Αριθμός αποφάσεως 311 /2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενον από τον Δικαστή Παναγιώτη Χουζούρη, Εφέτη, τον οποίον ώρισεν ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από την Γραμματέα Γ.Λ..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΕΣΚΕΦΘΗ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΝ
Α) Η κρινομένη έφεσις (υπ’ αριθ. καταθ. ……… /24-10-2016) του κατ’ αντιμωλίαν πρωτοδίκως δικασθέντος εναγομένου κατά της υπ’ αριθ. 1690 /2016 αποφάσεως ειδικής διαδικασίας διαφορών του άρθρου 681Β ΚΠολΔ του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495§1, 511, 513§1περ.β και 518§1 ΚΠολΔ), κρίνεται τυπικώς δεκτή (άρθρον 532§1 ΚΠολΔ) και πρέπει επομένως να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτόν και το νόμω και ουσία βάσιμον των λόγων αυτής.
Β) Διά της υπ’ αριθ. καταθ. ……… /10-2-2015 αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η ενάγουσα, ενεργήσασα αφ’ ενός δι’ εαυτήν και αφ’ ετέρου διά λογαριασμόν των υπό την προσωρινήν επιμέλειαν αυτής τελούντων ανηλίκων τέκνων αυτής και του εναγομένου, εζήτησε αφ’ ενός να ανατεθεί εις αυτήν η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων της και αφ’ ετέρου να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει διά διατροφήν των ως άνω ανηλίκων τέκνων, ως στερουμένων εισοδημάτων και μη δυναμένων να διατραφούν εκ προϊόντος εργασίας καταλλήλου διά την ηλικίαν αυτών, χρηματικά ποσά 440 ευρώ και 420 ευρώ μηνιαίως επί διετίαν από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής (από 18η Φεβρουαρίου 2015 έως και 17ης Φεβρουαρίου 2017) και δή νομιμοτόκως από της καθυστερήσεως καταβολής εκάστης μηνιαίας δόσεως. Επί της αγωγής εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφασις, διά της οποίας ανετέθη εις την ενάγουσα η επιμέλεια των ως άνω ανηλίκων τέκνων της και υπεχρεώθη ο εναγόμενος να καταβάλει διά διατροφήν της ανηλίκου θυγατρός αυτού χρηματικόν ποσόν 350 ευρώ μηνιαίως και του ανηλίκου υιού αυτού χρηματικόν ποσόν 250 ευρώ μηνιαίως επί διετίαν από της επιδόσεως της αγωγής και νομιμοτόκως, αφ’ ής εκάστη μηνιαία δόσις κατέστη ληξιπρόθεσμος και απαιτητή. Κατά του εν μέρει δεξαμένου το περί διατροφής των ανηλίκων τέκνων κεφαλαίου της εκκαλουμένης αποφάσεως παραπονείται ο εναγόμενος, ο οποίος διά τους εν τη εφέσει αναφερομένους λόγους ζητεί την -κατόπιν (μερικής) εξαφανίσεως της εκκαλουμένης- μερικήν παραδοχήν του ως άνω αγωγικού αιτήματος διά περιορισμού του χρηματικού ύψους της καταβλητέας διατροφής προς τα ανήλικα τέκνων αυτού εις αντίστοιχα χρηματικά ποσά 200 ευρώ και 200 ευρώ μηνιαίως.
Γ) Από τα άρθρα 1485, 1486, 1489, 1493 και 1497 ΑΚ συνάγεται ότι οι γονείς έχουν υποχρέωσιν να διατρέφουν από κοινού και αναλόγως των δυνάμεων εκάστου εξ αυτών τα ανήλικα τέκνα αυτών, εφ’ όσον αυτά δεν έχει εισοδήματα εκ περιουσίας ή πόρους εκ καταλλήλου εργασίας, οι οποίοι να επαρκούν διά την διατροφήν αυτών, η οποία (ανάλογη διατροφή) προσδιορίζεται βάσει των συνθηκών ζωής αυτών και περιλαμβάνει τα αναγκαία έξοδα συντηρήσεως, ανατροφής και εκπαιδεύσεως αυτών. Συνακολούθως διά της αγωγής περί διατροφής ανηλίκου τέκνου αρκεί να εξιστορείται η έλλειψις εισοδημάτων και η αδυναμία καταλλήλου προς την ανηλικότητα εργασίας, οι ανάγκες διατροφής και το προς κάλυψιν αυτής συνολικώς αιτούμενον χρηματικόν ποσόν, δίχως να απαιτείται η εξειδίκευσις του απαιτουμένου προς κάλυψιν εκάστης επί μέρους ανάγκης χρηματικού ποσού. Η υποχρέωσις συνεισφοράς του άλλου γονέως δεν αποτελεί αναγκαίον στοιχείον της αγωγής αλλά αυτοτελή ισχυρισμόν (ένστασιν) προβλητέαν υπό του εναγομένου δι’ όλον το ποσόν διατροφής γονέως, ο οποίος επιπροσθέτως δύναται να προτείνει και την ένστασιν διακινδυνεύσεως ιδίας διατροφής υπό την απαραίτητον προϋπόθεσιν της συνεπικλήσεως της δυνατότητος παραπομπής εις τον άλλον γονέα. Η επίκλησις εκ μέρους του εναγομένου γονέως της υπάρξεως δαπανών προς εξυπηρέτησιν στεγαστικών ή καταναλωτικών δανείων δεν προαφαιρείται από τα εισοδήματα του υπόχρεου αλλά λαμβάνεται υπ’ όψιν ως στοιχείον προσδιοριστικόν της αξίας της περιουσίας του, η οποία πρέπει να εκληφθεί ότι μειούται κατά το ποσόν του δανείου, καθώς και ως στοιχείον προσδιοριστικόν των συνθηκών διαβιώσεως αυτού (βλ. ΑΠ 680 /2010, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 521902, ΑΠ 837 /2009, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 514797, ΑΠ 416 /2007, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 421209, ΑΠ 344 /2001, ΕλλΔνη 43: 113, ΑΠ 823 /2000 & 676 /2000, ΕλλΔνη 41:1597, ΑΠ 1322 /1992, ΕλλΔνη 35: 368 και ΕφΑΘ 4789 /1993, ΕλλΔνη 35: 450). Όταν δεν προβληθεί, κατ’ άρθρον 262 ΚΠολΔ, από τον δι’ ολόκληρον το ποσόν της διατροφής εναγόμενον γονέα η υποχρέωσις συνεισφοράς του άλλου γονέως στην διατροφήν του ανηλίκου τέκνου, τότε το δικαστήριον δεν δύναται αυτεπαγγέλτως να ερευνήσει την οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέως και να προσδιορίζει αναλόγως των οικονομικών δυνατοτήτων αμφοτέρων των γονέων την υπό του εναγομένου γονέως οφειλομένην προς το (ανήλικον) τέκνον διατροφήν (βλ. ΑΠ 416 /2007, ο.π., ΑΠ 344 /2001,ο.π., ΑΠ 46 /1989, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 5472 και ΑΠ 1268 /1984, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 89108). Διά το ορισμένον της τοιαύτης ενστάσεως πρέπει, κατά τα άρθρα 1489§2 ΑΚ και 262§2 ΚΠολΔ, να αναφέρονται διά της ιστορικής βάσεως αυτής οι πρόσφορες διά την παροχήν διατροφής (φυσικές, οικονομικές ή άλλες) δυνάμεις του ενάγοντος γονέως, οι οποίες αποτελούν το αντικείμενον συνεισφοράς (βλ. ΑΠ 2210 /2007, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 510508 και ΑΠ 2127 /1984, ΒΝΔΝΟΜΟΣ. 119198). Διά της αποφάσεως δεν απαιτείται να αναφέρεται ακριβής σε κλάσμα προσδιορισμός της συνεισφοράς του άλλου γονέως διά την διατροφή του τέκνου, όταν κατά τον συσχετισμόν των οικονομικών δυνάμεων δεν υπολογίζονται μόνον τα εισοδήματα αλλά και οι παροχές εις είδος του ενός γονέως προς το τέκνον (βλ. ΑΠ 1400 /1992, ΤΝΠΔΣΑ). Διά δέ το παραδεκτόν της εις πρώτον βαθμόν προβολής της τοιαύτης ενστάσεως κατά την προκειμένην ειδικήν διαδικασίαν, καθ’ ήν δεν είναι υποχρεωτική η κατάθεσις προτάσεων, πρέπει, κατά τα άρθρα 591§1εδ.α’&β’περ.β’, 256§1περ.δ’, 115§3, 666§1 και 681Β§1α ΚΠολΔ, να προταθεί η αντίστοιχος ένστασις, όπως και όλοι οι αυτοτελείς ισχυρισμοί, προφορικώς εις το ακροατήριον έως το τέλος της πρωτοβαθμίου συζητήσεως και επιπροσθέτως να καταχωρηθούν εντός των πρακτικών έστω και διά συνοπτικής αναφοράς τα θεμελιούντα την ένστασιν γεγονότα, εκτός εάν τα γεγονότα αυτά περιέχονται στις επ’ ακροατηρίου κατατεθείσες προτάσεις. Ήτοι, από την πρώτην εκ των ως άνω διατάξεων συνάγεται ότι εις όσες διαδικασίες, όπως η εφαρμοζόμενη, δεν είναι υποχρεωτική η κατάθεσις προτάσεων, οι διάδικοι οφείλουν να προτείνουν όλους τους αυτοτελείς ισχυρισμούς αυτών προφορικώς κατά την συζήτησιν εις το ακροατήριον και επιπλέον οι ισχυρισμοί αυτοί πρέπει να καταχωρηθούν διά σαφούς (έστω και συνοπτικής) εκθέσεως των θεμελιωτικών της προβολής γεγονότων στα πρακτικά, εκτός εάν περιέχονται στις κατατιθέμενες επ’ ακροατηρίου προτάσεις, τουτέστιν απαιτείται εις πάσαν περίπτωσιν προφορική πρότασις των ισχυρισμών στο ακροατήριον, η οποία ως γενομένη κατά την συζήτησιν σημειούται στα πρακτικά. Από δέ την δευτέραν των ως άνω διατάξεων συνάγεται ότι η κατά την πρώτην ως άνω διάταξιν σημείωσις της προφορικής προτάσεως του αυτοτελούς ισχυρισμού στα πρακτικά πρέπει να προκύπτει ευθέως εκ του περί των προτάσεων και δηλώσεων τμήματος των πρακτικών αυτών και δεν επιτρέπεται έμμεσος συναγωγή της προτάσεως του αυτοτελούς ισχυρισμού είτε εκ του περιεχομένου των επακολουθούντων στα πρακτικά μαρτυρικών καταθέσεων είτε εκ του περιεχομένου των υποβαλλομένων εγγράφων προτάσεων (βλ. ΟλΑΠ 2 /2005, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 364072, ΑΠ 2259 /2009, ΤΝΠΔΣΑ, ΑΠ 620 /1999, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 288013 και ΕφΔωδ 25 /2008, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 477295). Ενώπιον του εφετείου η ως άνω ένστασις δύναται να προβληθεί το πρώτον μόνον υπό την συνδρομήν των προϋποθέσεων των άρθρων 269 και 527 ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 2210 /2007, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 510508 και ΕφΠειρ 58 /2006, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 404100). Η δέ προβολή της τοιαύτης ενστάσεως κατά την εφαρμοζομένην ειδική διαδικασία δύναται να γίνει εις δεύτερον βαθμόν ουχί μόνον διά του εφετηρίου δικογράφου ή του αντιστοίχου των προσθέτων λόγων αλλά και διά των δευτεροβαθμίων προτάσεων, αφού, κατά τα άρθρα 674§1 και 681Β ΚΠολΔ, οι πρόσθετοι λόγοι εφέσεως δύνανται να ασκηθούν και διά των δευτεροβαθμίων προτάσεων κατά την ως άνω διαδικασίαν (βλ. ΑΠ 2070 /2007, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 461905). Εν τέλει πρέπει να επισημανθεί εν σχέσει προς την ένστασιν του εναγομένου γονέως περί συνεισφοράς του άλλου γονέως εις την διατροφήν του ανηλίκου τέκνου ότι, όταν, ως αναπόσπαστον στοιχείον της ιστορικής βάσεως της αγωγής (ουχί απλώς ως εκ περισσού και αφηγηματικώς), εξιστορείται διά του αγωγικού δικογράφου (υπό του διά λογαριασμόν του ανηλίκου τέκνου ασκούντος την αγωγήν διατροφής γονέως) ουχί μόνον η συνολική χρηματική αποτίμησις της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου τέκνου αλλά και η τυχόν μικρότερα της συνολικής ανάλογης διατροφής χρηματική αποτίμησις της υποχρεώσεως του εναγομένου γονέως προς κάλυψιν της τοιαύτης διατροφής ως χρηματικόν μέγεθος εξευρισκόμενον διά προαφαιρέσεως από το συνολικόν χρηματικόν ποσόν της διατροφής του ανηλίκου τέκνου του αναλογούντος εις τον έχοντα την επιμέλειαν και ασκούντα διά λογαριασμόν του ανηλίκου την αγωγήν γονέα χρηματικού ποσού της ιδίας αυτού συνεισφοράς, ούτως ώστε διά του αγωγικού αιτήματος να επιδιώκεται η καταβολή ουχί ολοκλήρου του ποσού της διατροφής του ανηλίκου αλλά της βαρυνούσης τον εναγόμενον χρηματικής διαφοράς μετ’ αφαίρεσιν της συνεισφοράς του ενάγοντος γονέως, τότε η έρευνα του συσχετισμού των οικονομικών δυνάμεων των γονέων γίνεται αυτεπαγγέλτως. Κατ’ αυτήν την περίπτωσιν ο εναγόμενος γονεύς δύναται, πλήν άλλων, αφ’ ενός να αρνηθεί το διά της αγωγής εξιστορούμενον χρηματικόν ύψος των αναγκών της μηνιαίας διατροφής του ενάγοντος και αφ’ ετέρου να προβάλει κατ’ ένστασιν ότι η συνεισφορά του άλλου γονέως ανέρχεται βάσει της αναλογίας των δυνάμεων των δύο γονέων εις χρηματικόν ποσόν μείζον του διά της αγωγής εξιστορουμένου και προαφαιρουμένου αντιστοίχου (βλ. αντιθέτως υπέρ της εκτιμήσεως του συγκεκριμένου αμυντικού ισχυρισμού ως αρνητικού και ουχί ως αυτοτελούς: ΕφΑΘ 856 /2010, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 547135, Εφθεσσ 2944 /2004, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 386007 και ΕφΘεσσ 1101 /2002, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 325757). Εάν εν σχέσει προς την έχουσαν τέτοιαν ιστορικήν βάσιν αγωγήν η χρηματική αποτίμησις της συνολικής αναλόγου διατροφής του ανηλίκου τέκνου προκύψει εκ των αποδείξεων εις χρηματικόν μέγεθος μικρότερον του διά της αγωγής εξιστορουμένου αντιστοίχου και δεν προβληθεί ή προβληθεί αλλά δεν αποδειχθεί εκ μέρους του εναγομένου ότι η οικονομική δύναμις και συνακολούθως η προαφαιρετέα συνεισφορά του διά λογαριασμόν του ανηλίκου ασκούντος την αγωγήν γονέως (πατρός ή μητρός) είναι μεγαλύτερη από την διά της αγωγής εξιστορουμένην αντίστοιχον, τότε από το εκ των αποδείξεων προκύπτον (μικρότερον από το διά της αγωγής εξιστορούμενον) συνολικόν χρηματικόν ποσόν ανάλογης διατροφής του ανηλίκου πρέπει να αφαιρεθεί (αυτεπαγγέλτως) ως συνεισφορά του ενάγοντος γονέως προς εξεύρεσιν της βαρυνούσης τον εναγόμενον γονέα επίδικης χρηματικής υποχρεώσεως ουχί αυτούσιον το διά της αγωγής αναφερόμενον χρηματικόν μέγεθος προαφαιρετέας συνεισφοράς του ενάγοντος γονέως αλλά η προκύπτουσα αναλογία βάσει του συσχετισμού των διά της αγωγής εξιστορουμένων οικονομικών δυνάμεων του ασκούντος την αγωγήν γονέως προς το εκ των αποδείξεων προκύψαν μικρότερον (εν σχέσει προς το διά της αγωγής εξιστορούμενον) συνολικόν ποσόν ανάλογης διατροφής του ανηλίκου τέκνου, αφού εκτιμάται ότι η αναφορά του προαφαιρετέου ποσού συνεισφοράς του -διά λογαριασμόν του ανηλίκου ενάγοντος (ως έχοντος την επιμέλειαν)- γονέως δεν εξιστορείται ως στεγνόν αριθμητικόν μέγεθος αλλά ως μέγεθος αναλογίας εν συγκρίσει προς το συνολικόν ποσόν διατροφικών αναγκών του ανηλίκου τέκνου. Τούτο μάλιστα δύναται να γίνει εις δεύτερον βαθμόν άνευ προβολής αντιστοίχου λόγου αντεφέσεως από τον εφεσίβλητον ενάγοντα, εφ’ όσον ως κεφάλαιον μεταβιβαζόμενον διά της εφέσεως τυγχάνει η αναλογούσα εις τον εναγόμενον μερίς εις την διατροφήν του ανηλίκου τέκνου, η οποία εξευρίσκεται αυτεπαγγέλτως μετά αναγκαστικήν προαφαίρεσιν (βάσει της ιστορικής βάσεως της αγωγής) της αναλογούσης συνεισφοράς του ενάγοντος γονέως.
Δ) Εις την προκειμένην περίπτωσιν από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, οι οποίες εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα προς την εκκαλουμένην απόφασιν πρακτικά, και από τα έγγραφα, τα οποία νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, απεδείχθησαν τα ακόλουθα: ο εκκαλών και η νόμιμος εκπρόσωπος και μήτηρ των εφεσίβλητων ήλθαν εις κοινωνία γάμου κατά το Δόγμα της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας στο Αιγάλεω νομού Αττικής την 1ην Ιουνίου 2001. Κατά την διάρκειαν του γάμου αυτών απέκτησαν δύο (θήλυ και άρρεν) τέκνα, την …., η οποία εγεννήθη την 5η Μαΐου 2001, και τον … …., ο οποίος εγεννήθη την 1ην Οκτωβρίου 2002. Η έγγαμος συμβίωσις των ως άνω συζύγων διεσπάσθη οριστικώς εντός του μηνός Σεπτεμβρίου του έτους 2014. Τα ανήλικα τέκνα κατοικούν μετά της μητρός αυτών, εις την οποίαν διά της υπ’ αριθ. 232 /2015 αποφάσεως διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων είχε ανατεθεί προσωρινώς η επιμέλεια αυτών, την οποίαν έχει αναλάβει πλέον οριστικώς δυνάμει του μη εκκληθέντος κεφαλαίου της εκκαλουμένης αποφάσεως. Κατά τον χρόνον πρωτοβαθμίου συζητήσεως της αγωγής τα ανήλικα τέκνα των ως άνω συζύγων ετελείωναν την φοίτηση αυτών εις τις τρίτη και δευτέρα αντιστοίχως τάξεις δημοσίου γυμνασίου. Στερούνται εισοδημάτων και λόγω της μαθητικής ιδιότητος αυτών δεν δύνανται να εργασθούν εις εργασίαν κατάλληλον διά την ηλικίαν αυτών. Η ανήλικη θυγάτηρ του εναγομένου παρακολουθεί μαθήματα σχολής χορού αντί εγγραφής 10 ευρώ εφ’ άπαξ και διδάκτρων 50 ευρώ μηνιαίως. Επί πλέον αμφότερα τα τέκνα παρακολουθούν μαθήματα ενισχυτικής διδασκαλίας αντί διδάκτρων 180 μηνιαίως δι’ αμφότερα (ήτοι αντί διδάκτρων 90 ευρώ μηνιαίως δι’ έκαστον τέκνον). Επίσης, παρακολουθούν ιδιαίτερα μαθήματα εκμαθήσεως αγγλικής γλώσσης επί δίωρον εβδομαδιαίως αντί μηνιαίων διδάκτρων 200 ευρώ δι’ αμφότερα. Εν σχέσει προς τα δίδακτρα της σχολής χορού πρέπει να επισημανθεί ότι έχει προσκομισθεί υπό της μητρός των ανηλίκων το άνευ ημερομηνίας δελτίον εγγραφής διά χρηματικόν ποσόν 10 ευρώ, δίχως να προσκομίζονται επιπροσθέτως οιεσδήποτε αποδείξεις καταβολής διδάκτρων χορού. Εν σχέσει δέ προς τα δίδακτρα ενισχυτικής διδασκαλίας αμφοτέρων των τέκνων έχει προσκομισθεί η τα δίδακτρα του μηνός Ιανουαρίου του έτους 2015 αφορώσα υπ’ αριθ. … /18-1-2015 απόδειξις παροχής υπηρεσιών του ιδιοκτήτου της επιχειρήσεως φροντιστηρίου …….., δίχως να έχουν προσκομισθεί έστω σε δεύτερο βαθμό άλλες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών φροντιστηριακής διδασκαλίας διά όλο το διά της αγωγής επίδικο χρονικό διάστημα (ή έστω διά το από της ασκήσεως μέχρι της πρωτοβαθμίου συζητήσεως της αγωγής χρονικό διάστημα). Αντιστοίχως, εν σχέσει προς τα δίδακτρα ιδιαιτέρων μαθημάτων αγγλικής γλώσσης ουδεμία απόδειξις περί της τοιαύτης δαπάνης έχει προσκομισθεί. Όμως, η διενέργεια των ως άνω δαπανών δεν έχει αμφισβητηθεί ειδικώς υπό του εκκαλούντος, καθώς οι διά της ενδίκου εφέσεως προβαλλόμενοι λόγοι εστιάζουν αποκλειστικώς εις τις οικονομικές δυνάμεις των δύο συζύγων και εις τον βάσει των οικονομικών τούτων δυνάμεων καταμερισμόν της αναλογίας της συνεισφοράς εκάστου εξ αυτών εις την διατροφήν των ανηλίκων τέκνων, δίχως κάποια αιτίασις να επικεντρώνεται κατά της πραγματοποιήσεως των ως άνω δαπανών. Ο πατήρ των ανηλίκων τέκνων έχει γεννηθεί την 11ην Οκτωβρίου 1972. Κατά το παρελθόν (μέχρι την ένσκυψιν της οικονομικής κρίσεως) ειργάζετο ως ελασματουργός εις την ναυπηγοεπισκευαστική ζώνην. Κατά το χρονικό διάστημα από 2ας Ιουνίου 2015 έως και 17ης Ιουνίου 2016 ειργάσθη ως ιδιωτικός υπάλληλος εις την ατομικήν επιχείρησιν κατασκευής σημαιών, επάθλων και κυπέλλων του ……… αντί μεικτών μηνιαίων αποδοχών ύψους 587 ευρώ και καθαρών μηνιαίων αποδοχών ύψους 550 ευρώ. Έλαβε δέ ως αποζημίωσιν απολύσεως μεικτόν χρηματικόν ποσόν 1.369,67 ευρώ (αντιστοιχούν περίπου σε καθαρόν ποσόν 1.250 ευρώ). Κατά δέ το χρονικόν διάστημα υπαγωγής στο Πρόγραμμα Επιδόματος Τακτικής Ανεργίας του ΟΑΕΔ (από 24ης Ιουνίου 2016 έως και 26ης Οκτωβρίου 2016) έλαβε επίδομα ανεργίας ύψους 360 ευρώ μηνιαίως. Ακολούθως, προσελήφθη διά συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ως εργάτης στην ανώμυμη εταιρεία υπό την επωνυμίαν «……….» αντί μεικτών μηνιαίων αποδοχών ύψους 748,80 ευρώ (καθαρών μηνιαίων αποδοχών ύψους 650 ευρώ). Δεν προέκυψεν εκ κάποιου αποδεικτικού στοιχείου ότι κατηγγέλθη η εν λόγω σύμβασις διά το επέκεινα χρονικό διάστημα μέχρι της λήξεως του κρισίμου χρονικού διαστήματος της επιδίκου διετίας από της επιδόσεως της αγωγής. Παραλλήλως ειργάζετο περιστασιακώς ως ελασματουργός – σιδηρουργός, οσάκις ανεύρισκε εργασίαν επί του ως άνω αντικειμένου, και απεκέρδαινε εκ της τοιαύτης εργασίας επιπρόσθετον εισόδημα περίπου 300 ευρώ μηνιαίως. Η κατά τον μήνα Νοέμβριο του έτους 2014 μετάβασις αυτού εις την Ισπανία προς παροχήν εργασίας ελασματουργού τυγχάνει μεμονωμένον γεγονός και δεν καταδεικνύει διάρκειαν και συνέχειαν ή περιοδικότητα εις την απασχόλησίν του εν τη αλλοδαπή. Εκ των ως άνω αποδεικνύεται ότι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της επίδικης διετίας έλαβε από τις προαναφερθείσες αιτίες εισόδημα χρηματικού ύψους 19.400 ευρώ [= (550 Ε /μην. Χ 12&1/2 μήνες) + 1.250 Ε + 360 Ε /μην. Χ 5 μήνες) + (650 Ε /μην. Χ 3&1/2 μήνες) + (300 Ε /μην/ Χ 24 μήνες)], όπερ αντιστοιχεί σε χρηματικόν ποσόν 808,33 ευρώ μηνιαίως. Η εκ μέρους της μητρός των ανηλίκων τέκνων αιτίασις περί του ότι το μηνιαίον εισόδημα του πατρός των ανηλίκων τέκνων τυγχάνει μεγαλύτερον, διά τον λόγον ότι συμμετέχει σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων ανά την ελληνικήν επικράτειαν και συνακολούθως προβαίνει σε δαπάνες μετακινήσεως και διανυκτερεύσεως εις τον τόπον εκάστου αγωνίσματος δρόμου αντοχής, δεν δύναται να αποδυναμώσει την ως άνω σχηματισθείσαν κρίσιν περί του ύψους των μηνιαίων εισοδημάτων του εναγομένου κατά την κρίσιμη διετίαν, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι δεν διευκρινίσθηκε από την ενάγουσα (έστω διά του δικογράφου της εφέσεως) ούτε προέκυψεν εκ των αποδείξεων ότι ο εκκαλών συμμετέσχε σε άνω των πέντε αθλητικών αγώνων ετησίως εκτός Αττικής κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της επίδικης διετίας, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι διά μόνων των υπ’ αυτής προσκομισθεισών ως εις διαδικτυακόν τόπον κοινωνικής επαφής ανηρτημένων φωτογραφιών συμμετοχής του αντιδίκου σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων δεν δύναται να προσδιορισθεί συχνότης συμμετοχής μείζονος της προαναφερομένης, αφού άλλες εξ αυτών φέρουν ως χρονολογίες διαδικτυακής αναρτήσεως τα έτη 2013 και 2014 και άλλες εξ αυτών δεν φέρουν χρονολογίαν παρά μόνον ημερομηνίαν διαδικτυακής αναρτήσεως. Ο εκκαλών δεν έχει ακίνητη περιουσία ούτε χρηματικές καταθέσεις σε τράπεζες (ουδέν περί του εναντίου ισχυρίσθη η μήτηρ των ανηλίκων), ενώ έχει το ήμισυ συγκυριότητος επί ενός αυτοκινήτου, το οποίον τυγχάνει εργοστασιακού οίκου «Όπελ», τύπου «Βέκτρα», έτους πρώτης κυκλοφορίας 2005 και είχε κατά τον χρόνον πρωτοβαθμίου συζητήσεως της αγωγής (ως πλήρες δικαίωμα κυριότητος) αξίαν 3.500 ευρώ. Καταβάλλει δε μίσθωμα 200 ευρώ μηνιαίως διά την μίσθωσιν διαμερίσματος επιφανείας 63,75 μ2 προς εγκατοίκησιν επί της οδού ……. εντός του δήμου Νικαίας νομού Αττικής. Η μήτηρ των ανηλίκων τέκνων έχει γεννηθεί την 3η Φεβρουαρίου 1979. Ειργάσθη διά συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας ως νοσηλεύτρια στην ανώνυμη εταιρείαν υπό την επωνυμίαν «……….» αντί μηνιαίων αποδοχών, οι οποίες ανήρχοντο σε καθαρόν ύψος 1.149,64 ευρώ κατά τον Απρίλιον του έτους 2015. Διά της εκκαλουμένης αποφάσεως είχε γίνει δεκτόν ότι κατά την πρωτοβάθμιον συζήτησιν της υποθέσεως εκ των δεδουλευμένων αποδοχών ωφείλοντο από την ως άνω εργοδότιδα προς την μητέρα των ανηλίκων τέκνων: α) χρηματικόν ποσόν 4.679,24 ευρώ διά τους μήνες Ιούλιον έως και Δεκέμβριον του έτους 2013 και β) χρηματικόν ποσόν 3.233,19 ευρώ διά τους μήνες Ιούλιον έως και Σεπτέμβριον του έτους 2014. Όμως διά της από 28-5-2015 βεβαιώσεως της ως άνω ανωνύμου εταιρείας παροχής ιατρικών υπηρεσιών (εργοδότιδος), η οποία είχε εκδοθεί σε χρόνο προγενέστερο της πρωτοβαθμίου συζητήσεως της υποθέσεως, οι αποδοχές του μηνός Ιουλίου του έτους 2013 δεν έχουν αναγραφεί ως οφειλόμενες. Διά της αυτής ως άνω βεβαιώσεως της εργοδότιδος εφέροντο ως οφειλόμενες και οι αποδοχές των μηνών Δεκεμβρίου έτους 2011, Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου έτους 2012 και Ιανουαρίου έως και Απριλίου έτους 2015, οι οποίες διά της εκκαλουμένης αποφάσεως αναφέρονται ως μη οφειλόμενες, δίχως να έχει αμφισβητηθεί η τοιαύτη πρωτόδικος κρίσις εις δεύτερον βαθμόν αλλά και ούτε να έχει εις δεύτερον βαθμόν προσκομισθεί υπό της μητρός των ανηλίκων αντίστοιχος βεβαίωσις της ως άνω εργοδότιδος ανωνύμου εταιρείας, διά της οποίας να βεβαιούται ότι εξακολουθούν να οφείλονται οι ως άνω δεδουλευμένες αποδοχές, ούτε άλλωστε η εφεσίβλητος μήτηρ διά των δευτεροβαθμίων προτάσεων ισχυρίζεται ότι έχει παραμείνει ανεξόφλητο κάποιον υπόλοιπον δεδουλευμένων αποδοχών. Από του μηνός Ιουλίου του έτους 2016 η μήτηρ των ανηλίκων είναι εγγεγραμμένη στο Ταμείο Ανεργίας του ΟΑΕΔ και λαμβάνει μηνιαίον επίδομα 432 ευρώ, όπως τούτο δεν έχει αμφισβητηθεί ειδικώς υπό του εκκαλούντος. Ήτοι, κατά την επίδικη διετία τα εισοδήματα της μητρός των ανηλίκων εκ της παρασχεθείσης εργασίας και εν συνεχεία εκ του επιδόματος του Ταμείου Ανεργίας προσδιορίζονται σε χρηματικόν ύψος 22.209,06 ευρώ [= (1.149,64 Ε /μην. Χ 16&1/2 μήνες) + (432 Ε /μην. Χ 7&1/2 μήνες)], ήτοι σε χρηματικόν ποσόν 925,38 ευρώ μηνιαίως. Δεν προέκυψεν εκ κάποιου αποδεικτικού στοιχείου ούτε προεβλήθη υπό του εκκαλούντος ότι αύτη διαθέτει τραπεζικές καταθέσεις. Τυγχάνει αποκλειστική κυρία των ακολούθων οριζοντίων ιδιοκτησιών: α’) της υπό στοιχεία «Ρ1» θέσεως σταθμεύσεως του υπογείου επιφανείας 10,12 μ2, β’) της υπό στοιχεία «Υ1» αποθήκης του υπογείου επιφανείας 40,28 μ2, γ’) του υπό στοιχεία «11» ισογείου διαμερίσματος του ισογείου επιφανείας 44,40 μ2 και δ’) του υπό στοιχεία «Α1» διαμερίσματος του πρώτου υπέρ το ισόγειον ορόφου επιφανείας 44,40 μ2 επί οικοδομήματος κειμένου επί της οδού …….. εντός του δήμου Άνω Λιοσίων νομού Αττικής. Επίσης τυγχάνει συγκυρία κατά το ήμισυ του προπεριγραφέντος ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτου, του οποίου το έτερον ήμισυ συγκυριότητος ανήκει, κατά τα προαναφερθέντα, εις τον πατέρα των ανηλίκων τέκνων. Διά την αποπεράτωσιν του ενιαίου διεπιπέδου διαμερίσματος των υπό στοιχεία «11» και «Α1» οριζοντίων ιδιοκτησιών της μητρός των ανηλίκων τέκνων ο εκκαλών πατήρ αυτών συνήψε την υπ’ αριθ. ……. /13-10-2005 σύμβασιν τοκοχρεωλυτικού δανείου μετά της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος Α.Ε. διά χρηματικόν κεφάλαιον 74.000 ευρώ αποπληρωτέον εντός χρονικού διαστήματος δέκα πέντε ετών. Κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της επίδικης διετίας η μηνιαία δόσις αποπληρωμής του δανείου ανήρχετο σε χρηματικόν ποσόν 466 ευρώ και από του μηνός Μαΐου του έτους 2015 σε χρηματικό ποσόν 526,44 ευρώ. Προς εξασφάλισιν δέ της καταβολής του δανείου η μήτηρ των ανηλίκων τέκνων συνήψε την ιδίας ημερομηνοχρονολογίας σύμβασιν εγγυήσεως και επιπλέον συνήνεσεν εις την εγγραφήν προσημειώσεως υποθήκης διά χρηματικήν ποσότητα 88.884 ευρώ επί των οριζοντίων ιδιοκτησιών των ως άνω διαμερισμάτων. Μετά δέ την επελθούσαν οριστική διάσπασιν της εγγάμου συμβιώσεως (εκκαλών) η μήτηρ των ανηλίκων έχει επωμισθεί την εξόφλησιν του δανείου. Προς τούτο έχει εκμισθώσει το προαναφερόμενο διαμέρισμα προς την ……… αντί μηνιαίου μισθώματος 450 ευρώ, το οποίον αναλώνει εξ ολοκλήρου εις την αποπληρωμήν των μηνιαίων δόσεων του δανείου συμπληρούσα εκ των εισοδημάτων της κατά το ελλείπον διά την αποπληρωμήν εκάστης δόσεως. Επί πλέον δαπανά χρηματικόν ποσόν 270 ευρώ μηνιαίως διά την μίσθωσιν διαμερίσματος (επιφανείας 74 μ2) κατά τον τρίτον όροφον οικοδομήματος επί της οδού …….. διά εγκατοίκησιν μετά των ανηλίκων τέκνων της. Οι συνολικές διατροφικές ανάγκες των ως άνω ανηλίκων διά αναγκαία έξοδα συντηρήσεως, ανατροφής και εκπαιδεύσεως αυτών βάσει των προπεριγραφεισών συνθηκών ζωής αυτών προσδιορίζονται σε χρηματικό ποσόν 500 ευρώ μηνιαίως διά την ανήλικη θυγατέρα και σε 400 ευρώ μηνιαίως διά τον ανήλικον υιόν. Εξ αυτών βάσει του συσχετισμού των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων και συνυπολογιζομένης και της εις χρήμα αποτιμητής υπηρεσίας της μητρός προς τα τέκνα της η τον εκκαλούντα βαρύνουσα μηνιαία διατροφή των δύο τέκνων του προσδιορίζεται διά την ανήλικη θυγατέρα σε χρηματικόν ποσόν 270 ευρώ μηνιαίως και διά τον ανήλικον υιόν σε χρηματικόν ποσόν 230 ευρώ μηνιαίως, τα οποία δύναται αυτός να καταβάλει, δίχως να διακινδυνεύει η ιδία αυτού διατροφή. Έσφαλε, επομένως, το πρωτοβάθμιον Δικαστήριον, το οποίον διά της εκκαλουμένης αποφάσεως επεδίκασε μείζονα των προαναφερομένων χρηματικά ποσά και πρέπει να εξαφανισθεί, να διακρατηθεί και δικασθεί κατ’ ουσίαν η κρινομένη διαφορά (άρθρο 535§1 ΚΠολΔ), να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινομένη αγωγή ως βάσιμος και κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλλει εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου ημερολογιακού μηνός χρηματικόν ποσόν διακοσίων εβδομήντα (270) ευρώ διά διατροφήν της ανηλίκου θυγατρός του και χρηματικόν ποσόν διακοσίων τριάντα (230) ευρώ διά διατροφήν του ανηλίκου υιού του επί διετίαν από την επομένην της επιδόσεως της αγωγής (από 18ης Φεβρουαρίου 2015 έως 17ης Φεβρουαρίου 2017) και νομιμοτόκως από της καθυστερήσεως καταβολής εκάστης μηνιαίας δόσεως. Συνεξαφανιζομένης και της πρωτοδίκου διατάξεως περί δικαστικής δαπάνης, πρέπει η δικαστική δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας να κατανεμηθεί αναλόγως της νίκης και ήττης (άρθρα 191 §2, 183 και 178§1 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εν τω διατακτικώ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν.
Δέχεται τυπικώς και εν μέρει κατ’ ουσίαν την υπ’ αριθ. καταθ. ……. /24-10-2016 έφεσιν.
Εξαφανίζει την υπ’ αριθ. υπ’ αριθ. 1690 /2016 απόφασιν ειδικής διαδικασίας διαφορών περί διατροφής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (κατά το κεφάλαιον περί επιδικάσεως διατροφής υπέρ των εις το σκεπτικόν αναφερομένων ανηλίκων τέκνων).
Διακρατεί και δικάζει κατ’ ουσίαν την κρινομένη διαφοράν.
Δέχεται εν μέρει την αγωγήν.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να προκαταβάλλει εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου ημερολογιακού μηνός προς τα υπό της μητρός αυτού νομίμως εκπροσωπούμενα δύο ανήλικα τέκνα του χρηματικόν ποσόν διακοσίων εβδομήντα (270) ευρώ μηνιαίως διά διατροφήν της ανηλίκου θυγατρός του και χρηματικόν ποσόν διακοσίων τριάντα (230) ευρώ διά διατροφήν του ανηλίκου υιού του επί χρονικόν διάστημα δύο ετών (από 18ης Φεβρουαρίου 2015 έως 17ης Φεβρουαρίου 2017) μετά του νομίμου τόκου από της καθυστερήσεως καταβολής εκάστης μηνιαίας δόσεως.
Επιβάλλει εις βάρος του εναγομένου μέρος της δικαστικής δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας του υπό της μητρός αυτού νομίμως εκπροσωπουμένων εναγούσης και ενάγοντος, την οποίαν ορίζει σε ποσόν διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Εκρίθη, απεφασίσθη και εδημοσιεύθη σε έκτακτη και δημοσία συνεδρίαση στο ακροατήριο του, δίχως να παρίστανται οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι αυτών, την 18η Μαΐου 2018.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ