Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 56/2018

Αριθμός    56 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση από 25-11-2015 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……/26-11-2015) έφεση της ηττηθείσας εναγόμενης εταιρίας κατά της υπ’ αριθ. 2917/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην αυτής κατά την τακτική διαδικασία και δέχθηκε την από 23-12-2013 αγωγή της ήδη εφεσίβλητης εταιρίας, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως εντός της απαιτούμενης κατά νόμο προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών, αφού η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε, με επιμέλεια της ενάγουσας, στην εναγομένη την 27-10-2015 (βλ. την υπ’ αριθμ. …./27-10-2015 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, …..), ενώ το εφετήριο κατατέθηκε την 25-11-2015 (άρθρα 495, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), παραδεκτώς δε η έφεση αυτή εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011). Σημειώνεται ότι, όπως προκύπτει από την σχετική έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου του Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα εταιρία το (ισχύον τότε) νόμιμο παράβολο των 200 ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (όπως η διάταξη αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012 και ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 και με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν. 4446/2016). Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω η ως άνω έφεση.

ΙI. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του N. 3994/2011), αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε, ενώ ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η εξαφάνιση της ερήμην απόφασης επέρχεται με μόνη την άσκηση νομότυπης και εμπρόθεσμης έφεσης από τον πρωτοδίκως δικασθέντα ερήμην, ανεξάρτητα αν οι λόγοι αυτής είναι και βάσιμοι κατ` ουσία. Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή, στο πλαίσιο της προφορικής συζήτησης που ισχύει πλέον σε όλη την έκταση των πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων, η έφεση επιφέρει, χωρίς έρευνα των λόγων της, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης και την αναδίκαση της υπόθεσης από το Εφετείο, που μετατρέπεται ουσιαστικά σε πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ενώ η ρύθμιση αυτή, με την ως άνω διάταξη όπως τροποποιήθηκε, ισχύει και για τις ερήμην αποφάσεις που εκδόθηκαν κατά τις ειδικές διαδικασίες, αφού δεν υπάρχει λόγος διαφοροποίησης. Μετά δε την εξαφάνιση της απόφασης, χωρεί ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου νέα συζήτηση της υπόθεσης, κατά την οποία ο εκκαλών μπορεί να προβάλει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους και πρωτοδίκως είχε δικαίωμα να προτείνει, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527 ΚΠολΔ, ενώ παράλληλα, για λόγους οικονομίας της δίκης, εξετάζονται και οι μάρτυρες κατά την ίδια συζήτηση (ΑΠ 394/2011 ΧρΙΔ 2012.55, ΑΠ 1140/2008 δημ. σε ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 884/2007 ΧρΙΔ 2008, 52, ΕφΑθ 933/2011, ΕφΑθ 2142/2011, ΕφΠειρ 27/2016, ΕφΠειρ 123/2016 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, επειδή η ως άνω έφεση της πρωτοδίκως ερήμην δικασθείσας εναγομένης ασκήθηκε εμπροθέσμως, πρέπει, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εφαρμογή του νόμου και ως προς την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιούμενης της εκκαλούσας-εναγομένης να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως (άρθρο 528 ΚΠολΔ), περαιτέρω δε, να διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να ερευνηθεί εκ νέου η ως άνω αγωγή, ως προς το νομικά και ουσιαστικά βάσιμό της (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ.), κατά την ίδια τακτική διαδικασία. Σημειώνεται, επίσης, ότι δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής των νέων διατάξεων του Ν. 4335/23-7-2015, δεδομένου ότι, κατά τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 1 άρθρου ένατου παρ. 1 και 2 του ως άνω νόμου, οι νέες διατάξεις τυγχάνουν εφαρμογής για τις αγωγές και τα ένδικα μέσα που κατατέθηκαν μετά την 1-1-2016, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση.

ΙΙΙ. Στις σύγχρονες εμπορικές συναλλαγές καθοριστικός είναι ο ρόλος των διαμεσολαβητικών υπηρεσιών που προσφέρουν ανεξάρτητες επιχειρήσεις στον εντολέα τους ή ευρύτερα στο κοινό, όπως είναι και οι επιχειρήσεις πρακτορείας. Η σχετική μ` αυτές ρύθμιση στο νόμο είναι εξαιρετικά ελλιπής, αφού ως γενική διάταξη υπάρχει μόνο αυτή του άρθρου 2 του Β. Διατάγματος της από 2/14.5.1835 «περί αρμοδιότητος Εμποροδικείων», σύμφωνα με την οποία θεωρείται ως πράξη εμπορική και η επιχείρηση πρακτορείας, ενώ ειδικές διατάξεις υπάρχουν μόνο για ορισμένες μορφές πρακτορικής δράσης, όπως αυτή του ναυτικού πράκτορα, που ρυθμίζεται από το Π.Δ. 229/1995 και τα τροποποιητικά αυτού Π.Δ. 427/1995 και 163/2003, μόνον όμως ως προς την οργάνωση και την άσκηση του επαγγέλματος του ναυτικού πράκτορα και όχι ως προς τη σύμβαση καθ` εαυτή της ναυτικής πρακτορείας. Σε όλες, πάντως, τις περιπτώσεις η επιχείρηση πρακτορείας έχει ως αντικείμενο την έναντι ανταλλάγματος παροχή προς το κοινό ιδιωτικών υπηρεσιών κάθε φύσεως (ΟλΑΠ 15/2013, ΑΠ 2219/2014, ΕφΘεσ 57/2016 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Λουκόπουλο, ΕμπΔικ. Β΄ έκδ. σελ. 59, Αθ. Λιακόπουλο, Η σύμβαση πρακτορείας, ΕΕμπΔ 1990, σελ. 561 επ. και ιδίως 569). Πράκτορες με την ανωτέρω έννοια είναι και οι πράκτορες ταξιδιών, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο πράκτορας – ανεξάρτητος επιχειρηματίας (φυσικό ή νομικό πρόσωπο), ο οποίος κρατάει θέσεις για αεροπορικό ταξίδι και εκδίδει το εισιτήριο για τον πελάτη του με καταβολή του αντίστοιχου τιμήματος. Η νομική φύση της εσωτερικής σχέσης της ως άνω ειδικότερης σύμβασης πρακτορείας, δηλαδή της σχέσης που συνδέει τον πράκτορα και τον πελάτη του, είναι, προεχόντως, αυτή της εντολής, οι δε διατάξεις του ΑΚ (713 επ.) που ρυθμίζουν την εντολή, διέπουν τις σχέσεις των προσώπων αυτών (ΕφΠατρ 257/2009 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δικαιούται, επομένως, ο πράκτορας να αξιώσει από τον κύριο των υποθέσεων, αφενός μεν οτιδήποτε δαπάνησε για την κανονική εκτέλεση της εντολής κατά το άρθρο 722 ΑΚ, αφετέρου δε την αμοιβή του με βάση τη σύμβαση μίσθωσης ανεξάρτητων υπηρεσιών, η οποία δεν ρυθμίζεται ειδικώς στον ΑΚ (ΕφΘεσ. 290/2010, ΕφΠειρ 257/2009 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, πρβλ. ως προς το ναυτικό πράκτορα σε Α. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, τόμ. 1ος, έκδ. 2005, σελ. 298-301). Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 713 και 722 ΑΚ συνάγεται ότι ο εντολοδόχος δικαιούται να αξιώσει από τον εντολέα τις δαπάνες που πραγματοποίησε από τη δική του περιουσία για την κανονική εκτέλεση της εντολής και ότι για τη θεμελίωση της αγωγής του, με αντικείμενο την απόδοση τέτοιων δαπανών, πρέπει να αναφέρει με πληρότητα στο δικόγραφο αυτής, τη σύμβαση της εντολής και τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε για την κανονική εκτέλεση αυτής, δηλαδή την εκτέλεσή της σύμφωνα με τις ρητές και επιτακτικές οδηγίες του εντολέα ή σύμφωνα με τη φύση της υπόθεσης και το συμφέρον του τελευταίου Οι δαπάνες, εξάλλου, στις οποίες υποβλήθηκε ο εντολοδόχος προς κανονική εκτέλεση της εντολής αποδίδονται, κατ` άρθρο 301 παρ. 1 ΑΚ, έντοκα, και μάλιστα από του χρόνου καταβολής του ποσού τούτων, ανεξάρτητα από τυχόν υπερημερία του οφειλέτη εντολέα ή από τυχόν επίδοση της αγωγής (ΑΠ 1222/2010 ΔΕΕ 2011.62, ΕφΑθ 380/2013 ΕλλΔνη 2013.459, ΕφΘεσ 290/2010 ό.π.).

ΙV. Με την από 23-12-2013 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …./17-1-2014) αγωγή της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), η ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία «………..» (ήδη εφεσίβλητη), ισχυρίσθηκε, κατά τη δέουσα εκτίμηση του δικογράφου της αγωγής, ότι διατηρεί στον Πειραιά επιχείρηση με αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την αντιπροσώπευση, πρακτόρευση και εκμετάλλευση επιχειρήσεων και τουριστικών καταλυμάτων, καθώς και την έκδοση εισιτηρίων. Ότι, το Φεβρουάριο του έτους 2013 κατάρτισε σύμβαση με την εδρεύουσα στον Πειραιά εναγόμενη εταιρία «………..», με την οποία η τελευταία της ανέθεσε και αυτή ανέλαβε την έκδοση, για λογαριασμό της εναγομένης, αεροπορικών εισιτηρίων μεταφοράς προσώπων, ενώ, επίσης, της ανέθεσε και αυτή ανέλαβε τη διενέργεια ξενοδοχειακών κρατήσεων σε ξενοδοχεία του εξωτερικού και της Ελλάδας για λογαριασμό ομοίως της εναγομένης. Ότι πράγματι αυτή (ενάγουσα), σε εκτέλεση της ως άνω σύμβασης, εξέδωσε κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο 2013, για λογαριασμό της εναγομένης, τα  αεροπορικά εισιτήρια μεταφοράς προσώπων που ειδικότερα αναφέρει στην αγωγή της, ανά διαδρομή, ημερομηνία, όνομα επιβάτη και αξία, για τα οποία (εισιτήρια) εκδόθηκαν από αυτήν οι αναφερόμενες αποδείξεις πώλησης εισιτηρίων, που συμφωνήθηκε να πληρωθούν από την εναγομένη «επί πιστώσει» και συγκεκριμένα εντός 30 ημερών από την έκδοση εκάστης απόδειξης. Ότι, επίσης, αυτή (ενάγουσα), σε εκτέλεση της ίδιας ως άνω σύμβασης, κατά τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο και Ιούνιο 2013, διενήργησε τις ξενοδοχειακές κρατήσεις, τις οποίες αναφέρει αναλυτικά στην αγωγή της, ανά ξενοδοχεία, αριθμό δωματίων, αριθμό και ημερομηνίες διανυκτερεύσεων καθώς και ανά κόστος, για τις οποίες (ξενοδοχειακές κρατήσεις) εκδόθηκαν από αυτήν τα αναφερόμενα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, που συμφωνήθηκε να πληρωθούν από την εναγομένη «επί πιστώσει» και συγκεκριμένα εντός 30 ημερών από την έκδοση εκάστου τιμολογίου. Ότι, η συνολική αξία των εκδοθέντων εισιτηρίων καθώς και το κόστος των ως άνω ξενοδοχειακών κρατήσεων ανέρχεται, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στην αγωγή, στο συνολικό ποσό των 28.209 ευρώ, έναντι του οποίου η εναγομένη έχει καταβάλει ποσό 4.997 ευρώ, ενώ αφαιρουμένου και ποσού 720 ευρώ, για το οποίο εκδόθηκε απ’ αυτήν το αναφερόμενο πιστωτικό τιμολόγιο, απομένει, ως οφειλόμενο υπόλοιπο, ποσό 22.492 ευρώ, το οποίο η εναγομένη, παρά τις γενόμενες απ’ αυτήν (ενάγουσα) οχλήσεις, δεν της έχει καταβάλει. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα, επικαλούμενη ότι έχει επιβαρυνθεί εξ ιδίων με τη δαπάνη του αντιτίμου της αξίας των ανωτέρω αεροπορικών εισιτηρίων και ξενοδοχειακών κρατήσεων, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη εταιρία να της καταβάλει, για την προαναφερθείσα αιτία, το ανωτέρω ποσό των 22.492 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την 31-7-2013 (επομένη της συμφωνηθείσας ημέρας πληρωμής, αφού το τελευταίο επίδικο τιμολόγιο εκδόθηκε την 30-6-2013), άλλως από την επίδοση της ως άνω αγωγής. Επικουρικώς, η ενάγουσα ζητεί το ανωτέρω ποσό κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Η αγωγή αυτή, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, είναι, κατά την κύρια βάση της, ορισμένη και νόμιμη, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο ΙΙΙ της παρούσας, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 713, 722, 211, 341, 345, 346 ΑΚ. Συνεπώς, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος, ο σχετικός ισχυρισμός της εναγομένης περί αοριστίας της αγωγής, που προτείνεται με το δεύτερο λόγο της έφεσής της. Και τούτο γιατί αναφέρεται με πληρότητα στο δικόγραφο της αγωγής, η καταρτισθείσα μεταξύ των διαδίκων σύμβαση εντολής και οι δαπάνες στις οποίες αυτή (ενάγουσα) υποβλήθηκε για την κανονική εκτέλεσή της, στοιχεία που είναι αναγκαία για την πληρότητά της κατά τα εκτιθέμενα στην ίδια ως άνω νομική σκέψη. Η επικουρική, όμως, βάση της αγωγής περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, που επιχειρείται να θεμελιωθεί στο άρθρο 904 ΑΚ, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, γιατί στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά, στα οποία θεμελιώνεται και η (κύρια) αξίωση της ενάγουσας από τη σύμβαση, δεδομένου ότι, εφόσον, κατά τα εκτιθέμενα, υπάρχει σύμβαση, με βάση την οποία η ενάγουσα ασκεί τις αξιώσεις της, δεν μπορεί αυτή να προσφύγει, έστω και επικουρικά, στη βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού (ΑΠ 449/2014 δημ. σε ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 493/2010 ΧρΙΔ 2011.338, ΑΠ 1468/2010 ΕφΑΔ 2011.100, ΑΠ 16/2008 δημ. σε ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 1529/2011 ΔΕΕ 2011.928, ΕφΠειρ 232/2016 δημ. σε ΝΟΜΟΣ). Επομένως, η αγωγή αυτή, κατά την κύρια βάση της, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσία, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το απαιτούμενο για το αντικείμενό της τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το αναφερόμενο στην εκκαλούμενη απόφαση υπ’ αριθ. …./21-5-2015 διπλότυπο είσπραξης της Γ΄ ΔΟΥ Πειραιώς με τα επ’ αυτού επικολληθέντα ένσημα).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος ………, που εξετάστηκε, με επιμέλεια της ενάγουσας, στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου (περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου), καθώς και από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ενώ η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων μόνο από τα έγγραφα αυτά είναι απλώς ενδεικτική, αφού δεν παραλείφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1001/2012 δημ. σε ΝΟΜΟΣ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ)  αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία «……..» και με το διακριτικό τίτλος «………» (ήδη εφεσίβλητη), διατηρεί στον Πειραιά επιχείρηση με αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την αντιπροσώπευση, πρακτόρευση και εκμετάλλευση επιχειρήσεων και τουριστικών καταλυμάτων, καθώς και την έκδοση εισιτηρίων. Δυνάμει σύμβασης εντολής, που καταρτίσθηκε στον Πειραιά τον Φεβρουάριο του έτους 2013 μεταξύ της ενάγουσας και της εδρεύουσας στον Πειραιά εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία «………», η τελευταία ανέθεσε στην ενάγουσα αφενός την έκδοση, για λογαριασμό της εναγομένης, αεροπορικών εισιτηρίων μεταφοράς προσώπων και αφετέρου τη διενέργεια ξενοδοχειακών κρατήσεων σε ξενοδοχεία του εξωτερικού και της Ελλάδας ομοίως για λογαριασμό της εναγομένης. Πράγματι, η ενάγουσα, σε εκτέλεση της ως άνω σύμβασης εντολής, διενήργησε την πρώτη ανατεθείσα σ’ αυτήν υπόθεση και συγκεκριμένα ανέλαβε την έκδοση, κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο 2013, για λογαριασμό της εναγομένης, των αεροπορικών εισιτηρίων μεταφοράς προσώπων που αναφέρονται κατωτέρω ανά διαδρομή, ημερομηνία, όνομα επιβάτη και αξία, για τα οποία (εισιτήρια) εκδόθηκαν απ’ αυτήν οι κατωτέρω αναφερόμενες αποδείξεις πώλησης εισιτηρίων που συμφωνήθηκε να πληρωθούν από την εναγομένη «επί πιστώσει», όπως αναγράφεται επ’ αυτών. Ειδικότερα, η ενάγουσα εξέδωσε: 1) την υπ’ αριθ. …../11-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …….., με επιβάτη …….. με διαδρομή ……, με ημερομηνία 8-2-2013, συνολικής αξίας 160 ευρώ (108,64 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 51,36 ευρώ), 2) την υπ’ αριθ. …./11-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό ….., με επιβάτη ……, με διαδρομή ….., με ημερομηνία 8-2-2013, συνολικής αξίας 140 ευρώ (106 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 34 ευρώ), 3) την υπ’ αριθ. …./11-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτη ……, με διαδρομή ……, με ημερομηνία 11-2-2013, συνολικής αξίας 95 ευρώ, 4) την υπ’ αριθ. …./11-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό ……, με επιβάτες … και …., με διαδρομή ….., με ημερομηνία 5-2-2013, συνολικής αξίας 360 ευρώ (340,62 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 19,38 ευρώ), 5) την υπ’ αριθ. …./11-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό ….., με επιβάτες ……., με διαδρομή ….., με ημερομηνία 4-2-2013, συνολικής αξίας 880 ευρώ (794,76 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 85,24 ευρώ), 6) την υπ’ αριθ. …../15-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτη ……., με διαδρομή ……., με ημερομηνία 15-2-2013, συνολικής αξίας 95 ευρώ, 7) την υπ’ αριθ. …./22-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτη …, με διαδρομή ……., με ημερομηνία 18-2-2013, συνολικής αξίας 745 ευρώ (514,41 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 230,59 ευρώ), 8) την υπ’ αριθ. …/22-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτες ……., με διαδρομή .. …., με ημερομηνία 18-2-2013, συνολικής αξίας 1.000 ευρώ (736,94 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 263,06 ευρώ), 9) την υπ’ αριθ. …./22-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό ….., με επιβάτες …., με διαδρομή ….., με ημερομηνία 19-2-2013, συνολικής αξίας 390 ευρώ (347,40 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 42,60 ευρώ), 10) την υπ’ αριθ. …./25-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτες ……., με διαδρομή …….., με ημερομηνία 22-2-2013, συνολικής αξίας 1.500 ευρώ (1.233,02 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 266,98 ευρώ), 11) την υπ’ αριθ. …./28-2-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτη …, με διαδρομή …. με ημερομηνία 15-2-2013, συνολικής αξίας 410 ευρώ (393,78 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 16,22 ευρώ), 12) την υπ’ αριθ. …/13-3-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτη ….., με διαδρομή ….. με ημερομηνία 2-3-2013, συνολικής αξίας 795 ευρώ (704,21 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 90,79 ευρώ) και 13) την υπ’ αριθ. …./31-3-2013 απόδειξη πώλησης για το αεροπορικό εισιτήριο με αριθμό …., με επιβάτες ….., με διαδρομή .. ….., με ημερομηνία 2-3-2013, συνολικής αξίας 840 ευρώ (806,72 ευρώ ονομαστική αξία πλέον φόρου εκ 33,28 ευρώ). Περαιτέρω, η ενάγουσα, σε εκτέλεση της ίδιας ως άνω σύμβασης εντολής, διενήργησε και τη δεύτερη ως άνω ανατεθείσα σ’ αυτήν υπόθεση και συγκεκριμένα διενήργησε, κατά τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο και Ιούνιο 2013, για λογαριασμό της εναγομένης, τις ξενοδοχειακές κρατήσεις, που αναφέρονται κατωτέρω ανά ξενοδοχείο, αριθμό δωματίων, αριθμό και ημερομηνίες διανυκτερεύσεων καθώς και ανά κόστος, για τις οποίες (ξενοδοχειακές κρατήσεις) εκδόθηκαν από αυτήν τα κατωτέρω αναφερόμενα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, που συμφωνήθηκε να πληρωθούν από την εναγομένη «επί πιστώσει», όπως αναγράφεται επ’ αυτών. Ειδικότερα, η ενάγουσα εξέδωσε: 1) το υπ’ αριθ. …../11-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό …. στο ξενοδοχείο …. για τους πελάτες …….(έξι δωμάτια), για το χρονικό διάστημα από 22/2 έως 4/2/2013, συνολικής αξίας 3.804 ευρώ, 2) το υπ’ αριθ. …/20-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό … στο ξενοδοχείο .. για τον πελάτη …. (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 4/1 έως 7/1/2013, συνολικής αξίας 690 ευρώ, 3) το υπ’ αριθ. …/21-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό …. στο ξενοδοχείο … για τους πελάτες ….. (δύο δωμάτια), για το χρονικό διάστημα από 5/2 έως 7/2/2013, συνολικής αξίας 920 ευρώ, 4) το υπ’ αριθ. …./21-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό …. στο ξενοδοχείο …… για τους πελάτες ……. (δύο δωμάτια), για το χρονικό διάστημα από 11/2 έως 15/2/2013, συνολικής αξίας 2.240 ευρώ, 5) το υπ’ αριθ. …/22-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό … στο ξενοδοχείο ….. για τους πελάτες …… (δύο δωμάτια), για το χρονικό διάστημα από 4/2 έως 11/2/2013, συνολικής αξίας 3.220 ευρώ, 6) το υπ’ αριθ. …/25-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό … στο ξενοδοχείο …….. για τους πελάτες ….. (δύο δωμάτια), για το χρονικό διάστημα από 22/2 έως 25/2/2013, συνολικής αξίας 1.530 ευρώ, 7) το υπ’ αριθ. …./25-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό … στο ξενοδοχείο  ….. για τον πελάτη … (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 19/2 έως 20/2/2013, συνολικής αξίας 200 ευρώ, 8) το υπ’ αριθ. ../25-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό .. στο ξενοδοχείο  …… για τον πελάτη … (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 18/2 έως 19/2/2013, συνολικής αξίας 200 ευρώ, 9) το υπ’ αριθ. …/26-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό …. στο ξενοδοχείο …… για τον πελάτη ….. (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 23/2 έως 26/2/2013, συνολικής αξίας 765 ευρώ, 10) το υπ’ αριθ. …/26-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό .. στο ξενοδοχείο ……. για τους πελάτες ….. (δύο δωμάτια), για το χρονικό διάστημα από 19/2 έως 23/2/2013, συνολικής αξίας 2.040 ευρώ, 11) το υπ’ αριθ. …/26-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό .. στο ξενοδοχείο …… για τον πελάτη …. (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 23/2 έως 26/2/2013, συνολικής αξίας 765 ευρώ, 12) το υπ’ αριθ. …/28-2-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό .. στο ξενοδοχείο ….. για τους πελάτες …… (δύο δωμάτια), για το χρονικό διάστημα από 25/2 έως 26/2/2013, συνολικής αξίας 1.300 ευρώ, 13) το υπ’ αριθ. …/13-3-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό … στο ξενοδοχείο ..-.. για τον πελάτη …. (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 4/3 έως 6/3/2013, συνολικής αξίας 230 ευρώ, 14) το υπ’ αριθ. …/13-3-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό … στο ξενοδοχείο ….. για τον πελάτη …….. (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 2/3 έως 27/3/2013, συνολικής αξίας 575 ευρώ, 15) το υπ’ αριθ. ../30-6-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό …. στο ξενοδοχείο …….. για τον πελάτη … (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 26/2 έως 2/3/2013, συνολικής αξίας 1.160 ευρώ, 16) το υπ’ αριθ. …/30-6-2013 τιμολόγιο για την κράτηση με αριθμό … στο ξενοδοχείο ………. για τον πελάτη ….. (ένα δωμάτιο), για το χρονικό διάστημα από 26/2 έως 2/3/2013, συνολικής αξίας 1.160 ευρώ. Επίσης, αποδείχθηκε ότι τα ανωτέρω ποσά (που αναγράφονται στις προαναφερόμενες αποδείξεις και τιμολόγια) συμφωνήθηκε να πληρωθούν από την εναγομένη μετά από 30 ημέρες από την έκδοση εκάστης απόδειξης ή εκάστου τιμολογίου αντιστοίχως. Συνεπώς, η συνολική δαπάνη για το κόστος των ανωτέρω εκδοθέντων αεροπορικών εισιτηρίων και γενομένων ξενοδοχειακών κρατήσεων, στην οποία υποβλήθηκε η ενάγουσα-εντολοδόχος για την εκτέλεση της σύμβασης εντολής σύμφωνα με τις ρητές οδηγίες της εναγομένης-εντολέως, ανέρχεται, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, στο συνολικό ποσό των 28.209 ευρώ (ήτοι 7.410 ευρώ για τα εισιτήρια και 20.799 για τις ξενοδοχειακές κρατήσεις), έναντι του οποίου η εναγομένη της έχει καταβάλει μόνο ποσό 4.997 ευρώ, ενώ πρέπει να αφαιρεθεί και ποσού 720 ευρώ (για το οποίο εκδόθηκε από την ενάγουσα το υπ’ αριθ. …../30-6-2013 πιστωτικό τιμολόγιο) με αποτέλεσμα να απομένει, ως οφειλόμενο υπόλοιπο, το ποσό των 22.492 ευρώ, το οποίο η εναγομένη δεν της έχει ακόμη καταβάλει.

Η εναγομένη, με τις προτάσεις της, συνομολογεί ρητώς ότι πράγματι, κατόπιν σύμβασης που κατάρτισε με την ενάγουσα, ανέθεσε στην τελευταία να προβεί, για λογαριασμό της, στην έκδοση των αεροπορικών εισιτηρίων και στη διενέργεια των ξενοδοχειακών κρατήσεων, που αναφέρονται στην αγωγή, ενώ, επίσης, δεν αμφισβητεί ειδικώς το ύψος των επίδικων δαπανών, στις οποίες υποβλήθηκε η ενάγουσα για την εκτέλεση της σύμβασης εντολής, έτσι ώστε να συνάγεται γι’ αυτό σιωπηρή ομολογία της (άρθρο 261 ΚΠολΔ), ενώ, σε κάθε περίπτωση, το ύψος των δαπανών αυτών αποδείχθηκε τόσο από την κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης, όσο και από τα προσκομισθέντα τιμολόγια και αποδείξεις. Περαιτέρω, η εναγομένη, προς απόκρουση της αγωγικής αξίωσης της ενάγουσας, προέβαλε (με τον πρώτο λόγο της έφεσής της) τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησης του επίδικου δικαιώματός της, επικαλούμενη: α) ότι ουδέποτε οχλήθηκε από την ενάγουσα προς πληρωμή του οφειλόμενου σ’ αυτήν ποσού και β) ότι οι εκπρόσωποι της ενάγουσας την διαβεβαίωσαν ότι δεν θα διεκδικήσουν δικαστικά το οφειλόμενο ποσό και ότι θα αναμείνουν την ολοκλήρωση της ποινικής δικαστικής εμπλοκής του νομίμου εκπροσώπου αυτής (ενάγουσας), ………, ενόψει και της δυσκολίας, λόγω της κατάσχεσης του αρχείου του, για την επαλήθευση του ύψους των επίδικων απαιτήσεων. Ανεξαρτήτως του ότι τα ανωτέρω επικαλούμενα από την εναγομένη περιστατικά δεν θεμελιώνουν την εκ του άρθρου 281 ΑΚ ένσταση, πρέπει να αναφερθεί ότι, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, ουδόλως αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα δεν όχλησε την εναγομένη για την πληρωμή του οφειλόμενου σ’ αυτήν ποσού, ούτε αποδείχθηκε ότι οι εκπρόσωποι της διαβεβαίωσαν την εναγομένη ότι δεν θα διεκδικήσουν δικαστικά το οφειλόμενο ποσό. Αντιθέτως, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα όχλησε προφορικά τους εκπροσώπους της εναγομένης για την πληρωμή του εν λόγω ποσού (βλ. την σχετική κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης), ενώ η εναγομένη οχλήθηκε και εγγράφως σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ήτοι την 21-2-2014, με την επίδοση στον νόμιμο εκπρόσωπό της, της ένδικης από 23-12-2013 αγωγής της ενάγουσας (βλ. την υπ’ αριθ. …./21-2-2014 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, …..). Συνεπώς, η ενάγουσα εγείροντας την ένδικη αξίωσή της με την υπό κρίση αγωγή της, ουδόλως υπερβαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα επιβαλλόμενα από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του συναφούς δικαιώματος όρια και δεν ενεργεί καταχρηστικά, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εναγομένη, γι’ αυτό και ο κατ’ άρθρο 281 ΑΚ ισχυρισμός της περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος.

  1. V. Κατόπιν αυτών, πρέπει η ως άνω αγωγή, κατά την κύρια βάση της, να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία και πρέπει να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ανωτέρω ποσό των 22.492 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 31-7-2013 (ήτοι την συμφωνηθείσα ημέρα πληρωμής, δηλαδή αυτήν μετά την πάροδο 30 ημερών από την έκδοση του τελευταίου τιμολογίου που έγινε την 30-6-2013, κατά το αίτημα της ενάγουσας). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η εναγομένη, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Επίσης, αφού έγινε δεκτή η έφεσή της και εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη απόφαση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου των διακοσίων (200) ευρώ, που κατέθεσε με τα υπ’ αριθ. ……..παράβολα Δημοσίου εκ ποσού είκοσι (20) ευρώ έκαστο, καθώς και με τα υπ’ αριθ. …….. παράβολα ΤΑΧΔΙΚ εκ ποσού εξήντα (60) ευρώ έκαστο (άρθρο 495 παρ. 4 εδάφιο προτελευταίο ΚΠολΔ). Και τούτο, γιατί, όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 495 παρ. 4 και 509 ΚΠολΔ, εάν το ένδικο μέσο γίνει δεκτό και εξαφανισθεί (ολικώς ή εν μέρει) η απόφαση, ο διάδικος που άσκησε το εν λόγω μέσο θεωρείται, για την τύχη του κατατεθέντος παραβόλου, νικήσας, δικαιούμενος εντεύθεν της επιστροφής του, ανεξαρτήτως αν η τελική κρίση του δικαστηρίου επί της ουσίας της υπόθεσης είναι ή όχι ευνοϊκότερη γι’ αυτόν (ΑΠ 532/2016, ΕφΠειρ 119/2015 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Μ. Μαργαρίτης Ερμ. ΚΠολΔ, έκδ. 2012, τόμ. Α΄, άρθρο 495, αρ. 19, σελ. 849).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 25-11-2015 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …./2015) έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 2917/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

Διακρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 23-12-2013 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …../2014) αγωγής.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο κατά το σκεπτικό.

Δέχεται την ως άνω αγωγή κατά την κύρια βάση της.

Υποχρεώνει την εναγόμενη εταιρία με την επωνυμία «……» να καταβάλει στην ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία «……..» το ποσό των είκοσι δύο χιλιάδων τετρακοσίων ενενήντα δύο ευρώ (22.492) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την 31-7-2013 μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει την εναγόμενη-εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας-εφεσίβλητης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του κατατεθέντος από αυτήν παραβόλου των διακοσίων (200) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  25 Ιανουαρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ