Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 381/2018

ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός  381/2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

[ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ]

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη και Ευγενία Τσιώρα, Εφέτη – Εισηγήτρια, που όρισε ο Προϊστάμενος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου και από τη Γραμματέα Κ. Δ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας ορίζει: 1) στο άρθρο 94 παρ. 1 ότι στα πολιτικά Δικαστήρια οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο Δικηγόρο, 2) στο άρθρο 96 παρ. 1 ότι η πληρεξουσιότητα δίνεται είτε με συμβολαιογραφική πράξη είτε με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση είτε με ιδιωτικό έγγραφο, εφόσον η υπογραφή εκείνου που παρέχει την πληρεξουσιότητα βεβαιώνεται από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρμόδια αρχή ή από Δικηγόρο. Στις περιπτώσεις του άρθρου 98 η πληρεξουσιότητα δίνεται μόνο με συμβολαιογραφική πράξη ή με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση. Η πληρεξουσιότητα μπορεί να αφορά ορισμένες ή όλες τις δίκες εκείνου που την παρέχει και πρέπει να αναγράφει τα ονόματα των πληρεξουσίων. Ο δε τύπος της είναι συστατικός (άρθρο 158 του ΑΚ) και επιβάλλεται από το νόμο για τη σύσταση και ύπαρξη της έννομης σχέσης της δικαστικής πληρεξουσιότητας και όχι απλώς για την απόδειξή του. Κατ’ εξαίρεση, σύμφωνα με την περ. α΄ του άρθρου 98 του ΚΠολΔ, η δικαστική πληρεξουσιότητα δεν περιλαμβάνει, εκτός αν το αναφέρει ειδικά, τις οριζόμενες στη διάταξη αυτή δίκες, μεταξύ των οποίων και εκείνες που αφορούν γαμικές διαφορές, όπως είναι και οι περί διαζυγίων, 3) στο άρθρο 104, εκτός άλλων, ότι για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα, και αν δεν υπάρχει κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως, το δε Δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της (ΑΠ 12/2011 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1060/2010 Δημ. Νόμος, ΑΠ 835/2010 Δημ. Νόμος, ΑΠ 48/2007 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1026/2003 Δημ. Νόμος, ΑΠ 203/2003 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1620/2000 ΕλλΔικ 2001.730, ΑΠ 1527/1988 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 271/2017 αδημ., ΕφΠειρ 636/2015 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 182/2013 Δημ. Νόμος, ΕφΠατρ 262/2011 Δημ. Νόμος), με συνέπεια να δικάζεται ερήμην ο διάδικος που εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο στερούμενο της αναγκαίας ειδικής πληρεξουσιότητας, αφού αυτός θεωρείται ως μη νομίμως παριστάμενος. Στην περίπτωση αυτή και προκειμένης δίκης στο Εφετείο, οφείλει το δικαστήριο, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρ. 110§2, 271, 498§1 και 524§1 εδ.α` ΚΠολΔ, να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως ποιος από τους διαδίκους επέσπευσε τη συζήτηση της υπόθεσης, οπότε αν τη συζήτηση επέσπευσε ο αντίδικος του διαδίκου που εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο χωρίς πληρεξουσιότητα και ο διάδικος αυτός δεν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση της υπόθεσης, διαφορετικά δικάζεται ερήμην και μάλιστα σαν να ήταν παρών αν είναι εφεσίβλητος, ενώ αν είναι εκκαλών απορρίπτεται η έφεσή του (βλ. σχετ. ΑΠ 12/2011  ό.π., ΑΠ 1060/2010 ό.π.) και 4) στο άρθρο 105, εκτός άλλων, ότι αν αυτός που παρίσταται ως πληρεξούσιος δεν αποδεικνύει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, το Δικαστήριο μπορεί να ορίσει σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της έλλειψης, οπότε η οριστική απόφαση δεν επιτρέπεται να εκδοθεί προτού να συμπληρωθεί η έλλειψη ή πριν παρέλθει η προθεσμία που ορίστηκε, το δε κύρος των πράξεων που επιτράπηκαν εξαρτάται από την εμπρόθεσμη συμπλήρωση της έλλειψης (βλ. σχετ. ΑΠ 1698/2002 ΝοΒ 2003.1221, ΑΠ 112/1994, ΑΠ 660/1993 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 271/2017 αδημ., ΕφΠειρ 636/2015 ό.π., ΕφΠειρ 182/2013 ό.π., ΕφΠατρ 262/2011 ό.π., ΕφΑθ 407/1994 ΕΣυγκΔ 1995.127, ΕφΑθ 5317/1989 ΕλλΔνη 1993.1379). Εξ άλλου στην απόφαση του δικαστηρίου δεν είναι απαραίτητο να γίνεται ρητή μνεία για την ύπαρξη πληρεξουσιότητας και να αναφέρεται αναλόγως και το σχετικό πληρεξούσιο, αλλά όπως από τις διατάξεις των άρθρ. 104 και 105 ΚΠολΔ συνάγεται, αρκεί η πληρεξουσιότητα για τη διεξαγωγή της δίκης να αποδεικνύεται από το επισυναπτόμενο στη δικογραφία πληρεξούσιο ή από τα πρακτικά της δίκης, εφόσον η πληρεξουσιότητα δόθηκε με προφορική δήλωση κατά τη συζήτηση της υπόθεσης από το συμπαριστάμενο με το δικηγόρο του διάδικο (βλ. σχετ. ΑΠ 12/2011  ό.π., ΕφΠειρ 636/2015 ό.π.). Περαιτέρω, από τα άρθρα 97 και 98 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι, η πληρεξου­σιότητα, με την οποία παρέχεται σε δικη­γόρο η εξουσία να παρίσταται ενώπιον όλων των δικαστηρίων της χώρας για τον εντολέα του σε κάθε δίκη και γενικά να ασκεί αγω­γές, ανταγωγές, ένδικα μέσα, να παραι­τείται εξ αυτών κ.λ.π. και να δηλώνε­ται από τον εντολέα ότι αναγνωρίζει από τώρα όλες τις πράξεις του εντολοδόχου του, αυτές που έγιναν και αυτές που θα γίνουν μέσα στα πλαίσια της εντολής, ως έγκυρες, νόμιμες και ισχυρές, φέρει το χαρακτήρα γενικής και όχι ειδικής πληρε­ξουσιότητας, αφού για την τελευταία απαι­τείται να μνημονεύονται ρητώς και ειδικώς οι πράξεις, στις οποίες αφορά (ΕφΠατρ 262/2011 ό.π.). Εξάλλου, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρ. 96§1, 97§1, 98, 104, 105, 159, 160§§1 & παρ. 2 ΚΠολΔ, 211, 229 και 238 ΑΚ, η έλλειψη της αναγκαίας πληρεξουσιότητας και, κατ’ επέκταση, το απαράδεκτο ή η ακυρότητα που προκαλεί, καλύπτονται αναδρομικά, ακόμη και αν πρόκειται για ειδική πληρεξουσιότητα (ΟλΑΠ 1408/1984), αν ο διάδικος, που εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο χωρίς πληρεξουσιότητα, εγκρίνει στη συνέχεια τις μέχρι τότε πράξεις του δικηγόρου, και μάλιστα είναι αδιάφορο αν παρίσταται με τον ίδιο ή άλλο δικηγόρο, αφού η έγκριση αφορά τις πράξεις και όχι το πρόσωπο (ΑΠ 818/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 932/2014, ΑΠ 835/2010 ό.π.). Κατά τη διάταξη δε του άρθρου 254 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ, το οποίο εφαρμόζεται και στη διαδικασία της κατ’ έφεση δίκης [άρθρο 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η ένδικη έφεση ασκήθηκε, όπως προαναφέρθηκε, την 26/06/2014, ήτοι πριν την 1-1-2016], το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Μετά την κατάργηση της προδικαστικής αποφάσεως, όταν η υπόθεση είναι ώριμη προς έκδοση οριστικής αποφάσεως, η διαταγή συμπληρώσεως της πληρεξουσιότητας επιβάλλεται να συνοδευτεί με επανάληψη της συζητήσεως (ΕφΠειρ 271/2017 αδημ., πρβλ. Β. Βαθρακοκοίλης: ΚΠολΔ, τομ. Β΄, εκ. 1994, στο άρθρο 254, σελ. 163-164, αρ. 4).

Στην προκειμένη περίπτωση εισάγεται προς εκδίκαση η από 18/06/2014 έφεση της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμ. κατάθ. …../26-06-2014, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …/20-01-2015 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …/20-01-2015, κατά της με αριθμ. 2027/28-04-2014 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 29/11/2013, κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών, έγινε δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη η από 19/07/2010 και με αριθμ. κατάθ. …./20-07-2010 αγωγή διαζυγίου, που ασκήθηκε από τον ενάγοντα και ήδη εφεσίβλητο σύζυγό της και λύθηκε ο με­ταξύ των διαδίκων υφιστάμενος γάμος. Η απόφαση αυτή διορθώθηκε με τη με αριθμ. 2173/2015 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών, ως προς το προεισαγωγικό τμήμα αυτής και ειδικότερα ως προς το πατρώνυμο του ενάγοντος. ΄Οπως προκύπτει δε από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου αυτού, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια Δικηγόρο της, ………, η οποία υπογράφει το δι­κόγραφο της υπό κρίση εφέσεως. Στην τελευταία χορηγήθηκε από την εκκαλούσα, δυνάμει του με αριθμ. …./02-12-2013 ειδικού πληρεξουσίου της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……, η ειδική κατά το άρθρ. 98 ΚΠολΔ πληρεξουσιότητα να παρίσταται για λογαριασμό της και να την εκπροσωπεί κατά την εκδίκαση της από 19/07/2010 και με αριθμ. κατάθ. …../20-07-2010 αγωγής διαζυγίου, που ασκήθηκε εναντίον της στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς από τον εφεσίβλητο σύζυγό της, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας αυτής μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης που να λύει το γάμο τους (βλ. σχετ. ΑΠ 1527/1988 Δημ. Νόμος). Περαιτέρω, από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου αυτού, προκύπτει ότι, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια Δικηγόρο του, ……, η οποία παραστάθηκε με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και υπογράφει τις προτάσεις του. Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος προσκομίζει και επικαλείται με τις προτάσεις του, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, μόνον το με αριθμ. ……../26-11-2013 «Ειδικό πληρεξούσιο» του Συμβολαιογράφου Βοιών Λακωνίας, ……., από το οποίο, όμως, προκύπτει ότι είχε χορηγήσει στην ως άνω Δικηγόρο, ……., την ειδική κατά το άρθρ. 98 ΚΠολΔ πληρεξουσιότητα να παρίσταται για λογαριασμό του και να τον εκπροσωπήσει μόνον ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την εκδίκαση της από 19/07/2010 και με αριθμ. κατάθ. …../20-07-2010 αγωγής του εναντίον της εναγομένης συζύγου του. Ειδικότερα, από το ως άνω προσκομιζόμενο και επικαλούμενο από τον εφεσίβλητο – ενάγοντα με αριθμ. ……./26-11-2013 «Ειδικό πληρεξούσιο» του Συμβολαιογράφου Βοιών Λακωνίας, ………, προκύπτει ότι ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος είχε δώσει στην παραπάνω Δικηγόρο την πληρεξουσιότητα να τον εκπροσωπεί ενώπιον των δευτεροβάθμιων Δικαστηρίων μόνο για τις διαλαμβανόμενες στο άρθρο 97 ΚΠολΔ πράξεις. Δηλαδή χορήγησε σε αυτήν για τις κατ’ έφεση δίκες μόνο γενική πληρεξουσιότητα και όχι την αναγκαία για την παρούσα υπόθεση ειδική πληρεξουσιότητα να διεξάγει για λογαριασμό του και δίκη ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου που αφορά γαμική διαφορή (άρθρο 98 ΚΠολΔ), όπως είναι και το διαζύγιο (βλ. σχετ. ΑΠ 1060/2010 Δημ. Νόμος) Στο ως άνω δε πληρεξούσιο, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «… Ειδικότερα παρέχει την ειδική εντολή, πληρεξουσιότητα και το δικαίωμα αντ’ αυτού και για λογαριασμό του να παρασταθεί και να τον εκπροσωπήσει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς κατά τη δικάσιμο της 29-11-2013 ή όποια μετά από αναβολή δικάσιμο, όπου συζητείται η από 19-07-2010 με αριθμό κατάθεσης …/2010 αγωγή του εντολέα της κατά της ……. συζύγου …….. σχετικά με τη λύση του γάμου τους, που τελέστηκε στις 29/6/1986 στον Ιερό Ναό …….. Ταμπουρίων Πειραιά…». Ούτε, επίσης, επικαλείται ο εφεσίβλητος ότι έχει χορηγήσει δυνάμει άλλου πληρεξουσίου στην ως άνω Δικηγόρο την ειδική, κατ’ άρθρο 98 ΚΠολΔ πληρεξουσιότητα να παρασταθεί για λογαριασμό του και να τον εκπροσωπήσει ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, που αφορά γαμική διαφορά, κατά τ’ αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας (άρθρα 98 περ. α΄, 104 τελ. εδ. και 105 παρ. 1, 2 του ΚΠολΔ). Δεν τυγχάνει δε εφαρμογής το άρθρο 227 του ΚΠολΔ, αφού η έλλειψη πληρεξουσιότητας, ενόψει της ειδικής ρύθμισης της προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 105 του ΚΠολΔ, δεν εντάσσεται στις τυπικές παραλείψεις για τις οποίες παρέχεται, κατά το ως άνω άρθρο, δυνατότητα συμπλήρωσης και μετά τη συζήτηση (άρθρο 227 του ΚΠολΔ), γιατί, αντίθετη εκδοχή, θα κατέληγε ουσιαστικά στην καταστρατήγηση του άρθρου αυτού (105 του ΚΠολΔ, πρβλ. ΕφΠειρ 271/2017 αδημ., ΕφΠειρ 371/2014, Εφ182/2013 Δημ. Νόμος, ΕφΠατρ 262/2011 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 622/1987 ΕλλΔνη 1988.741, Β. Βαθρακοκοίλης: ΚΠολΔ, τομ. Β΄, εκ. 1994, σελ. 98, αρ. 6, Κεραμεύς-Κονδύλης-Νίκας: Ερμηνεία ΚΠολΔ, τομ. Ι, εκ. 2000, σελ. 226, αρ. 4).  Εξάλλου, εφόσον δεν εντάσσεται, κατά την ως άνω έννοια, στις τυπικές παραλείψεις οι διάδικοι δεν μπορούν να προσέλθουν αυτόκλητοι  για  τη  συμπλήρωσή της (όπως υπάρχει δυνατότητα για τις τυπικές παραλείψεις, βλ. σχετ. ΕφΠειρ 271/2017 ό.π., ΕφΑθ 14698/1987 ΕλλΔνη 1988.701, Β. Βαθρακοκοίλης: ο.π. σελ. 97, αρ. 2, Κεραμεύς-Κονδύλης-Νίκας, ο.π., σελ. 502, αρ. 5). Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο εφεσίβλητος εκπροσωπήθηκε από την ως άνω Δικηγόρο, η οποία παραστάθηκε με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη ειδικής πληρεξουσιότητας προς αυτήν για τη διεξαγωγή της ως άνω δίκης, το Δικαστή­ριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις κρίνει, ότι συντρέχει νόμιμη περίπτωση να επι­τραπεί στην ως άνω Δικηγόρο η προσωρινή συμμετοχή της στην δίκη και να διαταχθεί αυτεπαγγέλτως, κατ’ άρθρο 254 του ΚΠολΔ, η επανάληψη της συζήτησης που έχει κηρυχθεί περατωμένη, να ορισθεί δε προθεσμία προς συμπλήρωση της έλλειψης ως προς την ειδική πληρεξουσι­ότητα της Δικηγόρου του εφεσιβλήτου για τη διεξαγωγή της παρούσας δίκης, μετά την πάροδο της οποίας θα επανεισαχθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση με κλήση οποιουδήποτε από τα διάδικα μέρη σε δικάσιμο που θα οριστεί νόμιμα, όπως ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 271/2017 αδημ., ΕφΠειρ 636/2015 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 182/2013 Δημ. Νόμος, ΕφΠατρ 262/2011 Δημ. Νόμος). Περίπτωση επιβολής δικαστικών εξόδων δεν συντρέχει, διότι η παρούσα είναι μη οριστική (άρθρο 191 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού.

ΟΡΙΖΕΙ προθεσμία πέντε (5) μηνών από την επίδοση της παρούσας από το επιμελέστερο διάδικο μέρος προς το άλλο για τη συμπλήρωση της έλλειψης ως προς την ειδική πληρεξουσι­ότητα της Δικηγόρου του εφεσιβλήτου για τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 19/04/2018 και δημοσιεύθηκε στις 18/06/2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τις πληρεξούσιες Δικηγόρους τους.

    Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ