Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 68/2018

Αριθμός  68/2018

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παναγιώτη Χουζούρη, Εφέτη και Μαρία Ανδρεοπούλου, Εφέτη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Δ.Π.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση, από 11-11-2014 (……/2014), έφεση του ηττηθέντος εναγομένου – ενάγοντος, κατά της υπ’ αριθμόν 4099/2014 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (495παρ1 και 2, 511, 513παρ1 περ β’, 516παρ1, 517περ α΄, 518παρ1, 520παρ1 και 524παρ1 ΚΠολΔ), ενώ έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο για το παραδεκτό της συζητήσεώς της (495παρ4 ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (533παρ1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία.

Με την από 14-1-2013 (…../2013) αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ενάγων και ήδη εκκαλών, εκθέτει ότι υπέστη ζημία από ενέργειες του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, που είχαν ως συνέπεια τη ματαίωση της ανάληψης έργων ανοικοδόμησης εκ μέρους του, με αποτέλεσμα διαφυγόντα κέρδη συνολικού ποσού 260.000€. Επίσης, εκθέτει ότι η εναγομένη του οφείλει το ποσό των 1.263,96€, ως πιστωτικό υπόλοιπο του μεταξύ τους λογαριασμού από τη μακρόχρονη συνεργασία τους. Τέλος εκθέτει, ότι έχει υποστεί βλάβη από τη σε βάρος του αδικοπρακτική συμπεριφορά του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, για την αποκατάσταση της οποίας ζητεί το ποσό των 30.000€. Με αυτό το ιστορικό, ζήτησε την καταψήφιση της εναγομένης στην προς αυτόν καταβολή του συνολικού ποσού των 293.263,96€, για τις παραπάνω αιτίες, νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής. Ωστόσο, με τις προτάσεις του, ο ενάγων μετέτρεψε το αίτημα της αγωγής του σε αναγνωριστικό.

Επίσης, η εναγομένη εταιρία, με την από 2-6-2011 (…../2011) αγωγή της κατά του ανωτέρω ενάγοντος, ζήτησε την καταψήφιση του τελευταίου στην προς αυτήν καταβολή του συνολικού ποσού των 258.631,96€, νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής, προς αποκατάσταση της ισόποσης ζημίας που υπέστη από τη σε βάρος της αδικοπρακτική συμπεριφορά του ήτοι την έκδοση των αναφερομένων σε αυτή τεσσάρων ακάλυπτων επιταγών.

Επί των αγωγών αυτών, συνεκδικασθεισών αντιμωλία των διαδίκων, εκδόθηκε η εκκαλουμένη, η οποία απέρριψε την πρώτη αγωγή, λόγω μη καταβολής του αναλογούντος στο αντικείμενό της δικαστικού ενσήμου και έκανε δεκτή ως ουσιαστικώς βάσιμη τη δεύτερη αγωγή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο ηττηθείς ενάγων – εναγόμενος, με την ένδικη έφεσή του, αιτιώμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας την εξαφάνισή της, με σκοπό, αφενός να γίνει δεκτή η αγωγή του και αφετέρου να απορριφθεί η εναντίον του αγωγή.

Από την επανεκτίμηση των ένορκων ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου καταθέσεων των εξετασθέντων μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδριάσεως του Δικαστηρίου εκείνου, από τις νομίμως ληφθείσες με επιμέλεια του ενάγοντος ……….. και κατ’αρθρον 527 ΚΠολΔ προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις  και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νομίμως μετ’επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι για να ληφθούν υπόψη ως τέτοια και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Οι διάδικοι διατηρούσαν μακρόχρονη επαγγελματική συνεργασία, στα πλαίσια της οποίας ο εκκαλών- ενάγων, που δραστηριοποιείται ως κατασκευαστής οικοδομών προμηθευόταν από την εναγομένη υλικά οικοδομών και μπετόν. Η εξόφληση των εμπορευμάτων γινόταν και με μετρητά αλλά κυρίως με επιταγές είτε εκδόσεως του ενάγοντος είτε πελατείας του. Στα πλαίσια αυτής της συνεργασίας εκδόθηκαν από τον ενάγοντα, στη Σαλαμίνα, και οι ακόλουθες (4) επιταγές, εις διαταγήν της εναγομένης «.. … …», πληρωτέες από το με αριθμό …..  λογαριασμό του πρώτου στην Εθνική Τράπεζα, ήτοι α) η με αριθμό ……, ποσού 64.305,27€, με αναγραφόμενη ημεροχρονολογία έκδοσης 31-1-2010, 2) η με αριθμό ……., ποσού 35.193,37€, με αναγραφόμενη ημεροχρονολογία έκδοσης 28-2-2010, 3) η με αριθμό …….., ποσού 73.000€, με ημεροχρονολογία έκδοσης 28-2-2010 και 4) η με αριθμό …….., ποσού 86.133,32€, με αναγραφόμενη ημεροχρονολογία έκδοσης 30-3-2010. Η πρώτη επιταγή εκδόθηκε από τον ενάγοντα – εναγόμενο ατομικά και η τρεις επόμενες από τον ίδιο, υπό την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας «……». Επίσης, οι επιταγές ήταν μεταχρονολογημένες, δηλαδή ο πραγματικός χρόνος έκδοσής τους ήταν προγενέστερος του αναγραφομένου σε αυτές. Ακολούθως, οι επιταγές μεταβιβάσθηκαν λόγω ενεχύρου, από την εναγομένη εταιρία στην Τράπεζα Πειραιώς, η οποία τις εμφάνισε εμπρόθεσμα στην πληρώτρια Τράπεζα προς πληρωμή, πλην όμως δεν πληρώθηκαν, ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων του εκδότη και της εκδότριας εταιρίας, αντιστοίχως και σφραγίσθηκαν, κατόπιν ρητής εξουσιοδότησης της τράπεζας στην οποία τηρείται ο λογαριασμός του ενάγοντα και της ανωτέρω ετερόρρυθμης εταιρίας. Ακολούθως, η εναγομένη κατέβαλε στην κομίστρια τράπεζα το ποσά των επιταγών και τις ανέλαβε εκ νέου, καταστάσα έκτοτε κομίστρια αυτών εξ αναγωγής, στρεφόμενη πλέον κατά του ενάγοντα για την πληρωμή τους με την ένδικη αγωγή της (ΟλΑΠ 23/2007, ΑΠ 1841/2011). Ο εναγόμενος – ενάγων αμφισβητεί την ύπαρξη της οφειλής από τις επιταγές, ισχυριζόμενος ότι επρόκειτο για επιταγές ευκολίας, για τις οποίες δεν υπήρχαν αντίστοιχα τιμολόγια  συναλλαγών μεταξύ τους. Ωστόσο, ο ισχυρισμός του αυτός αντικρούεται αφενός από τη λογική αφού σε αυτή την περίπτωση τα ποσά θα ήταν στρογγυλοποιημένα και όχι όπως αυτά που αναφέρονται στις τρεις από τις τέσσερις επιταγές ήτοι 64.305,27€, 35.193,37€ και 86.133,32€ και αφετέρου από τον ίδιο, ο οποίος, στο από 29-4-2010 έγγραφο που ο ίδιος επικαλείται και προσκομίζει, απευθυνόμενο προς την Alpha Bank αναφορικώς με τις ανωτέρω επιταγές, που εμφανίζονται απλήρωτες στο σύστημα ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι «Οι οφειλές προέρχονται από προμήθεια μπετόν για την ανέγερση της οικοδομής με τα προσημειωμένα ακίνητα της Ακτής Καραϊσκάκη». Ενισχυτικό δε στοιχείο της ύπαρξης πραγματικής οφειλής του ενάγοντα είναι και το γεγονός ότι ο τελευταίος, παράλληλα με την έκδοση των επιταγών, παραχώρησε και (συναινετική) προσημείωση υποθήκης σε δύο ακίνητά του, μέχρι του ποσού των 260.000€ (δυνάμει της από 7-7-2011 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), γεγονός που δε θα συνέβαινε εάν οι επιταγές ήταν ευκολίας και δεν ανταποκρίνονταν σε πραγματική οφειλή του. Άλλωστε, η προσημείωση δίνεται για την εξασφάλιση υφιστάμενης οφειλής και όχι μέλλουσας να προκύψει από την πιθανή, μελλοντική και αβέβαιη – και εν μέσω οικονομικής κρίσης, που έχει πλήξει ιδιαίτερα το χώρο της οικοδομής – συνεργασία δύο πλευρών, όπως επίσης αβασίμως και αντίθετα προς τη λογική ισχυρίζεται ο ενάγων – εναγόμενος. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως και έκανε δεκτή την από 2-6-2011 (……./2011) αγωγή της ενάγουσας – εναγομένης, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου 1ος και 2ος λόγοι της κρινομένης έφεσης. Περαιτέρω, ως αβάσιμος πρέπει να απορριφθεί ο 3ος λόγος της κρινομένης έφεσης, περί εσφαλμένης απόρριψης της από 14-1-2013 αγωγής, λόγω μη καταβολής του δικαστικού ενσήμου. Ειδικότερα, δυνάμει του άρθρου 70παρ3 του Ν 3994/2011, οι αναγνωριστικές αγωγές (στις οποίες περιλαμβάνονται και όσες ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές και ακολούθως, έγινε περιορισμός τους αιτήματος σε αναγνωριστικό, όπως στην προκειμένη περίπτωση) υπόκεινται πλέον σε καταβολή δικαστικού ενσήμου, ανάλογου με το ύψους του χρηματικού αντικειμένου τους. Να σημειωθεί εδώ, ότι μετά την κατά την ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου συζήτηση, κλήθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος, κατ’αρθρον 227 ΚΠολΔ, να προσκομίσει το ανάλογο δικαστικό ένσημο, πλην όμως δεν το προσκόμισε στην προθεσμία που του τάχθηκε, ούτε όμως το προσκόμισε και στην κατ’έφεση δίκη. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ορθώς απέρριψε την αγωγή, λόγω μη καταβολής του προσήκοντος τέλους δικαστικού ενσήμου, ως ουσιαστικώς αβάσιμη (ΑΠ 1337/2011). Για το λόγο αυτό, ως αβάσιμος πρέπει να απορριφθεί και ο συναφής με τον προηγούμενο, 4ος και τελευταίος λόγος της κρινομένης έφεσης, κατά τον οποίο δεν εκτιμήθηκαν από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο οι περιεχόμενοι στην απορριφθείσα αγωγή ισχυρισμοί περί εξοφλήσεως της εναγομένης και περί καταχρηστικής ασκήσεως (της αντίθετης αγωγής) και η κρινομένη έφεση ως αβάσιμη στο σύνολό της και να καταδικασθεί ο εκκαλών που ηττήθηκε στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (176, 183 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της απορριφθείσας έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’αντιμωλίαν των διαδίκων την από 11-11-2014 (……/2014), έφεση.

Δέχεται τυπικά την έφεση και την απορρίπτει κατ’ουσίαν.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των 600€.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 26η Ιανουαρίου 2018   και δημοσιεύθηκε στις  29 Ιανουαρίου  2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

 

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ