικά παραστατικά, για κάθε πλοίο που διαχειρίστηκαν και αναφέρεται στην αγωγή. Περαιτέρω, το αυτό Δικαστήριο απείλησε με προσωπική κράτηση, διάρκειας τριών (3) μηνών, τους τέταρτο και πέμπτη των εναγομένων για την περίπτωση αρνήσεώς τους να συμμορφωθούν στην αμέσως προαναφερόμενη διάταξη της αποφάσεώς του, υποχρέωσε τον ενάγοντα εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών, από την λήξη της προηγούμενης προθεσμίας, να προβεί στις παρατηρήσεις του σχετικά με τους λογαριασμούς και το προκύπτον κατάλοιπο και, τέλος, όρισε προθεσμία ενός (1) μηνός, από την λήξη της δεύτερης τρίμηνης προθεσμίας, για την κατάθεση συμπληρωματικών παρατηρήσεων και αντιπαρατηρήσεων εκ μέρους των διαδίκων. Μετά την κατάθεση των λογαριασμών και των σχετικών αυτών, ο ενάγων με την από 14.05.2008 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………) κλήση του επανέφερε προς συζήτηση την αγωγή και ζήτησε να παραταθεί η ορισθείσα τρίμηνη προθεσμία κατά δέκα (10) μήνες για την διενέργεια των παρατηρήσεών του, λόγω του μεγάλου όγκου των προσκομισθέντων σχετικών. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αριθμ. 4768/2009 απόφασή του παρέσχε στον ενάγοντα νέα προθεσμία, διάρκειας έξι (6) μηνών για την διενέργεια των παρατηρήσεών του. Ακολούθως, ο ενάγων με την από 14.12.2011 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….) κλήση του επανέφερε προς συζήτηση την αγωγή και ζήτησε να παραταθεί εκ νέου η προθεσμία υποβολής των παρατηρήσεών του για δύο (2) μήνες. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αριθμ. 4131/2012 απόφασή του απέρριψε την κλήση του ενάγοντος για επαναφορά της αγωγής προς συζήτηση όπως και το αίτημα αυτού για χορήγηση νέας προθεσμίας για την υποβολή των παρατηρήσεών του. Κατόπιν ο ενάγων με την από 21.05.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….) κλήση του επανέφερε προς συζήτηση την αγωγή κατά την δικάσιμο της 01.10.2013 κατά την οποία η συζήτηση αναβλήθηκε για την δικάσιμο της 23.09.2014, κατά την οποία η συζήτηση της αγωγής ματαιώθηκε. Τέλος, με την από 30.09.2014 (γεν. αριθμ. καταθ. …….., αριθμ. καταθ. ……..) κλήση του ενάγοντος η αγωγή εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο με την υπ΄ αριθμ. 4206/2015 οριστική απόφασή του δίκασε την αγωγή ερήμην αυτού (ενάγοντος), λόγω μη εμπρόθεσμης υποβολής των προτάσεών του, και απέρριψε αυτή, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 272§1 ΚΠολΔ, όπως τότε ίσχυε.
  1. Στην διάταξη του άρθρου 303 ΑΚ ορίζονται τα ακόλουθα: «Όποιος έχει τη διαχείριση μιας ολικά ή μερικά ξένης υπόθεσης, εφόσον η διαχείριση συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει. Για το σκοπό αυτόν ο δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στο δεξίλογο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και των εξόδων, καθώς και ό,τι    προκύπτει από την αντιπαράθεση αυτή και να επισυνάψει τα    δικαιολογητικά, εφόσον συνηθίζονται.». Η διάταξη αυτή με το πρώτο    εδάφιό της καθιερώνει την γενική υποχρέωση για λογοδοσία εκείνου, στο πρόσωπο του οποίου συγκεντρώνονται οι προϋποθέσεις για λογοδοσία, ενώ με το δεύτερο εδάφιο    ρυθμίζεται ο τρόπος κατά τον οποίο θα εκπληρωθεί στην πράξη η υποχρέωση    λογοδοσίας. Εκτός από την πιο πάνω διάταξη, τόσο στον ΑΚ όσο και σε    άλλους νόμους υπάρχουν ειδικές διατάξεις που επιβάλλουν την υποχρέωση    λογοδοσίας, συνδέοντάς την με ορισμένη ιδιότητα του υπόχρεου προσώπου  και ορισμένο έργο που αυτό άσκησε, όπως π.χ.  στο άρθρο 685 ΑΚ του    εργολάβου απέναντι στον εργοδότη, στο άρθρο 718 ΑΚ του εντολοδόχου απέναντι στον    εντολέα, στο άρθρο 1032§1 ΚΠολΔ του διαχειριστή, που διορίστηκε με απόφαση που    διέταξε κατά  το άρθρο 1022 ΚΠολΔ την κατάσχεση ειδικών περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, στο άρθρο 23 ΚΙΝΔ του διαχειριστή συμπλοιοκτησίας απέναντι σε   καθένα από τους συμπλοιοκτήτες κτλ. Με βάση δε την αρχή της ελευθερίας  των συμβάσεων, που θεσπίζεται  στον νόμο (άρθρο 361 ΑΚ), μπορεί να συμφωνηθεί από τα ενδιαφερόμενα μέρη υποχρέωση για λογοδοσία και πέρα από τις περιπτώσεις που προβλέπονται  στον νόμο (ΑΠ 193/1976 ΝοΒ 24.718, ΕΠ 162/2018, 482/2006 αδημοσίευτες). Περαιτέρω, προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 303 ΑΚ, 473, 474, 475 §2, 476 και 477§1 ΚΠολΔ, η δίκη περί λογοδοσίας περιλαμβάνει, κατ΄ αρχήν, δύο στάδια. Κατά το πρώτο στάδιο και μετά από τυχόν διεξαγωγή αποδείξεων αναγνωρίζεται το δικαίωμα του ενάγοντος (δεξιλόγου) να ζητήσει από τον εναγόμενο (δοσίλογο) λογοδοσία, συνισταμένη στην ανακοίνωση λογαριασμού που να περιέχει αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων, καθώς και ό,τι προκύπτει από την αντιπαράθεση αυτή και να επισυνάψει τα σχετικά δικαιολογητικά. Η τυπική μορφή του εν λόγω λογαριασμού καθορίζεται από την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 303 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία ο λογαριασμός πρέπει να περιέχει την αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων, καθώς και το αποτέλεσμα από την αντιπαράθεση αυτή, ήτοι αν αυτό είναι πιστωτικό υπέρ του δοσιλόγου ή χρεωστικό εις βάρος αυτού. Ειδικότερα, η αντιπαράθεση πρέπει να είναι σαφής και ορισμένη και κατά το δυνατό λεπτομερειακή, για όλο το χρονικό διάστημα της διαχειρίσεως, ώστε να παρέχεται στον δεξίλογο μια πλήρης εικόνα της διαχειρίσεως του δοσιλόγου. Και τούτο για να μπορεί ο μεν δεξίλογος να ελέγξει τα κονδύλια και να εγκρίνει ή αμφισβητήσει μερικά ή και όλα αυτά, το δε δικαστήριο να τα ερευνήσει, διατάζοντας αποδείξεις, αν απαιτείται, εις βάρος των διαδίκων (ΑΠ 1122/2006 ΕλλΔνη 2006. 1420 = ΝοΒ 2007. 382 = τ.ν.π. Νόμος). Αφού αναγνωρισθεί η ύπαρξη του ανωτέρω δικαιώματος και η αντίστοιχη υποχρέωση του εναγομένου προς λογοδοσία, το δικαστήριο με απόφασή του διατάσσει την απόδοση λογοδοσίας και ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία ο λογαριασμός ή ο κατάλογος πρέπει να κατατεθεί με τα δικαιολογητικά στη γραμματεία του δικαστηρίου (άρθρο 474 ΚΠολΔ). Εάν ο λογαριασμός μετά των σχετικών εγγράφων δεν κατατεθεί μέσα στην προθεσμία που τάχθηκε, τότε, ευθύς ως παρέλθει η προθεσμία αυτή, η απόφαση γίνεται οριστική ως προς την υποχρέωση λογοδοσίας (άρθρο 477§§1, 2 εδάφ. α΄ ΚΠολΔ). ΄Οσο διαρκεί η προθεσμία καταθέσεως του καταλόγου η απόφαση που διέταξε λογοδοσία είναι οριστική υπό αίρεση και καθίσταται οριστική ως προς την υποχρέωση για λογοδοσία μόνο αν δεν κατατεθεί ο λογαριασμός και παρέλθει άπρακτη η προθεσμία. Εξάλλου, η κατάθεση του λογαριασμού, σε περίπτωση συμμορφώσεως του δοσιλόγου στο διατακτικό της αποφάσεως που διατάσσει την λογοδοσία, αποτελεί την προπαρασκευή του επόμενου δεύτερου κύριου σταδίου για τον προσδιορισμό, σύμφωνα με τα άρθρα 475 και 476 ΚΠολΔ, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, του καταλοίπου του λογαριασμού. Μετά την κατάθεση αυτού, η υπόθεση εισάγεται ενώπιον του δικαστηρίου με κλήση προς περαιτέρω συζήτηση και αρχίζει το δεύτερο κύριο στάδιο της λογοδοσίας, που είναι, συνεπώς, εκείνο, κατά το οποίο υποβάλλεται ο λογαριασμός και υποβάλλονται επ΄ αυτού οι παρατηρήσεις των διαδίκων και όλα τα μέσα επιθέσεως και άμυνας που αφορούν τον λογαριασμό ή τον κατάλογο. Κατά το δεύτερο αυτό στάδιο οι διάδικοι προβάλλουν, κατά το άρθρο 475§2 ΚΠολΔ, τους ισχυρισμούς που αφορούν στα κατ΄ ιδίαν κεφάλαια, επιτρέπονται δε και νέοι ισχυρισμοί ως προς το περιεχόμενο του λογαριασμού, εφόσον δεν αντίκεινται στα ομολογούμενα με αυτόν, ενώ είναι επιτρεπτή και η συμπλήρωση του λογαριασμού με τις προτάσεις που κατατίθενται (ΑΠ 1122/2006 οπ. π.,  402/1996 ΕλλΔνη 1998. 368 = τ.ν.π. Νόμος). Το παραπάνω όμως στάδιο ακολουθεί μόνο εφόσον στην αγωγή για τη λογοδοσία περιέχεται και αίτημα για καταβολή του καταλοίπου. Αντίθετα, στην περίπτωση κατά την οποία η αγωγή δεν περιέχει τέτοιο αίτημα, κάθε περαιτέρω διαδικαστική πράξη επιχειρείται χωρίς να υπάρχει το κατά νόμο απαιτούμενο προς τούτο έννομο συμφέρον και είναι άσκοπη, διότι δεν μπορεί να οδηγήσει και να καταλήξει, ελλείψει αιτήματος, στην έκδοση αποφάσεως που να έχει διατακτικό διάφορο και επωφελέστερο για τον ενάγοντα από εκείνο της αποφάσεως που προηγήθηκε και διέταξε την λογοδοσία. Συνεπώς, αν με την αγωγή για την λογοδοσία δεν ζητήθηκε η καταβολή καταλοίπου, η σχετική δίκη περατώνεται με την έκδοση της αποφάσεως που διατάζει την λογοδοσία και την εκ μέρους του δοσιλόγου κατάθεση του λογαριασμού των εσόδων και των εξόδων μετά των σχετικών δικαιολογητικών ή, σε περίπτωση παραλείψεώς του  να προβεί στις παραπάνω ενέργειες, με την πάροδο της προθεσμίας που έταξε το δικαστήριο και δεν υφίσταται περαιτέρω στάδιο  δίκης, ακριβώς επειδή η έλλειψη αιτήματος για καταβολή του καταλοίπου καθιστά περιττή και άσκοπη την έρευνα της βασιμότητας των επιμέρους κονδυλίων του λογαριασμού και την αποδοχή ή την απόρριψη τους που συνιστούν το δεύτερο στάδιο της δίκης για τη λογοδοσία (ΕΘ 1550/2012 ΕΠολΔ 2013.808 = τ.ν.π. Νόμος.
  2. Τα εναγόμενα πρόσωπα με τις προτάσεις τους της παρούσης συζητήσεως επαναφέρουν τους ισχυρισμούς τους των πρώτης και δεύτερης συζητήσεων στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Οι ισχυρισμοί αυτοί καθόσον αφορούν τα όσα έγιναν δεκτά με την υπ΄ αριθμ. 2579/2007 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα και ανάγονται στην αναγνώριση της υποχρεώσεώς τους να υποβάλουν λογοδοσία στον ενάγοντα και να καταθέσουν τους σχετικούς λογαριασμούς μετά των σχετικών αυτών προβάλλονται αλυσιτελώς και τούτο διότι αφορούν κεφάλαιο της εκκαλουμένης που δεν πλήττεται με την ένδικη έφεση. Περαιτέρω, επαναφέρεται και προβάλλεται και πάλιν ισχυρισμός περί του ότι ο ενάγων εξέπεσε από το δικαίωμά του να διατυπώσει παρατηρήσεις επί των λογαριασμών λόγω απώλειας της ταχθείσης από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο προθεσμίας και της δοθείσης παρατάσεως αυτής. Ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται επίσης αλυσιτελώς και τούτο διότι οι παρατηρήσεις επί των λογαριασμών λογοδοσίας και των σχετικών παραστατικών προβάλλονται, σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν ανωτέρω, υπό στοιχείο IV, κατά το δεύτερο στάδιο της συζητήσεως της αγωγής λογοδοσίας και όχι στο ενδιάμεσο τέτοιο. Τέλος, τα αυτά εναγόμενα πρόσωπα ισχυρίζονται ότι η άσκηση του δικαιώματος του ενάγοντος να ζητήσει την καταψήφιση υπέρ αυτού του καταλοίπου των λογαριασμών που κατατέθηκαν από αυτά λαμβανομένων υπόψη των παρατηρήσεών του γίνεται καθ΄ υπέρβαση των διαγραφομένων από το άρθρο 281 ΑΚ ορίων εφόσον τούτος (ενάγων) ως στέλεχος της πρώτης εναγομένης είχε αποφασίσει περί πλήθους ενεργειών αυτής, τα αποτελέσματα των οποίων αμφισβητεί. Ο ισχυρισμός αυτός που επιχειρείται να στηριχθεί στα άρθρα 281 ΑΚ και 262 ΚΠολΔ, ακόμη και αν αληθεύουν τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν το ιστορικό του, δεν στηρίζεται στον νόμο και τούτο διότι τα ανωτέρω εναγόμενα πρόσωπα διατείνονται ότι ο ενάγων συμπεριφέρθηκε καθ΄ ορισμένο τρόπο που προκάλεσε την πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει την αγωγική αξίωση χωρίς παράλληλα να ισχυρίζονται ότι η ανατροπή της δημιουργηθείσης καταστάσεως συνεπάγεται επαχθείς υποχρεώσεις γιαυτά που τελούν σε αιτιώδη σχέση με την επιδειχθείσα συμπεριφορά του ενάγοντος (ΑΠ 16/2017 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος).
  3. Τα σχετικά της δικογραφίας έγγραφα και κυρίως οι λογαριασμοί μετά των σχετικών παραστατικών όπως και οι παρατηρήσεις του ενάγοντος αποτελούν ογκωδέστατο αποδεικτικό υλικό το οποίο το Δικαστήριο αδυνατεί να αξιολογήσει για να διαπιστώσει την ύπαρξη ή μη καταλοίπου για τον λόγο ότι στερείται των αναγκαίων ιδιαζουσών γνώσεων της λογιστικής επιστήμης και μάλιστα των κανόνων αυτής που διέπουν την λειτουργία των πρώτης και δεύτερης εναγομένων εταιρειών. Συντρέχει, επομένως, νόμιμη περίπτωση, αφού αναβληθεί η έκδοση οριστικής αποφάσεως επί του αγωγικού αιτήματος για την καταψήφιση υπέρ του ενάγοντος του συνολικού καταλοίπου των λογαριασμών, να διαταχθεί, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 254§1 εδάφ. α΄, β΄ ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην έκκλητη δίκη (άρθρο 524§1 ΚΠολΔ), η επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως που κηρύχθηκε περαιωμένη προς τον σκοπό διενέργειας λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, κατά τα άρθρα 368 επόμ. ΚΠολΔ, από ελεγκτική εταιρεία που περιέχεται στον πίνακα πραγματογνωμώνων του Δικαστηρίου τούτου, ο οποίος καταρτίστηκε με την υπ΄ αριθμ. 5508/2017 απόφασή του, και είναι  εγγεγραμμένη στο μητρώο της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.) που ιδρύθηκε με τον ν. 3148/2003 και λειτουργεί στο πλαίσιο του ν. 4449/2017, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρονται στο διατακτικό.
  • Το παράβολο που κατέβαλε ο εκκαλών – ενάγων για την παραδεκτή άσκηση της εφέσεώς του πρέπει να επιστραφεί σ΄ αυτόν για τον λόγο ότι η έφεσή του έγινε δεκτή (άρθρο 495§3 εδάφ. ε΄ ΚΠολΔ).

Γ  Ι  Α     Τ  Ο  Υ  Σ     Λ  Ο  Γ  Ο  Υ  Σ     Α  Υ  Τ  Ο  Υ  Σ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την έφεση κατά της  υπ΄ αριθμ. 4206/2015 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση κατά το κεφάλαιό της το αφορόν την καταψήφιση του καταλοίπου του προκύπτοντος από τους λογαριασμούς δικαιοδοσίας που κατατέθηκαν από τα εφεσίβλητα πρόσωπα.

Κρατεί την υπόθεση.

Αναδικάζει την από 10.05.2004 αγωγή αναφορικά με το αίτημά της για την καταψήφιση υπέρ του ενάγοντος του καταλοίπου που θα προκύψει από τους λογαριασμούς λογοδοσίας των εναγόμενων προσώπων.

Διατάσσει την επανάληψη της συζητήσεως επί της αγωγής που κηρύχθηκε περαιωμένη προς τον σκοπό διενέργειας (λογιστικής) πραγματογνωμοσύνης.

Ορίζει πραγματογνώμονα την ανώνυμη εταιρεία, με την επωνυμία «…………..» και τον διακριτικό τίτλο «………..», έχουσα αριθμό μητρώου Ε.Λ.Τ.Ε. …., που εδρεύει στον ….. Ν.  Αττικής (……….), αριθμ. τηλεφ. ….., αριθμ. τηλεομοιότυπου ….. και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου   ……. Ο εταίρος ή οι εταίροι της οριζόμενης πραγματογνώμονα που θα επιλεγούν από την διοίκηση αυτής να διενεργήσουν την διατασσόμενη πραγματογνωμοσύνη πρέπει να δώσουν αρμοδίως τον όρκο του πραγματογνώμονα εντός προθεσμίας σαράντα πέντε (45) ημερών από την προς την πραγματογνώμονα εταιρεία επίδοση της αποφάσεως αυτής και, μετά ταύτα, εντός προθεσμίας οκτώ (8) μηνών από την ημέρα της ορκωμοσίας τους, αφού λάβουν υπόψη τα εισαγωγικά δικόγραφα της υποθέσεως, τις προτάσεις των διαδίκων, τους κατατεθέντες λογαριασμούς μετά των σχετικών παραστατικών αυτών, τις παρατηρήσεις του ενάγοντος και ανεξαίρετα κάθε νόμιμα προσκομισθέν και επικαλούμενο στις προτάσεις έγγραφο, με έγγραφη έκθεση, η οποία θα κατατεθεί αρμοδίως, να διατυπώσουν την επιστημονική τους άποψη για την ύπαρξη ή μη καταλοίπου (και του ύψους του ποσού αυτού) από τους κατατεθέντες λογαριασμούς λογοδοσίας εκ μέρους των πρώτης και δεύτερης των εναγομένων και να σημειώσουν τις παρατηρήσεις τις οποίες θα κρίνουν αναγκαίες για την μελλοντική αξιολόγηση αυτής (εκθέσεως) από το επιληφθησόμενο της αγωγής δικαστήριο.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου στον εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 19 Απριλίου 2018   και δημοσιεύθηκε στις 17 Μαΐου 2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ