Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 263/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΤΙΤΛΩΝ

Αριθμός Απόφασης

263/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η από 20.7.2016 έφεση του ηττηθέντος ανακόπτοντος – ………, κατά της οριστικής απόφασης 4694/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων και απέρριψε την από 5.10.2009 ανακοπή του τελευταίου, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 18.7.2016, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση στην εκκαλουμένη του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……. και η έφεση κατατέθηκε, στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, στις 16.9.2016 (άρθρα 495, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.), εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών, αφού ο μήνας Αύγουστος δεν υπολογίζεται στην προθεσμία του άρθρου 518 §1 του ίδιου Κώδικα για την άσκηση της έφεσης, κατ’ άρθρο 147 §2 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), ενώ έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο, ποσού διακοσίων (200) ευρώ, κατ’ άρθρο 495 §3 εδ. α´ και β´ του Κ.Πολ.Δ. (πριν την αντικατάστασή του με το ν. 4446/22.12.2016), όπως προκύπτει από τα ……. σειράς Α´ παράβολα του Δημοσίου και τα ……… σειράς Α´ παράβολα του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 του Κ.Πολ.Δ.).

ΙΙ. Ο ανακόπτων και ήδη εκκαλών – ………, με την από 5.10.2009 ανακοπή του, που ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 632 §1 του Κ.Πολ.Δ., ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), ζήτησε, για τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους, την ακύρωση της διαταγής πληρωμής …./2009 του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή το ποσό των 38.065 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, απαίτηση που προερχόταν από την έκδοση τριών επιταγών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά), με την εκκαλούμενη 4694/2015 οριστική απόφασή του, απέρριψε ως αβάσιμους τους λόγους της ανακοπής και επικύρωσε την ως άνω διαταγή πληρωμής. Ήδη, κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται ο ανακόπτων με την έφεσή του για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε να γίνει δεκτή η ανακοπή του και να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής ……/2009 του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

IΙΙ. Σε περίπτωση εμφάνισης επιταγών και μη πληρωμής τους, η βεβαίωση μη πληρωμής αυτών από την τράπεζα πρέπει να γίνεται ύστερα από ρητή εξουσιοδότηση της πληρώτριας τράπεζας σύμφωνα με το άρθρο 40 §2 του ν. 5960/1933 και με την με αριθμό 6617/Β104 της 11.14/2/1992 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Εμπορίου “Βεβαίωση μη πληρωμής της επιταγής σύμφωνα με το άρθρο 88 §2 του ν. 1969/1991”, κατά την οποία η βεβαίωση μη πληρωμής της επιταγής, σύμφωνα με το άρθρο 88 του ν. 1969/1991, συντάσσεται μετά από σχετικές πληροφορίες και προκειμένου για διαφορετικές τράπεζες μετά και από εξουσιοδότηση της πληρώτριας τράπεζας, επιτρεπομένης και επικοινωνίας και παροχής εξουσιοδότησης και με ηλεκτρονικούς μηχανογραφικούς τρόπους. Η βεβαίωση γίνεται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του ν.δ/τος 1325/1972, με μνεία της σχετικής εξουσιοδότησης, όπως απαιτείται … Εξάλλου, κατά το άρθρο 41 του ν. 5960/1933, τόσο το διαμαρτυρικό, όσο και η ισοδύναμη με αυτό βεβαίωση περί μη πληρωμής, γίνονται πριν από την εκπνοή της οκταήμερης προθεσμίας εμφάνισης. Η βεβαίωση περί μη πληρωμής δεν απαιτείται να γίνεται κατά την ημέρα της εμφάνισης της επιταγής προς πληρωμή, εφόσον δεν έληξε η προθεσμία εμφάνισης προς πληρωμή. Εάν αυτή έγινε την τελευταία ημέρα της προθεσμίας εμφάνισης, το διαμαρτυρικό ή η ισοδύναμη βεβαίωση μπορούν να γίνουν και εκτός της ως άνω προθεσμίας, οπωσδήποτε όμως την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα (Α.Π. 346/2018 Τ.Ν.Π. “Νόμος”).

ΙV. Στην προκείμενη περίπτωση απ’ όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα (δεν ζητήθηκε από αυτούς ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η εξέταση μαρτύρων), είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι ενδεικτική, αφού δεν παραλήφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς – Α.Π. 1001/2012 Τ.Ν.Π. «Νόμος» και Α.Π. 1628/2003 ΕλλΔ/νη 2004, σελ. 724), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εκκαλών – ανακόπτων, . .., εξέδωσε τρεις μεταχρονολογημένες επιταγές, εις διαταγήν της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “……..” και ειδικότερα : α) την …….., με φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 10.4.2009, ποσού 11.850 ευρώ, με πληρώτρια την …….., συρόμενη από τον λογαριασμό ……., β) την ……., με φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 30.4.2009, ποσού 12.370, με πληρώτρια την …….. και γ) την .-…, με φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 15.5.2009, ποσού 13.845 ευρώ, με πληρώτρια την ……., συρόμενες (οι υπό β και γ) από τον λογαριασμό …….. Στη συνέχεια η ανωτέρω κομίστρια των επιταγών αυτών, τις οπισθογράφησε και τις παρέδωσε στην εφεσίβλητη, με τη ρήτρα “αξία λόγω ενεχύρου”, στο πλαίσιο της μεταξύ τους σύμβασης αλληλόχρεου λογαριασμού. Η τελευταία ενημερώθηκε ηλεκτρονικά από την πληρώτρια Τράπεζα (όσον αφορά στην πρώτη επιταγή – οι λοιπές σύρονταν από λογαριασμό καταστήματος αυτής) ότι δεν υπήρχε διαθέσιμο υπόλοιπο και οι επιταγές αποκρούστηκαν (η πρώτη από την πληρώτρια … Τράπεζα και οι λοιπές από εκείνη). Ωστόσο, το γεγονός της μη πληρωμής των επιταγών, δεν βεβαιώθηκε εμπρόθεσμα στο σώμα αυτών, ήτοι εντός των οκτώ ημερών από τη φερόμενη ημερομηνία έκδοσής τους, κατ’ άρθρο 40 του ν. 5960/1933. Όσον αφορά στην πρώτη επιταγή, από το με ημερομηνία 22.5.2009 έγγραφο της πληρώτριας Τράπεζας, αναγράφεται ότι μέχρι και την ημερομηνία αυτή, στον λογαριασμό …….. του εκκαλούντος, υπήρχε μόνο μία σφραγισμένη επιταγή και αυτή δεν ήταν η υπό στοιχείο α (επίδικη) επιταγή (με αριθμό ………, φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 10.4.2009, ποσού 11.850 ευρώ) αλλά άλλη – η με αριθμό ……., με ίδια ημερομηνία έκδοσης 10.4.2009 και ποσού 7.000 ευρώ. Επιπλέον, από το με ημερομηνία 16.4.2009 απόσπασμα των ηλεκτρονικών βιβλίων της εφεσίβλητης, το οποίο εκείνη προσκομίζει, αποδεικνύεται ότι, στις 16.4.2009, είχε επιστραφεί η επιταγή αυτή ως απορριφθείσα, χωρίς ωστόσο στο αντίστοιχο πεδίο, που τιτλοφορείται “ένδειξη σφράγισης”, να αναγράφεται ότι σφραγίστηκε ή να υπάρχει κάποια ένδειξη για τη σφράγισή της (παραμένει λευκό). Περαιτέρω, όσον αφορά στις άλλες δύο επιταγές, με πληρώτρια την εφεσίβλητη, από το με ημερομηνία 21.5.2009 έγγραφο του υποκαταστήματος αυτής (…. Τράπεζας), στις Σπέτσες, βεβαιώνεται ότι, μετά από έλεγχο που έγινε, στον λογαριασμό ……….. του εκκαλούντος δεν υπήρχαν σφραγισμένες επιταγές. Μάλιστα, στο προσκομισθέν από τον εκκαλούντα (σχετικό 13) μηχανογραφικά εξαχθέν έγγραφο της εφεσίβλητης, με ημερομηνία 18.11.2009, αναφέρεται ως ημερομηνία σφράγισης των δύο επιταγών (……, με φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 30.4.2009, ποσού 12.370 και …….., με φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 15.5.2009, ποσού 13.845 ευρώ) από την τελευταία ως πληρώτρια, η 2.6.2009. Ο ισχυρισμός της εναγομένης περί του ότι από παραδρομή αναγράφηκε στην ως άνω επιστολή του καταστήματός της, στις Σπέτσες, ότι οι δύο τελευταίες επιταγές παρέμειναν ασφράγιστες, ενώ αντιθέτως είχε βεβαιωθεί επ’ αυτών εμπρόθεσμα το γεγονός της μη πληρωμής τους, δεν κρίνεται πειστικός, λαμβανομένου υπόψη και του ότι η μη σφράγιση από τράπεζα ακάλυπτης επιταγής είναι εξαιρετικά σπάνιο γεγονός, έτσι ώστε να είναι απίθανο το ενδεχόμενο να αναγραφεί από παραδρομή κάτι τέτοιο στην επιστολή της τράπεζας. Ακόμα πιο σπάνιο είναι το ενδεχόμενο να γίνει τέτοιο λάθος και από άλλη Τράπεζα, δεδομένου ότι αντίστοιχη βεβαίωση, με ημερομηνία 22.5.2009, είχε λάβει ο εκκαλών και από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος για την πρώτη επιταγή (…….. φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 10.4.2009, ποσού 11.850 ευρώ), όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου δεν μπορεί να αναιρεθεί από τις δύο προσκομιζόμενες επιστολές από το υποκατάστημα της εφεσίβλητης στο Παγκράτι προς αυτό των Σπετσών, με φερόμενες ημερομηνίες 30.4.2009 και 15.5.2009, στις οποίες αναγράφεται ότι η δεύτερη (……….., με ημερομηνία έκδοσης 30.4.2009, ποσού 12.370) και η τρίτη (…….., με ημερομηνία έκδοσης 15.5.2009, ποσού 13.845 ευρώ) ως άνω επιταγές αντίστοιχα, εμφανίστηκαν κατά τις ημερομηνίες έκδοσής τους και σφραγίστηκαν. Άλλωστε, οι επιστολές αυτές δεν έχουν βέβαιη χρονολογία ούτε φέρουν αριθμό επιστολής ή πρωτοκόλλου. Αντίθετα, εάν πράγματι είχαν σταλεί οι επιστολές αυτές δεν θα μπορούσε να αναγραφεί στην από 21.5.2009 απαντητική επιστολή προς τον εκκαλούντα ότι οι δύο τελευταίες επιταγές δεν έχουν σφραγιστεί. Περαιτέρω, η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι, μετά τη σφράγιση της πρώτης επιταγής του εκκαλούντος, αυτός επικοινώνησε με το υποκατάστημα του Παγκρατίου και παρακάλεσε τους αρμόδιους υπαλλήλους, λόγω του ότι ήταν πελάτης της Τράπεζας και είχε μια πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία, να του δοθεί μια μικρή διορία και να μην αναγγελθεί η σφράγιση των επιταγών του στην Τειρεσίας Α.Ε., αφού μέχρι τις 30.5.2009 θα τις εξοφλούσε, εκείνοι δε τον ενημέρωσαν ότι, για να τον διευκολύνουν, θα σφράγιζαν τις επιταγές αλλά θα τις ανήγγειλαν όλες, κατά την καταληκτική ημερομηνία της τελευταίας επιταγής, ήτοι στις 26.5.2009. Ο ισχυρισμός αυτός της εφεσίβλητης δεν ευσταθεί, αφού, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στο από 22.5.2009 έγγραφο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος γινόταν λόγος για άλλη μία επιταγή (πλην των επίδικων), με ίδια ημερομηνία έκδοσης (10.4.2009) με την πρώτη εξ αυτών (επίδικων), η οποία είχε ήδη σφραγιστεί και κατά συνέπεια θα αναγγέλονταν ούτως ή άλλως στην Τειρεσίας Α.Ε. Εξάλλου, όπως επίσης αναφέρθηκε ανωτέρω, δεν αποδείχθηκε η εμπρόθεσμη βεβαίωση της μη πληρωμής των επιταγών επί του σώματος αυτών, ενώ, σημειώνεται ότι ανταποδεικτικά, η εφεσίβλητη δεν προσκόμισε κάποιο έγγραφο από την Τειρεσίας Α.Ε., σχετικά με το πότε αναγγέλθηκαν οι επιταγές αυτές ούτε για το ποιο έντυπο χρησιμοποιείται για την αναγγελία των σφραγισμένων επιταγών και ποια διαδικασία ακολουθείται. Με βάση τα παραπάνω περιστατικά οι από 16.4.2009, 30.4.2009 και 15.5.2009 βεβαιώσεις μη πληρωμής των τριών επιταγών (……… αντίστοιχα) είναι ψευδείς, καθόσον, στις 22.5.2009, η ίδια η εφεσίβλητη, όσον αφορά στις δεύτερη και τρίτη επιταγές και η ….. Τράπεζα ., όσον αφορά στην πρώτη επιταγή, βεβαίωναν στις ως άνω δύο επιστολές τους, δια των οργάνων τους, και μάλιστα μετά από σχετικό έλεγχο που διενέργησαν, ότι οι επιταγές παρέμειναν ασφράγιστες. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι τα αρμόδια όργανα της εφεσίβλητης, για την αποφυγή πειθαρχικών ευθυνών τους, συνεπεία των παραλείψεών τους να βεβαιώσουν εμπρόθεσμα τη μη πληρωμή των ανωτέρω επιταγών, ενεργώντας υπό την ιδιότητά τους αυτή και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων που τους είχαν ανατεθεί, κατά το χρονικό διάστημα από 22.5.2009 μέχρι 2.6.2009, βεβαίωσαν εν γνώσει τους ψευδώς στις ανωτέρω τρεις επιταγές, ότι αυτές εμφανίστηκαν και σφραγίστηκαν εμπρόθεσμα, θέτοντας τις από 16.4.2009, 30.4.2009 και 15.5.2009 αντίστοιχα βεβαιώσεις μη πληρωμής στο σώμα τους. Έτσι, κατέστη δυνατή από την εφεσίβλητη η κίνηση της διαδικασίας έκδοσης διαταγής πληρωμής, κάτι που δεν θα ήταν εφικτό σε διαφορετική περίπτωση, αφού η παρέλευση της νόμιμης οκταήμερης προθεσμίας για τη βεβαίωση της άρνησης πληρωμής της επιταγής, δεν συνεπάγεται μεν την ακυρότητά της, όμως ο νόμιμος κομιστής της εκπίπτει των δικαιωμάτων του από την επιταγή, συμπεριλαμβανομένου και του εκδότη της – ανακόπτοντος. Μάλιστα, η ενοχή από την επιταγή δεν μπορεί να μετατραπεί ούτε σε άλλη δικαιοπραξία και ο κομιστής δεν μπορεί να ζητήσει την έκδοση διαταγής πληρωμής βάσει της συγκεκριμένης επιταγής, είτε ευθέως είτε θεωρώντας αυτή ως έγγραφο που ενσωματώνει αφηρημένη αναγνώριση ή υπόσχεση χρέους. Πράγματι, η εφεσίβλητη υπέβαλε στο δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 22.6.2009 αίτησή της, με την οποία ζήτησε την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος τόσο του εκκαλούντος, ως εκδότη των επιταγών, όσο και της οπισθογράφου εταιρείας με την επωνυμία “……….”, επισυνάπτοντας στην αίτησή της και τα σώματα των ανωτέρω τριών επιταγών, τα οποία όμως δεν ήταν ασφράγιστα, αλλά, αντίθετα, έφεραν στην οπίσθια όψη τους, τις, κατ’ άρθρο 40 του ν. 5960/1933 από 16.4.2009, 30.4.2009 και 15.5.2009 αντίστοιχα, βεβαιώσεις της μη πληρωμής τους, υπογεγραμμένες από τους αρμόδιους υπαλλήλους της. Επί της ανωτέρω αίτησης εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής …../2009 του δικαστή του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία υποχρεώθηκε ο ανακόπτων – εκκαλών να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή – εφεσίβλητη, το ποσό των 38.065 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων. Περαιτέρω, η εφεσίβλητη επανέφερε με τις προτάσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (σημειώνεται ότι αν και δεν προσκομίζει τις προτάσεις της στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αυτές προσκομίζονται από τον εκκαλούντα) την ένσταση της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του εκκαλούντος. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι ο τελευταίος άσκησε την ανακοπή του, καθ’ υπέρβαση της καλής πίστης και των χρηστών ηθών, για να πετύχει τη μη πληρωμή της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, αφού, αν και γνώριζε ότι οφείλει τα ποσά των τριών ως άνω επιταγών, ότι δεν είχε υπόλοιπο στο λογαριασμό του και ότι ο ίδιος παρακάλεσε να μην αναγγελθούν οι επιταγές του στον Τειρεσία, εντούτοις ζήτησε και απέσπασε βεβαίωση από το Κατάστημά της στις Σπέτσες, σύμφωνα με την οποία αναγραφόταν ότι δεν υπάρχουν σφραγισμένες επιταγές στο λογαριασμό του, γεγονός όμως που σημαίνει ότι δεν είχαν αναγγελθεί στην Τειρεσίας Α.Ε. και όχι ότι δεν είχαν σφραγιστεί οι επιταγές. Η ένσταση αυτή πρέπει ν’ απορριφθεί, αφού, για την πληρότητα και το παραδεκτό της δεν διατυπώθηκε, κατά την πρώτη συζήτηση της ανακοπής, αίτημα απόρριψής της για την αιτία αυτή (Ολ.Α.Π. 472/1983, Α.Π. 41/2008 στην Τ.Ν.Π. “Νόμος”, Α.Π. 2102/2007 Ελλ.Δ/νη 2009, σελ. 425, Α.Π. 1129/2002 Ελλ.Δ/νη 2004, σελ. 424 και Α.Π. 769/2000 Ελλ.Δ/νη 2001, σελ. 110). Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι είναι αβάσιμη, αφού η εφεσίβλητη, δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος απόδειξης, ούτε με την κατάθεση μάρτυρα (υπαλλήλου του υποκαταστήματός της στο Παγκράτι) ούτε με την προσκομιδή εγγράφου, του ισχυρισμού της ότι ο εκκαλών, επικαλούμενος πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία, ζήτησε να του δοθεί διορία για την πληρωμή τους και να μην αναγγελθεί η σφράγιση των επιταγών του στην Τειρεσίας Α.Ε. Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής του, όπως αυτός εκτιμάται από το Δικαστήριο, ο ανακόπτων ισχυρίστηκε ότι τα σώματα των τριών ανωτέρω επιταγών (……… αντίστοιχα), που προσκομίστηκαν στο δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά για την έκδοση της διαταγής πληρωμής …./2009, βεβαίωναν ψευδώς το γεγονός της μη πληρωμής τους, αφού τέθηκαν σ’ αυτές, υπογεγραμμένες από τους αρμόδιους υπαλλήλους της καθ’ ης η ανακοπή, οι από 16.4.2009, 30.4.2009 και 15.5.2009 αντίστοιχα βεβαιώσεις της μη πληρωμής τους. Ότι, στις 22.5.2009, ο ανακόπτων είχε λάβει επιστολές από την καθ’ ης (όσον αφορά στις δεύτερη και τρίτη επιταγές) και από την …. Τράπεζα . (όσον αφορά στην πρώτη επιταγή), σύμφωνα με τις οποίες οι επιταγές αυτές δεν είχαν σφραγιστεί. Ότι κατά συνέπεια δεν είχε βεβαιωθεί εντός οκτώ ημερών από τη φερόμενη έκδοση των επιταγών αυτών, η μη πληρωμή τους. Ότι εφόσον δεν προέκυπτε από έγγραφο αυτή (βεβαίωση μη πληρωμής)  εσφαλμένα εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, διότι η καθ’ ης εξέπεσε από τα δικαιώματά της να στραφεί κατ’ αυτού ως εκδότη των επιταγών. Ο λόγος αυτός της ανακοπής, ο οποίος επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης, είναι νόμιμος (άρθρα 28, 29 και 40 του ν. 5960/1933) και επαρκώς ορισμένος, είναι δε και ουσιαστικά βάσιμος, εφόσον, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, αποδείχθηκε ότι η μη πληρωμή των επίδικων επιταγών, δεν βεβαιώθηκε εμπρόθεσμα στο σώμα αυτών, ήτοι εντός των οκτώ ημερών από τη φερόμενη ημερομηνία έκδοσής τους, κατ’ άρθρο 40 του ν. 5960/1933. Αντίθετα, οι σχετικές βεβαιώσεις (με ημερομηνίες 16.4.2009, 30.4.2009 και 15.5.2009 στις με αριθμούς ….. και …… επιταγές αντίστοιχα) τέθηκαν μεταγενέστερα από τους αρμόδιους υπαλλήλους της καθ’ ης, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους για την αποφυγή των πειθαρχικών ευθυνών τους και για να είναι εφικτή η δικαστική διεκδίκηση των ποσών τους. Εφόσον λοιπόν, οι επίδικες επιταγές δεν εμφανίστηκαν για πληρωμή εντός οκτώ ημερών από την επομένη της έκδοσής τους, η κομίστριά τους – καθ’ ης η ανακοπή εξέπεσε από τα δικαιώματά της που πηγάζουν από αυτές έναντι όλων των υπόχρεων, συμπεριλαμβανομένου και του εκδότη τους – ανακόπτοντος (Α.Π. 1720/1998 Τ.Ν.Π. Νόμος, Α.Π. 1528/1992 Ελλ.Δ/νη 1994, σελ. 397 και Ι. Μάρκου Δίκαιο Επιταγής, β΄ έκδοση, άρθρο 40, σελ. 238). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφαση, απέρριψε τον ανωτέρω λόγο της ανακοπής και επικύρωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος της έφεσης. Σημειωτέον ότι η ανωτέρω τεθείσες βεβαιώσεις μη πληρωμής επί των επίδικων επιταγών δεν συνιστούν πλαστογραφία, αφού τέθηκαν ενυπόγραφα από τους αρμόδιους προς τούτο υπαλλήλους της καθ’ ης η ανακοπή – αλλά ψευδείς βεβαιώσεις, δοθέντος ότι στις επιταγές αυτές βεβαιώθηκε ανακριβώς από τους τελευταίους η ημερομηνία της μη πληρωμής τους.

  1. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη η από 20.7.2016 έφεση του ανακόπτοντος, …….., να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση 4694/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), να γίνει δεκτή η από 5.10.2009 ανακοπή και να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής …../2009 του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Επιπλέον, εφόσον έγινε δεκτή η έφεση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα των παραβόλων των διακοσίων (200) ευρώ, που κατέθεσε (άρθρο 495 §3 εδ. ε΄ του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη δικαστική του δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 191 §2 του Κ.Πολ.Δ., 65, 69 §1, 68 §1 και 63 §1 περ. i. στοιχ. α´ και εδ. τελευτ. του ν. 4194/2013), σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του τελευταίου (εκκαλούντος), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 20.7.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2016 έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 4694/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των πιστωτικών τίτλων.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 5.10.2009 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2009 ανακοπή.

Δέχεται αυτήν.

Ακυρώνει την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής …../2009 του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Καταδικάζει την καθ’ ης η ανακοπή – εταιρεία με την επωνυμία “. . ….”, στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του ανακόπτοντος – ……… και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει στο ποσό των εννιακοσίων πενήντα (950) ευρώ.

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα, των κατατεθέντων από αυτήν παραβόλων των διακοσίων (200) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 9 Μαΐου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ