Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 235/2019

Αριθμός  235/2019

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών,  Παναγιώτη Χουζούρη, Εφέτη και Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα  Δ.Π.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρεται προς συζήτηση η από 15-12-2015 με ΓΑΚ …../2016 και ΕΑΚ …./2016, έφεση του ηττηθέντος ενάγοντος κατά της υπ’ αριθμ. 3594/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 499, 500, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα της δικογραφίας επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης και, επιπλέον, δεν έχει παρέλθει διετία από τη δημοσίευσή της. Πρέπει, επομένως, εφόσον για το παραδεκτο αυτής καταβλήθηκε το παράβολο που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4 ΚΠολΔ, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, το δε εδαφ. β’ αυτής προστέθηκε με το άρθρο 93 παρ 1 του ν. 4139/2013,(υπ’ αρ. ……… ΣΕΙΡΑ Α’ Δημοσίου ,…. και ….. ΣΕΙΡΑ Α’ ΤΑΧΔΙΚ ) να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 518 παρ. 2, 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

Με την υπό κρίση από 14-1-2014 αγωγή του, με αριθμό κατ. δικογράφου ………/2013, ο ενάγων και ήδη εκκαλών, . …. εξέθετε ότι, δυνάμει άτυπης σύμβασης που κατάρτισε με την εναγόμενη, στον Πειραιά, τον μήνα Απρίλιο του έτους 2013, συνέστησαν μεταξύ τους αφανή εταιρία αορίστου χρόνου, με εμφανή εταίρο την εναγόμενη, με σκοπό την εκμετάλλευση επιχείρησης υγειονομικού ενδιαφέροντος – ψητοπωλείου, ότι για τις ανάγκες λειτουργίας αυτής συμφωνήθηκε όπως η εναγόμενη εισφέρει το ποσόν των 15.000,00 ευρώ και αυτός την εργασία του, τόσο κατά το στάδιο ανακαίνισης του χώρου, όπου θα στεγαζόταν η επιχείρηση, όσο και κατά το στάδιο της λειτουργίας αυτής. Ότι στην εταιρία αυτή ορίστηκε διαχειριστής η εναγόμενη -εμφανής εταίρος και ότι, προς επίτευξη του σκοπού της εταιρίας, η τελευταία μίσθωσε ένα κατάστημα, επί της οδού ……….., στον Πειραιά, οριζόμενης της έναρξης της διάρκειας αυτής την 1-6- 2013. Ότι για τις ανάγκες λειτουργίας της εν λόγω επιχείρησης, ο ενάγων και ήδη εκκαλών προσέφερε τις υπηρεσίες του, κατά τα συμφωνηθέντα, κατά το χρόνο ανακαίνισης του ως άνω μισθίου και απασχολούνταν ημερησίως από ώρα 10.00’π.μ. έως και 01.00’π.μ., ως ψήστης και, απουσίασε εκ της εργασίας του από 29-10-2013 έως 10-11-2013 λόγω του επισυμβάντος θανάτου της μητρός του. Περαιτέρω εξέθετε ότι η εναγόμενη και ήδη, εφεσίβλητη εκμεταλλεύτηκε το γεγονός αυτό και τον εξεδίωξε εκ της επιχείρησής τους κατά τρόπο αθέμιτο και αντισυμβατικό και ότι, παρά τις εξώδικες οχλήσεις της, η εναγόμενη αρνείται να πράξει τα νόμιμα και συμφωνηθέντα. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο εκκαλών-ενάγων ζητούσε: Α) να αναγνωριστεί ότι συνεστήθη μεταξύ αυτού και της εφεσίβλητης -εναγόμενης αφανής εταιρία από 11-4-2013, με αντικείμενο δραστηριότητας την εκμετάλλευση επιχείρησης ψητοπωλείου με ποσοστό συμμετοχής εκάστου αυτών 50% στο κεφάλαιο, ως και στα κέρδη και στις ζημίες, Β) να υποχρεωθεί η εφεσίβλητη-εναγόμενη να αποδέχεται τη συμμετοχή και τη σύμπραξη του εκκαλούντος-ενάγοντος στις δραστηριότητες της ως άνω επιχείρησης, με την απειλή εναντίον της, προσωπικής κράτησης, διάρκειας ενός έτους και χρηματικής ποινής 6.000,00 ευρώ για κάθε παράβαση της υποχρέωσης της ταύτης και Γ) να υποχρεωθεί η εφεσίβλητη-εναγόμενη σε λογοδοσία, να ανακοινώσει λογαριασμό ο οποίος να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και των εξόδων της μεταξύ τους συσταθείσας αφανούς εταιρίας, για το χρονικό διάστημα από 1-7-2013 μέχρι και το χρόνο της εκ νέου εισόδου του σ’ αυτή.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την υπ’ αριθμ. 3594/2015 οριστική του απόφαση, απέρριψε εν άλω την από 14-1-2013 αγωγή, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται, ήδη, ο εκκαλών, με την υπό κρίση έφεσή του, επικαλούμενος κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή του κατά της εναγόμενης – εφεσίβλητης.

Επειδή, με τις διατάξεις των άρθρων 285 έως και 292 του νόμου 4072/2012, κατοχυρώνεται πλέον και νομοθετικά ο όρος αφανής εταιρεία, ο οποίος μέχρι τότε είχε παγιωθεί στην θεωρία και νομολογία χωρίς όμως να αποτυπώνεται σε νομοθετικό κείμενο. Οι διατάξεις των άρθρων 47 έως 50 του Εμπορικού Νόμου, που εφαρμόζονταν για την αφανή εταιρεία, αναφέρονταν στις λεγάμενες μετοχικές εμπορικές εταιρείες, ενώ για την αφανή εταιρεία χρησιμοποιούνταν και ο όρος συμμετοχική εταιρεία. Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 285 του νόμου 4072/2012, όπου διατυπώνεται ο ορισμός της αφανούς εταιρείας, ορίζεται ότι «… Με τη σύμβαση της αφανούς εταιρείας ο ένας από τους εταίρους (εμφανής εταίρος) παραχωρεί σε άλλον ή άλλους εταίρους (αφανείς εταίρους) δικαίωμα συμμετοχής στα αποτελέσματα μιας ή περισσότερων εμπορικών πράξεων ή εμπορικής επιχείρησης, που διενεργεί στο όνομα του, αλλά προς το κοινό συμφέρον των εταίρων». Με τον ορισμό αυτό ο νομοθέτης αποδέχεται την παγιωμένη κατά το προϊσχύσαν δίκαιο αντίληψη ότι η αφανής εταιρεία είναι γνήσια εταιρεία με την έννοια του άρθρου 741 ΑΚ, όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του νόμου, στην οποία αναφέρεται ότι η αφανής εταιρεία αποτελεί εταιρεία και ρυθμίζεται ως εταιρεία, αλλά και από την ευθεία συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων του ΑΚ για την εταιρεία, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 285 του νόμου 4072/2012. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η αφανής εταιρεία, κατά τον ν. 4072/2012, έχει ως αντικείμενο εμπορική επιχείρηση και όχι οποιοδήποτε οικονομικό σκοπό. Κατ’ ακριβολογία, η αφανής εταιρεία δεν είναι εμπορική εταιρεία, υπό την έννοια ότι, μόνο ο εμφανής εταίρος αποκτά εμπορική ιδιότητα, καθώς αυτός είναι που διενεργεί εμπορικές πράξεις, κατά σύνηθες επάγγελμα. Η αφανής εταιρεία, εφόσον έχει εμπορικό σκοπό, αποτελεί εταιρεία του εμπορικού δικαίου, με την έννοια ότι χρησιμοποιείται για την άσκηση εμπορικών πράξεων και διέπεται από τους κανόνες του εμπορικού δικαίου. Προ της ισχύος του νόμου 4072/2012, η σύσταση της αφανούς εταιρείας δεν υπέκειτο σε τύπο, ακόμη και αν αποσκοπούσε σε επιχείρηση δικαιοπραξιών, οι οποίες υπόκεινται σε τύπο. Μέχρι την ψήφιση του νόμου 4072/2012, η νομολογία είχε αντιμετωπίσει το ζήτημα της απόδειξης της σύστασης της αφανούς εταιρείας και των όρων αυτής. Εφόσον υπήρχε έγγραφος συμφωνία, η σύσταση ήταν αυταπόδεικτη και απέμενε μόνο η ερμηνεία των όρων της συμφωνίας. Στην περίπτωση, όμως, που δεν υπήρχε έγγραφη συμφωνία, τότε ήταν προς απόδειξη, τόσον η ίδια η σύσταση, όσο και οι όροι που διέπουν την συμφωνία αυτή. Ειδικότερα, η απόδειξη της κατάρτισης της σύμβασης μπορούσε να γίνει και με μάρτυρες, εφόσον συνέτρεχε μία των προϋποθέσεων του άρθρου 394 ΚΠολΔ. Πράγματι, στις περιπτώσεις που δεν υπήρχε έγγραφη συμφωνία των μερών, οι μαρτυρικές καταθέσεις αποτελούσαν το κύριο αποδεικτικό μέσο, για  την απόδειξη της σύστασης αφανούς εταιρείας και των όρων που διέπουν την λειτουργία αυτής. Εκτός από τις μαρτυρικές καταθέσεις αξιολογούνταν και κάθε άλλο αποδεικτικό μέσο (αλληλογραφία μεταξύ των εταίρων, εταιρικά βιβλία, κοινός λογαριασμός κ.α.), πρόσφορο τόσο για την απόδειξη της σύστασης της αφανούς εταιρείας, όσο και των όρων αυτής π.χ. συμμετοχή σε κέρδη και ζημίες, εισφορές των εταίρων, χρόνος διανομής κερδών κ.α..Μετά την ισχύ του νόμου 4072/2012, η αφανής εταιρεία, όπως σημειώνεται και στην εισηγητική έκθεση του νόμου, εξακολουθεί να συστήνεται ατύπως, ενώ δεν προβλέπονται διατυπώσεις δημοσιότητας. Στην παρ. 2 του άρθρου 285 του ν.4072/2012 ορίζεται ότι η αφανής εταιρεία δεν έχει νομική προσωπικότητα και δεν καταχωρίζεται στο ΓΕ.Μ.Η. Οι όροι της εταιρικής συμφωνίας αποδεικνύονται μόνο με έγγραφη συμφωνία των συμβαλλόμενων μερών. Για τη συμφωνία αυτή εφαρμόζεται η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 393 ΚΠολΔ. Στην αφανή εταιρεία εφαρμόζονται οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την εταιρεία, εκτός από εκείνες που δεν συμβιβάζονται με τη φύση της αφανούς εταιρείας. Ως προς την απόδειξη της σύστασης, επομένως, της αφανούς εταιρείας, από την στιγμή που εξακολουθεί να συστήνεται άτυπα, ισχύουν τα ίδια, που ίσχυαν υπό το προηγούμενο νομικό καθεστώς. Δηλαδή, προς απόδειξη της σύστασης, μπορεί να αξιοποιηθεί κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, προκειμένου να αποδειχθεί ότι τα μέρη έχουν συστήσει αφανή εταιρεία. Σύμφωνα, όμως με το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 285 του νόμου 4072/2012, οι όροι της εταιρικής συμφωνίας αποδεικνύονται μόνο με έγγραφη συμφωνία των συμβαλλομένων μερών και εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 393 παρ.2 ΚΠολΔ, η οποία προβλέπει ότι δεν επιτρέπεται η απόδειξη με μάρτυρες κατά περιεχομένου εγγράφου. Ο προβλεπόμενος, συνεπώς, στην παρ. 2 του άρθρου 285 του νόμου 4072/2012, έγγραφος τύπος είναι αποδεικτικός και όχι συστατικός. Πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι όροι της εταιρικής σύμβασης αποδεικνύονται υποχρεωτικά με έγγραφο, μόνον εφόσον παρεκκλίνουν των ρυθμίσεων του νόμου. Αν η αφανής εταιρεία έχει συσταθεί άτυπα και δεν υπάρχει έγγραφο, οι όροι αυτής προκύπτουν από τις ρυθμίσεις των άρθρων 285 επ. του νόμου 4072/2012.Τα μέρη μπορούν, μεν, να αποκλίνουν αυτών των ρυθμίσεων, καθώς αυτές αποτελούν διατάξεις ενδοτικού δικαίου, μόνο όμως με έγγραφη συμφωνία τους. Αν δεν έχει συνταχθεί έγγραφο, δεν μπορούν να αποδειχθούν με μάρτυρες διαφορετικοί όροι της εταιρικής σύμβασης από όσους προβλέπονται στον νόμο 4072/2012 και στις διατάξεις του ΑΚ, που ο νόμος αυτός παραπέμπει (βλ.Σπ. Ταλιαδούρου, «Το νέο νομοθετικό πλαίσιο για την αφανή εταιρία, ΔΕΕ 2016,873 και Γ. Σχοινοχωρίτη, «Η αφανής εταιρία, η κοινοπραξία και η αστική εταιρία με νομική προσωπικότητα μετά τον ν.4072/2012», ΕλλΔ/νη 2014,1601). Περαιτέρω, με το άρθρο 288 (Διαχείριση της αφανούς εταιρείας) ορίζεται ότι « 1. Τη διαχείριση της αφανούς εταιρείας ασκεί ο εμφανής εταίρος» και «2. Τα αποκτώμενα από τη διαχείριση της εταιρείας ανήκουν στον εμφανή εταίρο». Με το άρθρο 289 (Κέρδη και ζημίες) ορίζεται ότι «1. Ο αφανής εταίρος συμμετέχει στα κέρδη της εταιρείας κατά το ποσοστό ή το ποσό που έχει συμφωνηθεί στην εταιρική σύμβαση, άλλως εφαρμόζεται το άρθρο 763 του Αστικού Κώδικα. 2. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά, ο αφανής εταίρος μετέχει στις ζημίες που προκύπτουν, κατά το ίδιο ποσοστό με τα κέρδη. Μπορεί να συμφωνηθεί ότι η συμμετοχή του στις ζημίες δεν θα υπερβαίνει την αξία της εισφοράς του. 3. Στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους ή στο χρόνο που έχουν συμφωνήσει τα μέρη, καθώς και σε περίπτωση λύσης της εταιρείας, ο εμφανής εταίρος έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει και να καταβάλει τα αναλογούντα κέρδη στον αφανή εταίρο. Δεν αποκλείεται να συμφωνηθεί η καταβολή κερδών στον αφανή εταίρο και κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους, ιδίως κατά την ολοκλήρωση κάποιας πράξης ή επιχειρηματικής δράσης. 4.0 αφανής εταίρος δεν υποχρεούται να επιστρέφει τα κέρδη που έλαβε σε προγενέστερες χρήσεις, λόγω ζημιών μεταγενέστερων χρήσεων». Περαιτέρω, με το άρθρο 291 του ίδιου νόμου (Λύση και εκκαθάριση της αφανούς εταιρείας) ορίζεται ότι «1. Η αφανής εταιρεία λύνεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τον Αστικό Κώδικα. Τη λύση ακολουθεί η εκκαθάριση. 2. Η εκκαθάριση της αφανούς εταιρείας διενεργείται από τον εμφανή εταίρο. Συνίσταται στην απόδοση στον αφανή εταίρο της αξίας της συμμετοχής του, μειωμένης κατά τις ζημίες, που του αναλογούν. Η κατά χρήση εισφορά του αφανούς εταίρου επιστρέφεται αυτούσια. 3. Ο εκκαθαριστής έχει υποχρέωση, στο τέλος κάθε ημερολογιακού εξαμήνου, να παρέχει πληροφορίες στον αφανή εταίρο για την εξέλιξη των εργασιών της εκκαθάρισης, με έκθεση των αιτίων που παρεμπόδισαν την περάτωσή της».

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, που εκτιμώνται καθ’ εαυτές και σε συνδυασμό μεταξύ τους και κατά το λόγο της γνώσης και της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρος, σε συνδυασμό και με τα έγγραφα που νομότυπα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων οι με αριθμ. …./2014 και …./2014 ένορκες βεβαιώσεις, που ελήφθησαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, στα πλαίσια έτερης υπόθεσης μεταξύ των ιδίων διαδίκων, που εκδικάστηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και τις φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων και δεν αμφισβητήθηκε, καθώς και από τις ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις τους, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, τα ακόλουθα πραγματικά γεγονότα: Ο εκκαλών, ο οποίος επί σειρά ετών, ασκούσε το επάγγελμα του ψήστη, διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τη μητέρα της εναγόμενης- εφεσίβλητης, ……., επ’ αφορμή, δε, των σχέσεων αυτών, ο εκκαλών κλήθηκε να συνδράμει την εφεσίβλητη θυγατέρα της, η οποία προτίθετο να δραστηριοποιηθεί στον τομέα της εστίασης και, δη, να θέσει σε λειτουργία επιχείρηση ψητοπωλείου. Η εφεσίβλητη για τις ανάγκες λειτουργίας της επιχείρησης, μίσθωσε ένα κατάστημα επί της οδού ……. στον Πειραιά, δυνάμει του από 11-4-2013 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης. Στον υπ’ αριθμ. 4 όρο του εν λόγω συμφωνητικού ορίστηκε ότι χορηγείται το δικαίωμα στην μισθώτρια και ήδη εφεσίβλητη να συστήσει εταιρεία οιασδήποτε μορφής με τον ήδη εκκαλούντα, εντός έξι μηνών από την υπογραφή αυτού (συμφωνητικού). Ευθύς αμέσως μετά την κατάρτιση του ως άνω συμφωνητικού, ξεκίνησαν οι εργασίες ανακαίνισης και επισκευής του καταστήματος, προκειμένου να καταστεί ικανό προς εγκατάσταση επιχείρησης ψητοπωλείου. Η εναγόμενη-εφεσίβλητη προέβη στη σύσταση δανειακής σύμβασης, ύψους 15.000,00 ευρώ με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ώστε να καλύψει τις δαπάνες που απαιτούνταν για την ανακαίνιση του καταστήματος και την απόκτηση του κατάλληλου εξοπλισμού. 0 ενάγων-εκκαλών παρείχε στην εναγόμενη-εφεσίβλητη τη συνδρομή του, αναφορικά με την εύρεση των κατάλληλων για τις αναγκαίες ως άνω εργασίες συνεργείων. Η εναγόμενη-εφεσίβλητη δήλωσε, ως ημερομηνία έναρξης εργασιών της ατομικής επιχείρησής της, την 21-5-2013, πλην, όμως, η πραγματική λειτουργία αυτής ανάγεται στον μήνα Ιούλιο του έτους 2013. Ο ενάγων -εκκαλών εμφανίζεται ως εργαζόμενος της εν λόγω επιχείρησης από 17-9-2013 (βλ. σχετ. δήλωση αναγγελίας πρόσληψης). Οι σχέσεις του με την εναγόμενη, αλλά και με το προσωπικό, που απασχολούνταν στην εν λόγω επιχείρηση δεν εξελίχθηκαν ομαλά. Η ένταση των σχέσεων αυτών κορυφώθηκε το μήνα Νοέμβριο του έτους 2013, όταν ο ενάγων-εκκαλών επιχείρησε να εισέλθει στο ως άνω κατάστημα μετά από ολιγοήμερη απουσία του, λόγω οικογενειακών ζητημάτων, πλην, όμως, δεν μπόρεσε, καθόσον είχαν ήδη αλλαχθεί οι κλειδαριές αυτού. Κατόπιν τούτου, απέστειλε την από 12-11-2013 εξώδικη δήλωσή του, με την οποία, επικαλούμενος τη μεταξύ αυτών (διαδίκων) συμφωνία σύστασης αφανούς εταιρείας, ζητούσε την αποκατάσταση των σχέσεων αυτών και τη δρομολόγηση της σύστασης ομορρύθμου εταιρείας, κατά τα μεταξύ αυτών συμφωνηθέντα. Σε απάντηση της ως άνω εξώδικης δήλωσης, η εναγόμενη και ήδη, εφεσίβλητη, με την από 22-11-2013 εξώδικη δήλωσή της, αρνήθηκε την ύπαρξη οιασδήποτε συμφωνία για σύσταση καταρχάς αφανούς και εν συνεχεία, ομόρρυθμης  εταιρίας. Ο ενάγων-εκκαλών ισχυρίζεται ότι συνήψαν μεταξύ τους αφανή εταιρία και ότι συμφώνησαν ότι αυτός θα παράσχει ως εισφορά, την προσωπική του εργασία και ότι η εναγόμενη – εφεσίβλητη θα εισέφερε το ποσόν των 15.000,00 ευρώ και ότι η συμμετοχή αυτών στα κέρδη και στις ζημίες θα ανερχόταν σε ποσοστό 50% για έκαστο τούτων. Πλην, όμως, η σύσταση αφανούς εταιρείας μεταξύ των διαδίκων, ουδόλως αποδεικνύεται, τόσο από τις μαρτυρικές καταθέσεις, όσο και από οποιοδήποτε έγγραφο, περαιτέρω, δε, ελλείπει και η από το νόμο απαιτούμενη έγγραφη συμφωνία για την απόδειξη των όρων της επικαλούμενης ως καταρτισθείσας εταιρικής σύμβασης και, δη, όσων από αυτούς, θα παρέκλιναν των ρυθμίσεων του νόμου, από την οποία και θα μπορούσε να προκύψει ασφαλής έμμεση απόδειξη, για την σύσταση της αφανούς εταιρείας. Συγκεκριμένα, ουδείς από τους μάρτυρες, που εξετάσθηκαν τόσο στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, όσο και ενώπιον του Ειρηνοδικείου κατά την λήψη των ως άνω ένορκων βεβαιώσεων, δεν καταθέτει σαφώς ότι είχε συσταθεί αφανής εταιρεία μεταξύ των διαδίκων, παρά μόνον ότι είχαν γίνει συζητήσεις για πιθανή σύσταση κάποιας μορφής εταιρείας στο μέλλον και όχι κατά την χρονική στιγμή της έναρξης της επιχείρησης ψητοπωλείου, όπως και ο ίδιος ο εκκαλών συνομολογεί, εξ’ άλλου, καθώς δεν διέθετε τα απαιτούμενα κεφάλαια. Μάλιστα, ο ίδιος ο εκκαλών ομολογεί στην αγωγή του ότι αυτές τις συζητήσεις τις είχε κάνει με την μητέρα της εναγόμενης – εφεσίβλητης, με την οποία διατηρούσε ερωτική σχέση και όπως είναι φυσικό υπήρχε οικειότητα, που επηρέαζε τις επιλογές τους, αντίθετα η εναγόμενη- εφεσίβλητη δεν ήθελε συνεταιρισμό με τον εκκαλούντα, διότι όπως αποδείχθηκε, αφ’ ενός, μεν, δεν εκτιμούσε τον χαρακτήρα του, αφ’ ετέρου, δε, αυτός δεν διέθετε τα αναγκαία προς ίδρυση εταιρείας κεφάλαια, τα οποία ισχυριζόταν ότι θα αποκτούσε από την εργασία του στο μέλλον. Παρ’ όλα ταύτα, η εφεσίβλητη διεξήγαγε κάποιες συζητήσεις με τον εκκαλούντα, σχετικά με την ίδρυση εταιρείας μεταξύ τους, στο μέλλον, με σκοπό να μην διαταράξει τις σχέσεις της μητέρας της με αυτόν, χωρίς βεβαίως να έχουν καταλήξει ποτέ σε σύσταση οποιασδήποτε μορφής εταιρείας, ούτε και αφανούς, όπως ισχυρίζεται ο εκκαλών. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών είχε προσληφθεί κανονικά (βλ. σχετική αναγγελία πρόσληψης) και προσέφερε την εργασία του στην επιχείρηση-ψητοπωλείο της εφεσίβλητης με την ιδιότητα του ψήστη, με πλήρες ωράριο και πληρωνόταν κανονικά το ημερομίσθιό του, κάθε βράδυ, όπως και το υπόλοιπο προσωπικό του ψητοπωλείου, γεγονός που δεν αποκλείει την ιδιότητα του εταίρου, εφ’ όσον, όμως, δεν υπάρχει το απαιτούμενο εκ του νόμου έγγραφο προς απόδειξη των όρων της εταιρικής συμφωνίας, ενισχύεται η κρίση του Δικαστηρίου ότι ο εκκαλών είχε μόνο την ιδιότητα του εργαζόμενου στην επιχείρηση και όχι του αφανούς εταίρου. Πέραν των ανωτέρω, ούτε το γεγονός της ενασχόλησης του εκκαλούντος με την εξεύρεση κάποιων συνεργείων για την ανακαίνιση του καταστήματος, τα οποία και πλήρωσε η εφεσίβλητη, αποδεικνύει την ιδιότητα του, ως αφανούς εταίρου. Εξάλλου και με την υπ’ αριθμ. 1007/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε επί της από 7-2-2014 αίτησης του εκκαλούντος, για προσωρινή ρύθμιση κατάστασης, κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, απορρίφθηκε, ως μη πιθανολογηθείσα, η μεταξύ των διαδίκων σύσταση αφανούς εταιρείας. Με βάση τα ανωτέρω, ενόψει του ότι δεν αποδείχθηκε η σύσταση αφανούς εταιρείας μεταξύ των διαδίκων για την λειτουργία επιχείρησης ψητοπωλείου, δεν δύναται, συνακόλουθα, να υφίσταται υποχρέωση της εφεσίβλητης να αποδέχεται τις εργασίες του εκκαλούντος και την σύμπραξή του στη λειτουργία της εν λόγω επιχείρησης, ούτε και υποχρέωσή της για λογοδοσία, ενόψει του ότι δεν διαχειρίστηκε ξένη περιουσία, που ανήκε στον εκκαλούντα. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια, αναφορικά με την μη απόδειξη της σύστασης μεταξύ των διαδίκων αφανούς εταιρίας, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και   εκτίμησε τις εν γένει αποδείξεις, τα, δε, περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα, με τον μοναδικό λόγο της ένδικης έφεσης, πρέπει ως αβάσιμα να απορριφθούν, όπως και η έφεση στο σύνολό της. Πρέπει, επίσης, λόγω της απόρριψης της έφεσης, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος με την άσκησή της παράβολου στο δημόσιο ταμείο. Πρέπει, τέλος, λόγω της ήττας του εκκαλούντος να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας(άρθρ. 176 και 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 15-12-2015 (ΓΑΚ …./2016 και αριθμ.καταθ. …../2016) έφεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο ταμείο των αναφερόμενων στο σκεπτικό της παρούσας παραβολών έφεσης, εκ ποσού διακοσίων ευρώ (200 €).

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον εκκαλούντα τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια ευρώ (600 €).

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις   15 Μαρτίου 2018.

 

H  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

επειδή βρίσκεται σε

αναρρωτική άδεια,

ο αρχαιότερος της

συνθέσεως Εφέτης,

Παναγιώτης Χουζούρης.

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις   30 Απριλίου 2019, με άλλη σύνθεση,  κωλυομένης της Προέδρου Εφετών, Αικατερίνης Νομικού, η οποία βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια, αποτελουμένη από τους Δικαστές,  Παναγιώτη Χουζούρη, Προεδρεύοντα Εφέτη,   Μαρία Ανδρεοπούλου και Ευαγγελία Πανταζή,  Εφέτες, και με Γραμματέα τη  Δήμητρα Πάλλα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και   των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΦΕΤΗΣ