Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 266/2019

 Αριθμός    266/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 528 ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει, μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 3994/2011, από την 25.7.2011, σύμφωνα με το άρθρο 77 του ιδίου νόμου, αν ασκηθεί έφεση από το διάδικο, που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο της εφέσεως και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται δηλαδή η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, αλλά δικάστηκε ως εάν ήταν παρών, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, ακουστεί και προβάλει στο εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που η απουσία του ενδεχομένως επέφερε. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς τη βάσει της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανιστεί ως προς όλες τις διατάξεις της (ΑΠ 1015/2005 ΕλλΔικ 46.1100, ΑΠ 886/2007 Δημοσ. Νόμος). Εξάλλου, κατά το άρθρο 518§1 ΚΠολΔ, αν ο εκκαλών διαμένει στο εξωτερικό, η προθεσμία είναι εξήντα ημέρες και αρχίζει από την επίδοση της απόφασης που περατώνει τη δίκη. Κατά το άρθρο 134 ΚΠολΔ αν το πρόσωπο, στο οποίο γίνεται η επίδοση διαμένει ή έχει την έδρα του στο εξωτερικό, η επίδοση γίνεται στον Εισαγγελέα του Δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η δίκη ή σε αυτό που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και για δίκες στο Ειρηνοδικείο στον Εισαγγελέα του Πρωτοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται το Ειρηνοδικείο. Κατά το άρθρο 136 ΚΠολΔ η επίδοση θεωρείται, ότι συντελέσθηκε προκειμένου για πρόσωπο που αναφέρονται στα άρθρα 131 έως 134, μόλις παραδοθεί το έγγραφο στις αρχές ή τα πρόσωπα που ορίζονται εκεί, ανεξάρτητα από το χρόνο της παραλαβής και της αποστολής. Όμως δεν αρχίζει η προθεσμία εφέσεως αν δεν προκύπτει πραγματική, και όχι πλασματική στον Εισαγγελέα, επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης στον εκκαλούντα κάτοικο γνωστής διευθύνσεως στην αλλοδαπή (ΕφΔωδ 337/2006 δημ. Νόμος). Κατά των αποφάσεων που εκδόθηκαν ερήμην κατά την πρώτη συζήτηση, από τις 28-5-1993 και μετά, η προθεσμία της έφεσης αρχίζει από τη δημοσίευσή τους, οπότε οι προθεσμίες της έφεσης και της ανακοπής ερημοδικίας τρέχουν συγχρόνως (ΜονΕφΘεσ 723/2017 Δ/ΝΗ 2018/797).

Με τη με αριθμό ……../2016 αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η ήδη εφεσίβλητη ενάγουσα εξέθετε ότι δραστηριοποιείται στον τοµέα του εφοδιασµού πλοίων. Ότι, κατά το χρονικό διάστηµα από το µήνα Σεπτέµβριο του έτους 2015 έως το µήνα Ιούνιο του έτους 2016, στα πλαίσια της εµπορικής της δραστηριότητας, δυνάµει διαδοχικών συµβάσεων πώλησης, τις οποίες κατήρτισε αυτή µε την δεύτερη των εναγοµένων (εδώ μη διάδικο εταιρία με την επωνυμία “………..” που εδρεύει στα νησιά ….. και ουσιαστικά στον ….), η οποία ενεργούσε ως νοµίµη εκπροσώπος και διαχειρίστριας της πρώτης εναγοµένης πλοιοκτήτριας που εδρεύει σε συγκεκριμένη διεύθυνση στη …… και ήδη εκκαλούσας, πώλησε αυτή και παρέδωσε τα εµπορεύµατα (τρόφιµα και εφόδια) που αναλυτικά κατ’ είδος, ποσότητα και τιµή περιγράφονται στο δικόγραφο της αγωγής, εκδοθέντων των οµοίως αναφεροµένων στην αγωγή τιµολογίων, συνολικής αξίας 28.526,29 Ευρώ, τα οποία ενσωµατώνονται αυτούσια στην αγωγή, και ότι τα αναφερόμενα στα τιµολόγια εµπορεύµατα παραδόθηκαν κατά τα συµφωνηθέντα και σύµφωνα µε τις οδηγίες των εναγοµένων, πλην όµως µέχρι και σήµερα δεν έχουν καταβάλει αυτές το οφειλόµενο άνω οφειλόµενο ποσό. Ότι οι εναγόµενες (εκκαλούσα και συμβαλομένη στις αγοραπωλησίες αντιπρόσωπος αυτής) τυγχάνουν αµφότερες υπεύθυνες προς καταβολή του ποσού αυτού, καθόσον αµφότερες συµφώνησαν τους όρους των προαναφεροµένων πωλήσεων, µεταξύ των οποίων ότι για την εξόφληση εκάστου τιµολογίου (εκδοθέντων είτε επ’ ονόµατι της πρώτης εναγοµένης, πλοιοκτήτριας, είτε επ’ ονόµατι της δεύτερης εναγοµένης, διαχειρίστριας του ως άνω πλοίου) και για όλα τα έξοδα που µπορούν να προκύψουν από την τυχόν διεκδίκηση είσπραξης αυτών, υπόχρεες τυγχάνουν αµφότερες οι εναγόµενες, διαχειρίστρια και πλοιοκτήτρια του πλοίου. Κατόπιν τούτου αιτήθηκε να υποχρεωθούν οι εναγόµενες, ευθυνόµενες αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, να καταβάλουν της καταβάλουν το ανωτέρω ποσό των 28.526,29 Ευρώ, µε το νόµιµο τόκο από την άνω ηµεροµηνία πληρωµής εκάστου τιµολογίου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι έχει υλική (14 παρ. 2) και τοπική αρμοδιότητα (άρθρο 25 παρ. 2 του ΚΠολΔ) κρίνοντας ότι η πραγματική έδρα αμφοτέρων των εναγόμενων εταιριών είναι στον Πειραιά εφαρμόζοντας έτσι τα άρθρα 4, 8 και 63 του κανονισμού 1215/2012 του Συμβουλίου «για τη διεθνή δικαιοδοσία και αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» και ακολούθως έκρινε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία (άρθρο 3 του ΚΠολΔ) προς εκδίκαση της υπόθεσης. Ακολούθως έκρινε ως εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1α του κανονισμού 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) με βάση δηλαδή τη συνήθη διαμονή του πωλητή αφού εδώ η υπόθεση αφορούσε σύμβαση πώλησης αγαθών και η πωλήτρια είχε την έδρα της στον Πειραιά και ακολούθως έκρινε ότι η αγωγή έχει έρεισμα νομικό στις διατάξεις των άρθρων 361, 346, 513, 477 481 του Α, και τη δέχτηκε κατ’ουσίαν στο σύνολο της λόγω του τεκμηρίου ομολογίας εκ της ερημοδικίας. Κατά την απόφασης αυτής η πρώτη εναγομένη ήδη εκκαλούσα άσκησε την από 20.3.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2018 έφεση της και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης για τους λόγους που αναφέρει σε αυτή προκειμένου να απορριφθεί η σε βάρος της αγωγή.

Η κρινόμενη από 20.3.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2018 έφεση κατά της με αριθμό 4641/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία ερήμην των εναγομένων (η πρώτη με έδρα τη ……. είναι ήδη εκκαλούσα), επί της από 20.12.2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2016 αγωγής της ενάγουσας ήδη εφεσίβλητης έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και εμπροθέσμως, αφού η εφεσίβλητη προσκομίζει και επικαλείται τις με αριθμό …. και …./21.11.2017 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά ….. από τις οποίες προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου της εκκαλουμένης κοινοποιήθηκε σε αμφότερες τις εναγόμενες πλοιοκτήτρια που εδρεύει σε συγκεκριμένη διεύθυνση στο εξωτερικό και διαχειρίστρια στην έδρα της τελευταίας στον Πειραιά χωρίς όμως η δεύτερη να έχει δηλωθεί αντίκλητος της πρώτης ιδιότητα η οποία αποκτάται είτε κατά τους όρους των άρθρων 142 και 143 του ΚΠολΔ, είτε δυνάμει ειδικής διατάξεως νόμου, όπως του άρθρου 1 εδ. α` του ν. 762/1978 (δεδομένου ότι η αγωγή δεν αφορούσε εργατική διαφορά) (ΑΠ 598/1996 ΕλΔικ 1999, 109). Επομένως η γνήσια προθεσμία της έφεσης δεν είχε αρχίσει να τρέχει για την πρώτη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα, ούτε θα άρχιζε με επίδοση της εκκαλούμενης στη γραμματεία της Εισαγγελίας διότι η ήδη εκκαλούσα έχει γνωστή διαμονή στο εξωτερικό. Επομένως, αφού απορριφθεί ο απαραδέκτως προβαλλόμενος σε κάθε περίπτωση με την προσθήκη των προτάσεων από την εφεσίβλητη ισχυρισμός περί απαραδέκτου της κρινόμενης εφέσεως διότι αυτή ασκήθηκε εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 (όπως ισχύει μετά το ν. 4335/2015 του ΚΠολΔ), πρέπει, η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω τακτική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησης της έχει καταβληθεί το ηλεκτρονικό παράβολο εφέσεως με αριθμό ……./2018 ποσού 100 ευρώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 και το άρθρο 35 παρ. 2 του ν. 4446/2016). Περαιτέρω δε πρέπει ως προς την εκκαλούσα πρώτη εναγομένη, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη στο σύνολό της, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην άνω νομική σκέψη, ανεξαρτήτως της κατ΄ουσίαν βασιμότητας ή μη των λόγων της, με τους οποίους προβάλλεται εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ότι σε κάθε περίπτωση έχει παραγραφεί η σε βάρος της αξίωση της ενάγουσας λόγω παρέλευσης της ενιαύσιας προθεσμίας, αφού ουδέποτε της κοινοποιήθηκε νομίμως η αγωγή, να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και να ερευνηθεί περαιτέρω η με αρ. καταθ. ……../2016, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αγωγή της εφεσίβλητης, κατ’ αντιμωλία των εδώ διαδίκων, κατά την ίδια τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 289 του ΚΙΝΔ (ν. 3816/1958) : «Εις ετησίαν παραγραφήν υπόκεινται αι αξιώσεις: 1.  Του πλοιάρχου και του πληρώματος δια την πληρωμήν των μισθών και λοιπών παροχών των πηγαζουσών εκ της συμβάσεως ναυτολογήσεως. 2. Του πλοιοκτήτου κατά του πλοιάρχου ή του πληρώματος δια τας  κατά  την εκτέλεσιν της υπηρεσίας των διαπραχθείσας υπ` αυτών αδικοπραξίας. 3.  Εκ  της χορηγήσεως υλικών ή τροφίμων, εκ της εκτελέσεως εργασιών δια την ναυπήγησιν, επισκευήν, εξοπλισμόν ή εφοδιασμόν του  πλοίου  ως και εκ των κατά τα άρθρ. 45 και 46 ενεργειών του πλοιάρχου. 4. Εκ της συμβάσεως ναυλώσεως, μεταφοράς επιβατών ή πραγμάτων ως και  εκ της μη εκτελέσεως ή μη προσηκούσης εκτελέσεως της συμβάσεως. 5. Εκ γενικής αβαρίας προς πληρωμήν συνεισφοράς. 6.  Εκ  συγκρούσεως  πλοίων  δια  τας  προξενηθείσας  εις  πρόσωπα ή  πράγματα βλάβας ή ζημίας». Το δε άρθρο 291 του ΚΙΝΔ ορίζει ότι «Η παραγραφή των εις τα προηγούμενα άρθρα  αξιώσεων  αρχίζει  άμα  τη  λήξει  του  έτους  καθ`  ο  συμπίπτει  η αφετηρία αυτής, δηλαδή η 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Η έγερση της αγωγής κατά του ασφαλιστού λόγω εγκαταλείψεως διακόπτει την παραγραφή και της κατ` αυτού αξιώσεως λόγω ζημιών» (ΕφΠειρ 539/2015 δημ. νόμος).

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η εκκαλούσα ισχυρίζεται με τον πρώτο λόγο εφέσεως ότι η σε βάρος της επικαλούμενη στην αγωγή αξίωση της εφεσίβλητης ενάγουσας έχει παραγραφεί λόγω της παρέλευσης της ενιαύσιας προθεσμίας και καθώς τη αγωγή δεν της κοινοποιήθηκε ποτέ μέχρι τη λήξη του επόμενου έτους εντός του οποίου συμπληρώθηκε η ενιαύσια προθεσμία. Η εφεσίβλητη ενάγουσα αρνείται τη συμπλήρωση της παραγραφής καθώς επικαλείται και προσκομίζει τις με αριθμούς ……. και …../27.12.2016 εκθέσεις επίδοσης του διικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά …. … από τις οποίες προκύπτει ότι η κοινοποίηση της κρινόμενης αγωγής έγινε στην έδρα της δεύτερης εναγομένης διαχειρίστριας στον Πειραιά χωρίς όμως η δεύτερη να έχει δηλωθεί αντίκλητος της πρώτης, ιδιότητα η οποία αποκτάται είτε κατά τους όρους των άρθρων 142 και 143 του ΚΠολΔ, είτε δυνάμει ειδικής διατάξεως νόμου, όπως του άρθρου 1 εδ. α` του ν. 762/1978 (δεδομένου ότι η αγωγή δεν αφορούσε εργατική διαφορά). Επομένως η αγωγή που αφορά διαδοχικές πωλήσεις εμπορευμάτων κατά το χρονικό διάστηµα από το µήνα Σεπτέµβριο του έτους 2015 έως το µήνα Ιούνιο του έτους 2016 οπότε και εξεδόθησαν τα σχετικά επικαλούμενα στην αγωγή τιμολόγια και ασκείται με την κατάθεση και την επίδοση της (άρθρο 215 του ΚΠολΔ) δεν κοινοποιήθηκε ποτέ παραδεκτά στην πρώτη εναγομένη εκκαλούσα – που κατά τα αναγραφόμενα στην αγωγή έχει γνωστή συγκεκριμένη έδρα στη ……….. – μέχρι τις 31.12.2017 που είναι το έτος κατά το οποίο συμπληρώνεται η ενιαύσια παραγραφή που αφορά το τελευταίο τιμολόγιο και συνεπώς θα πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η προβαλλόμενη με έρεισμα τις νομικές διατάξεις του ΚΙΝΔ που προαναφέρθηκαν ένσταση παραγραφής της εκκαλούσας πρώτης εναγομένης πλοιοκτήτριας του πλοίου N. με έδρα τη …., που προτάθηκε με τον πρώτο λόγο έφεσης και αφού παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων έφεσης θα πρέπει να γίνει δεκτή αυτή κατ’ουσία σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν. Ακολούθως πρέπει να κρατηθεί από το Δικαστήριο αυτό και να ερευνηθεί περαιτέρω (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) η υπόθεση επί της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2016, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αγωγής της εφεσίβλητης ενάγουσας και κατόπιν των ανωτέρω κατά παραδοχή της σχετικής ένστασης ως ουσιαστικά βάσιμης, θα πρέπει αυτή να απορριφθεί ως προς την πρώτη εναγομένη λόγω παραγραφής. Τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας του παρόντος βαθμού πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εφεσίβλητης λόγω της ήττας της (106, 176 και 184 του ΚΠολΔ), και επειδή η έφεση έγινε δεκτή κατ’ουσίαν θα πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα το ηλεκτρονικό παράβολο εφέσεως με αριθμό ……./2018 ποσού 100 ευρώ, όπως ειδικότερα εκτίθεται στο διατακτικό (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με τη δικονομική παρουσία των εδώ διαδίκων την από 20.3.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2018 έφεση κατά της με αριθμό 4641/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία ερήμην των εναγομένων επί της από 20.12.2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2016 αγωγής της ενάγουσας

Δέχεται τυπικά και κατ΄ουσίαν την έφεση.

Διατάσσει την απόδοση στην εκκαλούσα του ηλεκτρονικού παράβολου εφέσεως με αριθμό ………/2018 ποσού 100 ευρώ, που κατέθεσε κατά την άσκηση της εφέσεως της

Εξαφανίζει ως προς την εκκαλούσα πρώτη εναγομένη την εκκαλουμένη με αριθμό 4641/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά

Κρατεί και δικάζει τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2016  ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά αγωγή της εφεσίβλητης

Απορρίπτει την αγωγή ως προς την πρώτη εναγομένη

Επιβάλλει σε βάρος της εφεσίβλητης ενάγουσας τη δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας πρώτης εναγομένης ως προς τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650) ευρώ

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  9 Μαΐου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ