Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 316/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αριθμός     316 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

 Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ανακοπή κατά απόφασης που έχει εκδοθεί ερήμην επιτρέπεται να ασκήσει ο διάδικος που δικάστηκε ερήμην, αν δεν κλητεύθηκε καθόλου ή νόμιμα ή εμπρόθεσμα ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας (άρθρο 501 Κ.Πολ.Δ.). Στην έννοια της ανώτερης βίας, που συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 152 Κ.Πολ.Δ, περιλαμβάνεται οποιοδήποτε ανυπαίτιο γεγονός, εντελώς εξαιρετικής φύσεως, το οποίο δεν αναμενόταν, ούτε ήταν δυνατόν να προληφθεί ή να αποτραπεί από τον διάδικο, ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης, ανεξάρτητα αν το γεγονός είναι εσωτερικό ή όχι (Ολ.Α.Π. 29/1992, A.Π. 219/2016, A.Π. 67/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Αν η ανακοπή ασκήθηκε εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 503 παρ. 1 και 505 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.) και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιμος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση που ανακόπηκε και τις πράξεις που ενεργήθηκαν μετά την απόφαση αυτή και διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο (άρθρο 505 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.) και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Αλλιώς, αν δηλαδή η ανακοπή δεν ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, ή αν δεν πιθανολογείται η βασιμότητα του λόγου της, το δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 509 Κ.Πολ.Δ). Από τις διατάξεις αυτές και με στόχο την ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, προκύπτει ότι το δικαστήριο αποφαίνεται για την ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της ανακοπής ερημοδικίας αμέσως, με την ίδια απόφαση με την οποία θα κρίνει και το τυπικά παραδεκτό και τη νομική βασιμότητα της ανακοπής (Βαθρακοκοίλης, Κ.Πολ.Δ, Ερμ. Νομολ. Ανάλυση, υπ’ άρθρο 509, παρ 1), αρκούμενο σε πιθανολόγηση, για τη διαμόρφωση της οποίας δεν είναι υποχρεωμένο να διατάξει τη διεξαγωγή αποδείξεων (άρθρο 347 Κ.Πολ.Δ.). Το ελάττωμα της κλήτευσης ή η ύπαρξη του περιστατικού ανώτερης βίας, που προκάλεσαν την ερημοδικία του ανακόπτοντος, θα διαγνωστούν με βάση τα στοιχεία που επικαλούνται και προσκομίζουν προαποδεικτικά οι διάδικοι (Εφ.Πατρ. 67/2017, Εφ.Πατρ. 320/2017, Εφ.Πειρ. 35/2015, Εφ.Δωδ. 190/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Ν. Νίκα, τα ένδικα μέσα, έκδ. 2007, σ. 106, Γ Διαμαντόπουλου, Η ανωτέρα βία ως λόγος ανακοπής ερημοδικίας, 1997, αρ. IV 2, σ. 159 επ, όπου λοιπές παραπομπές).                        Στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη από  25-5-2017 και με ΓΑΚ/ΑΚ/…./…./25-5-2017 ανακοπή ερημοδικίας στρέφεται κατά της 136/2017 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, η οποία εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος και ήδη ανακόπτοντος Ταμείου Αλληλοβοήθειας Ιδιωτικού Προσωπικού Πολεμικού Ναυτικού» (Τ.Α.Ι.Π.Π.Ν.) και απέρριψε την από 2-6-2015 και με ΓΑΚ/ΑΚ/../…/26-6-2015 έφεσή του κατά της 1040/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε επί της από 12-4-2013 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …./2013 αγωγής των εφεσίβλητων και ήδη καθ’ ων η ανακοπή ………… (μελών του ανακόπτοντος – πολιτικών  υπαλλήλων Π.Ν.), με την οποία οι τελευταίοι ζητούσαν να υποχρεωθεί αυτό (εναγόμενο και ήδη ανακόπτον) να τους καταβάλει τα αναφερόμενα ποσά εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης που δικαιούταν ο καθένας κατά το καταστατικό του μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης. Η ανακοπή αυτή ασκήθηκε εμπρόθεσμα, εφόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε άλλωστε προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα, ότι έγινε επίδοση της ανακοπτομένης απόφασης (άρθρο 503 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.) και παραδεκτά, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το παράβολο ερημοδικίας των διακοσίων πενήντα ευρώ που ορίστηκε με την τελευταία απόφαση (όπως προκύπτει από τα επισυναπτόμενα στην ανακοπή με αριθμούς …………… παράβολα Δημοσίου). Επομένως, η ανακοπή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το νόμιμο και ουσιαστικά βάσιμο του μόνου λόγου της.            Το ανακόπτον, με το μόνο λόγο της ανακοπής του ισχυρίζεται ότι, η μη εκπροσώπησή του κατά τη μετ’ αναβολή δικάσιμο του Δικαστηρίου τούτου στις 16-2-2017, οπότε συζητήθηκε ερήμην του, κατά την τακτική διαδικασία, η άνω έφεσή του κατά της με αριθμό 1040/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, οφείλεται σε ανωτέρα βία, συνιστάμενη στο ότι τα μέλη του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου του που διορίστηκαν με τη με αριθ. 2219/7-11-2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (εκούσια δικαιοδοσία) δεν ανέλαβαν τα καθήκοντα που τους ανατέθηκαν, όπως διαπιστώθηκε στις 5-12-2016 που συνήλθε για να συγκροτηθεί σε σώμα το προσωρινό διοικητικό του συμβούλιο, με συνέπεια το ίδιο (ανακόπτον) να στερείται παντελώς εκπροσώπησης και δυνατότητας να παράσχει έγκαιρα εξουσιοδότηση σε δικηγόρο για να το εκπροσωπήσει κατά την προαναφερθείσα δικάσιμο που συζητήθηκε η έφεσή του. Όμως, με βάση τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, η ερημοδικία του ανακόπτοντος κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 16-2-2017 δεν οφείλεται σε ανυπαίτιο γεγονός εντελώς εξαιρετικής φύσης το οποίο δεν αναμενόταν και δεν ήταν δυνατόν να προληφθεί ή να αποτραπεί απ’ αυτό ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας συνετού ανθρώπου, αλλά σε λόγους που αφορούν το ίδιο το ανακόπτον και την έλλειψη της επιμέλειας που όφειλε να επιδεικνύει σχετικά με την ένδικη υπόθεσή του. Και τούτο καταρχήν ενόψει του ότι το ανακόπτον δεν επικαλείται ότι, από τις 5-12-2016 που διαπίστωσε την αδυναμία συγκρότησης προσωρινού διοικητικού συμβουλίου του μέχρι την έναρξη της συζήτησης στο ακροατήριο στις 16-2-2017, ήταν αδύνατο για κάποιο συγκεκριμένο λόγο να οριστεί με προσωρινή διαταγή προσωρινή του διοίκηση προς αντιμετώπιση των κατεπειγουσών ζητημάτων του, μεταξύ των οποίων και το επικαλούμενο της έγκαιρης χορήγησης εξουσιοδότησης σε δικηγόρο για να το εκπροσωπήσει κατά τη συζήτηση της έφεσής του. Επιπλέον, καίτοι το ανακόπτον φέρεται να γνώριζε από τις 5-12-2016, ήτοι δυόμισι περίπου μήνες πριν τη συζήτηση της έφεσής του, την αδυναμία συγκρότησης σε σώμα του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου του, παρά ταύτα δεν φέρεται να αιτήθηκε άμεσα το δικαστικό ορισμό μέσα στο διάστημα αυτό προσωρινά προσωρινής του διοίκησης. Όμως, δεν δικαιολογείται από άποψη επιμέλειας μέσου συνετού διαδίκου το ανακόπτον να αναμένει τους τελευταίους δυόμισι μήνες πριν τη δικάσιμο της 16-2-2017 κατά την οποία συζητήθηκε ερήμην του η έφεσή του για να εξουσιοδοτήσει δικηγόρο για να το εκπροσωπήσει κατά τη συζήτηση αυτής, αφού φέρεται ότι την έφεση την κατέθεσε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του την 2-6-2015 και ότι είχε αυτή προσδιοριστεί αρχικά για τις 3-3-2016 και μετά από νόμιμη αναβολή για τις 16-2-2017. Άλλωστε, τα περιστατικά που επικαλείται το ανακόπτον του παρείχαν την ευχέρεια να χορηγήσει από την 2-6-2015 ή τουλάχιστον από την 3-3-2016 εξουσιοδότηση σε δικηγόρο για να το εκπροσωπήσει κατά τη συζήτηση της έφεσής του και δη, ως είθισται σε ανάλογες περιπτώσεις, στον ίδιο δικηγόρο που είχε συντάξει και καταθέσει την έφεσή του και το είχε εκπροσωπήσει και πρωτόδικα, ενόψει και του ότι δεν επικαλείται ανάκληση της εντολής του προς αυτόν ή παραίτηση του τελευταίου από την άνω εντολή. Τούτο δε ανεξάρτητα από το ότι η αδυναμία συγκρότησης σε σώμα του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου του, την οποία επικαλείται ως μόνο λόγο ανακοπής, δεν αναιρεί τυχόν υφιστάμενη εξουσιοδότηση αυτού προς τον άνω δικηγόρο του που συνέταξε και κατέθεσε την έφεσή του να το εκπροσωπήσει και κατά τη συζήτησή της (οπότε δεν υπήρχε λόγος για χορήγηση νέας σχετικής εξουσιοδότησης προς αυτόν), καθώς και από το ότι, για την προσκόμιση στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο τούτο της εξουσιοδότησης προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, εφόσον αυτή αμφισβητούνταν από τους εφεσίβλητους, το ανακόπτον μπορούσε να αιτηθεί τη χορήγηση σχετικής προθεσμίας. Κατόπιν τούτων πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος ο μοναδικός λόγος της ανακοπής και η τελευταία στο σύνολό της και να διαταχθεί η εισαγωγή του προκαταβληθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο, κατά τη διάταξη του άρθρου 509 εδάφ. β’ Κ.Πολ.Δ. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί το ανακόπτον, λόγω  της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η ανακοπή, τα οποία, λόγω της κοινής τους παράστασης, θα τους επιδικαστούν ενιαία, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματός τους (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την από 25-5-2017 και με Γ.Α.Κ./Α.Κ./…./…./25-5-2017 ανακοπή ερημοδικίας κατά της 136/2017 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ, που κατατέθηκε από το ανακόπτον με τα υπ’ αριθ. ………. παράβολα Δημοσίου, ποσού εκατό (100,00) ευρώ εκάστου των δυο πρώτων, τριάντα (30,00) ευρώ του τρίτου και δέκα (10,00) ευρώ εκάστου των τρίτου και τέταρτου.

Καταδικάζει το ανακόπτον στα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η ανακοπή, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 24 Μαΐου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

   Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ