Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 100/2018

Αριθμός 100/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

NAYTIKO TMHMA

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Δ.Π.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη με αριθμό ……/12.10.2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Βορείου Αιγαίου ………που οι εκκαλούσες προσκομίζουν με επίκληση, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της από 10.10.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2017 εφέσεως κατά της οριστικής με αριθμό 495/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) ερήμην της πρώτης εναγομένης και ήδη πρώτης εφεσίβλητης επιδόθηκε στην τελευταία νόμιμα πριν τριάντα ημέρες, κατ’άρθρο 498 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Αυτή δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της εκ του οικείου πινακίου και δεν έλαβε μέρος στη συζήτηση. Το Δικαστήριο ωστόσο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν και αυτή παρούσα (άρθρο 524 παρ. 4 ΚΠολΔ).

Οι κρινόμενες …./23.2.2017 και …../10.10.2017 εφέσεις κατά της οριστικής με αριθμό 495/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) ερήμην της πρώτης εναγομένης και ήδη πρώτης εφεσίβλητης, επί της με αριθμό …../29.12.2015 αγωγής του αρχικώς ενάγοντος μετά το θάνατο του οποίου και τη βιαία διακοπή της δίκης η σύζυγος και οι δύο θυγατέρες, πλησιέστερες συγγενείς συνέχισαν τη δίκη, έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αρμοδίως (άρθρο 19 του ΚΠολΔ όπως ίσχυε κατά το χρόνο κατάθεσης του ενδίκου μέσου) και εμπροθέσμως, αφού αφενός δεν προκύπτει ότι έγινε επίδοση της εκκαλουμένης ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση, ενώ δεν έχει παρέλθει διετία από την έκδοση της εκκαλουμένης (άρθρα 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Ακολούθως οι προαναφερόμενες εφέσεις πρέπει να γίνουν δεκτές κατά το τυπικό τους μέρος και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι ως προς τις διαφορές αυτές υπάρχει απαλλαγή από το παράβολο εφέσεως του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 συνεκδικαζόμενες, λόγω της προφανούς συνάφειας αυτών αφού πλήττουν την ίδια απόφαση (άρθρα 246, 524 και 591 ΚΠολΔ).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο αρχικώς ενάγων ……., με τη με αριθμό ……/29.12.2015 αγωγή του, εξέθετε ότι, δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στο Λαύριο στις 14-08-2013, μεταξύ αυτού και της πρώτης εναγομένης ήδη πρώτης εφεσίβλητης, εφοπλίστριας του επιβατηγού πλοίου, υπό ελληνική σημαία, με το όνομα «AJ», με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……, Κ.Ο.χ. 3.934,18, κυριότητας της δεύτερης εναγομένης ήδη δεύτερης εφεσίβλητης, προσελήφθη και ναυτολογήθηκε σε αυτό, με την ειδικότητα του υποπλοίαρχου, της συμβάσεως εργασίας του διεπόμενης από την ελληνική ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2013 και ότι στο ανωτέρω πλοίο εργάστηκε έως τις 11-08-2014, οπότε απολύθηκε λόγω μεταθέσεώς του σε άλλο πλοίο του ομίλου «…..». Ότι εν συνεχεία δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στις 8-09-2014 στο Λαύριο, μεταξύ αυτού και της πρώτης εναγομένης ήδη εφεσίβλητης εταιρείας, ναυτολογήθηκε εκ νέου στο πλοίο «AJ», στο οποίο εργάσθηκε έως τις 17-11-2014, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου. Περαιτέρω, ανέφερε ότι, κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.01.2014 έως 6.03.2014, από 18.04.2014 έως 11.08.2014 και από 8.09.2014 έως 11.10.2014, οπότε το οποίο εκτελούσε τα αναφερόμενα ειδικά στην αγωγή ακτοπλοϊκά δρομολόγια, προς κάλυψη των δημιουργουμένων αναγκών, λόγω των συνθηκών, που περιγράφονται στην αγωγή του, εργαζόταν υπερωριακά δηλαδή επί επτά ημέρες την εβδομάδα και δεκατρείς ώρες την ημέρα, ενώ κατά τα διαστήματα της ακινησίας του πλοίου, ήτοι από 7.03.2014 έως 17.04.2014 και από 12.10.2014 έως 17.11.2014, απασχολήθηκε τα Σάββατα και τις αργίες επί οκτώ ώρες ημερησίως, ενώ δεν του χορηγούνταν οι προβλεπόμενες από την εφαρμοστέα συλλογική σύμβαση διανυκτερεύσεις, ενώ το πλοίο εκτελούσε τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια άγονης γραμμής και εξπρές. Ακολούθως εξέθετε ότι από την εργασία του στο πλοίο εφοπλισμού και κυριότητας των εφεσιβλήτων οφείλονται σε αυτόν διαφορές δεδουλευμένων μισθών, πρόσθετη αμοιβή υπερωριακής εργασίας, διαφορά επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα έτους 2014, αμοιβή για τους πλόες άγονης γραμμής και για τα δρομολόγια εξπρές, καθώς και αποζημίωση για μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις. Aκολούθως κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι εγγύτερες συγγενείς που συνέχισαν τη δίκη μετά τη βιαία διακοπή εκ του θανάτου του και μετά τον περιορισμό μέρους του αιτήματος της αγωγής σε έντοκο αναγνωριστικό δηλαδή κατά ποσοστό 5/7 επί του συνολικού αιτηθέντος παραμένοντος καταψηφιστικού  ποσοστού 2/7 αιτήθηκαν για όλες τις παραπάνω αιτίες όπως υποχρεωθούν οι ήδη εφεσίβλητες εναγόμενες, εις ολόκληρον ευθυνόμενες, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να τους καταβάλουν για τις ανωτέρω αιτίες το συνολικό ποσό των 19.971,09 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι οφείλουν να τους καταβάλουν το συνολικό ποσό των 49.927,73 ευρώ εντόκως από τότε που κάθε μερικότερο κονδύλι κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επιχείρησαν δε να στηρίζουν την αγωγή τους επικουρικά στις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Η αγωγή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη ως προς την κύρια βάση της από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με έρεισμα επί των διατάξεων των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 652, 653 και 655 ΑΚ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 60, 72, 74, 75, 84, 105 και 106 του ΚΙΝΔ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82 «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β/1982) και της από 8-04-2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β’ 1664/24-06-2014). Η παρισταμένη κυρία του πλοίου αρνήθηκε ότι οφείλει τα παραπάνω ποσά ισχυριζόμενη αφενός ότι δεν πραγματοποιείτο υπερωριακή απασχόληση και ότι σε κάθε περίπτωση η οποιαδήποτε αξίωση του ναυτικού είχε εξοφληθεί. Στη συνέχεια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε κατά ένα μέρος κατ’ουσίαν την αγωγή, καθώς απέρριψε το αίτημα περί καταβολής αμοιβής λόγω υπερωριακής απασχόλησης τις καθημερινές και Κυριακές και το αιτηθέν επίδομα διανυκτερεύσεων και κατά ένα μέρος το επίδομα για δρομολόγια εξπρές και ακολούθως με την εκκαλουμένη απόφαση υποχρεώθηκαν οι ήδη εφεσίβλητες να καταβάλουν εις ολόκληρον, η κυρία ευθυνόμενη μέχρι της αξίας του πλοίου, συνολικά το ποσό των 15.015,61 ευρώ εντόκως από τότε που κάθε κονδύλι κατέστη απαιτητό και αναγνωρίστηκε ότι επιπλέον οφείλουν να καταβάλουν για τις προαναφερόμενες αιτίες συνολικά το ποσό των 19.277,73 ευρώ (δηλαδή συνολικά 34.293,34 ευρω). Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται τώρα άπαντες οι διάδικοι με τις κρινόμενες εφέσεις τους για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση αποδείξεων και ζητούν η εκκαλούσα ναυτική εταιρία εναγομένη την εξαφάνιση της προκειμένου να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αγωγή για τους αναφερόμενους στην έφεση της λόγους, οι δε εκκαλούσες τη μεταρρύθμιση της για τους αναφερόμενους στην έφεση τους λόγους ώστε να γίνει δεκτή εξ ολοκλήρου η αγωγή στην ουσία της.

Αντικείμενο της αξιώσεως, άρα και της δίκης για αποδοχές μισθωτού είναι οι ακαθάριστες (μικτές) αποδοχές του, δηλαδή εκείνες στις οποίες περιλαμβάνονται και οι κατά νόμο κρατήσεις υπέρ ασφαλιστικών οργανισμών, όπως π.χ. Ι.Κ.Α., Ν.Α.Τ., (άρθρα 26 παρ. 5 α.ν. 1846/1951, 84 παρ. 1 και 8 ΠΔ 913/1978), φόρος μισθωτών υπηρεσιών κλπ, τις οποίες πρέπει ο εργοδότης να παρακρατεί από τις αποδοχές του μισθωτού. Επομένως, οι γινόμενες από τον εργοδότη σχετικές καταβολές αναφέρονται στα ακαθάριστα αυτά ποσά αποδοχών, τα οποία αφορούν και οι δικαστικά επιδικαζόμενες διαφορές αντίστοιχα αποδοχών και δεν καθίσταται αόριστο το δικόγραφο της αγωγής, αν δεν καθορίζεται σ` αυτό, ότι οι καταβολές αυτές αφορούν καθαρά ή ακαθάριστα ποσά (ΑΠ 2126/2007 ΔΕΝ 2009.478). Πρέπει να σημειωθεί, ειδικότερα, ότι τα ποσά, τα οποία έχει παρακρατήσει ο πλοιοκτήτης από τον μισθό του ναυτικού, προκειμένου να αποδώσει προς το Ν.Α.Τ. (άρθρο 84 παρ. 1 και 8 ΠΔ 913/1978 περί κωδικοποιήσεως των διατάξεων περί NAT), αποτελούν μέρος των αποδοχών του τελευταίου και θεμελιώνουν ένσταση καταβολής κατά το άρθρο 416 ΑΚ αποσβεστική κατά το οικείο ποσό των αξιώσεων του ναυτικού προς καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών (ΑΠ 1131/2015, ΑΠ 1678/2007, ΑΠ 1046/1999 Ηλεκτρονική Συλλογή «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 335/2008 ΕΝΔ 2008.287). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 33 της από 8-04-2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β’ 1664/24-06-2014) που κατά το άρθρο 38 αρχίζει από 1.1.2014 το οποίο άρθρο τιτλοφορείται “Δρομολόγια Εξπρές”, ορίζεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά τη παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. ‘Ομως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή ότι αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Με τη διάταξη δε της παρ. 3 του ίδιου άρθρου δίδεται δυνατότητα παραμονής του πλοίου, στο λιμένα προορισμού, για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1 αυτού, οπότε στην περίπτωση αυτή δρομολόγιο για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7 θεωρείται εκείνο, για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν έξι τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την παρ. 5 του ίδιου άρθρου, πρόσθετη επίσης αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των πέντε δρομολογίων κάθε εβδομάδα, προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, “ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά του, κατά την παρ. 2 προσδιορισμού”. Δηλαδή, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που εκτελούν καθημερινώς και περισσότερα από πέντε (5) (κυκλικά) δρομολόγια την εβδομάδα (δηλαδή 6, 7 …) είτε παραμένουν στο λιμάνι 6 ώρες, είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην παρ. 7, για τον καθορισμό της οποίας, δεν γίνεται ο υπολογισμός που προβλέπεται από την προαναφερθείσα παρ. 4 του άρθρου αυτού, αλλά εφόσον η διάρκεια του κάθε δρομολογίου (κυκλικού ταξιδιού) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η πρόσθετη αυτή αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών για κάθε δρομολόγιο, εφόσον δε είναι μικρότερη των 12 ωρών, είναι ίση προς το ήμισυ αυτής, κατά τα προεκτεθέντα. Δηλαδή, αν εκτελούν 6 τακτικά δρομολόγια την εβδομάδα διάρκειας μεγαλύτερης των 12 ωρών το καθένα, λαμβάνουν ως πρόσθετη αμοιβή το 1/30 των ως άνω αποδοχών, αν δε εκτελούν 7 τακτικά δρομολόγια τα 2/30 αυτών. Αν όμως εβδομαδιαίως εκτελούν μόνο πέντε (5) δρομολόγια Express ή λιγότερα των πέντε, τότε έχει εφαρμογή η παρ. 4 του ως άνω άρθρου, οπότε η δικαιουμένη για την εκτέλεση δρομολογίων “Express” πρόσθετη αμοιβή υπολογίζεται κατά το διαγραφόμενο από την παράγραφο αυτή τρόπο, κατά τον οποίον το προκύπτον πηλίκον από τη διαίρεση του αθροίσματος των ωρών πρόωρης αναχωρήσεως του πλοίου, δια του αριθμού 8, αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων αυτών. Τακτικά θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία, το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη για κάθε ημέρα ώρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, χωρίς να ασκεί επιρροή, για το χαρακτηρισμό του δρομολογίου ως τακτικού, η ύπαρξη τυχόν καθυστερήσεων, κατά την εκτέλεσή του. Εξάλλου, κατά τη σαφή έννοια της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου, ως δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής. Δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται μία και μοναδική φορά σε κάθε δρομολόγιο και συγκεκριμένα στο λιμάνι αφετηρίας “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής”, ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 της πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει 6 ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί 6 ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.716/2011 ΕΝΔ 2012.107, Εφ.Πειρ.34/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.768/2005 αδημ. σε νομικό τύπο). Τέλος, με τη διάταξη της παρ. 6 του ίδιου άρθρου 33 ορίζεται ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται σε ημερόπλοια, καθώς και σε πλοία δευτερευουσών και τοπικών γραμμών, εκτός εάν τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυχτερινές ώρες, δηλαδή 23.00 μέχρι 7.00 ώρας. Από το περιεχόμενο της διατάξεως αυτής, προκύπτει σαφώς, ότι μ` αυτήν εισάγεται, κατ` αρχή, εξαίρεση, όσον αφορά τα ημερόπλοια, επί των οποίων, συμφωνήθηκε με την ως άνω ΣΣΝΕ να μην ισχύουν και να μην εφαρμόζονται οι προαναφερθείσες διατάξεις για καταβολή πρόσθετης αμοιβής, σε περίπτωση εκτελέσεως δρομολογίων “Express”. Ως ημερόπλοια νοούνται τα πλοία, που εκτελούν ημερινούς πλόες. Σύμφωνα δε με το άρθρο 1 του Κανονισμού “περί ενδιαιτήσεως και καθορισμού αριθμού επιβατών των επιβατηγών πλοίων”, ως ημερινοί πλόες νοούνται οι εκτελούμενοι μεταξύ των ωρών 05.00 έως 22.00 κατά τη θερινή περίοδο και των οποίων η συνολική διάρκεια δεν υπερβαίνει τις 12 ώρες. ‘Ομως, και για τα ημερόπλοια, κατά το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 33 εισάγεται εξαίρεση της ως άνω εξαιρέσεως, σύμφωνα με την οποία και επί των πλοίων αυτών έχουν εφαρμογή όλες οι προαναφερθείσες διατάξεις, εφόσον όμως τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23.00 μμ μέχρι 07.00 ημ, όπως ειδικότερα ορίζεται με τη ΣΣΝΕ αυτή. Επομένως, καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή και στους απασχολουμένους στα ημερόπλοια, τα οποία όμως εκτελούν τα παραπάνω δρομολόγια (Express) μόνον τις νυκτερινές ώρες ή επεκτείνουν τα δρομολόγια τους αυτά, τις ώρες αυτές δηλαδή 23.00 μέχρι 07.00 ώρας (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 1056/1997 Νομολ. Ναυτ. Τμήματος ΕφΠειρ 1996-1997, σελ. 27, ΕφΠειρ 1055/2000, ΕφΠειρ 1056/ 2000, ΕφΠειρ 1206/2000, ΕφΠειρ 207/2001 αδημ). Τέλος κατά το άρθρο 537 ΚΠολΔ αν περισσότεροι νικήθηκαν με την ίδια απόφαση και για τους ίδιους λόγους και ένας μόνο άσκησε έφεση, η απόφαση που δέχεται την έφεση ισχύει και υπέρ των ομοδίκων που δεν άσκησαν έφεση εφόσον δεν αποδέχθηκαν την πρωτόδικη απόφαση. Για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης απαιτείται να υπάρχει ταυτότητα αιτιολογικού και διατακτικού της πρωτόδικης απόφασης ως προς όλους τους ομοδίκους, πρόκειται δε περί επεκτάσεως των ορίων του δεδικασμένου και όχι περί πλασματικής αναγνώρισης της ιδιότητας του διαδίκου σ` αυτούς που δεν άσκησαν έφεση. Αρνητική προϋπόθεση για την εφαρμογή της είναι η μη αποδοχή της πρωτόδικης απόφασης από τους ωφελούμενους μη εκκαλέσαντες διαδίκους (ΑΠ 187/2007). Εξάλλου, όταν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις (άρθρου 537 ΚΠολΔ), η απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ισχύει και υπέρ των ομοδίκων του εκκαλούντος, διότι η έκταση της ισχύος της στηρίζεται στο νόμο και δεν είναι αναγκαίο να μνημονεύεται στην απόφαση ότι αφορά και στους ομοδίκους που δεν άσκησαν έφεση. Το εφετείο όμως, που δικάζει την έφεση του ομοδίκου και τη δέχεται, μπορεί να συμπεριλάβει διάταξη που επεκτείνει την ισχύ της απόφασης και υπέρ του ομοδίκου, ο οποίος δεν άσκησε έφεση, αν ο τελευταίος μετάσχει κατά οποιονδήποτε τρόπο στην εφετειακή δίκη και ζητήσει την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 537 ΚΠολΔ (ΑΠ 1841/2008 δημ. Νόμος ΑΠ 213/1980 Νοβ 28.1485).

Από την εκτίµηση της ένορκης καταθέσεως του µάρτυρα απόδειξης …….. που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και εμπεριέχεται στα ταυτάριθµα µε την εκκαλουμένη πρακτικά δηµόσιας συνεδρίασης, καθώς και των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκοµίζουν, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά µέσα είτε για να χρησιµεύσουν ως δικαστικά τεκµήρια, για µερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς όµως να παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς δεδομένου ότι κατά την προκείµενη διαδικασία λαμβάνονται υπόψη και αποδεικτικά µέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόµου (άρθρο 671 § 1 ΚΠολΔ) και από όσα οι διάδικοι συνοµολογούν σχετικά με το διάστημα ναυτολόγησης την ειδικότητα και τις συμφωνηθείσες αποδοχές του ήδη αποβιώσαντος συζύγου και πατέρα των εναγουσών εκκαλουσών, τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), πλήρως αποδείχθηκαν κατά την ουσιαστική κρίση του παρόντος Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Με σύµβαση εξαρτηµένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήψε ο αρχικώς ενάγων ………, απογεγραµµένος ναυτικός, στις 14-08-2013 στο Λαύριο µε το νόµιµο εκπρόσωπο της πρώτης εφεσίβλητης, εφοπλίστριας του Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου, υπό ελληνική σηµαία, µε το όνοµα «AJ», µε αριθµό νηολογίου Πειραιά ….., Κ.Ο.χ. 3.934,18, κυριότητας της δεύτερης εφεσίβλητης – εκκαλούσας, αυτός προσελήφθη και ναυτολογήθηκε αυθηµερόν στο ως άνω πλοίο και απασχολήθηκε σ’ αυτό με την ειδικότητα του υποπλοιάρχου µέχρι την 11-08-2014, οπότε και απολύθηκε στο Λαύριο λόγω µεταθέσεώς του στο πλοίο «Θ.» εφοπλισμού της πρώτης εφεσίβλητης. Στη συνέχεια με νέα σύµβαση εξαρτηµένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στις 8-09-2014 στο Λαύριο, με την προαναφερόμενη εφοπλίστριας πρώτη εφεσίβλητη, ναυτολογήθηκε εκ νέου με την ίδια ειδικότητα στο πλοίο «AJ», στο οποίο εργάσθηκε έως τις 17-11-2014, οπότε απολύθηκε αµοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου. Οι συμφωνηθείσες αποδοχές του ήταν οι προβλεπόµενες από τις ισχύουσες κάθε φορά, Σ.Σ.Ν.Ε και ανέρχονταν για το χρονικό διάστημα από 1.1.2014 έως 17.11.2014 σε 2.897,74 ευρώ μηνιαίως δηλαδή βασικός µισθός 1.689,41 ευρώ + επίδοµα Κυριακών 371,67 ευρώ + επίδοµα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 ευρώ (άρθρο 8 παρ. 14)+ επίδοµα ΣΣΕ/α 35,19 ευρώ (άρθρο 8 παρ.2) + επίδοµα ΣΣΕ/β 201,77 ευρώ (άρθρο 8 παρ. 5)+ επίδοµα αδείας από 5 ηµεροµίσθια το µήνα µετά τροφοδοσίας αδείας 564,48 ευρώ [ήτοι 1.689,41 ευρώ + επίδοµα Κυριακών 371,67 ευρώ: 22 Χ 5 ηµέρες αδείας µηνιαίως = 468,43 ευρώ και 96,05 ευρώ (19,21 ευρώ (άρθρο 3) Χ 5 τροφή αδείας) = 564,48 ευρώ]. Παρόλο που ο προσληφθείς υποπλοίαρχος εκτελούσε προσηκόντως τα καθήκοντα του η εργοδότρια εφοπλίστρια δεν του κατέβαλε το σύνολο των δεδουλευμένων αποδοχών του οι οποίες ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των 28.050,12 ευρώ (µικτά) (2.897,74 ευρώ Χ 9,68 µήνες = 28.050,12 ευρώ µικτά) αλλά του κατέβαλε μόνο έναντι. Ειδικότερα του κατέβαλε για το προαναφερόμενο διάστημα το καθαρό ποσό των 8.149,86 ευρώ σύμφωνα με τις δυο αποδείξεις τραπέζης περί καταθέσεως ποσών στο λογαριασμό του ναυτικού ποσών 1.074,93 ευρώ και 1.674,93 ευρώ και τις προσκομιζόμενες χειρόγραφες αποδείξεις που φέρουν την υπογραφή του ναυτικού όπως δεν αμφισβητήθηκε και αφορούν καταβολές 500 ευρώ στις 11.8.2014, 1.000 ευρώ στις 14.8.2014. 800 ευρώ στις 29.8.2014, 1.000 ευρώ στις 5.9.2014, 500 ευρώ στις 2.5.2014, 500 ευρώ στις 5.5.2014, 300 ευρώ στις 15.5.2014, 500 ευρώ στις 12.1.2015 και 300 ευρώ στις 30.1.2015. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι οι συνολικές καταβολές καθαρών αποδοχών ανέρχονται γι’αυτή την αιτία μόνο στο ποσό των 6.350 ευρώ εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και συνεπώς πρέπει κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης της εκκαλούσας κυρίας του πλοίου με την οποία επαναφέρεται η προβληθείσα πρωτοδίκως ένσταση εξόφλησης να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο της αυτό η εκκαλουμένη απόφαση και να κρατήσει το δικαστήριο αυτό την υπόθεση και να τη δικάσει στην ουσία της ως προς το κεφάλαιο αυτό (άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ), μόνο όμως ως προς τη συγκεκριμένη εκκαλούσα κυρία του πλοίου και όχι και ως προς την εφοπλίστρια πρώτη εναγομένη ήδη πρώτη εφεσίβλητη με τη με αριθμό ………/2017 έφεση, αφού προϋπόθεση του επεκτατικού αποτελέσματος του άρθρου 537 του ΚΠολΔ είναι αυτή να συμμετείχε καθ’οιονδήποτε τρόπο στη δίκη και στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι δικονομικά απούσα. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι αλυσιτελώς η εκκαλούσα κυρία του πλοίου παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου καθόσον το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο επιδίκασε αποδοχές αφαιρώντας καθαρές αποδοχές ενώ έπρεπε να αφαιρέσει μικτές, καθώς ναι μεν όπως προαναφέρθηκε στη νομική σκέψη οι κρατήσεις από το μισθό δεν αποτελούν αντικείμενο της δίκης για τις αποδοχές και συνεπώς δεν αφαιρούνται από το δικαστήριο που επιδικάζει οφειλόμενες δεδουλευμένες αποδοχές, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της απόφασης και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους (ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝΔ 33, 345). Επομένως στη συγκεκριμένη περίπτωση η εκκαλούσα εφεσίβλητη κυρία του πλοίου δεν πρότεινε ορισμένα ως προς το κεφάλαιο αυτό της εκκαλουμένης και κατά το ποσό που υπερβαίνει τις 8.149,86 ευρώ την ένσταση του άρθρου 416 του ΑΚ, καθώς από την απλή ανάγνωση του δικογράφου των πρωτοβάθμιων προτάσεων της προκύπτει ότι αυτή αναφέρεται σε οφειλόμενες καθαρές αποδοχές (βλ. σελ. 4). Ακολούθως στο ναυτικό οφείλεται έναντι δεδουλευμένων το συνολικό ποσό των 28.050,12 – 8.149,86 = 19.900,26 ευρώ, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου εφέσεως της κυρίας του πλοίου με την οποία επαναφέρεται η σχετική ένσταση εξόφλησης που προτάθηκε και πρωτοδίκως. Περαιτέρω και σύμφωνα με την προαναφερόμενη Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως δηλαδή οκτώ (8) ώρες την ημέρα από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, της εργασίας του Σαββάτου και των αργιών αμειβομένης υπερωριακώς. Το οκτάωρο της Κυριακής πληρώνεται με επίδομα που προβλέπεται στη σύμβαση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν αποδείχθηκε ότι ο υποπλοίαρχος αρχικώς ενάγων εργαζόταν πέραν του οκταώρου του, δηλαδή των δύο τετράωρων βάρδιων της γέφυρας κατά τη διάρκεια των οποίων μεριμνούσε για την καθημερινή τήρηση των προβλεπόμενων βιβλίων και τη συμπλήρωση των απαραίτητων εντύπων και φορμών για κάθε διαδικασία, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχαν κενά αξιωματικών στο πλοίου – δεδομένου ότι στο πλοίο υπηρετούσαν τρεις αξιωματικοί στη γέφυρα, ήτοι ο ύπαρχος, ο υποπλοίαρχος και ο ανθυποπλοίαρχος – και ότι έπρεπε συνεπώς να καλύπτει την εργασία άλλου ναυτικού εργαζόμενος υπερωριακώς. Ο μάρτυρας του …….. εργαζόμενος στο μηχανοστάσιο, ο οποίος είχε ασκήσει και ο ίδιος αγωγή για τα δεδουλευμένα του καταθέτει ότι είναι προσωπική του κρίση ότι ο υποπλοίαρχος εργαζόταν μια με δύο ώρες υπερωριακώς και προφανώς θεωρεί ότι η μη γνήσια ετοιμότητα προς εργασία στην οποία είναι ο ναυτικός λόγω της φύσεως της ναυτικής εργασίας πρέπει να αμείβεται υπερωριακά πράγμα που δεν αποτέλεσε όμως βούληση του νομοθέτη. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι ο αρχικώς ενάγων εργάστηκε μόνο Σάββατα και αργίες υπερωριακά και έκρινε ότι από 1.01.2014 έως 30.04.2014 εργάσθηκε υπερωριακά μόνο τα 17 Σάββατα επί 8 ώρες ημερησίως, καθώς 6 αργίες επί 8 ώρες ημερησίως (ήτοι τις 1/1,6/1,3/3,18/4,21/4,23/4) και ότι δικαιούται το ποσό των 2.695,60 ευρώ (184 ώρες Χ 14,65 ευρώ/ώρα) και ότι κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.05.2014 έως 11.08.2014 και από 8.09.2014 έως 17.11.2014 εργάσθηκε υπερωριακά μόνο τα 20 Σάββατα του διαστήματος επί 8 ώρες ημερησίως, καθώς και 4 αργίες επί 8 ώρες ημερησίως (ήτοι τις: 1/5,29/5 (Αναλήψεως), 14/9 και 28/10), και ότι δικαιούται το ποσό των 2.812,80 ευρώ (192 ώρες Χ 14,65 ευρώ/ώρα), και συνολικά 5.508,40 ευρώ, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και επομένως θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο σχετικός πρώτος λόγος της ……../2017 εφέσεως ως αβάσιμος. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν αποδείχθηκε ότι η εκκαλούσα εφεσίβλητη κυρία του πλοίου κατέβαλε το ποσό των 3.320 ευρώ έναντι υπερωριακής απασχόλησης τα Σάββατα και τις αργίες του επίδικου διαστήματος και συνεπώς ο σχετικός λόγος εφέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.  Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι το επίδομα εορτών Χριστουγέννων καταβάλλεται ακέραιο εφόσον η σχέση εργασίας διήρκεσε από 1.5 έως 31.12 και σε διαφορετική περίπτωση καταβάλλονται τα 2/25 του μισθού ή δύο ημερομίσθια για κάθε 19ημερο εργασίας ενώ αναφορικά με το επίδομα εορτών Πάσχα οι ναυτικοί δικαιούνται μισθό 15 μερών, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 1/15 ημίσεος μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου. Επιπλέον να λεχθεί ότι λαμβάνεται υπόψη ο μισθός που καταβαλλόταν την 15η ημέρα προ του Πάσχα και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβαλλόταν ή έπρεπε να καταβληθεί από την εργοδότρια ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, δηλαδή το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή, το επίδομα αδείας, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας, καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές μεταξύ των οποίων είναι και η τροφοδοσία είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως. Σύμφωνα με τα όσα προεκτέθηκαν για το κεφάλαιο της εκκαλουμένης που αφορά την υπερωριακή απασχόληση είναι απορριπτέος και ο συναφής τέταρτος λόγος εφέσεως των εγγυτέρων συγγενών του ναυτικού που αφορά τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα χωρίς να συνυπολογιστεί η αιτηθείσα στην αγωγή υπερωριακή εργασία των 13 ωρών ημερησίως. Ακολούθως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ως επίδομα εορτών Πάσχα 2014 οφείλεται στο ναυτικό το ποσό των 1.824,25 ευρώ και ως επίδομα εορτών Χριστουγέννων το ποσό των 2.564,60 ευρώ ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε αφού δεν αποδείχθηκε όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η κυρία του πλοίου δεύτερη εκκαλούσα εφεσίβλητη ότι καταβλήθηκε το ποσό των 1.506,71 ευρώ έναντι επιδόματος εορτών Πάσχα, καθώς δεν προσκομίστηκε από αυτή σχετική απόδειξη υπογεγραμμένη από το ναυτικό ή κατάθεση στο λογαριασμό στην τράπεζα και συνεπώς ο σχετικός λόγος της εφέσεως της που αφορά εν μέρει εξόφληση επιδομάτων εορτών είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Επιπλέον στο διάστημα από 1.5 έως 11.8.2014 και από 8.9.2014 έως και 17.11.2014 περιλαμβάνονται 174 και δηλαδή πράγματι 9,157 19ήμερα και συνεπώς ο σχετικός λόγος της με αριθμό …../2017 εφέσεως που πλήττει τον υπολογισμό του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2014 είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω από το ίδιο αποδεικτικό υλικό αποδείχθηκε ότι το πλοίο αυτό, κατά την περίοδο απασχόλησης του αρχικώς ενάγοντος, εκτελούσε δροµολόγια σε γραµµές ενταγµένες στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών. Αυτό ήταν ημερόπλοιο που όμως το διάστημα από 1.1.2014 έως 6.3.2014 που διέκοψε τα δρομολόγια λόγω ετήσιας ακινησίας και από 18.4.2014 μέχρι τις 12.10.2014 επέκτεινε τα δρομολόγιά του τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23.00 μμ μέχρι 07.00 πμ, αφού είχε αντικαταστήσει το πλοίο ΑΚ ενώ ο απόπλους πριν το εξάωρο προκύπτει καταφανώς και από το από 11.12.2015 έγγραφο του κεντρικού λιμεναρχείου Λαυρίου. Να σημειωθεί ότι η παριστάμενη εναγομένη ήδη δεύτερη εφεσίβλητη εκκαλούσα δεν αμφισβήτησε ειδικά τα όσα εκτίθονταν στην αγωγή περί απόπλου πριν την πάροδο 6 ωρών και την τέλεση δρομολογίων κατά τις νυχτερινές ώρες, απλά ισχυρίστηκε ότι το αίτημα ήταν αόριστο. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι το πλοίο ήταν ημερόπλοιο και εξαιρείτο των αμοιβών για εκτέλεση δρομολογίων εξπρές επιδίκασε μόνο αμοιβή για εξπρές δρομολόγιο μόνο για το κυκλικό δρομολόγιο κάθε Πέμπτης διάρκειας 7 ωρών εκτίμησε εσφαλμένως της αποδείξεις και συνεπώς κατά παραδοχή του σχετικού δευτέρου λόγου της …./2017 εφέσεως θα πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και να κρατήσει το δικαστήριο αυτό την υπόθεση και να τη δικάσει στην ουσία της ως προς το κεφάλαιο αυτό (άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ). Ειδικότερα εκτελούσε τα ακόλουθα δροµολόγια: α) Κατά την περίοδο από 1/1/2014 έως 7/3/2014 Τετάρτη 1/1/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.05), Πέμπτη 2/1/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 23.45), Τρίτη 7/1/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.25 – α’ δρομολόγιο και ώρα 23.55 – β’ δρομολόγιο), Πέμπτη 9/1/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 23.35), Τρίτη 14/1/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.25), Παρασκευή 17/1/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 00.20), Τετάρτη 22/1/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 04.20), Πέμπτη 30/1/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 23.35), Σάββατο 1/2/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 23.40), Πέμπτη 6/2/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 23.45), Τετάρτη 12/2/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.00), Παρασκευή 14/2/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 00.20), Τρίτη 18/2/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.35), Πέμπτη 20/2/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 23.55), Τετάρτη 26/2/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.15), Παρασκευή 28/2/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 00.30), Δευτέρα 3/3/2014 (κατάπλους στη Σύρο  ώρα 23.10), Τετάρτη 5/3/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.00) Παρασκευή 7/3/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 00.45). β) Κατά την περίοδο από 18/4/2014 έως 11/8/2014 Παρασκευή 18/4/2014 (απόπλους από Λαύριο ώρα 06.00), Τρίτη 22/4/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.30- α’ δρομολόγιο και ώρα 23.55- β’ δρομολόγιο), Παρασκευή 25/4/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.00), Δευτέρα 28/4/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.30), Τετάρτη 30/4/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.20), Παρασκευή 2/5/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 00.40), Τετάρτη 7/5/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.50), Παρασκευή 9/5/2014 (κατάπλους στο Λαύριο από Σύρο, Κύθνο και Κέα ώρα 08.15), Τετάρτη 14/5/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.50), Παρασκευή 16/5/2014 (κατάπλους στο Λαύριο .από Σύρο, Κύθνο και Κέα ώρα 08.30), Τετάρτη 21/5/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.40), Παρασκευή 23/5/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.30), Τετάρτη 28/5/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.55), Κυριακή 1/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.50), Τετάρτη 4/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.55), Παρασκευή 6/6/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.05),Τετάρτη 11/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.50), Παρασκευή 13/6/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.30), Δευτέρα 16/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.50),Τετάρτη 18/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.45), Παρασκευή 20.6.2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.45), Δευτέρα 23/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.20), Τετάρτη 25/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.25), Παρασκευή 27/6/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.05), Δευτέρα 30/6/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.30- α’ δρομολόγιο και ώρα 23.55 – β’ δρομολόγιο), Τετάρτη 2/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.05), Παρασκευή 4/7/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 03.00), Δευτέρα 7/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 02.15- α’ δρομολόγιο και ώρα 23.20 – β’ δρομολόγιο), Τετάρτη 9/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.05), Παρασκευή 11/7/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.15), Δευτέρα 14/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 02.25 – α’ δρομολόγιο και ώρα 23.25 – β’ δρομολόγιο), Τετάρτη 16/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.20), Παρασκευή 18/7/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.30), Δευτέρα 21/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.00 – α’ δρομολόγιο και ώρα 23.10 – β’ δρομολόγιο), Τετάρτη 23/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.20), Παρασκευή 25/7/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 02.00), Δευτέρα 28/7/2014 (κατάπλους στο Λαύριο από Σύρο, Κύθνο, Κέα ώρα 07.10), Τετάρτη 30/7/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 04.05), Παρασκευή 1/8/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 03.45), Δευτέρα 4/8/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.20), Τρίτη 5/8/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 00.10), Τετάρτη 6/8/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 04.10), Παρασκευή 8/8/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 03.00) και Δευτέρα 11/8/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.05 – α’ δρομολόγιο και ώρα 23.25 – β’ δρομολόγιο). γ) Κατά την περίοδο από 8/9/2014 έως 12/10/2014 : Δευτέρα 8/9/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 02.10), Τετάρτη 10/9/2014 κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.25), Παρασκευή 12/9/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 01.15), Κυριακή 14/9/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.15), Τετάρτη 17/9/2014 κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.30), Παρασκευή 19/9/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 02.00), Κυριακή 21/9/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.30), Τετάρτη 24/9/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 02.50), Παρασκευή 26/9/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 02.00), Δευτέρα 29/9/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.55), Τετάρτη 1/10/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.20), Παρασκευή 3/10/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 03.10), Κυριακή 5/10/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 23.15), Τετάρτη 8/10/2014 (κατάπλους στη Σύρο ώρα 01.15) και Παρασκευή 10/10/2014 (κατάπλους στο Λαύριο ώρα 02.10). Επειδή επομένως το ημερόπλοιο αυτό επέκτεινε τα δρομολόγια του και κατά τις νυκτερινές ώρες από δύο έως τέσσερις φορές εβδομαδιαίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες εξαιρείται κατά τη ρητή διάταξη του νόμου της εξαιρέσεως περί μη καταβολής αμοιβής για εξπρές δρομολόγια και συνεπώς στον αρχικώς ενάγοντα ανθυποπλοίαρχο οφειλόταν η σχετική αμοιβή που θα προσδιοριστεί επί των τακτικών αποδοχών δηλαδή και της υπερωριακής αμοιβής (Α.Π.1013/2003, Εφ.Πειρ.562/2012 δημ. Νόμος). Να σημειωθεί ότι ο υπολογισμός θα γίνει σύμφωνα με το άρθρο 33 παρ. 4 και 7 της ΣΣΝΕ δηλαδή θα συνυπολογιστούν οι ώρες πρόωρης αναχώρησης εβδομαδιαίως χωριστά των κυκλικών ταξιδιών που είχαν διάρκεια άνω των 12 ωρών, μεταξύ 6 έως 12 ωρών και κάτω των 12 ωρών. Επιπλέον επειδή δεν αποδείχθηκε ότι το συγκεκριμένο πλοίο είχε τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας αφού από την κατάσταση αναχωρήσεων από το Λιμεναρχείο Λαυρίου προκύπτουν αναχωρήσεις από το Λαύριο κάθε 2 μέρες και άνω και συνεπώς δεν θα καταβληθεί η προβλεπόμενη από την παράγραφο 5 του άρθρου 33 της ΣΣΝΕ πρόσθετη αμοιβή για τα πάνω από 5 δρομολόγια και το σχετικό αγωγικό αίτημα κρίνεται απορριπτέο διότι δεν έχει νομικό έρεισμα.  Ακολούθως για το διάστημα από 1.1.2014 έως 6.3.2014 για τα τέσσερα κυκλικά δρομολόγια που υπερέβαιναν τις 12 ώρες (Πέμπτης ώρα 18.00, Παρασκευής, Σαββάτου και Κυριακής), και συνολικά για 22,99 ώρες πρόωρης αναχώρησης εβδομαδιαίως (5,75 ώρες + 5,83 ώρες + 5,75 ώρες + 5,66 ώρες) στον αρχικώς ενάγοντα ναυτικό οφειλόταν πράγματι πρόσθετη αμοιβή δηλαδή οι παραπάνω ώρες πρόωρης αναχώρησης : 8 = 2,873 δρομολόγια εξπρές / εβδομάδα χ 9 εβδομάδες = 25,857 δρομολόγια εξπρές χ Ευρώ 115,33 δηλαδή [2.897,74 δηλαδή βασικός µισθός 1.689,41 ευρώ + επίδοµα Κυριακών 371,67 ευρώ + επίδοµα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 ευρώ (άρθρο 8 παρ. 14)+ επίδοµα ΣΣΕ/α 35,19 ευρώ (άρθρο 8 παρ.2) + επίδοµα ΣΣΕ/β 201,77 ευρώ (άρθρο 8 παρ. 5)+ επίδοµα αδείας από 5 ηµεροµίσθια το µήνα µετά τροφοδοσίας αδείας 564,48 ευρώ [ήτοι 1.689,41 ευρώ + επίδοµα Κυριακών 371,67 ευρώ: 22 Χ 5 ηµέρες αδείας µηνιαίως = 468,43 ευρώ και 96,05 ευρώ (19,21 ευρώ (άρθρο 3) Χ 5 τροφή αδείας) = 564,48 ευρώ) + μέση υπερωριακή αμοιβή 5.508,40 ευρώ : 294 ημέρες εργασίας χ 30 = 562,08 ευρώ)= 3.459,82 : 30 = 115,33. Επομένως η αμοιβή του για τα δρομολόγια εξπρές της συγκεκριμένης περιόδου ανέρχεται σε 2.982,09 ευρώ. Αμοιβή για άλλο δρομολόγιο την Πέμπτη δεν οφείλεται διότι δεν προέκυψε ότι την ίδια μέρα εκτελούνταν δυο κυκλικά δρομολόγια καθώς το πλοίο αναχωρούσε στις 18.00 για κυκλικό ταξίδι που υπερέβαινε τις 12 ώρες και συνεπώς ήταν αδύνατο χρονικά την ίδια μέρα να έχει αναχωρήσει στις 7 το πρωί της ίδιας μέρας για άλλο κυκλικό ταξίδι ως 12 ωρών. Για το διάστημα από 18.4.2014 έως 11.8.2014 και από 8.9.2014 έως 11.10.2014 και για τρία δρομολόγια εβδομαδιαίως που το πλοίο αναχωρούσε πριν την πάροδο εξαώρου στο λιμάνι για κυκλικό δρομολόγιο που υπερέβαινε τις 12 ώρες η πρόωρη αναχώρηση του δρομολογίου της Δευτέρας ανερχόταν σε δύο ώρες της Πέμπτης 5,75 ώρες και της Παρασκευής σε 5,83 ώρες και επομένως η αμοιβή που οφείλεται είναι η εξής: 13,58 : 8 = 1,70 δρομολόγια χ 22 εβδομάδες = 37,4 δρομολόγια χ 115,33 ευρώ [2.897,74 δηλαδή µισθός ενεργείας 1.689,41 ευρώ + επίδοµα Κυριακών 371,67 ευρώ + επίδοµα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 ευρώ (άρθρο 8 παρ. 14)+ επίδοµα ΣΣΕ/α 35,19 ευρώ (άρθρο 8 παρ.2) + επίδοµα ΣΣΕ/β 201,77 ευρώ (άρθρο 8 παρ. 5)+ επίδοµα αδείας από 5 ηµεροµίσθια το µήνα µετά τροφοδοσίας αδείας 564,48 ευρώ [ήτοι 1.689,41 ευρώ + επίδοµα Κυριακών 371,67 ευρώ: 22 Χ 5 ηµέρες αδείας µηνιαίως = 468,43 ευρώ και 96,05 ευρώ (19,21 ευρώ (άρθρο 3) Χ 5 τροφή αδείας) = 564,48 ευρώ) + μέση υπερωριακή αμοιβή 5.508,40 ευρώ : 294 ημέρες εργασίας χ 30 = 562,08 ευρώ)= 3.459,82 : 30 (33 παρ. 7  της σσνε) = 115,33 και συνεπώς η οφειλόμενη αμοιβή για το διάστημα αυτό ανέρχεται σε 4.313,34 ευρώ. Ομοίως αμοιβή για άλλο δρομολόγιο την Πέμπτη δεν οφείλεται διότι δεν προέκυψε ότι την ίδια μέρα εκτελούνταν δυο κυκλικά δρομολόγια καθώς το πλοίο αναχωρούσε στις 18.00 για κυκλικό ταξίδι που υπερέβαινε τις 12 ώρες και συνεπώς ήταν αδύνατο χρονικά την ίδια μέρα να έχει αναχωρήσει στις 7 το πρωί της ίδιας μέρας για άλλο κυκλικό ταξίδι ως 12 ωρών.  Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 16 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει την υπηρεσία των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά το μήνα κατά τους μήνες Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους υπόλοιπους μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν. Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο, δηλαδή το 1/22 του μισθού ενεργείας. Για την παρεχόμενη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή. Στην προκείμενη περίπτωση, αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του αρχικώς ενάγοντος υποπλοιάρχου δεν χορηγήθηκαν οι προβλεπόμενες από την παραπάνω διάταξη διανυκτερεύσεις αφού δεν σημειώθηκε στο ημερολόγιο του πλοίου τέτοια εγγραφή, όπως προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 16 της προαναφερόμενης ΣΣΝΕ, γεγονός που συνεπάγεται ότι ο υποπλοίαρχος δεν έλαβε καμία διανυκτέρευση κατά τα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του. Η παρισταμένη εναγόμενη ήδη δεύτερη εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι ο ναυτικός δεν δικαιούται την παραπάνω αποζημίωση, διότι όταν το πλοίο βρισκόταν στο Λαύριο, στην Άνδρο ή στη Σύρο για διανυκτέρευση το πλήρωμα που δεν είχε νυχτερινή υπηρεσία μπορούσε να εξέλθει του πλοίου χωρίς άδεια. Από μόνο όμως το γεγονός της διανυκτέρευσης του πλοίου σε κάποιο λιμάνι δεν μπορεί να εξαχθεί και το συμπέρασμα ότι το πλήρωμα λάμβανε άδεια διανυκτέρευσης, αφού το πλήρωμα παραμένει στο πλοίο και εργάζεται για τις ανάγκες του. Αν τούτο πράγματι συνέβαινε, δηλαδή οι ενάγοντες είχαν λάβει άδεια διανυκτέρευσης, ασφαλώς θα ήταν καταχωρημένες οι άδειές τους αυτές στο εν λόγω ημερολόγιο (βλ. ΕφΠειρ. 497/2010, ΕφΠειρ 514/2009, ΕφΠειρ 263/2008, Τρ. Ν.Πλ. Ισοκράτης ΔΣΑ). Επομένως, οφείλεται σ΄ αυτόν η προβλεπόμενη αποζημίωση διανυκτέρευσης (άρθρο 16 παρ. 2 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε.) για δύο ημέρες το διάστημα από 1.1.2014 έως 6.3.2014 που διέκοψε τα δρομολόγια λόγω ετήσιας ακινησίας και από 18.4.2014 μέχρι τις 12.10.2014 που το πλοίο ακινητοποιήθηκε λόγω μηχανικής βλάβης και συνολικά 16,2 διανυκτερεύσεις δηλαδή το 1/22 του μισθού ενεργείας για κάθε μια δηλαδή 1.689,41 : 22 χ 16,2 = 1.244,02 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε ότι ο σύζυγός και πατέρας των εκκαλουσών εναγουσών δεν δικαιούται την παραπάνω αποζημίωση έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων κα συνεπώς ο σχετικού τέταρτος λόγος της ……/2017 εφέσεως θα πρέπει να γίνει δεκτός κατ’ουσίαν ακολούθως να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και το παρόν δικαστήριο να κρατήσει την υπόθεση και να τη δικάσει στην ουσία της ως προς το κεφάλαιο αυτό (άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ). Μετά από αυτά και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς εξέταση θα πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές αμφότερες οι εφέσεις και στη συνέχεια να εξαφανιστεί στο σύνολο της για το ενιαίο της εκτέλεσης η εκκαλουμένη απόφαση (ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔνη 48,1507, Σ.Σαμουήλ «Η έφεση» έκδ. Ε΄σελ. 430-431 παρ. 1143) ως προς τις παριστάμενες διαδίκους και ως προς τη διάταξη περί δικαστικών εξόδων, αφού εφόσον όταν εξαφανίζεται ολικά ή εν μέρει η εκκαλούμενη απόφαση, εξαφανίζεται και το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, ολικά και στις δύο περιπτώσεις, στην μεν πρώτη ως αναγκαίο επακόλουθο της εξαφανίσεως της αποφάσεως, στη δε δεύτερη εν όψει της αναγκαιότητος ενιαίου καθορισμού των δικαστικών εξόδων ως προς όλα τα κεφάλαια της αποφάσεως (ΑΠ 192/1998 ΕλΔ 39.825), και ακολούθως εφόσον κρίθηκε ότι οφείλεται για δεδουλευμένες αποδοχές το ποσό των 19.900,26 από την κυρία του πλοίου δεύτερη εναγομένη εφεσίβλητη εκκαλούσα (και επιπλέον το ποσό των 1.799,86 ευρώ από τη μη παρισταμένη εφεσίβλητη εφοπλίστρια του πλοίου που δεν άσκησε έφεση), το ποσό των 5.508,40 λόγω υπερωριακής απασχόλησης, το ποσό των 847,44 ευρώ ως επίδομα άγονης γραμμής, τα ποσά των 2.982,09 και 4.313,34 ευρώ ως πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, το ποσό των 2.564,60 ως επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2014, το ποσό των 1.824,25 ευρώ ως επίδομα εορτών Πάσχα 2014 και το ποσό των 1.244,02 ως αποζημίωση διανυκτέρευσης και συνολικά 39.184,40 ευρώ (πλέον των 1.799,86 ευρώ που πρέπει να καταβάλει η μη παρισταμένη εφεσίβλητη εφοπλίστρια του πλοίου ως προς την οποία δεν εξαφανίστηκε το κεφάλαιο της εκκαλουμένης περί οφειλομένων δεδουλευμένων) πρέπει να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος ως ουσιαστικά βάσιμη η ……/29.12.2015 αγωγή  και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες ήδη εφεσίβλητες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, η δεύτερη ως κυρία του πλοίου «AJ» περιορισμένα δια του πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού και η πρώτη ως εφοπλίστρια του πλοίου, να καταβάλουν στις εκκαλούσες ενάγουσες, ανάλογα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας (κατά 2/8 η πρώτη, κατά 3/8 η δεύτερη και κατά 3/8 η τρίτη ενάγουσα), το συνολικό ποσό των 19.971,09 ευρώ (δηλαδή τα 2/5 του αρχικού κεφαλαίου στα οποία είχε περιοριστεί το καταψηριστικό αίτημα της αγωγής), καθώς και να αναγνωριστεί η υποχρέωσή τους να καταβάλουν στις ενάγουσες, ανάλογα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας, το συνολικό ποσό των 19.213,31 ευρώ (και επιπλέον η απολιπόμενη εφεσίβλητη το ποσό των 1.799,86 ευρώ). Όλα τα παραπάνω οφείλονται εντόκως αφότου επιδόθηκε η αγωγή (άρθρο 346 του ΑΚ) καθώς προέκυψε ότι ο ήδη αποιβώσας αρχικώς ενάγων λάμβανε ποσά έναντι και αφού αποναυτολογήθηκε και συνεπώς είχε γίνει νεώτερη συμφωνία ως προς την καταβολή των οφειλόμενων αποδοχών η οποία όμως ουδέποτε τηρήθηκε με αποτέλεσμα να ασκηθεί η κρινόμενη αγωγή. Πρέπει, επίσης, να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση που η πρώτη εφεσίβλητη της με αριθμό ……../2017 εφέσεως ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 § 1, 505 § 2 ΚΠολΔ), ενώ μέρος των δικαστικών εξόδων των εκκαλουσών εναγουσών και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας βαρύνει μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος τις εφεσίβλητες εναγόμενες λόγω της εν μέρει ήττας της κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 178, 191 παρ. 2 και 183 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει με τη δικονομική απουσία της πρώτης εφεσίβλητης της ……/2017 εφεσεως και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων τις  …./23.2.2017 και ……/10.10.2017 εφέσεις κατά της οριστικής με αριθμό 495/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) ερήμην της πρώτης εναγομένης και ήδη πρώτης εφεσίβλητης, επί της με αριθμό …../29.12.2015 αγωγής

Ορίζει το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας, στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ.

Απορρίπτει ό,τι έκρινε ως απορριτπέο στο σκεπτικό

Δέχεται τυπικά αυτές και εν μέρει κατ’ ουσίαν

Εξαφανίζει τη με αριθμό 495/2017 οριστικής απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ως προς τους παρισταμένους διαδίκους)

Κρατεί και δικάζει κατ’ουσίαν την υπόθεση επί της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../29.12.2015 ……./2013 αγωγής

Δέχεται κατά ένα μέρος την αγωγή

Υποχρεώνει τις εναγόμενες να καταβάλουν εις ολόκληρον, η δεύτερη ως κυρία του πλοίου «AJ» περιορισμένα δια του πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού και η πρώτη ως εφοπλίστρια του πλοίου, στις εκκαλούσες ενάγουσες, ανάλογα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας (κατά 2/8 η πρώτη, κατά 3/8 η δεύτερη και κατά 3/8 η τρίτη ενάγουσα), το συνολικό ποσό των δέκα εννέα χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα ενός ευρώ και εννέα λεπτών του ευρώ (19.971,09) εντόκως αφότου επιδόθηκε η αγωγή και μέχρι την εξόφληση

Αναγνωρίζει ότι εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον, η δεύτερη ως κυρία του πλοίου «AJ» περιορισμένα δια του πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού και η πρώτη ως εφοπλίστρια του πλοίου, στις εκκαλούσες ενάγουσες, ανάλογα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας (κατά 2/8 η πρώτη, κατά 3/8 η δεύτερη και κατά 3/8 η τρίτη ενάγουσα), το συνολικό ποσό των δέκα εννέα χιλιάδων διακοσίων δέκα τριών ευρώ και τριάντα ενός λεπτών του ευρώ (19.213,31) (και επιπλέον η απολιπόμενη εφεσίβλητη το ποσό των χιλίων επτακοσίων ενενήντα εννέα ευρώ και ογδόντα έξι λεπτών του ευρώ (1.799,86) εντόκως αφότου επιδόθηκε η αγωγή

Επιβάλει στις εφεσίβλητες εναγόμενες ένα μέρος των δικαστικών εξόδων των εκκαλουσών εναγουσών και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας δηλαδή το ποσό των χιλίων εξακοσίων (1.600) ευρώ

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 8 Φεβρουαρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ