ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 79/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
——————————————-
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Δ.Π. .
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
I.Από τη γραμματική και τελολογική ερμηνεία των διατάξεων των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 239 του ν.4364/2016, σε συνδυασμό με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, στην οποία εκτός των άλλων αναφέρεται ως σκοπός θέσπισης των διατάξεων αυτών, η ομαλή εκκαθάριση της ασφαλιστικής επιχείρησης προς το συμφέρον των ασφαλισμένων, αλλά και με το περιεχόμενο της καταργηθείσας διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 12 α του νδ 400/1970 συνάγεται ότι οι διατάξεις αυτές (239 παρ. 4 και 5 του άνω νόμου) αφορούν μόνο στις αγωγές ασφαλιστικής εταιρείας, οι οποίες είχαν ασκηθεί πριν την ανάκληση της άδειας λειτουργίας και την υπαγωγή της σε ασφαλιστική εκκαθάριση, κατά των οφειλετών αυτής, και εκκρεμούν-ανεξαρτήτως βαθμού-και στις αγωγές που ασκούνται από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή, μετά την υπαγωγή της ασφαλιστικής επιχείρησης σε ασφαλιστική εκκαθάριση, επίσης κατά των οφειλετών της εταιρείας. Γι’αυτές καθιερώνεται η διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ως αποκλειστική και ορίζεται, για όσες από τις αγωγές αυτές εκκρεμούν στον πρώτο βαθμό, ως αποκλειστικά αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκασή τους, καθ’ύλην και κατά τόπον, το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρισης. Αντιθέτως, οι διατάξεις αυτές δεν αφορούν αγωγές αποζημιώσεως τρίτων ζημιωθέντων σε αυτοκινητικό ατύχημα κατά της ασφαλιστικής εταιρείας, που ήταν ασφαλισμένο το ζημιογόνο αυτοκίνητο, της οποίας ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας και τέθηκε σε ασφαλιστική εκκαθάριση, είτε είναι εκκρεμείς είτε όχι. Οι σχετικές δίκες αρχίζουν-αν δεν είχε ασκηθεί αγωγή πριν την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ασφαλιστικής επιχείρησης) και συνεχίζονται (εφόσον είναι εκκρεμείς), κατά της υπό εκκαθάριση ασφαλιστικής εταιρείας, εκπροσωπούμενης από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή, ενώπιον των αρμοδίων καθ’ύλη και κατά τόπον δικαστηρίων, τα οποία δικάζουν κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 614 αρ.6 και 591 του ΚΠολΔ, διαδικασία που είναι αποκλειστική (άρθρο Ιωάννη Μανουσάκη, δικηγόρου, υπό τον τίτλο «Οι ρυθμίσεις του άρθρου 239 παρ.4 και 5 του ν.4364/2016 σε σχέση με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα του άρθρου 614 αρ.6 του ΚΠολΔ δημ στο Internet).
ΙΙ. Η κρινόμενη από 24-11-2016 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/25-11-2016) έφεση των εναγομένων, ως μερικώς ηττηθέντων πρωτοδίκως διαδίκων, κατά της υπ’ αριθ. 1613/2016 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο (άρθρο 681 Α’ αι ήδη 614 αρ.6 του ΚΠολΔ), και δέχθηκε εν μέρει την στρεφόμενη κατ’αυτών από 28-4-2015 (υπ’αύξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2015) αγωγή της ενάγουσας, περί αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης από αδικοπραξία, αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 § § 1,2, 499, 500, 511, 513 παρ. 1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.2 του ΚΠολΔ, όπως η τελευταία αυτή διάταξη ίσχυε μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015), δηλαδή πριν την παρέλευση δύο ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης (ΑΠ 519/2017 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), δεδομένου ότι ουδείς εκ των διαδίκων επικαλείται ότι έχει λάβει χώρα επίδοσή της, ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο, ή άλλος λόγος απαραδέκτου ενώ έχει καταβληθεί και το νόμιμο παράβολο κατά την κατάθεσή της (υπ’αριθμ. ……… παράβολα υπέρ του Δημοσίου και υπ’αριθμ. ……… παράβολα υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια πιο πάνω ειδική διαδικασία.
ΙΙΙ. Σε περίπτωση που από το γεγονός από το οποίο προκλήθηκε η ζημία προήλθε και κάποια ωφέλεια για τον ζημιωθέντα, η ζημία που πρέπει να αποκατασταθεί θα μειωθεί κατά το ύψος της ωφέλειας, όταν βεβαίως η τελευταία βρίσκεται σε πρόσφορο αιτιώδη σύνδεσμο με το ζημιογόνο γεγονός. Έτσι στην περίπτωση ολικής καταστροφής αυτοκινήτου, σύμφωνα με την αρχή συνυπολογισμού ζημίας και οφέλους, θα πρέπει να αφαιρείται από το ποσό της αποζημιώσεως η αξία των υπολειμμάτων του αυτοκινήτου, τα οποία διασώθηκαν. Ο δικαιούχος της αποζημιώσεως, μπορεί είτε να προσδιορίσει στο δικόγραφο της αγωγής του την αξία των υπολειμμάτων και να την αφαιρέσει εκ των προτέρων από την επιδικαστέα αποζημίωση, είτε να αποδώσει αυτούσια τα υπολείμματα στον εναγόμενο, αξιώνοντας την αποκατάσταση της ζημίας του σε όλη της την έκταση. Αν παραλείψει να το πράξει, η μείωση της αποζημιώσεως δεν γίνεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, αλλά απαιτείται σχετική προς τούτο ένσταση του εναγομένου, για την πληρότητα της οποίας, κατά το άρθρο 262 παρ. 1 του ΚΠολΔ, πρέπει να γίνεται επίκληση των διασωθέντων μερών, με ακριβή προσδιορισμό του είδους και της αξίας των υπολειμμάτων (ΕφΑθ 1115/2009, ΕλλΔνη 2009.1449, ΕφΛαμ 141/2008, ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2008.273, ΕφΔωδ 344/2005 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 80/2002, ΠειρΝομ 2002.65), και να υπάρχει ως αίτημα ο περιορισμός, κατά την αξία αυτή, της επιδικαστέας αποζημιώσεως (ΕφΚρ 435/1999, ΑρχΝ 2000.227).
ΙV. Επιπλέον, για τη νομική θεμελίωση και τη δικαστική εκτίμηση της αγωγής περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, δεν είναι ανάγκη να μνημονεύονται στο δικόγραφό της, πέραν της παράνομης και υπαίτια συμπεριφοράς του υπαιτίου καθώς και της πρόκλησης ηθικής βλάβης στον παθόντα, τα λοιπά περιστατικά που λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίησή του, δηλαδή οι συμποραμαρτούσες συνθήκες, που δεν αποτελούν ίδια και αυτοτελή στοιχεία, αλλά το δικαστήριο αποφαίνεται γι’ αυτά κατά κρίση ελεύθερη και μη υποκείμενη σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 387/2016, ΕφΠειρ(Μον) 245/2016 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).
- V. Στην κρινόμενη περίπτωση, η ενάγουσα εξέθετε στην αγωγή της, ότι ο πρώτος εναγόμενος, οδηγώντας το υπ’αριθμ. κυκλοφορίας ………. Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο, που ήταν ασφαλισμένο για τις προς τρίτους ζημίες και σωματικές βλάβες στη δεύτερη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία, προκάλεσε από (αποκλειστική) υπαιτιότητά του αυτοκινητικό ατύχημα στον τόπο κατά το χρόνο και με τις ειδικότερα εκτιθέμενες συνθήκες, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό της και την πρόκληση υλικών ζημιών στο υπ’αριθμ. κυκλοφορίας ………. Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο, της κυριότητάς της. Ακολούθως, κατόπιν επιτρεπτής μετατροπής του αιτήματός της εν μέρει σε αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που επαναλήφθηκε στις προτάσεις της (άρθρο 223 του ΚΠολΔ), ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν εις ολόκληρον, το ποσό των 14.927 ευρώ, όπως ειδικότερα αναλύεται, ως αποζημίωση και των 5.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση, για τη ζημία και την ηθική βλάβη, που υπέστη, αντίστοιχα, από την αδικοπρακτική συμπεριφορά του πρώτου εναγομένου, και να αναγνωριστεί ότι της οφείλουν, ομοίως εις ολόκληρον, και το ποσό των 15.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, επιφυλασσόμενη για το επιπλέον ποσό των 40 ευρώ, προκειμένου να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγουσα ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, που θα επιλαμβάνετο του ποινικού σκέλους της υπόθεσης, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά της έξοδα.
- VI. Επί της αγωγής, που συνεκδικάστηκε με την υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ……../2015 αγωγή του πρώτου εκκαλούντος και της ………., εκδόθηκε η εκκαλουμένη, η οποία δέχθηκε την αγωγή ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν και υποχρέωσε τους εναγομένους να καταβάλουν εις ολόκληρον στην ενάγουσα, το ποσό των 10.000 ευρώ, και, ειδικότερα, των 8.000 ευρώ, ως αποζημίωση, δεχόμενο ότι το αυτοκίνητο της ενάγουσας υπέστη ολική καταστροφή από οικονομικής απόψεως, και των 2.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση, με το νόμιμο τόκο από την επίδοσή της και μέχρι την εξόφληση, ενώ τους επιβλήθηκαν και τα δικαστικά της έξοδα, που καθορίστηκαν στο ποσό των 550 ευρώ.
VII. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες, με την υπό κρίση έφεσή τους, για τους λόγους που εκθέτουν σε αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση άλλως τη μεταρρύθμισή της και την απόρριψη της αγωγής, εν όλω άλλως εν μέρει. Ειδικότερα, με τον δεύτερο και τρίτο λόγο της έφεσής τους, ισχυρίζονται, μεταξύ άλλων, ότι κατά εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφενός μεν απέρριψε την ένστασή τους περί συνυπολογισμού ζημίας και οφέλους, συνιστάμενου στην αξία των υπολειμμάτων του αυτοκινήτου της ενάγουσας, ως αόριστη, αφετέρου δε, δέχθηκε την αγωγή ως ορισμένη, ως προς το κονδύλιο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, απορρίπτοντας τον σχετικό περί αοριστίας ισχυρισμό τους, παρ’ότι δεν μνημονεύονταν στο δικόγραφό της η έκταση της σωματικής βλάβης της ενάγουσας και η κοινωνική και οικονομική θέση των μερών. Από την επισκόπηση, ωστόσο, του δικογράφου των προτάσεών τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, προκύπτει ότι οι εκκαλούντες επικαλέστηκαν μεν ότι το οπίσθιο τμήμα του αυτοκινήτου όπως και το εσωτερικό του δεν υπέστησαν βλάβη, πλην όμως δεν εξειδικεύουν, όπως απαιτείτο για το ορισμένο της σχετικής ενστάσεως, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχ. ΙΙΙ σκέψη, τα επιμέρους είδη που παρέμειναν ανέπαφα και την αξία ενός εκάστου. Επιπλέον, στο δικόγραφο της αγωγής εκτίθεται επαρκώς η σωματική βλάβη που υπέστη η ενάγουσα ενώ δεν ήταν αναγκαία η μνεία των προσδιοριστικών της ηθικής της βλάβης περιστάσεων, σύμφωνα με την υπό στοιχ. ΙV σκέψη, δοθέντος μάλιστα, αναφορικά ειδικώς με τη δεύτερη εναγομένη-εκκαλούσα, ότι τα στοιχεία αυτά δεν λαμβάνονται υπόψη, λόγω του εγγυητικού χαρακτήρα της ευθύνης της (ΑΠ 159/2017, ΑΠ 622/2017 αδημ. «ΝΟΜΟΣ»). Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο καταλήγοντας στην ίδια κρίση, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και πρέπει ο σχετικός λόγος της έφεσης, όπως ανωτέρω αναλύεται, να απορριφθεί ως αβάσιμος.
VIII. Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων, ………. και ………., που εξετάσθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από τους εκκαλούντες-8 συνολικά-και την εφεσίβλητη -18 συνολικά- φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 § 1 περ. γ΄, 448 § 2, 457 § 4 του ΚΠολΔ), και τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Στις 15 Αυγούστου 2014 και περί ώρα 14.25, δηλαδή υπό συνθήκες ημέρας, στη συμβολή των οδών Αγχιάλου και Σπάρτης στον Πειραιά, έλαβε χώρα σύγκρουση του υπ’αριθμ. κυκλοφορίας ………. Ι.Χ.Ε αυτοκινήτου που οδηγούσε ο πρώτος εναγόμενος, ………. και ήταν κατ’εκείνο το χρόνο ασφαλισμένο για τις έναντι τρίτων προκαλούμενες ζημίες στη δεύτερη εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, ευρισκόμενη ήδη υπό ασφαλιστική εκκαθάριση, κατά τα προεκτεθέντα, με το υπ’αριθμ. κυκλοφορίας ……….. Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο, που οδηγούσε η ενάγουσα, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό της τελευταίας. Συγκεκριμένα, προ του ατυχήματος, ο πρώτος εναγόμενος κινείτο επί της οδού Αγχιάλου, ερχόμενος από την πλατεία Λαού και η ενάγουσα επί της οδού Σπάρτης με κατεύθυνση από τη Νίκαια προς τον Πειραιά. Οι παραπάνω οδοί είναι μονής κατευθύνσεως, με πλάτος 8 περίπου μέτρα η καθεμία, εκτείνονται σε ευθεία, χωρίς κλίση η οδός Αγχιάλου και με μικρή κλίση και δη κατωφέρεια προς το Λιμάνι του Πειραιά, η οδός Σπάρτης, το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας, ελλείψει σχετικής σήμανσης, ήταν κατ’εκείνο το χρόνο 50 χλμ/ώρα (άρθρο 20 § 1 του ν.2696/1999) η ρύθμιση της κυκλοφορίας των οχημάτων γινόταν με φωτεινούς σηματοδότες και επικρατούσε καλοκαιρία, το οδόστρωμα ήταν ξηρό, η ορατότητα των οδηγών δεν περιοριζόταν και η κυκλοφορία των οχημάτων και των πεζών ήταν αραιή. Φθάνοντας στη διασταύρωση, ο πρώτος εναγόμενος, παρ’ότι ο φωτεινός σηματοδότης στην πορεία του είχε κόκκινη ένδειξη, δεν ακινητοποίησε το αυτοκίνητό του προ αυτής, ως όφειλε, αλλά εισήλθε σε αυτήν με αμείωτη ταχύτητα, με αποτέλεσμα να παρεμβληθεί αιφνίδια στην πορεία της ενάγουσας, η οποία διέσχιζε επίσης τη διασταύρωση εκείνη την ώρα, βρισκόμενη σε μικρή απόσταση που δεν διευκρινίστηκε επακριβώς, και, παρά τον ελιγμό προς τα δεξιά που αυτός επιχείρησε, να επακολουθήσει πλαγιομετωπική σύγκρουση των οχημάτων, ειδικότερα δε το αυτοκίνητο που οδηγούσε η ενάγουσα επέπεσε με το εμπρόσθιο και κυρίως το εμπρόσθιο δεξιό τμήμα του στην πλάγια αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου, στο ύψος της οπίσθιας αριστερής πόρτας, με συνέπεια, πέραν των υλικών ζημιών που αυτά υπέστησαν στις συγκρουσθείσες επιφάνειές τους και πέριξ αυτών, το τελευταίο, κινούμενο διαγώνια προς τα δεξιά, κατ’απόκλιση από την αρχική του πορεία, να επιπέσει σε τσιμεντένια κολώνα της Δ.Ε.Η που βρισκόταν στο αριστερό πεζοδρόμιο της οδού Αγχιάλου, σε σχέση με την επιτρεπόμενη σε αυτήν φορά κίνησης των οχημάτων, όπου και ακινητοποιήθηκε, ενώ το αυτοκίνητο της ενάγουσας εξετράπη της πορείας του προς τα αριστερά. Κατά την άφιξη των αρμοδίων αστυνομικών οργάνων του Τμήματος Τροχαίας Περιστερίου που συνέταξαν την επισυναφθείσα στην ποινική δικογραφία έκθεση αυτοψίας και το συνοδεύον αυτήν πρόχειρο σχεδιάγραμμα, το αυτοκίνητο της ενάγουσας είχε εν τω μεταξύ μετακινηθεί και δεν βρέθηκαν νερά, λάδια ή χαραγιές και ίχνη τροχοπέδησης από τα αυτοκίνητα, παρά μόνον θραύσματα από πλαστικά μέρη των συγκρουσθέντων τμημάτων τους, επί της οδού Αγχιάλου, πλησίον του τέλους της διασταύρωσης και προς το άκρο του οδοστρώματος κατά την επιτρεπόμενη φορά κίνησης των οχημάτων. Η ταχύτητα των οχημάτων δεν διαπιστώθηκε, ενώ ούτε και η κατάστασή τους, όπως φαίνεται από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, υποδηλώνει σφοδρότητα σύγκρουσης, και, επομένως, πολύ αυξημένη ταχύτητα, και το αλκοτέστ στο οποίο υποβλήθηκαν και οι δύο οδηγοί με τη μέθοδο του εκπνεόμενου αέρα ήταν αρνητικό. Με βάση τα ανωτέρω αντικειμενικά στοιχεία αλλά και συνθήκες του ατυχήματος, όπως αυτές επιβεβαιώθηκαν με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα, από τον μοναδικό, κατά την έκθεση αυτοψίας, αυτόπτη μάρτυρα …………, εξετασθέντα και ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ο οποίος αντιλήφθηκε το συμβάν από την βεράντα της οικίας του, που βρίσκεται επί της οδού ….. ., σε απόσταση 20 περίπου μέτρων από τη διασταύρωση, και δεν συνδέεται με οποιαδήποτε σχέση, φιλική ή άλλη, με την ενάγουσα, η ένδικη σύγκρουση οφείλεται σε αμέλεια του πρώτου εναγομένου, έλλειψη δηλαδή της προσοχής, που όφειλε, με βάση τους νομικούς κανόνες και την κοινή πείρα, και μπορούσε κατ’αντικειμενική κρίση, ως μέσος συνετός οδηγός και υπό τις επικρατούσες συνθήκες να επιδείξει. Ειδικότερα, δεν οδηγούσε με σύνεση και προσοχή, ώστε να συμμορφώνεται με τις ρυθμιστικές της κυκλοφορίας σημάνσεις, και δεν διέκοψε την κίνησή του προ του ερυθρού σηματοδότη που υπήρχε στην πορεία του αλλά συνέχισε να κινείται και εισήλθε στη διασταύρωση των Αγχιάλου και Σπάρτης, με αμείωτη ταχύτητα, με αποτέλεσμα να αποφράξει την πορεία της ενάγουσας, και ακολούθως να συγκρουστούν τα οχήματά τους πλαγιομετωπικά, επιδεικνύοντας κατ’αυτόν τον τρόπο παράτολμη οδηγική συμπεριφορά, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 6 § 1 β, 12 § 1 και 26 § 6 του ν.2696/1999. Εξαιτίας δε των παραπάνω ενεργειών του, δεν προέβλεψε το ζημιογόνο αποτέλεσμα, που τελεί σε πρόσφορη αιτιώδη συνάφεια με αυτές και δεν απέτρεψε την ένδικη σύγκρουση και τα αποτελέσματά της. Αντιθέτως, αμελής ενέργεια ή παράλειψη της ενάγουσας, συνδεόμενη αιτιωδώς με το ένδικο ατύχημα δεν αποδείχθηκε, καθόσον αυτή κινείτο συννόμως, με ταχύτητα που δεν αποδείχθηκε ότι υπερέβαινε τη μεγίστη επιτρεπόμενη, και εισήλθε στη διασταύρωση με βάση την ένδειξη του σηματοδότη που υπήρχε στην πορεία της, πιστεύοντας ευλόγως ότι και οι λοιποί οδηγοί δεν θα παραβίαζαν τον παραπάνω βασικό κανόνα κυκλοφορίας, της συμμόρφωσης δηλαδή προς τους φωτεινούς σηματοδότες, χωρίς να είναι σε θέση να αποφύγει τη σύγκρουση λόγω της αιφνιδιαστικής παρεμβολής του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου στην πορεία της, όταν εκείνη βρισκόταν ήδη σε μικρή απόσταση. Αντίθετο συμπέρασμα, περί των συνθηκών του ατυχήματος δεν μπορεί να επιστηριχθεί στην προανακριτική μαρτυρική κατάθεση της συνεπιβάτιδας συζύγου του πρώτου εναγομένου, ….. ., η οποία πέραν της συγγενικής τους σχέσης δεν είναι αυτονόητο ότι αντιλήφθηκε την ένδειξη του φωτεινού σηματοδότη στην πορεία τους, αλλά ούτε και της ………, η παρουσία της οποίας δεν διαπιστώθηκε από τα επιληφθέντα αστυνομικά όργανα, αν και φέρεται, κατά τα λεγόμενά της, ότι κινείτο όπισθεν του πρώτου εναγομένου. Επιπλέον, εξεταζόμενη ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έδωσε μια κατάθεση εξαιρετικά συνοπτική, μη δικαιολογώντας πειστικά την αναχώρησή της από το σημείο και την ανεύρεσή της εκ των υστέρων από τον πρώτο εναγόμενο. Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό και ενισχυτικό των παραπάνω παραδοχών, ότι, ενώ η σύζυγος του πρώτου εναγομένου δήλωσε ενώπιον των προανακριτικών υπαλλήλων ότι επιθυμεί την ποινική δίωξη της υπαιτίας οδηγού για τον τραυματισμό της, δεν προκύπτει άσκηση ποινικής δίωξης κατ’αυτής, ενώ αντιθέτως ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του ιδίου για τον τραυματισμό της ενάγουσας, ο οποίος, μάλιστα, με την από 7-9-2016 έγγραφη δήλωσή του προς αυτήν, ανέλαβε πλήρως την ευθύνη για το ατύχημα, ενέργεια στην οποία δεν είχε κανένα λόγο να προβεί, αν πράγματι θωρούσε ότι εκείνη ήταν αποκλειστικά υπαίτια, έχοντας παραβιάσει τον ερυθρό σηματοδότη της πορείας της. Συνεπώς, πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες, επαναφέρουν τον και πρωτοδίκως προταθέντα ισχυρισμό τους περί αποκλειστικής υπαιτιότητας άλλως συνυπαιτιότητας σε ποσοστό 95 % της ενάγουσας στην πρόκληση του ατυχήματος, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, αμέσως μετά το ατύχημα η ενάγουσα, ηλικίας τότε 28 περίπου ετών, έχοντας υποστεί κάκωση αυχένος, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο «Άγιος Παντελεήμων», όπου της έγινε νευρολογικός έλεγχος και υποβλήθηκε και σε ακτινογραφία αυχενικής μοίρας, με αρνητικό αποτέλεσμα. Αποχώρησε χωρίς να νοσηλευθεί και της δόθησαν οδηγίες (σχετ. το υπ’αριθμ. πρωτ. ……/3-9-2014 πιστοποιητικό εξέτασης του άνω νοσοκομείου). Την επομένη μετέβη στο «Τζάνειο» νοσοκομείο παραπονούμενη για αιμωδία αριστερού άνω άκρου και της συνεστήθη η χρήση μαλακού κολάρου αυχένος και η υποβολή της σε μαγνητική τομογραφία (σχετ. το υπ’αριθμ. πρωτ. ……/17-9-2014 πιστοποιητικό του άνω νοσοκομείου), το αποτέλεσμα της οποίας δεν προσκομίζεται. Ομοίως, δεν προσκομίζονται άλλα ιατρικά πιστοποιητικά περί μόνιμης βλάβης ή περί της διάρκειας των ενοχλήσεών της, με αποτέλεσμα ο τραυματισμός της να αξιολογείται ως ελαφρύς και η πλήρης αποκατάσταση της υγείας της να θεωρείται βεβαία. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι το υπ’αριθμ. κυκλοφορίας ……….. Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο που οδηγούσε η ενάγουσα, εργοστασίου προέλευσης Fiat, τύπου 500, κυλινδρισμού 1368 cc, με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας τις 20-9-2010, υπέστη υλικές ζημίες στο εμπρόσθιο, κυρίως το εμπρόσθιο δεξιό τμήμα του και την οπίσθια δεξιά γωνία του, όπως εμφαίνεται και στις προσκομιζόμενες φωτογραφίες που το απεικονίζουν μετά τη σύγκρουση. Αρχικά, η ενάγουσα προέβη σε δήλωση ακινησίας του (σχετ. η από 12-12-2014 δήλωση ακινησίας αυτοκινήτου απευθυνόμενη προς τη ΔΟΕ Ε΄Πειραιά). Στη συνέχεια έγινε εκτίμηση του κόστους αποκατάστασης των ζημιών από τους υπεύθυνους της εταιρίας «……», που δραστηριοποιείται στις πωλήσεις αυτοκινήτων και ανταλλακτικών και επισκευές αυτοκινήτων του ίδιου εργοστασίου προέλευσης (FIAT), στους οποίους και ανέθεσε την επισκευή του. Τελικώς, για την αποκατάσταση των ζημιών δηλαδή για την αγορά ανταλλακτικών (εμπρόσθιου καπώ, εμπρόσθιων φτερών, εμπρόσθιου προφυλακτήρα, διακοσμητικών προφυλακτήρα, εμπρόσθιων φανών, προβολακίων, προβολέων ομίχλης, μετώπης, τραβέρσας, άνω και κάτω, δεξιού καθρέπτη, εμπρόσθιου μπαρμπρίζ, φιλέτου και γριλιών μπαρμπρίζ, κιτ αερόσακων με ζώνες, εγκέφαλο και ταινία τιμονιού, κρεμαριέρας, δεξιού άκρου με ρουλεμάν, αμορτισέρ, γέφυρας, ψυγείου μηχανής και a/c, υγρών ψυγείου και υγρών φρένων, αισθητήρα πίεσης λαδιού, στροφών, καπακίων ιμάντα, σωλήνων a/c, τμήματος ασφαλειοθήκης, δοχείου υαλοκαθαριστήρων, δοχείου διαστολής, παπά, ζάντας με καπάκι, πίσω γέφυρας πλήρους), απαιτήθηκε το ποσό των 5.520 ευρώ και για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών (αλλαγή εμπρόσθιου καπώ, εμπρόσθιου αριστερού και δεξιού φτερού, εμπρόσθιων φανών, εμπρόσθιου προφυλακτήρα, προβολακίων προφυλακτήρα, τραβέρσας εμπρόσθιας, άνω και κάτω, εμπρόσθιας μετώπης, εμπρόσθιων θόλων, εμπρόσθιου μπαρμπρίζ, γρυλιών μπαρμπρίζ, κιτ αερόσακων με ταμπλώ, εγκέφαλου, ζωνών και ταινίας αλλαγής, εμπρόσθιου δεξιού άκρου, εμπρόσθιας κρεμαριέρας, γέφυρας, ευθυγράμμιση, εξαγωγή και επανατοποθέτηση κινητήρα, αλλαγή ψυγείου μηχανής, ψυγείου a/c, πλήρωση φρέων, αλλαγή σωληνών a/c, δοχείου διαστολής, δοχείου νερού υαλοκαθαριστήρων, βάσης φίλτρου αέρος, αισθητήρα πίεσης λαδιού, αισθητήρα στροφών, καπακιού ιμάντα, υγρών ψυγείου, υγρών φρένων, τμήματος ασφαλειοθήκης, δεξιού αμορτισέρ, οπίσθιου άξονα, εξαγωγή και επανατοποθέτηση ρεζερβουάρ, αλλαγή ζάντας με καπάκι, τοποθέτηση οχήματος σε καλίμπρα, επισκευή εμπρόσθιου αριστερού και δεξιού, εξωτερικού και εσωτερικού ράμφου, επισκευή δεξιού μασπιέ, εμπρόσθιου χιαστή, εμπρόσθιας δεξιάς κολώνας, δεξιού σασί, αλλαγή δεξιού καθρέπτη, βαφή εμπρόσθιου καπώ, εμπρόσθιων φτερών, προφυλακτήρα και εσωτερικών ράμφων, δεξιού μασπιέ, εμπρόσθιων πορτών), το ποσό των 3.407 ευρώ, δηλαδή συνολικά 8.927 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου και του αναλογούντος ΦΠΑ (σχετ. τα υπ’αριθμ. …../7-8-2015 και …../7-8-2015 τιμολόγιο πώλησης και παροχής υπηρεσιών, αντίστοιχα, της άνω εταιρείας). Η εμπορική αξία του προ του ατυχήματος (ΕφΛαρ 494/2007 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2007.546, ΕφΑιγ 4/2005, ΑρχΝ 2005.343) ανερχόταν στο ποσό των 8.000 ευρώ, γεγονός το οποίο άλλωστε δεν αμφισβητήθηκε ειδικώς από τους εκκαλούντες. Επομένως, η επισκευή του ήταν ασύμφορη και πρέπει να θεωρηθεί αυτό ως ολικά καταστραφέν από οικονομικής απόψεως, διότι ήταν μεν δυνατή πλην όμως ασύμφορη η τεχνική αποκατάσταση των βλαβών. Συνεπώς, η αποκαταστατέα θετική ζημία της ενάγουσας θα πρέπει να υπολογιστεί με βάση την εμπορική αξία του αυτοκινήτου κατά το χρόνο εκδόσεως της απόφασης, ως τέτοιου νοούμενου κατά τους δικονομικούς κανόνες, εκείνου της πρώτης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου συζήτησης (9-10—2015) (ΟλΑΠ 38/1996, ΕλλΔνη 1997.41, ΑΠ 68/2005 ΕλλΔνη 2005.1396), με βάση την κατάσταση που βρισκόταν αυτό κατά τον χρόνο της καταστροφής και όχι ανάλογα με τη δαπάνη που απαιτείτο για την απόκτηση άλλου όμοιου πράγματος καινούριου (ΑΠ 68/2005, ό.π, ΕφΙωαν 119/2008, ΑΡΧΝΟΜ 2009.214, ΕφΠατρ 607/2007, ΑΧΑΝΟΜ 2008.92). Η εμπορική του δε αξία κατ’εκείνο το χρόνο, μη διαφοροποιούμενη από εκείνη προ του ατυχήματος, ανερχόταν στο ποσό των 8.000 ευρώ, όπως ορθώς κρίθηκε και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Τέλος, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα, πέραν της ανωτέρω περιουσιακής ζημίας, υπέστη και ηθική βλάβη, λόγω της στενοχωρίας και ταλαιπωρίας που βίωσε, εξαιτίας της καταστροφής του αυτοκινήτου της αλλά και του ελαφρού τραυματισμού της, για την οποία (ηθική βλάβη) η εύλογη χρηματική ικανοποίηση, που πρέπει να της επιδικασθεί, ανέρχεται, ενόψει της αποκλειστικής υπαιτιότητας του πρώτου των εναγομένων στην πρόκληση του σύγκρουσης, του είδους της υπαιτιότητάς του (αμέλεια), των ειδικότερων συνθηκών του συμβάντος, της έκτασης, του είδους και της σοβαρότητας του τραυματισμού της, το ψυχικό και σωματικό άλγος, που δοκίμασε, λόγω της σωματικής της βλάβης, καθώς και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, ιδιωτικής υπαλλήλου της ενάγουσας και συνταξιούχου του πρώτου εναγομένου, αμφότερων νυμφευμένων, πλην της δεύτερης εναγομένης, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική, στο ποσό των 1.040 και, λόγω της γενομένης εκ μέρους της επιφύλαξης, των 1.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο επιδικάζοντας για την παραπάνω αιτία το ποσό των 2.000 ευρώ, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο τρίτος λόγος της έφεσης, κατά το σχετικό σκέλος του, να γίνει δεκτός ως βάσιμος και κατ’ουσίαν. Συνεπώς, το συνολικό ποσό που οι εναγόμενοι οφείλουν στην ενάγουσα, ενεχόμενοι εις ολόκληρον στην καταβολή του, ανέρχεται σε 9.000 (8.000 + 1.000) ευρώ.
Κατόπιν αυτών, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν κατά παραδοχή του τρίτου λόγου της, ακολούθως, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη στο σύνολο της, κατά το άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ, δηλαδή και κατά τη διάταξή της, περί αποζημιώσεως, που δεν ανατρέπεται με την παρούσα απόφαση, λόγω του ότι τούτο επιβάλλεται για την ενότητα της εκτέλεσης, η οποία θα επιτευχθεί μόνο με την εκτέλεση της παρούσας αποφάσεως (ΕφΑνατΚρ 79/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), παρεπομένως δε και κατά τη διάταξή της περί τοκογονίας, που δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης, ούτε και κατ’εκτίμηση του δικογράφου της (ΑΠ 1449/2014, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), αλλά και εκείνη που αφορά τα δικαστικά έξοδα που θα καθοριστούν από την αρχή (ΕφΑνΚρ 79/2014 ό.π, ΕφΑθ 1404/2014, Αρμ 2015.208). Στη συνέχεια, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και ερευνηθεί η υπό κρίση αγωγή, πρέπει να γίνει αυτή δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον στην ενάγουσα για τις μνημονευόμενες στο σκεπτικό αιτίες, το ποσό των 9.000 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο επιδικίας, από την επίδοσή της και μέχρι την εξόφληση. Επίσης, λόγω της μερικής νίκης των εκκαλούντων, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή σ’αυτούς του παραβόλου των διακοσίων (200) ευρώ που κατέθεσαν κατά την κατάθεση της έφεσης. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ αυτών, ανάλογα προς την έκταση της νίκης και της ήττας τους, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 106, 176, 180 παρ. 3, 183, 189, 191 § 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με 63 § 1iα), 68 § 1 και 69 § § 1,2 του ν.4194/2013).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 24-11-2016 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ………./2016) έφεση των εναγομένων, κατά της υπ’αριθμ. 1613/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά και κατ’ ουσίαν. .
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου, ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατέβαλαν οι εκκαλούντες κατά την άσκησή της, με τα υπ’αριθμ. …….. παράβολα υπέρ του Δημοσίου και υπ’αριθμ. ……… παράβολα υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ).
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και τη δικάζει κατ’ουσίαν.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 28-4-2015 (με αυξ. αριθ. εκθ. καταθ……../2015) αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους να καταβάλουν εις ολόκληρον στην ενάγουσα το ποσό των εννέα χιλιάδων (9.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο επιδικίας, από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγομένων, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών διαδικασίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 1-2-2018
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ