Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 346/2018

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  346/ 2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Γεώργιο Βερούση και Ελένη Σκριβάνου-Εισηγήτρια, Εφέτες, και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ  ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ΄αρ. 179/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, όπως αυτή ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το Ν. 4335/23-7-2015, που δεν καταλαμβάνει τις αγωγές που ασκήθηκαν πριν την 1-1-2016, όπως εν προκειμένω, (άρθρο 9 παρ.2 ως άνω νόμου), έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.1 ΚΠολΔ) και εντός της νόμιμης προθεσμίας των 30 ημερών (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η επίδοση της εκκαλουμένης στους εναγόμενους -εκκαλούντες έλαβε χώρα στις 20-2-2017, όπως προκύπτει από τις υπ’αρ. …. και ……….. εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών της περιφέρειας του Εφετείου Θεσ/κης ……. και Λάρισας ………., αντίστοιχα ,και η ένδικη έφεση κατατέθηκε, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, στις 17-3-2017, όπως προκύπτει από την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας έκθεση κατάθεσης. Έχουν κατατεθεί δε από τους εκκαλούντες, κατ΄ άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ, τα παράβολα του Δημοσίου, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κάτωθεν της προαναφερθείσας έκθεσης κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης.

Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο, στην ουσία της κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στα πλαίσια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 19, 533 παρ.1,2, 522 ΚΠολΔ).

Το γεγονός δε ότι, ενώ στα, εισαγωγικά του δικογράφου της έφεσης στοιχεία, αναγράφεται ορθώς ότι, αυτή στρέφεται κατά της ως άνω (υπ΄αρ.179/2017) απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς εντούτοις, στο αιτητικό αυτής, εκ προφανούς παραδρομής, αναφέρεται ως αριθμός της εκκαλουμένης απόφασης λανθασμένα 178/2017, δεν οδηγεί σε αοριστία της έφεσης και απόρριψή της ως απαράδεκτης, όπως αβάσιμα υποστηρίζει η εφεσίβλητη με τις προτάσεις της, ισχυρισμός που προβλήθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της και ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος δικαστηρίου και καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά αυτού, καθώς από την επισκόπηση όλου του περιεχομένου του δικογράφου της ένδικης έφεσης από το δικαστήριο, δεν καταλείπεται αμφιβολία για το σωστό αριθμό της εκκαλουμένης και για το ποιά είναι η προσβαλλομένη απόφαση. Εξάλλου, δεν οδηγεί σε αοριστία ή απαράδεκτο της έφεσης, όπως αβάσιμα, επίσης, ισχυρίζεται η εφεσίβλητη, κατά τον ίδιο ως άνω τρόπο, η μη αναγραφή του αριθμού φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) των εκκαλούντων στην έφεση, (που εν προκειμένω έχει συμπληρωθεί ιδιόγραφα), διότι, σε κάθε περίπτωση, η υποχρέωση αυτή, που προβλέπεται από το άρθρο 118 παρ.3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του με το Ν. 4335/2015, δεν τίθεται με ποινή απαραδέκτου.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 785, 786, 787, 792 παρ.2, 961, 962, 1113 ΑΚ προκύπτει, ότι, σε περίπτωση αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος, από έναν από τους κοινωνούς, δικαιούνται οι υπόλοιποι, και αν δεν πρόβαλαν αξίωση σύγχρησης, να απαιτήσουν από αυτόν, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, ανάλογη προς το ποσοστό του δικαιώματος τους μερίδα από το όφελος (καρπούς και γενικότερα ωφελήματα), που αυτός αποκόμισε ή εξοικονόμησε και το οποίο από την αιτία αυτή αποκόμισε, ενώ οι κοινωνοί, όταν ενάγονται για την απόδοση της ανάλογης μερίδας επί των καρπών του κοινού πράγματος, τελούν σε απλή ομοδικία (Εφ.Θεσ. 1666/1998, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, προκειμένου περί αστικού ακινήτου, το όφελος αυτό συνίσταται στην, κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσης, μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσης κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αφού δεν υπάρχει μισθωτική σχέση, αλλά αποδοτέα, ως αποζημίωση, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, ωφέλεια. Συνεπώς, στη σχετική αγωγή αποζημίωσης, καθώς και στην απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας που θα εκδοθεί, αρκεί να αναφέρεται το κοινό ακίνητο, η σ’ αυτό μερίδα του ενάγοντος, ότι ο εναγόμενος έκανε, κατά τον επίδικο χρόνο, αποκλειστική χρήση του κοινού ακινήτου και, επίσης, το, κατά τον επίδικο χρόνο όφελος, του εναγομένου κοινωνού από την αποκλειστική χρήση του κοινού ακινήτου. Η σχετική αξίωση γεννιέται από μόνο το γεγονός της αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν των κοινωνών, δεν αποκλείεται, όμως, να ανακύπτει παράλληλα και ευθύνη του ως κακόπιστου νομέα κατά το άρθρο 1098 ΑΚ ή και αδικοπρακτική ευθύνη του κατά τα αρθρ. 914 ή και 1099 ΑΚ, αν παράνομα και υπαίτια εμπόδισε τη σύγχρηση του κοινού πράγματος από τους λοιπούς κοινωνούς (AΠ 235/2016, ΑΠ 7/2015, ΑΠ 767/2014, Εφ.Πειρ. 232/2016, δημοσιευμένες όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Ακόμη, κατά τη διάταξη του άρθρου 789 ΑΚ με απόφαση της πλειοψηφίας των κοινωνών, που λαμβάνεται κατά το μέγεθος των μερίδων τους, μπορεί να καθορισθεί ο προσήκων τρόπος τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης για το κοινό αντικείμενο. Στις πράξεις τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης περιλαμβάνεται και η σύμβαση μίσθωσης καθώς και κάθε άλλη πράξη, η οποία τείνει στη διατήρηση ή άρση των συνεπειών της, όπως η παράταση ή η τροποποίηση της σύμβασης μίσθωσης ή η καταγγελία αυτής. Η απόφαση της πλειοψηφίας που λήφθηκε μέσα στα πλαίσια του άρθρου 789 ΑΚ δεν αφορά μόνο τις εσωτερικές σχέσεις των κοινωνών, αλλά ενέχει και εξουσία αντιπροσώπευσης και συνακόλουθα είναι έγκυρη και δεσμεύει όλους τους κοινωνούς δηλαδή και εκείνους που διαφώνησαν και μειοψήφησαν (ΑΠ 665/2008, Εφ.Πατρ.90/2011, Εφ.Θεσ. 1787/2007, Εφ.Αθ. 475/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για τη λήψη απόφασης της πλειοψηφίας δεν απαιτείται συνταγμένη σύσκεψη όλων των κοινωνών ούτε άλλη τυπική διαδικασία (Εφ.Αθ.1288/2006, Εφ.Πατρ. 992/2006, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η γνώμη της μειοψηφίας πρέπει να ακούγεται, εάν δε, ληφθεί απόφαση χωρίς να ζητηθεί η γνώμη της, αυτή δεν θα είναι εκ του λόγου αυτού άκυρη, αλλά μπορεί να θεμελιώσει ευθύνη της πλειοψηφίας προς αποζημίωση κατά το άρθρο 788 παρ. 1 εδ. β ΑΚ ή να αποτελέσει σπουδαίο λόγο, κατά το άρθρο 797 εδ. α ΑΚ, για την πρόωρη δικαστική λύση της κοινωνίας (Εφ.Πειρ. 845/2004, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση, όμως, που η απόφαση της πλειοψηφίας παραβιάζει τους όρους του άρθρου 789 ΑΚ ή αντίκειται σε άλλους τιθέμενους από το νόμο περιορισμούς (αρθρ. 792 ΑΚ), οι εναντιωθέντες στην απόφαση της πλειοψηφίας μειοψηφούντες συγκύριοι δικαιούνται να επιδιώξουν την αναγνώριση της ακυρότητας της απόφασης κατά τα άρθρα 174 και 180 ΑΚ. Ακόμη, η απόφαση της πλειοψηφίας μπορεί να προσβληθεί από τη μειοψηφία, κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια τα τιθέμενα από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος, η τυχόν δε υπάρχουσα παραβίαση των όρων του άρθρου 789 ΑΚ ή η αντίθεση της απόφασης της πλειοψηφίας προς την διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, παράγει σχετική μόνον ακυρότητα υπέρ των απαρτιζόντων την μειοψηφία μερίδων των κοινωνών (ΑΠ 160/2008, ΑΠ 212/2003, Εφ.Πατρ. 37/2009, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, η εφεσίβλητη  στην κρινόμενη έφεση εξέθετε, στην από 2-6-2011 και με αρ. κατάθεσης δικογράφου …../2011, αγωγή της, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των εναγομένων -ήδη εκκαλούντων, κατ΄εκτίμηση του δικογράφου της, όπως το αίτημά της συμπληρώθηκε-διορθώθηκε, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού, αλλά και με τις πρωτόδικες προτάσεις της, ότι αυτή και οι εναγόμενοι είναι εξ αδιαιρέτου συγκύριοι (σε ποσοστό 25% έκαστος εξ αυτών), του λεπτομερώς περιγραφόμενου, κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου (οικοπέδου μετά της εντός αυτού παλαιάς οικίας), που βρίσκεται στον οικισμό ……… Κυθήρων.  Ότι το ως άνω ποσοστό συγκυριότητάς της στο ακίνητο αυτό απέκτησε εκ κληρονομίας του θείου της ………., που απεβίωσε στις 3-4-1990, δυνάμει της από 6-2-1990 ιδιόγραφης διαθήκης του, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αρ. …./20-4-1990 πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και καταχωρήθηκε στα οικεία βιβλία διαθηκών, στην οποία (κληρονομία) υπεισήλθε από την ημερομηνία του  θανάτου του ως ανω διαθέτη, ενώ προέβη στην  αποδοχή αυτής, με την υπ’αρ. ……/10-2-2011 πράξη αποδοχής κληρονομίας, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων (τόμος … με α.α. …). Ότι οι εναγόμενοι, παράνομα και αυθαίρετα, από τον Απρίλιο του 2008, κάνοντας οι ίδιοι αποκλειστική χρήση του επίκοινου ακινήτου, αποστερούν την ενάγουσα από τη χρήση και εκμετάλλευσή του, κατά το ποσοστό συγκυριότητάς της, παρακρατώντας τα κλειδιά αυτού, αποβάλλοντάς την έτσι από τη συννομή της στο ως άνω ακίνητο, παρά τις σχετικές οχλήσεις της να της την αποδώσουν. Ζητούσε, δε ακολούθως, η ενάγουσα (σωρεύοντας στο δικόγραφο της αγωγής της, διεκδικητική κυριότητας και αγωγή αποζημίωσης). α) Να αναγνωρισθεί συγκυρία και συννομέας του επίδικου ακινήτου κατά το ως άνω ποσοστό (1/4 ή 25%) και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της αποδώσουν το ιδανικό της μερίδιο σε αυτό, β) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν, με βάση τις διατάξεις περί αδικοπραξίας, ο καθένας εις ολόκληρον, το ποσό των 19.500 ευρώ, ως αποζημίωση, που αφορά το όφελος που αποκόμισαν οι τελευταίοι από τη χρήση –εκμετάλλευση του μεριδίου της στο επίκοινο ακίνητο, το οποίο συνίσταται, στην, κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσης, μισθωτική αξία της μερίδας της, ήτοι (2.000 ευρώ χ 25%) = 500 ευρώ μηνιαίως χ 39 μήνες (από τον Απρίλιο του 2008 έως την άσκηση της αγωγής) καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την ως άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων, όλα τα παραπάνω ποσά, με το νόμιμο τόκο, από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Άλλως, επικουρικά, η ενάγουσα ζητούσε, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, να της καταβάλουν, με βάση τις διατάξεις περί κοινωνίας, το ποσό των 14.250 ευρώ έκαστος, ήτοι 9.750 ευρώ για το ως άνω διάστημα, αλλά και 4.500 ευρώ, κατ΄άρθρο 69 ΚΠολΔ, που αφορά περαιτέρω διάστημα 18 μηνών, από την άσκηση της αγωγής έως την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτησή της, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα σε αυτήν, με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία που κάθε ένα από τα επιμέρους μηναία ποσά κατέστη απαιτητό, έως την εξόφληση.

Με την εκκαλουμένη απόφασή του (υπ΄αρ. 179/2017) το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, αφού έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή, τόσο ως προς το αίτημά της, που προσιδιάζει στη διεκδικητική αγωγή, (πλην του αιτήματός της περί απαγόρευσης, με τη απειλή προσωπικής κράτησης και χρηματικής ποινής, κάθε μελλοντικής διατάραξης της σύγχρησης –συννομής της επί του επίκοινου ακινήτου, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμο, καθώς η εκτέλεση της απόφασης επί διεκδικητικής αγωγής γίνεται με βάσει το άρθρο 943 ΚΠολΔ), όσο και ως προς το κύριο αίτημά της, το στηριζόμενο στις εξ αδικοπραξίας διατάξεις, αλλά και ως προς το επικουρικό αίτημά της, στηριζόμενο στις διατάξεις περί κοινωνίας, ακολούθως έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως προς την κύρια βάση της. Ειδικότερα, αναγνώρισε την ενάγουσα συγκυρία του εν λόγω ακινήτου σε ποσοστό ¼ ή 25%, υποχρέωσε τους εναγομένους να της αποδώσουν το ακίνητο κατά το ως άνω ποσοστό, καθώς επίσης να της καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρον, ως αποζημίωση, το ποσό των 4.875 ευρώ (39 μήνες χ 500 ευρώ μηνιαίως χ25%) και το ποσό των 500 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση.

Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονούνται οι εναγόμενοι–ήδη εκκαλούντες, για τους λόγους που εκθέτουν σ΄αυτήν, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί συνολικά η άνω αγωγή της αντιδίκου τους.

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού, καθώς και όλων των εγγράφων που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και οι προσκομιζόμενες φωτογραφίες, η γνησιότητά των οποίων δεν αμφισβητείται, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά.

Οι διάδικοι είναι εξ αδιαιρέτου συγκύριοι (σε ποσοστό 25% η ενάγουσα-εφεσίβλητη και 25 %, καθένας από τους πρώτο και δεύτερο των εναγομένων –εκκαλούντων), ενός ακινήτου ήτοι οικοπέδου εμβαδού 8.458,41 τ.μ μετά της εντός αυτού παλαιάς οικίας, αποτελουμενης από ισόγειο, κατώι και όροφο συνολικού εμβαδού 302,15 τ.μ, που βρίσκεται στον οικισμό ……. Κυθήρων, εµφαινοµένου του οικοπέδου µε τα αλφαβητικά στοιχεία Η.Θ.I.Κ.Λ.Μ.Ν.Ξ.Ο.Π.Ρ.Σ.Τ.Υ.Φ.Χ.Ψ.Ω.α.β.γ.’ζ.η.θ.ι.κ.λ.Η. στο από Μαΐου 2005 τοπογραφικό διάγραµµα του τοπογράφου µηχανικού …, συνορευόµενου του οικοπέδου αυτού ανατολικά επί προσώπου Η.Θ. µήκους 14,60 µέτρων, επί προσώπου Θ.Ι. µήκους 22,95 µέτρων, επί προσώπου Ι.Κ. µήκους 4,55 µέτρων, επί προσώπου Κ.Λ. µήκους 15,45 µέτρων, επί προσώπου Λ.Μ. µήκους 15,10 µέτρων, µε δηµοτική οδό, πλάτους 6 µέτρων, επί πλευράς Ν.Ξ. µήκους 7,20 μέτρων, επί πλευράς Ο.Π. µήκους 5,60 µέτρων και επί πλευράς Π.Ρ. µήκους 10,35 µέτρων, µε ιδιοκτησία κληρονόµων ………, νότια επί πλευράς Ο.Ξ. µήκους 3,20 µέτρων, επί πλευράς Ρ.Σ. µήκους 9,90 µέτρων, επί πλευράς Τ.Υ. µήκους 22,75 µέτρων, επί πλευράς Υ.Φ. µήκους 24,80 µέτρων, επί πλευράς Φ.Χ. μήκους 8,10 μέτρων, επί πλευράς Χ.Ψ. μήκους 11,95 μέτρων, επί πλευράς Ψ.Ω. μήκους 13,45 μέτρων και επί πλευράς Ω.α μήκους 18,75 μέτρων, με ιδιοκτησία κληρονόμων ……., δυτικά επί πλευράς α.β. μήκους 20,50 και επί πλευράς β.γ’. μήκους 23,30 μέτρων με ιδιοκτησία κληρονόμων ………. και βόρεια επί πλευράς γ’.ζ. μήκους 27,30 μέτρων, επί πλευράς ζ.η. μήκους 33,10 μέτρων, επί πλευράς η.θ. 14,20 μέτρων, επί πλευράς θ.ι. μήκους 4,40 μέτρων, επί πλευράς ι.κ. µήκους 2,80 μέτρων, επί πλευράς κ.λ. μήκους 29,70 και επί πλευράς λ.Η. μήκους 2,30 μέτρων με ιδιοκτησία ….., . …. Τα ως άνω ποσοστά συγκυριότητας της ενάγουσας και των εναγομένων επί του επιδίκου, καθώς επίσης και το έτερο ποσοστό του 25% εξ αδιαιρέτου  αυτού, το οποίο ανήκει στην ΄………. (μη διάδικο), δεν αμφισβητούνται από τους διαδίκους. Συγκεκριμένα, οι εναγόμενοι συνομολογούν το ως άνω ποσοστό της ενάγουσας επί του επίκοινου ακινήτου, και αναφέρουν στις πρωτόδικες προτάσεις τους, όπως και στην ένδικη έφεση, ότι ποτέ δεν αμφισβήτησαν τη συγκυριότητά της επ ΄αυτού. Πράγματι, δε, από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προκύπτει τέτοια αμφισβήτηση. Εντούτοις, όπως, επίσης, συνομολογείται από τους εναγομένους, αυτοί κάνουν αποκλειστική χρήση του επίκοινου ακινήτου κατά το αναφερόμενο στην αγωγή διάστημα. Αυτό, όμως, συμβαίνει κατόπιν απόφασής τους, ήδη από το έτος 1994 και έκτοτε, για τη χρήση του, ως πλειοψηφούντων συγκοινωνών μαζί με τη μη διάδικο – έτερη συγκυρία αυτού προαναφερθείσα …………., αφού αυτοί, μαζί με την τελευταία, (η οποία, λόγω του προχωρημένου της ηλικίας της, δεν μεταβαίνει σχεδόν καθόλου τα τελευταία έτη  στην εν λόγω οικία στα Κύθηρα), κατέχουν συνολικά ποσοστό 75% του επίκοινου ακινήτου. Η απόφαση δε αυτή, δεν απαιτείται για να είναι έγκυρη, κατά τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, να έχει συνταχθεί εγγράφως ή να έχει ληφθεί σε συνταγμένη σύσκεψη όλων των κοινωνών, ούτε με άλλη τυπική διαδικασία. Θα έπρεπε, μεν, πριν την λήψη της, να είχε ακουστεί η γνώμη της μειοψηφούσας κοινωνού -ενάγουσας  και να είχε γνωστοποιηθεί σε αυτήν, γεγονός που δεν προκύπτει ότι συνέβη τουλάχιστον διά εγγράφου, η μη τήρηση, όμως, των όρων αυτών, δεν οδηγεί, άνευ ετέρου, στην ακυρότητα της εν λόγω απόφασης, αλλά θα μπορούσε, ενδεχομένως, να επιδιωχθεί από τη μειοψηφούσα συγκυρία (ενάγουσα), ενόψει, μάλιστα, του ότι, όπως αναφέρει, οι εναγόμενοι- συγκοινωνοί δεν ανταποκρίνονταν στις εξώδικες οχλήσεις της, και στην περίπτωση, βέβαια, που συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις, η αναγνώριση της ακυρότητας αυτής, κατά τα άρθρα 174-180 ΑΚ ή 281 ΑΚ, σύμφωνα με τα, επίσης, προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, ενέργεια, όμως, στην οποία δεν προέβη (η ενάγουσα). Εφόσον, λοιπόν, κατά τα παραπάνω, δεν προκύπτει αμφισβήτηση της συγκυριότητας της ενάγουσας, η δε αποκλειστική χρήση του επίκοινου ακινήτου από τους εναγόμενους έγινε  με βάση την ως άνω απόφαση των πλειοψηφούντων κοινωνών για την τακτική διοίκηση-εκμετάλλευσή του, δεν προκύπτει αυθαίρετη και παράνομη αποβολή της ενάγουσας από αυτό, κατά το ποσοστό συγκυριότητάς της, οπότε το αίτημά της περί αναγνώρισης της συγκυριότητάς της στο επίκοινο ακίνητο και αποβολής των εναγομένων από αυτό, είναι απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο, ενώ το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που το έκρινε ουσιαστικά βάσιμο, έσφαλε, κατά το βάσιμο σχετικό δεύτερο λόγο της κρινόμενης έφεσης.

Εξάλλου, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, δεν προκύπτει ότι οι εναγόμενοι επέδειξαν αδικοπρακτική συμπεριφορά, καθώς κάνουν αποκλειστική χρήση του επίκοινου, όχι παράνομα, αλλά με απόφαση των πλειοψηφούντων συγκοινωνών με βάση το άρθρο 789 ΑΚ, οπότε η κύρια βάση της αγωγής περί καταβολής εκ μέρους τους στην ενάγουσα αποζημίωσης με βάση τις διατάξεις περί αδικοπραξιών, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.

Περαιτέρω, όμως, αποδείχθηκε ότι πράγματι οι εναγόμενοι κάνουν αποκλειστική χρήση του  επίκοινου ακινήτου, γεγονός, άλλωστε που και οι ίδιοι δεν αρνούνται, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω,  (διαμένοντας σε αυτό κατά τις θερινές τους διακοπές, αφού η μόνιμη διαμονή τους είναι στη Θεσ/κη και στα Τρίκαλα, αντίστοιχα), καθόλο το επίδικο χρονικό διάστημα, χωρίς να καταβάλουν κάποιο ποσό στην ενάγουσα, που να αντιστοιχεί στο ποσοστό συγκυριότητάς της. Το όφελος δε των εναγομένων από την αποκλειστική χρήση του εν λόγω ακινήτου  κι ειδικότερα της μερίδας της ενάγουσας, συνίσταται στην, κατά το χρόνο της χρήσης, μισθωτική αξία της μερίδας αυτής, η οποία αποτελεί αποδοτέα, ως αποζημίωση, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, ωφέλεια. Λαμβάνοντας δε υπόψη την περιοχή που βρίσκεται το ακίνητο και την απόσταση αυτού από τη θάλασσα (περ.7 χ.μ), τη μεγάλη παλαιότητά του (έχει ανεγερθεί το έτος 1834 και έχει χαρακτηρισθεί διατηρητέο ιστορικό μνημείο δυνάμει της υπ΄αρ. …….. απόφασης της Υπουργού Πολιτισμού που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ …/30-9-1985), την κακή σχετικά κατάστασή του, διότι δεν έχουν γίνει, εκτεταμένες εργασίες επισκευής και ανακαίνισης αυτού, παρά μόνο οι απολύτως αναγκαίες, όπως αυτή (κατάσταση) απεικονίζεται και στις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, το γεγονός ότι δεν διαθέτει θέρμανση για να είναι κατοικήσιμο κατά τη χειμερινή περίοδο, καθώς επίσης και τις επικρατούσες οικονομικές συνθήκες κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, το δικαστήριο κρίνει ότι η μισθωτική αξία του επίκοινου ακινήτου ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 300 ευρώ μηνιαίως και όχι σε 500 ευρώ μηνιαίως, που έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, γενομένου δεκτού εν μέρει του σχετικού πρώτου λόγου της έφεσης. Οπότε οι εναγόμενοι, ο καθένας κατ΄ισομοιρίαν (άρθρο 480 ΑΚ), εφόσον κατέχουν ο καθένας ίσο ποσοστό συγκυριότητας επί του εν λόγω επίκοινου ακινήτου και κάνουν οι δύο τους αποκλειστική χρήση αυτού, οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα το 25% (που αντιστοιχεί στο ποσοστό συνιδιοκτησίας της στο εν λόγω ακίνητο) των 300 ευρώ, ήτοι 76 ευρώ μηνιαίως, το οποίο αποτελεί το όφελος που είχαν αυτοί από τη χρήση της μερίδας της ενάγουσας, για διάστημα 39 μηνών (από τον Απρίλιο του 2008, έως την άσκηση της αγωγής, τον Ιούνιο του 2011), καθώς και επιπλέον 18 μήνες ήτοι μέχρι την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της αγωγής, όπως ζητείται με αυτήν, κατ΄άρθρον 69 ΚΠολΔ, χρονικό διάστημα, κατά το οποίο, συνέχισαν οι εναγόμενοι να κάνουν χρήση του εν λόγω ακινήτου, χωρίς να καταβάλουν οποιαδήποτε ποσό ως αποζημίωση στη συγκοινωνό αυτού –ενάγουσα. Επομένως, οι ενάγοντες οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα για την ως άνω αιτία, συνολικά , το ποσό των 4.275 ευρώ (57 μήνες χ 76 ευρώ) = 4.275 ευρώ, δηλ. 2.137,5 ευρώ ο καθένας, γενομένης εν μέρει δεκτής και ως ουσιαστικά βάσιμης ως προς το ποσό αυτό, της επικουρικής βάσης της αγωγής, στηριζόμενης στις περί κοινωνίας διατάξεις (άρθρα 786 επ.ΑΚ).

Κατόπιν τούτων, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που κατέληξε σε διαφορετική κρίση με το παρόν, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει, συνεπώς, κατά τους βάσιμους, περί τούτου, σχετικούς λόγους της ως άνω έφεσης, να εξαφανισθεί. Ακολούθως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση ως βάσιμη και κατ΄ ουσία κι αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό, κι ερευνηθεί η ένδικη αγωγή, πρέπει, αυτή, να γίνει εν μέρει δεκτή κι ως ουσιαστικά βάσιμη ως προς την επικουρική της βάση, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, να καταβάλουν στην ενάγουσα, ο καθένας κατ΄ ισομοιρίαν το ως άνω ποσό των 4.275 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση και όχι από την ημερομηνία που κάθε ένα από τα επιμέρους μηναία ποσά κατέστη απαιτητό, όπως αιτείται η ενάγουσα, καθώς εν προκειμένω δεν πρόκειται για μίσθωμα, κατά τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, ώστε να υφίσταται δήλη ημέρα καταβολής του. Τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αυτών κι ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178, 180 παρ.1, 183 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, εις βάρος των εκκαλούντων, όπως ειδικότερα προσδιορίζονται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση των, αναφερομένων επίσης στο διατακτικό, παραβόλων στους εκκαλούντες (κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 εδ ε΄  ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει την έφεση, κατ΄ αντιμωλία, των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση κατά το τυπικό και κατά το ουσιαστικό της μέρος.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄αρ. 179/2017 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε τη διαφορά των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία.

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την αγωγή.

Απορρίπτει ό,τι έκρινε ως απορριπτέο.

Δέχεται εν μέρει την  αγωγή ως προς τη επικουρική της βάση.

Υποχρεώνει τους εναγομένους, να καταβάλουν στην ενάγουσα, ο καθένας κατ΄ ισομοιρία, το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων, διακοσίων εβδομήντα πέντε (4.275)  ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση.

Επιβάλλει μέρος από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας – εφεσίβλητης, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, εις βάρος των εναγομένων – εκκαλούντων, τα οποία ορίζει στο συνολικό ποσό των  οκτακοσίων (800) ευρώ.

Διατάσσει την απόδοση στους καταθέσαντες – εκκαλούντες των παραβόλων του Δημοσίου με αρ. ……….., ποσού 100, 30 και 20  ευρώ ,αντίστοιχα, ήτοι συνολικού ποσού εκατόν πενήντα (150)  ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε σε μυστική διάσκεψη στον Πειραιά, στις 19 Απριλίου 2018 και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά  στις    7 Ιουνίου 2018, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

     Η ΠPOEΔPOΣ                                              Η ΓPAMMATEAΣ